Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2019

Οι λίβελοι κατά του Αρχιεπισκόπου Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου (Γιαννουλάτου)

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Οι επιθέσεις που τις τελευταίες ημέρες δέχεται ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Τιράνων και πάσης Αλβανίας κ. Αναστάσιος (Γιαννουλάτος) από κάποια γραφεία επί αιρέσεων και παραθρησκειών, ουδεμία αξία μπορούν να έχουν. Διαβάζοντας κανείς τους λιβέλους που γράφονται εναντίον του Μακαριωτάτου Αναστασίου και έχοντας γεγυμνασμένα εκκλησιαστικά και θεολογικά κριτήρια καταλήγει στο εξής απλό συμπέρασμα: «η αχαριστία είναι μεγάλη αμαρτία. Για μένα είναι θανάσιμο αμάρτημα. Ο αχάριστος με τίποτε δεν ευχαριστιέται. Για όλα γκρινιάζει, όλα του φταίνε», (όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης). 
Το να αρέσκεται κανείς και συχνά πυκνά να γράφει λιβέλους κατά πάντων, αναζητώντας παντού εχθρούς της Ορθοδοξίας, φρονώ ότι μοιραία κάπου αυτό τον οδηγεί στην απομόνωση από το Σώμα της Εκκλησίας. Βέβαια, αυτό δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Ολίγον προς το άμεσο παρελθόν να ανατρέξει κανείς, δεν είναι οι λίγες φορές που στον εκκλησιαστικό και θεολογικό χώρο θα συναντήσει αντίστοιχες τάσεις. Και μόνο το Αλφαβητάρι της Πίστης του Χρήστου Γιανναρά να διαβάσει, θα καταλάβει τι συμβαίνει με ετούτες τις ομάδες αμυντόρων της Ορθοδοξίας. 


Πάντως η Ιερά Αρχιεπισκοπή Τιράνων ορθώς έπραξε και απάντησε, υπερασπιζόμενη τον ποιμενάρχη της (εδώ). Γιατί ολόκληρη η ζωή και το έργο του Αρχιεπισκόπου της κ. Αναστασίου, με τον καλύτερο τρόπο αποτελεί εφαρμογή του Παύλειου λόγου: «είμαι ελεύθερος, χωρίς εξάρτηση από κανέναν· κι όμως έκανα τον εαυτό μου σκλάβο όλων για να κερδίσω όσο το δυνατό πιο πολλούς. Ανάμεσα στους Ιουδαίους συμπεριφέρθηκα σαν Ιουδαίος για να τους κερδίσω στο Χριστό· κι ενώ εγώ ο ίδιος δεν είμαι πια κάτω από την αυθεντία του νόμου, ανάμεσα σ’ αυτούς που είναι συμπεριφέρθηκα σαν να ήμουν και εγώ, για να τους κερδίσω για το Χριστό. Παρόμοια, όταν βρισκόμουν μ’ αυτούς που αγνοούν το νόμο του Μωυσή, για να τους κερδίσω ζούσα κι εγώ σαν ξένος προς το νόμο, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπακούω στο νόμο του Θεού, αφού είμαι δεμένος με το νόμο του Χριστού. Με όσους έχουν πίστη αδύνατη, έγινα το ίδιο, για να κερδίσω τους αδύνατους στην πίστη. Για τους πάντες έγινα τα πάντα, έτσι ώστε με κάθε τρόπο να σώσω μερικούς. Κι όλα αυτά τα κάνω για το Ευαγγέλιο ώστε να μπορέσω και εγώ να συμμετάσχω στα αγαθά του», (Α΄ Κορ. 9, 19-23). 

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2019

«Θάψτε τους νεκρούς»· Μπράβο στη Θεατρική Ομάδα των Αστέγων της Μυτιλήνης

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Άξια η Θεατρική Ομάδα των Αστέγων Μυτιλήνης για το έργο του Ίρβιν Σόου, «Θάψτε τους νεκρούς», που πρόσφατα ανέβασε στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης. Τους αξίζουν συγχαρητήρια, όχι μόνο για το ταλέντο τους επί της θεατρικής σκηνής, αλλά για τη λογοτεχνική θα ΄λεγα απόδοση του κειμένου και τη σκηνοθεσία. Δίχως να είμαι ειδικός – κριτική θεάτρου δεν μπορώ να κάμω – πιστεύω ότι ένα τέτοιο θεατρικό κείμενο, του οποίου παλαιότερα αποσπάσματα είχα χρησιμοποιήσει διδάσκοντας την έννοια του θανάτου στο μάθημα των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου, αξίζει να ανεβαίνει ξανά και ξανά σε θεατρικές παραστάσεις, γιατί ο πόλεμος κι ο θάνατος προσφέρει στον άνθρωπο εκείνη τη δωρεά των δακρύων, που είναι σαν το δεύτερο βάπτισμα του ανθρώπου, καθώς λένε πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας. 
Πάντως, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ερχόταν στο νου μου το μεταφρασμένο από τον Γ. Σεβαστίκογλου κείμενο του Ίρβιν Σόου, αλλά και η διασκευή του σε νουβέλα από τον ποιητή Στάθη Πρωταίο, την οποία η Γαλάτεια Καζαντζάκη χαρακτηρίζει «πολύ δυνατή» γιατί ο καθένας διαβάζοντάς τη, ακόμη και σήμερα, πάντα θα νιώθει «το μίσος εναντίον του πολέμου»
Ερχόταν, όμως, στο νου μου κι εκείνος ο ήρωας Λεωνίδας Κ., από το μυθιστόρημα Η δύναμη του σκοτεινού θεού, του Τάκη Θεοδωρόπουλου. Δεν ξέρω γιατί. Αναρωτιόμουν συνέχεια. Μέχρι τη στιγμή που το ξανάπιασα στο χέρι μου και ξεφυλλίζοντάς το, η ματιά μου έπεσε σε δύο σελίδες που είχα υπογραμμίσει όταν πριν κάποια χρόνια το διάβαζα. Αντιγράφω το απόσπασμα, διότι θεωρώ ότι έχει την αξία του, δένει κάπως με τη θεατρική παράσταση της Ομάδας των Αστέγων Μυτιλήνης: 
«Εννοείται ότι το τοπίο έχει αλλάξει από τότε. Όμως ο βράχος παραμένει πάντα ίδιος, όπως κι ο θάνατος παραμένει πάντα ο ίδιος, εξίσου απόλυτος, εξίσου ανέκκλητος, εξίσου πραγματικός. Αν αφαιρέσεις τον θάνατο από την πραγματικότητα, η πραγματικότητα παύει να είναι πραγματική. Και τότε κάνεις θέατρο. 
»Γι’ αυτό κάνεις θέατρο. 
»Για να βγάλεις τον θάνατο απ’ την πραγματικότητα και να τον φέρεις στη σκηνή, να τον χειραγωγήσεις, να τον οικειοποιηθείς, να τον αγγίξεις με τα ίδια σου τα χέρια, να τον δεις, να τον ακούσεις να σου μιλάει. Η απογοήτευση της αναπαράστασης του θανάτου επί σκηνής στην αρχαία Αθήνα αυτό το νόημα είχε. Έδιναν σχήμα στο σκοτάδι του, του έδιναν ρυθμό κι έτσι κατακτούσαν την ψευδαίσθηση ότι τον έκαναν δικό τους, ένα παιχνίδι που οργάνωνε και επαλήθευε τη θέλησή τους για να ζήσουν. Η στάση τους ήταν άκρως ρεαλιστική. Το είχαν πάρει απόφαση πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος». ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ. (1999). Η δύναμη του σκοτεινού θεού. Αθήνα: Ωκεανίδα, σσ. 106-107. 

Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Ευλαβικό χρέος προς την ιστορική αλήθεια

«Στις 2 Αυγούστου 1944 ιδρύθηκε στα Σκόπια η “Λαϊκή Δημοκρατία της Μακεδονίας”, ως κράτος ομόσπονδο της Γιουγκοσλαβίας. Το κράτος αυτό περιέλαβε στα σύνορά του το τμήμα της Βόρειας Μακεδονίας που ανήκε ως τότε στη Σερβία […] Η ίδρυσή του μπορούσε να είναι αδιάφορη στο ελληνικό έθνος, αν το κράτος των Σκοπίων έθετε για προορισμό του να κυβερνήσει και να οδηγήσει στην πρόοδο και στον πολιτισμό το λαό που το κατοικεί […] Το κράτος όμως αυτό από την πρώτη στιγμή της γέννησής του έταξε στον εαυτό του και διακήρυξε στον κόσμο, ως δικαίωση της παρουσίας του, δυό σταθερούς εθνικούς σκοπούς:
  1. Να πείση τα άλλα έθνη ότι οι κάτοικοί του, που, ως σλαβόφωνους, τους διεκδικούσαν ως τώρα για ομοεθνείς τους άλλοτε η Βουλγαρία και άλλοτε η Σερβία, δεν είναι ούτε Βούλγαροι ούτε Σέρβοι, αλλά ένας ιδιαίτερος λαός, που κατοικεί εδώ και τέσσερις χιλιάδες χρόνια τη χώρα αυτή, όμαιμος συνεχιστής της εθνικότητας των αρχαίων Μακεδόνων, επομένως Μακεδόνες, και το κράτος τους τίποτε άλλο παρά Μακεδονία. 
  2. Να πείση τα άλλα έθνη ότι οι κάτοικοί του, ως Μακεδόνες, δικαιούνται να θεωρούν εθνική τους κληρονομιά ολόκληρη τη χώρα που από την αρχαιότητα ονομάζεται Μακεδονία, δηλαδή όχι μόνο το μικρό σλαβοφώνο τμήμα της Μακεδονίας του Πιρίν, που ανήκει σήμερα στη βουλγαρική επικράτεια, αλλά και την ελληνική Μακεδονία, τη “Μακεδονία του Αιγαίου” όπως την ονόμασαν. 
Η εθνική αυτή αποστολή που απερίφραστα τάσσει στον εαυτό του το κράτος των Σκοπίων, καθιστούν τόσο την παρουσία του, όσο και κάθε του κίνηση, ζήτημα πρωτεύουσας σημασίας για την εθνική μας ζωή και εξαναγκάζουν την Ελλάδα, και ως έθνος και ως κράτος, να κρατήση απέναντί του ανένδοτη επαγρύπνηση και επιφυλακή.
Επειδή κάθε Έλληνας είναι ανάγκη να γνωρίζη περισσότερα πράγματα για το νέο αυτό κράτος, θα συνοψίσω στο βιβλίο τούτο ό,τι σχετίζεται με τη γλωσσική και εθνολογική σύσταση και την ιστορική προέλευση του λαού που το κατοικεί, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο το κράτος αυτό προσπαθεί να πραγματοποιήση τις εδαφικές του βλέψεις εις βάρος μας».


ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΑΝΔΡΙΩΤΗΣ. (1989). Το ομοσπονδιακό κράτος των Σκοπίων και η γλώσσα του. Θεσσαλονίκη: Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα, σσ. 7-8.

Τρίτη 22 Ιανουαρίου 2019

Με την πένα της Πηνελόπης Σ. Δέλτα

«Είχε τελειώσει η δουλειά του και αύριο θα έφευγε. Η αποστολή του ήταν να οδηγήσει τον καπετάν Νικηφόρο στο Τσέκρι. Και τώρα τον οδήγησε, τον πήγε στο σκοπό του. Η δουλειά του τελείωσε. Αύριο, μια πλάβα θα τον πήγαινε στη σκάλα και θα τον έβγαζε στην ακρολιμνιά. Και η ζωή του η περιπλανητική θα συνεχίζονταν. 
“Θα πάγω στο Ζορμπά… Και ύστερα;” 
Είδε μπροστά του το σχολείο του χωριού, τη δασκάλα, τα παιδιά καθισμένα στα θρανία, το μαύρο πίνακα… Άκουσε τη ζεστή φωνή της δασκάλας, που χαμηλόφωνα (τα καστανά της μάτια, αστράφτοντας από ενθουσιασμό) τους έλεγε: “…Είστε Έλληνες!... Να είστε υπερήφανοι!... Η φυλή μας είναι η πιο παλιά, η πιο ένδοξη, η πιο πολιτισμένη, η ποιο ποιητική!...” 
Η κυρία Ηλέκτρα… Ήταν όμορφη άραγε;… 
[…] Δεν ήξερε αν ήταν όμορφη ή άσχημη. Ήξερε μόνο πως σαν πήγαινε μέσα στη ζεσταμένη τάξη και την άκουε να λέγει στα παιδιά, με τη θερμή χαμηλή φωνή της “… Είστε Έλληνες!... Να είστε υπερήφανοι…”, μαλάκωνε κάτι μέσα του, βούρκωναν τα μάτια του κι ένιωθε βαθιά τον πόθο να δώσει κι αυτός τη ζωή του, σαν τον Μίκη Ζέζα, σαν τον καπετάν Γιωργάκη, σαν τον καπετάν Καψάλη, σαν τόσους άλλους, γι’ αυτούς τους Έλληνες, για την Ελλάδα, για τον Ελληνισμό»


Π. Σ. ΔΕΛΤΑ. (1991). Στα Μυστικά του Βάλτου. Αθήνα: Ύψιλον, σσ. 53-54.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2019

«Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος» γιαγιά Μαρίτσα

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

«Εγώ γυναίκα, η άνθρωπος / ζητούσα το πρόσωπό Σου πάντοτε» και το βρήκα στο πρόσωπο του Άλλου, του Ξένου, του πρόσφυγα και του μετανάστη. Οι δύο παραπάνω στίχοι της Θεσσαλονικιάς ποιήτριας Ζωής Καρέλλη, έχω την ταπεινή γνώμη, ότι ταιριάζουν απόλυτα στη γιαγιά Μαρίτσα, που πριν λίγες ημέρες έφυγε από ετούτη τη ζωή, παίρνοντας μαζί της, στην αιωνιότητα, το πιο ακριβό δώρο που χάρισε ο Θεός στον άνθρωπο, την α γ ά π η. Αγάπη που η ίδια γιαγιά Μαρίτσα απλόχερα έδωσε προς τον συνάνθρωπο, τον οποιονδήποτε συνάνθρωπο, μακριά από διάκριση φυλής, χρώματος, θρησκείας και πολιτισμού. 


Γνωστή σε πολλούς είναι η εικόνα αλληλεγγύης των τριών γιαγιάδων στη Σκάλα Συκαμινιάς, που στην αγκαλιά τους κρατούν ένα νήπιο προσφυγόπουλο, προσφέροντας του αυτό που ο πολύς Ρώσος θεολόγος και φιλόσοφος στοχαστής, Νικολάι Μπερντιάεφ έλεγε: «ο άνθρωπος δεν ζει για το ψωμί, αλλά ζει με το ψωμί και πρέπει όλοι να ‘χουν ψωμί. Μόνο όταν η κοινωνία αναδομηθεί έτσι που ο καθένας θα ‘χει ψωμί, τότε πια θα τεθεί το πνευματικό πρόβλημα ενώπιον του ανθρώπου με τη μεγαλύτερη οξύτητά του». Αυτό έκαμε η γιαγιά Μαρίτσα και τώρα, στην αιωνιότητα, στέκεται απέναντι στο Θεό δίχως εν ζωή να έχει παραγνωρίσει τον συνάνθρωπο. 
Η γιαγιά Μαρίτσα έκαμε πράξη εκείνη τη θεολογία που ως κεντρικό της νόημα έχει το εξής: ο Θεός θεωρεί ότι η φροντίδα του ανθρώπου για τον συνάνθρωπο είναι «ιεραρχικά ανώτερη από τη φροντίδα που προσφέρει ο άνθρωπος στον Θεό». Η γιαγιά Μαρίτσα, εν ζωή έκαμε πράξη τον κυριακό λόγο που θέλει την κοινωνία με τον άνθρωπο να μην περιορίζεται στην απλή διατύπωση μιας υπόδειξης, αλλά να προχωρά και στην περιγραφή του τ ρ ό π ο υ να δεξιώνεται τον κάθε άνθρωπο, εδώ τον πρόσφυγα και τον μετανάστη, να είναι κι αυτός πλασμένος από το Θεό. Με άλλα λόγια, η γιαγιά Μαρίτσα πήγε κόντρα σ’ όλους εκείνους που αρνούνται το παρών ετούτου του κόσμου, κόσμου που ο Θεός δεν είναι μόνο για ολίγους αλλά για όλους· πήγε κόντρα σε εκείνη τη μάντρα των «καθαρών», οι οποίοι καλά ταμπουρωμένοι και οργανωμένοι γύρω από τον εαυτό τους, δεν χάνουν την ευκαιρία να κλείνουν την πόρτα τους στον Άλλο, τον Ξένο κατά τον Γιάννη Ρίτσο, για να μείνουν αμόλυντοι. Κι όμως, ο ευαγγελιστής Ιωάννης εδώ είναι σαφής: «εάν αγαπώμεν αλλήλους, ο Θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη εν ημίν έστι». Ποιος, άραγε, μπορεί να διδάξει όλους αυτούς, τους τάχα πιστούς στον Χριστό, που φοβούνται ότι η χριστιανοσύνη τους κινδυνεύει από τον Άλλο, τον Ξένο
Η γιαγιά Μαρίτσα, νομίζω, ότι τους δίδαξε, τους άνοιξε φωτεινό δρόμο, κι ας μην ήξερε θεολογικά γράμματα. Με την αγάπη της προς τον συνάνθρωπο έδειξε πως όταν ο Ελληνισμός ειρηνικά συνυπήρχε με τους Άλλους, ρωμαλέα αναδείκνυε την ταυτότητά του, κρατώντας ακέραιη την εθνική συνείδηση και τον πολιτισμό του, ακέραιο κι αυτόν στους αιώνες. Τη γιαγιά Μαρίτσα, οφείλουμε να την θεωρούμε όλοι μ ά ν α  μ α ς, διότι μας έδειξε τον τρόπο να κουβαλάμε εκείνο το βαρύ αρχαίο μάρμαρο, όπως λέγει ο Γιώργος Σεφέρης, που δεν κουράζει τα χέρια μας, κάμνοντάς το α γ ά π η.

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2019

Για την αγνωσία (αμυαλιά) κομματανθρώπων, παλαιότερων και σημερινών, παράδειγμα φωτεινό ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης

Σχολιάζει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σ’ ένα από τα καλύτερα βιογραφικά μυθιστορήματα που έχω διαβάσει για τον Κωστή Παλαμά, του οποίου εφέτος συμπληρώνονται 160 χρόνια από τη γέννησή του, ο συγγραφέας Κώστας Σαρδελής, αναφερόμενος στο περιρρέον κλίμα που έζησε και έδρασε ο Παλαμάς τα νεανικά του χρόνια στην Αθήνα, γνωρίζοντας μάλιστα πολλούς ποιητές και ανθρώπους των γραμμάτων, μεταξύ αυτών και τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, γράφει για τον τελευταίο: «Η πολιτική ζωή, ωστόσο, τον αηδιάζει: “Όλος ο κοινοβουλευτικός βίος θα είναι μόνον σύγκρουσις των κομμάτων προς κατάληψιν της εξουσίας. Πάθη, έριδες, εκδικήσεις, θα είναι οι καρποί τοιούτου πολιτικού σταδίου. Δεν είναι αληθές; Εγώ λοιπόν ουδένα λόγον θέλω να βυθισθώ εντός του βορβόρου τούτου. Θέλω να διατηρήσω άμωμων το μέτωπόν μου και δεν θέλω να ευρεθή κανείς όστις θα είπη ότι ο Εθνικός της Ελλάδος ποιητής επεζήτησε την Ένωσιν αποβλέπων εις σκοπούς προσωπικούς”».


ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΡΔΕΛΗΣ. (1998). Ο ασάλευτος ταξιδιώτης: Τα νεανικά και εφηβικά χρόνια του Κωστή Παλαμά, τ. Β΄. Αθήνα: Εστία, σσ. 192-193.

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2019

Το μεγάλο στοίχημα των Πειραματικών Σχολείων

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Άλλο ένα στοίχημα για το Πειραματικό ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης, ήταν η διάκριση της μαθήτριας της Β΄ Λυκείου Ελπίδας Μαθιουδάκη, στον 1ο Πανελλήνιο Μαθητικό Διαγωνισμό συγγραφής Μονόπρακτου Θεατρικού Έργου, τον οποίο με επιτυχία οργάνωσε το Πειραματικό ΓΕ.Λ. Ρεθύμνου του Πανεπιστημίου Κρήτης, σε συνεργασία με τον Τομέα Θεατρολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης. Στον εν λόγω διαγωνισμό που ως θέμα είχε: «… Από τί υλικό είναι φτιαγμένα τα όνειρα;» πανελλαδικά συμμετείχαν 35 μαθητές και μαθήτριες Γυμνασίων και Λυκείων. Όλοι τους κι όλες τους κατέθεσαν την καλλιτεχνική τους ευαισθησία και δημιουργικότητα, και ως θεατρικοί συγγραφείς, δημιούργησαν το δικό τους κόσμο ονείρων. Η ταλαντούχα μαθήτρια Ελπίδα Μαθιουδάκη, με το μονόπρακτό της: «Κάτω από τον έναστρο ουρανό», απέσπασε το 2ο βραβείο, δίνοντας την καλύτερη απάντηση σ’ όσους θεωρούν “ρετσινιά” την Αριστεία που καλλιεργούν τα Πειραματικά Σχολεία. Η Ελπίδα με τον καλύτερο τρόπο επιβεβαίωσε τον ομηρικό στίχο: «αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων». Κι όχι μόνον τον παραπάνω ομηρικό στίχο αλλά κι εκείνον το συνταρακτικό λόγο του κωμωδιογράφου Επίχαρμου: «μη τα μαλακά μώσο, μη τα σκληρά έχηις». Πολλοί λένε πως η Αριστεία είναι ο χειρότερος εχθρός του Προκρούστη. Κι έχουν απόλυτο δίκιο, γιατί ο Προκρούστης ήθελε να κάμει όλους τους ανθρώπους μια εικόνα και μια μορφή. 
Δεν χωρά αμφιβολία ότι στα σημερινά εκπαιδευτικά πράγματα οι μαθητές είναι χαμένοι μέσα στην ανέραστη και απαίδευτη καθημερινότητά τους, αδυνατούν να νοηματοδοτήσουν τα πράγματα, αλλά και τον εαυτό τους. Και σ’ ότι ειδικότερα αφορά την εκπαίδευση, νιώθουν την ακινησία του πλοίου της. Μοιραία, μάλιστα, ετούτη την ακινησία τη φορτώνουν στο περιβόητο εκάστοτε “σύστημα”, εκπαιδευτικό, πολιτικό, οικονομικό, κοινωνικό και δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο σκαρφίζονται όσοι μεταθέτουν τις ευθύνες που τους αναλογούν αλλού. 
Και εδώ, βέβαια, τα ερωτήματα είναι κρίσιμα: τί άραγε γίνεται όταν στο χώρο της εκπαίδευσης τα πράγματα χάνουν τη σημασία τους, αντιστρέφονται και συνεχώς σπρώχνουν εμάς τους δασκάλους σε βαλτωμένα νερά; Σ’ εκείνα τα βαλτωμένα νερά, όπου οι μαθητές έρχονται αντιμέτωποι με την αβεβαιότητα του μέλλοντός τους και την απουσία του παρόντος τους; Ο αξέχαστος Μάνος Χατζηδάκης, με εξαιρετική μαστοριά, σ’ ένα κείμενό του με τίτλο: Για τους Έλληνες νέους του ’88 το είχε επισημάνει αυτό. Έλεγε ότι οι «επαναστάσεις καταλήγουν στην κατάκτηση της ανεγκέφαλης, όπως είπαμε, Κυρίας. Της εξουσίας. Αυτή η κατάκτηση, ως γνωστόν, δημιουργεί Δίκαιον, μακράν των ονειρικών στόχων μιας επανάστασης. Οι άνθρωποι που προκύπτουν από μια επανάσταση, περιέχουν τα ίδια συστατικά με τους αποχωρήσαντες ή τους ηττηθέντες. Η επιτυχία και η επικράτηση κάνει ν’ αναβιώνει η εγωπάθεια, ο απολυταρχισμός, ο συγκεντρωτισμός και η απανθρωπιά. Η αντίσταση ξαναγεννά. Η Εξουσία φθείρει, καταστρέφει τα ζωογόνα κύτταρα του ανθρώπου. Χρειάζεται ισχυρή παιδεία για ν’ αντέξει κανείς στην έννοια της Εξουσίας και της επιτυχίας». Λόγια επίκαιρα για όσους διακονούμε την εκπαίδευση, τα οποία δυστυχώς, επαληθεύουν όλα όσα και σήμερα γίνονται: σχολείο που δεν εμπνέει, γνώσεις χωρίς την ομορφιά της έρευνας, παραπαιδεία, μαθητές που συντρίβονται στη δίνη μιας κάποιας δήθεν επιτυχίας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, φοιτητές που σπουδάζουν για να βρουν, όπως συχνά λένε, μόνο δουλειά, στάσεις δηλαδή βίου, που όλο και περισσότερο αποκαλύπτουν την ολοκληρωτική ερήμωση της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτό είναι το κουκούλι της σημερινής εκπαίδευσης, πραγματική φυλακή, που περιέχει καταναγκασμό, δυσβάστακτα φορτία προσδοκιών. 
Έναντι ετούτης της σκληρότατης εκπαιδευτικής πραγματικότητας, έρχονται μαθητές και μαθήτριες που αντιστέκονται στη δουλική και τυφλή αναπαραγωγή, που τους ρίχνει το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα. Και ναι μεν αληθεύει ότι η παίδευση ενέχει ένα βάναυσο μέρος, παίδεμα που, ενδεχομένως προκαλεί αντιπάθεια· ας μην ξεχνάμε όμως ότι περιέχει εγγενώς και μια πανίσχυρη γοητεία: τον έρωτα της έρευνας για γνώση και δημιουργική γραφή. Γι’ αυτά τα δύο τελευταία ο πολύς Ντοστογιέφσκι υπενθυμίζει ότι: «για να διαμορφώσεις άποψη χρειάζεται πριν απ’ όλα να μοχθήσεις, προσωπικά, με ατομική πρωτοβουλία, με ατομική δράση. Χάρισμα τίποτα και ποτέ δεν σου δίνεται. Αν μοχθήσουμε θα έχουμε και άποψη»
Αυτό έκαμε η Ελπίδα Μαθιουδάκη. Μόχθησε, πρωτοτύπησε, γοητεύτηκε, ερωτεύθηκε και, τέλος, ονειρεύτηκε γράφοντας το μονόπρακτό της: «Κάτω από τον έναστρο ουρανό». Οι δύο ήρωές της, ο Μάρκος και η Έλενα, έφηβοι φίλοι, καθισμένοι σε μια σκεπή, κοιτούν τον ουρανό με τα αστέρια κι ονειρεύονται το μέλλον τους, επαναστατώντας στις επιλογές των γονιών τους. Εδώ, θέλω, να σταθώ λιγάκι: στο μήνυμα που βγάζει το μονόπρακτο της Ελπίδας. Είναι δύσκολο σ’ έναν έφηβο να έχουν απήχηση οι συμβολές σου - γίνε γιατρός λένε στην Έλενα οι γονείς της, ενώ εκείνη θέλει να γίνει ηθοποιός – για μια τίμια και αξιοπρεπή προσπάθεια, όταν εσύ ο ίδιος δεν ακολουθείς βασικές αρχές και αξίες, δεν θεωρείσαι από τους άλλους με τα “παραδεκτά” μέτρα επιτυχημένος, δεν αποτελείς παράδειγμα προς μίμηση. Κι εδώ βρίσκεται η ρίζα του προβλήματος. Πώς να πεισθεί ο έφηβος, όταν η θεωρητική σου βάση είτε ως γονιός είτε ως δάσκαλος, κραυγαλέα βρίσκεται αντίθετη με την κοινωνική σου θέση; Ο έφηβος σήμερα, κυριολεκτικά είναι πνιγμένος μέσα σ’ ένα πλήθος “επιτυχημένων” άλλοτε στον επαγγελματικό κι άλλοτε στον κοινωνικό τομέα. Ο σημερινός έφηβος θέλει αποδείξεις για να πεισθεί τι πραγματικά σημαίνει επιτυχία στη ζωή. Και ετούτη την επιτυχία κανείς δεν μπορεί να του στερήσει να την ονειρεύεται. Το γράφει ξεκάθαρα η Ελπίδα στο μονόπρακτό της. Όταν ο Μάρκος τής ζητά μαζί του για λίγο να ατενίσουν τον έναστρο καλοκαιριάτικο ουρανό, εκείνη του απαντά: «Είναι πραγματικά όμορφος… Μακάρι να μπορούσα να ανακαλύψω όλα τα μυστικά που κρύβει…». Το μονόπρακτο της Ελπίδας μπορεί κανείς να το διαβάσει [εδώ].    

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

Ο «παράξενος» ζωγράφος Θεόφιλος

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Ευχάριστη έκπληξη ήταν το δώρημα του Ημερολογίου 2019, αφιερωμένο στον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο Χατζημιχαήλ· αποσταλμένο από τον Γενικό Γραμματέα της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών κ. Γεώργιο Κοντομήτρο, συνάδελφο φιλόλογο από την αγαπημένη πόλη, το Βόλο, όπου και εδρεύει η Εταιρεία Θεσσαλικών Ερευνών. 
Το Ημερολόγιο προλογίζει η Μηλίτσα Ζαρλή – Καραθάνου, Πρόεδρος της Εταιρείας Θεσσαλικών Ερευνών και χαιρετίζει ο Γεώργιος Γκέκος, Ομότιμος Καθηγητής του Πολυτεχνείου της Ζυρίχης, χάρη στην ηθική και οικονομική στήριξη του οποίου δεν θα μπορούσε να εκδοθεί το εν λόγω συλλεκτικό Ημερολόγιο. Για τη σημασία του έργου του Θεόφιλου παρατίθεται σύντομο κείμενο του Δ.Σ., του Οργανισμού Λιμένος Βόλου. Ιδιαίτερα κατατοπιστικό για το ζωγραφικό έργο του Θεόφιλου στο Βόλο και το Πήλιο, είναι το πολυσέλιδο κείμενο του κ. Δημήτριου Φ. Παλιούρα, Αρχιτέκτονα Μηχανικού και Διευθυντή επί τιμή της Υπηρεσίας Νεώτερων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Θεσσαλίας. Ο κ. Παλιούρας κάμει αναφορά στα πρώτα χρόνια της ζωής του Θεόφιλου στη Μυτιλήνη αλλά και στην περίοδο που βρίσκονταν στη Σμύρνη, και στη συνέχεια αναφέρεται στην πολυετή διαμονή του στο Βόλο και το Πήλιο, καταγράφωντας όλα τα ζωγραφικά του έργα, όπως αυτά έχουν διασωθεί και συντηρηθεί σε σπίτια, καφενεία, ταβέρνες, φούρνους, χάνια και, βέβαια, αρκετά εξ αυτών τα οποία βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές. Το Ημερολόγιο πλαισιώνεται με πλουσιότατη εικονογράφηση, με όλα σχεδόν τα έργα του Θεόφιλου στο Βόλο και το Πήλιο. 
Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια στην Εταιρεία Θεσσαλικών Ερευνών για την έκδοση αυτού του πολύτιμου πράγματι Ημερολογίου, το οποίο εκτός από ημερολόγιο είναι και ένας άριστος βιβλιογραφικός και εικαστικός οδηγός για το ζωγραφικό έργο του ιδιόρρυθμου αυτού ανθρώπου, ο οποίος «έδωσε έκφραση πλαστική στο αληθινό μας πρόσωπο», όπως σοφά έγραψε ο Οδυσσέας Ελύτης στην ωραία μελέτη του: Ο Ζωγράφος Θεόφιλος.

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2019

Όχι άλλη σκύλευση του Οικουμενικού Πατριαρχείου

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, σήμερα είναι μεγάλη η ημέρα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος υπέγραψε τον Τόμο της Αυτοκεφαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Κι όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, ο Βλάσιος Φειδάς, Ομότιμος Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Αθηνών (εδώ) και ο Αριστείδης Πανώτης, Άρχων Μ. Ιερομνήμων της Μητέρας του Χριστού Εκκλησίας, έγκυρος ιστορικός και συγγραφέας (εδώ), οι «κεκράκτες πάσης ανωμαλίας», διαψεύστηκαν οικτρά. Ετούτη την ώρα κανενός η κεφαλή δεν χωρά άλλο πόλεμο ενάντια στη Μητέρα Εκκλησία. Η μακραίωνη ιστορία της δείχνει ότι πολλά επέρασε… εδεινοπάθησε. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί ανέκαθεν ύπατη κορυφή της Ορθοδοξίας, αιωνόβιος πανορθόδοξος θεσμός. Είναι αδιανόητο σε αρκετά blogs και ιστοσελίδες, κυρίως θεολογικού και εκκλησιαστικού περιεχομένου, να γράφονται φληναφήματα ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης ενεργεί ωσάν να είναι ο «Πάπας» της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας. Ερώτημα καίριο: βάσει ποιας κανονικής αυθεντίας όλοι αυτοί οι μωρολόγοι, δικαιούνται να κατακευρανώνουν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο με την κατηγορία του σχισματικού; Έλεος πια, όχι άλλη σκύλευση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και, βέβαια, όχι άλλη σκύλευση της πάλαι ποτέ Βασιλεύουσας. Η λογοτεχνική πένα, εδώ, είναι καλή οδηγός: 
«Προσπαθώ να φανταστώ τα τραχιά μοχθηρά πρόσωπα όλων εκείνων, που τον άκουγαν με βουλιμία, έτοιμοι να αρπάξουνε το μεγαλύτερο μερίδιο της σκύλευσης. 
»Α, δύσμοιρη Βασιλεύουσα, πολυφίλητη του Κωνσταντίνου Πόλη, ερασμία. Έτσι σκορπούσανε κιόλας τους θησαυρούς σου οι βέβηλοι, έτσι διεμοιράζοντο τα ιμάτιά σου, της πορφύρας και του κλέους. Κι εσύ ριγούσες σίγουρα κάτω από τους σωρούς των συντριμμιών σου, ριγούσες και δακρυρροούσες και στολιζόσουνα τα ωσαννά των θριάμβων σου, να περάσεις στο θάνατο με όλα τα αλλοτινά μεγαλεία σου, με τα τρόπαια του χιλιόχρονου κλέους σου. 
»Δύσμοιρη του Κωνσταντίνου Πόλη, πεφιλημένη, αμαρτωλή και αγία. Εκείνοι διεμοιράζοντο τα ιμάτιά σου. Εμείς σε μυρώναμε και σε στολίζαμε με τους λουλουδιασμένους κήπους σου και σε ζεσταίναμε σαν ερωμένη με τους όρκους μας»

ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ – ΠΟΘΟΥ. (1996). Πήραν την Πόλη πήραν την… Αθήνα: Κέδρος, σ. 511.

«Το περιπλοκάδι του πολέμου»



«Το περιπλοκάδι του πολέμου»· ζωγραφιά του Σπύρου Βασιλείου στο έργο του Στράτη Μυριβήλη, Η ζωή εν τάφω, εκδ. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας» Ι. Δ. Κολλάρου & ΣΙΑΣ, Αθήνα 161979, σ. 149.

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2019

Πόλεμος και θάνατος

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

«Γίνεται πόλεμος χωρίς βογκητά;» γράφει ο Ίρβιν Σόου στο θεατρικό του έργο Θάψτε τους νεκρούς, έργο απ’ άκρη σ’ άκρη αντιπολεμικό, το οποίο η θεατρική ομάδα των Αστέγων θα ανεβάσει στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης (Σάββατο 12, Κυριακή 13 και Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2019)· (εδώ). Κοντά στο θέατρο, η λογοτεχνία, η φιλοσοφία και η θρησκεία ποτέ δεν σταμάτησαν να ομιλούν για τον πόλεμο, την ειρήνη αλλά και για τον θάνατο. Όποιος έχει διαβάσει το Θάψτε τους νεκρούς, σίγουρα θα έχει διαπιστώσει όχι μόνον το κακό που προκαλεί ο πόλεμος αλλά και την οδύνη που αυτός γεννά με τον θάνατο. Δίπλα, λοιπόν, στο θέατρο, η ποίηση και η πεζογραφία στοχάζονται τον θάνατο. Γι’ αυτόν, όμως, τον στοχασμό επάνω στον θάνατο γεννιούνται τα εξής ερωτήματα: μπορούμε να δούμε τον θάνατο χωρίς συχνές αναδιπλώσεις στο είναι μας; Χωρίς ενδοσκόπηση, αυτοπαρατηρησία και διάλογο με τον εαυτό μας· αυτό που τελικά συνιστά το πανάρχαιο και σοφό ρητό «ενώπιος ενωπίω»; Σίγουρα δεν είναι δυνατόν. Κι ετούτο άνετα μπορεί κανείς να το διαπιστώσει στο Θάψτε τους νεκρούς του Ίρβιν Σόου. Μπορεί, όμως, όπως παραπάνω επισήμανα, να το δει στην ποίηση και την πεζογραφία, στη λογοτεχνία εν γένει. Δυό τρία παραδείγματα είναι νομίζω αρκετά για να τεκμηριώσω την άποψή μου, που σε αντιπαραβολή με αποσπάσματα από το Θάψτε τους νεκρούς – ελπίζω αυτό να αναδειχθεί στην παράσταση των Αστέγων – θα κατανοήσουμε γιατί πόλεμος και θάνατος, τόσο στο θέατρο όσο και στη λογοτεχνία, βρίσκονται θα ‘λεγα σε συγχρονία. «Πετάτε τους νεκρούς είπ’ ο Ηράκλειτος κι είδε τον ουρανό να / χλωμιάζει / Κι είδε στη λάσπη δύο μικρά κυκλάμινα να φιλιούνται / Κι έπεσε να φιλήσει κι αυτός το πεθαμένο σώμα του μες στο / φιλόξενο χώμα» γράφει ο Νίκος Γκάτσος στην Αμοργό. «Όχι, τους λέει, ο θάνατος / ονείρου ρόζος είναι / και παξιμάδι ανάμειχτο με / γάλα και φωτιά» γράφει στο ποίημά του Θανάτου δέντρο (από την ποιητική συλλογή Αχαιών Ακτή) ο Κύπριος ποιητής Κυριάκος Χαραλαμπίδης. «Τώρα ο Χάρος περνοδιαβαίνει πάνω από τ’ αντισκηνένιο μου το ταβάνι, το δρασκελίζει. Θαρρείς πως δεν καταδέχεται ένα άνθρωπο που είναι περισσότερο έντομο και διπλώνεται σαν φοβισμένη σαρανταποδαρούσα μέσα στο χώμα. Δεν ξέρω κιόλας. Μπορεί να παίρνει το γιατάκι μου για ένα τάφο που γέμισε πια. Έτσι τώρα τον περιμένω σχεδόν ήρεμα […] – Δεν κάνεις πολύ φρόνιμα, λέει με τρυφερή ειρωνεία, ν’ αφήνεις τα χουζούρια και τις βολές σου και να “εκτίθεσαι” έτσι εδώ πέρα μαζί μου… - Φοβάσαι μη μ’ εύρει και μένα εδώ, όταν Α υ τ ό ς θα έρθει; […] Σιγά – σιγά μια βουβή τρομάρα σού διαπερνά την καρδιά, κρύα βελόνα ακουμπά τη μύτη της πάνω στα κόκαλα του σκελετού, που ριγούν. Μέσα σ’ αυτό το υπόγειο του θανάτου σαλεύεις όπως μέσα σε βραχνά. Έχεις τα μάτια σφιχτοδεμένα με το μαύρο τυφλοπάνι του σκοταδιού. Είσαι μια τραγική τυφλόμυγα που ψάχνει στα στραβά. Να πιάσει το Χάρο;» γράφει ο Στράτης Μυριβήλης στη Ζωή εν τάφω
Έχω τη γνώμη πως το Θάψτε τους νεκρούς του Ίρβιν Σόου, πέραν του αντιπολεμικού μηνύματος που κομίζει, δείχνει και κάτι άλλο, τη θεολογική παράμετρο περί θανάτου: «κατεπόθη ο θάνατος εις νείκος» (Απόστολος Παύλος και Άγγελος Σικελιανός), δηλαδή, ο θάνατος αποκαλύπτει όχι το νόημα του θανάτου αλλά το νόημα της ζωής. Αναμένω με ενδιαφέρον την παράσταση, των πάντα δραστήριων Αστέγων…

Πέμπτη 3 Ιανουαρίου 2019

Μάρκος Μέσκος (1935 – 2019)· ένα ανοιχτό βιβλίο ποίησης και πεζογραφίας

ΤΟ ΧΙΟΝΙ

«Φαρμακωμένα τα γηρατειά ψέματα λένε

Δεν άνοιγαν τα χείλη του πώς να μιλήσει
σαν κάτι μεταξύ ζωής και θανάτου –

κοσκίνιζε το χιόνι ο ουρανός
χειμώνα καιρό δίσεκτα χρόνια
το φόρτωνε στα μονοπάτια της σιωπής

τώρα λευκά τα ρόδα τ’ ουρανού στο χώμα
κάτω από το πέλμα της περαστικής ζωής
εκεί που ο νεκρός ασάλευτος
ετοίμαζε τα λευκά του δώρα εξισωμένος
στον Βοριά στον Νοτιά στην κόκκινη Δύση
και στα προνόμια της άπιστης Ανατολής».

(Θεσσαλονίκη, 28-31.1.2017).



ΣΧΟΛΙΟ: Έχω τη γνώμη ότι η ποίηση είναι το αλφάβητο για κάθε άνθρωπο, ακόμη και τον αγράμματο. Θλιβερή, πράγματι, η είδηση του θανάτου του Μάρκου Μέσκου, «τελευταίου μεταπολεμικού ποιητή». Ολόκληρο το ποιητικό και πεζογραφικό έργο του - προσωπική εκτίμηση είναι αυτή - αποτελεί μεγάλο, ζωντανό μάθημα. Διαβάζοντάς το και φυλλομετρώντας το πολλές φορές, νιώθω εκείνο το «πλούσιο απόθεμα αγάπης για το πάτριο φυσικό και κοινωνικό χώρο» στο οποίο έζησε ο Μάρκος Μέσκος. 

Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2019

H «από μέσα αίσθηση του κόσμου»

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Από ποθεινούς δασκάλους παραλάβαμε την υποθήκη να μελετάμε την αλλαγή του χρόνου βάσει της παράδοσής μας, παράδοση ζωντανή και «πλέρια» όπως γράφει ο Ζήσιμος Λορεντζάτος στις Ρωμιές του. Ο χρόνος δεν μπορεί να νοηθεί ανεξάρτητα από τον κόσμο, αλλά πάντοτε μαζί με τον κόσμο. Αξίζει, εδώ, να ανατρέξει κανείς στην Εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου για να διαπιστώσει πως ο χρόνος δημιουργήθηκε «συμφυής» με τον κόσμο. Πιστός σ’ αυτήν τη διδασκαλία είναι ο κυρ Φώτης Κόντογλου, ο οποίος στο γνωστό έργο του Ευλογημένο Καταφύγιο γράφει πως «ο καιρός άρχισε με τη δημιουργία του κόσμου». Εξού και κύριο μέλημα του ανθρώπου είναι να υπερβεί τον παρόντα κόσμο, τον κόσμο της φθοράς. Το λέγει ξεκάθαρα αυτό ο Κόντογλου: «γιατί ο χριστιανός πιστεύει πως με το Χριστό καταργήθηκε η φθορά, και δεν φοβάται το δόντι του καιρού που τα τρώγει όλα». Ετούτη η διαπίστωση, εκτός από τον Μέγα Βασίλειο, θυμίζει και τον άγιο Γρηγόριο Θεολόγο, που κι αυτός διδάσκει πως ο παρών κόσμος έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα και το ρέον αυτού (του κόσμου) γίνεται το μέσο με το οποίο ο άνθρωπος κατακτά την εν Χριστώ ζωή, επιτυγχάνοντας την κοινωνία του με το Θεό. Κυρ Φώτης Κόντογλου και Πατέρες της Εκκλησίας, ποθεινοί δάσκαλοι, για την «από μέσα αίσθηση του κόσμου»




ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ. (2009). «Ο χρόνος: Ο φθονερός γέρων», στο: Ευλογημένο Καταφύγιο, προλεγόμενα Π. Β. Πάσχου. Αθήνα: Άγκυρα, σσ. 238-243.