Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παραβολές του Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Παραβολές του Χριστού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025

Ολοκλήρωση Θερινoύ Επιμορφωτικού Σεμιναρίου Θεολόγων Εκπαιδευτικών της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ


Ολοκληρώθηκε για τέταρτη χρονιά το θερινό επιμορφωτικό σεμινάριο το οποίο πραγματοποιήθηκε από 25 έως 29 Ιουλίου 2025, στο Πνευματικό Κέντρο του Ι. Ναού Αγίου Αποστόλου του Νέου, στον Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου. Το σεμινάριο διοργανώθηκε από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου σε συνεργασία με την Ι. Μητρόπολη Δημητριάδος και συμμετείχαν σε αυτό είκοσι (20) θεολόγοι εκπαιδευτικοί από όλη την Ελλάδα.
Το θέμα του σεμιναρίου ήταν: «Οι Παραβολές του Ιησού: Αξιοποιώντας σύγχρονα ερμηνευτικά εργαλεία».
Το επιμορφωτικό σεμινάριο είχε θεολογικό και διδακτικό χαρακτήρα. Στο πρώτο μέρος του σεμιναρίου, η Καθηγήτρια κα Αικατερίνη Τσαλαμπούνη έκανε μια εκτενή εισαγωγή στον τρόπο που προσεγγίζουμε τις παραβολές του Ιησού αξιοποιώντας σύγχρονα ερμηνευτικά εργαλεία (όπως, για παράδειγμα, της αφηγηματολογίας και των θεωριών για τη μεταφορά και τη διακειμενικότητα) αλλά και παλαιότερες ερμηνείες. Στη συνέχεια, παρουσίασε παραδείγματα παραβολών δίνοντας έμφαση στο παράδοξο της Βασιλείας του Θεού που περιγράφουν οι παραβολές. Οι εκπαιδευόμενοι διατύπωσαν ερωτήσεις σε ομάδες εργασίας και με την συμβολή της κας Τσαλαμπούνη διερεύνησαν τις προκλήσεις που θέτει το ανοικτό συνήθως τέλος των παραβολών καθώς και τη σημασία που μπορεί να έχουν αυτές για τους σημερινούς αναγνώστες και κυρίως για τους μαθητές του σχολείου. Στο δεύτερο μέρος δόθηκε η δυνατότητα να διατυπωθούν διδακτικές και παιδαγωγικές προτάσεις με βάση τα θεολογικά συμπεράσματα που προέκυψαν από την σύγχρονη ερμηνευτική ματιά των παραβολών του Ιησού. Για το λόγο αυτό, αξιοποιήθηκε ποικιλία ενεργητικών και βιωματικών διδακτικών τεχνικών που εμπλούτισε την εκπαιδευτική διαδικασία. Την τελευταία μέρα του σεμιναρίου, οι συμμετέχοντες δούλεψαν σε ομάδες και παρουσίασαν μικροδιδασκαλίες στις οποίες εφάρμοσαν τα όσα διδάχτηκαν τόσο ως προς την ερμηνευτική όσο και ως προς τη διδακτική προσέγγιση των παραβολών.
Εκπαιδευτές του σεμιναρίου ήταν η Καθηγήτρια της Καινής Διαθήκης του Α.Π.Θ. Αικατερίνη Τσαλαμπούνη, και οι: Απόστολος Μπάρλος, Βάσω Γώγου και Χρήστος Φραδέλλος, μέλη της Επιμορφωτικής Ομάδας της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.
Η ιδιαιτερότητα των θερινών επιμορφωτικών σεμιναρίων της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών συνίσταται και στο γεγονός ότι οι εκπαιδευτικοί που συμμετέχουν από όλη την Ελλάδα φιλοξενούνται στο Γκλαβάνειο, ένα ανακαινισμένο αρχοντικό των μέσων του 18ου αιώνα. Η συνοίκηση των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών δημιουργεί τις προϋποθέσεις εκείνες, ώστε να αποτελέσουν ένα σύνολο - ομάδα, η συνοχή του οποίου φανερώνεται σε όλη τη διάρκεια των εργασιών του σεμιναρίου και βέβαια καθορίζει αποφασιστικά την επιτυχία του όλου εγχειρήματος.
Στην έναρξη του σεμιναρίου απηύθυνε προς στους συμμετέχοντες χαιρετισμό ο Διευθυντής της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου Δρ. Παντελής Καλαϊτζίδης και την Κυριακή 29 Ιουλίου, στην απογευματινή συνεδρία του σεμιναρίου, παρευρέθηκε και ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο οποίος συνομίλησε με τους θεολόγους εκπαιδευτικούς και, προσφέροντας ως δώρο την Καινή Διαθήκη και το βιβλίο «Το μήνυμα του Θεού για Σένα, Εικονογραφημένες Βιβλικές ιστορίες για νέους», ευχήθηκε σε όλους καλή δύναμη στο διδακτικό τους έργο.


Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2025

Ο «κλειστός» και ο «ελεύθερος» άνθρωπος

Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου


Την Κυριακή θ’ ακούσουμε στην Εκκλησία την παραβολή του «Τελώνη και Φαρισαίου» (Λκ. ιη΄ 10-14). Είναι γνωστή σε όλους μας. Μ’ αυτήν ανοίγει το Τριώδιο και μας προετοιμάζει η Εκκλησία σιγά-σιγά για τον πνευματικό αγώνα της Μ. Σαρακοστής. Το Ευαγγέλιο καταλήγει με την εξής φράση: «Καθένας που υψώνει τον εαυτό του θα ταπεινωθεί και καθένας που τον ταπεινώνει θα υψωθεί». Αυτός είναι ένας σημαντικός πνευματικός λόγος που χρειάζεται να τον βάλουμε μέσα στην καρδιά μας.
Τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Όποιος πιστεύει στη δύναμή του και στην αυτάρκειά του και, μάλιστα, προσπαθεί να αυτό-δικαιωθεί με τα έργα του, στο τέλος, θα ταπεινωθεί. Αντιθέτως, εκείνος που συνειδητοποιεί την ανεπάρκειά του και μετανοεί, η χάρις του Θεού θα τον δικαιώσει. Αυτό είναι που ορίζει τη ζωή μας σε όλα τα επίπεδα. Αν αυτό το κατανοήσουμε, τα πράγματα γίνονται πολύ απλά.
Η πλάνη και το πρόβλημα του Φαρισαίου ήταν ότι «επένδυε» στον εαυτό του και στη δική του προσπάθεια. Το Θεό Τον είχε απλώς να τον επιβραβεύει. Δηλαδή, δεν ήταν ο «πλούτος» του και η χαρά του η σχέση με το Θεό, αλλά ο εαυτός του. Έτσι, αυτό του δημιούργησε την αίσθηση ότι θα δικαιωθεί με τα έργα του και όχι με το έλεος του Θεού. Όμως, σταδιακά, αυτό το ήθος της αυτο-δικαίωσης «γεννά» την σκληροκαρδία, γιατί ο άνθρωπος είναι στηριγμένος στον εαυτό του και «κλείνεται» σ’ αυτόν. Στη συνέχεια, αυτή η σκληροκαρδία «γεννά» την περιφρόνηση προς τους άλλους. Δηλαδή, οδηγεί στην κατάκριση.
Ακούμε να λέει ο Φαρισαίος: «Δεν είμαι όπως οι άλλοι άνθρωποι, ούτε όπως αυτός εδώ ο τελώνης». Αυτό μας δείχνει πως όταν δεν δικαιώνεσαι απ’ την αίσθηση της χάριτος του Θεού, τότε, αυτό που σου μένει είναι η προσπάθεια ν’ αποδείξεις στον εαυτό σου πόσο σωστός είσαι, πόσο τα κατάφερες, πόσο τήρησες το νόμο και πως οι άλλοι δεν σου μοιάζουν. Αυτό είναι ένα σύμπτωμα που αποκαλύπτει την απουσία της ζωής και την άγνοια του πραγματικού περιεχομένου της πνευματικής ζωής, που δεν είναι ο εαυτός μας και τα έργα μας, αλλά ο ίδιος ο Θεός.
Μη ξεχνάμε ότι στην πνευματική ζωή δεν ασκούμαστε για να επιβραβευθούμε, αλλά για να «γκρεμιστεί» το «τείχος» που κλείνει τον εαυτό μας και δεν μας αφήνει να «γευόμαστε» την αγάπη του Θεού. Αυτή ακριβώς η στάση του Φαρισαίου καθιστά τον άνθρωπο «ανάπηρο» πνευματικά. Δεν μπορεί να σχετιστεί με κανέναν άνθρωπο, παρά μόνο με τον εαυτό του. Μάλιστα, σχετίζεται όχι με τον πραγματικό του εαυτό, αλλά με τη φαντασίωση του εαυτού του, που έχει δημιουργήσει για να καλύψει τα κενά του. Αυτή είναι η κατάσταση και η πλάνη του Φαρισαίου. Στηρίζει τη σωτηρία του όχι στο Θεό, αλλά στις αρετές του.
Στην αντίπερα όχθη, υπάρχει ο τελώνης. Η παρουσία του μας αποκαλύπτει τι σημαίνει «άνοιγμα προς το Θεό» και «ανοιχτή ψυχή». Ποια είναι η «ανοιχτή ψυχή»; Η «συντετριμμένη ψυχή». Ο τελώνης δεν τολμούσε να σηκώσει το βλέμμα του στον ουρανό, συνειδητοποιώντας την αποτυχία του. Ο τελώνης τι ήταν; Ένας φοροεισπράκτορας. Δηλαδή, ένας εκμεταλλευτής των ανθρώπων της εποχής εκείνης. Όμως, κατάφερε και έφτασε στην αίσθηση της «χρεωκοπίας» του. Γνώρισε την πραγματικότητά του. Όπως λέει ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος: «Αυτός που βλέπει τις αμαρτίες του, είναι ανώτερος απ’ αυτόν που βλέπει αγγέλους». Ο τελώνης δεν τολμούσε να κρίνει κανέναν. Πώς να το κάνει, άλλωστε, αυτό;
Εδώ, όμως, χρειάζεται να προσέξουμε κάτι πολύ σημαντικό: Άλλο συντρίβομαι, πονάω για την αμαρτία μου και αγωνίζομαι ν’ απομακρυνθώ απ’ αυτή, και άλλο είναι να κάνω ό,τι να ‘ναι, να ζω στην αμαρτία και να λέω προς το Θεό: «Έτσι είμαι Θεέ μου. Τι να κάνουμε; Λυπήσου με». Αυτό είναι μια ψευδαίσθηση και μια «νομιμοποίηση» της αμαρτίας μέσα μας. Χρειάζεται, επομένως, να διακρίνουμε τα πράγματα. Αυτό που ορίζει ως αληθινή τη μετάνοια και τη συντριβή του τελώνη, είναι ο πόνος του, η συναίσθηση της κατάστασής του και ο μεγάλος αγώνας που κάνει, ώστε να ξεπεράσει το πάθος του και την αδυναμία του.
Ας σκεφτούμε κάτι απλό: Πώς θα μας φαινόταν, άραγε, αν ο τελώνης συνέχιζε την εκμετάλλευση των ανθρώπων και πήγαινε και κλαιγόταν στο Θεό; Εμείς σήμερα, συνήθως, ή είμαστε σε μια κατάσταση «φαρισαϊσμού» ή σ’ αυτή την κατάσταση «ψευδό-μετάνοιας», όπου υποκρινόμαστε τους «τελώνες» και τους «συντετριμμένους». Αυτό, όμως, που ορίζει την εσωτερική μας αλήθεια, είναι κατά πόσο είμαστε τίμιοι με την καρδιά μας, πού είναι προσανατολισμένη και τι αγώνα κάνουμε για να βγούμε απ’ αυτή την κατάσταση. Να σεβαστούμε, δηλαδή, όχι τις ψυχολογικές μας ανάγκες, αλλά τη βαθιά υπαρξιακή μας ανάγκη: Ποιος είναι ο λόγος που ζούμε.
Αυτό έχει κι άλλες παράπλευρες καταστάσεις. Άνθρωπος ο οποίος ζει μέσα στον «φαρισαϊσμό» της αυτό-δικαίωσής του, όπως είπαμε, κρίνει τους πάντες και τα πάντα. Είναι μια «τοξική» παρουσία, ένας «αρνητικός» άνθρωπος που δεν μπορεί να συνεννοηθεί με κανέναν. Πώς να συμβεί αυτό, όταν είναι στον «θρόνο» του; Πώς να καταλάβει σε τι κατάσταση βρίσκονται οι συνάνθρωποί του; Αυτός ζει στο δικό του «συννεφάκι». Απ’ την άλλη, ο ταπεινός και συντετριμμένος είναι αυτός που μπορεί να συνυπάρχει. Είναι ο ευαίσθητος υπαρξιακά άνθρωπος, που συναισθανόμενος την πτώση σου, αλλά και τον «πλούτο» της αγάπης του Θεού, του «γεννιέται» ένα άλλο ήθος στη σχέση του με τους ανθρώπους. Το βασικότερο; Μπορεί να σχετιστεί με κάθε άνθρωπο. Γιατί; Γιατί είναι αληθινός. Ο «αληθινός» άνθρωπος είναι ο «μετανοών» άνθρωπος. Όταν είσαι αληθινός, έχεις άλλες αισθήσεις και κινείσαι αλλιώς. Αληθινός άνθρωπος είναι αυτός που αληθεύει η ύπαρξή του. Μπορεί και κατανοεί την αλήθεια του άλλου ανθρώπου και βρίσκει τρόπο να σχετιστεί μαζί του.
Το κεντρικό, λοιπόν, ερώτημα που προκύπτει μέσα απ’ την γνωστή παραβολή του «Τελώνη και Φαρισαίου», είναι ένα και απλό: «Ποιος απ’ τους δύο με τη στάση του απαντά στο οντολογικό ερώτημα: Πώς τελικά η ανθρώπινη ύπαρξη λυτρώνεται απ’ το θάνατο;». Η απάντηση είναι ο «Τελώνης», διότι η λύτρωση απ’ το θάνατο έρχεται μέσω της κοινωνίας και της σχέσης με το Θεό, αλλά και τον κάθε συνάνθρωπο.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2024

Ο πραγματικός πλουτισμός

Του ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΔΟΥΜΟΥΖΗ – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου


Στο Ευαγγέλιο της Κυριακής (Λκ. ιστ΄ 19-31) ο Κύριος αναφέρει την ιστορία του «πλούσιου και φτωχού Λαζάρου». Την γνωρίζουμε όλοι. Κάποια στιγμή έφυγαν απ’ αυτόν τον κόσμο και οι δύο. Ο πλούσιος, όμως, βασανιζόταν και δεν μπορούσε ν’ απολαύσει τα «δώρα» και τον «πλούτο» της αγάπης του Θεού, ενώ ο φτωχός Λάζαρος απολάμβανε την ειρήνη και το έλεός Του.
Είναι γεγονός πως ο πλούσιος ζητούσε κάποια παρηγοριά, αλλά δεν μπορούσε να βρει αυτή τη δυνατότητα, γιατί υπήρχε μεγάλο χάσμα μεταξύ αυτού και του φτωχού Λαζάρου. Παρακάλεσε και ζήτησε, τουλάχιστον, να δοθεί η μαρτυρία - ενημέρωση στους οικείους του, οι οποίοι ζούσαν ακόμα, αυτής της καταστάσεως που βίωνε, ώστε ν’ αλλάξουν στάση ζωής. Λέει, όμως, ο Κύριος: «Εάν δεν ακούν τους προφήτες που τους μίλησαν, και το λόγο του Θεού, ούτε και αν αναστηθεί κάποιος και τους περιγράψει την κατάσταση, θα πεισθούν».
Χωρίς αμφιβολία, είναι ένας σκληρός λόγος. Για πολλούς ένας λόγος δυσβάστακτος, περίεργος και μυστικός. Δεν μπορούμε να τον κατανοήσουμε. Αξίζει να σταθούμε σε μερικά σημεία, για ν’ αντιληφθούμε τι θέλει να πει ο Κύριος. Αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι ο «φτωχός» έχει όνομα. Είναι ο Λάζαρος. Ο «πλούσιος» είναι ανώνυμος. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι αυτό που ορίζει τ’ όνομά μας, εξαρτάται απ’ το πού είναι στραμμένη η ελευθερία μας, πού είναι ο θησαυρός της καρδιάς μας και πού είναι στραμμένη η αγάπη μας.
Ο πλούσιος ήταν στραμμένος στα πράγματα. Δηλαδή, στην ικανοποίηση του εαυτού του. Ζούσε με μια ιδιοτέλεια και ήταν ανίκανος να οικοδομήσει σχέσεις. Γι’ αυτό, δεν είχε όνομα. Ο φτωχός Λάζαρος είχε όνομα, μιας και αναζητούσε βαθύτερα πράγματα. Μέσα απ’ την πτωχεία του ανέπτυσσε σχέσεις και με το Θεό και με τους ανθρώπους. Ουσιαστικά, όταν ο άνθρωπος είναι «κλεισμένος» στην ιδιοτέλειά του και στις επιθυμίες του, δεν «οικοδομεί» σχέσεις. «Σχέση» σημαίνει διάθεση να σηκώσω τον σταυρό μου. Σημαίνει δόσιμο. Δόσιμο όχι αυτού που μπορώ, αλλά αυτού που δεν μπορώ και με ξεπερνάει. Αυτού που έχει προσωπικό κόστος.
Εμείς οι χριστιανοί σήμερα ζούμε σε μια μακαριότητα της «αδράνειας» και της «αφασίας». Είμαστε τόσο μακάριοι όσο τα φυτά και είμαστε βολεμένοι σ’ αυτό. Δεν θέλουμε να εξελιχθούμε, δεν πιστεύουμε πως αυτό που αναφέρει η ιστορία έχει βαθύτερο νόημα. Η Εκκλησία σήμερα βρίσκεται σ’ αυτή την κατάσταση, διότι αδυνατεί να «γεννήσει» νέα ερωτήματα. Ένα ερώτημα όταν εκφράζεται αποκαλύπτει πόθο για νόημα και «δίψα» για ένα λόγο ύπαρξης.
Ταυτόχρονα, ο φτωχός Λάζαρος είχε πληγές. Ποιες ήταν οι πληγές; Οι οδύνες του ανθρώπου που αναζητεί το Θεό και που επιζητά τη φανέρωση της Βασιλείας των Ουρανών. Ο πλούσιος δεν ήταν αυτός που είχε χρήματα και ήταν βολεμένος, αλλά ήταν αυτός που δεν αναζητούσε το Θεό και έψαχνε κάπου να «κοιμίσει - νεκρώσει» αυτή την αναζήτηση. Έτσι, ήταν βολεμένος στα πράγματα. Είναι σαν αυτούς τους ανθρώπους της Εκκλησίας που λένε: «Όλα μια χαρά είναι». Δεν είναι, όμως, όλα μια χαρά, διότι δεν έχουμε το Θεό ακόμα, δεν μας αποκαλύφθηκε ο Θεός. Απλώς παίρνουμε τα «ναρκωτικά» μας ο καθένας, για να κοιμηθούμε και να ζήσουμε αυτή τη ψεύτικη μακαριότητα.
Οι άνθρωποι του Θεού είναι αυτοί που πέφτουν και σηκώνονται. Δεν μένουν στην πτώση, αλλά εξελίσσονται ακόμα και εκεί.Το τρομερό που δείχνει την πτωχεία μας και τον ψεύτικο «πλούτο» μας, είναι ότι δεν εξελισσόμαστε. Ο άνθρωπος που αναζητεί ζωντανή και αληθινή σχέση με το Θεό, συνεχώς εξελίσσεται. Δεν καθηλώνεται πνευματικά. Έχει διαρκείς «πνευματικές γεννήσεις» μέσα του. Περνάει απ’ τον πόνο, ζητώντας να γίνει ορατός ο Θεός στη ζωή του. Φεύγει ο Θεός και έρχεται. Αυτό μας «ενεργοποιεί». Ο πλούσιος της παραβολής δεν ψάχνει σχέση, αλλά ψάχνει την ικανοποίησή του και είναι ένας «νεκρός» άνθρωπος.
Αντιθέτως, ποιος είναι ο γεμάτος «πληγές» άνθρωπος; Είναι ο ανήσυχος άνθρωπος, που αναγνωρίζει την πτωχεία της απουσίας του Θεού και ζητεί το Θεό στη ζωή του. Ο Θεός δίνει και επιτρέπει πράγματα. Μια ζωντανή σχέση έχει τα σκότη της, αλλά έχει και το φως. Αυτή η διαδικασία είναι που μας αναπτύσσει, γιατί ζητούμε το φως διαρκώς. Η πνευματική ζωή είναι ένα διαρκές «κυνηγητό» του Θεού. Υπάρχει ένα φοβερό περιστατικό στο βίο του Αγίου Σιλουανού: «Παρακαλούσε τον Χριστό να του φανερωθεί. Πέρασαν μήνες και μήνες με τέτοια προσευχή και οι δυνάμεις της ψυχής του εξαντλήθηκαν. Έφθασε μέχρι την απόγνωση και φώναξε: «Είσαι αδυσώπητος (δεν έχεις έλεος)».
Σήμερα οι χριστιανοί, κατά κύριο λόγο, «πλουτίζουμε» απ’ τις φαντασιώσεις μας, απ’ τις προσδοκίες να περάσουμε μια ευχάριστη και ήσυχη ζωή και να είμαστε μια χαρά. Αυτό που λέει ο Κύριος είναι κάτι άλλο. Βλέπουμε τον πλούσιο. Ζούσε σ’ αυτή την κατάσταση και δεν μπορούσε να αναπτύξει σχέσεις με κανέναν. Γιατί; Διότι μόνο ο πονεμένος άνθρωπος μπορεί να κάνει σχέσεις. Αυτός, δηλαδή, που δεν ησυχάζει αν δεν βρει το Θεό. Αυτός που συνεχώς χάνει το Θεό και αναζητεί το Θεό. Αυτή η εμπειρία του Θεού τον καθιστά πρόσωπο και μπορεί να σχετίζεται με κάθε άνθρωπο.
Αυτός, επομένως, είναι ο πραγματικός πλουτισμός και η πραγματική πτωχεία. Όταν είσαι τέτοιος άνθρωπος, που παλεύεις με τον εαυτό σου και με το Θεό, γίνεσαι μια λεπτή και ευαίσθητη ύπαρξη. Μπορείς και αντιλαμβάνεσαι βαθιά πράγματα και συμπονάς κάθε άνθρωπο. Γίνεσαι ένας άνθρωπος «δοσίματος». Όταν είσαι άνθρωπος πραγματικά του Θεού, είναι αδύνατον να κρατήσεις πράγματα για σένα. Θέλεις μόνο να δίνεις. Ό,τι έχουμε είναι της χάριτος του Θεού.
Όμως, ας προσέξουμε το εξής: Η χάρις του Θεού δίδεται σ’ αυτούς που είναι «ανοικτοί» στη χάρη, που την ποθούν και την αναζητούν. Ποιος την αναζητεί; Ο πονεμένος άνθρωπος. Επαναλαμβάνουμε: Άλλος ο πόνος του εγωισμού, που δεν έγινε αυτό που ήθελα και πληγώνομαι, και άλλος ο πόνος της καθημερινής άσκησης να «μαλακώσει» ο εγωισμός μέσα μου.Το όλο ζητούμενο, λοιπόν, είναι να αποβάλουμε αυτόν τον εγωισμό και ν’ αφεθούμε σαν «μικρά παιδιά» στα χέρια του Θεού να μας πλάσει Αυτός όπως θέλει.

Κυριακή 12 Φεβρουαρίου 2023

Η σωτηρία του ασώτου υιού

«Η αγάπη είναι η αποκορύφωση της όλης πορείας του ασώτου που άρχισε, όπως είδαμε, από το φόβο μπροστά στην ελευθερία που επιδεινώθηκε με τον κίνδυνο να πεθάνει από την πείνα όταν “εγένετο λιμός ισχυρός”, για να καταλήξει στο δείπνο της αγάπης με το χορτασμό του από “τον μόσχον τον σιτευτόν”. Μιας πορείας που άρχισε από το φόβο για τη στέρηση τροφής ή για οποιαδήποτε άλλη στέρηση ως συνέπεια μιας αδέσμευτης ελευθερίας, της αποστασίας του, που όταν τη συνειδητοποίησε, μεταβλήθηκε ο φόβος του αυτός σε δέος, σε σεβασμό, σ’ ευσέβεια, για να καταλήξει σε αγάπη[1] όταν ο φιλεύσπλαχνος πατέρας του “δραμών επέπεσεν επί τον τράχηλον αυτού”[2]. Έτσι που η αγάπη να απωθήσει τελικά το φόβο, σύμφωνα με τα λόγια του Ευαγγελιστή της αγάπης: “Η τελεία αγάπη έξω βάλλει τον φόβον”[3]».


ΜΙΧ. Κ. ΜΑΚΡΑΚΗΣ. (1992). Η ψυχολογία του ασώτου. Τα τρία στάδια της υπαρξιακής πορείας του. Θρησκειοψυχολογική ανάλυση με βάση «τα στάδια του δρόμου της ζωής» στον υπαρξισμό του Κίρκεγκωρ και με σύντομη αναφορά στον Ντοστογιέφσκι. Αθήνα: Αρμός, σσ. 48-49.

[1] Σε αναφορά με τον R. Otto στον οποίο οφείλουμε (στο βιβλίο Das Heilige) την περιγραφή και την ανάλυση των θρησκευτικών συναισθημάτων του δέους στις περισσότερες αποχρώσεις, ο Werner Gruehn παρατηρεί ότι «τα συναισθήματα του φόβου κατέχουσι μόνον τας κατωτάτας βαθμίδας της ευσεβείας και ότι εν αυταίς κέκτηνται σπουδαιότητά τινα δι’ αυτήν» (W. Gruehn, Η Ψυχολογία της Θρησκείας, μτφρ Β. Κ. Έξαρχου, μετά ειδικού Προλόγου του συγγραφέως και διεθνούς βιβλιογραφίας μέχρι του 1937, Αθήνα 1938, σ. 143). Στο σημείο αυτό παρεμβάλλει ο Gruehn το γραφικό χωρίο από την Α΄ Ιωάν. σ΄ 18: «Η τέλια αγάπη έξω βάλλει τον φόβον». Ο φόβος στις ανώτερες βαθμίδες εμφανίζεται μονάχα ως σεβασμός ή ευλάβεια, ώστε με τέτοια έννοια ν’ αποτελέσει μάλιστα και ουσιαστικό στοιχείο της θρησκείας. Εδώ ακριβώς αναφέρει ο Gruehn τα λόγια του Λουθήρου: «Οφείλομεν να φοβώμεθα και να αγαπώμεν τον Θεόν».
[2] Λουκ. ιε΄ 20.
[3] Α΄ Ιωάν. δ΄ 18.

Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Για την Παραβολή της Τελικής Κρίσης

«Ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στο κατηχητικό της πόλης μας, δέσποζε ένας ροδαλός, ξανθός και κοκκινογένης αρχιμανδρίτης. Μολονότι είχε ευφράδεια κι έκανε πύρινα κηρύγματα, δεν μπόρεσα εξ αρχής να τον συμπαθήσω. Το ένστικτό μου δεν έπεσε έξω. Μια μέρα, κι ενώ γύρω μου ήταν κι άλλοι, με πιάνει και με ρωτάει καταιγιστικά: “Αδυνατούλης είσαι, ε, πολύ αδυνατούλης, γιατί αυτό; Πες μου, τρώτε κρέας στο σπίτι;” Εγώ κοκκίνισα και δε μιλούσα. “Θα μου πεις… Εγώ είμαι παπούλης”, μου ξαναείπε, μάλλον με ύφος απειλητικό, που δε σήκωνε άλλο. Κι έτσι του απάντησα πως έτρωγα απ’ όλα. Κάνοντας να φύγω αμέσως, δεν κατάλαβα πως έπεσα πάνω του, αφού έπιανε για καλά την πόρτα, είχε κάνει άλμα και την έπιασε πιο γρήγορα από μένα! Θέλησε κάτι να μου πει επιπρόσθετα, ευτυχώς χωρίς παρουσία άλλων. “Πρόσεξε, παιδί μου, μήπως είναι καμμιά αμαρτία στη μέση;” Του είπα αμέσως “όχι”, κι έφυγα σα να με είχε δαγκάσει σκυλί.
Όλα του τα κηρύγματα ήταν χειμαρρώδη, πύρινα κι εντυπωσιακά. Όμως δε μου άρεσαν καθόλου. Θυμάμαι ένα κήρυγμά του για τη μέλλουσα κρίση. Η διήγηση αυτή - που για μένα είναι παραβολή - παρ’ όλο το δραματικό και φοβερό χαρακτήρα, ήταν κάτι το πολύτιμο. Με ενδιαφέρον κι αγωνία περίμενα ν’ ακούσω τι θα έλεγε. Είπε αμέσως πως ο Κύριος της δόξης θα βάλει δεξιά τους πιστούς κι αριστερά τους αμαρτωλούς, λέγοντας στους μεν και στους δε να δώσουν λόγο των πράξεών τους. Όμως δεν κατάλαβα πως λοξοδρόμησε αμέσως απ’ το νόημα της διήγησης (είχε μια τέτοια μαεστρία) κι άρχισε να μας λέει πως ο Χριστός θα κατακάψει όλους τους σαρκολάτρες κι ακόλαστους, πόρνους, μοιχούς κι οπαδούς του ελεύθερου έρωτα. Σα να έτριζε τα δόντια του και οι φλέβες του φούσκωναν, καθώς ο λαιμός του τεντωνόταν, λες και ήταν λαστιχένιος. Το πρόσωπό του κοκκίνιζε περισσότερο, κι είχα πιστέψει τότε πως τα γένια του θα έπαιρναν φωτιά.


Την ίδια μέρα το απόγευμα, πήρα να διαβάσω τη διήγηση για τη μέλλουσα κρίση, όπως είχα κάνει αμέτρητες φορές. Έπεσα σε βαθιά συλλογή. Πρόσεξα τη φορά αυτή πως η παραβολή κάνει λόγο για δικαίους και αδίκους. Συνάμα ξεχώρισα επιτέλους τι ήταν αυτό που με γοήτευε πάντα: ο Χριστός κάνει λόγο για μια αδελφότητα αγάπης, όπου οι άδικοι δεν είχαν κανένα μερίδιο, δε συμμετείχαν καν. Όλη η υπόθεση είναι το μοίρασμα του ψωμιού και της αγάπης. (Τότε δεν ήξερα πως η διήγηση αυτή στρεφόταν εναντίον των Φαρισαίων. Και ο αριστουργηματικά παραβολικός τόνος ξετυλίγει στα μάτια μας ένα ζωντανό και συγκλονιστικό δράμα). Είχα μείνει ικανοποιημένος απ' τα ευρήματά μου. Ήθελα όμως να τα πω και σε ένα λαμπρό μου φίλο συμμαθητή, άριστο σ' όλα και κατηχητόπουλο. Με αγωνία περίμενα τη γνώμη του. Σκέφτηκε πολλή ώρα μπερδεμένος και συγχυσμένος. Τελικά μου απάντησε πως ο πάτερ δεν ήταν νοητό να κάνει λάθος. Ίσως να μην ήταν αντίθετος με τις απόψεις μου, αλλά αυτές θα 'ταν μάλλον δευτερεύουσες. Έπρεπε πάντως να πω το πρόβλημα στον πνευματικό μου. Χωρίσαμε ψυχρά, κι ήμουν πικραμένος κι απογοητευμένος. Σωτηρία και πάλι βρήκα σ' ένα μακρινό περίπατο. Πάσχιζα να βάλω τις μπερδεμένες σκέψεις σε μια τάξη. Απορούσα λοιπόν με τους κατηχητές μου, και δεν καταλάβαινα τι εννοούσαν λέγοντας πως ο Θεός είναι αγάπη. Η ιδιότητα αυτή διώχνει κάθε άλλη αντίθετη. Φόβος και τιμωρία δε συμβιβάζονται με την αγάπη. Βέβαια, σκεφτόμουν, η Αγία Γραφή και τόσα άλλα ιερά κείμενα κάνουν λόγο για φόβο Θεού, για φοβερή όψη του Θεού και για τιμωρίες. Όμως όλα αυτά σωστά διατυπώνονται με τέτοιον τρόπο, επειδή έτσι τα βλέπει ο αλύτρωτος, ο φοβισμένος και ο ανέραστος άνθρωπος. Η αγάπη είναι ξέχειλη παντού. Κι όταν ο άνθρωπος μοιάζει με το Θεό, τότε ακριβώς νικάει - και οφείλει κατά τα ιερά κείμενα να το πράξει - όλα τα παραπάνω σκιάχτρα».


ΝΙΚΟΣ ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ. (1991). Γλυκόπικρες ρίζες. Θεσσαλονίκη: Βάνιας, σσ. 162-165.