Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρωπιστικές Σπουδές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ανθρωπιστικές Σπουδές. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2024

Καλή σχολική χρονιά. Αν και δεν τη βλέπω, ωστόσο ελπίζω

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Στο ΥΠΑΙΘΑ μας δουλεύουν «ψιλό γαζί». Από το νέο σχολικό έτος εισάγονται, λένε, αλλαγές. Τις διατυμπανίζουν λες και θα γίνει η… ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ!!! Και σαν μην έφτανε η προπαγάνδα τους, προϊστάμενοι διευθύνσεων εκπαίδευσης και σχολικοί σύμβουλοι, ετοιμάζονται, λένε και αυτοί, για τις επιμορφώσεις που θα κάνουν, διαδικτυακώς -η Webex ζει και βασιλεύει!!!- σε όλους τους εκπαιδευτικούς. Kαι με τι θεματολογία θα γίνουν αυτές οι «επιμορφώσεις»!!! Είναι να γελάει και ταυτόχρονα να κλαίει κανείς. Κατά πως έλεγε σε δύο στίχους του ο Μανώλης Ρασούλης, στο ωραίο τραγούδι που τραγουδούσε ο αλησμόνητος Νίκου Παπάζογλου: «Όλο ίδια και τα ίδια, / του μυαλού σου ροκανίδια». Μα, για όνομα του Θεού. Αυτό είναι το σχολείο που ονειρεύονται;
Ετούτες τις μέρες διαβάζω το λογοτέχνημα – αστυνομικό μυθιστόρημα του Πέτρου Μάρκαρη. Μόλις κυκλοφόρησε: Η βία της αποτυχίας Δύο δολοφονίες, η πρώτη ενός πανεπιστημιακού καθηγητή της ΑΣΟΕ (ονόματι Θεμιστοκλής Ροδάκης), που διδάσκει Μαθηματικά για Οικονομολόγους, και η δεύτερη ενός γραμματέα της μέσης εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας, στον οποίο ανατέθηκαν αλλαγές που αφορούσαν μαθήματα στο Λύκειο, με καυστικό τρόπο φέρνουν στο προσκήνιο όλα τα στρεβλά κι ανάποδα που συμβαίνουν για πάνω από τρεις δεκαετίες στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Αντιγράφω τρεις ανακοινώσεις των υποτιθέμενων δολοφόνων των δύο παραπάνω προσώπων του βιβλίου. Ο δεύτερος μάλιστα (ονόματι Στέφανος Ρόκκος) άδικα δολοφονήθηκε, αφού ήταν αντίθετος με τις αλλαγές· τις φορτώθηκε όμως σαν καλός «πολλαπλασιαστής» που ήταν. Ο κύριος ήρωας του βιβλίου, ο γνωστός διευθυντής Ασφάλειας Αττικής Κώστας Χαρίτος, στις καλύτερες, νομίζω, υποθέσεις του. Η λογοτεχνική μαστοριά του Πέτρου Μάρκαρη, ομολογουμένως, καθηλώνει τον αναγνώστη. Και, βέβαια, έχει πολλούς αποδέκτες. Όχι μόνο φίλους της λογοτεχνίας, αλλά και όλους εμάς που, ζούμε, αναπνέουμε και διδάσκουμε μαθητές και φοιτητές.

Ανακοίνωση 1η:
«Ποιος ενδιαφέρεται σήμερα για τη φιλοσοφία, τα γράμματα ή την ποίηση; Τα πάντα είναι στραμμένα γύρω από την τεχνολογία και τα μαθηματικά που απαιτεί η Οικονομία. Οι σημερινές βιβλιοθήκες βρίσκονται στο κινητό και το Google. Δεν θα αφήσουμε να μετατραπούν τα βιβλία των ανθρωπιστικών επιστημών σε αντίκες ούτε οι βιβλιοθήκες σε μουσεία. Πρέπει να σταματήσουμε αυτούς που καταργούν τη σοφία και βάζουν στη θέσης της το Google. Θα φέρουν καταστροφή. Εμείς κάναμε την αρχή» (σ. 52).

Ανακοίνωση 2η:
«Όσοι σπούδασαν φιλοσοφία, ξέρουν τη ρήση του Καρτέσιου “σκέπτομαι, άρα υπάρχω”. Στην Ελλάδα ανατρέψαμε αυτή τη ρήση και λέμε: “έχω καρέκλα, άρα υπάρχω”. Ο Στέφανος Ρόκκος ανήκε σ’ αυτούς που είχαν καρέκλα. Και αποφάσισε να αναμορφώσει τις σπουδές του λυκείου, ώστε να ανοίγουν στους μαθητές δρόμο για τις καρέκλες σε επιχειρήσεις και σε οργανισμούς. Η σκέψη δεν έχει σημασία, η καρέκλα μετράει. Θα παλέψουμε, όποιο και αν είναι το κόστος για εμάς» (σ. 97).

Ανακοίνωση 3η:
«Εμείς οι Έλληνες μάθαμε μια πικρή αλήθεια: κάθε αλλαγή φέρνει τα χειρότερα. Γι’ αυτό η πρώτη αντίδρασή μας σε κάθε καινούργιο νόμο είναι ο πανικός. Και γι’ αυτό στην Ελλάδα ισχύει πάντα το “κάθε πέρυσι και καλύτερα”. Οι μεταρρυθμίσεις στην παιδεία είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα. Τώρα, σχετικά με τους δολοφόνους, θα συνιστούσα στην αστυνομία να ψάξει ανάμεσα σε μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, που πηγαίνουν στα σχολεία για να ασκηθούν στη γνώση και ασκούνται στο μπούλινγκ. Δεν αποκλείεται, κάποιοι απ’ αυτούς να πέρασαν, με την είσοδό τους στα πανεπιστήμια, από την άσκηση του μπούλινγκ στην εφαρμογή και στην πράξη» (σσ. 110-111).

Το βιβλίο του Μάρκαρη, πίσω από τους φόνους και πίσω από τη λογοτεχνική περιγραφή της εσκεμένης, από το εκάστοτε Υπουργείο Παιδείας, υποβάθμισης των ανθρωπιστικών σπουδών, κάνει λόγο και για τη βία στα σχολεία. Ευχής έργο θα ήταν σε μια επιμόρφωση εκπαιδευτικών, βιβλία όπως του Μάρκαρη, να ήταν το κύριο θέμα της. Αλλά το σημερινό σχολείο και οι ιθύνοντες που το εποπτεύουν και το αξιολογούν, ενδιαφέρονται μόνο για επιφανειακά ζητήματα τα οποία σχετίζονται με τη λειτουργία του (απουσίες, ποινολόγια, κινητά τηλέφωνα, καταργήσεις σχολικών μονάδων, συγχωνεύσεις τμημάτων και πάει λέγοντας).
Καλή σχολική χρονιά. Αν και δεν τη βλέπω, ωστόσο ελπίζω.


Γεράσιμος Στέρης, Ελληνικό νησί. ΠΗΓΗ: paletaart – Χρώμα & Φως

Τρίτη 27 Αυγούστου 2024

Η βία της αποτυχίας

Η Αθήνα αλλάζει όψη κάτω από τις νέες οικονομικές συνθήκες και η βία εξαπλώνεται ανάμεσα στους νέους. Η δολοφονία ενός καθηγητή οικονομικών της ΑΣΟΕ μέσα στον χώρο του πανεπιστημίου φέρνει τον διευθυντή Ασφάλειας Αττικής Κώστα Χαρίτο και την αστυνόμο Αντιγόνη Φερλέκη αντιμέτωπους με μία από τις πιο δύσκολες υποθέσεις.
Οι φοιτητικές διαδηλώσεις και οι συγκρούσεις με την αστυνομία βοηθούν τους δράστες να καλύψουν τα ίχνη τους. Μια ανακοίνωση αποκαλύπτει τους λόγους, αλλά το κίνητρο είναι βαθύτερο. Η δολοφονία ενός γραμματέα μέσης εκπαίδευσης του υπουργείου Παιδείας που ακολουθεί και η σύνδεση των δύο φόνων περιπλέκει την έρευνα για την εξιχνίασή τους.
Οι κινήσεις του τμήματος Ανθρωποκτονιών δεν οδηγούν πουθενά. Μια απρόσμενη ανατροπή όμως θα ρίξει φως στην υπόθεση. Μια ανατροπή που ενισχύει τη συνέχεια του κύκλου της βίας· [Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου].
«Ένας από τους δέκα καλύτερους σύγχρονους αστυνομικούς συγγραφείς της Ευρώπης» (Brian Oliver, The Observer).


«Αυτός που μιλάει είναι ο νέος υπουργός Προστασίας του Πολίτη. Αναλαμβάνει σήμερα τα καθήκοντά του και μας κάλεσε για τη συνάντηση γνωριμίας. Οι συναντήσεις με τους υπουργούς είναι συνήθως μια πλύση εγκεφάλου, πάντα με το ίδιο νερό και με το ίδιο σαπούνι» (σ. 11).
«…Το πρόβλημα είναι ότι βρισκόμαστε στο μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. Αν αφήσεις όλους αυτούς, αναρχικούς και μπαχαλάκηδες, αδέσποτους, για να μην οξύνεις την κατάσταση, θα διαλύσουν τα πανεπιστήμια. Αν στείλεις την αστυνομία, όπως κάναμε χτες, ξυπνάς τα αντιεξουσιαστικά τους σύνδρομα και πιστεύουν ότι ανασταίνουν την αντίσταση και το Πολυτεχνείο. Άντε τώρα να τα εξηγήσεις όλα αυτά στον καινούργιο υπουργό, που νομίζει ότι η εμφάνιση της αστυνομίας είναι το μαγικό ραβδί, που διώχνει τη βία» (σ. 24).

«Στο τελευταίο βιβλίο του, "Η βία της αποτυχίας", που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κείμενα, ο Μάρκαρης βουτάει σε ακόμα βαθύτερα νερά, θίγοντας θέματα πολιτικά, αλλά και ζητήματα κοινωνικά και οικουμενικά. Ξεκινώντας από το θέμα της πανεπιστημιακής αστυνομίας και τις συγκρούσεις στα ακαδημαϊκά ιδρύματα, επεκτείνεται στο πρόβλημα του μπούλινγκ στα σχολεία και στη σύνδεσή του με τη βία στους δρόμους και στην ελληνική κοινωνία, αλλά και στην αλλαγή του εγχώριου εργασιακού τοπίου με την εγκατάσταση πολλών εταιρειών τεχνολογίας στην Ελλάδα. Παράλληλα, ασκεί κριτική στον τρόπο πολιτικής διαχείρισης και στην πραγματικότητα της κυβερνητικής ανάμειξης σε θέματα, όπως αυτά της ασφάλειας, αλλά και στις αγκυλώσεις που διαιωνίζονται στη δημόσια διοίκηση. Εκεί όμως που κάνει την κίνηση ματ είναι όταν επιλέγει να αναδείξει ένα θέμα που έχει περάσει κάτω από το ραντάρ της δημόσιας συζήτησης, αυτό της απαξίωσης των ανθρωπιστικών σπουδών τα τελευταία χρόνια και της υποχώρησής τους στις προτιμήσεις των υποψήφιων φοιτητών, οι οποίοι στρέφονται προς τις σπουδές οικονομικών και τεχνολογίας λόγω της αύξησης των θέσεων εργασίας σε επιχειρήσεις τεχνολογίας και επιστήμης των υπολογιστών»· [απόσπασμα: ΜΑΡΙΑ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. «Ανθρωπιστικές σπουδές μετά φόνων», στην: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ].

Σάββατο 17 Αυγούστου 2024

Η χαμένη τιμή των φιλολόγων

Γράφει ο ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ


Κάποτε, όχι και τόσο κάποτε εδώ που τα λέμε, οι φιλολογικές σχολές των ΑΕΙ υποδέχονταν τους καλύτερους. Για να σπουδάσεις φιλολογία έπρεπε να αποδείξεις ότι σου αρέσει το διάβασμα κι ότι μπορείς να χειριστείς τον πολύπλοκο μηχανισμό της υπέροχης μηχανής των αρχαίων ελληνικών. Οι περίφημες βάσεις εισαγωγής στις φιλολογικές σχολές ήσαν οι υψηλότερες. Στην Αθήνα, για παράδειγμα, ήταν υψηλότερη ακόμη κι από τη Νομική. Η δε Φιλολογία του Αριστοτελείου αντιμετωπιζόταν όπως η Μεγάλη του Γένους Σχολή. Φέτος, για την εισαγωγή στη Φιλολογία του Αριστοτελείου απαιτούνταν λιγότερα μόρια κι από τις θεατρικές σπουδές. Δεν είναι να απορείς κατόπιν τούτου που διάφοροι θεατρολόγοι θεωρούν πως ο Αισχύλος υπερασπιζόταν τον αγώνα των Παλαιστινίων. Απλώς κανείς δεν τους έμαθε να διαβάζουν. Όπως δεν είναι να απορεί κανείς που οι Ελληνες μαθητές αποτυγχάνουν στην κατανόηση κειμένου. Οι χαμηλές βάσεις εισαγωγής στις φιλολογικές σχολές δίνουν και το μέτρο της εκτίμησης με την οποία αντιμετωπίζει το σχολείο την ανάγνωση, την ελληνική γραμματεία, τη γλώσσα. Διότι όλα ξεκινούν από τη μέση εκπαίδευση. Στην πρώτη εφηβεία θα κριθεί αν θα γίνεις αναγνώστης ή αν θα αντιμετωπίζεις την ανάγνωση ως μια ξεπερασμένη δραστηριότητα που την ασκούν μόνον όσοι δεν έχουν τι άλλο να κάνουν. Ο σημερινός κόσμος προσφέρει στον έφηβο όλες τις δυνατότητες να συμμετέχει ενεργά στην ηλεκτρονική οικουμένη. Το κενό που οφείλει να καλύψει το σχολείο είναι η σχέση του εφήβου με το πολιτισμικό μας κεφάλαιο.
Με τις ίδιες ελάχιστες απαιτήσεις αντιμετωπίζονται και όσοι θέλουν να σπουδάσουν αρχαιολογία. Κι εκεί οι βάσεις είναι χαμηλές. Κι αυτό σε μια χώρα που υποτίθεται ότι θέλει να προσελκύσει φοιτητές απ’ όλον τον κόσμο για να σπουδάσουν αρχαιολογία από «πρώτο χέρι». Αν εμείς οι ίδιοι κατεβάζουμε τον πήχυ των απαιτήσεων τόσο χαμηλά, πώς θα πείσουμε τους άλλους ότι αξίζει τον κόπο το αγώνισμα; Πόσες γενιές φιλολόγων έχουν κοπιάσει για να ρίξουν το επίπεδο της τέχνης τους; Πόση παπαγαλία έχει ξοδευτεί για να πεισθούν οι μαθητές ότι η τέχνη της ανάγνωσης είναι μια ανιαρή και άχρηστη δραστηριότητα; Δεν ισχυρίζομαι ότι το «κάποτε» ήταν καλύτερο από το τώρα. Το σπέρμα της σημερινής απαξίωσης βρίσκεται στον φορμαλισμό από τον οποίον έπασχαν πάντοτε οι εν Ελλάδι φιλολογικές σπουδές. Ομως, αντί να διορθώσουμε τις αγκυλώσεις του παρελθόντος, τις εντάξαμε στον κανόνα της «ήσσονος προσπαθείας» και των ελάχιστων απαιτήσεων για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο. Η πολιτεία δεν δείχνει να αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα του προβλήματος. Κι ότι εκεί διακυβεύεται η ύπαρξη της γλώσσας μας και κατά συνέπεια της εθνικής μας συνείδησης. Αν δεν υπάρχουν αναγνώστες ελληνικών, η γλώσσα μας θα πεθάνει από έλλειψη οξυγόνου.