Τετάρτη 28 Οκτωβρίου 2020

«Η απουσία, είναι ο Θεός»

«[…] Έξω από τον χώρο της αμοιβαίας ερωτικής σχέσης, «ο Θεός είναι η απουσία». Η θεολογία της εκκλησιαστικής εμπειρίας θα μπορούσε να δικαιώσει τον ορισμό του Sartre, που συνοψίζει την τραγική εμπειρική αναζήτηση του Θεού από τον δυτικό άνθρωπο, μετά τον “θάνατο του Θεού” των οντικών κατηγοριών: “Η απουσία, είναι ο Θεός”[1]– ναι, αλλά μια απουσία “προσωπική”, που θα πει, ένα εγγονός και μια εμπειρία βεβαιότητας για την ύπαρξη του Θεού. Μόνο μέσα στα όρια της προσωπικής σχέσης είναι δυνατή η εμπειρία της απουσίας· η απουσία είναι πάντοτε εμπειρία στέρησης μιας προσωπικής αμεσότητας, που προϋποθέτει την πραγματικότητα ή τη δυνατότητα της σχέσης. 
Αυτή η εμπειρική αίσθηση απώλειας της προσωπικής αμεσότητας, η οδύνη της προσωπικής απουσίας του Θεού, διαφαίνεται κάποτε στα κείμενα του Sartre[2], όπως και άλλων χαρακτηριστικών εκπροσώπων της σύγχρονης Δύσης, που αρνούνται να εξαντλήσουν την αλήθεια του Θεού στη διανοητική απλώς σύλληψη[3]. Κάποιες φορές, η επίγνωση της προσωπικής απουσίας μπορεί να φτάσει και στην αμεσότητα ενός ερωτικού γεγονότος. Γράφει ο Sartre: “Ας με κολάσει εκατό, χίλιες φορές, αρκεί να υπάρχει”[4]. Μόνο μια ερωτική στέρηση είναι δυνατό να αδιαφορεί για οποιοδήποτε τίμημα, προκειμένου να ανταλλάξει την οδύνη της απουσίας με τη βεβαιότητα και την αμεσότητα της προσωπικής παρουσίας […]».

[1] Βλέπεις αυτό το κενό πάνω από τα κεφάλια μας; Είναι ο Θεός. Βλέπεις αυτή τη σχισμή στην πόρτα; Είναι ο Θεός. Βλέπεις αυτή την τρύπα στη γη; Είναι πάλι ο Θεός. Η σιωπή, είναι ο Θεός. Η απουσία, είναι ο Θεός. Le Diable et le Bon Dieu, X, IV. 
[2] Περπατώ μέσα στη νύχτα σου: δος μου το χέρι. Πες: η νύχτα είσαι συ, ε; Η νύχτα, η σπαραχτική απουσία του σύμπαντος: Γιατί είσαι αυτός που είναι παρών μέσα στην παγκόσμια απουσία, αυτός που ακούγεται όταν είναι απόλυτη η σιγή, αυτός που τον βλέπουμε όταν δεν φαίνεται πια τίποτα. Le Diable et le Bon Dieu, VIII-IX, II. 
[3] Είναι, λοιπόν, τόσο οδυνηρά αδύνατο να συλλάβει κανείς το Θεό με τις αισθήσεις; Γιατί να κρύβεται σε μια ομίχλη από μισοειπωμένες υποσχέσεις και αόρατα θαύματα;… Θέλω γνώση, όχι πίστη, όχι υποθέσεις. Γνώση. Θέλω ο Θεός να μου απλώσει το χέρι του, να μου αποκαλυφθεί και να μου μιλήσει… Ingmar Bergman, Η έβδομη σφραγίδα – Σενάριο, ελληνική έκδοση «Γαλαξίας» αρ. 14, σσ. 110-111. 
[4] Le Diable et le Bon Dieu, X, IV. – Βλ. Χρήστου Γιανναρά, «Η θεολογία της κόλασης», στο βιβλίο: Η κρίση της προφητείας, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1981, σσ. 153κ.ε. 


ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (41987). Το Πρόσωπο και ο Έρως. Αθήνα: Δόμος, σσ. 101-102.

Παρασκευή 23 Οκτωβρίου 2020

Πέμπτη 22 Οκτωβρίου 2020

Η οδός των πρώτων χριστιανών

«Στην αναζήτησή μου αυτή περιπλανήθηκα σε αχαρτογράφητα νερά. Πολύ συχνά αισθάνθηκαν την ανάγκη να διερευνήσω παράλληλα φαινόμενα που δεν είχαν σχέση με τον χριστιανισμό και που, οδήγησαν σε αρκετά παλαιότερες εποχές. Ορισμένες φορές χάθηκα σε αδιέξοδα και παραδρόμους. Άλλες πάλι υποχρεώθηκαν να επανέρχομαι στις ίδιες ιστορίες για να φωτίσω διαφορετικές διαδρομές. Σε κάθε βήμα ανακάλυπτα νέες ομάδες και νέες ενδιαφέρουσες διασυνδέσεις. Αποφάσισα έτσι να κάνω μια παύση. ’Έτσι κι αλλιώς, τα συμπεράσματα ήταν παρόμοια. Το φαινόμενο που εξετάζω ήταν πάντοτε πρωτίστως θρησκευτικό».


ΔΗΜΗΤΡΗΣ Ι. ΚΥΡΤΑΤΑΣ. (2020). Η οδός και τα βήματα των πρώτων χριστιανών. Αθήνα: Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, σ. 246.

Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2020

Εποχή κορονοϊού

«[…] Η κατάσταση εξαίρεσης δεν είναι μια μορφή ειδικού δικαίου (όπως το δίκαιο πολέμου), αλλά, όπως η αναστολή της ίδιας της έννομης τάξης, προσδιορίζει το κατώφλι της ή, αλλιώς, την οριακή της έννοια. 
[…] Ως μορφή λοιπόν της ανάγκης, η κατάσταση εξαίρεσης εμφανίζεται – πλάι στην επανάσταση και στην εκ των πραγμάτων εγκαθίδρυση ενός συνταγματικού συστήματος – ως “παράνομο” μέτρο, συγχρόνως όμως απολύτως “νομικό και συνταγματικό”, που επικεντρώνεται στην παραγωγή νέων κανόνων (ή μιας έννομης τάξης)». 


GIORGIO AGAMBEN. (2018). Κατάσταση εξαίρεσης. Όταν η “έκτακτη ανάγκη” μετατρέπει την εξαίρεση σε κανόνα, μτφρ. Μαρία Οικονομίδου. Αθήνα: Πατάκη, σσ. 17, 51.

Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

Αντίσταση στη δικτατορία του ναζισμού

«Το μαρτύριό τους θα μας υπενθυμίζει το καθήκον μας ως μελών της Εκκλησίας να υπεραμυνθούμε του ευαγγελικού μηνύματος της απελευθέρωσης από κάθε δουλεία, να γίνουμε εκφραστές ενός αυθεντικού Χριστιανισμού, ενός Χριστιανισμού που ελκύει και εμπνέει. Οι χριστιανοί αν θέλουν να είναι συνεπείς με την πίστη τους οφείλουν διαχρονικά να αγωνίζονται στο πλευρό των αδύναμων, των αδικημένων, των καταπιεσμένων, όπως οι μάρτυρές τους. Σε διαφορετική περίπτωση ισχύει αυτό που έγραφε ο Αντόνιο Φραγκόζο (Βραζιλιάνος θεολόγος, υποστηρικτής της "Θεολογίας της Απελευθέρωης"): “Ο χριστιανός που δεν αγωνίζεται… είναι μια καρικατούρα της εικόνας του Θεού Δημιουργού, της καλοσύνης του Πατέρα και της ευσπλαχνίας του Κυρίου”».


ELENA PEPEKRESTOV. (2019). Αλεξάντερ Σμορέλ. Η γερμανική αντίσταση και κίνημα του «Λευκού Ρόδου», μτφρ. Πολυξένη Τσαλίκη, πρόλογος Ανδρέας Αργυρόπουλος. Αθήνα: Πορφύρα, σσ. 19-20.

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Δεδομένης της συζήτησης που στις μέρες μας γίνεται για την εγκληματική και ναζιστική οργάνωση Χρυσή Αυγή, σημαντική θα είναι η Διαδικτυακή συζήτηση "H Αγιότητα και το Μαρτύριο στον σύγχρονο κόσμο", την Τετάρτη 14 Οκτωβρίου, ώρα 6:00 μμ.
Με αφορμή το παραπάνω βιβλίο της Elena Perekrestov, θα συζητήσουν οι: Ανδρέας Αργυρόπουλος, Όλγα Νικολαΐδου, Θανάσης Παπαθανασίου και θα παρέμβει ο Νίκος Κοσμίδης.
Για την παρακολούθηση της συζήτησης ζωντανά χρειάζεται να πατηθούν οι παρακάτω σύνδεσμοι:

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2020

Καταδίκη λόγω και έργω... ειδάλλως παίζουμε με την Εκκλησία

Το πρώτο από τα κείμενα του μικρού αυτού βιβλίου γράφτηκε τον Μάιο του 2012, την επαύριο της πρώτης μεγάλης εκλογικής επιτυχίας της Χρυσής Αυγής. Το δεύτερο σχετίζεται με τη βίαιη δημόσια εμφάνισή της προς υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, με αφορμή τη θεατρική παράσταση του Corpus Christi στην Αθήνα. Η οπτική του κειμένου αυτού, που έχει ως θέμα του τη βλασφημία, ορίζει την οπτική και των άλλων τεσσάρων κειμένων που ακολουθούν: η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, η παγανιστική, αντισημιτική, αντιισλαμική και ό,τι άλλο κακό βάλει ο νους του ανθρώπου, είναι ταυτόχρονα και μια αντιχριστιανική οργάνωση. Την οργάνωση αυτή έχει ως εκ τούτου υποχρέωση, αρχικώς και κυρίως, να την καταγγείλει ρητά και να την αποδοκιμάσει η ίδια η Εκκλησία. Παράλληλα εξηγούνται και οι λόγοι για τους οποίους δυσκολεύεται να το κάνει.
Στα έξι αυτά κείμενα πρόσθεσα δύο παλαιότερα για τον Ορθόδοξο αντισημιτισμό και φονταμενταλισμό, γιατί έκρινα ότι το πνευματικό κλίμα που περιγράφουν φωτίζει τους λόγους οι οποίοι εμποδίζουν την Ορθόδοξη Εκκλησία να αποδοκιμάσει δίχως περιφράσεις τη Χρυσή Αυγή.
Μέσα στη δίνη της οικονομικής κρίσης και τον κοινωνικό πόνο της ανεργίας, πολλοί είναι εκείνοι που υποτιμούν σήμερα τον κίνδυνο της Χρυσής Αυγής. Κάνουν λάθος. Όταν η νεοναζιστική μπόρα περάσει, ας μη θεωρήσουν πάντως ότι είχαν δίκιο που δεν ανησυχούσαν. Η μπόρα τούτη θα περάσει, επειδή ορισμένοι άλλοι, μέσα στην ίδια αυτή δίνη, δεν την υποτίμησαν μα την αντιπάλεψαν· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου]. 


ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. (2013). Χρυσή Αυγή και Εκκλησία. Αθήνα: Πόλις.

«Πράγματι, η Εκκλησία της Ελλάδος δυσκολεύεται να το κάνει, και αυτό σχετίζεται πρωτίστως με την ιστορία της. Από τον Εμφύλιο και μετά, ταυτίζεται με το κράτος των εθνικοφρόνων, και μάλιστα με τις πιο ακραίες εκφάνσεις του μετεμφυλιακού, δεξιού, αστυνομικού, αυταρχικού κράτους. Στη δικτατορία συνεργάζεται πλήρως με το καθεστώς, αποτελεί μέρος του συστήματος, ενώ στη μεταπολίτευση είναι ο μόνος θεσμός που δεν γνώρισε αποχουντοποίηση. Και ο Σεραφείμ, που εγκαθιδρύεται από τον Ιωαννίδη, θα εμφανιστεί ως οιονεί αντιδικτατορικός, ως εκείνος που ανέτρεψε τον εκλεκτό της Χούντας Ιερώνυμο. Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που η Εκκλησία, όχι μόνο η ελληνική αλλά οι χριστιανικές Εκκλησίες γενικά, σωπαίνουν, παζαρεύουν ή συνεργάζονται ανοιχτά με ακροδεξιές ή και καθαρά φασιστικές οργανώσεις και ιδεολογίες. Έχοντας διαρκώς ένα μέτωπο απέναντι στον κομμουνισμό και τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» --δικαίως, θα έλεγα, αφού, εκτός όλων των άλλων, δίωξε την Εκκλησία όπου επικράτησε--, οδηγήθηκαν να συνταχθούν με τους φασίστες. Στην Ισπανία και στην Πορτογαλία, για να αναφέρουμε δύο δικτατορίες του ευρωπαϊκού Νότου, που έπεσαν μαζί με την ελληνική, από τον φόβο των κομμουνιστών, η Καθολική Εκκλησία συνεργάστηκε με τον Φράνκο και τον Σαλαζάρ. 
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, λοιπόν, για να μπορέσει να αντιπαρατεθεί με τη Χρυσή Αυγή πρέπει να κάνει μια αυτοκριτική τομή. Πρέπει επίσης να αναθεωρήσει τη σχέση της με την πολιτική. Ναι μεν δεν πρέπει να πολιτεύεται, με την έννοια του επηρεασμού και της χειραγώγησης των ανθρώπων υπέρ του ενός ή του άλλου κόμματος, έχει όμως την υποχρέωση να καταθέτει τη μαρτυρία του Ευαγγελίου στην κοινωνία, και άρα, εν προκειμένω, να πάρει ρητή θέση ενάντια στον νεοναζισμό», (σσ. 51-52).