Παρασκευή 26 Φεβρουαρίου 2021

«Θεολογία της μετανάστευσης στις Αβρααμικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ»

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Ένα νέο βιβλίο κυκλοφόρησε από την Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Πρόκειται για την ελληνική μετάφραση του συλλογικού τόμου «Θεολογία της μετανάστευσης στις Αβρααμικές θρησκείες: Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός, Ισλάμ». Ο τόμος υπογράφεται από τους επιμελητές Elaine Padilla και Peter C. Phan, και περιλαμβάνει κείμενα των Dale T. Irvin, Devorah Schoenfeld, Melissa Raphael, Kondothra M. George, Peter C. Phan, Nancy Bedford, Amos Yong, Deenabandhu Manchala, Amir Hussain, Charles Amjad-Ali και Elaine Padilla. Η ελληνική μετάφραση είναι του Νίκου Κουρεμένου, ενώ η εισαγωγή στην ελληνική έκδοση είναι του Θανάση Ν. Παπαθανασίου. Ο πίνακας του εξωφύλλου είναι της ζωγράφου Katia Margolis. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του οργανισμού Bread for the World.


Διεκδικώντας μία θέση για τη θεολογία στο πλαίσιο της διεπιστημονικής συζήτησης σχετικά με την ανθρώπινη κινητικότητα, ο τόμος αυτός εστιάζει στο γεγονός ότι η μετανάστευση δεν μπορεί να γίνει πλήρως κατανοητή χωρίς μια σοβαρή και ενδελεχή μελέτη των τρόπων με τους οποίους οι θρησκευτικοί παράγοντες έχουν διαδραματίσει καθοριστικούς ρόλους σ’ αυτή. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι στο διάβα της ιστορίας, η θρησκεία και η θρησκευτική ελευθερία –ή η έλλειψή της– έχουν ασκήσει ισχυρές έλξεις και ωθήσεις στη δυναμική της μετανάστευσης, είτε πρόκειται για εσωτερική είτε για διεθνή ή διηπειρωτική, αυτόβουλη ή εξαναγκασμένη, πρόσκαιρη ή μόνιμη, νόμιμη ή «χωρίς χαρτιά», σχεδιασμένη ή απρόβλεπτη. Επιπλέον, είναι ασφαλώς τεκμηριωμένο ότι οι θρησκευτικές πεποιθήσεις των μεταναστών όχι μόνο έχουν μεταβάλλει αμετάκλητα το θρησκευτικό τοπίο στις χώρες προορισμού, αλλά έχουν επίσης ωθήσει τους μετανάστες στον σχηματισμό συνεκτικών κοινοτήτων, παρέχοντάς τους αποτελεσματικά μέσα για τη φυσική τους επιβίωση, την ανοδική οικονομική τους πορεία, την κοινωνική σταθερότητα, την ενσωμάτωση στην κοινωνία, τη διατήρηση των πολιτισμικών τους ιδιαιτεροτήτων και φυσικά την πνευματική τους άνθιση στις χώρες όπου φιλοξενούνται. Απ’ την άλλη πλευρά, η μετανάστευση αποτελεί έναν από τους κεντρικούς παράγοντες που συνέβαλαν τα μέγιστα στη γεωγραφική εξάπλωση και την εσωτερική πολυφωνία των θρησκειών σε όλη την υφήλιο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει το γεγονός ότι στον προκείμενο τόμο συγκεντρώνονται απόψεις από τα διαφορετικά θρησκεύματα (Ιουδαϊσμός, Χριστιανισμός και Ισλάμ) αλλά και από τις επιμέρους χριστιανικές παραδόσεις (Ορθόδοξη, Ρωμαιοκαθολική, Προτεσταντική και Πεντηκοστιανή, καθώς και μια θεώρηση από την σκοπιά της οικουμενικής κίνησης), δίνοντας την ευκαιρία στον αναγνώστη όχι μόνο να γνωρίσει τον κεντρικό ρόλο που κατέχει η μεταναστευτική πράξη σε όλες τις Αβρααμικές θρησκείες, αλλά συνάμα να ιχνηλατήσει τους πολλούς κοινούς τόπους των παραπάνω πίστεων, όπως εκφράζονται από τα ίδια τα μέλη τους.
Ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης μπορεί να δει τα περιεχόμενα και τον πρόλογο (στην ελληνική και την αγγλική έκδοση) πατώντας εδώ.

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Ανάγνωση, τηλεκπαίδευση και ψηφιακός γραμματισμός

Γράφει η ΒΕΝΕΤΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΟΥ


Έχουν περάσει πολλοί μήνες καραντίνας και φαίνονται πλέον καθαρά οι συνέπειές της σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Η πανδημία έφερε στην επιφάνεια προβλήματα που υπέβοσκαν, άλλοτε συνειδητά άλλοτε όχι, σε όλους τους τομείς της ζωής μας. Στην εκπαίδευση δόθηκε ένα γερό χτύπημα με το παρατεταμένο κλείσιμο των σχολείων και το φαινόμενο της τηλεκπαίδευσης. Αναγκαία (ως ένα βαθμό), η τηλεκπαίδευση ματαίωσε τις προσπάθειες που έκαναν οι εκπαιδευτικοί προηγουμένως με προγράμματα φιλαναγνωσίας, αφού, ακόμη και στις περιόδους που τα σχολεία λειτουργούν εκ του σύνεγγυς, ο δανεισμός βιβλίων από τις σχολικές βιβλιοθήκες απαγορεύεται. Το παράδοξο είναι ότι, παρόλο που η τηλεκπαίδευση γίνεται με ψηφιακά μέσα, σάρωσε και τις λίγες προσπάθειες προώθησης του ψηφιακού γραμματισμού, αντί να τις ενισχύσει. Εννοώ πως σε όσες τάξεις υπό κανονικές συνθήκες οι εκπαιδευτικοί επιχειρούσαν να αξιοποιήσουν στη διδασκαλία ψηφιακά εργαλεία και ψηφιακούς πόρους, τούτο έγινε δύσκολο στην περίοδο της τηλεκπαίδευσης και τραυματίστηκε η σχέση των μαθητών με την τεχνολογία γενικά. Ας προσπαθήσουμε να ξεμπλέξουμε το κουβάρι.
Το πρώτο που πρέπει να πάρουμε υπόψη μας, και έχει πολλάκις επισημανθεί, είναι ότι η πανδημία ανέδειξε τις κοινωνικές ανισότητες με έναν τρόπο καταλυτικό. Περιοριζόμενοι πάντα στην εκπαίδευση, όταν το σχολείο δεν λειτουργεί, ο σώζων εαυτόν σωθήτω. ΄Οσον αφορά την ανάγνωση, όποιος έχει βιβλία στο σπίτι του ή μπορεί να αγοράσει καινούρια διαβάζει. ΄Οποιος δεν έχει, δεν μπορεί να δανειστεί ούτε από τη σχολική ούτε από δημόσιες βιβλιοθήκες. ΄Οποιος έχει καλή σύνδεση για το διαδίκτυο στο σπίτι του και καλές συσκευές αλλά και γονείς να τον υποστηρίξουν, να του δημιουργήσουν μέσα στο σπίτι ένα περιβάλλον ησυχίας, κινήτρων και μάθησης μπορεί να παρακολουθήσει ικανοποιητικά την όποια τηλεκπαίδευση. Ακόμη όμως και αυτός ο υποθετικός προνομιούχος μαθητής, πώς θα συμβιβάσει την τηλεκπαίδευση με την ανάγνωση; Είναι ένα ερώτημα που θέλει έρευνα. Είναι πιθανόν η κούραση από τις άπειρες ώρες στον υπολογιστή να τον απομακρύνει ακόμη περισσότερο από την ανάγνωση∙ στα παιδιά και τους νέους εξάλλου, η έλλειψη επαφής με τους συνομηλίκους και το όποιο μοίρασμα των αναγνωστικών εμπειριών γίνεται στο σχολείο είναι αντικίνητρο για την ανάγνωση. Θα μπορούσε να αντιτείνει κανείς ότι υπάρχουν θαυμάσιοι ψηφιακοί τρόποι να επικοινωνήσουν τα παιδιά τις αναγνώσεις τους από μακριά, να ασχοληθούν με επωφελή ψηφιακά παιχνίδια γύρω από την ανάγνωση. Τίποτε από αυτά όμως δεν γίνεται χωρίς καθοδήγηση από τους ενήλικες και αυτοί έχουν τις δικές τους σκοτούρες μέσα στην καραντίνα. Οι εκπαιδευτικοί πώς θα βγάλουν την ύλη μέσω τηλεκπαίδευσης, οι γονείς πώς θα βγάλουν το ψωμί τους. Εξάλλου, η χρήση ψηφιακών εργαλείων στην εξ αποστάσεως διδασκαλία (και όχι μέσα στην τάξη) είναι ένα σύνθετο παιδαγωγικά και τεχνικά ζήτημα και, εάν μου επιτρέπεται μια εικασία, οι εκπαιδευτικοί που μπορούν να το κατορθώσουν σε όλη τη χώρα μετριούνται στα δάκτυλα των χεριών. Κι αυτό δεν είναι φυσικά ευθύνη δική τους, χρειάζεται οργανωμένη επιμόρφωση. Στις συζητήσεις που έχω με εκπαιδευτικούς τέθηκε ένα ακόμη ζήτημα: τα παιδιά που διαβάζουν δεν έχουν ανεπτυγμένες ψηφιακές δεξιότητες και εκείνα που έχουν, δεν διαβάζουν. Επομένως, συνεχίζει ο ίδιος συλλογισμός, είναι δύσκολο να ευδοκιμήσουν αυτό το διάστημα προσπάθειες που κατατείνουν στην αξιοποίηση ψηφιακών εργαλείων για την προώθηση της ανάγνωσης αλλά και την προώθηση του ψηφιακού γραμματισμού.
Ανεξάρτητα από το πόσο αληθεύει η παραπάνω διαπίστωση, ας συμφωνήσουμε ότι απορρίπτουμε καταρχήν την παλιά γνωστή προκατάληψη ότι η αγάπη για την ανάγνωση και η ικανότητα στην τεχνολογία δεν μπορούν να συνυπάρχουν στον ίδιο άνθρωπο. Στις γενιές που γεννήθηκαν στον 21ο αιώνα τέτοιοι διαχωρισμοί δεν υφίστανται και, αν τους δεχθούμε, είναι σαν να καταδικάζουμε μόνοι μας τα παιδιά στη μη ανάγνωση. Ο γραμματισμός είναι ο στόχος, είτε είναι γλωσσικός, είτε είναι ψηφιακός γραμματισμός. Θα πρέπει να βρούμε τρόπους να τα παντρέψουμε, θα πρέπει τα παιδιά να συνεχίσουν να διαβάζουν και στον καιρό της πανδημίας, αξιοποιώντας σύγχρονα, παιγνιώδη ψηφιακά εργαλεία και όχι να «τηλεκπαιδεύονται» σαν να ακούν ραδιόφωνο.

ΠΗΓΗ

Δευτέρα 15 Φεβρουαρίου 2021

Οι εθνικοί γλωσσικοί μας μύθοι καλά κρατούν

Γράφει ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ

Με την Επανάσταση του ’21 ήταν να ασχοληθώ και σήμερα, το αναβάλλω όμως, για να σταθώ σε δύο κείμενα για τα Ελληνικά, νέα και αρχαία. Το πρώτο, της δημοσιογράφου Νεφέλης Λυγερού («Πρώτο Θέμα», 7.2), είχε τίτλο «Καμπανάκι από τους γλωσσολόγους: η ελληνική γλώσσα βομβαρδίζεται από αγγλικούς όρους»· παρά την υπόσχεση όμως, μόνο έναν γλωσσολόγο κατονόμαζε: τον Γ. Μπαμπινιώτη. Το δεύτερο, «Η ανθρωποκεντρική υποστασιοποίηση της ελληνικής γλώσσας» («Κ», 9.2), το υπέγραφε η Πολυβία Παραρά, που διδάσκει στο Τμήμα Κλασικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ.
Διαφέρουν η αφετηρία και η σκόπευση των δύο άρθρων, συγκλίνουν ωστόσο στο εξής: αναπαράγουν δημοφιλή μυθεύματα για τους κινδύνους που αντιμετωπίζει η νεοελληνική ή για τον αμύθητο πλούτο της αρχαίας και τις μαγικές ιδιότητές της. Μυθεύματα που αντέχουν στον χρόνο, παρότι η επιστήμη τα έχει καταρρίψει προ πολλού. Οι εθνικοί μας μύθοι καλά κρατούν. «Τα ελληνικά είναι αφετηρία της ιστορίας και του πολιτισμού», τόνισε, λ.χ., στο μήνυμά του για την «Παγκόσμια Ημέρα» ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης. Αφετηρία της ελληνικής ιστορίας και του ελληνικού πολιτισμού, ναι. Γενικά και αόριστα «της ιστορίας και του πολιτισμού», όχι βέβαια.
Η ανθρώπινη ιστορία δεν ξεκίνησε στην αρχαία Ελλάδα. Και υπήρξαν σπουδαίοι πολιτισμοί πολύ πριν από τον αρχαιοελληνικό, που δεν δίστασε να δανειστεί κρίσιμα στοιχεία γεννημένα σε άλλα εδάφη – θεότητες, γράμματα, ποιητικά μοτίβα.
Ιδού και η συμβολή του υφυπουργού Εξωτερικών Κ. Βλάσση, αρμόδιου για τον Απόδημο Ελληνισμό: «Η 9η Φεβρουαρίου είναι η ημέρα που τιμούμε τον εθνικό μας ποιητή Διονύσιο Σολωμό, τον άνθρωπο που “έντυσε” με λέξεις τον Εθνικό μας Υμνο». Τι καταλαβαίνει κανείς; Ότι ο Σολωμός πήρε τη μουσική του Ν. Μάντζαρου και την έντυσε με λέξεις. Αλλά ο Ζακύνθιος συνέθεσε τον «Υμνο εις την Ελευθερία». Δεν έντυσε τον «Εθνικό Υμνο».
Να τον μνημονεύουμε, λοιπόν, τον ποιητή. Πλην με σέβας και γνώση. Τον πολύτιμο λόγο του «μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα;», π.χ., τον θυμόμαστε πολύ συχνά. Θα λέγαμε όμως ψέματα εάν ισχυριζόμασταν ότι τον μνημονεύουμε έχοντας όλοι μας κοινές ιδέες για την ελευθερία και τη γλώσσα. Πολλοί άλλωστε χρησιμοποιούν τη φράση αποσπώντας την ετσιθελικά από το κειμενικό περιβάλλον της. Για να της κόψουν βίαια τις ρίζες της στην Ιστορία και στις ιδέες του Σολωμού, όχι μόνο τις γλωσσικές. Και να τη μετατρέψουν σε αφορισμό μεταφυσικής τάξης.
Λέει λοιπόν στον «Διάλογο» ο Ποιητής (διαυγής περσόνα του Σολωμού) στον Φίλο του: «Εκατάλαβα· θέλεις να ομιλήσουμε για τη γλώσσα· μήγαρις έχω άλλο στο νου μου πάρεξ ελευθερία και γλώσσα; Εκείνη άρχισε να πατεί τα κεφάλια τα τούρκικα, τούτη θέλει πατήσει ογλήγορα τα σοφολογιοτατίστικα, και έπειτα αγκαλιασμένες και οι δύο θέλει προχωρήσουν εις το δρόμο της δόξας, χωρίς ποτέ να γυρίσουν οπίσω, αν κανένας Σοφολογιότατος κρώζει ή κανένας Τούρκος βαβίζει· γιατί για με είναι όμοιοι και οι δύο».
Τη γλώσσα του λαού έχει στον νου του ο Σολωμός, το λέει πεντακάθαρα σε άλλα χωρία του «Διαλόγου». Αυτήν συνάπτει αχώριστα με την ελευθερία. Εικάζω ότι η γνώση των σολωμικών γλωσσικών απόψεων καθόρισε το 2017 την κυβερνητική απόφαση να επιλεγεί η 9η Φεβρουαρίου, ημέρα θανάτου του Σολωμού, το 1857, ως «Παγκόσμια Ημέρα Ελληνικής Γλώσσας». Συνέβαλε όμως η θεσμοθέτηση αυτή στην ψυχραιμότερη προσέγγιση του γλωσσικού ζητήματός μας, που μοιάζει απέθαντο; Μάλλον όχι. Πολλά γλωσσομυθεύματα φαίνονται επίσης απέθαντα. Αίφνης, στο «Πρώτο Θέμα» ξαναδιαβάσαμε ότι «οι σύγχρονοι Ελληνες χρησιμοποιούν μόλις 300 λέξεις στην καθημερινότητά τους από τον θησαυρό των 7 εκατομμυρίων που έχει η ελληνική γλώσσα». Δύο αριθμοί – δύο μύθοι. Και οι λέξεις που χρησιμοποιούνται στα τηλεριάλιτι, εάν μετρηθούν, θα βρεθούν πολύ περισσότερες από 300. Όσο για τα εκατομμύρια, ξεκίνησαν από έξι (σε άρθρο του χουνταίου Γεωργίου Γεωργαλά, το 1996), διογκώθηκαν ήδη σε εφτά και το 2030 θα έχουν γίνει αισίως οχτώ. Έτσι γίνεται όταν μετράμε τους υπερεκατό λεκτικούς τύπους κάθε ρήματος σαν υπερεκατό ξεχωριστές λέξεις. Αρκούν αυτά εδώ. Μια πλήρη αποδόμηση του άρθρου του «Π.Θ.» θα βρει ο ενδιαφερόμενος στο ιστολόγιο του Νίκου Σαραντάκου, με τίτλο «Οι γλωσσολόγοι που χτυπάνε καμπανάκια και άλλες λερναιότητες». Εκεί και η υπόμνηση ότι οι σωζόμενες αρχαιοελληνικές λέξεις είναι περίπου 200.000, «ενώ για την “όλη” ελληνική ο καθηγητής Χ. Χαραλαμπάκης έχει κάνει την εκτίμηση των 700.000 λέξεων».
Στο άρθρο της Πολυβίας Παραρά αναπτύσσεται ο θρύλος της γλωσσικής μας μοναδικότητας: «Η ανθρωποκεντρική υποστασιοποίηση της ελληνικής γλώσσας την καθιστά μοναδική και απαράμιλλη. Η μοναδικότητα της Ελληνικής τεκμηριώνεται και από το γεγονός ότι το σημαίνον (τα φωνήματα της λέξης) και το σημαινόμενο (το νόημα της λέξης) ταυτίζονται στον μέγιστο βαθμό στην ελληνική γλώσσα. Για παράδειγμα, η λέξη “δημοκρατία” είναι το κράτος του δήμου, δηλαδή η πολιτεία που η πολιτική αρμοδιότητα ασκείται από τους ίδιους τους πολίτες. Η εκφορά της λέξης διαυγάζει και το εννοιολογικό περιεχόμενο του όρου».
Τον «Κρατύλο» του Πλάτωνα ακούμε εδώ, αλλά χωρίς την προειδοποίηση του είρωνος Σωκράτη προς τον Ερμογένη να είναι προσεχτικός με όσα θα ακούσει του λοιπού, για να μην παραπλανηθεί: «Φύλαττε γαρ με, μη πη παρακρούσωμαί σε». Ο Ερμογένης σπεύδει στον Σωκράτη αιφνιδιασμένος απ’ όσα λέει ο Κρατύλος, πως η ορθότητα του ονόματος υπάρχει εκ φύσεως μέσα σε κάθε ον· ότι δηλαδή τα ονόματα που δίνουν στα πράγματα «Έλληνες και βάρβαροι» (προσοχή: «και βάρβαροι») δεν προκύπτουν κατόπιν συμφωνίας των ανθρώπων, αλλά αποτυπώνουν την ουσία των πραγμάτων, των πλασμάτων γενικά. Παίζοντας λοιπόν ο Σωκράτης ετυμολογεί τον «άνθρωπο» σαν το ον που, αντίθετα με τα θηρία, «αναθρεί α όπωπε», δηλαδή παρατηρεί προσεχτικά και συλλογίζεται όσα βλέπει. Σήμερα ξέρουμε ότι πιθανότατα ο «άνθρωπος» κατάγεται από τον «άνδρ-ωπο», αυτόν που έχει όψη άνδρα. Δεν είναι, πάντως, μόνο η ελληνική αρρενογεννημένη: η σημασιολογική ταυτότητα του «άνδρα» με τον «άνθρωπο» απαντά και στην αγγλική, τη γαλλική, την ιταλική κ.ά.
Η Παραρά, παραβλέποντας όσα κωδικοποίησε ο Σωσύρ, για την αυθαιρεσία σύνδεσης σημαίνοντος και σημαινομένου, διατείνεται ότι μόνο στην ελληνική (διαγράφονται λοιπόν οι «βάρβαροι») τα φωνήματα μιας λέξης ταυτίζονται με το νόημά της. Φέρνοντας σαν παράδειγμα τη λ. «δημοκρατία», συγχέει την ετυμολογική διαφάνεια με την ταύτιση μορφής και περιεχομένου. Μα αν η ελληνική είναι (εκ θεών; εκ πανσόφων λογοθετών) σοφή θα φανεί στα συνθετικά, στον δήμο και στο κράτος. Πόθεν ο «δήμος»; Πιθανόν από το αμάρτυρο ινδοευρωπαϊκό da(i) = μοιράζω, είναι δε ομόρριζος του ιρλανδικού dam = πλήθος. Το κράτος, επίσης από αμάρτυρη ινδοευρωπαϊκή ρίζα, παραβάλλεται με το αρχαίο ινδικό kratu-, το αγγλοσαξονικό craeft κ.ά. Οπότε, πού η μοναδικότητα; Και πού η ταύτιση μορφής και ουσίας;


«Café Paris». Έργο του ζωγράφου και καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Παύλου Σάμιου, που πέθανε στις 4 Φεβρουαρίου. Το έργο της φωτογραφίας προέρχεται από την τελευταία του ατομική έκθεση που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο - Οκτώβριο του 2020 στην γκαλερί Σκουφά, με τίτλο «Καφέ Παράδεισος».

ΠΗΓΗ

Κυριακή 14 Φεβρουαρίου 2021

«Η κοινωνία αρχίζει με την ερωτική αγάπη»

«Η θρησκεία και η ερωτική έχουν τον ίδιο στόχο: θέλουν να αλλάξουν τον άνθρωπο, επιδιώκουν την παλιγγενεσία του. Κινούνται στο πνεύμα της ρήσης του Ιησού: “και ο απολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού ευρήσει αυτήν”, (Ματθ. 10, 39). Η θρησκευτική και η ερωτική αγάπη έχουν τούτο το κοινό: μέσα τους επιχειρείται το σπάσιμο της απομόνωσης και η ανύψωση προς την ολότητα. Αποτελούν λοιπόν τις δύο θεμελιώδεις δυνάμεις της ανθρώπινης κοινότητας, που δρουν επηρεάζοντας η μια την άλλη. Η ύπαρξη της κοινωνίας οφείλεται σ’ αυτές τις δύο δυνάμεις. Το ερωτευμένο ζευγάρι είναι η αρχή όλων των κοινωνικών ενώσεων, το κύτταρο της οικογένειας και κατά συνέπεια της κοινωνίας. Η κοινωνία αρχίζει με την ερωτική αγάπη».


ΒΑΛΤΕΡ ΣΟΥΜΠΑΡΤ. (1991). Θρησκεία και Έρως, μτφρ. Μ. Ζ. Κοπιδάκης – Αικ. Σκλήρη. Αθήνα: Ολκός, σ. 243.

Τρίτη 2 Φεβρουαρίου 2021

Για το πολυτονικό σύστημα γραφής

«Ναι, γράφω στο πολυτονικό. Ακόμη και το σημείωμα για ψώνια στον μπακάλη το γράφω σε πολυτονικό, με βαρείες. Και η Νέα Εστία επί των ημερών μου έβγαινε πολυτονική· μονοτονική έγινε μετά την αποχώρησή μου. Και σήμερα, όπου μπορώ, εκδοτικά το προτιμώ και το υπερασπίζομαι. Αναγνωρίζω ωστόσο ότι το πολυτονικό δεν έχει γλωσσολογικά επιχειρήματα υπέρ του. Ένα επιχείρημα έχει υπέρ του, ένα αλλά μέγα: το πολιτιστικό επιχείρημα, το επιχείρημα της γλωσσικής συνέχειας, της ευκολότερης πρόσβασης στα κείμενα του γλωσσικού παρελθόντος. Κανένα άλλο. Κάποιοι προσπάθησαν να επινοήσουν επιχειρήματα. Δεν στέκουν. Αν θες, το μονοτονικό είναι και επιστημονικά ορθότερο. Το επιχείρημα πάντων των οπαδών του ότι, απαλλαγμένοι οι μαθητές από τους πολύπλοκους κανόνες τονισμού, θα γίνουν ορθογράφοι και θα αποκτήσουν ουσιαστικότερη έκφραση, αποδείχθηκε αέρας κοπανιστός. Οι μαθητές γράφουν σε ατονικό – και τους πέντε κανόνες του μονοτονικού αδυνατούν να τους μάθουν. Όσο για την ακρίβεια και τον πλούτο της έκφρασής τους, ας μη το συζητάμε καλύτερα. Η εισαγωγή του μονοτονικού ήταν, πιστεύω, μεγάλο λάθος, για λόγους ιστορικούς και πολιτιστικούς».


ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. (2020). Έντεκα συζητήσεις. Συζητώντας με τον Στρατή Μπουρζάνο. Αθήνα: Πόλις, σσ. 266-267.

Τα ιερά και τα όσια της βαθμολογίας των τετραμήνων

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Στην ακατανόητη κι άκρως αντιπαιδαγωγική κατ’ εμέ επιμονή πολλών στελεχών της εκπαίδευσης (από το ΥΠΑΙΘ μέχρι και τους διευθυντές σχολικών μονάδων), εκπαιδευτικών και δυστυχώς γονέων, προς τους μαθητές και τις μαθήτριες να δοθούν οι βαθμοί του α΄ τετραμήνου, έχω την ταπεινή γνώμη πως, μάλλον ξεχάσαμε τον παιδαγωγικό ρόλο του δασκάλου. Συνεπώς, έχει απόλυτο δίκιο ο Ιωάννης Πυργιωτάκης: «οι εκπαιδευτικοί, οι γονείς και η κοινωνία θα πρέπει να κατανοήσουν ότι, πέρα από τους βαθμούς υπάρχει και η προσωπική αξία του ανθρώπου και αυτήν οφείλουμε πρωτίστως να διαφυλάξουμε», (ΙΩΑΝΝΗΣ Ε. ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗΣ. (2011). Εισαγωγή στην Παιδαγωγική Επιστήμη. Αθήνα: Πεδίο, σ. 273).


Όμως, αντί της διαφύλαξης της προσωπικής αξίας των μαθητών και μαθητριών μας, στις δεδομένες συνθήκες της τηλεπαίδευσης, η οποία δεν βαίνει καλώς κι ας λένε οι «γυρολόγοι της πληροφορίας» ό,τι βαίνει καλώς, εκείνο που περισσότερο φαίνεται να μετρά είναι τα ιερά και τα όσια των βαθμών. Κι ενώ υπάρχει εναλλακτικός τρόπος αξιολόγησης, αυτός της περιγραφικής – τόση μελάνι έχει χυθεί και τόσες επιμορφώσεις για αυτήν έχουν γίνει - εμείς παραμένουμε θυσιασώτες μιας τυποποιημένης τακτικής: της αγιοποιημένης βαθμολογίας· υποτακτικοί υποστηρικτές της αδρανοποίησης του μυαλού, της ψυχής και του σώματος των μαθητών και των μαθητριών μας. Κρίμα και ξανά κρίμα, για το παρόν και το μέλλον αυτού του τόπου που, άλλο δεν είναι, από τα παιδιά μας.