Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

Ο τραγέλαφος των δικαστικών αποφάσεων για το μάθημα των Θρησκευτικών (μτΘ)

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Η παρακάτω «είδηση» κυκλοφορεί σε αρκετές ιστοσελίδες και blog: «Kλήθηκαν στην αστυνομία οι διευθυντές τριών Γυμνασίων της Νάουσας να καταθέσουν αν μετά την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣΤΕ) διδάσκονταν στο σχολείο τους ο Φάκελος Θρησκευτικών "Γαβρόγλου"» (βλ. εδώ). Δυστυχώς, κι αυτό το γράφω με πικρία, σε τέτοιες κωμικοτραγικές καταστάσεις οδήγησαν και συνεχίζουν να οδηγούν το μάθημά μας κάποιοι αρτηριοσκληρωτικοί εκκλησιαστικοί - θεολογικοί κύκλοι. Αν στο άμεσο μέλλον δούμε τα Θρησκευτικά να φιγουράρουν στα επιλεγόμενα μαθήματα, ή στη χειρότερη περίπτωση εξοβελιστούν κι αυτά από το Ωρολόγιο Πρόγραμμα της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, ας μη μας κακοφανεί. Ενώ οι υπαίτιοι θα 'χουν πάρουν τη συνταξούλα τους, δεν θα πάψουν να κοκορεύονται πως κάποτε πάλεψαν κι αγωνίστηκαν για τη διάσωση του "Ορθόδοξου" χαρακτήρα του μαθήματός μας - τρομάρα να τους 'ρθει - και, βέβαια, κάποιοι δήθεν προοδευτικοί κομματάνθρωποι (μπλε, πράσινοι, πορτοκαλί, κόκκινοι) δεν θα έχουν πρόβλημα να αναμασούν αυτό που, παλαιότερα, υποστήριζε ο πολύς πανεπιστημιακός καθηγητής Κοινωνιολογίας στο ΕΚΠΑ κ. Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «απομένει, βέβαια, το τεράστιο επί της ουσίας πρόβλημα της ενδεχόμενης αποκατάστασης των θεολόγων, διορισμένων, αδιόριστων ή σε λίστα αναμονής. Αυτή όμως είναι η μοίρα πολλών επαγγελμάτων που παύουν να αντιστοιχούν στις θεσμικές, κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις. Οι καθηγητές θεολόγοι θα κινδυνεύουν ίσως πράγματι να ακολουθήσουν τη μοίρα των σαγματοποιών, των ελληνοραπτών και των αείμνηστων λεμβούχων»· αυτά εγράφησαν στην εφ. ΤΟ ΒΗΜΑ, εν έτει 1995 (25 Ιουνίου), με αφορμή την Απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 3356/95). Με γλαφυρό τρόπο τη σχολιάζει ο μακαρίτης Αθανάσιος Θ. Νίκας, σύμβουλος τότε στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, (το παράθεμα από το βιβλίο του: Κατά καιρούς. Άρθρα και μελέτες εκπαιδευτικού περιεχομένου, Αθήνα 1996, σσ.100-101). Δυστυχώς!

Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

Ανάβαση στον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη

«Η διαπίστωση αυτή, ότι δηλαδή η Ορθόδοξη ανάγνωση του Παπαδιαμάντη εγκαινιάζεται το 1961, ξαφνιάζει. Μα καλά, απορείς, δεν είχαν πάρει είδηση μέχρι τότε ότι ο μεγάλος πεζογράφος μας είναι “τέκνο γνήσιον της Ορθοδόξου Εκκλησίας” (5.165) και δεν βρέθηκε κανείς να τον ερμηνεύσει ή να τον διεκδικήσει ως εκφραστή της, όταν μάλιστα οι δεσμοί της ελληνικής κοινωνίας με την Ορθόδοξη Εκκλησία ήταν στενοί, και πάντως στενότεροι από ό,τι κατά τη δεκαετία του ’60; Όσο πάντως απορίας άξιο αι αν είναι, έτσι έχουν, φαίνεται, τα πράγματα, αν κρίνω από το υποκεφάλαιο “Θρησκεία και διανόηση” (σ. 431-445) της διατριβής της Σοφίας Μπόρα. Ούτε οι χριστιανοί δεν διεκδικούν μέχρι τότε τον Παπαδιαμάντη ως κορυφαίο εκφραστή της πίστης τους. Ο χριστιανισμός και η θρησκευτικότητά του αποτελούν βεβαίως εξαρχής θέματα προς συζήτηση, τα ερωτήματα όμως που απασχολούν είναι άλλα, όπως, αίφνης, πόση δόση παγανισμού έχει ο χριστιανισμός του, πόσο θεολογικό βάθος και μεταφυσική αγωνία έχει η πίστη του ή μήπως εξαντλείται στα λατρευτικά έθιμα και στην τήρηση των λειτουργικών τύπων. Κανείς πάντως από τους σοβαρούς κριτικούς δεν σκέφτηκε ή δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να προβάλει τον Παπαδιαμάντη ως πνευματικό οδηγό για μια Ορθόδοξη ζωή. Αυτό πράγματι θα το προτείνει ο Λορεντζάτος με εκείνο το μαχητικό κείμενο του 1961».


ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. (2011). «Επίμετρο», στο: Ο Παπαδιαμάντης του Ζήσιμου Λορεντζάτου. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, (επιμ). Αθήνα: Ίκαρος, σ. 117.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

Υπερρεαλισμός: «Και έτσι, ένα νέος κόσμος ανοίχθηκε μπροστά μου, σαν ξαφνικό λουλούδισμα θαυμάτων αναξάντλητων»


«Και ιδού που μια φράσις γίνεται κορβέτα και με ούριον άνεμον αρμενίζει, καθώς νεφέλη που την προωθεί μαϊστράλι ή τραμουντάνα. Μια ανταύγεια ηχεί, μια σταγόνα πλημμυρίζει και μια φωνή ανθεί. Ένα παιδί στέκει ορθό σε ξέφωτο άλσους σιωπηλού και ακαριαίως μεγαλώνει μπροστά σε μια γυναίκα. Ένα φουστάνι γίνεται σέλας φωτεινό. Μια φωτογραφία ζει, έχει ολόκληρη δική της δράσι, συνυφασμένη με την ζωή του θεατή, όπως ένα φλουρί, ένα κρύσταλλο, ή ένα γάντι. Ιδού και μια εφημερίς, που γίνεται δάσος μυροβόλον, ή και υψίπεδον με χιονοσκεπείς κορδιλιέρες. Η ποίησις μεταγγίζεται σε ζωή και η ζωή στην ποίησι. Η συμμετοχή σας σε οιονδήποτε φαινόμενον ή γεγονός, δεν αποκλείεται πια καθόλου. Ένα συναίσθημα, μια παρόρμησις, μια λέξις, μπορούν να γίνουν χειροπιαστές οντότητες, στιλπνά αντικείμενα με ζωή παλλόμενη και μορφή δική του»


ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ. (1991). «Αμούρ – Αμούρ», στο: Γραπτά ή προσωπική μυθολογία (1936-1946). Αθήνα: Άγρα, σ. 13.

Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020

Τα πρώτα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας

«Το ανά χείρα βιβλίο δεν φιλοδοξεί να αποτελέσει μια λεπτομερή ιστορική καταγραφή της περιόδου 324-451, αλλά να περιγράψει την ανάδυση του μεσαιωνικού Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Για να το εκφράσουμε διαφορικά, επιδίωξή μας είναι δείξουμε πως και γιατί το Ανατολικό Ρωμαϊκό Κράτος αναγεννήθηκε, ώστε να αποτελέσει σιγά – σιγά αυτό που σήμερα ονομάζουμε ως Βυζάντιο.
Πρόκειται για μια συναρπαστική περίοδο της ευρωπαϊκής ιστορίας, η οποία μόλις απέβαλε το στίγμα της “παρακμής” και της “πτώσης” αποκάλυψε τον πλούτο και το βάθος της. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα η σχετική έρευνα έχει προχωρήσει πολύ και διερευνώνται πεδία που παλαιότερα είχαν παραμεληθεί, όπως ο καθημερινός βίος ή η ιστορία της σεξουαλικότητας. Κι ακόμα, οι πηγές ξαναδιαβάζονται, νέες παράμετροι συνεκτιμούνται και τα γεγονότα φωτίζονται απρόσμενα και δημιουργικά από διάφορες γωνίες.
Οι καινούργιες αυτές θεωρήσεις βρήκαν τη θέση τους και σε αυτό το βιβλίο, με συνέπεια η εικόνα του πρώιμου Βυζαντίου και των πρωταγωνιστών του να εμφανίζεται συχνά διαφορετική από την παραδοσιακή. Δεν περιοριστήκαμε όμως στη μελέτη και τη χρήση της σύγχρονης βιβλιογραφίας. Η συγγραφή του βιβλίου αποτέλεσε την αφορμή για να διαβάσουμε ή να ξαναδιαβάσουμε τις πηγές κι ο αναγνώστης θα βρει συχνά αναφορές, σκέψεις ή και αμφισβητήσεις που τις αφορούν. Τα κείμενα αυτά είναι πλούσια όχι μόνο σε πληροφορίες, αλλά και σε ιδέες κι αισθήματα, περιέχουν τους φόβους και τις αγωνίες, τις ελπίδες και τις προσδοκίες των συγγραφέων και του κόσμου τους, δίνοντάς μας πιο ολιστικά την εικόνα μιας εποχή που, χωρίς ίσως να το έχει συνειδητοποιήσει η ίδια, στάθηκε το μεταίχμιο και η ανατολή ενός νέου κόσμου»


ΦΩΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ. (2020). Βυζάντιο (324-451). Η ανάδυση μιας νέας αυτοκρατορίας. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ, σσ. 12-13.

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

Σεροτονίνη: προφητικό μυθιστόρημα

«Ο Θεός ασχολείται μαζί μας στην πραγματικότητα, μας σκέφτεται κάθε ώρα και στιγμή, και μας δίνει οδηγίες εξαιρετικά ακριβείς, μερικές φορές. Αυτά τα ξεσπάσματα αγάπης που φουσκώνουν στα στήθη μας μέχρι που μας κόβουν την ανάσα, αυτές οι στιγμές φώτισης, αυτές οι στιγμές έκστασης, οι ανεξήγητες βάσει της βιολογικής μας φύσης ως απλών πρωτευόντων, είναι εξόχως πρόδηλα σημάδια.
»Και καταλαβαίνω σήμερα, την οπτική του Χριστού, την επανειλημμένη δυσαρέσκειά του μπροστά στη σκληρότητα των καρδιών: έχουν όλα τα σημάδια και δεν τα λαμβάνουν υπόψη. Πρέπει στ’ αλήθεια να δώσω τη ζωή μου κι από πάνω γι’ αυτούς τους βρομιάρηδες; Πρέπει στ’ αλήθεια να γίνω τόσο ξεκάθαρος;
»Φαίνεται πως ναι».


ΜΙΣΕΛ ΟΥΕΛΜΠΕΚ. (2019). Σεροτονίνη, μτφρ. Γιώργος Καράμπελας. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», σ. 316.

Σάββατο 20 Ιουνίου 2020

Το αντίδοτο στις φυλετικές διακρίσεις είναι η αποδοχή του βασικού δικαιώματος για ζωή, για τον καθένα


ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ, αρ.φ. 1058 [1370], (Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020) σ. 11.


Το βιβλίο αυτό δεν δίνει μια βιογραφία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ. Εστιάζει σε μια ιδιαίτερη διάστασή του, καίρια αλλά αγνοημένη από πολλούς. Εστιάζει στο οικουμενικό όραμά του, στην πολιτική θεολογία του για την πανανθρώπινη απελευθέρωση.
Εξίσου συχνά αγνοείται ότι όσα έκανε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ τα έκανε εξαιτίας της χριστιανικής του πίστης, και όχι πλάι στην πίστη του ή παρά την πίστη του. Αυτή η πίστη ο ίδιος ζητούσε να είναι ένας αποφασιστικός παράγοντας στην ανθρώπινη ιστορία· σαν ένας θερμοστάτης, ο οποίος δεν αποτυπώνει παθητικά το γίγνεσθαι (όπως κάνουν τα θερμόμετρα), αλλά το διαμορφώνει.
Το βιβλίο ανιχνεύει, επίσης, τη μήτρα της κατάστασης με την οποία αναμετρήθηκε ο Κινγκ: Τη θεολογική σύγκρουση που έλαβε χώρα στις Ηνωμένες Πολιτείες τον 19ον αιώνα μεταξύ υποστηρικτών και πολέμιων της δουλείας. Και στο ζήτημα αυτό συνήθως αγνοείται πόσο καταλυτική υπήρξε η θρησκευτική παράμετρος, τόσο στις αντιπαραθέσεις για τη δουλεία, όσο και στα απελευθερωτικά κινήματα των μαύρων.
Σήμερα η αναθάρρηση των δυνάμεων του μίσους, της απανθρωπιάς και του αποκλεισμού ρίχνει ασήκωτη τη σκιά και τη βία τους στη ζωή μας. Και κάνει ακόμα πιο αναγκαία τη σπουδή της οικουμενικότητας, ακόμα μεγαλύτερη τη δίψα για πανανθρώπινη απελευθέρωση· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2019). Βασιλιάς και θερμοστάτης. Το οικουμενικό όραμα του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, η πανουργία της δουλείας κι ένας θεολογικός εμφύλιος. Αθήνα: manifesto.

Παρασκευή 19 Ιουνίου 2020

Συνάντηση Χριστιανισμού και Ισλάμ

«Εν κατακλείδι, επισημαίνεται πως η συνάντηση του Χριστιανισμού με το Ισλάμ από τις πρώτες δεκαετίες του 7ου αιώνα δημιούργησε προϋποθέσεις προσέγγισης, συμβίωσης των δύο κοινοτήτων και διαλόγου μεταξύ τους. Παρά το γεγονός ότι υπήρξαν πολλές και σφοδρές πολεμικές συγκρούσεις ανάμεσα στους Βυζαντινούς και στους Άραβες, η επικοινωνία δεν διεκόπη. Σε δεδομένες χρονικές στιγμές και οι δύο πλευρές επιζητούσαν το διάλογο, ακόμη και μέσω της θεολογικής αντιπαράθεσης. Έτσι δεν άργησε να προβάλλει δειλά δειλά η επιτακτική ανάγκη να δοθούν λύσεις για τη μεταξύ τους συνύπαρξη και συμβίωση, που ως επακόλουθο είχε και την όποια προσέγγιση και απόπειρα εκ νέου θεολογικού διαλόγου μεταξύ των δύο θρησκειών. Τούτο σε κάποιο βαθμό αποσκοπούσε και στην αλληλοκατανόηση και στην εδραίωση ενός πνεύματος ανοχής ανάμεσα στις δύο κοινότητες. Η αρμονική συνύπαρξη, αν και δοκιμάστηκε πολύ σκληρά, υπήρξε ζητούμενο καθ’ όλη τη μακρά διάρκεια συμβίωσης χριστιανών και μουσουλμάνων, ένα αίτημα που παραμένει επίκαιρο όσο τίποτε άλλο ακόμη και στις μέρες μας».

ΣΥΜΕΩΝ Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ - ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΡΑΛΙΔΗΣ. (2017). Ορθόδοξη Θεολογία και Ισλάμ. Ένας διάλογος μεταξύ αντιπαράθεσης και σύγκλισης. Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Αθανασίου Αλτιντζή, σσ. 37-38.

Τετάρτη 17 Ιουνίου 2020

Ιερά Εξέταση - Δικτατορία του Φράνκο - Ναζιστική Γερμανία - Άουσβιτς: το απόλυτο κακό

«Ο Ες κοίταξε περιφρονητικά τον στρατιώτη, που κειτόταν στο πάτωμα, και την κηλίδα ανοιχτόχρωμου αίματος εκείνου του δειλού τσακαλιού, κι εκμεταλλεύτηκε την περίσταση για να βγάλει έναν αυτοσχέδιο λόγο στους σαστισμένους στρατιώτες. Τους είπε πως δεν υπάρχει μεγαλύτερη εσωτερική παρηγοριά και πνευματική ευχαρίστηση από την απόλυτη βεβαιότητα ότι οι πράξεις σου εκτελούνται στο όνομα του Θεού, με σκοπό την προστασία της αγίας καθολικής κι αποστολικής πίστης απ’ τους πολυάριθμους εχθρούς της, οι οποίοι δεν θα ησυχάσουν μέχρι να την εξαλείψουν, αδελφέ Μικέλ. Και αν κάποια μέρα αμφιταλαντευτείτε και συζητήσετε δημόσια αν είναι ορθό να ακρωτηριάζεται η γλώσσα των καταδίκων, αφού έχουν εξομολογηθεί την αμαρτία τους, παρότι αναγνωρίζω τις υπηρεσίες που μου προσφέρετε, σας διαβεβαιώ πως θα σας καταγγείλω στα ανώτατα δικαστήρια για υπερβολική επιείκεια κι αδυναμία που δεν αρμόζουν σε έναν αξιωματούχο του δικαστηρίου της Ιεράς Εξέτασης. 
“Το είπα από οίκτο, Εξοχότατε”. 
“Μπερδεύετε τον οίκτο με την αδυναμία”. Ο αδελφός Νικολάου Έιμερικ άρχισε να τρέμει προσπαθώντας να συγκρατήσει τα νεύρα του. “Αν επιμείνετε, θα είστε ένοχος για σοβαρότατη ανυπακοή”. 
Ο αδελφός Μικέλ έσκυψε το κεφάλι τρέμοντας από φόβο, και η ψυχή του έλιωσε όταν άκουσε τον ανώτερό του να προσθέτει: αρχίζω να υποπτεύομαι ότι η επιείκειά σας δεν είναι απλώς αποτέλεσμα αδυναμίας, αλλά συνέργειας με τους αιρετικούς. 
“Για όνομα του Θεού, Εξοχότατε!” 
“Μην αναφέρετε το όνομα του Θεού χωρίς λόγο. Μάθετε ότι ξέρω πως η αδυναμία θα σας κάνει προδότη κι εχθρό της Αλήθειας”. 
Ο αδελφός Νικολάου κάλυψε το πρόσωπό του με τα χέρια και προσευχήθηκε για λίγο από μέσα του. Απ’ τα βάθη της σκέψης του, ακούστηκε μια υπόκωφη φωνή που έλεγε είμαστε το μοναδικό μάτι που καραδοκεί για την αμαρτία, είμαστε οι φύλακες της ορθοδοξίας, αδελφέ Μικέλ, κατέχουμε την αλήθεια, είμαστε η αλήθεια και, όσο σκληρή κι αν σας φαίνεται η τιμωρία που επιβάλλουμε στον αιρετικό, είτε στο σώμα του είτε στα γραπτά του, όπως στην περίπτωση του απεχθούς Λιούλ, που πολύ λυπάμαι που δεν μπόρεσα να το οδηγήσω στην πυρά, να ξέρετε ότι εφαρμόζουμε τον νόμο και τη δικαιοσύνη, κι αυτό δεν μας μειώνει καθόλου, αλλά είναι, αντίθετα, μεγάλη τιμή. Επιπλέον, σας υπενθυμίζω ότι φέρουμε ευθύνη μόνο ενώπιον του Θεού και όχι των ανθρώπων. Μακάριοι όσοι πεινούν και διψούν για δικαιοσύνη Μικέλ, και μακαριότεροι όσοι εφαρμόζουν τη δικαιοσύνη, πόσο μάλλον αν ληφθεί υπόψη ότι η αποστολή μας έχει καθοριστεί ρητά απ’ τον λατρεμένο μας Fuhrer, ο οποίος ξέρει πως μπορεί να βασιστεί απολύτως στην ακεραιότητα, τον πατριωτισμό και τη δύναμη χαρακτήρα των Ες Ες του. Ή μήπως κάποιοι από εσάς αμφισβητούν τα σχέδια του Fuhrer; Τους κοίταξε όλους, δεσποτικά, προκλητικά, ενώ βημάτιζε πάνω κάτω σιωπηλός. Ή μήπως αμφισβητεί κανείς την αποφασιστικότητα του Reichsfuhrer Χίλμερ μας; Τι θα μου πείτε μεθαύριο, όταν θα έρθω εδώ, ε; Έπειτα από μια δραματική παύση, τουλάχιστον πέντε δευτερολέπτων: Πάρτε από εδώ αυτό το απόβρασμα! 
Ήπιαν δυο – τρια ποτήρια, μπορεί και τέσσερα και, συνεπαρμένος από την ευφορία που του προκαλούσε η ανάμνηση εκείνης της ηρωικής σκηνής, του αφηγήθηκε κι άλλα πράγματα, που δεν τα θυμόταν πολύ καλά».


ΖΑΟΥΜΕ ΚΑΜΠΡΕ. (2019). Confiteor, μτφρ. Ευρυβιάδης Σοφός, επιμέλεια Χαρά Σκιαδέλλη. Αθήνα: Πόλις, σσ. 278-279.

Δευτέρα 15 Ιουνίου 2020

Ο Αριστοτέλης, ο W. Benjamin, η Hannah Arendt, ο Thomas Hobbes, ο Fr. Holderlin, ο Carl Schmitt και ο M. Foucault του Giorgio Agamben

Το Homo Sacer του Ιταλού φιλοσόφου Τζόρτζιο Αγκάμπεν έρχεται να ανανεώσει τις κριτικές μελέτες γύρω από την έννοια της κυριαρχίας και να εμβαθύνει στους τρόπους με τους οποίους ασκείται και εμπεδώνεται η βιοπολιτική. Κυρίαρχο μοτίβο αποτελεί η γυμνή ζωή του homo sacer, αυτής της σκοτεινής φιγούρας του ρωμαϊκού δικαίου στην οποία αποτυπώνεται για πρώτη φορά η παράδοξη σχέση εξουσίας / κυριαρχίας και απλής βιολογικής ζωής. Γυμνή ζωή και κατάσταση εξαίρεσης αποτελούν για τον Αγκάμπεν δύο βασικά στοιχεία του τρόπου με τον οποίο συγκροτείται και αναπαράγεται η κυριαρχική αντίληψη της εξουσίας. Το θεμελιώδες έργο της κυρίαρχης εξουσίας είναι η παραγωγή της γυμνής ζωής ως αρχικού πολιτικού στοιχείου και ως κατωφλιού άρθρωσης μεταξύ φύσης και κουλτούρας, ζωής και βίου.
Ο Αγκάμπεν συνομιλεί και επεκτείνει τον διάλογο με στοχαστές όπως ο Αριστοτέλης, ο Καρλ Σμιτ, ο Μισέλ Φουκώ, η Χάνα Άρεντ κ.ά. Η παραγωγή ενός βιοπολιτικού σώματος είναι η πρωταρχική δραστηριότητα της κυρίαρχης εξουσίας. Μέσα από τη μελέτη του για τους ολοκληρωτισμούς του 20ού αιώνα προσεγγίζει τα στρατόπεδα συγκέντρωσης από τη μεριά της βιοπολιτικής, ανάγοντάς τα ως ένα καίριο παράδειγμα της πολιτικής νεωτερικότητας. Το στρατόπεδο συγκέντρωσης είναι σήμερα ολόκληρη η κοινωνία, οι σύγχρονες «δημοκρατίες» είναι ο φυσιολογικός συνεχιστής του ολοκληρωτισμού, του οποίου οι τεχνικές διαχέονται μέσω αόρατων δικτύων κατεξουσιασμού σε ολόκληρο το κοινωνικό σώμα. Σε μια περίοδο που η κατάσταση εξαίρεσης επεκτείνεται σε όλο και περισσότερα πεδία της καθημερινής ζωής και «όλοι ανεξαιρέτως είμαστε εν δυνάμει homines sacri», το βιβλίο του Τζόρτζιο Αγκάμπεν έρχεται να αναμετρηθεί και να σταθεί κριτικά απέναντι στους σύγχρονους και καθοριστικούς μετασχηματισμούς που συντελούνται στο κοινωνικό πεδίο· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].


«Συνεπώς εκείνο που προσδιορίζει την κατάσταση του homo sacer δεν είναι η αρχέγονη αμφισημία της ιερότητας που είναι σύμφυτη, όσο, αντιθέτως, ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του διπλού αποκλεισμού στον οποίο βρίσκεται εγκλωβισμένος και της βίας στην οποία εκτίθεται. Αυτή βία – η μη εγκεκριμένη θανάτωση την οποία μπορεί να διαπράξει οποιοσδήποτε – δεν μπορεί να ταξινομηθεί ούτε ως θυσία ούτε ως δολοφονία, ούτε ως εκτέλεση μιας καταδίκης ούτε ως ιεροτελεστία. Μακριά από τις θεσπισμένες μορφές του ανθρώπου και του θεϊκού δικαίου, διανοίγει μια σφαίρα του ανθρώπινου πράττειν που δεν είναι ούτε εκείνη του sacrum facere (τα ιερά επιτελείν, ιερουργείν, θύειν) ούτε εκείνη της κοσμικής πράξης και την οποία στο σημείο αυτό θα πρέπει να αποπειραθούμε να κατανοήσουμε».

GIORGIO AGAMBEN. (2018). Homo Sacer. Κυρίαρχη εξουσία και γυμνή ζωή, μτφρ. Παναγιώτης Τσαμουράς, επίμετρο Φιλήμων Παιονίδης. Αθήνα: Έρμα, σσ.134-135.

Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

O Giorgio Agamben μαζί με τους Walter Benjamin, Martin Heidegger, Emmannuel Levinas

Αρχή, δημιουργία και προσταγή συνδέονται άμεσα στη δυτική κουλτούρα. Η αρχή, η προέλευση, είναι ήδη μια προσταγή, η έναρξη είναι πάντα και η αρχή –ο «άρχων»– που κυβερνά και προστάζει. Αυτό ισχύει τόσο στη θεολογία, όπου ο Θεός όχι μόνο δημιουργεί τον κόσμο αλλά τον κυβερνά και δεν σταματά να τον κυβερνά μέσω μιας συνεχούς δημιουργίας, όσο και στη φιλοσοφική και πολιτική παράδοση, όπου αρχή και δημιουργία, προσταγή και βούληση, διαμορφώνουν από κοινού έναν στρατηγικό μηχανισμό, χωρίς τον οποίο το οικοδόμημα της κοινωνίας μας θα κατέρρεε.
Τα κείμενα του Ιταλού φιλοσόφου Τζόρτζιο Αγκάμπεν που παρουσιάζονται σε αυτό τον τόμο προσπαθούν να αποκαλύψουν αυτό τον μηχανισμό μέσω μιας αρχαιολογικής διερεύνησης των εννοιών του έργου, της δημιουργίας, της προσταγής και της βούλησης. Το έδαφος της αρχής διασχίζεται και εξερευνάται παντοιοτρόπως, στη βάση της αναζήτησης μιας αναρχικής οδού διαφυγής. Η αναρχία εμφανίζεται ως το μυστικό κέντρο της εξουσίας, κάτι που πρέπει να έρθει στο φως προκειμένου να καταστεί δυνατή μια σκέψη που θα απορρίπτει τόσο την αρχή όσο και την προσταγή αυτής της εξουσίας· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].


«Σκέφτομαι, ωστόσο, ότι η δύναμη που απελευθερώνει η πράξη της δημιουργίας πρέπει να είναι μια δύναμη εσωτερική στην ίδια την πράξη, όπως εσωτερική σε αυτή πρέπει να είναι και η πράξη της αντίστασης. Μόνο με αυτό τον τρόπο γίνεται κατανοητή η σχέση μεταξύ αντίστασης και δημιουργίας, όπως και εκείνη μεταξύ δημιουργίας και δύναμης»
«Δίκαιο, θρησκεία και μαγεία – τα οποία στην αρχή δεν ήταν πάντοτε εύκολο να διακριθούν – συνιστούν πράγματι μια σφαίρα στην οποία η γλώσσα είναι πάντοτε στην προστακτική. Πιστεύω, μάλιστα, ότι ένας καλός ορισμός της θρησκείας θα ήταν αυτός που θα τη χαρακτήριζε ως την προσπάθεια οικοδόμησης ενός ολόκληρου σύμπαντος πάνω σε μια προσταγή. Και όχι μόνο ο Θεός εκφράζεται με την προστακτική, με τη μορφή της εντολής, αλλά, περιέργως, και οι άνθρωποι στρέφονται στον Θεό με τον ίδιο τρόπο. Είτε στον κλασικό κόσμο είτε στον ιουδαϊσμό και στον χριστιανισμό, οι προσευχές διατυπώνονται πάντοτε στην προστακτική: “Τον άρτον ημών τον επιούσιον. Δος ημίν σήμερον”»

GIORGIO AGAMBEN. (2018). Δημιουργία και Αναρχία. Το έργο στην εποχή της καπιταλιστικής θρησκείας, μτφρ. Παναγιώτης Καλαμαράς, επίμετρο Gilles Deleuze. Αθήνα: Έρμα, σσ. 29-30, 89-90.  

Παρασκευή 12 Ιουνίου 2020

Κέλευθος


HENRY G. LIDDELL και ROBERT SCOTT. (2007). Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης. Μεταφρασθέν εκ της Αγγλικής εις την Ελληνικήν υπό ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ Π. ΜΟΣΧΟΥ. Δ. Φ. Καθηγητού. Δια πολλών δε βυζαντινών ιδίως λέξεων και φράσεων πλουτισθέν και εκδοθέν επιστασία ΜΙΧΑΗΛ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ. Τόμος Δεύτερος Ε, Ζ, Η, Θ, Ι, Κ. ΕΚΔΟΤΗΣ - ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΔΕΡΗΣ – ΑΘΗΝΑΙ.

Κυριακή 7 Ιουνίου 2020

Η Θεολογία του Σώματος

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Άλλοτε σε συζητήσεις κι άλλοτε σε μαθήματά μου που σχετίζονται με το ανθρώπινο σώμα, ρωτώ τους μαθητές-μου: «τι είναι ο έρωτας για εσάς»; Οι απαντήσεις που δίνουν, εκτός του ωραίου γούστου που έχουν, νομίζω,πως δείχνουν και κάτι άλλο, πιο βαθύ και πιο ουσιαστικό: οι έφηβοι «ψάχνονται», όπως συνήθως λέμε εμείς οι μεγαλύτεροι· πέραν των πολλαπλών ψυχικών και σωματικών-τους μεταβολών, αναζητούν στέρεα στηρίγματα για τις ενδοψυχικές διεργασίες-τους, οι οποίες σε μεγάλο ποσοστό σχετίζονται με τον έρωτα. Με άλλα λόγια αναζητούν την ύπαρξή τους μακριά κι έξω από τον «αερόσακο», κατά πως γράφει κι ο παπα-Βασίλης Θερμός. Φέρνω ένα παράδειγμα. Ρώτησα εφέτος μαθητές της Α΄ Λυκείου, «έρωτας: σφηνάκι ή χαμομήλι»; Κι οι απαντήσεις ήταν πρωτότυπες. Αντιγράφω αυτούσια μια: «στην αρχή κάθε σχέσης, ο έρωτας φαντάζει με σφηνάκι. Είναι έντονος, γρήγορος, γεμάτος πάθος και σε “χτυπάει”, καίγοντας τα σωθικά-σου, κάνοντας ταυτοχρόνως την καρδιά-σου να θερμαίνεται και να χτυπάει κι αυτή όλο και πιο δυνατά, την ίδια στιγμή που ο νους-σου θολώνει χωρίς να ξεχωρίζει τη λογική από το συναίσθημα και την αλήθεια από το ψέμα. Γράφοντας όλα αυτά καταλήγω στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι ο έρωτας κι έπειτα η αγάπη δεν έχουν ημερομηνία λήξης, όρους ή προϋποθέσεις και όρια. Δεν “πεθαίνουν” ποτέ. Αντίθετα παραμένουν ζωντανοί, για κάθε αιωνιότητα που έπεται, ανεξάρτητα από το πέρας του χρόνου».


Έρωτας είναι το ξεκλείδωμα της ύπαρξης στον Άλλον· σκηνή από το συναξάρι των συζύγων αγίας Ναταλίας και αγίου Αδριανού. Η Ναταλία στήριξε τον 28χρονο Αδριανό στο μαρτύριο του, το 298. Έργο π. Σταμάτη Σκλήρη, 1996.

Στα τόσα πολλά που συχνά πυκνά γράφονται και δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο για τον έρωτα, τη σεξουαλικότητα και την αποτίμησή τους από εκκλησιαστικής και θεολογικής πλευράς, είμαι σίγουρος πως λίγα είναι εκείνα που έχουν σχέση με την αληθινή Εκκλησία και τη Θεολογίας-της. Και αυτό γιατί ουκ ολίγοι θεολόγοι και ιερείς, δεν χάνουν την ευκαιρία να δαιμονοποιούν τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα. Ελάχιστοι είναι οι θεολόγοι και ιερείς που τολμούν να αρθρώσουν εκείνο «το του έρωτος όνομα μη φοβηθώμεν». Δια του λόγου το αληθές, αναφέρομαι στο επιμορφωτικό ψηφιακό / webinar (wed-based seminar) – σεμινάριο – τελεσπερίδα, που με επιτυχία οργάνωσαν τα ΠΕΚΕΣ Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας, (03 Ιουνίου 2020), υπό την παιδαγωγική και θεολογική καθοδήγηση των Συντονιστών Θεολόγων κ. Χαράλαμπου Ανδρεόπουλου και κ. Νικολάου Παύλου, με θέμα: «Θεολογία του Σώματος», με αφορμή τη συζήτηση που τελευταία γίνεται για την ένταξη στο σχολείο του μαθήματος της Σεξουαλικής Διαπαιδαγώγησης, παιδαγωγικό αίτημα πολλών ετών το οποίο, δυστυχώς, μέχρι σήμερα, ουδείς Υπουργός Παιδείας ετόλμησε να φέρει εις πέρας. 
Στην εν λόγω, λοιπόν, τηλεσπερίδα μετά από τους χαιρετισμούς των Οργανωτικών Συντονιστών των ΠΕΚΕΣ Στερεάς Ελλάδας και Θεσσαλίας, κ. Χρίστου Μαρκαντώνη και κ. Βασίλειου Κωτούλα, αλλά και τις δύο ολιγόλεπτες εισηγήσεις των καλών συναδέλφων Χαράλαμπου Ανδρεόπουλου και Νικολάου Παύλου [βλ. «Η θεολογική προσέγγιση της σεξουαλικότητας»], κεντρικός ομιλητής ήταν ο γνωστός στον θεολογικό και επιστημονικό εν γένει χώρο κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, Καθηγητής στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ· [βλ. «Η θεολογία του σώματος»]. Αξίζει, εδώ, να τονιστεί πως στο πλούσιο συγγραφικό έργο του κ. Σταμούλη, μπορεί κανείς να βρει σημαντικότατες πληροφορίες για τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα, στηριγμένες στις θετικές θέσεις πολλών Πατέρων της Εκκλησίας (Ιωάννη Χρυσόστομο, Μέγα Βασίλειο, Βασίλειο Αγκύρας, Συμεών Νέο το Θεολόγο, Ιωάννη Δαμασκηνό). Εν τάχει αναφέρω δύο: Έρως και Θάνατος, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2009, [δεύτερη έκδοση από τον Αρμό, Αθήνα 2019], και Έρωτας και σεξουαλικότητα: Αφήγηση διεπιστημονική. Από την αρχαιότητα στο σήμερα. Από τους μικροοργανισμούς στον άνθρωπο, επιμέλεια Χρυσόστομος Σταμούλης, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2014. 
Αυτό που στην παραπάνω τηλεσπερίδα με παρρησία τονίστηκε ήταν ότι, «η σεξουαλικότητα είναι μια από τις έμφυτες δυνάμεις του ανθρώπου και όπως έχουν διευκρινίσει οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν είναι κακή, ούτε αμαρτωλή αφ΄ εαυτής. Στο πλαίσιο της χριστιανικής ανθρωπολογίας ο άνθρωπος καλείται να μην την αφήνει τυφλή, αλλά να την προσανατολίσει προς συγκεκριμένο πρόσωπο καθώς η σεξουαλικότητα δεν (πρέπει να) είναι απλώς τρόπος ικανοποίησης μιας βιολογικής ορμής, αλλά (πρέπει να) γίνεται οδός για την πραγμάτωση μιας προσωπικής (δηλαδή μεταξύ συγκεκριμένων προσώπων) ερωτικής κοινωνίας μέσα από το μυστήριο του γάμου»
Αξίζουν θερμά συγχαρητήρια τόσο στους οργανωτές όσο και στους συμμετέχοντες συναδέλφους θεολόγους, γιατί ετόλμησαν να θέσουν επί τον τύπο των ήλων το εξής βασικό πρόταγμα: «ο έρωτας βάζει δύσκολα στην Εκκλησία. Έβαζε στο παρελθόν, το κάνει και σήμερα»


Κορίτσι στο μετρό, 1955, λάδι σε μουσαμά, 75Χ55 εκ., στο: Προσωπογραφίες Πολύκλειτου Ρέγκου (1925 – 1984). Θεσσαλονίκη: Δήμος Θεσσαλονίκης - Δημοτική Πινακοθήκη, σ. 112.

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2020

Η διαχρονική θεολογική διάσταση της βυζαντινής λειτουργικής παράδοσης

«Ούτε ο τυφλός συντηρητισμός ούτε η ριζική αλλαγή μπορούν να είναι επαρκείς απαντήσεις, και θα ήταν ασυνεπείς με το πνεύμα της χριστιανικής παράδοσης όπως το ήξερε το ίδιο το Βυζάντιο. Καμιά φορά ο καλύτερος τρόπος να σκοτώσεις μια παράδοση είναι να ακολουθήσεις τον εξωτερικό τύπο χωρίς να κατανοείς πραγματικά το περιεχόμενο. Η ζώσα παράδοση εμπεριέχει το είδος εκείνο της αλλαγής και της προσαρμοστικότητας που διασώζει τη συνεχή της επικαιρότητα· ειδάλλως η Εκκλησία γίνεται ένα μουσείο πομπώδους επιδείξεως και τοπικισμού ανώδυνα αποδεκτό, στο πλαίσιο μιας πλουραλιστικής και βασικά επιφανειακής κοινωνίας, αλλά ουσιαστικά ασυνεπές στην ίδια την Ορθοδοξία».


ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΕΓΙΕΝΤΟΡΦ. (1990). «Η Λειτουργία. Ένας οδηγός στο Πνεύμα του Βυζαντίου», στο: Η βυζαντινή κληρονομιά στην Ορθόδοξη Εκκλησία, μτφρ. Δημήτριος Μόσχος. Αθήνα: Αρμός, σσ. 145-146.