Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Άξια η Θεατρική Ομάδα των Αστέγων Μυτιλήνης για το έργο του Ίρβιν Σόου, «Θάψτε τους νεκρούς», που πρόσφατα ανέβασε στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης. Τους αξίζουν συγχαρητήρια, όχι μόνο για το ταλέντο τους επί της θεατρικής σκηνής, αλλά για τη λογοτεχνική θα ΄λεγα απόδοση του κειμένου και τη σκηνοθεσία. Δίχως να είμαι ειδικός – κριτική θεάτρου δεν μπορώ να κάμω – πιστεύω ότι ένα τέτοιο θεατρικό κείμενο, του οποίου παλαιότερα αποσπάσματα είχα χρησιμοποιήσει διδάσκοντας την έννοια του θανάτου στο μάθημα των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου, αξίζει να ανεβαίνει ξανά και ξανά σε θεατρικές παραστάσεις, γιατί ο πόλεμος κι ο θάνατος προσφέρει στον άνθρωπο εκείνη τη δωρεά των δακρύων, που είναι σαν το δεύτερο βάπτισμα του ανθρώπου, καθώς λένε πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας.
Άξια η Θεατρική Ομάδα των Αστέγων Μυτιλήνης για το έργο του Ίρβιν Σόου, «Θάψτε τους νεκρούς», που πρόσφατα ανέβασε στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης. Τους αξίζουν συγχαρητήρια, όχι μόνο για το ταλέντο τους επί της θεατρικής σκηνής, αλλά για τη λογοτεχνική θα ΄λεγα απόδοση του κειμένου και τη σκηνοθεσία. Δίχως να είμαι ειδικός – κριτική θεάτρου δεν μπορώ να κάμω – πιστεύω ότι ένα τέτοιο θεατρικό κείμενο, του οποίου παλαιότερα αποσπάσματα είχα χρησιμοποιήσει διδάσκοντας την έννοια του θανάτου στο μάθημα των Θρησκευτικών της Β΄ Λυκείου, αξίζει να ανεβαίνει ξανά και ξανά σε θεατρικές παραστάσεις, γιατί ο πόλεμος κι ο θάνατος προσφέρει στον άνθρωπο εκείνη τη δωρεά των δακρύων, που είναι σαν το δεύτερο βάπτισμα του ανθρώπου, καθώς λένε πολλοί Πατέρες της Εκκλησίας.
Πάντως, καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, ερχόταν στο νου μου το μεταφρασμένο από τον Γ. Σεβαστίκογλου κείμενο του Ίρβιν Σόου, αλλά και η διασκευή του σε νουβέλα από τον ποιητή Στάθη Πρωταίο, την οποία η Γαλάτεια Καζαντζάκη χαρακτηρίζει «πολύ δυνατή» γιατί ο καθένας διαβάζοντάς τη, ακόμη και σήμερα, πάντα θα νιώθει «το μίσος εναντίον του πολέμου».
Ερχόταν, όμως, στο νου μου κι εκείνος ο ήρωας Λεωνίδας Κ., από το μυθιστόρημα Η δύναμη του σκοτεινού θεού, του Τάκη Θεοδωρόπουλου. Δεν ξέρω γιατί. Αναρωτιόμουν συνέχεια. Μέχρι τη στιγμή που το ξανάπιασα στο χέρι μου και ξεφυλλίζοντάς το, η ματιά μου έπεσε σε δύο σελίδες που είχα υπογραμμίσει όταν πριν κάποια χρόνια το διάβαζα. Αντιγράφω το απόσπασμα, διότι θεωρώ ότι έχει την αξία του, δένει κάπως με τη θεατρική παράσταση της Ομάδας των Αστέγων Μυτιλήνης:
«Εννοείται ότι το τοπίο έχει αλλάξει από τότε. Όμως ο βράχος παραμένει πάντα ίδιος, όπως κι ο θάνατος παραμένει πάντα ο ίδιος, εξίσου απόλυτος, εξίσου ανέκκλητος, εξίσου πραγματικός. Αν αφαιρέσεις τον θάνατο από την πραγματικότητα, η πραγματικότητα παύει να είναι πραγματική. Και τότε κάνεις θέατρο.
»Γι’ αυτό κάνεις θέατρο.
»Για να βγάλεις τον θάνατο απ’ την πραγματικότητα και να τον φέρεις στη σκηνή, να τον χειραγωγήσεις, να τον οικειοποιηθείς, να τον αγγίξεις με τα ίδια σου τα χέρια, να τον δεις, να τον ακούσεις να σου μιλάει. Η απογοήτευση της αναπαράστασης του θανάτου επί σκηνής στην αρχαία Αθήνα αυτό το νόημα είχε. Έδιναν σχήμα στο σκοτάδι του, του έδιναν ρυθμό κι έτσι κατακτούσαν την ψευδαίσθηση ότι τον έκαναν δικό τους, ένα παιχνίδι που οργάνωνε και επαλήθευε τη θέλησή τους για να ζήσουν. Η στάση τους ήταν άκρως ρεαλιστική. Το είχαν πάρει απόφαση πως δεν υπάρχει άλλος τρόπος». ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ. (1999). Η δύναμη του σκοτεινού θεού. Αθήνα: Ωκεανίδα, σσ. 106-107.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου