«Μαζί με δύο άλλα πρόσωπα, που το ένα είναι γυναίκα και το άλλο μάλλον ο φίλος μου Α. Κ., βρισκόμαστε σ’ ένα σκούρο κλειστό αυτοκίνητο και προχωρούμε πλάι στη θάλασσα κάτω από πυκνά δέντρα. Γρήγορα όμως το τοπίο αλλάζει κι απομένει εντελώς γυμνό. Σ’ ένα σημείο, που ο δρόμος χωρίζει, εξηγώ στους συνεπιβάτες μου ότι ο αριστερός οδηγεί στην πολιτεία, ενώ ο άλλος, ο δεξιός, ακολουθώντας ένα είδος μουράγιου πλακόστρωτου, πάει σε κάποιο Μοναστήρι που, πραγματικά, το βλέπουμε να προβάλλει μακριά στο βάθος πάνω απ’ τη θάλασσα. Μοιάζει περισσότερο με άσπρη κυκλαδίτικη εκκλησιά. Ο σωφέρ, χωρίς να του πούμε τίποτε, ακολουθεί στην αρχή τον αριστερό δρόμο. Ύστερα σταματάει, κάνει όπισθεν και παίρνει τον άλλο, τον παραλιακό. Ενώ απέχουμε ακόμη αρκετά από την Εκκλησία – Μοναστήρι, αυτός σταθμεύει μπροστά σ’ ένα ορθογώνιο μισοτελειωμένο χτίσμα, πασαλειμμένο πρόχειρα με ασβέστη – τα τούβλα και τα δοκάρια φαίνονται ακόμη αποκάτω -, κατεβαίνει και μας δείχνει με ύφος πολύ επίσημο την είσοδο: “Εδώ είναι η εκκλησιά της Παναγιάς της Χειροδείχτρας”, λέει τονίζοντας τα λόγια του.
»Κατεβαίνουνε κι εμείς· περνάμε μια μικρή γέφυρα για να φτάσουμε ως την πόρτα· εκεί, δεξιά πάνω απ’ την πόρτα, στον ασβέστη, παρατηρούμε πραγματικά μια μικρή τοιχογραφία μισοσβησμένη, όπως οι παλιές βυζαντινές. Παριστάνει μια Παναγιά, εντελώς αδέξια ζωγραφισμένη, που τεντώνει το δεξί της χέρι, σα να δείχνει ή σα να κοροϊδεύει. Ο δείχτης μάλιστα του χεριού είναι υπερβολικά μεγάλος και χοντροκομμένος. Οι σύντροφοί μου αρχίζουν να σταυροκοπιούνται, αλλά εγώ σκύβω αμίλητος πάνω απ’ τη γέφυρα και κοιτάζω το νερό που κυλάει ήρεμα».
ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. (52000). «Η Παναγιά η Χειροδείχτρα», στο: Ανοιχτά Χαρτιά. Αθήνα: Ίκαρος, σσ. 207-208.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου