Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

Παρόλα αυτά, καλή σχολική χρονιά!

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

«Δεν βρίσκω το λόγο να πάω το πρωί στο σχολείο. Σαν να με βάζεις φυλακή με τους χειρότερους φυλακόβιους και βασανιστές που μιλούν γλώσσες που δεν καταλαβαίνω και αυτό είναι το χειρότερο. Τι να μου πει η άλλη με τα αρχαία στο χέρι, όταν το μυαλό μου είναι πότε θα χάσουμε μάθημα, να κάνουμε κανένα τσιγάρο. Αυλή δεν έχουμε και μαζευόμαστε στις τουαλέτες. Ποντικάριοι… Γράφει ο άλλος σαράντα λεπτά στον πίνακα μαθηματικά και περιμένει εγώ να τον θαυμάσω. Τι λες ρε, και τι έκανα εγώ χθες στο φροντιστήριο; Τα ίδια και καλύτερα. Τουλάχιστον εκεί οι καθηγητές ενδιαφέρονται… Είναι μετά να μη βγεις να τα σπάσεις, να αλλάξουν όλα. Στο σχολείο είναι όλα σκ…».
Αντώνης από την Αθήνα, 18 ετών, στο: Τάξη + Αταξία. Οι νέοι φωνάζουν. Εισαγωγή – Επιμέλεια Μάριος Λιάγκης – Κουκουνάρας, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2011, σ. 216.

Αύριο 1η Σεπτεμβρίου, τα σχολεία μας ανοίγουν για τους εκπαιδευτικούς και σε δέκα ημέρες ανοίγουν και για τους μαθητές. Δεν χωρά αμφιβολία ότι το δημόσιο ελληνικό σχολείο περνά βαθιά παρατεταμένη κρίση. Κάποτε, αν καλά θυμάμαι, σ’ ένα εκπαιδευτικό άρθρο, είχα διαβάσει πως η λέξη κρίση, στα κινέζικα έχει διπλή σημασία· σημαίνει κίνδυνος αλλά και ευκαιρία. Η σημερινή υπουργίνα Παιδείας, όπως άλλωστε και κάθε υπουργίνα και υπουργός Παιδείας στο παρελθόν, δεν χάνει την ευκαιρία να καυχάται γιατί το «μεταρρυθμιστικό» της πρόγραμμα κάνει το δημόσιο ελληνικό σχολείο πιο σύγχρονο και πιο ελκυστικό. Παραβλέπει, όμως, τον κίνδυνο που, συχνά πυκνά, πιο ειδικοί απ’ αυτή, με πραγματικό όραμα και γνώση για την Παιδεία, μετά επιτάσεως υποστηρίζουν: το δημόσιο ελληνικό σχολείο είναι χρησιμοθηρικό, οι μαθητές δεν το αγαπούν, είναι αδιάφοροι –εδώ ταιριάζει γάντι το «επιτήρηση και τιμωρία: η γέννηση της φυλακής» του Μισέλ Φουκώ-, είναι γεγονός η έλλειψη ουσιαστικής αξιολόγησης των εκπαιδευτικών -παρά τη «ρητορική μυθολογία» των δύο τελευταίων ετών ότι, δηλαδή, η αξιολόγηση που γίνεται είναι αποτελεσματική- όπως, επίσης, γεγονός είναι και η διεύρυνση κοινωνικών ανισοτήτων αφού οι βαθμοί ποτέ δεν είναι αθώοι· με άλλα λόγια ισχύει αυτό που έλεγε ο Δ. Ν. Μαρωνίτης: «από τα γράμματα, στα προγράμματα και τα παιδιά αγράμματα».
Πέραν τούτων, υπάρχουν και άλλα ηχηρά παρόμοια που, κατά κόρον, ως καινοτόμες μεταρρυθμίσεις προβάλλουν οι εκάστοτε Υπουργοί Παιδείας και, που, δείχνουν γιατί το δημόσιο ελληνικό σχολείο βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση: μετατροπή του σε κακέκτυπο του φροντιστηρίου, δεκάδες νέα σχολικά βιβλία, εξετασιοκεντρικός προσανατολισμός της διδακτέας ύλης, έλλειψη παιδαγωγικού ρόλου και εξωδιδακτικές ενασχολήσεις όλων των εκπαιδευτικών.
Όλα αυτά, όπως λένε πολλοί, ειδικοί και μη ειδικοί, αποτελούν δείγματα απαξίωσης του δημόσιου ελληνικού σχολείου, με αποτέλεσμα σε τέτοιες συνθήκες να είναι ουτοπικό να μιλάμε για ένα σχολείο όπου όλοι οι μαθητές θα μαθαίνουν γράμματα, όπου οι καλοί δάσκαλοι θα πιστεύουν στην παιδευσιμότητα όλων ανεξαιρέτως των μαθητών, όπου η εκάστοτε Υπουργοί Παιδείας δεν θα κάνουν φωτογραφικές «μεταρρυθμίσεις» που θα απορρυθμίζουν εκπαιδευτικούς και μαθητές, όπου το «Κουτί της Πανδώρας» στην εκπαίδευση δεν θα έχει ανυπολόγιστες και αρνητικές συνέπειες. Καταπώς λέει κι ο Νίκος Εγγονόπουλος: «[…] όλα τα περί Πανδώρας / και του κουτιού της / είναι ανάξια λόγου παραμύθια… / Ούτε η Πανδώρα ούτε οι θεοί της / βάλανε τίποτα μέσα στο κουτί / κι' ούτε με τ’ άνοιγμα / φύγαν τα δώρα / (που δεν υπήρχαν). / Προσποιήσεις ψευτιές (φτηνές ψευτιές) / ανέντιμες υποσχέσεις και προσδοκίες / μας κάναν να / πιστέψουμε πως κάτι έκλεινε μέσα το / κουτί / που είχε η Πανδώρα!», «Το Κουτί της Πανδώρας». Στην κοιλάδα με τους ροδώνες, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα (1978) 1987, σ. 101-102.  Παρόλα αυτά, καλή σχολική χρονιά!

ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: ΙΩΑΝΝΗΣ Ε. ΠΥΡΓΙΩΤΑΚΗΣ. (2011). Εισαγωγή στην Παιδαγωγική Επιστήμη. Αθήνα: Πεδίο, σ. 458.

Τί, άραγε, συμβαίνει στη Μονή Σινά;



Λόγος ΚΣΤ΄. Περί διακρίσεως λογισμών, παθών και αρετών, νζ΄, στο: Κλίμαξ Ιωάννου του Σιναΐτου. Κείμενο επί τη βάσει χειρογράφου της εν Άθω Ιεράς Μονής Αγίου Διονυσίου. Το πρώτον εκδοθέν υπό Σωφρονίου ερημίτου. Δαπάνη των εκ Ραιδεστού αδελφών Σ. Κεχαγιόγλου. Νυν δε επανεκδιδόμενον υπό του Εκδοτικού Οίκου «Αστήρ». Εις Β΄ έκδοσιν. Βάσει της εν Κωνσταντινουπόλει εκδόσεως 1883. Εκ του τυπογραφείου Κ. Α. Βρεττού, εκδ. Αστήρ – Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Αθήνα 1979, σ. 133.


«57. Είπαν μερικοί ότι οι δαίμονες έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους. Εγώ όμως εγνώρισα καλά ότι όλοι επιζητούν την καταστροφή μας».

Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου. Λόγος ΚΣΤ΄. Περί διακρίσεως, στο: Κλίμαξ. Μετάφραση: Αρχιμανδρίτου Ιγνατίου Πουλουπάκη. Εισαγωγή: Ιωάννου Κορναράκη. Επίμετρο: Ιωάννου Φουντούλη, εκδ. Imago. Αθήνα 1983, σ. 341.

Σάββατο 30 Αυγούστου 2025

H φρίκη μας και το Ισραήλ

Του ΜΑΝΩΛΗ ΒΑΡΔΗ


Nαι, είναι προφανές, το Ισραήλ εφαρμόζει πολιτικές τουλάχιστον εθνοκάθαρσης. Μόνο που δεν τις εφαρμόζει τώρα, αλλά συστηματικά επί δεκαετίες. Η Χαμάς που εξαπέλυσε την Οκτωβριανή της «επανάσταση», δεν ήξερε -πέρα από την εβραϊκή γλώσσα- πώς θα αντιδράσει το «γενοκτόνο» Ισραήλ. Τί δηλαδή; Ήθελε να το τεστάρει; Ερωτήσεις αυτονόητες που δεν απαντώνται. Το τερατόμορφο κράτος του Ισραήλ (το σημερινό) δεν αντιμετωπίζεται, όμως, με «Palestine free, from the river to the sea» κ.λπ. Τον γενοκτόνο Χίτλερ, κάποτε, αντιμετώπισαν και νίκησαν οι Σοβιετικοί με στρατό, οικογένειες ζωντανές και το άνοιγμα των εκκλησιών. Σήμερα, η μόνη σοβαρή απάντηση στις φρικαλεότητες του Ισραήλ, αυτή του Ιράν, αντιμετωπίστηκε από τους κινηματίες με πλήρη αδιαφορία - σε αντίθεση με το καράβι της Γάζας και άλλες τέτοιες ανώδυνες γραφικότητες. Κανονικά, το Ισραήλ θα πρέπει να ενισχύει τους «Palestine free, from the river to the sea», το βοηθούν απίστευτα στην πολιτική που εφαρμόζει. Και φυσικά, λοιπόν, δεν φοβάται τα αστόπαιδα της Δύσης με τα κατσαρόλια που χτυπάνε και τις διάφορες Μποφίλιου. Με άλλα λόγια: ή θα σοβαρευτείτε για να αντιμετωπίσετε το Ισραήλ ή αλλιώς μη μας ζαλίζετε…

ΠΗΓΗ: manolisgvardis

Της μπαλαρίνας κόρης μου ΤΑΞΙΑΡΧΟΥΛΑΣ!!!


ΠΗΓΗ: Simply Red

Καλό Σαββατοκύριακο!!!

ΠΗΓΗ: Velune Sessions

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2025

Η Tεχνητή Nοημοσύνη σαρώνει, αλλά τι σαρώνει;

Της ΑΝΘΗΣ ΠΑΖΙΑΝΟΥ


Ασφάλεια ή δικαιώματα; Καινοτομία ή ελευθερίες; Σύμφωνα με την Καθηγήτρια Μαντώ Ραχωβίτσα, πρόκειται για ψευδοδιλήμματα που δεν πρέπει να δεχόμαστε. Στον ραδιοφωνικό σταθμό του «Ν» στους 99 στα fm φιλοξενήθηκε η Μυτιληνιά Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ, Μαντώ Ραχωβίτσα, με πολυετή ερευνητική και διδακτική εμπειρία στην Ευρώπη. Σε μια συζήτηση που κινήθηκε από την καθημερινή χρήση του ChatGPT έως τις βαθύτερες συνέπειες της Τεχνητής Νοημοσύνης (ΑΙ), η κα Μαντώ Ραχωβίτσα, μέλος της ΑΜΚΕ ΔΕΚΑ για τα Ψηφιακά Δικαιώματα, τόνισε ότι η Τεχνολογία δεν είναι ποτέ ουδέτερη και ότι η σχέση της με τα Ανθρώπινα Δικαιώματα απαιτεί διαρκή επαγρύπνηση.

Από το «Σούπερ Κατερίνα» στο ChatGPT

Συζητήσαμε πόσο διαφορετικά μεγάλωσαν οι προηγούμενες γενιές, αναζητώντας συμβουλές σε περιοδικά ή σε φίλους, σε σχέση με τους σημερινούς εφήβους που στρέφονται σε εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης ακόμα και για ερωτικά ζητήματα. «Δεν θα το πιστεύαμε ποτέ πριν λίγα χρόνια ότι ένα τέτοιο εργαλείο θα γινόταν προσωπικός μας βοηθός», σχολίασε.
Η κ. Ραχωβίτσα εξήγησε ότι το ChatGPT και παρόμοια μοντέλα μπορούν να προσφέρουν εντυπωσιακές δυνατότητες, όμως «δεν δίνουν πάντα ακριβείς πληροφορίες». Συχνά κατασκευάζουν πηγές ή τίτλους βιβλίων που δεν υπάρχουν, γεγονός που καθιστά την αβασάνιστη χρήση τους επικίνδυνη, ιδίως σε ακαδημαϊκά κείμενα.

Όταν η τεχνητή νοημοσύνη γίνεται «παρέα»

Η κα Ραχωβίτσα αναφέρθηκε στο πώς η Τεχνητή Νοημοσύνη χρησιμοποιείται πλέον και ως «εργαλείο συντροφικότητας». Υπάρχουν ήδη περιστατικά στην Ευρώπη όπου άνθρωποι, σε συνθήκες μοναξιάς, κατέφυγαν σε τέτοιες εφαρμογές για παρέα. Σε ορισμένες ακραίες περιπτώσεις, μάλιστα, χειριστικές απαντήσεις οδήγησαν σε αυτοκτονίες. «Συζητάμε για εργαλεία που μπορούν να ενισχύσουν τάσεις, ακόμα και καταστροφικές. Αυτό δείχνει πόσο απαραίτητη είναι η εκπαίδευση των χρηστών, αλλά και η κρατική μέριμνα για σωστή ενημέρωση», υπογράμμισε.

Η ψευδαίσθηση της αντικειμενικότητας

Ένας από τους πιο επικίνδυνους μύθους, σύμφωνα με τη κα Ραχωβίτσα, είναι η αντίληψη ότι τα αλγοριθμικά συστήματα είναι ουδέτερα και αντικειμενικά. «Στην πραγματικότητα, προσαρμόζονται στις απόψεις μας, δημιουργώντας μια φούσκα πληροφορίας. Αυτό δεν αφορά μόνο το ατομικό επίπεδο, αλλά και το συλλογικό: τα τελευταία χρόνια έχουν καταγραφεί περιπτώσεις όπου εργαλεία Τεχνητής Νοημοσύνης κατεύθυναν πολιτικές εκλογές»Τόνισε, επίσηςης, ότι τέτοιες πρακτικές παραμορφώνουν την πραγματικότητα και αποτελούν «φαινόμενα χειριστικότητας σε συλλογικό επίπεδο».

Η ιδιωτικότητα στο μικροσκόπιο

Στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκε και το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα. Η κα Ραχωβίτσα εξήγησε ότι τα δεδομένα που καταχωρούμε σε πλατφόρμες όπως το GPT συχνά διατηρούνται και χρησιμοποιούνται για εκπαίδευση άλλων μοντέλων, χωρίς πλήρη ανωνυμοποίηση. «Δεν χρειάζεται να έχεις κάτι να κρύψεις για να θες ιδιωτικότητα. Είναι βασική ανάγκη κάθε ανθρώπου, όπως το να κλείνεις την πόρτα του δωματίου σου», είπε χαρακτηριστικά. Αναφέρθηκε ακόμη στην εισαγωγή συστημάτων αναγνώρισης προσώπου από την ελληνική αστυνομία, τονίζοντας ότι τέτοιες τεχνολογίες μπορούν να αποθαρρύνουν τους πολίτες από το να ασκήσουν θεμελιώδη δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στη διαδήλωση.

Ανθρώπινα δικαιώματα και ψευδοδιλήμματα

Η κα Ραχωβίτσα απέρριψε ως «ψευδοδιλήμματα» τις αντιπαραθέσεις τύπου «ασφάλεια ή δικαιώματα» και «καινοτομία ή ελευθερίες». «Η ιστορία μάς δείχνει ότι όπου τέθηκαν τέτοια διλήμματα, οδηγηθήκαμε σε ολισθηρούς δρόμους. Η πρόκληση είναι να διασφαλίσουμε ταυτόχρονα και την καινοτομία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα», τόνισε.
Υπενθύμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει ήδη από το 2022 νομοθεσία για την Τεχνητή Νοημοσύνη, «όμως το πρόβλημα είναι η εφαρμογή της». Γι’ αυτό, όπως είπε, χρειάζεται κοινωνική και πολιτική πίεση ώστε να ανοίξει δημόσιος διάλογος και να διαμορφωθεί πλαίσιο που προστατεύει δικαιώματα και ελευθερίες.

Η ανάγκη για δημόσια συζήτηση

Κλείνοντας, η κα Ραχωβίτσα σημείωσε ότι στην Ελλάδα λείπει μια ουσιαστική δημόσια συζήτηση για την τεχνητή νοημοσύνη. «Δεν αρκεί να βλέπουμε την καινοτομία μόνο ως οικονομική ευκαιρία. Χρειάζεται σοβαρός διάλογος για το πώς τα νέα εργαλεία συνδέονται με τα δικαιώματά μας και το θεσμικό πλαίσιο».
Με μια δόση χιούμορ, κατέληξε ότι ίσως «είναι καλύτερο να πάμε στους κουτσομπόληδες της γειτονιάς να πούμε τα νέα μας, παρά να τα εκμυστηρευόμαστε σε μια μηχανή».

Δείτε τη συνέντευξη: ΣΤΟ ΝΗΣΙ

ΣΧΟΛΙΟ: Έχω την αίσθηση ότι, όσα παραπάνω υποστηρίζει η κα Μαντώ Ρχαωβίτσα, στενή συγγενής της συζύγου μου, επαληθεύουν τη θέση του Jean Baudrillard, που στο βιβλίο του Η διαφάνεια του κακού, γράφει τα εξής αποκαλυπτικά: «αν οι άνθρωποι ονειρεύονται πρωτότυπες και μεγαλοφυείς μηχανές είναι είτε επειδή τους πιάνει απόγνωση για τη δική τους πρωτοτυπία, είτε επειδή προτιμούν να παραιτηθούν από την πρωτοτυπία τους και να την απολαμβάνουν μέσω μηχανών. Γιατί οι μηχανές αυτές προσφέρουν το θέαμα της σκέψης, και οι άνθρωποι, όταν τις χειρίζονται, αφοσιώνονται μάλλον στο θέαμα της σκέψης παρά στη σκέψη την ίδια». Α.Ι.Κ.

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025

Ένας χρόνος χωρίς τον Χρήστο Γιανναρά (1935-2024). Αντί μνημοσύνου

Γράφει ο Γ. Μ. Βαρδαβάς


Η απώλεια του Χρήστου Γιανναρά είναι οπωσδήποτε ανεξάλειπτη, όπως τω όντι συμβαίνει με κάθε ανθρώπινη απώλεια. Αντί μνημοσύνου θα ήθελα να αναφερθώ σε δυο στιγμιότυπα από τη σύντομη γνωριμία μας το 2004 στο πλαίσιο του επιτυχημένου συνεδρίου «Εξουσία και Διακονία στην Εκκλησία», που διοργάνωσε ο Παγκρήτιος Σύνδεσμος Θεολόγων στο Ηράκλειο Κρήτης. Τυχαίνει λοιπόν να καθόμαστε δίπλα δίπλα κατά την απογευματινή συνεδρία της δεύτερης μέρας του συνεδρίου. Στη διαδικασία των ερωτήσεων ένας εκ των συνέδρων μακρηγορεί – όπως συχνά συμβαίνει στα συνέδρια με την ανοχή του Προεδρείου – ασύστολα, αδολεσχεί σχεδόν σαδιστικά. Γυρίζει αίφνης ο Γιανναράς προς το μέρος μου και με μια απόγνωση στο βλέμμα μου λέει: «Την ερώτηση επιτέλους! Την ερώτηση! Αμάν πια με τις τοποθετήσεις! Που είναι η ερώτηση;».
Στο τέλος των εργασιών του συνεδρίου είχε προγραμματιστεί μια επίσκεψη των συνέδρων στην Ιερά Μονή Αγκαράθου. Σε κάποια φάση της επισκέψεως βγαίνω έξω από το αρχονταρίκι και βλέπω τον Γιανναρά να καπνίζει. Ήταν η εποχή που κι εγώ ακόμα κάπνιζα, ωστόσο δεν μπόρεσα να αποκρύψω την έκπληξη μου. Ο Γιανναράς φυσικά το κατάλαβε γυρίζει προς εμένα και έχοντας ένα βαθύ, σπινθηροβόλο και διαπεραστικό βλέμμα μου λέει το αμίμητο: «Προς τι η έκπληξη σας, αγαπητέ μου; Δεν καπνίζω! Ασκώ τα πάθη μου!».

Απείρανθος, 24 Αυγούστου 2025

ΠΗΓΕΣ:

Κυριακή 24 Αυγούστου 2025

Την 24η Αυγούστου μνημονεύουμε Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Την 24η Αυγούστου μνημονεύουμε Άγιο Κοσμά των Αιτωλό. Λησμονημένος Άγιος και «παιδαγωγός». Μέχρι το 1940 ήταν σχεδόν άγνωστος. Από την αφάνεια τον έφερε στο φως ο ιστορικός Φάνης Μιχαλόπουλος, με το σημαντικότερο έργο του: Κοσμάς ο Αιτωλός ο Εθναπόστολος, βιογραφώντας τον ως έναν από τους μεγαλύτερους διδασκάλους του σκλαβωμένου στους Τούρκους Γένους. Αρκετά χρόνια αργότερα ο Μάρκος Γκιόλας έγραψε το βιβλίο: Ο Κοσμάς Αιτωλός και η εποχή του, βιβλίο που ο Κ. Θ. Δημαράς χαρακτήρισε «ευσυνείδητη προσπέλαση προς το θέμα», πλήρη και άρτια μελέτη (Σύμμεικτα, Α΄. Από την παιδεία στη λογοτεχνία. Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα 2000. Ο τόμος συγκεντρώνει άρθρα του Δημαρά στην εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ. Το άρθρο - βιβλιοκρισία δημοσιεύθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου 1972). Τέλος, επτά χρόνια αργότερα, το 1979, ο Ιωάννης Β. Μενούνος, μας χάρισε την έκδοση των Διδαχών του Πατροκοσμά: Κοσμά του Αιτωλού Διδαχές (και Βιογραφία), εκδ. Τήνος. Έκτοτε, συνέδρια και άλλες μελέτες, άλλες αυτοτελείς κι άλλες δημοσιευμένες σε περιοδικά, μας έχουν δώσει ένα πλουσιότατο αμητό για την προσωπικότητα και την προσφορά του Πατροκοσμά στο Γένος. Από το βιβλίο του Κώστα Σαρδελή: Το Συναξάρι του Γένους, μέρα που ‘ναι μνήμης του Πατροκοσμά, καταγράφω μια ενθύμηση, που δείχνει τη μακρά διάρκεια της φήμης του στην εκπαίδευση, μέχρι τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Σήμερα, στη σημερινή εκπαίδευση ο Πατροκοσμάς, δυστυχώς, δεν αναφέρεται σε κανένα σχολικό βιβλίο ή, αν αναφέρεται, μνημονεύεται μόνο το όνομά του. Γράφει ο Σαρδελής: «Στην περιοχή της Παραμυθιάς, ως τα 1913 ακόμα τα μαθητούδια λέγανε στο σχολειό τους τούτη την προσευχή: “Έφεξε το φως / προσκυνούμεν το Χριστό / και τον Τίμιο Σταυρό / και τον Άγιο Κοσμά / που παιδεύτηκε για μας / να βοηθάει το δάσκαλό μας / και τον Οίκο του Πατρός μας”» (σ. 232).


Η γνωστή χαλκογραφία του Καλλίνικου Μυτιληναίου (1829), με εικόνα και σκηνές από τη ζωή του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού· [ΠΗΓΗ: Πρακτικά Συνεδρίου: Σύναξις. Ευγένιος ο Αιτωλός και η εποχή του (Καρπενήσιον, 12 - 14 Οκτωβρίου 1986). Αθήναι 1086, σ. 579]. Σ’ αυτή τη χαλκογραφία βασίστηκε και εικονογραφική παράσταση του 1856 η οποία βρίσκεται στον Μητροπολιτικό Ναού Ευαγγελίστρια Πατρών.

Σάββατο 23 Αυγούστου 2025

Ο Χρυσόστομος Σταμούλης έφυγε από τη ζωή στα 100χρονα από την ίδρυση του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

«Θερμότης χωρίς λόγου και επιστήμης». Η συμβολή της πανεπιστημιακής θεολογίας στην αποστολή της Εκκλησίας και ο διάλογος της δημόσιας πλατείας

Του ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΑΜΟΥΛΗ


Το 1925 ιδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, το οποίο αποτελούνταν καταρχήν από τέσσερις σχολές: τη Φιλοσοφική, τη Νομική, την Ιατρική και τη Θεολογική. Η λειτουργία της Θεολογικής καθυστέρησε δεκαέξι ολόκληρα χρόνια, καθώς οι πόρτες στους πρώτους φοιτητές άνοιξαν μόλις την ακαδημαϊκή χρονιά 1941-1942. Οι λόγοι πολλοί. Ανάμεσα σε αυτούς κυριότερος και σημαντικότερος για τη σημερινή μας συζήτηση, η άρνηση πολλών πανεπιστημιακών δασκάλων άλλων ειδικοτήτων, αλλά και κάποιων μελών της Εκκλησίας, να αποδεχτούν τον επιστημονικό χαρακτήρα της θεολογίας. Και τούτο διότι θεωρούσαν ότι η θεολογία συνδέεται πλήρως και αποκλειστικά με την κατήχηση της Εκκλησίας, την ομολογιακή της ταυτότητα και οπωσδήποτε το μυστήριο της πίστης, το οποίο, καθώς πίστευαν, δεν έχει ουδεμία σχέση με την έρευνα και τη γνώση που παράγεται εντός της ακαδημαϊκής κοινότητας μιας σύγχρονης κοινωνίας.
Τα χρόνια πέρασαν, η Θεολογική Σχολή λειτούργησε και λειτουργεί παράγοντας ξεχωριστό έργο, εκπαιδεύοντας τους καθηγητές θεολογίας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα στελέχη της Εκκλησίας – κληρικούς και λαϊκούς -, αλλά και συμβάλλοντας με το συνολικό της έργο στο διάλογο της θεολογίας με τις επιστήμες, τις τέχνες και τον πολιτισμό στο σύνολό του. Η συζήτηση, βέβαια, για την ταυτότητα των θεολογικών τμημάτων, τα οποία δεν ανήκουν στην Εκκλησία, αλλά στο κράτος, δεν σταμάτησε ποτέ. Πανεπιστήμιο και Εκκλησία άλλοτε ταυτίζονται και άλλοτε διαιρούνται ολοκληρωτικά. Ο διάλογος έτσι μοιάζει δύσκολος και η πορεία ανηφορική. Οι συγχύσεις πολλές, οι αντιφάσεις περισσότερες.
Και εξηγούμαι. Παράδειγμα πρώτο: ένα πρωινό, πριν από 30 περίπου χρόνια, όντας ακόμη φοιτητής της θεολογίας, προχωρούσα στο διάδρομο του δευτέρου ορόφου της Θεολογικής μας Σχολής∙ από απέναντι βλέπω να έρχεται ένας συμφοιτητής μου χειρονομώντας και φωνασκώντας. Τι έπαθες, του λέω. Άσε, μου απαντάει, σε αυτή τη Σχολή δεν μπορεί κανείς να σωθεί. Είχε ακούσει κάποια πράγματα από καθηγητή μας σε μια από τις παραδόσεις του, τα οποία του φάνηκαν εντελώς παράξενα – αιρετικά μου είπε -, τα οποία γκρέμιζαν τις βεβαιότητες του για όσα έως εκείνη τη στιγμή γνώριζε, κυρίως μέσα από τον χώρο της ενοριακής του κατήχησης. Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι το πανεπιστήμιο δεν σώζει, δεν είναι αυτός ο ρόλος του∙ εκείνη που σώζει είναι η Εκκλησία. Το πανεπιστήμιο παρέχει γνώσεις, τις οποίες τα μέλη του αποκτούν μέσα από συγκεκριμένες διαδικασίες που συνδέονται με συγκεκριμένες μεθοδολογίες, που στοχεύουν την ερμηνεία των μνημείων του πολιτισμού, στην δικιά μας περίπτωση των μνημείων του πολιτισμού της Ορθοδοξίας, με τελικό σκοπό, καθώς έλεγε ο Νίκος Ματσούκας, «όχι την ηθικιστική και φρονηματιστική διάπλαση του ανθρώπου, αλλά – και αυτό το σκοπό μπορεί να θέσει η επιστημονική θεολογία – στη μέθεξη ενός πολιτισμού για να κάνει τους ανθρώπους κινητικούς και δημιουργικούς».
Είχα τότε την αίσθηση, την έχω και σήμερα πως με τις σκέψεις μου αυτές δεν τον έπεισα. Οι λόγοι, καθώς πιστεύω, πολλοί. Πρώτος και καλύτερος, η ταύτιση της θεολογικής έρευνας, της επιστημονικής θεολογίας, με την κατήχηση της Εκκλησίας. Δεύτερος, η «αντικειμενική» και μονοδιάστατη θεώρηση της εκκλησιαστικής ιστορίας και θεολογίας και η άρνηση αποδοχής του γεγονότος της ερμηνείας. Τρίτος, η απόλυτη κατάφαση στη βεβαιότητα και η αδυναμία έστω και μιας κάποιας αποδοχής του μυστηρίου της λειτουργικής απορίας, που δίνει νόημα στις διαδικασίες της αμφισβήτησης και της αμφιβολίας. Μια απορία, η οποία επιτρέπει, κατά τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, στη ζωή να ελπίζει στην ερωτική της πλήρωση, τουτέστιν στη μετασκευή της σε μονή εγκατοίκησης του νυμφίου Χριστού. Αναφερόμενος στο θέμα της απορίας ο Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι γράφει: «Το ν’ απορεί κανείς για τα πάντα είναι φυσικά ανόητο, ενώ το να μην απορεί για τίποτα είναι πολύ πιο κομψό και μάλιστα, δεν ξέρω για ποιο λόγο, θεωρείται και καθώς πρέπει. Αμφιβάλλω όμως αν είναι έτσι στην πραγματικότητα. Κατά την γνώμη μου, το να μην απορεί κανείς για τίποτα είναι πολύ πιο ανόητο από το ν’ απορεί για τα πάντα. Κι εκτός αυτού: το να μην απορεί κανείς για τίποτα είναι σχεδόν το ίδιο με το να μην σέβεται τίποτα. Κι ένας ανόητος άνθρωπος είναι ανίκανος να σεβαστεί». Μαζί με αυτά, τέλος, και η σχιζοφρενική διαίρεση γνώσης και εμπειρίας, η οποία εισηγείται εν τέλει μια άλογη «εμπειρική θεολογία» με εμφανή τα σημάδια του φετιχισμού και της ειδωλολατρίας.
Παράδειγμα δεύτερο: Το Τμήμα Θεολογίας, στο οποίο έχω την τιμή και τη χαρά να προεδρεύω για δεύτερη διετία, διοργάνωσε τα τελευταία δύο χρόνια εννέα επιμορφωτικά σεμινάρια για ιερείς της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Σε όλες μου τις συναντήσεις με τους ιερείς έθετα επίμονα μια πρώτη και βασική ερώτηση: τι σημαίνει το όνομα Χριστός. Ομολογώ, πως σε ποσοστό 90%-95% οι απαντήσεις ήταν προβληματικές. Άλλες κινιόντουσαν προς το νεστοριανισμό, άλλες προς τον μονοφυσιτισμό, άλλες προς τον αρειανισμό και πολλές διαλεγόντουσαν με τα πολυποίκιλα δωμάτια του φαντασιακού. Κάποιος θα έλεγε πως ετούτο το πρόβλημα, ως κατεξοχήν γνωσιολογικό, δεν είναι σημαντικό, καθώς προηγείται η εμπειρία της σχέσης με το πρόσωπο. Οφείλω να ομολογήσω, όμως, στην προκειμένη περίπτωση, ότι η αδυναμία κατανόησης δεν συνιστά μια χωρίς νόημα πραγματικότητα, καθώς αποκαλύπτει τη σταδιακή αλλοίωση του εκκλησιαστικού σώματος, τη σταδιακή απομάκρυνσή του από τον πυρήνα της πίστεως που γνωρίζει ότι η γνώση, εξάπαντος όχι μόνον αυτή, ως μετοχή στην αλήθεια του πράγματος, φωτίζει, πλουτίζει και μεταμορφώνει τον άνθρωπο.
Στο σημείο αυτό βρίσκεται η μεγάλη ευθύνη της πανεπιστημιακής θεολογίας. Σκοπός της, η διά της γνώσεως, της έρευνας και της μεθόδου, ανάκτηση της αλήθειας των ονομάτων, που με τη σειρά της οδηγεί στη ψηλάφηση της αλήθειας των πραγμάτων, τουτέστιν στην πραγμάτωση της μετοχής που κάνει τα πράγματα, τα οποία πάντα προηγούνται της επιστήμης και της ερμηνείας, να αληθεύουν. Με άλλα λόγια, η απομαγικοποίηση της «εκκλησιαστικής θεολογίας», η οποία σε πολλές περιπτώσεις, ευτυχώς όχι σε όλες, ως «θερμότης χωρίς λόγου και επιστήμης», καταπώς λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος και εξάπαντος ταυτιζόμενη με προσωπικές ιδεολογίες και διαθέσεις που αντλούν ύπαρξη από τη διάθεση ανελεύθερης επιβολής και βίαιης κυριαρχικότητας, οδηγεί σε «πλου της πίστεως ακυβέρνητο». Φαινόμενα που σχετίζονται άμεσα με το τέρας του δογματισμού και την ομογάλακτή του εξουσιαστικότητα. Βέβαια, η αξιολόγηση και το οριστικό ξεδιάλεγμα των αποτελεσμάτων της έρευνας βαραίνει την Εκκλησία. Εκείνη έχει την τελική ευθύνη για την κατήχηση των μελών της και το μπόλιασμά τους στη μυστηριακή της ζωή.
Σήμερα, βέβαια, επικρατούν σε πολλές περιπτώσεις καταστάσεις υποκατάστασης. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι σκοπός της δημόσιας θεολογικής εκπαίδευσης είναι η κατήχηση και η ανασύσταση της ομολογιακής ταυτότητας. Και τούτο διότι όλοι γνωρίζουμε, αλλά ελάχιστοι ομολογούμε, ότι η Εκκλησία είναι πλέον έρημη από κατήχηση. Η «Ορθόδοξη χώρα» είναι η πλέον ακατήχητη χώρα. Γεγονός που διευκολύνει τη μεταφορά της ευθύνης της για την κατήχηση στη δημόσια εκπαίδευση, την ίδια στιγμή, που λαβωμένη από φαινόμενα σύγχυσης, την επικρίνει για την απο-εκκλησιαστικοποίησή της και την ανεπάρκειά της.
Οφείλω να ομολογήσω, πως μια τέτοια άποψη είναι εξολοκλήρου λαθεμένη –τόσο επιστημολογικά, όσο και εκκλησιολογικά– και ως εκ τούτου υπεύθυνη για την ενοχοποίηση της ακαδημαϊκής θεολογίας από τη μια, αλλά και την συρρίκνωση της αποστολής της Εκκλησίας από την άλλη. Είναι πολλές οι περιπτώσεις σήμερα, που ο όρος ακαδημαϊκός θεολόγος λαμβάνει στο στόμα των επικριτών της πανεπιστημιακής θεολογίας διαστάσεις ύβρεως. Εξ αυτού και η αδυναμία διάκρισης των ουσιωδών που θα επιτρέψουν την πραγματική συνεργασία ακαδημαϊκής θεολογίας και Εκκλησίας στα πλαίσια της αναγκαίας συμβολής των δύο μεγεθών από τα οποία η κοινωνία, η δημόσια πλατεία, αναμένει πολλά. Βέβαια, η απόδοση ευθυνών στην Εκκλησία δεν κάνει μεμιάς ανεύθυνη την πανεπιστημιακή θεολογία, η οποία οφείλει πληρώνοντας τον σκοπό της, να συμβάλλει στην ανάδειξη της οικουμενικής ταυτότητας της Ορθοδοξίας, αλλά και της επιστημονικής της πληρότητας, που ελευθερώνει το σώμα και τις δημιουργικές δυνάμεις που το συγκροτούν. Και για να συμβεί αυτό οφείλει η πανεπιστημιακή θεολογία να κινηθεί πέρα και πάνω από τον στενό ακαδημαϊσμό, ο οποίος πραγματοποιείται ερήμην της ζωής και της κοινωνίας και εισηγείται έτσι μια θεολογία εσωστρεφή, μια θεολογία για τη θεολογία, μια επιστήμη για την επιστήμη, παραδομένη αποκλειστικά στην ιστορία, που δεν αφορά κανέναν παρά μόνον τους θιασώτες της. Κάποιες φορές ούτε και αυτούς. Βέβαια, θα πρέπει να υπογραμμιστεί στο σημείο αυτό ότι τούτη είναι μία ερμηνεία της ακαδημαϊκότητας∙ εξάπαντος όχι η μόνη, ούτε βέβαια η καλύτερη. Μια ερμηνεία που στηρίζεται προφανώς σε έναν κανόνα. Εντούτοις, ο γνήσιος ακαδημαϊσμός δεν αφίσταται από τη ζωή, ή για να ειπωθεί αλλιώς φτιάχτηκε για τη ζωή. Στην περίπτωση αυτή ακαδημαϊκή και πανεπιστημιακή θεολογία ταυτίζονται. Είναι αλήθεια όμως ότι τον τόνο πάντα, ή σχεδόν πάντα, δίνει η εκτροπή, που κάποτε αποκτά και διαστάσεις κανόνα.
Έτσι, για να είναι κάποιος δίκαιος με τα πράγματα, πρέπει να τονίσει ότι στην πορεία της ιστορίας της σύγχρονης Ορθόδοξης Θεολογίας δεν έλειψαν οι εκτροχιασμοί και οι αλλοτριώσεις. Ίσως να ήταν αυτοί οι εκτροχιασμοί και αυτές οι αλλοτριώσεις που οδήγησαν πολύ σημαντικούς θεολόγους του εικοστού αιώνα σε μια απόλυτα αρνητική κριτική της πανεπιστημιακής - ακαδημαϊκής θεολογίας. Μια κριτική όμως που έλαβε ανεξέλεγκτες διαστάσεις και έφτασε να δαιμονοποιήσει αδιάκριτα κάθε ακαδημαϊκή προσπάθεια, αλλά και να δημιουργήσει φοβίες αξεπέραστες, που έβλαψαν τόσο τη Θεολογία όσο και την Εκκλησία στην Ελλάδα στη διάρκεια του εικοστού αιώνα. «Αλλά αν η φοβία του ακαδημαϊσμού δεν είναι χωρίς βάση», σημειώνει δηκτικά ο Γιάννης Τσαρούχης, «καταντάει στο τέλος να είναι μεγαλύτερος κίνδυνος από τον χειρότερο ακαδημαϊσμό». Και τούτο διότι τέτοιες φοβίες, τέτοιες ψυχολογικές νευρώσεις, κάνουν τον άνθρωπο να θέλει να βάλει στο γύψο ένα υγιές χέρι με το φόβο ότι αυτό μπορεί κάποια στιγμή στο μέλλον να σπάσει, ή να παλεύει να βάλει στο γύψο κάθε υγιές χέρι διότι κάποιο χέρι έχει σπάσει. Έτσι, απέναντι σε τέτοιες πρακτικές και μεθοδεύσεις, το μόνο που μπορεί κάποιος να κάνει είναι να θέσει τα όρια και να ορίσει τις απαρχές και τα κριτήρια του θεολογείν. «Υπάρχει μια παρεξήγηση με τη λέξη ακαδημία…», σημειώνει και πάλι ο Γιάννης Τσαρούχης, «μια αληθινή ακαδημία σου δίνει τα όπλα να πολεμήσεις, ενώ οι μονομερείς δεξιοτεχνίες μόνο τους ανόητους μπορούν να καταπλήξουν».
Και είναι αυτός ο λόγος, που κάποιες φορές, η Θεολογία θυμίζει κάπως τη γυναίκα του Λωτ. Απειθής και μαζί θυσιασμένη. Απειθής απέναντι στην κλήση της, να ολοκληρώσει τον σκοπό της, να αποτελέσει τώρα και στους αιώνες την κριτική και συνεπώς προφητική φωνή της Εκκλησίας και της ιστορίας. Και θυσιασμένη, στην υπηρεσία της εξουσιαστικότητας, σε κείνη την προσπάθεια, σε κείνη τη στάση, που παλεύει με νύχια και με δόντια να οριοθετήσει και να ελέγξει τις πιο βαθιές ανάγκες του ανθρώπου, τον πυρήνα της ύπαρξής του, την ίδια του τη ζωή.
Δεν χωρά αμφιβολία πως η ερμηνευτική προσπάθεια, αναγκασμένη πολλές φορές από την αγωνία ενός ποιμαντικού επείγοντος, έστρεψε τις περισσότερες φορές τη ματιά της στο χώρο της ηθικής. Είδε, έτσι, στο πρόσωπο της γυναίκας του Λωτ, και της τιμωρητικής μετατροπής της σε στήλη άλατος, ένα αιώνιο «σύμβολον απομαρανθείσης φρενός, και νου προς ηλιθιότητα μεταφοιτάν κειμένου, και εις εσχάτην πως αναισθησίαν εληλακότος». Πρακτική, που είχε ως αποτέλεσμα την αδυναμία ανα-κοίνωσης των πραγματικών διαστάσεων της βιβλικής διήγησης, και ως εκ τούτου την ελαχιστοποίηση της δυναμικής που κρύβεται στον εσώτερο πυρήνα της. Και το λέγω τούτο, διότι το μείζον της βιβλικής διήγησης της ιστορίας του Λωτ δεν εξαντλείται με τη χρησιμοποίησή της, δίκην ενός ακόμη παραδείγματος, στη δικαίωση του ηθικού κανόνα: επιθυμία – αμαρτία – θάνατος. Ενός κανόνα άλλωστε, που σε περιπτώσεις ενσυνείδητης ή ασυνείδητης αστοχίας, οδήγησε αδιάκριτα στην ενοχοποίηση της οποιασδήποτε επιθυμίας και στην απουσία των μελών του εκκλησιαστικού σώματος από την πραγματική ζωή.
Έχω την αίσθηση, πως το σημαντικό της ιστορίας τούτης της δύστυχης γυναίκας, βρίσκεται πέρα από το προφανές, στην κατανόηση της τραγικότητας της, που συνίσταται στην υπαρξιακή της αδυναμία να διακρίνει ποιο είναι το ένα εκείνο πράγμα που αποτελεί την πραγματική της ανάγκη.
Νομίζω, πως θα ’ταν καλύτερο σήμερα, με το δικαίωμα που μας δίνει η επιτακτική ανάγκη νέας νοηματοδότησης της πραγματικότητας, να αντιστρέψουμε τα πράγματα και να πούμε πως η γυναίκα του Λωτ είναι παράδειγμα μιας πηγής που στέρεψε από επιθυμία. Το παράδειγμα μιας γυναίκας που προτίμησε το νεκρό παρελθόν από την αλήθεια του παρόντος. Γεγονός που καταδεικνύει δύο πράγματα· πρώτα την αδυναμία της να υπερβεί το εσωτερικό και μαζί υπαρξιακό της σύνορο, τα Σόδομα όλων των καλότυχων διχασμένων, που παλεύουν να σπάσουν τη βεβαιότητα της έσω ζωής, το νόστο του νόστου, που αγνοεί τα πρόσωπα και τα πράγματα, τα πολύτιμα ενός αδιόρθωτου πάθους, όσο και την αδυναμία του παρόντος να διεκδικήσει το ενδιαφέρον και την ύπαρξη των ανθρώπων μιας ζωής εν κινήσει.
Έχω την αίσθηση πως μια τέτοια ερμηνεία, παρότι ανοχύρωτη πόλη, στα μάτια υπομνηματιστών και «προφητών», του έτσι κι αλλιώς διαμορφωμένου κλειστοφοβικά παρελθόντος, προβαλλόμενη στο χώρο της σύγχρονης θεολογίας, μπορεί να αξιολογηθεί θετικά και να αξιοποιηθεί δημιουργικά.
Δίχως άλλο η άρνηση του παρόντος και η συνακόλουθη απουσία από αυτό συνιστά αμαρτία. Και τούτη την αμαρτία η σύγχρονη θεολογία στην Ελλάδα τη γνωρίζει καλά. Δεν είναι λίγες οι φορές που στο όνομα, για παράδειγμα της παράδοσης, η θεολογία έχασε από τα μάτια της το παρόν, έχασε την ίδια της τη ζωή. Η απείθεια της γυναίκας του Λωτ είναι στ’ αλήθεια μια άρνηση της συμπόρευσης, μια δικαίωση, εξάπαντος όχι πρόσληψη του διχασμού, μια νίκη της απουσίας. Μια αναζήτηση των σπουδαίων και σημαντικών στο παρελθόν, και συνεπώς μια ομοούσια με την αναζήτηση άγνοια, πως τα πολύτιμα είναι πάντα δίπλα μας και εντός μας. Ξεχνούμε, έτσι, πως το παρελθόν έχει νόημα μόνο στην περίπτωση που βρίσκεται μέσα μας, όταν αποτελεί σύμβαση που νοηματοδοτεί το παρόν, χωρίς την οποία δεν μπορούμε να υπάρξουμε. Ένα τέτοιο παρελθόν, όμως, όπως άλλωστε και το αντίστοιχο μέλλον, σε αντίθεση με ότι συνηθίζουμε να λέμε, ζει στο παρόν και στα πρόσωπα, ζει με τα πρόσωπα, που το σημάδεψαν, γύρω μας και εντός μας. Είναι ένα συνεχές και μονίμως ανανεούμενο παρόν. Μια πραγματοποιημένη εσχατολογία και μια εσχατολογική πραγματικότητα. «Ημείς δε ου χρείαν έχομεν αποδημήσαι διά την βασιλείαν των ουρανών, ούτε περάσαι θάλασσαν διά την αρετήν… Η βασιλεία των ουρανών εντός υμών εστιν· Ουκούν η αρετή του θέλειν ημών μόνου χρείαν έχει· επειδήπερ εν ημίν εστι, και εξ ημών συνίσταται».
Δεν χωρά καμία αμφιβολία, πως μια τέτοια μαρτυρία είναι συγκλονιστική. Ταυτόχρονα, όμως, και προβληματική, όταν μετατρέπεται σε αργαλειό που υφαίνει εσωστρέφειες και αναστολές, ματαιώσεις και αποδράσεις. Είναι καιρός, νομίζω, να μιλήσουμε χωρίς φόβο και με πάθος. Όλοι το ψιθυρίζουν, αλλά λίγοι το φωνάζουν, πως η θεολογία μας πάσχει σήμερα από σοβαρή ασθένεια· από την ασθένεια της απουσίας του θέλειν, τουτέστιν από το ου θέλειν. Το ίδιο και η Εκκλησία. Πολλές φορές, αμφότερες, είτε μέσα από την επιστροφή στο παρελθόν, είτε μέσα από την απόδραση στο μέλλον, δίνουν την εικόνα μιας απόλυτης εσωστρέφειας, μιας ολοκληρωτικής απουσίας από τη ζωή. Και όταν οι τολμηροί, μαζί και αφελείς, ζητούν μια επιστροφή στην παρουσία, βρίσκονται αντιμέτωποι με κάθε λογής παραδόσεις, βέβαιες και για τούτο νεκρές, που είναι πάντα εκεί, πιστές στη μυστική συνάντηση, για να μεταφέρουν το κέντρο βάρους από τα ουσιώδη στα επουσιώδη, από το παρόν σε κάποιο νεφελώδες και ρητορικό μέλλον, το μέλλον του παρελθόντος, εξάπαντος όχι του παρόντος, από «τα πάντα και εν πάσι», στο τίποτα.
Ίσως, λοιπόν, η ευθύνη της σύγχρονης θεολογίας να είναι ακριβώς αυτή· να ξαναδημιουργήσει την προσδοκία, την επιθυμία της ζωής, όχι απλά της μεταθανάτιας ζωής, αλλά της ζωής πριν τον θάνατο, που είναι τροχιοδεικτική της άλλης ζωής. Μια ζωή επ-ανάστασης, που θα απομακρύνει μεμιάς το βόλεμα και την κλειστότητα στον ψευτόκοσμο που έχει δημιουργηθεί γύρω μας και εντός μας. Μια έκρηξη συμ-πάθειας, ενός λεπτού σιγή και ενός λεπτού μαζί για τον κόσμο που πονά, που τεμαχίζεται, που τσαλακώνεται, από εξουσιαστές και ατάλαντους. Ένας καημός για την καθημερινότητα. Μια άρνηση της σύμβασης. Μια κατάφαση στη χαμένη λαϊκότητα, που προτιμά την «αντάρτικη», «άχρηστη» ελευθερία από την υποκριτική πειθαρχία στην παράδοση. Άλλωστε ας μη μας ξεγελά η κινδυνολογία του αντιφωνητή, που βλέπει παντού και πάντα γκρέμισμα της παράδοσης και εισβολή νεωτερισμών ξένων προς το οικείο σώμα. «Την δύναμη», λέγει ο Τσαρούχης, «να πολεμήσεις την παράδοση σου πάλι η παράδοση σου θα σου τη δώσει». Και δεν χωρά αμφιβολία πως υπαινίσσεται εκείνες τις περιθωριοποιημένες φωνές, τα μεγάλα και κλεισμένα μονοπάτια, γεννήματα του ίδιου σώματος, της ίδιας γης, που τις κατάπιε η ολοκληρωτική μανία του κανόνα. Η διάθεση για αποκλειστικότητα και καθεστωτική, συστημική κυριαρχία. Το βασίλειο της απαγόρευσης. Εκείνο το περίεργο σύννεφο, που χωρίς αμφιβολία σκέπασε τη γη της θεολογίας και έκοψε τη λαλιά της. Ένα σύννεφο, που διεκδικεί απουσία από τα χώματα, από τις θείες φωνές που γεννά η γη. Και τούτο, διότι, καθώς σημειώνει ο ποιητής, «Δεν πονέσαμε ακόμα αρκετά / για να μας αγγίξει ο πόνος του διπλανού μας».
«Ο “επίσκοπος”», σημειώνει στο άκρως ενδιαφέρον βιβλίο της, Τι είδε η γυναίκα του Λωτ, η Ιωάννα Μπουραζοπούλου, «χτύπησε το χέρι του στο μπράτσο της πολυθρόνας και μου είπε άγρια: “Μοντενέγκρο, να σε πάρει ο δαίμονας, κατανόησε επιτέλους το πρόβλημα! Βρισκόμαστε σε δεινή θέση, για την οποία εσύ, εν τέλει, ευθύνεσαι. Τόσα χρόνια μας συμβούλευες να διδάσκουμε ότι η έρημος είναι απροσπέλαστη και η μόνη έξοδος είναι το λιμάνι. Σε εμπιστευτήκαμε και στηρίξαμε εκεί όλη τη δημαγωγία του άμβωνα. Η υδρία με το ένα στόμιο, η νύχτα με το ένα φεγγάρι, ο ποταμός με τη μία ροή. Τι να πούμε την επόμενη Κυριακή στους πιστούς; Λάθος, παρεξηγήσατε, ο ποταμός πλέει κι αντίστροφα, μα παραλείψαμε να το αναφέρουμε;” Εδώ που τα λέμε δεν είχε άδικο, εγώ τους συμβούλευα για το περιεχόμενο του κηρύγματός τους, αλλά έπαιρνα μυστικές οδηγίες από το Κυβερνείο, δεν αυτοσχεδίαζα. Ο μακαρίτης Βερά απαιτούσε να κρατώ τους αποίκους μακριά από την έρημο και υποχρεώθηκα να επινοήσω νέες παραβολές, να βάλω στο στόμα του Ιησού λόγια που ποτέ δεν τα είπε και να διαστρεβλώσω κατεβατά ολόκληρα της Βίβλου για να συντηρήσω τον τρόμο της ερήμου. Ωρυόμουν απ’ τον άμβωνα πως όποιος διανοηθεί να πατήσει στην άμμο θα τον βουτήξει η τσιμπίδα του Εωσφόρου. Ο νέος Κυβερνήτης έσπαγε αιφνιδιαστικά το ταμπού της ερήμου και με εξέθετε απερίγραπτα. Κατέβασα το κεφάλι».
Βέβαια, για να είναι κανείς δίκαιος με Θεό και ανθρώπους πρέπει να τονίσει, και επανέρχομαι εδώ στον αρχικό μου υπαινιγμό περί θυσίας της γυναίκας του Λωτ στο βωμό μιας κάποιας εξουσιαστικότητας, πως στα πατερικά ερμηνευτικά κείμενα της διήγησης, συναντούμε συχνά πυκνά κάποια ποιμαντικά στρογγυλέματα, που δίχως άλλο, όμως, μέσα από επάρκειες και ανεπάρκειες, επιτρέπουν την επέκταση και την αναγωγή, την τελική νίκη του διχασμού. Άλλωστε, ο διχασμός δεν είναι ένα ψυχολογικό δεκανίκι, μια αναγκαστική μορφή ύπαρξης, αλλά πραγματικότητα που μπορεί να υπερβαθεί, αλήθεια που ζητά να ξεπεραστεί μέσα από τη «βεβαίωση» της παρουσίας. Διχασμός και αμφιβολία, σαν αυτούς που ο Χριστός πέρασε στη Γεθσημανή, δίνουν το μέγεθος, αποκαλύπτουν την αυτογνωσία, μιας ύπαρξης που πάντα αναζητά την άλλη παρουσία, που ξεπερνά τη διαίρεση. Για να φτάσει όμως κάποιος στη «βεβαίωση» της παρουσίας οφείλει να αποδεχτεί το διχασμό, την αλήθειά του, που εξόριστη από την αμεσότητα αποκαλύπτει την εωσφορική μοναξιά και γύμνια. Την κατάφαση δηλαδή σε εκείνη την πραγματικότητα που η απουσία της άφησε τον διάλογο της άσκησης και της ευχαριστίας ανεκπλήρωτο. Την καταφυγή στην αδύναμη δύναμη που επιτρέπει την ποιητική υπέρβαση της εσωστρέφειας, τη ψηλάφηση του άθλου της ανάκρισης που γεννά ανάκραση τρόπου, συνάντηση τίμια.
Ο διχασμένος άνθρωπος δεν προσκυνά την ιδιοφυΐα, δεν ξεπέφτει στην ευφυΐα. Γιατί «η μεγαλύτερη τιμωρία», όπως μας υπενθυμίζει και πάλι η Ζωή Καρέλλη, «είναι η άμβλυνση της οδυνηρής ικανότητάς του ν’ αντιλαμβάνεται την φοβερή εμπειρία του διχασμού του». Κάθε λήθη αυτού του διχασμού μοιάζει να φλογώνει μέσα στον άνθρωπο αυτό που ονομάζουμε απάνθρωπο. Μια σκληρή βεβαιότητα, μια δύναμη, που γεννιέται από τον χωρισμό του μυαλού από το σώμα και του ενθάδε από το επέκεινα, και τον κάνει να ξεχνά πως το κτιστό υπάρχει στ’ αλήθεια όταν βουτά την ύπαρξή του στο άκτιστο…
«Και συ, Καπερναούμ», λέγει ο ευαγγελιστής και δείχνει με μιας το σκάνδαλον που αποδομεί τις βεβαιότητες της έρημης ζωής, «η έως του ουρανού υψωθείσα, έως άδου καταβιβασθήση· ότι ει εν Σοδόμοις εγενήθησαν αι δυνάμεις αι γενόμεναι εν σοι, έμειναν αν μέχρι της σήμερον. πλην λέγω υμίν ότι γη Σοδόμων ανεκτότερον έσται εν ημέρα κρίσεως ή σοι».

ΠΗΓΗ: ANTIDOSIS
Και εδώ: NULA DIES SINE LINEA

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Α. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ. (2016). «Θερμότης χωρίς λόγου και επιστήμης». Η συμβολή της πανεπιστημιακής θεολογίας στην αποστολή της Εκκλησίας και ο διάλογος της δημόσιας πλατείας, στο: Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι. Αθήνα: Αρμός, σσ. 193-207• [οι υπογραμμίσεις με κόκκινο χρώμα είναι δικές μου].

Θεσσαλονίκης Φιλοθέου: Ὁμιλία στήν Ἐξόδιο Ἀκολουθία τοῦ Καθηγητοῦ Χρυσοστόμου Σταμούλη

Το Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης ΦΙΛΟΘΕΟΥ


«Εὐτυχῶς δέν φεύγουν ὁλοσχερῶς
οἱ σπουδαῖοι καί οἱ ἀγαπημένοι.
Ὑπάρχουν, καί μπορεῖς νά τούς δεῖς…»

Οἱ στίχοι αὐτοί τῆς ἀείμνηστης ποιήτριας Κικῆς Δημουλᾶ, Σεβασμιώτατοι, σεβαστοί Πατέρες, τίμιοι Ἄρχοντες, μέλη τῆς Ἀκαδημαϊκῆς Κοινότητας, φίλοι καί οἰκεῖοι καί ἀγαπητοί ἀδελφοί, περιγράφουν τήν ἐλπιδοφόρα πίκρα πού ὑπάρχει στίς καρδιές ὅλων μας, τούτη τήν ὥρα τοῦ ἀποχαιρετισμοῦ μας πρός τόν μακαριστό ἤδη Καθηγητή Θεολογίας στό Ἀριστοτέλειο Πᾳνεπιστήμιο τῆς Πόλης μας, συνθέτη καί μουσικό, λατρευτό σύζυγο καί πατέρα, δάσκαλο καί πιστό μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας, Χρυσόστομο Σταμούλη.

Ἡ συνέχεια τῆς ἐπικήδειας Ὁμιλίας εδώ

Tο άνοιγμα της Θεολογίας στις Τέχνες


ΠΗΓΗ: Απαρχή

[Ταλιμπάν και «Νεοκαθαροί»]

Του ΜΑΝΟΥ ΛΑΜΠΡΑΚΗ

Ο θάνατος του Καθηγητή Χρυσόστομου Σταμούλη δεν αποκάλυψε μόνο την πικρή αλήθεια της φθοράς, αλλά και τη σήψη που υποβόσκει σε ένα τμήμα του εκκλησιαστικού σώματος: εκείνη την άμορφη μάζα, που αυτοπροβάλλεται ως «ορθόδοξη συνείδηση» και όμως δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια επιθετική υποκουλτούρα θρησκευτικού Ταλιμπανισμού. Οι αναρτήσεις μίσους που πλημμύρισαν το Διαδίκτυο μετά την κοίμηση του Καθηγητή δεν είναι τυχαίες. Μαρτυρούν μια βαθιά μισαλλοδοξία που εδρεύει σε ψυχές κλειστές, σε σώματα που ζουν από την καχυποψία, σε μια πίστη που δεν λειτουργεί ως μυστήριο ζωής αλλά ως ιδεολογία ελέγχου και αποκλεισμού.
Αυτή η ομάδα, που ευδοκιμεί σε διαδικτυακά καταγώγια και ραδιοφωνικά παραληρήματα, δεν είναι Ορθοδοξία, είναι η παραμόρφωση της Ορθοδοξίας, το γκροτέσκο είδωλό της. H βία τους είναι διαφανής: δεν κρύβεται σε επιχειρήματα ή σε στοχασμό, αλλά προβάλλεται γυμνή ως ύβρις. Η «καθαρότητα» που ευαγγελίζονται δεν είναι θεολογική, αλλά βιοπολιτική, δεν προέρχεται από το σώμα του Χριστού, αλλά από τη λογική της αγέλης που καταδιώκει τον διαφορετικό.
Ο Σταμούλης υπήρξε θεολόγος της αγάπης, όχι του φόβου. Γι’ αυτό και η επίθεση εναντίον του συνεχίζεται ακόμη και μετά τον θάνατό του: γιατί ενσάρκωνε την απειλή απέναντι σε μια θρησκεία που κατέστη θρησκοληψία. Δεν τους συγχωρείται ότι μίλησε για τον έρωτα ως θεολογικό γεγονός, δεν του συγχωρείται ότι τόλμησε να δει στην Εκκλησία όχι στρατόπεδο ηθικολόγων αλλά σώμα Χριστού, όπου η σάρκα και το πνεύμα συν-υφαίνονται.
Εδώ βρίσκεται και το πολιτικό βάρος: η Εκκλησία της Ελλάδος, αν παραμένει σιωπηλή απέναντι σε τέτοια φαινόμενα, γίνεται συνένοχη. Όταν το εκκλησιαστικό πεδίο παραδίδεται σε τέτοιους «θεματοφύλακες» της αγνότητας, τότε χάνει το ίδιο το κέντρο της: το άνοιγμα προς τον άλλο, το σκάνδαλο της Χάριτος. Όσο το μίσος εμφανίζεται με εκκλησιαστική επένδυση, τόσο περισσότεροι άνθρωποι αποθαρρύνονται να πλησιάσουν τα Μυστήρια. Το ίδιο το Ευαγγέλιο παραμορφώνεται σε όπλο αποκλεισμού.
Και όμως, «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστίν». Η Ορθοδοξία δεν είναι οχυρό, αλλά σταυρός. Δεν είναι φίλτρο καθαρότητας, αλλά τραύμα φιλοξενίας. Η φωνή του Σταμούλη, ακόμη και μετά τον θάνατό του, μας υπενθυμίζει πως χωρίς το άνοιγμα στον Άλλον —τον άνθρωπο, τον Θεό, τον έρωτα, τη ζωή— η Εκκλησία καταρρέει σε μια θεσμική παρωδία. Το πένθος του λοιπόν δεν είναι ιδιωτικό, είναι δημόσιο και πολιτικό, γιατί φανερώνει με τρόπο οξύ το ρήγμα ανάμεσα σε εκείνους που κατανοούν την πίστη ως μυστήριο κοινωνίας και σε εκείνους που την καταναλώνουν ως όπλο μίσους.
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη: η Ορθοδοξία οφείλει να αποκηρύξει τους Ταλιμπάν που μιλούν στο όνομά της. Αλλιώς θα τους μοιάσει. Και τότε, η Εκκλησία θα χάσει την ικανότητα να παράγει «θετικότητα σχέσης» και θα καταβροχθιστεί από τη δική της αρνητικότητα. Το μυστήριο θα σιωπήσει. Και θα απομείνει μόνο η ηχώ του μίσους.


Πέμπτη 21 Αυγούστου 2025

Εις μνήμην ενός αντιστασιακού της ζωής του Χρυσόστομου Σταμούλη

Του π. ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΟΥΡΤΗ


Όσοι ζήσαμε τον και με τον καθηγητή Χρυσόστομο Σταμούλη είμαστε σίγουροι για ένα πράγμα. Πως δεν βαρεθήκαμε την ζωή. Αντιθέτως την αγαπήσαμε πιότερο. Γνωρίζοντάς τον καλά από το 1985 μαζί του φτιάχτηκε μία παρέα αντιστασιακών. Αντιστασιακών απέναντι στην μιζέρια, απέναντι στις αγκυλώσεις, στις δολοπλοκίες και ραδιουργίες, στην ακαλαισθησία, στην κάθε είδους στυφή νοοτροπία. Ανθρώπων που σμιλευτήκαμε με το άρωμα και την λαχτάρα μίας αληθινής ενοριακής Εκκλησίας, μέσα από την οποία, εκκλησιαστήκαμε, κοινωνήσαμε, ερωτευτήκαμε, τραγουδήσαμε, συνθέσαμε, κάναμε αδελφικές φιλίες, απωλέσαμε κάποιους, παλέψαμε για την μουσική εντός του χώρου, οραματιστήκαμε, γνωρίσαμε απίστευτους δημιουργούς, δημιουργήσαμε με την σειρά μας, γράψαμε την δική μας ιστορία και εν τέλει θεολογήσαμε την ζωή. Με πιο απλά λόγια, της ρουφήξαμε το μεδούλι. Γι’ αυτό και δεν βαριόμασταν να κάνουμε όλο και κάτι καινούργιο. Κι είναι αλήθεια πως ο Χρυσόστομος είχε πολλές τέτοιες παρέες. Μικρές ή μεγαλύτερες. Και πάντα μπροστάρης. Μόνο όσοι δεν άντεχαν την ανοιχτωσιά του και τα ονείρατά του δεν μπόρεσαν τελικά να συμπορεθούν. Ας όψονται. 
Και καλούμαστε τώρα οι αδελφικοί σου φίλοι να σε βλέπουμε νεκρό. Ημέρες της Παναγίας μας, που τόσο αγάπησες μέσα από τον άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας. Που έδυ σου το κάλλος, αδελφέ; Αυτό το Κάλλος το Άγιον, που με λαχτάρα συνέγραψες; Κι ενώ πάντα προτιμούσαμε τον Έρωτα σε σχέση με τον Θάνατο, αυτή την φορά ο δεύτερος μοιάζει νικητής. Τι να γυρεύει άραγε ο καθηγητής σ΄ένα φέρετρο, όπως μία Αλεπού στο παζάρι; Λες, δάσκαλε τελικά να Φάγαμε Ήττα; Όπως και να έχει, τώρα που περνάς στο επέκεινα, φρονώ πως δεν χρειάζεται να προσέχεις το κενό (Mind the Gap). Γιατί απλά όποιος πιστεύει στην Ανάσταση έχει ζωήν αιώνιον. Κι εσύ όχι μόνο την πίστευες αλλά ήσουν και θιασώτης της. Και μάλιστα της Χαλκηδόνιας Ανάστασης, ψυχής τε και σώματι.
Πλέον για την Ιωσηφίνα και τα παιδιά σου, για εμάς που μεγαλώσαμε και ανδρωθήκαμε μαζί και για όποιον σε χάρηκε, τα Κρινάκια της Άμμου στην Άφυτο θα γεμίσουν από Αυγουστιάτικη Θλίψη. Οι Γιορτές μας έγιναν Πληγές. Όμως, σε βλέπω να πετάς προς τον ουρανό όπως ο Dion Giouseppe. Τώρα μπορεί να πετάξει ο νέος, καθώς δεν του λείπει ο ουρανός. Τώρα καθώς έχεις Μιλήσει με την Θάλασσα, Βλέπεις και τον Ουρανό που είναι γεμάτος Χρώματα και Αρώματα. Στο Καλό Ψυχή μου. Τώρα που φεύγεις πάρε μαζί σου και τον Χριστό, που πάντα κουβαλούσες.

ΠΗΗΓ: η ευχή

Χρυσόστομος Σταμούλης: Ο μαέστρος της τέχνης του θεολογείν

Του ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΤΣΙΡΕΒΕΛΟΥ


[...] Με το έργο του πέτυχε το άνοιγμα της θεολογίας στον κόσμο και τις τέχνες. Σε αυτό το πλαίσιο συνδύασε τη θεολογία με την ποίηση, τον κινηματογράφο, τη μουσική. Ο ίδιος ήταν ένας ξεχωριστός μουσικός, μαέστρος, συνθέτης και ποιητής, που συνεργάστηκε με καταξιωμένους μουσικούς και τραγουδιστές (βλ. https://www.youtube.com/@chrysostomosstamoulis9584 και https://antidosis.wordpress.com/ )
Με τη θεολογία και τη μουσική καλλιέργησε το αναστάσιμο φρόνημα και τόνισε την ερωτική ανιδιοτέλεια της εν Χριστώ ζωής. Με το έργο του και τη ζωή του φανέρωσε τον πολιτισμό της σάρκωσης, έναν πολιτισμό οικουμενικό και πανανθώπινο με βάση τις σταθερές του Ευαγγελίου. Έναν πολιτισμό γεμάτο Φως!
Περισσότερα και πιο τεκμηριωμένα θα γράψουν οι νέοι ερευνητές και οι νέες ερευνήτριες που θα ασχοληθούν με το πλούσιο έργο του.
Αναμφίβολά όμως η μαρτυρία του Χρυσόστομου Σταμούλη είναι η τέχνη της θεολογίας και η θεολογία της τέχνης!
Κι ο ίδιος, ένας μαέστρος αυτής της τέχνης!

Η συνέχεια του άρθρου εδώ

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2025

Το αντίο του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Θεοφίλου στον Χρυσόστομο Σταμούλη


Η αδόκητη κοίμηση του Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ Χρυσόστομου Σταμούλη, του πολύ αγαπητού φίλου Μάκη, μέλους της τοπικής μας Εκκλησίας και εκλεκτού συνεργάτη μας στο ενοριακό και ευρύτερο ποιμαντικό έργο, μας συγκλονίζει όλους.
Ο Χρυσόστομος άφησε πρόσκαιρα την παρούσα βιοτή, για να πορευτεί γρηγορότερα προς τον Αναστάντα Χριστό και μάλιστα τις μέρες που γιορτάζει η Μητέρα Του και Μάνα μας, η Παναγία Θεοτόκος.
Σε πρόσφατη επικοινωνία του με κοινή μας φίλη έλεγε: «Όλα να ανασταίνονται και όλα να είναι αναστημένα. Και ανάμεσά τους εμείς, χαρούμενοι, γιορτινοί, ν’ ακουμπάμε ο ένας τον άλλον και να πορευόμαστε».
Αυτό το ελπιδοφόρο βίωμα μάς μεταδίδει ο Χρυσόστομος. Κι αυτό θ’ αποτελέσει την μεγαλύτερη παρηγοριά προς την αγαπημένη σύζυγό του Ιωσηφίνα, τα παιδία τους Θανάση και Αλεξάνδρα, τους συγγενείς του, αλλά και τους συναδέλφους, τους μαθητές του και όλους εμάς τους πολυάριθμους φίλους του.
Καλή Ανάσταση Χρυσόστομε! Η Παναγιά να σε οδηγήσει ασφαλώς «εκ γης προς Ουρανόν»!

Ο Θεσσαλονίκης Φιλόθεος

ΠΗΓΗ: ORTHODOXIA INFO

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Α. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ (Άφυτος Χαλκιδικής 1964 – Θεσσαλονίκη 2025)

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ



«Ύλη αδίδακτη ο θάνατος»

Ο θάνατος απόψε δεν σου μοιάζει
Δεν σου τραβάει μια θάλασσα μπροστά του
Για να τον κυνηγήσεις μες στα σύννεφα
Με τα φτερά του γλάρου να ψηλώσεις
Να τον ακολουθήσεις όταν δύει

Είσαι ο αγέρας και δεν πέφτεις ποτέ
Είσαι ο βράχος που δεν κοιμάται
Και πέρασαν μυριάδες μέλισσες
Είσαι το βλέμμα που δεν παίρνει ύπνο
Και καρτεράει
Κρατώντας ξύπνιο τον ουρανό


Γιώργος Σαραντάρης· από τη συλλογή «Ο θάνατος θα μάθει να πεθαίνει», στο: Στη δόξα των πουλιών. Ίκαρος: Αθήνα 1997, σ. 164.

Ο θεολογικός κόσμος, μεσούντος του Αυγούστου, με βαθύτατη θλίψη πληροφορήθηκε τον αδόκητο θάνατο του Χρυσόστομου Α. Σταμούλη, διακεκριμένου θεολόγου – καθηγητή της Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ, μουσικού και Άρχοντος της Μ.τ.Χ.Ε. Ο εκλιπών υπήρξε «οτρηρός θεράπων» της Θεολογίας, ακαταπόνητος ως την τελευταία στιγμή το΄΄υ βίου του συγγραφέας, θεολογική προσωπικότητα παγκοσμίως καταξιωμένη, ταλαντούχος μουσικός και ως χαρισματικός πανεπιστημιακός δάσκαλος υπηρέτησε επάξια τη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης. Το κενό που αφήνει είναι δυσαναπλήρωτο. Η συγγραφική του δραστηριότητα είναι πλουσιότατη και αποτελεί σημαντική παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές θεολόγων.
Ο Θεολογικός Σύνδεσμος «ΚΑΙΡΟΣ» για την αναβάθμιση της Θρησκευτικής Εκπαίδευσης, βαθύτατα συγκλονισμένος από την απώλεια του εκλεκτού συναδέλφου, ιδρυτικού μέλους και συνεργάτη του, προς τους οικείους του εκφράζει τα θερμά του συλλυπητήρια και με ομόφωνη απόφαση του Δ.Σ. θα αφιερώσει στην ιερή μνήμη του την 8η Πανελλήνια Συνάντηση Θεολόγων η οποία θα γίνει στην Αθήνα (5 έως 7 Σεπτεμβρίου), και θα έχει θέμα: «Ιεραποστολή της Εκκλησίας και αποστολή του σχολείου σε διάλογο. Μαρτυρία χθες και σήμερα».

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ

Πέτρος Παναγιωτόπουλος
Καθηγητής ΑΠΘ

Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Αθανάσιος Ι. Καλαμάτας
Δρ Θεολογίας ΑΠΘ

ΠΗΓΗ: Θρησκευτική Εκπαίδευση

Το ύστατο χαίρε στον Χρυσόστομο Σταμούλη

Του ΧΑΡΗ ΑΝΔΡΕΟΠΟΥΛΟΥ


Ο αείμνηστος Kαθηγητής Χρυσόστομος Σταμούλης στην εκδήλωση παρουσίασης 
του βιβλίου του +Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστασίου “Εγρήγορση”, τον Ιούνιο του 2017 στη Λάρισα.

Την περασμένη Δευτέρα το πρωϊ η πληροφορία ότι «έφυγε ο Μάκης» ήταν ένα ισχυρό σοκ. Αρνήθηκα να την πιστέψω ευχόμενος να πρόκειται για «fake news» καθώς το κακό μαντάτο κυκλοφορούσε «από στόμα σε στόμα» χωρίς να έχει υπάρξει ακόμη κάποια διασταυρωμένη ενημέρωση. Δυστυχώς, όμως, κατά τις 10 π.μ. η πληροφορία έγινε είδηση… «Έφυγε ο Καθηγητής του ΑΠΘ Χρυσόστομος Σταμούλης»… Απίστευτο κι όμως αληθινό! Ο γελαστός Χρυσόστομος, ο ανοιχτόμυαλος καθηγητής και τόσο θαυμάσιος άνθρωπος, που μας έκανε περήφανους ως θεολόγους είχε ξεκινήσει το ταξίδι του για την «Άνω Ιερουσαλήμ».
Στα εξήντα ένα του χρόνια, στην ακμή της θεολογικής του ωριμότητας, ο Χρυσόστομος (Mάκης) Σταμούλης έφυγε ξαφνικά από κοντά μας (σε έμφραγμα του μυοκαρδίου, λίγο πριν την έναρξη θεολογικού Συνεδρίου στη Ρόδο, αποδόθηκε ο θάνατός του) αφήνοντας πίσω του όχι κενό αλλά πληρότητα. Πληρότητα λόγου που έγινε σάρκα στα βιβλία του, πληρότητα μουσικής που έγινε προσευχή στις συνθέσεις του, πληρότητα αγάπης που έγινε διδασκαλία στις αίθουσες του Αριστοτελείου. Ένας σπάνιος άνθρωπος, ένας σημαντικός θεολόγος που μπορούσε να διαλεχθεί με την εποχή του μέσα από την μουσική, την ποίηση και την τέχνη, έφυγε ξαφνικά από κοντά μας αφήνοντας πίσω του ένα πολύτιμο αποτύπωμα.
Υπήρξε ένας πιο σημαντικούς σύγχρονους θεολογικούς στοχαστές της γενιάς μας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά στην οικουμένη. Μίλησε με θάρρος για την ανθρωπινότητα του Θεού, εναντιώθηκε όσο κανένας στις θρησκευτικές στρεβλώσεις και την εξουσιαστική “θρησκεία” (και πολεμήθηκε λυσσαλέα για αυτό). Ήταν από τους λίγους θεολόγους που ψηλαφούσε ουσιαστικά τη σχέση αισθητικής και θεολογίας, έχοντας κατ᾽ ενώπιον τη φιλοκαλία της Ορθοδοξίας και ως αίτημα να βρει η σύγχρονη Ορθοδοξία τη χαμένη της αυτοσυνειδησία. Για αυτό συναντούμε στις μελέτες του και στη διδασκαλία του, πέρα από κορυφαίους θεολόγους, ασκητές, όπως ο Γέρων Σωφρόνιος του Essex, ο Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής, ο Γέρων Πορφύριος και μορφές της τέχνης, λογοτεχνίας, της ποίησης και της μουσικής, όπως ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, η Κική Δημουλά και ο Νίκος – Γαβριήλ Πεντζίκης.
Δεν ήταν απλώς Καθηγητής Θεολογίας – ήταν ένας από εκείνους που έκαναν τη θεολογία να μιλάει άλλη γλώσσα. Μια γλώσσα ανθρώπινη, με πάθος, ομορφιά και αναζήτηση. Έλεγε και έγραφε για τη σεξουαλικότητα, τον φονταμενταλισμό, τον έρωτα και τη θρησκευτική υποκρισία με μια καθαρότητα και τόλμη που σπάνια συναντά κανείς στον θεολογικό και (κυρίως) εκκλησιαστικό λόγο. ‘Ηταν ένας από εκείνους τους ακαδημαϊκούς των οποίων η παρουσία δεν καταλάμβανε απλώς το χώρο – τον μεταμόρφωνε. Κουβαλούσε τις σκέψεις του σαν πετραχήλι: με κομψότητα, σοβαρότητα και μια πινελιά μυστηρίου. Τα λόγια του, πάντα σμιλεμένα, ήξεραν πώς να κάνουν τα δόγματα να χορεύουν χωρίς ποτέ να τα προδίδουν. Αγαπούσε πολύ και τη μουσική. Δεν την έβλεπε σαν κάτι ξεχωριστό από τη θεολογία – ήταν κομμάτι του τρόπου που ένιωθε και καταλάβαινε τον κόσμο. Έγραφε τραγούδια, συνέθετε, διηύθυνε χορωδίες, δούλευε με νέους. Ήταν ένας άνθρωπος που έψαχνε το θείο όχι μόνο μέσα στα βιβλία, αλλά και μέσα στις φωνές και τους ήχους. Δεν φοβόταν να ταράξει τα νερά – δεν φοβόταν να είναι αληθινός.
Συνταίριαξε επιστήμη, τέχνη, διδασκαλία και Εκκλησία, σε μια ολότητα με φορέα την ίδια τη μειλίχια προσωπικότητά του και την καλλιεργημένη κοινωνικότητά του, με) τρόπο που εξάπαντος (όπως θα’ λεγε ο δάσκαλός του/μας ο αείμνηστος Νίκος Ματσούκας που τον καμάρωνε ως άξιο διάδοχό του στη Σχολή), έθεσε ιδιαίτερα και καινοφανή κριτήρια για σύγχρονους και επόμενους θεολόγους, όσους αισθάνονται το βάρος των λέξεων και του γεγονότος που ευαγγελίζονται μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Αποπειράθηκε να αλλάξει τον τύπο του θεολόγου και του θεολογείν – στο Πανεπιστήμιο, στην Εκκλησία, στην κοινωνία, αδιαιρέτως και ασυγχύτως. Και σ΄ ένα μεγάλο βαθμό τα κατάφερε! Όταν ερχόταν στη Λάρισα οι ημερίδες που κάναμε για το θρησκευτικό μάθημα άφησαν εποχή. Στο πατάρι του βιβλιοπωλείου το αδιαχώρητο και ο διάλογος των συναδέλφων με το Μάκη χωρίς τέλος. Μας έπαιρνε μεσάνυχτα… Είχε πολλούς φίλους και στη πόλη μας – θεολόγους και όχι μόνο.
Ο πρόωρος θάνατός του Μάκη δεν είναι απλώς μια απουσία. Είναι ένας ίλιγγος. Μια σιωπή απέραντη. Αφήνει πίσω του ένα κενό – αλλά και ένα αποτύπωμα. Απώλεια μεγάλη για το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο (γέννημα θρέμμα του οποίου υπήρξε και στο οποίο πολλά πρόσφερε), για την ορθόδοξη θεολογία και για όσους τον αγάπησαν και εφεξής θα τον έχουν στη καρδιά τους. Θα χρειαστεί να περάσει καιρός για να νιώσει η Θεσσαλονίκη, η πανεπιστημιακή κοινότητα, η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της τι προσέφερε στη θεολογία, ως επιστήμη και, κυρίως, ως στάση ζωής, ο Χρυσόστομος Σταμούλης. Τι κληροδότημα μας αφήνει. Κι αυτό αφορά όλους μας – όχι μόνο τους χιλιάδες φοιτητές του. Καλό ξόδι Μάκη.

* Η εξόδιος ακολουθία για τον Καθηγητή Χρυσόστομο Σταμούλη θα ψαλλεί αύριο Πέμπτη 21 Αυγούστου, στο καθεδρικό ιερό ναό της Του Θεού Σοφίας (Αγία Σοφία) Θεσσαλονίκης, στις 12:00. Η ταφή θα γίνει στο Κοιμητήριο του Δήμου Θεσσαλονίκης “Αναστάσεως του Κυρίου” (Θέρμη).

ΠΗΓΕΣ:

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2025

Χρυσόστομος Α. Σταμούλης (Άφυτος Χαλκιδικής 1964 – Θεσσαλονίκη 2025)


Αστραπιαία διαδόθηκε η θλιβερή είδηση: πέθανε ο Χρυσόστομος Α. Σταμούλης. Στα χείλη όλων η λέξη: απίστευτο. Πράγματι, αδυνατούμε να το πιστέψουμε. Κι όμως, από σήμερα στην αγκαλιά του Θεού θα βρίσκεται ακόμα ένας άνθρωπος. Φτωχότερη από σήμερα η θεολογική επιστήμη κι ο κόσμος των Γραμμάτων και των Τεχνών. Δυσαναπλήρωτο το κενό. Αιώνια του η μνήμη. Ο Θεός να αναπαύει την ψυχή του. Α.Ι.Κ.

Επιστήμη και Μεταφυσική

Το βιβλίο μου τούτο πραγματεύεται θέματα που η επιστημονική έρευνα δεν μπορεί να τα πλησιάσει. Δε μπορούμε, όμως, να πραγματευτούμε τα θέματα αυτά, με υπεύθυνη φιλοσοφική διαγωγή, χωρίς να προϋποθέσουμε την επιστήμη. Λέγοντας “επιστήμη”, εννοώ προπάντων τη φυσική επιστήμη. Η μεταφυσική αρχίζει όπου σταματάει η φυσική.

***

Σταματάει, όμως, ποτέ της η φυσική; Και αρχίζει ποτέ της πραγματικά η μεταφυσική;
Η φυσική, και γενικότερα η επιστημονική προσπάθεια του ανθρώπου να συλλάβει, με κριτήρια λογικά, τον κόσμο και τον εαυτό του, δε σταματάει, βέβαια, ποτέ. Κάθε στιγμή νομίζει ότι σταματάει κάπου, αλλά κάθε στιγμή προχωρεί και πιο πέρα. Σε ποια, όμως, κατεύθυνση; Πάντοτε στην ίδια· στην κατεύθυνση που οδηγεί εκεί όπου το άγνωστο μ π ο ρ ε ί να γίνει γνωστό. Υπάρχουν, όμως, όρια που χωρίζουν το άγνωστο αυτό από κάποιο άλλο που η επιστήμη μπορεί μόνο να το επισημάνει. Στα όρια αυτά αρχίζει η μεταφυσική.
Όπως, όμως, η φυσική νομίζει κάθε στιγμή ότι σταματάει κάπου, και πάντα προχωρεί πιο πέρα, έτσι και η μεταφυσική νομίζει κάθε στιγμή ότι αρχίζει από κάπου, και πάντα πρέπει να ξαναρχίζει. Αν η μια δεν έχει όρια, η άλλη δεν έχει αρχή· σωστότερα, αν η φυσική πρέπει αδιάκοπα να επαληθεύει το τέρμα της, η μεταφυσική πρέπει να επαληθεύει αδιάκοπα την αρχή της.

***

Η μεταφυσική δεν μπορεί, ουσιαστικά, να κάνει τίποτε άλλο παρά να ξεκινάει. Κι’ αυτό δεν είναι διόλου λίγο. Ξεκινάει, τάχα, σε μια κατεύθυνση; Η κατεύθυνση είναι το σύμπαν πέρ’ από το φυσικό κόσμο, η ουσία της ανθρώπινης ζωής πέρ’ από τη συλληπτή παρουσία της, το νόημα του θανάτου περ’ από τη φύση του θανάτου, το άπειρο πέρ’ από το συμβολικό μαθηματικό άπειρο, το αιώνιο κ α ι μέσα στο χρόνο κ α ι πέρ’ από το χρόνο, ο Θεός. Λίγο είναι, τάχα, να ξεκινούμε προς το άπειρο, προς το Θεό; Δε μας χρειάζεται τίποτε περισσότερο παρά να ξεκινούμε.

***

Έτσι, η μεταφυσική δε μπορεί να προχωρήσει πέρ’ από τα προλεγόμενα, πέρ’ από το προοίμιο. Το προοίμιο της μεταφυσικής, το ουσιαστικό και τίμιο, δεν είναι είναι η εισαγωγή σ’ ένα βιβλίο που μπορεί να γραφεί, αλλά είναι η εισαγωγή σ’ ένα βιβλίο που δεν μπορεί ποτέ να γραφεί. Έτσι, όμως, το προοίμιο γίνεται και κάτι πολύ περισσότερο· γίνεται προμήνυμα.


ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΟΠΟΥΛΟΣ. (1956). Μεταφυσικής Προλεγόμενα. Ο άνθρωπος – Ο κόσμος – Ο Θεός. Αθήναι.

Σάββατο 16 Αυγούστου 2025

Ντελβέδες και κατεδαφιστές: “σωτήρες του έθνους”

«Και πρώτα πρώτα έπρεπε ν’ αναστήσουμε την εθνική οικονομία μας· άλλοι χαντακώσανε το βιός του κοσμάκη κι οι ίδιοι, οι φουκαράδες, οι ξετιναγμένοι, έπρεπε να πληρώσουνε το μάρμαρο. Και τότε, ως του θαύματος! Νάσου τοι οι δοσίλογοι της κατοχής, που μεταβαφτιστήκανε σε “σωτήρες του έθνους”, σάματις ο ντελβές να γίνεται ποτέ καϊμάκι κι οι κατεδαφιστές, πρωτομάστοροι. Μα, ως πρωτομάστοροι έπρεπε να την τηλώσουνε πρώτα οι ίδιοι τους και να σταθούνε στα ποδάρια τους. Κι έτσι, γεμίσαν τ’ αντερίτσι τους χάφτοντας με τα χρυσά κουτάλια τα “σχέδια Μάρσαλ” και τα λοιπά αποτρόπαια που συμβαίνανε σ’ αυτό τον έρμο τόπο, αυτόν που τον κατάντησαν αυτοί οι κακούργοι, οι ανά τους αιώνες ξετσίπωτοι, σπεκουλαδόροι σε σωστό κωλοχανείο. Αυτοί, λοιπόν, οι μπάσταρδοι, οι κατοχικοί λεχρίτες και οι προπολεμικές οι μαστοράντζες, αυτές οι γενεές γενεών βδέλες, που καταπίνανε το αίμα του κοσμάκη, βρήκανε, επιτέλους, πως θα στομώνανε το ταμάχι τους και πετάγανε ένα κόκαλο στο δύσμοιρο, ας πούμε, πρόσφυγα και του τρώγανε λάχανο το οικοπεδάκι του της “πρόνοιας”. Και μόλις σήκωναν ταμπέλα “πωλούνται διαμερίσματα”, βάζανε τους άστεγους, τους φουκαράδες στην αράδα και “ένας ένας, μη σκουντιέστε”, τους πούλαγαν τα μελλοντικά μεγαλουργήματά τους· κάτι σκατοδιαμερίσματα, που να ‘ρθει η ώρα σου να πεθάνεις εκεί μέσα κι άλλο να μη σκέφτεσαι, εξόν απ’ τη βλαστήμια και το βρισίδι, που θα σου ρίξουν τα κοράκια, μιας κι έπρεπε να σε βγάλουν στα όρθια μες στην κάσα σου, αφού που να χωρέσεις να περάσεις ξαπλωτός από ΄κείνους τους, μισό, κι ούτε μέτρο, διαδρόμους;»


ΤΟΛΗΣ ΚΑΖΑΝΤΖΗΣ. (1989). «Η Δροσούλα», στο: Το τελευταίο καταφύγιο. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 41-42.

Από τα καλύτερα διηγήματα που έχω διαβάσει είναι Η Δροσούλα του Τόλη Καζαντζή. Με ουκ ολίγες αναφορές στον Βασίλη Τσιτσάνη της Θεσσαλονίκης και της Αθήνας αλλά και στην ταβέρνα «Τα Κούτσουρα του Δαλαμάγκα», η οποία βρίσκονταν στην οδό Νικηφόρυ Φωκά 18, στη διασταύρωση με την Τσιμισκή. Α.Ι.Κ.