Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Για την Παραβολή της Τελικής Κρίσης

«Ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στο κατηχητικό της πόλης μας, δέσποζε ένας ροδαλός, ξανθός και κοκκινογένης αρχιμανδρίτης. Μολονότι είχε ευφράδεια κι έκανε πύρινα κηρύγματα, δεν μπόρεσα εξ αρχής να τον συμπαθήσω. Το ένστικτό μου δεν έπεσε έξω. Μια μέρα, κι ενώ γύρω μου ήταν κι άλλοι, με πιάνει και με ρωτάει καταιγιστικά: “Αδυνατούλης είσαι, ε, πολύ αδυνατούλης, γιατί αυτό; Πες μου, τρώτε κρέας στο σπίτι;” Εγώ κοκκίνισα και δε μιλούσα. “Θα μου πεις… Εγώ είμαι παπούλης”, μου ξαναείπε, μάλλον με ύφος απειλητικό, που δε σήκωνε άλλο. Κι έτσι του απάντησα πως έτρωγα απ’ όλα. Κάνοντας να φύγω αμέσως, δεν κατάλαβα πως έπεσα πάνω του, αφού έπιανε για καλά την πόρτα, είχε κάνει άλμα και την έπιασε πιο γρήγορα από μένα! Θέλησε κάτι να μου πει επιπρόσθετα, ευτυχώς χωρίς παρουσία άλλων. “Πρόσεξε, παιδί μου, μήπως είναι καμμιά αμαρτία στη μέση;” Του είπα αμέσως “όχι”, κι έφυγα σα να με είχε δαγκάσει σκυλί.
Όλα του τα κηρύγματα ήταν χειμαρρώδη, πύρινα κι εντυπωσιακά. Όμως δε μου άρεσαν καθόλου. Θυμάμαι ένα κήρυγμά του για τη μέλλουσα κρίση. Η διήγηση αυτή - που για μένα είναι παραβολή - παρ’ όλο το δραματικό και φοβερό χαρακτήρα, ήταν κάτι το πολύτιμο. Με ενδιαφέρον κι αγωνία περίμενα ν’ ακούσω τι θα έλεγε. Είπε αμέσως πως ο Κύριος της δόξης θα βάλει δεξιά τους πιστούς κι αριστερά τους αμαρτωλούς, λέγοντας στους μεν και στους δε να δώσουν λόγο των πράξεών τους. Όμως δεν κατάλαβα πως λοξοδρόμησε αμέσως απ’ το νόημα της διήγησης (είχε μια τέτοια μαεστρία) κι άρχισε να μας λέει πως ο Χριστός θα κατακάψει όλους τους σαρκολάτρες κι ακόλαστους, πόρνους, μοιχούς κι οπαδούς του ελεύθερου έρωτα. Σα να έτριζε τα δόντια του και οι φλέβες του φούσκωναν, καθώς ο λαιμός του τεντωνόταν, λες και ήταν λαστιχένιος. Το πρόσωπό του κοκκίνιζε περισσότερο, κι είχα πιστέψει τότε πως τα γένια του θα έπαιρναν φωτιά.


Την ίδια μέρα το απόγευμα, πήρα να διαβάσω τη διήγηση για τη μέλλουσα κρίση, όπως είχα κάνει αμέτρητες φορές. Έπεσα σε βαθιά συλλογή. Πρόσεξα τη φορά αυτή πως η παραβολή κάνει λόγο για δικαίους και αδίκους. Συνάμα ξεχώρισα επιτέλους τι ήταν αυτό που με γοήτευε πάντα: ο Χριστός κάνει λόγο για μια αδελφότητα αγάπης, όπου οι άδικοι δεν είχαν κανένα μερίδιο, δε συμμετείχαν καν. Όλη η υπόθεση είναι το μοίρασμα του ψωμιού και της αγάπης. (Τότε δεν ήξερα πως η διήγηση αυτή στρεφόταν εναντίον των Φαρισαίων. Και ο αριστουργηματικά παραβολικός τόνος ξετυλίγει στα μάτια μας ένα ζωντανό και συγκλονιστικό δράμα). Είχα μείνει ικανοποιημένος απ' τα ευρήματά μου. Ήθελα όμως να τα πω και σε ένα λαμπρό μου φίλο συμμαθητή, άριστο σ' όλα και κατηχητόπουλο. Με αγωνία περίμενα τη γνώμη του. Σκέφτηκε πολλή ώρα μπερδεμένος και συγχυσμένος. Τελικά μου απάντησε πως ο πάτερ δεν ήταν νοητό να κάνει λάθος. Ίσως να μην ήταν αντίθετος με τις απόψεις μου, αλλά αυτές θα 'ταν μάλλον δευτερεύουσες. Έπρεπε πάντως να πω το πρόβλημα στον πνευματικό μου. Χωρίσαμε ψυχρά, κι ήμουν πικραμένος κι απογοητευμένος. Σωτηρία και πάλι βρήκα σ' ένα μακρινό περίπατο. Πάσχιζα να βάλω τις μπερδεμένες σκέψεις σε μια τάξη. Απορούσα λοιπόν με τους κατηχητές μου, και δεν καταλάβαινα τι εννοούσαν λέγοντας πως ο Θεός είναι αγάπη. Η ιδιότητα αυτή διώχνει κάθε άλλη αντίθετη. Φόβος και τιμωρία δε συμβιβάζονται με την αγάπη. Βέβαια, σκεφτόμουν, η Αγία Γραφή και τόσα άλλα ιερά κείμενα κάνουν λόγο για φόβο Θεού, για φοβερή όψη του Θεού και για τιμωρίες. Όμως όλα αυτά σωστά διατυπώνονται με τέτοιον τρόπο, επειδή έτσι τα βλέπει ο αλύτρωτος, ο φοβισμένος και ο ανέραστος άνθρωπος. Η αγάπη είναι ξέχειλη παντού. Κι όταν ο άνθρωπος μοιάζει με το Θεό, τότε ακριβώς νικάει - και οφείλει κατά τα ιερά κείμενα να το πράξει - όλα τα παραπάνω σκιάχτρα».


ΝΙΚΟΣ ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ. (1991). Γλυκόπικρες ρίζες. Θεσσαλονίκη: Βάνιας, σσ. 162-165.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου