Κυριακή 7 Ιανουαρίου 2024

Ξεφυλλίζοντας βιβλία για τον χρόνο

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«…Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ’ ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ’ ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ’ ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ’ ακούς…»
Οδυσσέας Ελύτης, Μονόγραμμα.

Κάθε τέλος της χρονιάς και αρχή της νέας, δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναζητούν απάντηση στο ερώτημα: τι είναι χρόνος; Φιλόσοφοι, θεολόγοι, θετικοί επιστήμονες και ποιητές, ο καθένας από δική του σκοπιά, εδώ και αιώνες, προσπαθούν να δώσουν σαφή απάντηση. Πριν λίγα χρόνια, όταν εκδόθηκε η συλλογή 1210 καταγραφών ενός από τους κορυφαίους των ελληνικών γραμμάτων, του Ζήσιμου Λορεντζάτου, ομιλώ για τα Collectanea –τις «χαμάδες» όπως ο ίδιος τις έλεγε- (εκδόσεις Δόμος, Αθήνα 2009), διαβάζοντάς τες έπεσα πάνω σε μια που αναφέρονταν στο χρόνο κι έμεινα έκπληκτος με τη σαφήνεια με την οποία ο εμβριθής κριτικός της λογοτεχνίας και συγγραφέας μιλά για τον χρόνο· διαπίστωσα μάλιστα πόσο κοντά είναι η σκέψη του στη βιβλική και πατερική παράδοση, η οποία θεωρεί ότι «δεν υφίσταται χρόνος ανεξάρτητος, αλλά οργανικά συνημμένως – συμφύεται τω κόσμω- με κάθε τρόπο, χώρο, κίνηση, συμβάντα και όλα τα συμπαρομαρτυρούντα», κατά Νίκο Ματσούκα, (Δογματική και Συμβολική θεολογία. Ανακεφαλαίωση και αγαθοτοπία. Έκθεση του οικουμενικού χαρακτήρα της χριστιανικής διδασκαλίας. Θεσσαλονίκη 1997: Πουρναράς, σ. 182). Δια του λόγου το αληθές αντιγράφω όσα γράφει ο Λορεντζάτος: «Ο χρόνος είναι αχώριστος. Εμείς τον χωρίζομε σε παρελθόν, παρόν και μέλλον. Όπως και ο χώρος. Εμείς τον χωρίζομε ή τον μετράμε. Ψευδαισθήσεις αυτά όλα δικές μας. Αλλά και ο χωροχρόνος είναι αχώριστος. Εμείς τον χωρίζομε σε χώρο και χρόνο. Ακόμα μια – τρίτη – ψευδαίσθηση. Αυτά είναι συμπεράσματα της φυσικής (όχι δικές μου ή δικές σου αποκαλύψεις). Και όμως ζούμε υποταγμένοι στις ψευδαισθήσεις αυτές, που για εμάς δεν είναι ψευδαισθήσεις (όπως η φυσική), αλλά σκληρή και αδυσώπητη πραγματικότητα με τιμές πραγματικές και για το χρόνο (ο χρόνος είναι χρήμα) και για το χώρο (ο χώρος πουλιέται και αγοράζεται, γίνεται σύνορα με συνθήκες να τα κατοχυρώνουν, ή στρατούς να τα υπερασπίζουν και άλλους στρατούς να τα παραβιάζουν ή να τα διεκδικούν). Τελικά μεγάλες αμφισβητήσεις, γύρω από τα δύο αυτά μεγέθη, μπορούν να οδηγήσουν σε ατομικές, οικογενειακές ή ομαδικές διεκδικήσεις και αναστατώσεις, ακόμα και σε πολέμους, παγκόσμιους και τοπικούς – η ιστορία είναι γεμάτη – δίχως να παύουν οι ψευδαισθήσεις αυτές (που για εμάς δεν είναι) να είναι ψευδαισθήσεις. Αϊ να βρεις άκρη, λοιπόν, με τέτοια διάσταση ανάμεσα πραγματικότητα και ψευδαίσθηση, ανάμεσα ψέμα και αλήθεια. Ταυτόχρονα, όμως, η διάσταση αυτή μηδενίζεται με μια ανεπαίσθητη διόρθωση στην οπτική γωνιά μας. Παράξενος κόσμος», (σ. 591, καταγραφή 1007).
Ο δρόμος, όμως, για όποιον ψάχνει την έννοια του χρόνου, τόσο στη Φιλοσοφία και τη Θεολογία όσο και στην Ποίηση είναι ατέλειωτος. Διαβάζοντας σχετικά βιβλία, όσο και να θέλει να καταλήξει σε μια τελική απάντηση για το τι είναι χρόνος, δεν παύει να αναζητά.
Ευθύς αμέσως παραθέτω κάποια βιβλία που έχω κατά νου, οφειλή σε φιλομαθείς αναγνώστριες και αναγνώστες. Ομολογώ ότι το διάβασμά τους δεν είναι εύκολο εγχείρημα, μιας και διαπερνά δύσκολες φιλοσοφικές, θεολογικές, επιστημονικές και ποιητικές  θεωρήσεις για το χρόνο.
  • Giorgio Agamben. (2003). Χρόνος και Ιστορία: Κριτική του στιγμιαίου και του συνεχούς, μτφρ. Δημήτριος Αρμάος. Αθήνα: Ίνδικτος· εξαιρετικό βιβλίο με αναφορές στον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τον Πλωτίνο, τη Βίβλο, το Άγιο Αυγουστίνο, τον Καρτέσιο, τον Καντ, τον Νίτσε, τον Χάιντεγκερ.
  • Martin Heidegger. (2009). Η έννοια του χρόνου, μτφρ. Δημήτριος Υφαντής. Αθήνα: Ροές· μια διάλεξη και μια πραγματεία. Ιδιαιτέρα αξιόλογο έργο.
  • Martin Heidegger. (1978-1985). Είναι και Χρόνος. Πρόλογος – Μετάφραση - Σχόλια Γιάννης Τζαβάρας, ττ. 2. Αθήνα: Δωδώνη· μνημειώδες έργο.
  • Στέλιος Ράμφος. (2012). Time out: Η ελληνική αίσθησι του χρόνου. Αθήνα: Μούσες· ευσύνοπτη έκθεση από έναν κορυφαίο γνώστη του θέματος.
  • Φίλιππος Δρακονταειδής. (2018). Εκτός πλαισίου. Αθήνα: Εκκρεμές· πολύ καλή ανάλυση για το χρόνο στη σύγχρονη επιστήμη και την τεχνολογία.
  • Jean – Francois Lyotard. (2019). Το απάνθρωπο. Κουβέντες για το χρόνο, μτφ. Βασίλειος Πατσογιάννης. Αθήνα: Πλέθρον· βιβλίο άκρως σημαντικό.
Η βιβλιογραφική σοδειά για τον χρόνο δεν είναι μόνο η παραπάνω. Κατέγραψα ό,τι βρίσκεται στην προσωπική βιβλιοθήκη μου. Στα θεολογικά έργα ξεχωρίζει το κλασικό βιβλίο του Oscar Cullmann. (1997). Χριστός και Χρόνος. Αθήνα: Κέντρο Βιβλικών Μελετών Άρτος Ζωής, με γενική φροντίδα του Σάββα Αγουρίδη, σε αρχική μετάφραση Αρχιμ. Παλ. Κουμάντου και σε επιμέλεια κειμένου της Καίτης Χιωτέλη. Γι’ αυτό ο αξέχαστος Νίκος Ματσούκας, στον τρίτο τόμο της Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας, (Θεσσαλονίκη1997: Πουρναράς) γράφει ότι οι σύγχρονοι βιβλικοί θεολόγοι –μεταξύ αυτών και ο Culmann- «έχοντας a priori κατά νου το φιλοσοφικό σχήμα της δυαδικότητας άχρονης, νοητής αιωνιότητας και χρόνου, και θέλοντας να πουν ότι αυτό το πρότυπο δεν ισχύει στη βιβλική αποκάλυψη, δημιουργούν την εντύπωση ότι η Αγία Γραφή και τον ίδιο το Θεό τον θεωρεί χρονικό, όπως και την αιωνιότητά του, μια και φοβούνται τη δυαδικότητα άχρονης αιωνιότητας και χρονικής ιστορίας. Όμως κανένας τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει, ενώ η ασάφεια αυτή των βιβλικών θεολόγων αδικεί κατάφωρα την πατερική θεολογία, την οποία εύκολα μπορούν να θεωρήσουν ως εξελληνισμένη! Απλούστατα, μύριες όσες εικονικές παραστάσεις της Αγίας Γραφής προβάλλουν πρώτα τον απόλυτα απρόσιτο Θεό (επομένως άχρονο και ριζικά διαφορετικό από την κτίση, και έπειτα τον ίδιο παρόντα μέσω της δόξας του στην κτίση και την ιστορία. Άλλη είναι η αιωνιότητα του Θεού, ως απόλυτη και άλλη η αιωνιότητα της κτίσης και του ανθρώπου ως εξαρτώμενη κι σχετική. Χρονική είναι η αιωνιότητα ολάκερης της κτίσης, αισθητής και νοητής, σε μια άπαυστη πορεία –εξού η ριζική διαφορά από τη δυαδικότητα της φιλοσοφίας-, ενώ η αιωνιότητα του Θεού είναι ριζικά διαφορετική από την αιωνιότητα της χρονικής της δημιουργίας. Καμιά σχέση, λοιπόν, προς το πρότυπο της δυαρχικής φιλοσοφίας έτσι κι αλλιώς, τόσο του βιβλικού κόσμου, όσο και της ερμηνεία των θεολόγων πατέρων», (σ. 342).
Για να καταλάβει κανείς τι είναι ο χρόνος, από θεολογική βέβαια σκοπιά, οφείλει να αναμετρηθεί όχι μόνο με τα έργα των θετικών επιστημών αλλά και με τα έργα των Πατέρων της Εκκλησίας. Παραπάνω ανέφερα τον Νίκο Ματσούκα, κορυφαίο δάσκαλο θεολόγο στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, που στο μνημονευθέν έργο του αφιερώνει κάμποσες σελίδες για τον χρόνο και την αιωνιότητα, αντιπαραβάλλοντας τη θεολογία των Πατέρων, κυρίως του Μεγάλου Βασιλείου, με φιλοσοφικές σκέψεις του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Εκείνο, ωστόσο, το έργο του που κάνει εκτενή λόγο για το χρόνο είναι το: Επιστήμη, Φιλοσοφία και Θεολογία στην Εξαήμερο του Μεγάλου Βασιλείου (2η έκδοση, Θεσσαλονίκη 1990: Πουρναράς), όπου και η διαπίστωση για «άχρονο (ή υπέρχρονο) Τριαδικό Θεό», σε σαφή αντιδιαστολή με την «παροδικότητα και τη χρονικότητα κάθε κτιστής πραγματικότητας», (σ. 148). Η έγνοια του σοφού πανεπιστημιακού δασκάλου να δείξει πόσο σημαντική είναι η προσφορά της θεολογικής σκέψης στον πολιτισμό και την επιστήμη, φαίνεται και σ’ ένα άλλο βιβλίο του, το: Νεοελληνικός πολιτισμός και διανόηση, (Θεσσαλονίκη 2006: Πουρναράς). Και σ’ αυτό, δεν χάνει την ευκαιρία, με εξαιρετική μαστοριά λόγου και πειθώ να αναφέρει τα εξής αποκαλυπτικά, σε ειλικρινή πάντοτε διάλογο της θεολογίας με την επιστήμη, στον οποίο πίστευε ακράδαντα: «Ενώ , λοιπόν, από τον Αριστοτέλη ως τον Νεύτωνα ο χρόνος θεωρείται ως μια ανεξάρτητη διάσταση, κατά τη θεολογία χρόνος και κόσμος, χρόνος και δημιουργία με άλλα λόγια, συμφύονται σε μια αδιάσπαστη ενότητα. Θεολογικά είναι εσφαλμένη κατά πάντα η άποψη ότι ο κόσμος δημιουργήθηκε εν χρόνω· τα πάντα δημιουργήθηκαν με το χρόνο. Επομένως κόσμος και χρόνος είναι πραγματικές διαστάσεις, αδιαχώριστες εξολοκλήρου. Εν προκειμένω ο Μ. Βασίλειος με χαρκατηριστικές εκφράσεις έχει επισημάνει τούτη την ολοκληρωτική συμφυία κόσμου και χρόνου αφενός, και το ασύλληπτο του χρόνου αφετέρου. Μαζί με τον κόσμο και όλα τα συνυπάρχοντα με αυτόν ο χρόνος ρέει ακατάπαυστα. Έτσι είναι άπιαστος εξολοκλήρου, αφού το παρελθόν είναι άφαντο, τα μέλλον αναμένεται και το παρόν πριν καν γίνει γνωστό, δραπετεύει από την αίσθησή μας. "Συμφυής άρα τω κόσμω και τοις εν αυτώ ζώοις τε και φυτοίς η του χρόνου διέξοδος υπέστη, επειγομένη αεί και παραρρέουσα μηδαμού παυομένη του δρόμου. Ή ουχί τοιούτος ο χρόνος, ου το με παρλεθός ηφανίσθη, το δε μέλλον ούπω πάρεστι, το δε παρόν πριν γνωσθήναι διαδιδράσκει την αίσθησιν;"», (Εις την Εξαήμερον PG. 29, 13B). Ο αείμνηστος πανεπιστημιακός δάσκαλος δεν παραλείπει μάλιστα να αναφέρει και την εξάρτηση του Αυγουστίνου από τον Μ. Βασίλειο, γεγονός που αγνοούν μερικοί διανοούμενοι της νεοελληνικής κοινωνίας μας, αφού με την πεισματική εμπάθειά τους προς τη Θεολογία δείχνουν την επιστημονική αλαζονεία τους, (σσ. 99-102).
Στις θεολογικές μελέτες για τον χρόνο συγκαταλέγεται και εκείνη του επίσης πανεπιστημιακού δασκάλου στη Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, του αείμνηστου Δημητρίου Γ. Τσιάμη. Όσοι είχαμε την τύχη να τη διαβάσουμε στα φοιτητικά μας χρόνια κατά τη δεκαετία του 1980, θα θυμόμαστε τις σημειώσεις σε δύο τόμους του βιβλίου του: Εισαγωγική στην πατερική σκέψη. Ενώ ο πρώτος τόμος περιλαμβάνει μελέτες για την χριστιανική ανθρωπολογία, τη βίωση της εν Χριστώ ζωής κατά τον Γρηγόριο Θεολόγο, την ειρωνεία στα αντιαιρετικά συγγράμματα του Μ. Βασιλείου, την έννοια της μεσότητας κατά τον άγιο Γρηγόριο Θεολόγο, την παράδοση και την ανανέωση, την πίστη και τη γνώση κατά το Γρηγόριο Θεολόγο και τη θέωση κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά –όλες ανεξαιρέτως είναι αξιόλογες-, στον δεύτερο τόμο, οι μελέτες του Δημητρίου Τσιάμη αναφέρονται στην ορθόδοξη κοσμολογία, με ειδική αναφορά στη διδασκαλία του Μ. Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου Θεολόγου και του Μ. Αθανασίου, καθώς και στις έννοιες ογδόη ημέρα, άγγελοι - δαίμονες. Σ’ αυτές, ο συγγραφέας εκκινώντας από τη θεώρηση του χρόνου κατά την αρχαιοελληνική φιλοσοφία, οικοδομεί μια ορθόδοξη θεώρηση, με ερμηνευτικά κλειδιά «εκχριστιανισμού φιλοσοφικών ιδεών», τα οποία θα ζήλευαν οι θετικοί επιστήμονες.
Φιλοσοφία και Θεολογία άλλοτε σε σύνθεση κι άλλοτε σε αντίθεση, για την έννοια του χρόνου, ουδέποτε έπαψαν η καθεμιά να καταθέτει την άποψή της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Πρόκλος και ο βυζαντινός φιλόσοφος και θεολόγος Νικόλαος Μεθώνης. Για τις αντιθετικές θέσεις τους έχει γράψει δύο άρθρα ο Χρήστος Τερέζης, Ομότιμος Καθηγητής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Πατρών. Το πρώτο είναι δημοσιευμένο στο περ. Δωδώνη, τ. ΚΑ΄ (1992), της Επιστημονικής Επετηρίδας του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, με τίτλο: «Η έννοια του “χρόνου” κατά τον Νικόλαο Μεθώνης». Το δεύτερο άρθρο δημοσιεύθηκε στην Φιλοσοφία, την Επετηρίδα του Κέντρου Ερεύνης της Ελληνικής Φιλοσοφίας, τ. 23-24 (1993-1994), με τίτλο: «Η έννοια του χρόνου στο έργο “Στοιχείωσις Θεολογική” του νεοπλατωνικού Πρόκλου». Και στα δύο άρθρα οι έννοιες χρόνος και αιών διερευνούνται στο πλαίσιο της διαφοροποίησης ανάμεσα στη φιλοσοφική και τη θεολογική θεώρησή τους, εξού και τα διαφορετικά συμπεράσματα· για τον μεν Πρόκλο α) ο χρόνος αποτελεί «αντικειμενική πραγματικότητα με αυτόνομους όρους ανάπτυξης, είναι προϋποθετικός και οριοθετικός διαδικασιών και εκφράζει μια ανεξάρτητη από τις εξ υποκειμενικές μορφές εποπτείας κατάσταση», β) «λειτουργεί ως μια δυναμική μεταβολών», αποκλείοντας «τα στατικά κοσμικά συστήματα», μεταφέροντας «στον κόσμο της εμπειρίας ό,τι διατηρεί από το μεταφυσικό αρχέτυπό του, τον αιώνα» και γ) «εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για μια αέναη κοσμική αρμονία, είναι ο όρος υπέρβασης του χάους και της αταξίας και εισάγει στην περιοχή των αισθητών όντων αριθμητικές αναλογίες τέτοιες που αρθρώνουν ένα συνεκτικό σύστημα νόμων», (σσ. 211-212)· για τον δε Νικόλαο Μεθώνης, με τις θέσεις του να είναι ευρύτερα ενταγμένες στην διδασκαλίας της ορθόδοξης παράδοσης. Στο έργο του: «Ανάπτυξις της Θεολογικής Στοιχειώσεως Πρόκλου Πλατωνικού Φιλοσόφου», α) «αποκλείει οποιαδήποτε εκδοχή του χρόνου ως a priori μορφή εποπτείας του νοούντος αντικειμένου» και β) «η χρονική διαδοχή είναι αντικειμενικό γεγονός οντικής αιτιολόγησης και καθίσταται εμπειρικά διαπιστώσιμη στο πλαίσιο του κοσμικού γίγνεσθαι και των κινητικών μεταβολών», (σ. 109).
Στη Φιλοσοφία της Ιστορίας τα ερωτήματα «για ποιο λόγο συνδέουμε γεγονότα καλύπτοντας χάσματα αιώνων ή χιλιετηρίδων;» και «τι εκφράζει αυτή η ανάγκη μας για ανάγνωση συνέχειας, συγγένειας, συνδέσεως;», φέρνουν στο προσκήνιο την έννοια της χρονικής κλίμακας, η οποία είναι καθοριστική για τη σπουδή της Ιστορίας και βασική προϋπόθεση για τη φιλοσοφική ανάγνωσή της. Χάρη σ’ αυτή την χρονική κλίμακα διακρίνουμε σημαντικές περιόδους της Ιστορίας· γι’ αυτό και είναι απαραίτητη, στη γραμμική διάσταση όπου το παρελθόν είναι ό,τι προηγείται του παρόντος και το μέλλον ό,τι έπεται. Ο Παναγιώτης Δρακόπουλος, στο εξαιρετικό βιβλίο του: Μεσαίωνας. Ελληνικός και Δυτικός, (Αθήνα 1985: Εποπτεία) που, επί τέσσερεις δεκαετίες από τη χρονιά που εκδόθηκε, παραμένει αξεπέραστο, για να τονίσει τη σημασία της χρονικής κλίμακας χρησιμοποιεί «λέξεις αγιασμένες από τον Ηράκλειτο» (τωρινός, περασμένος, αναμενόμενος, σύγχρονος), υποστηρίζοντας πως το μεγαλύτερο μέσο της κοσμολογίας του Εφέσιου φιλοσόφου είναι «φιλοσοφία για τη ροϊκή κίνηση του ανθρώπου», (σσ. 15-20).
Το πόση σημασία δίνει η επιστήμη στην έννοια του χρόνου αποδεικνύεται από τη βιβλιογραφία η οποία, κυρίως, προέρχεται από τις φυσικές επιστήμες. Οι περιπτώσεις του Stephen Hawking και του Γιώργου Γραμματικάκη είναι χαρακτηριστικές για τον τρόπο που μιλούν για τον χρόνο. Ο Hawking, στην αντίληψη πολλών ειδικών και μη ειδικών, θεωρείται άθεος. Η άρνηση της ύπαρξης του Θεού, στη Δύση, δεκαετίες τώρα, δεν χωρά αμφιβολία πως προέρχεται από την άγνοια κορυφαίων επιστημόνων -όπως άλλωστε ήταν ο Hawking- φιλοσοφικών και θεολογικών έργων της Ανατολής. Έχω τη γνώμη ότι ο Hawking αν διάβαζε έργα των N. Μπερντιάγιεφ, George Steiner, Χρήστου Μαλεβίτση, Χρήστου Γιανναρά, Νίκου Ματσούκα –ενδεικτικές εδώ οι αναφορές των ονομάτων- θα απαντούσε με διαφορετικό τρόπο στια ερωτήματα που του τέθηκαν στο τελευταίο, για τα ελληνικά εκδοτικά δεδομένα βιβλίο του, το: Σύντομες απαντήσεις στα μεγάλα ερωτήματα, (μτφρ. Ανδρέας Μιχαηλίδης, Αθήνα 2018). Παρότι άθεος, όπως δηλώνει, ο Hawking στο βιβλίο του: Το χρονικό του χρόνου, (Αθήνα 1997: Κάτοπτρο), σε κάποια σημεία κάνει έναν «ιδιότυπο λόγο» περί Θεού. Γράφει: «Μέσα σ’ ένα αμετάβλητο Σύμπαν μια αρχή στο χρόνο είναι κάτι που πρέπει να έχει επιβληθεί από κάποιο ον έξω από το Σύμπαν· δεν υπάρχει μια φυσική αναγκαιότητα που να επιβάλλει την ύπαρξή της. Θα μπορούσε λοιπόν να φανταστεί κανείς ένα παντοδύναμο Θεό που να δημιούργησε το Σύμπαν σε οποιαδήποτε στιγμή του παρελθόντος το θέλησε. Αντίθετα, αν το Σύμπαν διαστέλλεται, μπορούν να υπάρχουν φυσικοί λόγοι που να επιβάλλουν μια αρχή του χρόνου. Θα μπορούσε λοιπόν και τώρα να φανταστεί κανείς ένας Θεό που δημιούργησε το Σύμπαν τη στιγμή της Μεγάλης Έκρηξης, ή ακόμη και μετά, με ένα ακριβώς τρόπο που να φαίνεται σαν να είχε υπάρχει κάποτε μια Μεγάλη Έκρηξη. Δεν θα είχε όμως νόημα να υποθέσει κανείς ότι το Σύμπαν δημιουργήθηκε πριν τη Μεγάλη Έκρηξη. Βλέπουμε, λοιπόν, πως ένα διαστελλόμενο Σύμπαν δεν αποκλείει τη δυνατότητα ύπαρξης του Θεού, βάζει όμως χρονικούς προσδιορισμούς στην παντοδυναμία του! […]
[…] Ο τελικός αντικειμενικός σκοπός της φυσικής είναι μία μοναδική θεωρία που να περιγράφει ολόκληρο το Σύμπαν. Η προσέγγιση όμως που σήμερα ακολουθούν οι περισσότεροι επιστήμονες συνίσταται στο διαχωρισμό του προβλήματος σε δύο μέρη. Κατά πρώτον, υπάρχουν οι φυσικοί νόμοι· αυτοί καθορίζουν την εξέλιξη του Σύμπαντος, το πώς αλλάζει το Σύμπαν με τν πάροδο του χρόνου. (Αν γνωρίζουμε πως φαίνεται το Σύμπαν σε κάποια χρονική στιγμή, οι φυσικοί νόμοι περιγράφουν πω θα φαίνεται σε κάποια επόμενη). Κατά δεύτερον, υπάρχει το ερώτημα για την αρχική κατάσταση του Σύμπαντος. Μερικοί νομίζουν πως η επιστήμη της φυσικής πρέπει να ασχολείται μόνο με το πρώτο μέρος του προβλήματος. Θεωρούν ότι το ερώτημα για την αρχική κατάσταση του Σύμπαντος ανήκει στο χώρο της μεταφυσικής ή της θεολογίας. Φαντάζονται ένα Θεό που, επειδή είναι παντοδύναμος, θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα Σύμπαν σε οποιαδήποτε αρχική κατάσταση ήθελε. Αν είναι έτσι, τότε θα μπορούσε επίσης να το δημιουργήσει έτσι που να αναπτύσσεται με εντελώς τυχαίο τρόπο. Φαίνεται, όμως, ότι το Σύμπαν εξελίσσεται με πολύ κανονικό τρόπο, σύμφωνα με κάποιους νόμους. Είναι λοιπόν εξίσου λογικό να υποθέσουμε ότι υπάρχουν νόμοι που καθορίζουν την αρχική κατάσταση του Σύμπαντος, όπως ακριβώς υπάρχουν νόμοι που καθορίζουν την εξέλιξή του», (σσ. 30, 32-33)[*].
Σε αντίθεση με τον Χόκινγκ, η συμβολή του Γιώργου Γραμματικάκη είναι πολύ κοντά στην ελληνική φιλοσοφική και θεολογική παράδοση. Στα δύο βιβλία του: Η Κόμη της Βερενίκης, (Ηράκλειο: 1998, με πάρα πολλές επανεκδόσεις) και: Η Αυτοβιογραφία του Φωτός, (Ηράκλειο: 2006, κι αυτό με πολλές επανεκδόσεις· και τα δύο από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης), ο συγγραφέας κάνει πλείστες αναφορές στο πως ελληνική φιλοσοφία και θεολογία μιλούν για τη γένεση του κόσμου και την εμφάνιση της ζωής. Στην προκειμένη περίπτωση, σημαντικές είναι και οι επισημάνσεις στο βιβλίο του: Ένας Αστρολάβος του Ουρανού και της Ζωής, (Ηράκλειο 2013: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης). Γράφει: «Αξίζει […] να φανταστούμε κι εδώ μιαν επανάσταση. Μια επανάσταση όμως αλλιώτικη από τις άλλες: την πειρατεία του χρόνου! Ας υποθέσουμε ότι μια επαναστατική οργάνωση, που έχει στον πυρήνα της παιδιά και ποιητές, καταλαμβάνει το Γραφείο Μέτρων και Σταθμών στο Παρίσι. Δεν θα είναι άλλωστε δύσκολο: ένας φύλακας και εξειδικευμένοι επιστήμονες αποτελούν το προσωπικό τού Γραφείου. Καθώς λοιπόν η Επαναστατική Επιτροπή κηρύσσει την απελευθέρωσή μας από το χρόνο και τον καταπιεστικό του μηχανισμό, μια νέα – άχρονη – εποχή αρχίζει για την ανθρωπότητα. Στο σχετικό διάγγελμά της η Επιτροπή, που αποτελείται από ποιητές και παιδιά, αναφέρει ότι για να αποφευχθούν η σύγχυση και ο πανικός, όπως και άλλες δυσάρεστες συνέπειες, ο παγκόσμιος χρόνος θα σιγήσει οριστικά με την έλευση του Νέου Έτους, ώρα 12 τα μεσάνυχτα ακριβώς. Το διάγγελμα καταλήγει με μια έκκληση στους “προλετάριους όλου του χρόνου” να ενωθούν.
»Χαράς ευαγγέλια από εκείνη την ιστορική στιγμή που ο παγκόσμιος ιστός τού χρόνου θα παύσει να υπάρχει! Καθώς στο εξής κανένα κρατικό ή ανθρώπινο ρολόι δεν θα μπορεί να πείσει ότι εκείνο έχει το σωστό χρόνο, η απορρύθμιση διαρκώς θα αυξάνεται. Η απελευθέρωση από τον χρόνο θα γίνει παγκόσμια τάξη, πολύ πιο ευεργετική από αυτήν που έχει επιβληθεί σήμερα. Ας φαντασθεί κανείς την καθημερινότητα: οι υπάλληλοι δεν θα υπακούουν σε ωράριο, αλλά στις υποχρεώσεις τους απέναντι στους πολίτες· στα σχολεία ή τα πανεπιστήμια οι καθηγητές θα διδάσκουν μόνον όταν εκδηλώνεται ενδιαφέρον από τους φοιτητές· οι φιλίες και οι κοινωνικές συναντήσεις θα αποκτήσουν εκ νέου χαλαρότητα και νόημα· ενώ ο έρωτας, που από μόνος του αρέσκεται να καταργεί τον χρόνο, θα ανακτήσει και τυπικά τον ελεύθερό του εαυτό.
»Στον χώρο της δημιουργίας, άλλωστε, μια πραγματική έκρηξη θα αντικαταστήσει το σημερινό τέλμα: συγγραφείς και σκηνοθέτες, καλλιτέχνες ή ποιητές, ζωγράφοι και φιλόσοφοι, απελευθερωμένοι από την απειλή τού χρόνου και τις πολλαπλές δεσμεύσεις που εκείνη επιβάλλει, θα αφεθούν απερίσπαστοι στα κύματα της φαντασίας και της πραγματικής εμπνεύσεως.
»Εκτός όμως από την αποκατάσταση ευγενέστερων αξιών, που δεν θα υπακούουν στην τυραννία τού χρόνου αλλά στη φυσική ροή του, μια ξεχασμένη εμπειρία θα αρχίσει πάλι να συντροφεύει την ανθρώπινη ζωή: εκείνη της επαφής με τη φύση και τον ουράνιο κόσμο. Η διαδρομή τού χρόνου θα συνοδεύεται ξανά από αλλαγές και θαύματα, όπως καλά εγνώριζαν οι παλιοί ναυτικοί και οι γεωργοί. Η κίνηση των πλανητών και η θέση των αστερισμών, τα καιρικά φαινόμενα και η διαδοχή των εποχών θα ανακτήσουν τη δεσπόζουσα θέση τους στη νέα τάξη πραγμάτων.
»Καθώς τότε τα ρολόγια θα είναι σταματημένα και σε αχρηστία, οι κυβερνήσεις δεν θα αναλώνονται σε στείρους ανταγωνισμούς. Νηφάλιος ο άνθρωπος, θα ανακαλύψει πάλι ότι ο Ήλιος ανατέλλει καθημερινά και το φως του εισχωρεί ανεπαίσθητα στα σπίτια, ενώ οι κινήσεις των άστρων και των πλανητών συνδέονται με τις εποχές και τη μαγεία τους. Στη νέα αυτή παγκόσμια τάξη, ένα πλοίο θα ορίζει τη ράθυμη αναχώρησή του με τη δύση τού Ήλιου· ή μια σπουδαία συνάντηση των Ευρωπαίων ηγετών, που έχει ορισθεί να γίνει στην Ελλάδα, θα διαρκέσει όσο η Αφροδίτη διακρίνεται στον ουρανό», (σσ. 329-330).
Το παραπάνω ξεφύλλισμα βιβλίων για τον χρόνο δεν θα μπορούσε να αφήσει εκτός την ποίηση. Ποιητές όπως ο Κ. Π. Καβάφης, ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Νίκος Καρούζος, ο Κλείτος Κύρου, για να αναφέρω μερικούς, στα ποιήματά τους καταδεικνύουν την αγωνιώδη προσπάθειά τους να ορίσουν τι είναι χρόνος. Ο Κ. Π. Καβάφης, στα Κεριά, γράφει στίχους για την αναπόφευκτη φθορά του ανθρώπου από το παρελθόν, στο παρόν, στο μέλλον: «Μήνας περνά και φέρνει άλλον μήνα. / Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα εικάζει· / Είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα. / Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει», και ο Τάσος Λειβαδίτης, στην 25η Ραψωδία της Οδύσσειας, για «όσα δεν ζήσαμε / αυτά μας ανήκουν»: «Αηδίες – ο χρόνος έγινε για να κυλάει, / οι έρωτες τελειώνουν, / η ζωή για να πηγαίνει στο διάολο / κι εγώ για να διασχίζω το Άπειρο με το μεγάλο δρασκελισμό ενός μαθηματικού υπολογισμού». Ο Νίκος Καρούζος, στη συλλογή Πενθήματα, στο ποίημα Θεραπευτική αγωγή, θεωρεί τον χρόνο γενικό και κοροϊδευτικό: «Ο χρόνος είναι γενικός. / Δεν μπορούμε να εντοπίσουμε τα οράματα. / Δεν μπορούμε να μοιράζουμε αστραπές / απ’ τα κλωστήρια τ’ ουρανού με δόσεις. / Ένα σκαθάρι το στοχαζόμαστε απέριττα / η πιο μεγάλη ώρα της ζωής, υπάρχει σαν τις άλλες… / Δεν πάει μια βδομάδα που έβλεπα / δυο μουλάρια στην ύπαιθρο / να ξεραίνουν το θάνατο στη ράχη τους. / Ο χρόνος είναι κοροϊδευτικός. / Είναι αμέτοχος σαν τα περίπτερα στην κίνηση». Τέλος, ο Κλείτος Κύρου, στη συλλογή Εν όλω συγκομιδή, γράφει: «Πέρα από τον χρόνο / Ακόμα κι όταν οι αγάπες τελειώνουν / ο χρόνος προχωρεί. / Στη στιλπνή επιφάνεια αφήνεις αποτυπώματα διαμπερή / πάντα ευανάγνωστα για τους ειδικούς που αποτιμούν το κόστος».


Επίγραμμα, κάτι σαν επίλογος

Ομολογώ ότι το παρόν αρθράκι μου άρχισα να το γράφω τα ξημερώματα της Πρωτοχρονιάς, στο γύρισμα από τον παλιό προς τον νέο χρόνο. Είχα σκοπό να είναι σύντομο, για να το στείλω ως ευχές σε πρόσωπα αγαπημένα και φιλικά. Τελικά εξελίχθηκε σ’ ένα άρθρο όπου εκθέτω βασικές θέσεις για την έννοια του χρόνου διακεκριμένων θεολόγων, φιλοσόφων, επιστημόνων και ποιητών. Ωστόσο, όσο και αν οι θέσεις και οι απόψεις των παραπάνω παρουσιαζόμενων προσωπικοτήτων είναι διαφορετικές, πιστεύω ότι μπορούν να έχουν την καθολικότητά τους και τη σύνθεσή τους. Κι αυτό το στηρίζω στα γραφόμενα του αλησμόνητου Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, που στο πεζογράφημά του: «Η Πορεία και το Σταμάτημα», στο βιβλίο του: Συνοδεία. Πεζογραφήματα 1936-1968, (Θεσσαλονίκη 1984: Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις, σ. 18), γράφει τα εξής αποκαλυπτικά: «Αυτά όμως τα πράγματα, όταν πρόκειται μάλιστα να χάσουν κάθε χαρακτήρα γενικότητας, μένοντας στο συγκεκριμένο για να το εξαντλήσουν, ώστε να φτάσουν από άλλη μεριά στην καθολικότητα, απαιτούν άπειρες γνώσεις που θα μ’ έβαζαν σε φασαρίες με τους ειδικούς επιστήμονες ή επαγγελματίες, πραχτικούς και θεωρητικούς. 
»Η Γεωλογία, η Πετρογραφία, η Εδαφολογία, η Μετεωρολογία, η Βοτανική, η Ζωολογία θα χρειαζόταν για τη συστηματική μελέτη από τα διάφορα και ποικίλα πράγματα που θα ήταν δυνατόν να παρατηρήσουμε. Η Αστρονομία, η Φυσική, η Χημεία, η Μηχανική, τα Μαθηματικά εν γένει θα ήταν απαραίτητα για τον καθορισμό από τις σχέσεις ανάμεσα σε διάφορα πράγματα ή στα τμήματά τους προς το σύνολο. Η Παλαιοντολογία, η Παλαιογραφία, η Επιγραφολογία, η Αρχαιολογία, η Ιστορία θα ‘διναν στα πράγματα του τοπίου την προοπτική του χρόνου. Η Φιλολογία, η Νομική, η Κοινωνιολογία θα εξηγούσαν τη σημασία που αυτά τα πράγματα πήραν και έχουν για κάθε άνθρωπο και στις σχέσεις ανάμεσα σ’ άνθρωπο με άνθρωπο. Η Θρησκειολογία και η Θεολογία θα μας έλεγε, τέλος, τις ενότητες που ο άνθρωπος αποτέλεσε ενούμενος με τα πράγματα του κόσμου, κάνοντας με μυστικό γάμο από τα δύο, ένα σώμα και μια ψυχή».

ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!

[*] Ένα λίαν ενδιαφέρον άρθρο του Ηλία Μαγκλίνη, διακεκριμένου δημοσιογράφου στην εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, με τίτλο: «Είχε και ο Στίβεν Χόκινγκ τα τρωτά του σημεία…», κάνει αναφορά σ’ ένα βιβλίο του Τσαρλς Σάιφ (Charles Seife), συγγραφέα πολλών αξιόλογων βιβλίων επιστημονικής θεματολογίας που έγραψε για τον Χόκονγκ. Σ’ αυτό, ο συγκεκριμένος συγγραφέας, «δίχως να μειώνει στο παραμικρό το μεγαλείο του επιστήμονα» Χόκινγκ «σκιαγραφεί ένα εξαιρετικά γειωμένο πορτραίτο ανθρώπου που “ξεπουλήθηκε”, σιγά σιγά αλλά σταθερά». Με κριτικό τρόπο δεν παραλείπει μάλιστα να αναφέρει ότι προς το τέλος της ζωής του, ο Χόκινγκ «προβαίνει σε δηλώσεις και αποφάνσεις πάνω σε θέματα και ζητήματα για τα οποία δεν είχε επαρκή εποπτεία, όπως, π.χ., τους κινδύνους της εξέλιξης της τεχνητής νοημοσύνης». Για τον Σάιφ, Το χρονικό του χρόνου ήταν το βιβλίο που έκανε τον Χόκινγκ «κάτι σαν γκουρού». Σε καμιά περίπτωση, βέβαια, το βιβλίο του Σάιφ δεν επιδιώκει να μειώσει τη κορυφαίο επιστήμονα Χόκινγκ. Απλούστατα αυτό που πετυχαίνει είναι να «αναδείξει τις αντιφάσεις που φωλιάζουν όχι μόνο στους κοινούς θνητούς αλλά και σε ζωντανούς θρύλους όπως ήταν ο Χόκονγκ», (βλ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ: Κυριακή 23 Μαΐου 2021).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου