Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2019

«Ομολογιούχοι» θρησκευόμενοι

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

I. Φίλος αγαπητός, πολύ καλός γνώστης των θεολογικών και εκκλησιαστικών ζητημάτων, αν και μη θεολόγος της σχολικής τάξης, μιας και δεν ακολούθησε το καθηγητικό επάγγελμα - καιρό είχαμε να μιλήσουμε στο τηλέφωνο - προχθές με ρώτησε: «Βρε Θανάση, τι γίνεται με αυτά τα Θρησκευτικά, τι αφορισμοί είναι αυτοί, κι από την μια κι από την άλλη μεριά;». «Γιατί αυτός ο εμφύλιος των θεολόγων;» «Άκουσε αγαπητέ μου», του είπα. «Πολλές φορές τα ‘χουμε πει. Είμαστε χρόνια φίλοι και σε πολλά συμφωνούμε. Άλλωστε μην ξεχνάς είχαμε καλούς δασκάλους στο πανεπιστήμιο, όταν σπουδάζαμε τη Θεολογία. Θα σου τα πω λίγο διαφορετικά σήμερα. Άκουσέ τα, λοιπόν: η μια μεριά, η ακραία, φοβάται. Φοβάται μήπως και η Ορθόδοξη πίστη των μαθητών μας πάθει καμιά σύγχυση από τον «θρησκειολογικό πολτό», όπως λένε, που διδάσκεται με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών. Η άλλη, η νηφάλια όπως συχνά σου τονίζω μεριά, που ξέρει καλά τα θεολογικά και παιδαγωγικά πράγματα, μολονότι κι αυτή έχει κάνει κάποια λάθη, μιλάει μόνον όταν την καλούν οι περιστάσεις, δηλαδή όταν κρίνει πως στο έργο εμάς των θεολόγων της σχολικής τάξης, παρεμβαίνουν οι μη ειδικοί». «Τι εννοείς;», με ρώτησε ξανά, χαμογελώντας. Κατάλαβα ότι κατάλαβε τι του είπα, αλλά σαν πειραχτήρι που είναι ο αγαπητός φίλος θεολόγος, θέλησα κι εγώ να τον πειράξω κι ευθέως του ξεστόμισα έναν αφορισμό τού μη θρησκευόμενου Λ. Βιττγκενστάιν: «Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείς τη λέξη “Θεός” δεν δείχνει ποιόν εννοείς, αλλά τι εννοείς». «Τάδε έφη ο φιλόσοφος Βιττγκενστάιν». «Καλός αφορισμός», μου είπε, «αλλά στους “ομολογιούχους” των Θρησκευτικών, σίγουρα θα προκαλέσει αμηχανία». «Μπράβο», του απάντησα, «καλά το λες, είσαι παλικάρι, αλλά επειδή χτυπάει το κουδούνι και μπαίνω στα πρωτάκια της Α΄ Λυκείου για μάθημα, όταν ανέβω στη Σαλονίκη θα τα πούμε κι από κοντά, όπως κάνουμε πάντα...»
Ο καλός αυτός φίλος, είναι από τους θεολόγους, που θέλει το μάθημα των Θρησκευτικών να είναι μάθημα ελευθερίας και η Εκκλησία να είναι Εκκλησία αγάπης και προσευχής. Ευτυχώς!

II. Οι παρακάτω τρεις εικόνες είναι σελίδες (ενδεικτικές) από τα «παλαιά» βιβλία Θρησκευτικών, τα οποία οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών επιθυμούν να μπουν ξανά στις σχολικές τάξεις, μέχρι να εκπονηθούν νέα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, όπως λένε, (ΑΠΣ... πεισματωδώς υποστηρίζουν) κι όχι Προγράμματα Διαδικασίας («μα τι είναι αυτό που θα διδάξω εγώ; Είναι δυνατόν να διδάξω κείμενο του F. Lenoir που παρουσιάζει τον Ιησού ως φιλόσοφο;» διερωτόταν πριν δύο χρόνια συνάδελφος όταν είδε το Φάκελο Μαθήματος της Α΄ Λυκείου. Όμως, ο καλός συνάδελφος μάλλον δεν έβλεπε καλά ή έβλεπε μόνον ότι τον βόλευε, γιατί ο Φάκελος είχε κι άλλα παράλληλα κείμενα, Ορθοδοξότατα). Τέλος πάντων, επειδή θεωρώ ότι τα βιβλία Θρησκευτικών των ΑΠΣ είναι πολύ αξιόλογα διδακτικά εγχειρίδια, γραμμένα από συναδέλφους με ανοιχτό πνεύμα – ένας απ’ αυτούς ήταν κι ο αξέχαστος Γιώργος Τσανανάς («Ποτέ δεν θα πεθάνουμε, κουφάλα νεκροθάφτη. Χριστός Ανέστη!») - η επάνοδός τους στη διδακτική πράξη είναι σίγουρο ότι, για ακόμη μαι φορά δεν θα ξεβολέψει τους επικριτές των ΝΠΣ από την εσωστρέφειά τους. Γι’ αυτό αναρωτιέμαι και συνάμα φοβάμαι, μήπως τα μαθητούδια της Α΄ και Β΄ Γυμνασίου πάθουν καμιά σύγχυση, όταν λόγου χάριν στα διδασκόμενα μαθήματα: «20. Ο προφήτης Μιχαίας: το όραμα της παγκόσμιας ειρήνης», (Α΄ Γυμνασίου), και «19. Η Κυριακή προσευχή (“Πάτερ ημών”): Στον καινούργιο κόσμο του Θεού οι άνθρωποι προσεύχονται», (Β΄ Γυμνασίου), δουν τα εικονιζόμενα πρόσωπα των φωτογραφιών. Λέω, μήπως, πάθουν σύγχυση κι απ’ αυτόν τον «θρησκειολογικό πολτό», για κάνω και λίγο χιούμορ. Αναρωτιέμαι, επίσης, μήπως ξανά οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών, όταν τα παλαιά βιβλία επανέλθουν στις σχολικές τάξεις, χάριν της συνταγματικής «κανονικότητας» (τι λέξη κι αυτή, την υιοθετήσαμε κι εμείς οι θεολόγοι από τους πολιτικάντηδες), προσφύγουν ξανά στο ΣτΕ για να τα κρίνει ως ακατάλληλα για Ορθόδοξη διδαχή. Έτσι για να λέμε ότι παίζουμε πολύ καλά το παιχνίδι της κολοκυθιάς! Επιτέλους, ας σοβαρευτούμε. Γιατί και στα παλαιά βιβλία όχι μόνο του Γυμνασίου και του Λυκείου αλλά και Δημοτικού, υπάρχουν αναφορές σε άλλες θρησκευτικές πίστεις. Μόνο εκείνοι που αλληθωρίζουν δεν τις βλέπουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το καλό παλαιό βιβλίου Θρησκευτικών της ΣΤ΄ τάξης: «Αναζητώντας την αλήθεια στη ζωής μας», όπου στο έκτο κεφάλαιο γίνονται διακριτές αναφορές σε ετερόδοξους και αλλόθρησκους (Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες, Εβραίους, Μουσουλμάνους). Διακριτές, βέβαια, είναι και στα Νέα Προγράμματα Σπουδών, κι ας κινδυνολογούν οι επικριτές τους.





III. Ο καβγάς που έγινε για το τραγούδι «Ο μπαγάσας» του Νικόλα Άσιμου ήταν η αιτία να αποσυρθεί από τον Φάκελο Μαθήματος της Α΄ Λυκείου. Δες τε τώρα ένα ακόμη "παράδοξο", το οποίο οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών κι αυτό αρνούνται να κατανοήσουν. Στο προηγούμενο βιβλίο Θρησκευτικών της Γ΄ Λυκείου, ο καλός συνάδελφος Θ. Ν. Παπαθανασίου, στην έκτη διδακτική ενότητα: «Οι εξτρεμιστές της ελευθερίας, την περίπτωση των "δια Χριστόν σαλών"», ως αφορμή γόνιμου προβληματισμού για συζήτηση προτείνει το τραγούδι "Εν κατακλείδι" του Παύλου Σιδηρόπουλου. Και δεν είναι μόνον αυτό. Σε άλλη ενότητα του διδακτικού εγχειριδίου, την εισαγωγική, πριν τη διδασκαλία των δύο μαθημάτων για την ηθική συνείδηση, τις εντολές και τα δόγματα, προτείνει την παράλληλη διδασκαλία κειμένων του Νίκου Καζαντζάκη (από τον Καπετάν Μιχάλη) και του Ηλία Βενέζη (από Το νούμερο 313128). Κι αυτά τα αποσπάσματα, στα 1999, κρίθηκαν ότι θα σκανδάλιζαν τους μαθητές, γι' αυτό και δεν εντάχθηκαν στη διδακτέα ύλη. Ωστόσο, προς τιμήν του ο συγγραφέας, σε άρθρο του στη Σύναξη υποστήριξε ότι, αποδέχθηκε τη γνώμη τής πλειοψηφίας τής κριτικής επιτροπής τού σχολικού εγχειριδίου, η οποία καθώς γράφει, επιχειρηματολόγησε με αγάπη, [βλ. Θ. Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (1999). «Εδώ σε θέλω, κάβουρα. Μερικές προτάσεις για τη διδακτική πράξη των Θρησκευτικών», στη: Σύναξη. 71:97-107]. Επανέρχομαι, όμως, στο τραγούδι του Παύλου Σιδηρόπουλου κι ερωτώ: αντέχει η θεολογική κοινότητα άλλο καβγά για ακόμη ένα τραγούδι από τα "παλαιά" βιβλία Θρησκευτικών, παρόμοιο με του Νικόλα Άσιμου; Και το ερωτώ αυτό γιατί όπως και το «Εν κατακλείδι» έτσι και «Ο μπαγάσας», ακόμη και κατηχητικό – ομολογιακό μάθημα ο θεολόγος να κάνει στην τάξη θα πετύχει το διδακτικό του στόχο, υπό την εξής, βέβαια, προϋπόθεση: «ο λόγος της Κατηχήσεως για να είναι γνήσιος, δηλαδή εκκλησιαστικός, και για να γίνεται αντιληπτός, μετέρχεται και προσλαμβάνει τρόπους, μέσα και σχήματα καιρικά, όπως φωτισμένα η πατερική πρακτική εδίδαξε ανά τους αιώνες», [βλ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΦΡΑΓΚΑΚΟΣ. (2005). «Ο μπαγάσας (Σχεδίασμα μαθήματος)», στη: Σύναξη. 95:82–83)· και: «Ο μπαγάσας» του Νικόλα Άσιμου και η σπουδή της Ορθοδοξίας στη σχολική τάξη].

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου