Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου
Όλοι γνωρίζουμε πως η Γραφή είναι γεμάτη με παραδείγματα ανθρώπων μετάνοιας και αποκαλύψεις της αγάπης του Θεού. Ο κεντρικός άξονας του ευαγγελικού λόγου της Κυριακής (Λκ. ιθ΄ 1-10) είναι ο λόγος του Κυρίου μας: «Δεν ήρθα να καλέσω τους δίκαιους, αλλά τους αμαρτωλούς σε μετάνοια». Αυτή είναι η στάση ζωής μας και αυτό είναι το ήθος της Εκκλησίας. Άλλωστε, για μας «άγιος» δεν είναι ο «αναμάρτητος», αλλά ο «διαρκώς μετανοών» άνθρωπος. Τέτοιο παράδειγμα αληθινής μετάνοιας είναι ο Ζακχαίος.
Τι ήταν ο Ζακχαίος; Ένας φοροεισπράκτορας, ένας πλεονέκτης και ένας άνθρωπος μισητός της περιόδου εκείνης. Παρά αυτή του την κατάσταση, ο Ζακχαίος διατηρούσε μέσα του τον πόθο για την αλήθεια. Γι’ αυτό το λόγο, έψαχνε ευκαιρία να συναντήσει Αυτόν που είχε ακούσει: Τον Χριστό. Του δόθηκε, κάποτε, η ευκαιρία. Περνούσε ο Κύριος απ’ τα μέρη του και επειδή ήταν κοντός, ανέβηκε σε μια συκομορέα για να μπορέσει να Τον δει. Μπόρεσε να τον δει και ο Χριστός του δίνει την ευκαιρία σωτηρίας, ζητώντας του να πάει στο σπίτι του. Τα υπόλοιπα τα γνωρίζουμε.
Αξίζει να δούμε ορισμένα πράγματα. Αρχικά, διαβάζουμε στο ευαγγέλιο πως ο κόσμος διαμαρτυρήθηκε: «Μα αυτός είναι αμαρτωλός. Πού πας;». Αυτοί ήταν οι «θεούσοι» και οι «πνευματικοί» άνθρωποι, υποτίθεται, που δεν εμβαθύνουν στα πράγματα και τα βλέπουν εξωτερικά. Έχουν χωρίσει τους ανθρώπους στους «έτσι» και στους «αλλιώς». Για το Θεό, όμως, τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά.Οφείλουμε να ξέρουμε πως στον κάθε αμαρτωλό υπάρχει μέσα του ο πόθος για την αλήθεια, υπάρχει το φως μέσα του και η δυνατότητα αλλαγής.
Ναι. Ζούσε ο Ζακχαίος όλη αυτή την πτώση του, αλλά είχε μέσα του την επιθυμία να συναντήσει τον Χριστό. Κανένας άνθρωπος, όσο αμαρτωλός κι αν είναι, δεν χάνει μέσα του αυτή τη δυνατότητα: Να επιθυμεί τον Χριστό. Άρα, αν λέμε εμείς πως είμαστε αμαρτωλοί και δεν είμαστε για τον Χριστό, είναι ανοησία. Αυτός, λοιπόν, ο Ζακχαίος είναι ένα πρότυπο για μας, αλλά και ένας άγιος της Εκκλησίας μας. Επομένως, πώς σωζόμαστε; Αν διαφυλάξουμε στην καρδιά μας «ζωντανή» την επιθυμία μας για την αλήθεια. Εμείς μπορεί να είμαστε της Εκκλησίας, να κάνουμε όλα τα πνευματικά πράγματα, αλλά να μην έχουμε πόθο για συνάντηση με το Θεό.
Όμως, ας σκεφτούμε το εξής: Πώς αποκαλούμε το Θεό; «Καρδιογνώστη» μιας και βλέπει το περιεχόμενο της καρδιάς μας. Γι’ αυτό, τα εξωτερικά σχήματα είναι πολύ σχετικά. Δεν υπάρχει και λόγος να κατακρίνουμε, διότι σίγουρα θα κάνουμε λάθος. Δεν μπορούμε να ξέρουμε τα μύχια της ύπαρξης κανενός ανθρώπου. Ένα πράγμα οφείλουμε να έχουμε: Το ήθος του Κυρίου μας, που θέλει όλοι να σωθούμε. Δεν φτάνει μόνο η μετάνοια. Χρειάζεται και η αγάπη του Κυρίου μας. Η αγάπη του Θεού μάς σώζει. Ούτε αυτή, όμως, φτάνει. Χρειάζεται και η δική μας συγκατάθεση. Όταν συνδυαστούν αυτά τα δύο, όπως λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, τότε, γίνεται η αλλοίωση του ανθρώπου. Αυτή η αγάπη του Θεού είναι που μας δίνει ελπίδα και κουράγιο να σηκωθούμε.
Ο Χριστός μάς το λέει ξεκάθαρα. Για μας τους αμαρτωλούς ήρθε στον κόσμο. Ο Θεός έχει έναν πόθο: Όλοι να σωθούμε. Χρειάζεται να «ενεργοποιήσουμε» τον εαυτό μας, παίρνοντας κουράγιο απ’ αυτό το λόγο του Κυρίου μας: Ότι δεν είναι δυνάστης και κριτής, αλλά πατέρας και θεραπευτής. Αυτό θα γίνει όταν αποκτήσουμε απλότητα και ευρυχωρία μέσα στην καρδιά μας. Η «στενότητα» η δική μας δείχνει την αμετανοησία μας. Δεν έχει καμιά σχέση το φως και η πραγματικότητα του Θεού με αυτά τα «κουτάκια» και τους τακτικισμούς, που έχει ο καθένας μας. Αν δεν γίνει μια βαθιά ανατροπή μέσα μας, ώστε να γίνουμε «άλλοι άνθρωποι», δεν υπάρχει φως και Χριστός.
Ποια είναι η απόδειξη αυτού του πράγματος; Όταν έχουμε έμπρακτη μετάνοια. Δεν φτάνουν μόνο τα λόγια και τα κλάματα. Όλοι τέτοια κάνουμε. Λέμε: «Αχ τι κάναμε;», πάμε στην εξομολόγηση, «σβήνει το κοντέρ» και επιστρέφουμε στην καθημερινότητά μας να γράψει άλλα. Θέλουμε απλώς να φύγουν οι ενοχές. Αυτό είναι το επίπεδο του σύγχρονου χριστιανού. Λέμε: «Είπα τις αμαρτίες και ξεφόρτωσα». Δεν πάμε να «ξεφορτώσουμε» στην εξομολόγηση, αλλά πάμε να «φορτώσουμε» Χριστό και να αλλοιωθούμε. Η Εκκλησία δεν είναι χώρος απενοχοποίησης για να νιώθουμε πιο άνετοι, αλλά είναι η ικανότητα να συναντηθούμε με τον Χριστό.
Όταν έρχεται ο τελώνης Ζακχαίος και λέει: «Ό,τι έκλεψα το δίνω και, μάλιστα, τετραπλάσια», τι δείχνει αυτό; Όχι ότι απλώς μετανόησε σαν εμάς τους ανώριμους, αλλά ότι ήταν τόσο γεμάτος απ’ τον Χριστό που δεν είχε ανάγκη απ’ τα υλικά αγαθά και τα πωλούσε. Αυτή είναι η έμπρακτη απόδειξη της μετάνοιας. Αυτά τα στοιχεία να κρατήσουμε μέσα μας: Την αγάπη για τον Χριστό και ότι όσο αμαρτωλοί κι αν είμαστε, όσο κι αν βρισκόμαστε στην προσωπική μας κόλαση, να κρατάμε «άσβεστο» τον πόθο μας για το Θεό. Μην ξεγελιόμαστε και θεωρούμε πως δεν είμαστε για το Θεό. Για το Θεό είμαστε. Μάλιστα, όσο πιο αμαρτωλοί, τόσο και καλύτερα ίσως. Πιθανότατα έτσι έχουμε και περισσότερη συντριβή, ώστε να στραφούμε ολοκληρωτικά προς το Θεό.
Εν κατακλείδι, η αληθινή μας μετάνοια θα φανεί από το τι επιθυμούμε από εδώ και πέρα. Ποιος είναι ο θησαυρός μας; Είμαστε έτοιμοι να τα «πουλήσουμε» όλα και να κρατήσουμε τον Χριστό; Αν είμαστε έξυπνοι, θα καταλάβουμε πως αν τα «πουλήσουμε» όλα για τον Χριστό, τότε, απολαμβάνουμε και τη ζωή και τον κόσμο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου