Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2025

Ένα διαχρονικά επίκαιρο αυτοβιογραφικό κείμενο του ΚΩΣΤΗ ΠΑΛΑΜΑ

Ένα αυτοβιογραφικό κείμενο, εν είδει χρονογραφήματος, γραμμένο από τον Κωστή Παλαμά με αναμνήσεις και περιστατικά των νεανικών του χρόνων (αρκετά διδακτικό και διαχρονικά επίκαιρο, ιδίως τις ημέρες αυτές τις αφιερωμένες στο Σχολείο και στα Γράμματα).

Ὁ Καθηγητής μου

Εἰς τὴν τελευταίαν στήλην μιᾶς ἐφημερίδος πρὸ ἡμερῶν ἀνεκάλυψα νεκρώσιμον ἀγγελίαν. Ἄνθρωπος βεβαρημένος ἀπὸ τὰ ἔτη καὶ βεβαίως ἀπὸ τὴν ζωἢν ἐπλήρωσε τὸ κοινὸν χρέος. Ἀλλʼ ὁ θάνατος αὐτὸς μὲ συνεκίνησε. Μʼ ἐβύθισεν εἰς τὸ σκιόφως μελαγχολικοῦ ρεμβασμοῦ˙ μοῦ ἤνοιξε τὴν πύλην τῶν ἀναμνήσεων. Τῶν ἀναμνήσεων αἱ ὁποῖαι διατηροῦνται ἀνεξάλειπτοι ἐντός μας, μὲ ὅλην τὴν πάροδον τῶν καιρῶν, διότι ἀναφέρονται εἰς τὰ ὡραῖα ἔτη τῆς ἐφηβικῆς ἡλικίας, τὰ μόνα θετικά, τὰ μόνα χαρακτηριστικὰ τοῦ βίου μας. Εἴμεθα εἰς ὅλην μας τὴν ζωὴν σφραγισμένοι ἀπὸ τὴν βαθεῖαν σφραγίδα τῆς παιδικότητός μας. Ὅλα τὰ ἄλλα σφραγίσματα καὶ γνωρίσματα εἶναι πασαλείμματα καὶ μπαλώματα.
Ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου τὸ τέλος μοῦ ἀνήγγειλε τὸ νεκρώσιμον ἦτον ἁπλούστατα ὁ Κ α θ η γ η τ ή ς μου. Τοῦτο τὸ ὄνομα φέρει εἰς τὸν κόσμον τῆς μνήμης καὶ ἀκούει εἰς αὐτό. Ἀπὸ πολλοὺς καθηγητὰς ἐπέρασα καὶ πολλῶν τὰς διδασκαλίας ὑπέστην. Δὲν ἐννοῶ τοὺς γόητας ἰδεώδεις διδασκάλους τῶν ἀληθειῶν καὶ τῶν ὡραιοτήτων, διὰ τῶν ὁποίων καὶ μόνον ἡ ψυχὴ ἑνὸς ἀνθρώπου δύναται νὰ ὑψωθῇ εἰς τὰς σφαίρας τοῦ πνεύματος. Ἔχω ἁπλῶς καὶ ὡρισμένως ὑπʼ ὄψει μου τὴν χορείαν τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ἡ Πολιτεία εἶχε τάξει νὰ μεταδώσουν καὶ εἰς ἐμὲ τὰ φῶτα τῆς ἐγκυκλίου μαθήσεως. Θεέ μου! Πόσον ἀμυδρά, καὶ πόσον ἐχαλοῦσαν τὰ μάτια, τὰ φῶτα των! Δὲν συνέτειναν εἰς ἄλλο τίποτε παρὰ εἰς τὸ νὰ αὐξάνουν τὸ γύρω μου σκότος καὶ τὴν ἐντός μου πλῆξιν. Καὶ πόσον τώρα ξεθωριασμένα μοῦ παρουσιάζονται τὰ χρώματα τῶν εἰκόνων των καὶ ποία μετριότης εἰς τὰς προσωπογραφίας των! Μέτρια καὶ τετριμμένα εἰς τὴν παιδικήν μου φαντασίαν διεγράφοντο καὶ τὰ μαθήματα ποὺ μᾶς παρέδιδον. Συνηθίζαμεν νὰ ὀνομάζωμεν καθένα μὲ ἀκαδημαϊκὴν ἐπισημότητα, ἀπὸ τὸ μάθημα τῆς διδασκαλίας του. Ὁ Ἑλληνιστής, ὁ Λατῖνος, ὁ Μαθηματικός, ὁ Ἱστορικός, ὁ Γάλλος, ὁ Φιλόσοφος, ὁ Θεολόγος. Ἀλλʼ ὁ Ἑλληνιστὴς εἰς ἐμὲ δὲν προσέφερε τίποτε. Τὰ Σωκράτους Ἀπομνημονεύματα τοῦ Ξενοφῶντος, κουραστικὰ μέχρι πλήξεως ὅπου δὲν ἦσαν ἐλευθερόστομα διὰ τὴν χριστιανικήν μας σεμνοτυφίαν, μέχρι σκανδάλου. Τὸ Προοίμιον τοῦ Θουκυδίδου πολὺ βαρύ. Ὁ λαμπρὸς Πλούταρχος ἔχανε τὴν λάμψιν του ἕως ὅτου φθάσῃ μέχρις ἡμῶν ἀμαυρωμένος ἀπό τὴν σχολαστικὴν ξηρότητα. Ὁ Θεολόγος μᾶς ἐκκένωνε βλοσυρῶς εἰς τὸ δοχεῖον τῆς μνήμης ὅπου ἐξίνιζαν, σελίδας ἀπὸ τὴν Κατήχησιν Πλάτωνος Μητροπολίτου Μόσχας, κατὰ μετάφρασιν ἐκ τοῦ ρωσικοῦ. Ὁ Λατῖνος μᾶς ἐπετοῦσε κατακέφαλα τὸ σκληρότατον κομβολόγι του, ὁσάκις δὲν ἐτονίζαμεν ἀπταίστως τοὺς στίχους τοῦ Ὀβιδίου. Ὁ Γάλλος, πάλαι ποτὲ ὑπαξιωματικὸς εἰς ἕν σύνταγμα Ζουάβων, ἐγνώριζε τὰ γαλλικὰ κομπογιανίτικα ὡς δραγουμάνος καὶ ἀπὸ Ἑλληνικὰ δὲν ἐσκάμπαζε παρὰ τὰ κοινότατα καὶ ἀπαραιτήτου χρήσεως εἰς τοὺς Πανέλληνας ὀνόματα˙ λ.χ. τὸ μαντιὰν ἡρμήνευεν ἀξιόλογα, ἀπαρεγκλίτως διακονιάρης˙ διὰ τὸ θηλυκὸν τῆς λέξεως δὲν ἐσκοτίζετο˙ τὸ μετέφραζε: διακονιαροῦσα. Ὁ Ἱστορικὸς μᾶς ὑπεχρέωνε καὶ αὐτὂς νὰ ἀποστηθίζωμεν τὴν ἀτελείωτον «Παγκόσμιον Ἱστορίαν» τοῦ Οὐηβήρου, καθὼς εἶχεν ἐξελληνισθῆ ὁ Γερμανὸς Βέμπερ, μέσα εἰς τὴν ὁποίαν παρήλαυνον γεγονότα ἀδιάφορα, ὡμά, ἀνεξέλεγκτα, ἀπρόσιτα, ἀκατανόητα εἰς τὴν παιδικήν μας ἀντίληψιν. Μόνον διὰ τὸν Μαθηματικὸν ἔτρεφα κάποιαν εὐγνωμοσύνην. Ὁσάκις ἔπαιρνε στὸ χέρι του τὸ τεμπεσίρι διὰ νὰ μᾶς ἀναπτύξῃ ἐπὶ τοῦ μαυροπίνακος τὰ προβλήματά του, συνηρπάζετο ἀπὸ το θέμα του καὶ καμμίαν προσοχὴν δὲν ἔδιδε πλέον εἰς τοὺς ἀκροατάς του. Τὴν χρυσὴν αὐτὴν εὐκαιρίαν ἐγὼ ἔδραττα, ἀμελέστατος εἰς τὰ μαθηματικὰ καὶ παντελῶς ἀγεωμέτρητος, διὰ νὰ ταξιδεύω εἰς τοὺς κυανοὺς κόσμους ἐπὶ τῶν πτερύγων τῆς νεανικῆς, ἀλλʼ ἐξάλλου φαντασίας μου.
Ὅτε, μίαν ὡραίαν ἀνοίξεως πρωΐαν, ἐνῶ ἐτερέτιζον τὰ χελιδόνια καὶ μοσχοβολοῦσαν τὰ τριαντάφυλλα, εἰς τὸ πρόγραμμα τοῦ Ἑλληνικοῦ μαθήματος εἴδαμεν τοιχοκολλημένον: Ὁμήρου Ὀδύσσεια. Κʼ ἐδῶ εἰσέρχεται εἰς τὴν σκηνὴν ὁ Κ α θ η γ η τ ή ς μου. Ἡ σκηνογραφία μεταβάλλεται καὶ τὸ πεζὸν καὶ φορτικὸν σχολεῖον μὲ τοὺς ἀποκρουστικοὺς διδασκάλους του γίνεται διʼ ἐμὲ ναός˙ κάτω ἀπὸ τὴν φωτολαμπῆ του σκέπην ἐμυήθην κατὰ πρῶτον καὶ πόσον ἀπροσδοκήτως εἰς ὅ,τι παλλόμενον ἀπὸ ζωὴν κατέχει κτῆμα ἐς ἀεί ἡ Ἑλληνικὴ ὡραιότης. (1918)

Κ. Παλαμάς, Περασμένα Χρόνια, Άπαντα, τόμ. Δ΄, εκδ. Γκοβόστης, σσ. 479 - 481.

[Για την αντιγραφή: Βασίλειος Α. Γεώργας].


Παναγιώτης Γράββαλλος. Κωστής Παλαμάς· Χαλκογραφία, 34/40 24X17,4 εκ. ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ Ε. ΑΒΕΡΩΦ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου