Τετάρτη 31 Οκτωβρίου 2018

Ιστορία και Πηγές

«Θα ήταν καθαρή φαντασία να υποθέσουμε πως για κάθε ιστορικό πρόβλημα υπάρχει ένας συγκεκριμένος τύπος ντοκουμέντου, με έναν συγκεκριμένο τρόπο χρήσης. Αντίθετα, όσο βαθύτερη η έρευνα τόσο περισσότερο πρέπει τα στοιχεία να προέλθουν από πηγές διαφορετικού είδους. Ποιος θρησκευτικός ιστορικός θα αρκούνταν στην εξέταση ολίγων θεολογικών πραγματειών ή ψαλτηρίων; Γνωρίζει πολύ καλά πως η ζωγραφική και η γλυπτική των τοίχων του ιερού, η διάταξη και τα υπάρχοντα των τάφων έχουν τόσο πολλά να του πουν για νεκρές πίστεις και συναισθήματα, όσο χίλια χειρόγραφα της εποχής. Η γνώση μας για την εισβολή των γερμανικών φύλων έχει προέλθει τόσο από την αρχαιολογία των τάφων και των τοπωνυμίων όσο και από την εξέταση των καταστατικών χαρτών και χρονικών. Καθώς προσεγγίζουμε την εποχή μας, οι προϋποθέσεις αλλάζουν, δίχως να γίνονται λιγότερο απαιτητικές. Για την κατανόηση της σύγχρονης κοινωνίας, αρκεί άραγε να βυθιστούμε στην ανάγνωση κοινοβουλευτικών συζητήσεων και κυβερνητικών εγγράφων; Δεν είναι εξίσου αναγκαίο να είμαστε στη θέση να ερμηνεύσουμε μια κατάσταση τραπεζικού λογαριασμού, το ίδιο δυσεξήγητη στον απλό άνθρωπο όσο και τα ιερογλυφικά; Στην εποχή της μηχανής, μπορεί ο ιστορικός να αγνοεί το πώς κατασκευάζονται και τροποποιούνται οι μηχανές;» 


MARC BLOCH. (1994). Απολογία για την Ιστορία: Το επάγγελμα του Ιστορικού. Πρόλογος - Μετάφραση. Κώστας Γαγανάκης. Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις, σ. 91.

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2018

Εξελικτική θεωρία και ελευθερία του ανθρώπου

«4.2 Ήρθε επιπλέον και η “εξελικτική θεωρία” να μπολιάσει τον νεωτερικό άνθρωπο με την αμφιβολία, μήπως όλες οι πνευματικές ή ψυχικές του ικανότητες είναι μόνο προϊόντα του βιολογικά εξελιγμένου εγκεφάλου του. Βέβαια, μια τέτοια απλουστευτική ανθρωπολογία σκοντάφτει ακόμα σε δυσεπίλυτα προβλήματα της νευροφυσιολογίας: πώς ο τεράστιος πολυμερισμός των εγκεφαλικών λειτουργιών συντίθεται και “εστιάζεται” στη συνειδητή εμπειρία; - Γιατί η πειραματική έρευνα διαπιστώνει μια χρονική ανακολουθία ανάμεσα στη νευρική λειτουργία και στο “ψυχικό” γεγονός (:η δραστηριότητα των εγκεφαλικών κυττάρων μπορεί να προηγείται, αλλά μπορεί και να έπεται του “ψυχικού” γεγονότος της συνειδητοποίησης); - Ποιος είναι ο άγνωστος συντελεστής (μη υποκείμενος στην κβαντική συμπεριφορά της ύλης) που “διαβάζει” εκλεκτικά από το πλήθος των ανώτερων εγκεφαλικών κέντρων ή “παίζει” σαν πιανίστας στα πλήκτρα των εγκεφαλικών κυττάρων προκειμένου να συνθέσει τη συνειδητοποιημένη εμπειρία; 
»4.3 Αλλά, αν θεωρηθεί και η λογικότητα του ανθρώπου σαν εξελιγμένη μορφή της λογικότητας των ζώων, υπάρχει μια επιπλέον διαφορά που δυσχεραίνει τις απλουστεύσεις του φυσιοκεντρικού φαινομενισμού: Το ζώο αναπτύσσει τις “λογικές” του ικανότητες για να προσαρμοσθεί στα φυσικά δεδομένα στα οποία ζει. Μόνο ο άνθρωπος πηγαίνει αντίθετα στη λογική της φυσικής προσαρμογής, και χάρη σε αυτή την αντίθεση δημιουργεί πολιτισμό και Ιστορία. Μπορεί ακόμα και να καταστρέψει αυτό τον κόσμο της δεδομένης φύσης προκειμένου να δημιουργήσει τον δικό του κόσμο. “Ο άνθρωπος μοιάζει με τα ζώα σε ο,τιδήποτε συνεπάγεται υποταγή σε αυτό που του δόθηκε. Ο,τιδήποτε είναι ελευθερία από μια τέτοια υποταγή αποτελεί σημάδι της ιδιαιτερότητας του ανθρώπου”, (ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΗΖΙΟΥΛΑΣ. (1992). Η κτίση ως Ευχαριστία. Θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 101)».


ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1999). Το ρητό και το άρρητο: Τα γλωσσικά όρια ρεαλισμού της μεταφυσικής. Αθήνα: Ίκαρος, σσ. 120-121.

Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2018

Με τους ιστοριογραφικούς όρους του Jacques Le Goff

«Μια αβεβαιότητα παραμένει ακόμη και αν το ερώτημα τίθεται με καλύτερους όρους στα τέλη του 15ου αιώνα. Πού βρίσκονται τα ηπειρωτικά σύνορα της Ευρώπης στην Ανατολή; Καταρχάς, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι, αν η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453 είχε έντονο αντίκτυπο στην Ευρώπη, και κυρίως στις ελίτ της, δεν είναι μόνο το καταστροφικό τέλος ενός κόσμου, του βυζαντινού, όπως θα το ήθελε η παραδοσιακή ιστοριογραφία. Μακροπρόθεσμα είναι και το τέλος μιας αναπηρίας για την ευρωπαϊκή ενότητα· γιατί, αν η ορθόδοξη θρησκεία διατηρείται μέχρι σήμερα στο ανατολικό τμήμα της Ευρώπης, δεν συνδέεται πια με το διπλό κέντρο πολιτικής και θρησκευτικής εξουσίας που ήταν η Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Έτσι, παραδόξως, το 1453 απομακρύνθηκε ένα πιθανό εμπόδιο για την ενότητα μιας μελλοντικής Ευρώπης».


JACQUES LE GOFF. (2006). Η Ευρώπη γεννήθηκε το Μεσαίωνα; Μτφρ. Ελευθερία Ζέη. Επιμέλεια Άγγελος Ελεφάντης – Άννα Μαραγκάκη. Αθήνα: Πόλις, σ. 355. 

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018

Νέος κόσμος και νέος άνθρωπος: κόσμος βαρβαρότητας και άνθρωπος βάρβαρος

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Θα μπορούσε να είναι σκηνή από κινηματογραφική ταινία. Όμως δεν είναι. Όπως προκύπτει από το ντοκιμαντέρ, πρόκειται για πραγματικό γεγονός, που είναι προανάκρουσμα της εμφάνισης ενός νέου κόσμου κι ενός νέου ανθρώπου: κόσμου βαρβαρότητας και ανθρώπου βάρβαρου. Ο υβριστής της γυναίκας η οποία ζητά ένα κομμάτι ψωμί κι ένα ποτήρι νερό για να ζήσει, πετά στα σκουπίδια την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου προσώπου της. Για πολλούς, ο υβριστής επαναστατεί τάχαμου εναντίον της συνωμοσίας ξένων κέντρων και κυκλωμάτων, εκφοβίζοντάς τον ότι ο κάθε Άλλος θα του πάρει την πατρίδα και την θρησκεία του. Βλέποντας το βίντεο και ακούγοντας τον υβριστή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, νιώθω πως ο πραγματικός πολιτισμός βρίσκεται στην «ελάττωση των ιχνών του προπατορικού αμαρτήματος», κατά τον σοφό λόγο του Charles Pierre Baudelaire. Έναντι ετούτης της βαρβαρότητας ποιο, άραγε, μπορεί να είναι το γιατρικό; Μα, η ποίηση βέβαια: «[…] τίποτα δεν ζήτησα / Στάθηκα μόνο αντίκρυ σου / Ένα ρόδο φυτρωμένο στην πέτρα του χρησμού / Και στον πηλό μου τρεις φορές ο Άγγελος εφύσηξε / Τον Ήλιο τον Νοητό / Να ευαγγελίσει την Έρημο […]»· (ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ – ΠΟΘΟΥ. (1995). Επί Πτερύγων Ανέμων. Αθήνα: Καλέντης, σ. 15). 


ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΑΡΟΥΦΑΛΗΣ· «Άμπελος», λάδι σε ξύλο. 

Πέμπτη 18 Οκτωβρίου 2018

Προσευχή και Αγάπη

«Η προσευχή είναι το ξεπέρασμα του χρόνου και η είσοδος στο άχρονο και στην απειρότητα, στην τελειότητα και στην φαεινότητα του Θεού. Επομένως, είναι η συμπερίληψίς μας με τον Θεόν, η περιχώρησίς μας εν τω Θεώ, ο εξαφανισμός μας τρόπον τινά υπό του Θεού, το να γίνωμε ένα μαζί Του. Αυτό γίνεται εν τη προσευχή, αυτό είναι η προσευχή. Γι’ αυτό η αγάπη και η προσευχή έχουν τόση σχέσι, ώστε το ένα να σημαίνη το άλλο».



Αρχιμ. ΑΙΜΙΛΙΑΝΟΥ ΣΥΜΩΝΠΕΤΡΙΤΟΥ. (2015). Περί Αγάπης: Ερμηνεία στον Άγιο Μάξιμο. Πρόλογος π. Νικόλαος Λουδοβίκος. Επιμέλεια κειμένου – Σχολιασμός Ιερόν Κοινόβιον Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Ορμύλιας. Αθήνα: Ίνδικτος, σσ. 26-27.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2018

Ο ορθόδοξος μυστικισμός

«Ο ορθόδοξος μυστικισμός αποβάλλει τον υποκειμενισμόν, λυτρώνει από την μόνωσιν, προφυλάσσει από τον πανθεϊσμόν, διότι δεν καλεί εις ένωσιν μετά του Θεού, αλλ’ εις μυστικήν αναγέννησιν εν κοινωνία, εν Εκκλησία. Ο Θεός υπέρκειται του υπαρκτού, είναι άμικτος αυτού, αλλ’ η ενέργεια αυτού χαρίζεται εν Αγίω Πνεύματι· αυτή είναι η δύναμις της σωτηρίας, την οποίαν αισθάνεται μυστικώς η ύπαρξις και πληρούται γαλήνης λυτρουμένη του πάθους της και της διαλεκτικής της υπαρκτικής σκέψεως μεταξύ χρονικού και αιωνίου. Εδώ ευρίσκεται η δύναμις δια να αχθή τις εις πραγματικήν θεολογίαν και φιλοσοφίαν και υπέρβασιν των υπερβολών και καταχρήσεων του ορθού λόγου. Ο Μυστικισμός όμως ούτος στηρίζεται εις το εκκλησιαστικόν φρόνημα της ορθοδόξου παραδόσεως και τον πνευματολογικόν αυτής χαρακτήρα, τα οποία παρημέλησεν εν τη μονομερεία του υποκειμενισμού του ο Kierkegaard. Δια τον ορθόδοξον μόνον εν τη εκκλησιαστική κοινωνία και δια της από κοινού μετοχής εις την μυστηριακήν ζωήν, εις την ενέργειαν του Θεού εν Αγίω Πνεύματι υπάρχει η αληθής εν Χριστώ ύπαρξις ουχί πλέον εν τη μάζη, αλλ’ εν τη αληθεί εν αλλήλοις κοινωνία. Δια τούτο πάσα υποκειμενιστική τάσις, πάσα φυγή από της εκκλησιαστικής ζωής, πάσα ενόρασις αυτής ως μαζικής καταστάσεως ελέγχεται ως εσφαλμένη βασικώς τοποθέτησις του ζητήματος της πραγματικής εν Χριστώ υπάρξεως».


ΝΙΚ. Α. ΝΗΣΙΩΤΗ. (1969). Υπαρξισμός και χριστιανική πίστις κατά τον Seren Kierkegaard και τους συγχρόνους υπαρξιστάς φιλοσόφους Karl Jaspers, Martin Heidegger και Jean – Paul Sartre. Αθήναι, σσ. 303-304.

Σάββατο 13 Οκτωβρίου 2018

«Τι είσαι σύ;»

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ [*] 

Στη μνήμη του παπα-Στρατή Δήμου.

«Θα ήθελα ωστόσο να προσθέσω εδώ, μια και ο λόγος είναι για τη θρησκεία, πως πέρα από τα παραπάνω παραδοσιακά πολιτικά και θεσμικά αντίδοτα στον φανατισμό και στη μισαλλοδοξία, για τους ανθρώπους ακριβώς της θρησκείας, υπάρχει ακόμη ένα: ο Θεός, ο οποίος και για τις τρεις θρησκείες του βιβλίου είναι, - [σημ. εννοεί το βιβλίο του Γάλλου δημοσιογράφου Ζαν Ντανιέλ. (1998). Ο Θεός είναι φανατικός; Δοκίμιο για τη θρησκευτική ανικανότητα του πιστεύειν, μτφρ. Ανδρέας Πανταζόπουλος. Θεώρηση μετάφρασης - Επιμέλεια - Εισαγωγή Σταύρος Ζουμπουλάκης. Αθήνα: Πόλις] -, πάνω από όλα, Θεός ελέους και οικτίρμων. Όποιος πιστέψει βαθιά μέσα του – και ας μην καταφέρει να το κάνει πράξη - ότι ο μόνος, κατηγορηματικά, τόπος συνάντησης με το Θεό είναι το πρόσωπο του άλλου ανθρώπου, αυτός είναι ήδη αντίπαλος του φανατισμού, της βίας και της μισαλλοδοξίας».

ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. ( 2002). Ο Θεός στην Πόλη: Δοκίμια για τη Θρησκεία και την Πολιτική. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σ. 44.

Ένα από τα πολλά στρεβλά που συμβαίνουν στον εκπαιδευτικό χώρο είναι και ο κομματισμός. Σχηματοποιώντας τον θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι σ’ ένα αρκετά μεγάλο κομμάτι του συνδικαλισμού που κατοικοεδρεύει στις διάφορες ΕΛΜΕ της πατρίδας μας, είναι υπαρκτή η έλλειψη όχι μόνο ορθού πολιτικού λόγου αλλά και παιδαγωγικού. Όταν, λόγου χάριν, κάποιος ακούει οποιονδήποτε εκπρόσωπο εκπαιδευτικής παράταξης να μιλά για ζητήματα που απασχολούν τον εκπαιδευτικό κλάδο, διαπιστώνει ότι δεν μιλά ένας εκπαιδευτικός - παιδαγωγός αλλά ο εκπρόσωπος κάποιου πολιτικού κόμματος. Στην προκειμένη περίπτωση, όποιος έχει στοιχειώδη πολιτικό κριτήριο, ο ψόγος είναι δεδομένος προς τον πολιτικάντη εκπαιδευτικό συνδικαλιστή. Θα μπορούσε να συμβεί κάτι διαφορετικό; Θα μπορούσε να υπάρξει ένα πεδίο πολιτικής κριτικής στην εκπαίδευση, το οποίο θα περιόριζε κάθε κομματική σέκτα και τάση να κυριαρχεί σ’ αυτή; Ίσως ναι. Γιατί όμως αυτού του είδους ο συνδικαλισμός, χρόνια τώρα ζει και βασιλεύει στον εκπαιδευτικό χώρο; Είναι ένα ακόμη ερώτημα που ζητά σοβαρή απάντηση. Κι όμως, έχω τη γνώμη πως έναν σχεδόν αιώνα πριν, περί τα τέλη της δεκαετίας του ’20, η απάντηση έχει δοθεί από τον Γιώργο Θεοτοκά. Στο γνωστό λογοτεχνικό μανιφέστο του, το Ελεύθερο Πνεύμα, ο κορυφαίος διανοητής και εκπρόσωπος της γενιάς του ’30 γράφει: «μίλησα για κομματισμό. Δε θα σας μάθει κανείς τίποτα καινούργιο αν σας ανακοινώσει πως ο κομματισμός μ’ όλες τις μορφές του, ακόμα κι ο προσωπικός κομματισμός, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην πνευματική μας ζωή. Δεν αποκλείεται μάλιστα να παίζει κάποτε και τον πρώτο ρόλο. Κάθε Έλληνας, από τη μέρα που ανοίγει τα μάτια του στον κόσμο, αισθάνεται πολύ μεγάλη όρεξη να ιδρύσει κόμμα. Είναι φυσικό να εκδηλώνεται αυτή η ψυχική ανάγκη και στις πιο ανυστερόβουλες πνευματικές ενασχολήσεις. Για να συζητήσουν οι Έλληνες πρέπει να διαιρεθούν σε παρατάξεις», (Γιώργος Θεοτοκάς, (1998). Ελεύθερο Πνεύμα. Επιμέλεια Κ. Θ. Δημαράς. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σ. 8). 
Ετούτος ο κομματισμός, τον οποίο με κοφτερή γλώσσα στιγματίζει ο Θεοτοκάς, βρίσκει τον τρόπο κάθε εποχή να προσαρμόζεται στα δεδομένα της. Έτσι και ο εκπαιδευτικός κομματισμός σήμερα έχει βρει τον τρόπο να μιλά τη γνωστή ξύλινη γλώσσα για καθετί που συμβαίνει στην ελληνική εκπαίδευση, παίζοντας άριστα το παιχνίδι των πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπεί. Στη γνωστή κόντρα που κατά τις τελευταίες μέρες έχει ξεσπάσει στην τοπική εκπαιδευτική κοινότητα, για το αν οι μετανάστες θα πρέπει να ονομάζονται «λαθρομετανάστες» ή όχι, δεν είναι καθόλου δύσκολο νηφάλιος νους να διαπιστώσει ότι οι κομματάνθρωποι εκπαιδευτικοί, σ’ ότι αφορά το τεράστιο πρόβλημα που κατά την τελευταία πενταετία αντιμετωπίζει η Λέσβος με την προσφυγιά και τη μετανάστευση, αρνούνται να κατανοήσουν το εξής απλό: πέραν της αδυναμίας πολιτικής διαχείρισης του μεταναστευτικού ζητήματος, ο εκπαιδευτικός χώρος οφείλει να το αντιμετωπίζει με την ενδεδειγμένη παιδαγωγική ευαισθησία, τουτέστιν ανθρωπιστικά, της προσφοράς, δηλαδή, προς τον συνάνθρωπο. «Κι όταν δεν πεθαίνει ο ένας για τον άλλο, είμαστε κιόλας νεκροί», επισημαίνει σ’ έναν πολύτιμο στίχο του ο ποιητής Τάσος Λειβαδίτης. Το ανθρωπιστικό πρόταγμα έναντι των μεταναστών και των προσφύγων, δεν είναι ένα γεγονός που συμβαίνει σε κάποια γωνιά της ανθρώπινης ύπαρξης. Είναι γεγονός βιωματικό, το οποίο με δύναμη έχει σφραγίσει ολάκερη την ιστορία της ανθρωπότητας, όπου η μετανάστευση και η προσφυγιά πάντα ήταν στο προσκήνιο. Λέγω, λοιπόν, ανθρωπιστικά και ευθύς αμέσως εξηγούμαι τι εννοώ, θέλοντας να αποφύγω την κακοτοπιά εκείνης της γλυκανάλατης αλληλεγγύης και αγάπης προς τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Υπό μια θεολογική και εκκλησιαστική θα ‘λεγα ματιά, η φιλοξενία κάθε μετανάστη και πρόσφυγα αποτελεί τη ραχοκοκαλιά ενός πολιτισμού που θέλει να λέγεται χριστιανικός. «Ο φιλάδελφος φανερώνεται και φιλόξενος», γράφει ο καλός συνάδελφος Χρυσόστομος Σταμούλης, καθηγητής στη Θεολογικής Σχολή Θεσσαλονίκης. Υπ’ αυτήν την έννοια θεωρώ πως ο χαρακτηρισμός «λαθρομετανάστης», τον οποίο ελαφρά τη καρδιά ουκ ολίγοι εκπαιδευτικοί υιοθετούν είναι τόσο απαξιωτικός για την ανθρώπινη ύπαρξη, γεγονός που συνιστά θανάσιμη εκτροπή από το μήνυμα της αγάπης που με ριζοσπαστικό τρόπο κηρύττει η χριστιανική πίστη. Ο ίδιος, άλλωστε, ο Χριστός κανέναν άνθρωπο δεν απαξίωσε, ούτε το πολιτισμό στον οποίο ανήκε. Ο άνθρωπος, ο κάθε άνθρωπος καλείται να αντιμετωπίζεται πέρα από τα όρια που θέτουν κριτήρια έθνους, φυλής ακόμη και θρησκείας. Ο πατήρ Σωφρόνιος Σαχάρωφ έλεγε πως «ο φανατισμός δεν έχει σχέση με τον Χριστό. Να είσαι χριστιανός αληθινός. Τότε κανένα δεν θα παρεξηγείς, αλλά η αγάπη σου πάντα θα στέγει. Και στον αλλόθρησκο, χριστιανός. Δηλαδή να τον τιμάεις άσχετα με τη θρησκεία του με ευγενικό τρόπο»
Για ακόμη μια φορά, καθώς φαίνεται, δυστυχώς, και στον νευραλγικό χώρο της εκπαίδευσης γινόμαστε μάρτυρες φανατικών και μισαλλόδοξων θέσεων και αντιλήψεων. Βρισκόμαστε, επίσης, μπροστά στην άγνοια σύνθετων παραμέτρων ενός προβλήματος όπως είναι το μεταναστευτικό, για το οποίο η πολιτική ρητορική κάθε κόμματος στην πατρίδα μας είναι πολιτική κοινοτοπίας, ρητορική που έχει ανοίξει το δρόμο για επιστροφή σε βάναυσες και οπισθοδρομικές ιδεολογίες. Μόνο που σ’ αυτές οφείλουμε να αντισταθούμε για να μην χωρέσουν στην εκπαίδευση. Κάθε ξεριζωμένος από το τόπο που γεννήθηκε άνθρωπος, είναι άνθρωπος που κουβαλά μαζί του πόνο και δυστυχία. Κι όποιος του κολλά τον χαρακτηρισμό «λαθρο-» δείχνει πως ο δικός του κόσμος τελειώνει μόνο στον εαυτό του. Η οικουμενικότητα του ανθρώπου, του κάθε ανθρώπου ξεκινά από τον σεβασμό του Άλλου, όσο κι αν αυτός είναι διαφορετικός. 




[*] Ο τίτλος του άρθρου ανήκει σε μια φοιτήτρια που γεννήθηκε στην Αλβανία και σήμερα ζει στην Ελλάδα. Παραπάνω παραθέτω ολόκληρο το κείμενο, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Σύναξη, τχ. 96 (Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2005) 63-65. Θεωρώ πως η Χ.Α., κάμει ένα μεγάλο δώρο σ’ όλους εκείνους που βλέπουν τους μετανάστες ως «λαθρο-». Αν κάμουν τον κόπο και το διαβάσουν θα καταλάβουν γιατί το χαρακτηρίζω δώρο αγάπης, φιλοξενίας και δημοκρατικών αξιών.

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2018

Τεχνολογία και Ανθρωπολογία

«[…] Βεβαίως καθαυτήν η τεχνολογία, ακόμη και στην πιο πρώιμη μορφή της, αποτελεί την παραγωγή από τον άνθρωπο μιας νέας πραγματικότητας, η οποία δεν πρόκειται να φυτρώσει από μόνη της. Και βεβαίως ανέκαθεν κάθε αλλαγή επιδρά στην ανθρώπινη ζωή. Αλλά στις μέρες μας συχνά οι νέες αλλαγές γίνεται πριν καν οι προηγούμενες εμπεδωθούν, κι έτσι οι αλλαγές φαίνεται σαν να μην είναι κεντίδια πάνω σ’ έναν λίγο ως πολύ σταθερό καμβά, αλλά σαν να είναι αντικατάσταση του καμβά! Το σταθερό φαίνεται να είναι η απουσία σταθερότητας. Αν είναι όντως έτσι, τότε αυτό μπορεί να συνεπάγεται τη ρευστοποίηση πολύ περισσότερων πραγμάτων απ’ ό,τι νομίζουμε. 
»Μπορεί, άραγε, να συνεπάγεται και τη ρευστοποίηση του ανθρώπου; Άραγε το ανθρώπινο υποκείμενο παραμένει δεδομένη ύπαρξη, ή μήπως αυτού του είδους οι τεχνολογικές αλλαγές το αλλάζουν ριζικά; Όταν η πρωτοποριακή τεχνολογία μεταβάλλει την έννοια των αποστάσεων, του χρόνου, τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος προσλαμβάνει το περιβάλλον, ακόμη και το τι προσλαμβάνει ως περιβάλλον, τότε μέχρι που φτάνουν οι ταλαντώσεις που υφίσταται ο ίδιος ο άνθρωπος;»

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2018). «Προλογικό». Σύναξη. 147:3.


Εξώφυλλο: Γίγας (Πετρούπολη, Αθήνα)· «Λούστρος στο Ντένβερ».

Το τελευταίο τεύχος της Σύναξης, με θέμα «Τεχνολογία και Ανθρωπολογία: Μια κρίσιμη σχέση», θα παρουσιαστεί στο βιβλιοπωλείο Αρμός (Μαυροκορδάτου 11. Αθήνα)· (Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2018 και ώρα 11.30). Θα μιλήσουν οι: πρωτοπ. Βασίλειος Θερμός, Ψυχιάτρος παιδιών και εφήβων, Αν. Καθηγητής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθήνας – Μάριος Κουκουνάρας – Λιάγκης, Επ. Καθηγητής Διδακτικής των Θρησκευτικών, Θεολογική Σχολή ΕΚΠΑ – Θεοφάνης Τάσης, Λέκτορας στο τμήμα Φιλοσοφίας του Alpen-Andria Universitat, Αυστρία. Τη συζήτηση θα συντονίσει ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, αρχισυντάκτης του περιοδικού Σύναξη

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

«Σταυρόφιλοι» και «Σταυρομάχοι» / «“Λαθρο”μετανάστες» ή «ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ»

«Πάσα η κτίσις ηλλοιούτο φόβω, θεωρούσα (αυτόν) εν Σταυρώ κρεμάμενον» / «Ο ήλιος εσκοτίζετο και γης τα θεμέλια συνεταράττετο»· Απόστιχο Ιδιόμελο της Ακολουθίας των Παθών. 

«Ιδού έρχεται ώρα, και νυν ελήλυθεν, ίνα σκορπισθήτε έκαστος εις τα ίδια και εμέ μόνον αφήτε»· (Ιω. 16,32).

«Θεριά οι άνθρωποι, δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν!
Δεν είν᾿ αλήθεια πιο χρυσή σαν την αλήθεια της σιωπής.
Χίλιες φορές να γεννηθείς, τόσες θα σε σταυρώσουν!»· Κώστας Βάρναλης. 

«Μηδαμινός ωσάν ένα θα ’λεγα μουσικό διάστημα χιονόλυτο 
συλλογιέμαι τι ψάχνω εγώ σ’ αυτό τον κόσμο που εξοντώνει 
στο Σαλβαντόρ στη Μπολίβια στην Ουρουγουάη στο Σαντιάγκο 
σκοτώνει στις ηπείρους τα βαθιά πλάσματα με κάτι μάτια 
          Θεέ μου λουλουδένια-, 
τι γυρεύω εγώ σ’ αυτήνε την εκποίηση του μαύρου αβέρτα... 
Μηδαμινός ωσάν ένα κουρελιασμένο ξεσκονόπανο πάλι 
καταστρέφομαι δίχως τη δύναμη να δοξάσω τους φρέσκους 
         κι αδιάκοπους Χριστούς της Παρουσίας. 
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΡΟΜΕΡΟ: ΦΟΝΕΥΘΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΝΑΟ ΚΑΤΑ 
                ΤΗΝ ΩΡΑ 
        ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ 
ΕΠΕΣΕ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΥΝΑΣΤΕΥΟΜΕΝΟΥΣ ΛΑΟΥΣ 
                ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ 
       ΤΟΥΣ ΔΥΣΤΥΧΙΣΜΕΝΟΥΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΥΜΕΝΗΣ. 
               Ας γίνει αχτιδοβόλημα».


ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ. (1994). «Ο Αρχιεπίσκοπος Ρομέρο», στο: Τα Ποιήματα (1979-1991), τ. Β΄. Αθήνα: Ίκαρος, σ. 217. 

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2018

Γεννημένος Ποιητής

«Δικαιολογημένα λοιπόν ο Ελύτης τον χαρακτηρίζει “Ελληνοσύρο μάγο”, με μόνη διαφορά ότι ο Ρωμανός ήταν Έλλην στη γλώσσα του και ουσιαστικά ξένος προς τους συρογλώσσους της ιδιαίτερης πατρίδας του. Η άνθιση της τέχνης του συμβάδιζε με τη δυναμική του κέντρου μέσα στο οποίο ενετάχθη αλλά και με της εποχής του τα ανοίγματα – εποχή δόξας και μεγαλείου. Στο θρόνο ηγεμόνευε ο Ιουστινιανός· πλάι του η “κυπρία” Θεοδώρα. Το όνομά τους συνδέεται με γεγονότα ή πράξεις που συντελούν σε καθοριστικές αλλαγές και οδηγούν στην πολυδύναμη ανάπτυξη της αυτοκρατορίας […] 
»Το φωτοστέφανο που στόλιζε την ποίηση του Ρωμανού μας δίνει ακριβώς την εικόνα που είχαν γι’ αυτόν οι άνθρωποι της εποχής του και οι αμέσως επόμενοι. Η πρώτη κιόλας ποιητική του εμφάνιση από του άμβωνος (φαίνεται κι από το αρχαίο Συναξάριο ότι ο ύμνος ψαλλόταν εκεί ) συνδέεται από το σημείον της θεοπνευστίας. Άσχετα από την ιστορικότητα ή όχι του θαύματος (το θαύμα είναι ακριβώς η κατάργηση του ιστορικού χρόνου), στεκόμαστε στο φυσικό και αυτονόητο για την εποχή του Ρωμανού γεγονός της κατάποσης χάρτου. Η θεία έμπνευση εισέρχεται στο σώμα του ποιητή ρεαλιστικά και αυτός εγείρεται, ώριμος και πλήρης, όπως η Αθηνά, που βγαίνει με τ’ άρματά της από το κεφάλι του πατέρα της. Κείνο που συμπεράνουμε από την ιστόρηση του θαύματος, είναι ότι ο Ρωμανός γεννήθηκε Ποιητής, του είχε οριστεί με θεία εντολή ν’ ακολουθήσει τον θεσπέσιο δρόμο της υμνογραφικής δημιουργίας […] 
»Με λίγα λόγια έχουμε μπροστά μας έναν ποιητή του οποίου η αξία θα πρέπει εξ όνυχος να συλλάβουμε, μη λησμονούντες, επίσης, ό,τι κατ’ ανάγκην λειτουργούμε μονόχορδα – μας διαφεύγει το μέλος που έντυνε τον ύμνο. Πρέπει ακόμα να στοχαζόμαστε πως η σύγχρονη εκκλησιαστική μελωδία (και μαζί της οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις μας) δεν σχετίζονται με τα μελίσματα και τους τρόπους της αρχαίας εκκλησιαστικής μελωδίας του 6ου αιώνα. Είναι βασικό για τον ακροατή αλλά και το μεταφραστή να θυμούνται πως ο ύμνος δεν προοριζόταν προς ανάγνωση παρά ως ψαλμωδία. Χάρη στη σύζευξη του λόγου με τον ήχο αποκτούσε ο ύμνος την πραγματική σημασία και την υπόστασή του. Η σχέση του υμνωδού με το εκκλησίασμα ήτανε μυστική και είχε ως αποτέλεσμα τούτος να γίνεται ο ενδιάμεσος, το γλυκόφθογγο όργανο που εξέφραζε με το έργο του τα αισθήματα των πιστών. Για ν’ αληθεύει το ρηθέν του Μεγάλου Αθανασίου: “Αυτός ο άνθρωπος ψαλτήριον γενόμενος”».


Ρωμανού του Μελωδού. (1997). Τρεις Ύμνοι: Εις την Γέννησιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Εις την Ανάστασιν του Κυρίου. Εις την Ανάληψιν του Κυρίου. Εισαγωγή – μετάφραση Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Αθήνα: Άγρα, σσ. 10-11, 12, 13-14.

Δευτέρα 8 Οκτωβρίου 2018

Κίβδηλη ή ασκούμενη δωρεά;

Γράφει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Μνήμη Γιώργου Τσανανά

Αναρωτιέμαι που τελικά το πάει η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων (ΠΕΘ). Το κρυφτό που παίζει με όλους τους συναδέλφους θεολόγους που στηρίζουν το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών στα Θρησκευτικά αλλά και με το Υπουργείο Παιδείας Έρευνας και Θρησκευμάτων, έχω τη γνώμη πως είναι ένα θανάσιμο παιχνίδι για το μέλλον του μαθήματος. Η αποκλειστικότητα που επιθυμεί να έχει, όχι μόνο για το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών αλλά και για το ποιος είναι αληθινός Ορθόδοξος Χριστιανός, είναι κίβδηλη πέρα για πέρα. Ας μου συγχωρέσουν οι συνάδελφοι της ΠΕΘ τον σκληρό λόγο, αλλά η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Κάποια στιγμή οφείλουν να γνωρίσουν πως η θέση των αληθινών χριστιανών παιδαγωγών, σε μια εποχή πολλαπλών προκλήσεων όπως είναι η σημερινή, είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Στον εκπαιδευτικό χώρο δεν μπορούν συνεχώς να δημιουργούν κλίμα αναταραχής και οπλισμένοι με εξουθενωτική πονηρία, να υποστηρίζοντας πως μόνον αυτοί είναι κατάλληλοι για να διδάξουν ατόφια χριστιανική πίστη και αγωγή. Στην προκειμένη περίπτωση, μάλλον συμβαίνει το αντίθετο. Ο Χριστιανισμός δεν είναι φανφαρονισμός, κούφια ηθικολογία και υποκρισία. 
Επί τριάντα σχεδόν χρόνια η ΠΕΘ κατηγορεί και δαιμονοποιεί κάθε αλλαγή που έχει γίνει στο μάθημα των Θρησκευτικών. Ειδικότερα, κατά την τελευταία επταετία, όταν με το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών έγιναν οι τελευταίες αλλαγές στα Θρησκευτικά, ουδεμία θετική πρόταση έχει καταθέσει γι' αυτές τις αλλαγές. Η μοναδική «πρόταση» που κάμει είναι η επιστροφή στα προηγούμενα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, τα οποία κι αυτά με απηνή τρόπο, παλαιότερα κατέκρινε και πολέμησε. Απορίας άξιον είναι εδώ το εξής γεγονός: ενώ ζητά επιστροφή στα παλαιότερα διδακτικά εγχειρίδια των Θρησκευτικών του Δημοτικού, Γυμνασίου και Λυκείου, ταυτόχρονα με σφοδρότητα αντιμάχεται τους συγγραφείς τους. Έχω τη γνώμη πως μια τέτοια «πρόταση» πέραν της υποκρισίας που δείχνει, συνιστά παγίδα για το μέλλον του μτΘ. Παγίδα που θέτει το μτΘ σε κινδυνωδέστατες περιπέτειες είτε μετατροπής του σε επιλεγόμενο είτε σε αυστηρού κατηχητικού χαρακτήρα, όπου μόνον ορθόδοξοι μαθητές θα το παρακολουθούν, ενώ κάθε μαθητής που ανήκει σε άλλη χριστιανική ομολογία ή θρησκεία, στο ελληνικό δημόσιο σχολείο, θα απαιτεί κι αυτός να έχει δάσκαλο θεολόγο της αντίστοιχης ομολογίας ή θρησκείας. 
Εν κατακλείδι, θεωρώ πως για όλους, υποστηρικτές και κατηγόρους του ΝΠΣ, αναγκαία είναι η σιωπή χριστιανικής περισυλλογής, σιωπή σοβαρότητας και νηφαλιότητας, που θα αναβαπτίσει το πολύπαθο μτΘ, δίνοντάς του το κύρος της ασκούμενης δωρεάς και της ανθρωπιστικής παιδείας που οφείλει να παρέχει στους μαθητές και τις μαθήτριες. 


ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ· «Βρύση».

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2018

Η Εκκλησία: διάκονος, μάρτυρας και δείγμα

«Η Εκκλησία δεν είναι το κουτί με τους σωσμένους, αλλά τρία πράγματα: διάκονος, μάρτυρας και δείγμα. Διάκονος της αγάπης του Θεού, μάρτυρας της Βασιλείας του και μια πρόγευση της Βασιλείας με ιστορικούς όρους, γι’ αυτό και οφείλει να είναι κοινότητα».

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2013). «Χαμένοι στην ηθική: Στάσεις της σύγχρονης Ορθόδοξης Θεολογίας», στο: Η επιστροφή της ηθικής: παλαιά και νέα ερωτήματα. Επιμέλεια Σταύρος Ζουμπουλάκης, Αθήνα: Άρτος Ζωής, σ. 330.


ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΟΥΡΛΟΥΜΗΣ· Μονή Σταυρονικήτα, (1920).

Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

«H Αγια-Σοφιά έχει μπει στο αίμα μας αιώνες τώρα»

«Αφήνω λοιπόν αυτήν την σχεδόν μηχανική πατροπαράδοτη συνέχιση δεξιοτήτων για να σταθώ κυρίως στην επεξεργασία της νεοελληνικής ταυτότητας και σε ό,τι συνεπάγεται η διαχείριση του παρελθόντος και η συγκινησιακή σχέση με την ιστορική κληρονομιά. Ας αρχίσω λοιπόν από τη θέση που η Πόλη, η Κωνσταντινούπολη δηλαδή, και η Αγία Σοφία έχουν στην καρδιά του κάθε Έλληνα. Κι ας μη γνωρίζουν πολλοί τι ακριβώς συνέβη ανήμερα της Αγίας Θεοδώρας (γιορτάζεται στις 29 Μαΐου) του έτους 1453 και γιατί η Τρίτη θεωρείται ως τα τώρα ακόμη αποφράς
»Ορόσημο αξεπέραστο για τους Έλληνες αυτή η κατεξοχήν Πόλις (αυτό λέει και το τουρκοποιημένο όνομά της “Ισταμπούλ”, που δεν δίστασαν να εικονίσουν τα μοναστήρια της Μολδαβίας, το Humor, το Βερονέτς, συντροφιά με τις θείες εικόνες). Η αγιοποίηση αυτή της Κωνσταντινούπολης θυμίζει κάπως και το ότι ο Μακρυγιάννης, μεταξύ των πινάκων που παρήγγειλε στον Παναγιώτη Ζωγράφο σχετικά με τα γεγονότα της Επανάστασης του 1821, ζήτησε να συμπεριληφθεί και η πτώση της Κωνσταντινούπολης. Το πράγμα δείχνει, νομίζω, την χωροχρονική διάσταση της Κωνσταντινούπολης ως ιδέας και οράματος. Η Πόλις άλλωστε έθρεψε την Μεγάλη Ιδέα του Ελληνισμού, που ταλανίζει ως τα τώρα αδιόρθωτους ονειροπόλους και υπερφίαλους εθνικόφρονες
»Αναρωτιέμαι λοιπόν τι είναι αυτό που κάνει τον Ελύτη να γράψει (αντιγράφω): “Κάθε φορά που μπαίνω σε μια από τις μισογκρεμισμένες και μισοζωγραφισμένες εκείνες μικρές εκκλησιές […] μέσα στην ελληνική ύπαιθρο […] μου φαίνεται ότι έρχομαι σε άμεση, σε δερματική σχεδόν επαφή με το σόι μου, λες κι έχω απόδειξη ότι αυτό κρατάει ολόισα από το Βυζάντιο”. Τι κάνει τον Ίωνα Δραγούμη να πιστεύει ότι “η Αγια-Σοφιά έχει μπει στο αίμα μας αιώνες τώρα”, τον Καραγάτση να παρακαλεί να σμίξει η ελληνική ψυχή του σφιχτά με αυτήν την ύλη [μιλά κι αυτός για την Αγια-Σοφιά] την διαποτισμένη με δεκαπέντε αιώνων τραγικό μεγαλείο”, τον Ανδρέα Καρκαβίτσα να λέει “Έλληνες” τους αυτοκράτορες που πήγαιναν να λειτουργηθούν στην Αγια-Σοφιά (ο Έλλεν Κωνσταντίνος, όπως λέει και ο ποντιακός θρήνος για την άλωση της Πόλης); Τι κάνει, άραγε, τον Μαρκορά να ονομάζει την Κωνσταντινούπολη “γη του πόθου μας”, τι οδηγεί τον Ρίτσο να τραγουδά την Ρωμιοσύνη και τι δικαιώνει τον Σεφέρη που λέει “πανελλήνιο συναίσθημα” τον καημό ακριβώς της Ρωμιοσύνης, “καθισμένης, ψηφιδωτό στα πόδια της Παναγίας”; Πως άραγε έφτασε να τραγουδήσει η αντίσταση “Ακρίτας είτε αρματολός, πάντα είναι ο ίδιος ο λαός”; Αυτό που διαλάλησε στην Ακρόπολη ως και ο Malraux όταν έλεγε (μεταφράζω): “Το “όχι” του Προμηθέα και της Αντιγόνης είναι το ίδιο “όχι” που τραγουδήθηκε μέσα στην Άγια-Σοφιά και ειπώθηκε στις 28 του Οκτωβρίου του ’40”. Κι αυτά για να μην μιλήσω για τα μισοτηγανισμένα ψάρια στο Μπαλουκλί, τη μονή της Ζωοδόχου Πηγής, που περιμένουν την ώρα που θα ζωντανέψουν όταν ελευθερωθεί η Πόλη, ούτε για τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά του Βιζυηνού που είδε με τα μάτια της η γιαγιά του κάθε Ελληνόπουλου»


ΕΛΕΝΗ ΓΛΥΚΑΤΖΗ – ΑΡΒΕΛΕΡ. (2016). Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο; Πόσο Βυζαντινοί είναι οι Νεοέλληνες; Αθήνα: Gutenberg, σσ. 39-41.