Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2024

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ για τον Διδάσκαλο του Γένους Βενιαμίν τον Λέσβιο (1759-1824): 200 χρόνια από το θάνατό του. Πλωμάρι Λέσβου (22-24 Αυγουστου 2024)

Βιογραφικά Βενιαμίν Λεσβίου

Ο Βενιαμίν Λέσβιος γεννήθηκε στο Μεγαλοχώρι Πλωμαρίου Λέσβου το 1759 (και κατ’ άλλους το 1762) και πέθανε στις 26 Αυγούστου του 1824 στο Ναύπλιο. Μαθήτευσε στη Pisa, στη Φλωρεντία (Florence), στο Παρίσι (στην École Normale Supérieur και κοντά στον Lavoisier) και στο Λονδίνο (όπου έκανε αστρονομικές παρατηρήσεις με το τηλεσκόπιο του Sir William Herschel).
Δίδαξε στη Σχολή των Κυδωνιών από το 1803 έως το 1812 (Μαθηματικά, τη Φυσική, την Ηθική και τη Μεταφυσική). Την Αριθμητική, τη Γεωμετρία και τα Στοιχεία Μεταφυσικής τα βρίσκουμε σε εκδόσεις του ίδιου, που έγιναν στην Βιέννη (1812-1820). Δυστυχώς δεν έχουμε εκδόσεις της Φυσικής και της Τριγωνομετρίας. Την Ηθική του εξέδωσε η Ρωξάνη Δ. Αργυροπούλου, βλ. Βενιαμίν Λέσβιος: Στοιχεία Ηθικής. Κέντρον Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Αθήνα 1994. Τη Φυσική τη γνωρίζουμε από τα χειρόγραφα μαθητών του, που θεωρείται ότι γράφτηκαν μετά το 1796 και πριν το 1805. Στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μυτιλήνης, σύμφωνα με τον Αθανάσιο Ι. Τσερνόγλου, ο οποίος συμπλήρωσε τον κατάλογο των χειρογράφων του Αθανάσιου Παπαδόπουλου - Κεραμέως, τα υπ'. αρ. 11 και 14 χειρόγραφα, αμφότερα δίτομα και αμφότερα περιέχοντα την Φυσική του Βενιαμίν Λεσβίου, δυστυχώς, είναι άγνωστο τι έχουν απογίνει. Σημειωτέον ότι η καταγραφή όλων των χειρογράφων της Ιστορικής Βιβλιοθήκης έγινε μεταξύ των ετών 1960-1963 και ο συμπληρωματικός κατάλογος δημοσιεύθηκε στο περ. Λεσβιακά, τ. 13ος (1991) της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών.
Ο Βενιαμίν Λέσβιος υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, Αρμοστής Νήσων Αιγαίου (1821), μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας, και της Α’ Εθνοσυνέλευσης Επιδαύρου (1821) και μέλος της Β’ Εθνοσυνέλευσης Άστρους Κυνουρίας (1823). Τέλος, συμμετείχε στην σύνταξη του 1ου Ποινικού Κώδικα Ελλάδος γνωστού ως «Απάνθισμα των Εγκληματικών».
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα, δεν έχουμε καμιά προσωπογραφία του Βενιαμίν Λεσβίου. Αυτή που ελεύθερα διακινείται στο Διαδίκτυο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.
Η δική μας παρουσία στο Συνεδρίο είναι διττή. Πρώτον, το θέμα της εισήγησής μου είναι «Χειρόγραφα του Βενιαμίν Λεσβίου στην Ιστορική βιβλιοθήκη του Γυμνασίου Μυτιλήνης. Συμβολή στην χειρόγραφη παράδοση των έργων του» και, δεύτερον, μαθητές και μαθήτριες του σχολείου μας, του Πρότυπου ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου (Χρήστος Λουκάς, Σπυριδούλα – Μαρίνα Στεφανέλλη, Αικατερίνη Κριπιντήρη, Μαρία Ζουμπαδέλλη, Ευάγγελος – Ευστράτιος Καπητανέλλης, Φωτεινή Μαυραγάννη, Χριστίνα Αντωνακέλλη, Μαρία Λιαδάκη), θα παρουσιάσουν εργασία τους για τον Βενιαμίν (επιβλέποντες εκπαιδευτικοί: Αθανάσιος Ι. Καλαμάτας, Θεολόγος, DEA Ιστορίας Α.Π.Θ. / Δρ Θεολογίας Α.Π.Θ., και Σεβαστή Τσάλτα, Φιλόλογος / Δρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων / Μέλος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λέσβου και της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων). 

Για το Συνέδριο περισσότερες πληροφορίες: εδώ
Για το Πρόγραμμα: εδώ


Σελίδες από τη χειρόγραφη Μεταφυσική και Ηθική του Βενιαμίν Λεσβίου· υπ. αρ. 13.(15) χειρόγραφο των αρχών 19ου αιώνα, σχ. 0,23Χ0,17, εκ φύλλων 171. Ιστορική Βιβλιοθήκη πάλαι ποτέ Γυμνασίου Μυτιλήνης νυν Πρότυπου ΓΕ.Λ Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Δευτέρα 5 Αυγούστου 2024

Με αφορμή τη μνήμη του Οσίου Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού (5η Αυγούστου)

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Στο αξεπέραστο μέχρι σήμερα βιβλίο του Το Συναξάρι του Γένους ο Κώστας Σαρδελής, βιογραφώντας την προσωπικότητα και αξιολογώντας το παιδευτικό έργο του Οσίου Ευγένιου Γιαννούλη που η Εκκλησία μας σήμερα μνημονεύει, υποστηρίζει πως, οι Σχολές των Αγράφων, στον σημερινό φιλίστορα αναγνώστη, είναι δύσκολο να κατανοηθούν αν δεν λάβει υπόψη του την εποχή και τον τόπο όπου λειτούργησαν και μεγαλούργησαν. Πέραν του άγονου και τραχύ όμως τόπου, ο φιλίστωρ αναγνώστης οφείλει να σκεφτεί και το βαθύ σκοτάδι της σκλαβιάς του υπόδουλου Ελληνισμού στον Τούρκο δυνάστη. 
Εδώ, λοιπόν, το κατόρθωμα του Οσίου Ευγενίου και η τεράστια συνεισφορά του στις Σχολές της κατώτερης και ανώτερης στοιχειώδους μορφώσεως όπως τότε ονομαζόταν, στα σημερινά δεδομένα, πράγματι, φαίνεται απίστευτο. Εξού και ο χαρακτηρισμός του από τον Κώστα Σαρδελή ως «κορυφαία λαοπαιδευτική μορφή της σκλαβωμένης Ρωμιοσύνης».
Σ’ αυτό το πλαίσιο όπου η Εκκλησία στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στη διάσωση της πίστης και της γλώσσας του λαού μας, ο Κώστας Σαρδελής κάνει μια ακόμα σημαντική διαπίστωση η οποία αφορά τον κλήρο και το ράσο. Γράφει ο Σαρδελής: «Φοβάμαι πως δεν έχουμε καταλάβει ορισμένα φαινόμενα της νεοελληνικής μας ιστορίας. Θα ‘λεγα πιστεύω, ότι δεν έχουμε κατανοήσει σ’ όλο τους το βάθος μερικές κορυφαίες στιγμές του νεοελληνικού μας πολιτισμού, όπως λόγο χάρη αυτή εδώ των Σχολών των Αγράφων. Και δεν εννοώ, φυσικά, τους πέντ’ έξι ερευνητές. Επιπόλαιοι, δεν ήταν δυνατό να συγκεντρώσουμε, για λίγο, την προσοχή μας στο παιδευτικό θαύμα της Ευρυτανίας, παθιασμένοι απ’ το “προγονικό μεγαλείο” (να το αξιοποιήσουμε κι’ αυτό, τουλάχιστο όσο έπρεπε) δεν “βάλαμε αυτί” στη φωνή του Γένους μας, της σταυρωμένης δόξας. Και δεν προσπαθήσαμε –αθάνατοι αγνώμονες- να στοχαστούμε μια μόνο στιγμούλα τι συμβολίζει για μας, ποια μεγαλεία κρύβει για μας το ράσο, η παράξενη αυτή σημαία της Ελληνορθόδοξης ιδέας. Ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ (1834-1912), σε μια του φράση, θα δώσει στον Γάλλο δημοσιογράφο Deschamps τη φοβερή τούτη απάντηση: “Τι με θωρείτε, κύριε; Δεν βλέπετε ίσως το άσπρο ράσο του Ποντίφικος; Μα το προνόμιο του μαύρου ράσου το κατέχω μόνο εγώ. Φέρω το πένθος του Γένους μου”. Κι ο Γάλλος καλαμαράς αφού γέμισε τον χαρτοφύλακά του με ντροπή (λέξη που δεν θα την γνώριζε προφανώς), υποχρεώθηκε να κάμει κανονική μεταβολή και να φύγει» (ΚΩΣΤΑΣ ΣΑΡΔΕΛΗΣ. (2000). Το Συναξάρι του Γένους. Αθήνα: Αρμός, σσ. 177-178).
Από τα παραπάνω γίνεται, νομίζω, αντιληπτό το γεγονός γιατί η επιβίωση του Γένους μας και η πνευματική συνέχεια του Ελληνισμού, στη μακρόσυρτη δουλεία μας στον Τούρκο δυνάστη, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στη Εκκλησία και το κλήρο της.


Ο Όσιος Ευγένιος διδάσκων από του “Βήματος” εις τον περίβολον της Σχολής Βραγγιανών· καθήμενος ο μαθητής και βιογράφος του Αναστάσιος Γόρδιος. (Φορητή εικών, έργον Βασιλείου Κοκοράκη· συλλογή Παναγιώτου Κ. Βλάχου).

ΠΗΓΗ ΕΙΚΟΝΑΣ: Σύναξις. Ευγένιος ο Αιτωλός και η εποχή του. Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου (Καρπενήσιον, 12-14 Οκτωβρίου 1984). Επιμέλεια Παναγιώτου Κων. Βλάχου. Αθήναι 1986, σ. 9.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2022

11η Σεπτεμβρίου 1611: Ο Διονύσιος ο επονομαζόμενος «Σκυλόσοφος» εγδάρη ζωντανός

«Γύριζε, είναι αλήθεια, ο Δεσπότης τα χωριά δυό χρόνια τώρα, σκυφτός μέσα στα μαύρα ράσα του, δυό μαύρα μάτια που σε καίγανε, σκληρός σαν τις στριμένες ρίζες της ελιάς που εξέχουν απ’ το χώμα και σήκωνε τον κόσμο με τα λόγια του.
»Και ξέχναγαν οι χωρικοί την πρώτη, την αποτυχημένη του απόπειρα, τόση ήταν η μαγεία της μιλιάς του, και ξέχναγαν το φόβο του Τούρκου – βαρύς κι ασήκωτος τους κράταγε σκυφτούς όλη τους τη ζωή ο μαύρος φόβος – και μίλαγε ο Διονύσιος[1] για Έλληνες και για το γένος των Ρωμαίων το πιο τρανό στον κόσμο και για την πίστη την αγία του Χριστού».
[…] Γύριζε τα χωριά ο Δεσπότης και γιάτρευε ψυχές και σώματα κι έκανε προφητείες[2] και τον έκρυβαν καλά οι χριστιανοί – μήπως δεν είχε σιωπηρά την ευλογία του επισκόπου του Ματθαίου[3] και του ίδιου του μητροπολίτη Ιωαννίνων[4];».


[1] Διονύσιος Τρίκκης ο «Σκυλόσοφος». Από πλούσια οικογένεια, γεννήθηκε ίσως στην Ήπειρο περί τα μέσα του 16ου αιώνα. Σπούδασε στην Ιταλία φιλολογία, ίσως και ιατρική, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής, γι’ αυτό και ονομαζόταν «Φιλόσοφος», που αργότερα, μετά την αποτυχία του, έγινε «Σκυλόσοφος». Φλογερός Έλληνας, οργάνωσε δύο απόπειρες. Μία το 1600, μετά την αποτυχία της οποίας κατέφυγε στη Δύση, για να σωθεί και για να βρει βοήθεια για τη δεύτερη απόπειρα, του 1611, γι’ αυτήν δηλαδή που μιλάμε στην ιστορία μας. Από τις πιο συγκινητικές μορφές της Ιστορίας της Τουρκοκρατίας. Δέκα χρόνια γύριζε στη Δύση ψάχνοντας να εξασφαλίσει βοήθεια από τους τότε ισχυρούς, μη διαστάζοντας και να προσχωρήσει (εικονικά όμως) ακόμα και στον παπισμό. Λέγεται δε πως τα έγγραφα που παρουσίαζε στις αυλές, τα υπομνήματα δηλαδή με τα οποία οι υπόδουλοι Έλληνες δήλωναν ότι έβλεπαν ευμενώς το ενδεχόμενο της Ένωσης των Εκκλησιών, τα είχε πλαστογραφήσει προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνδρομή των Λατίνων (Πάπας, Ισπανοί, Γερμανοί). Η απόπειρα του 1611 είχε την τραγική κατάληξη που αναφέρεται στην ιστορία μας. Το πετσί του Δεσπότη, που γδάρθηκε ζωντανός, στάλθηκε, αφού το παραγέμισαν με άχυρα, στην Πόλη μαζί με 85 κεφάλια επαναστατών και πετάχθηκαν στους σουλτανικούς στάβλους.
[2] Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι υπόδουλοι Έλληνες έβρισκαν παρηγοριά και ελπίδα και κατά κάποιον τρόπο ένα δρόμο διαφυγής από τη βεβαιότητα του «αδύνατου» της αποτίναξης του ζυγού της σκλαβιάς στις διάφορες προφητείες. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, έχουμε κορυφαίο δείγμα τον Αγαθάγγελο του Θεόκλειτου Πολυείδη. Άλλοι χρησμολόγοι: Παΐσιος Λιγαρίδης, Αναστάσιος Γόρδιος, Ιωάννης Κομνηνός και Νικόλαος Ζερζούλης ή Τσούρτσουλας. Αυτή η χρησμολογία προκάλεσε φυσικά και ενστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ματθαίος Μυρέων: «Ελπίζομεν κ’ εις τα ξανθά γένη να μας γλιτώσουν / να ΄λθουν από τον Μόσχοβον να μας ελευθερώσουν / ελπίζομεν εις τους χρησμούς, στες ψευδοπροφητείες / και τον καιρό μας χάνομεν στες ματαιολογίες», ή τον Καισάριο Δαπόντε: «Προφήται σεις, θρηνήσατε, σεις λέγω χρησμολόγοι, / στον άνεμον οι λόγοι σας, ψευσθήτε αστρολόγοι / Ρωμαίοι, ας θρηνήσωμεν την αχρειότητά μας· / δι’ αυτήν εχάσαμεν την ενδοξότητά μας».
[3] Επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως, τοποτηρητής του Μητροπολίτου Ιωαννίνων.
[4] Μητροπολίτης Ιωαννίνων.

ΙΣΜΗΝΗ ΚΑΠΑΝΤΑΗ. (1989). Επτά φορές το δαχτυλίδι. Αθήνα: Εστία, σσ. 64-65 & 162-163.

Παρασκευή 5 Αυγούστου 2022

Ανατολής Φως και Διδασκάλου του Γένους επιστολικές διδαχές, φευγαλέες ματιές άκρως επίκαιρες Ευγενίου Γιαννούλη (Ιωαννουλίου) του Αιτωλού· μνήμη 5η του μηνός Αυγούστου

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Προανάκρουσμα 

Γιατί φευγαλέες ματιές οι παρακάτω επιστολικές διδαχές; Ίσως, αναρωτηθεί ο αναγνώστης. Απαντώ: γιατί δεν τις συναντούμε συχνά σήμερα, σπανίζουν. Είναι ειπωμένες από έναν Διδάσκαλο του Γένους και μάλιστα ιερωμένο και άγιο της Εκκλησίας μας, που στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς του 17ου αιώνα στον Οθωμανό κατακτητή, ως «επιφανής και θείος διδάσκαλος / βίου σεμνότητος / και πάσης γνώσεως θείος εκφάντωρ», όπως λέει και το απολυτίκιό του, έχοντας το μοναχικό σχήμα, ενώ έκαμε συνεχή γκέλ με τα επουράνια, όπως άλλωστε έκαμαν και οι βυζαντινοί προπάτορές του, ταυτόχρονα λειτουργούσε και ως άριστος πνευματικός πατέρας. Και λέω γκέλ δίχως, ελπίζω, να παρεξηγηθώ. Βρήκα τη λέξη γραμμένη σ’ ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε πριν ολίγα χρόνια, του οποίου ο συγγραφεύς είναι υιός πιστού τέκνου της Εκκλησίας μας, με συγγραφική δράση που παραπέμπει σε βυζαντινούς συγγραφείς. Ομιλώ για τον Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκη, υιό του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη. Αξιοζήλευτη, πράγματι, η δράση και αξιοζήλευτος ο βίος του Διδασκάλου του Γένους, του Ευγενίου Γιαννούλη ή Ιωαννουλίου επί το λογιότερον. 


Ο Ευγένιος Γιαννούλης, ρήτορας και πνευματικός πατέρας του κάλλους, της αγάπης και της παιδείας  

Ο όσιος Ευγένιος Γιαννούλης, υπήρξε μια ιδιαίτερα χαρισματική προσωπικότητα. Ανακηρυχθείς την 1η Ιουλίου 1982 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο άγιος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ταυτόχρονα υπήρξε κι ένας από τους σημαντικότερους Διδάσκαλους του Γένους μας, αλλά κι ένας διαπρεπής μοναχός και πνευματικός πατέρας. Μολονότι το συγγραφικό του έργο δεν είναι εφάμιλλο άλλων συγχρόνων του λογίων, όπως του διδασκάλου του Θεόφιλου Κορυδαλλέα – εδώ θα ήθελα να υπομνήσω το εξής: κι ετούτος ο λόγιος κληρικός υπήρξε κορυφαία προσωπικότητα, με καλή γνώση του Αριστοτέλη, εξ’ ου και ο ορισμός νεοαριστοτελιστής· δύστροπος όμως χαρακτήρας, στον οποίο ο όσιος Ευγένιος έκαμε υπομονή και πιστά τον διακονούσε - η πυκνή αλληλογραφία του με επιφανείς λογίους της εποχής του, μαρτυρούν έναν πολυδύναμο λόγιο, που ακολούθησε πιστά τη μακρόσυρτη πορεία της πατερικής παράδοσης, τοποθετώντας «το διαφωτιστικό του έργο σε άλλη βάση: στην άσκηση, την ταπείνωση, την κάθαρση της καρδιάς, την πατερική σοφία, συνδέοντας έτσι αγιοπατερικά την παιδεία με την εκκλησιαστικότητα», όπως γράφει σε μια μελέτη του ο αγαπητός κι αξέχαστος παπα-Γιώργης Μεταλληνός. Αν και η προσωπικότητα του οσίου Ευγενίου επαρκώς από την ιστορική και θεολογική επιστήμη έχει μελετηθεί εκείνο που, εδώ, αξίζει να τονιστεί είναι το γεγονός ότι έζησε και έδρασε σε μια εποχή όπου ο υπόδουλος Ελληνισμός, συνεχώς βρισκόταν κάτω από την εκβιαστική και πολλές φορές βίαιη επιρροή της προπαγάνδας της Δυτικής Εκκλησίας. Η προσπάθεια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας να διεισδύσει στον ευρύτερο μεσογειακό χώρο, που τότε βρισκόταν υπό τον οθωμανικό ζυγό, μετά την εμφάνιση της Μεταρρύθμισης και της Αντιμεταρρύθμισης τον 15ο αιώνα, πήρε διαστάσεις κυριολεκτικά μιας ακόμη «άλωσης» του Ορθόδοξου πληθυσμού, πνευματικής τούτη τη φορά και όχι με τα όπλα, όπως οι δύο προηγούμενες του 1204 και του 1453, που σήμαιναν και το θάνατο της Βυζαντινής Οικουμένης. Στην άριστα καλά οργανωμένη ιεραποστολική προσπάθεια της Δυτικής Εκκλησίας, υπό το πρόσχημα ότι η υπόδουλη Ορθόδοξη Ανατολική Χριστιανοσύνη, είχε ανάγκες διδαχής και στήριξης στην πίστη, και οι δύο πόλοι (Ρωμαιοκαθολικισμός και Προτεσταντισμός), μέσω πολλαπλών τεχνασμάτων προσηλυτισμού, στόχο είχαν την προσέγγιση ή ακόμη και την ένωση με την Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. 
Στην υπόγεια διαμάχη της Μεταρρύθμισης και της Αντιμεταρρύθμισης, η Ορθοδοξία βρέθηκε σε μια πρωτοφανή για τον εαυτό της ιστορική και εκκλησιαστική αμηχανία. Πλειάδα Ελλήνων λογίων, οι περισσότεροι ανήκαν στον ανώτερο κλήρο, σπουδασμένοι στη Δύση, προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα αξιοπρεπές μορφωτικό επίπεδο των υπόδουλων Ελλήνων, εκ των πραγμάτων θητεύοντας στις νεωτερικές ουμανιστικές ιδέες της Εσπερίας, εσκεμμένα συμπορεύτηκαν με αυτές, διακινδυνεύοντας ωστόσο πολλές φορές την Ορθόδοξη πίστης τους. Οι περιπτώσεις είναι πολλές. Αρκούμε μόνο σε μια. Σ’ αυτή του Κυρίλλου Λουκάρεως, Οικουμενικού Πατριάρχη από το 1620 μέχρι τον μαρτυρικό του θάνατο το 1638 (με μικρά χρονικά διαστήματα εκλέχθηκε πέντε φορές). Στην ηγετική αυτή μορφή, την τόσο πλούσια σε παιδεία και δράση, για μια εικοσαετία σχεδόν, σαρκώθηκε ολάκερο το δράμα του υπόδουλου Ελληνισμού του πρώτου μισού του 17ου αιώνα. Η μέχρι σήμερα θεολογική και ιστορική έρευνα, αποδίδει στον Κύριλλο Λούκαρη εκείνη την τεράστια μάχη να διασωθεί το Γένος από τον ιστορικό αφανισμό του. Ωστόσο, εκείνο που βάρυνε ιδιαίτερα την προσωπικότητά του, ήταν η επίμαχη Ομολογία που εκδόθηκε στη λατινική γλώσσα το 1629 στην Γενεύη. Τούτη και για τους Προτεστάντες και για τους Ρωμαιοκαθολικούς, έγινε το «λάβαρο μια εκπληκτικής σε έκταση και μεθοδικότητα προπαγανδιστικής εκστρατείας» προς την Ορθόδοξη Ανατολή, με κύριο στόχο τον προσηλυτισμό όλων των Ορθόδοξων πληθυσμών. Τι ωστόσο συνέβη κι αν πράγματι ο Λούκαρης υπέγραψε την περίφημη Ομολογία, νομίζω ότι η άποψη που θέλει τον μαρτυρικό Οικουμενικό Πατριάρχη να τρέφει μια «συμπάθεια» προς τον Προτεσταντισμό, αλλά να μην «αφίσταται από τη θέση της Ορθοδοξίας» είναι ορθή, γεγονός που ενισχύεται και από το σεβασμό που έτρεφαν προς αυτόν, τον άγιο πια Κύριλλο Λούκαρη, στο σύνολό του ο υπόδουλος Ελληνισμός και πολλοί λόγιοι κληρικοί, όπως ο όσιος Ευγένιος Γιαννούλης που συνέγραψε το βίο και σχετική ακολουθία του. 

Ο Ευγένιος Γιαννούλης ως επιστολογράφος 

Αδιαμφισβήτητο παραμένει το γεγονός ότι τα επιστολικά κείμενα των χρόνων της Τουρκοκρατίας, αποτελούν ένα ιδιότυπο ιστορικό και γραμματειακό τεκμήριο, μέσω του οποίου με ακρίβεια εικονογραφείται η εποχή όπου ζει και δρα ο λόγιος επιστολογράφος συγγραφέας. Στο αχανές και εξαιρετικά πλούσιο επιστολογραφικό υλικό, που είναι διασκορπισμένο σε πολλές βιβλιοθήκες της Ελλάδας και του εξωτερικού, το κατά καιρούς εκδιδόμενο είτε σε συλλογές, είτε μεμονωμένο, μεγάλη μερίδα Ελλήνων λογίων, επάξια συνέχισαν τη βυζαντινή επιστολική παράδοση. Οι επιστολές του οσίου Ευγενίου διακρίνονται για την άριστη ελληνική παιδεία που είχε, αλλά και καλή γνώση του γραμματειακού αυτού είδους και, βέβαια, για το λογοτεχνικό τους ύφος. Ένα μακρύς κατάλογος λογίων που σχετίσθηκαν μαζί του - αναφέρω εδώ ενδεικτικά τον Ιωάννη Καρυόφυλλη, τον Μανολάκη Καστοριανό, τον άγιο Αναστάσιο Γόρδιο, τον Διονύσιο Λαρίσης, τον Νεόφυτο Αδριανουπόλεως, τον Παναγιώτη Νικούσιο, τον Οικουμενικό Πατριάρχη Παρθένιο Δ΄, κ. ά. - με τους οποίους είχε πυκνή αλληλογραφία, αποδεικνύουν πόσο ισχυρή προσωπικότητα ήταν ο όσιος κληρικός των Βραγγιανών Αγράφων, μολονότι διακρινόταν για την ταπεινοφροσύνη του. 
Λέγω ταπεινοφροσύνη παραπέμποντας στα όσα επισημαίνει ο ίδιος σε μια επιστολή του προς τον τότε Επίσκοπο Δημητριάδος, τον Οκτώβριο 1662: «οι μεγάλοι, δεσπότα, θρόνοι και οι λαμπροί και οι πολυπρόσοδοι βαθμοί και τα λοιπά αξιώματα μετά φρονήσεως, αρετής και λόγου οικονομούμενα πολλά τους τοιαύτους ωφέλησεν οικονόμους και σχεδόν ισοθέους πεποίηκε· τους κατά τας αυτών ορέξεις και πεπλανημένας θελήσεις τα της εκκλησίας φθείροντες και τα κοινά ως ίδια ιδιοποιούντας συμβαίνει το εναντίον. Θαρρώ να ήκουσε ποτέ προσευχήν τινός ιερωμένου “Μη με, λέγων παντεπίσκοπε Λόγε, ως ιερωμένον και μυστηρίων αγίων υπηρέτην εξετάσης ή βασανίσης, μήτε να έλθης ποτέ εις κρίσιν μετά του δούλου σου”. Φρόντιζε, δέσποτα, των καλών έργων και προτίμα πάντα των ρεόντων τα μένοντα· γίνου πιστός και φρόνιμος οικονόμος· ευλαβού της επισκοπής το αξίωμα και της ιερωσύνης το ύψος· μνημόνευε αεί των εσχάτων· συλλογίζου την απόδοσιν της οικονομίας και του αρχιποίμενος Χριστού την μέχρι και αργού λόγου εξέτασιν, όστις σου διατηροίη τον βαθμόν επηρείας δαιμονικής εκτός και επιβουλής εχθρών υψηλότερον, μετά δε την εντεύθεν του βίου τούτου απαλλαγήν να την αξιώση της των σωζομένων μερίδος και της χοροστασίας των εκλεκτών· αμήν»
Μελετώντας εδώ και χρόνια επισταμένως ολάκερο το επιστολικό έργο του οσίου Ευγενίου, έχω διαπιστώσει την ασίγαστη ανάγκη αυτού του ευσεβή «πατριάρχη» της ελληνικής παιδείας του 17ου αιώνα για επικοινωνία με ανθρώπους απλούς, αλλά και ανθρώπους των γραμμάτων και της Εκκλησίας. Κι όχι μόνο την επιθυμία του, αλλά και την αγάπη του να ζει και να απολαμβάνει τη ζωή, με μέτρο πάντοτε. Γράφει σε άγνωστο ιερέα: «η αιδεσιμότης σου όμως γνωρίζεις καλά και δεν την λανθάνει πολλά ο λέγων ότι χωρίς τον χριστευλόγητον οίνον δεν ημπορούμεν εις την σωματικήν ετούτην και κατηραμένην ζωήν να ζήσωμεν, όχι δια την ανάγκην μόνον των ιερών μυστηρίων και της πνευματικής και αναιμάκτου θυσίας τα ιερά σύμβολα αλλά και εις χρείαν εδικήν μας και ανθρωπίνην πόρευσιν. Αυτό τοίνυν το χριστευλόγητον παύει τας λύπας, κοιμίζει τους πονηρούς λογισμούς, φέρνει την καλήν καρδίαν, γεννά την χαράν, δυναμώνει τα νεύρα και τονώνει όλας τας σωματικάς δυνάμεις· µας αναγκάζει να πολυλογούμεν και να πλατύνωμεν τας ευχάς και με την αφορμήν να αναφέρνωμεν και τους γονείς μας και να τους θυμούμαστεν συχνά»
Άφησα προτελευταία τη φευγαλέα ματιά μου στο επιστολικό έργο του οσίου Ευγενίου, άκρως επίκαιρη κι αυτή, μιας και ομιλεί για εκπαιδευτικά ζητήματα. Μελετητής του έργου του επισημαίνει ότι «τόσος ήτο ο διδασκαλικός του ζήλος, ώστε όταν καταλαμβανόμενος από το γήρας δεν ημπορούσε να διδάσκη ο ίδιος, “ουκ επαύετο του προτρέπειν τους δυναμένους λόγων αντέχεσθαι”. Μονίμως συνιστούσε να ιδρύουν σχολεία και ν’ ασκούν με αφοσίωσιν το ιερόν λειτούργημα». Ένα παράδειγμα είναι νομίζω ενδεικτικό της αγάπης του οσίου Ευγενίου για την παιδεία. Σε επιστολή του προς τον Μανολάκη Καστοριανό, τον πρώτο Έλληνα έμπορο που συστηματικά δούλεψε για την ίδρυση σχολείων στον τουρκοκρατούμενο Ελληνισμό, τον παρακαλεί να συνδράμει στη λειτουργία αντίστοιχης σχολής στη γενέτειρα, το Αιτωλικό: «ηθέλαμεν και ημείς να συνδράμωμεν με κάποιους χριστιανούς φιλαρέτους άμα μικράν τινα σχολήν εις τι χωρίον της Αιτωλίας προκαθεζόμενον των άλλων, Ανατολικόν λεγόμενον· και τούτο το εκάμαμεν δια να μανθάνουσι γράμματα παιδία τινών πατέρων πτωχών, δια να είναι πρώτον εις δόξαν Χριστού και εις υπηρεσίαν των μυστηρίων της εκκλησίας και εις βοήθειαν μικράν των χριστιανών. Αν είναι γουν ο ορισμός της να ανοίξη πηγήν μικράν εις τοιούτον διψασμένον τόπον, θέλει κάμει πολλά καλόν και θαυμάσιον και εις τον θεόν του ουρανού και της γης ευπρόσδεκτον· ει δε μη γε, ας είναι καλά και ας ευοδούται εις όσα θέλει η παντοδύναμος χάρις του Χριστού η υπερέχουσα πάντα νουν και λογισμόν ανθρώπινον». Ιδρύστε σχολειά έλεγε ο όσιος Ευγένιος, ιδρύστε σχολειά έλεγε κι ένας άλλος άγιος της Εκκλησιάς μας, ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός. 
Θα κλείσω το άρθρο μου με ένα μικρό απόσπασμα από μια επιστολή του οσίου Ευγενίου. Δεν θα χρειαστεί σχολιασμό. Και αυτό είναι λίαν επίκαιρο. Περιγράφει την εποχή του, αλλά δίνει και τον αντίστοιχο τόνο στη δική μας. Σταράτα λόγια προς κάποιον λογιώτατον Αλέξανδρο: «πολλοί πανταχού οι χειμώνες, ασύγκριτα, λογιώτατε τα ναυάγια· εν χρω μάλλον αι συμφοραί, εκύκλωσαν ημάς τα κακά ως αι μέλισσαι κηρίον· αν το θείον επινυστάξει, το παν φευ ανατραπήσεται ταις υπέρ λόγον εισφοραίς και ταις βαρείαις εισπράξεσιν. Η καταδρομή των φορολόγων αδυσώπητος, το υκήκοον επικαλείται τον θάνατον μάλλον ή το ζην»
Από τα όσα εν συντομία παραπάνω ελέχθησαν, άξιο παρατήρησης των επιστολικών κειμένων του οσίου Ευγενίου είναι το γεγονός ότι αυτά υπήρξαν βασικότατο κάτοπτρο, μέσω του οποίου αντανακλάται όχι μόνον η προσωπική μορφωτική και επιστημονική του συγκρότηση, αλλά και το πολύπλευρο εκπαιδευτικό και κοινωνικό του έργο, γεγονός που τον κατέστησε ως έναν από τους σημαντικότερους Διδασκάλους του Γένους. Κι όχι μόνον, αντανακλάται και το ιερατικό του έργο. Ιδού πως: «μη γένοιτο Χριστέ, και Χριστού κράτος, να ολισθήσω εγώ ποτέ εις τοσαύτην ηλιθιότητα και απάνθρωπον κακίαν να ρίψω εις τον βυθόν της λήθης την ακαπήλευτον φιλίαν της σης αιδεσιμότητος, το άδολον, το φιλάνθρωπον, το επιεικές, το ήμερον, το προσηνές, το απλούν, το άκακον και τα άλλα όσα είναι της φιλίας συστατικά και τον αληθή χαρακτηρίζει φίλον και Θεού άνθρωπον». Ο αποδέκτης αυτών των γραφομένων ήταν ο τότε Άρτης Χριστόδουλος. Κι αυτό, ακόμη μια φευγαλέα ματιά, άκρως επίκαιρη, Ανατολής Φως.

Τετάρτη 25 Μαΐου 2022

Βενιαμίν Λέσβιος (1759 ή 1762 - 1824)... και Νόμπελ Φυσικής!

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ


Πριν λίγο, στο τηλέφωνο μιλούσα με έναν φέρελπι νέο συνάδελφο που κάνει την πτυχιακή του εργασία για τον Βενιαμίν Λέσβιο. Μου ‘λεγε πως έμεινε έκπληκτος με το «Πανταχηκίνητον» του κορφυφαίου αυτού Διδασκάλου του Γένους· πώς, δηλαδή, ένας ιερωμένος του 18ου αιώνα, με καταγωγή από ένα ασήμαντο χωριουδάκι της Λέσβου, το Μεγαλοχώρι Πλωμαρίου, ασχολήθηκε με τις Φυσικές Επιστήμες και τα Μαθηματικά, συνδυάζοντάς τα μάλιστα με τη Φιλοσοφία και τη Θεολογία. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ: στις σημερινές συνθήκες, με την αλματώδη ανάπτυξη των θετικών επιστημών, αν ζούσε ο Βενιαμίν, σίγουρα θα τον τιμούσαν με το Νόμπελ Φυσικής.

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Κρυφό Σχολειό: μύθος ή πραγματικότητα κ. Βερέμη;

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«Είναι ο νους του έρμος κόσμος που χαλιέται» αναφωνεί στον Λάμπρο του ο Διονύσιος Σολωμός. Πάντως ο εθνικός μας ποιητής ήταν και μέγας προφήτης… Ο κ. Θ. Βερέμης, καθ’ όλα αξιοσέβαστη, δεν λέω, προσωπικότητα, στη χθεσινή εκπομπή Special Report του τηλεοπτικού καναλιού ΑΝΤ1, υποστήριξε ότι το Κρυφό Σχολειό δεν υπήρξε, είναι «ιδεολόγημα του ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση, κατασκευασμένο… αστείο... από τους ιερούς μύθους του ελληνικού κράτους»: Special Report - Επεισόδιο 22 - Β΄ Κύκλος (00:21:07κ.ε). Όμως, μέσα στην πάνδημη ξεπεσούρα μας, ιδιαίτερα την ξεπεσούρα τι τελικά τιμούμε εφέτος, μιας κι όσα βλέπουμε κι ακούμε για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821, από επίσημα κρατικά χείλη, που μέσω αυτών τα συστημικά ΜΜΕ αλλά και η ΕΡΤούλα, καθημερινά ξερνούν τον ιστορικό αποδομητισμό τους, ο αγαπητός κ. Θ. Βερέμης, σε παλαιότερη εκπομπή, στους περιβόητους «Νέους Φακέλους», ΣΚΑΪ (28/02/2011), παραδέχονταν πως «το Κρυφό Σχολειό υπήρξε σε περιόδους συγχρονισμένων εξισλαμισμών, όπως για παράδειγμα στην Ήπειρο κατά την περίοδο του Κοσμά του Αιτωλού», όπου... και το αντιφάσκων βαρετό υστερόγραφο: «το ελληνικό κράτος κατασκευάζει ένα μύθο». Τι να πρωτομαζέψει κανείς εδώ, από τα ασυμμάζευτα! Μωραίνει Κύριος.


Αναρωτιέμαι: τι να πιστέψει σήμερα ένα σχολιαρόπαιδο ακούγοντας τον κ. Βερέμη; Κι αυτό το σχολιαρόπαιδο, έχει άραγε ποτέ διδαχθεί τον καλύτερο ορισμό της έννοιας μύθος: «μύθος έστι λόγος ψευδής εικονίζων αλήθειαν» (Θέωνας), όπου μύθος, όραμα, νους και λογική είναι συνταιριασμένα αναμεταξύ τους; Όσο για τους εξισλαμισμούς, μόνο την εποχή του Πατροκοσμά συνέβαιναν ή καθ’ όλη τη διάρκεια της δουλείας στους Τούρκους; Είναι δυνατόν ο κ. Βερέμης να αγνοεί τους χιλιάδες εξισλαμισμούς, το παιδομάζωμα, τον απηνή διωγμό των χριστιανικών πληθυσμών, τους νεομάρτυρες; Να θυμίσω εδώ την περίπτωση του Μοσχοπολίτη λογίου Νεκτάριου Τέρπου, που το έργο του Βιβιλιάριον καλούμενον Πίστις – στο διάστημα 1732-1818 εκδόθηκε δώδεκα φορές – ως κύριο αντικείμενό του είχε την αντιμετώπιση των βίαιων εξισλαμισμών. Δίδαγμα, λοιπόν, για αδίδαχτους οι παρακάτω σελίδες από τη γραφίδα του κορυφαίου Έλληνα ιστορικού Απόστολου Ε. Βακαλόπουλου. Και χρυσό βιβλίο απόδειξης ύπαρξης του Κρυφού Σχολειού, με τεκμήρια και πρωτογενείς πηγές, το βιβλίο του Γιώργου Κεκαυμένου.




ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ε. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ. (1976). Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Τουρκοκρατία 1453 – 1669. Οι ιστορικές βάσεις της νεοελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, τ. Β΄. Θεσσαλονίκη, σσ. 290-292.


ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΕΚΑΥΜΕΝΟΣ. (2012). Το Κρυφό Σχολειό. Το Χρονικό μιας Ιστορίας. Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Σάββατο 20 Μαρτίου 2021

ΣΗΜΑΣΙΑ ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΜΟΝΟ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΚΑΝΕΙΣ ΑΛΛΑ ΚΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ. Η επέτειος των 200 χρόνων από την Επανάσταση του 1821 στην εκπαίδευση

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

«Ιστορία του τόπου μου / στων παιδιών τα παπούτσια γραμμένη. // Ω παιδάκια ξυπόλυτα / -μια γενιά ανυπόδητη πριν από μας- / μαθητές του πολέμου / στα μεγάλα θρανία τα ξύλινα, με τα πόδια γυμνά σαν τ’ ακίνητα άκρα των κούρων. // Κι ήρθαμ’ έπειτα εμείς με παπούτσι επιτέλους / κι ας ήταν μισό· / - μιας περήφανης φτώχειας το τρόπαιο. // Στην οθόνη γυρεύω να δω σε μεγέθυνση / των παλιών σχολικών εορτών τα υποδήματα· / μα κοιτούσε ψηλά ο φακός, / σ’ ουρανούς που σημαίες σε ασπρόμαυρο φόντο κυμάτιζαν: / Έρμα ‘ν’ τα μάτια, που καλείς, χρυσέ ζωής αέρα / (τα μάτια μου ζητούν τον Σολωμό) / τα πόδια μου γυρεύουν σανδάλα θαλπτήρια). / Τάσσομαι με τον Σολωμό – και με μισό παπούτσι. // (Μάταιη στ’ αλήθεια έπαρση για κάτι τρύπιες σόλες, / αφού χαλάνε σήμερα πολύ προτού να λιώσουν). ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ. (2019). «Με το μισό παπούτσι», στο: Η Πήλινη Χορεύτρια. Αθήνα: Γαβριηλίδης, σ. [14][1].

Δεν χωρά αμφιβολία ότι η σημερινή εκπαίδευση των μαθητών μας είναι μονοδιάστατη. Παρά την άμεση σύνδεσή της με τα τεχνολογικά επιτεύγματα του πολιτισμού μας, η μόνη έγνοια του μαθητικού δυναμικού των σχολικών τάξεων είναι πως θα βρεθεί ο εύκολος τρόπος, κάποια στιγμή να περάσει στο πανεπιστήμιο. Το πρόβλημα είναι μεγάλο, έχει έκταση και βάθος και ουδείς ενδιαφέρεται να το επιλύσει: για δεκαετίες μαθητές, γονείς και δάσκαλοι βρίσκονται μπροστά στο σκόπελο της χρησιμοθηρικής γνώσης των μαθημάτων – επιστημών που διδάσκονται στο σχολειό. Οι ίδιοι, εξάλλου, αδυνατούν να κατανοήσουν πως μόνο χρησιμοθηρικά εννοώντας τη γνώση, καθημερινά γίνονται θήραμα των ποικίλων παραγωγών της πληροφορίας, των «γυρολόγων της πληροφορίας», μιας κι όλα τα μαθήματα – επιστήμες που διδάσκονται, τα αντιλαμβάνονται μόνο ως πληροφορίες.
Έτσι, δεν πρέπει να μας παραξενεύει γιατί λόγου χάριν ουκ ολίγοι μαθητές μας είναι ιστορικά αναλφάβητοι. Το παράδειγμα, για το πως στοχάζονται πάνω στην επέτειο των διακοσίων χρόνων από την Επανάσταση του 1821 είναι χαρακτηριστικό: απουσία βασικών γνώσεων, ιστορικών κριτηρίων αλλά και ευαισθησίας για πρόσωπα και γεγονότα, που σχετίζονται με τον ξεσηκωμό του Γένους. Πρόκειται για μια κατάσταση και εικόνα που γεννά ράκη παντού. Θλιβερό γεγονός, πραγματικότητα όμως: οι μαθητές δεν θέλουν να ξέρουν τίποτα! Οι καθημερινές στιγμές τους τσακίζονται στα βράχια, όπου και η αποχαυνωμένη ζωή τους, δίχως ιστορική μνήμη.
Αυτονόητο ή όχι το ερώτημα, για το ποιός φταίει για την αδυναμία δημιουργικής πρόσληψης του άμεσου ιστορικού παρελθόντος από τους μαθητές μας, νομίζω πως δεν έχει και τόση σημασία· να αποδίδουμε, δηλαδή, την ευθύνη είτε σ’ αυτούς είτε σ' εμάς τους δασκάλους είτε στο «εκπαιδευτικό σύστημα», όπως συλλήβδην αρεσκόμαστε να λέμε. Από μόνη της, η απόδοση ευθυνών δεν επιλύει το πρόβλημα. Το αίτημα θεραπείας της διαρκούς περί την Ιστορία αφασίας μας, στην οποία όχι μόνο οι μαθητές αλλά και εμείς οι μεγαλύτεροι βρισκόμαστε, μπορεί να έρθει μόνο με γόνιμο εσωτερικό βασανισμό της ύπαρξής μας. Πρόκειται για κατάφαση σ’ εκείνο το χώρο του ιστορικού μας Είναι που, στόχο θα έχει, τη θήρα της ιστορικής αλήθειας: τι τέλος πάντων λαός είμαστε και ποια κληρονομιά κουβαλάμε στις πλάτες μας.
Είναι γεγονός, λοιπόν, πως δεν γνωρίζουμε καλά την Ιστορία μας. Γι’ αυτό μένει ακέραιο το πρόβλημα της ιστορικής μας αγνωσίας. Στο σχολειό ο δάσκαλος οφείλει να προσδοκά ετούτο: οι μαθητές του να μην έχουν μόνο ιστορικές γνώσεις αλλά και σχέση με τους παππούδες τους αγωνιστές του 1821. Αυτό είναι το ρίγος της επετείου των 200 χρόνων, το ρίγος της μνήμης, του αίματος που χύθηκε στα πεδία των μαχών και βλάστησε η λευτεριά.
Αλλά η μετάβαση από τη γνώση του άμεσου ιστορικού παρελθόντος στη σχέση με αυτό, που ζωογονεί το παρόν, συνιστά βίωμα, εμπειρία. Σ’ έναν κόσμο που αλλάζει και, προπαντός, που αλλάζει ολοένα και πιο γρήγορα, η ανάγκη αλλαγής διδασκαλίας της Ιστορίας στο σχολειό, παρότι τα τελευταία χρόνια προκαλεί ευρύτατες συζητήσεις, είναι ένα από τα οξύτερα προβλήματα της ιστορικής μας παιδείας. Τα ερωτήματα είναι καίρια: πώς πρέπει να την αντιμετωπίσει η παιδεία, αν θέλει οι μαθητές να μην είναι «μορφωμένοι αγράμματοι;» Τί, άραγε, πρέπει να πούμε στους μαθητές μας, με ποια εφόδια οφείλουμε να τους οπλίσουμε, ώστε η γνώση των ιστορικών γεγονότων και προσώπων που σχετίζονται με την Επανάσταση του 1821, να μην είναι μόνο γνώση αλλά και σχέση μ’ αυτά;
Το πρόβλημα δεν μπορεί εσαεί να παραμένει άλυτο. Υπάρχει λύση: από τη μια μεριά να δώσουμε στους μαθητές μας όλες τις γενικές ιστορικές γνώσεις και από την άλλη, μέσω της άμεσης σχέσης μ’ αυτές, να τους προπαρασκευάσουμε ούτως ώστε με όραμα να βλέπουν το μέλλον τους, γευόμενοι τον μακραίωνο πολιτισμό τους.


ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ, Ο Μιαούλης, 1942· αυγοτέμπερα σε ξύλο 34Χ38.

[1] Η Πήλινη Χορεύτρια της φιλολόγου Τασούλας Καραγεωργίου, συλλογή ποιημάτων που δημοσιεύθηκαν σε διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά και αφιερωματικούς τόμους (Διάστιχο, Φρέαρ, Περί Ου, Νησίδες, Νέα Ευθύνη, κ.ά.), ξαφνιάζει τους φίλους της ποίησης: γλώσσα με ιδιαίτερη εκφραστική δύναμη, που δείχνει οξυδέρκεια και άριστη από την ποιήτρια γνώση της προγενέστερης ποιητικής παράδοσης· Αρχίλοχος (7ος αιώνας π.Χ.), Εύκλος (προομηρικός Κύπριος ποιητής και χρησμολόγος), Σαπφώ (6ος αιώνας π.Χ.), Μελέαγρος (2ος – 1ος αιώνας π.Χ.), Παλατινή Ανθολογία (συλλογή αρχαίων και βυζαντινών επιγραμμάτων από τον 7ο αιώνα π.Χ., μέχρι το 600 μ.Χ.), Ανδρέας Κάλβος (1792-1869), Διονύσιος Σολωμός (1798-1857). «Η Φαρμακολύτρα» παίρνει την ψυχή του εραστή της ποίησης και την ενώνει με τον «άγιο των γραμμάτων» μας κυρ Αλέξανδρο της Σκιάθου· μνημόσυνο ετούτο το ποίημα στον πολυβραβευμένο συγγραφέα, κριτικό και ποιητή Κώστα Στεργιόπουλο, οδυνηρή για την ποιήτρια ενθύμηση της παντοτινής πια απουσίας του. Και, βέβαια, η πιστότητα στη συζυγική ζωή, με τρία ποιήματα αφιερωμένα στην Τέκμησσα, σύντροφο του Αχαιού Αίαντα, από την ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή. Ανάγνωση και απαγγελία των ποιημάτων καλό είναι να πάνε χέρι – χέρι, ειδεμή θα δυσκολευτεί όποιος αρέσκεται κι ορέγεται την ποίηση. Αφήνω τελευταίες τις Σημειώσεις: εγκόλπιο για περαιτέρω εμβάθυνση στον ποιητικό λόγο της Τασούλας Καραγεωργίου.

Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

Ο Πατροκοσμάς ο Αιτωλός του +παπα-Γιώργη Μεταλληνού

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Στα 1999, ευρισκόμενος στη Μυτιλήνη κι αρχίζοντας τη διδακτική μου διακονία σε διάφορα σχολεία απομακρυσμένων χωριών του νησιού, ένα από τα περιοδικά που τότε κυκλοφορούσαν σ’ αυτήν την Αιολίδα πόλη, μού ζήτησε να βρω δύο προσωπικότητες εγνωσμένου ιστορικού κύρους, οι οποίες θα κατέθεταν άρθρο τους για ένα αφιέρωμα που ετοίμαζε για τα 220 χρόνια από την κοίμηση του Πατροκοσμά του Αιτωλού. Το περιοδικό υπό τον τίτλο Πορεία και εκδότρια την κα Ελένη Γιακαλή, σύζυγο του τέως Δημάρχου Μυτιλήνης Νάσου Γιακαλή, φρόντισε να αφιερώσει κάποιες σελίδες τού περιοδικού στον μεγάλο διδάχο τού Γένους Κοσμά τον Αιτωλό. Η πρόσκληση που προσωπικά έκαμα προς τον μακαριστό πια +παπα-Γιώργη Μεταλληνό (εκοιμήθη στις 19 Δεκεμβρίου 2019, ο Θεός ας αναπαύει την ψυχή του), να αποστείλει σχετικό άρθρο του είχε το ευχάριστο για εμένα αποτέλεσμα να μου εμπιστευθεί την επιλογή εκτεταμένου αποσπάσματος από το βιβλίο του Παράδοση και Αλλοτρίωση, βιβλίο ορόσημο για τις σπουδές γύρω από πρόσωπα και γεγονότα του Ελληνισμού των τεσσάρων τελευταίων αιώνων. Παραθέτω μικρό ενδεικτικό απόσπασμα που αναφέρεται στον οραματισμό τού Πατροκοσμά για το δούλο Γένος.


«Αληθινή πίστη (Ορθοδοξία), γνήσια παιδεία (ελληνορθόδοξη), αυθεντική κοινωνικότητα (κοινοβιακό ιδεώδες) είναι το τριαδικό ιδανικό τού αγίου Κοσμά, που θέλει για θεμέλιο της ενότητας του Γένους. Εδώ όμως αναδύεται δικαιολογημένα το ερώτημα: Ποιος ήταν ο απώτερος οραματισμός του; Σε τι απέβλεπε ο αγώνας του; Δεν είναι δύσκολο να απαντήσουμε, γιατί το διατρανώνει ο ίδιος στο κήρυγμά του. 
»Ο άγιος Κοσμάς απέβλεπε σε μια Πατρίδα “κατοικία του Θεού, κατοικία των αγγέλλων”. Ο αγώνας του αποσκοπούσε στη χριστοποίηση της ελληνικής κοινωνίας, στην εκκλησιαστικοποίηση, δηλαδή στην ενχρίστωσή της. Τούτο όμως θα ήταν δυνατόν μόνο με την ορθοδοξοποίηση του Έθνους. Με τον αναβαπτισμό του στην ορθόδοξη παράδοσή του. Σήμερα, οι συμβιβασμένες και εκκοσμικευμένες συνειδήσεις μας θα τον αποκαλούσαν ουτοπιστή. Ήταν όμως τόσο ουτοπιστής, όσο ο Κύριος ή οι Απόστολοι Του. Δεν είναι όμως ουτοπισμός αυτό που τον συνέχει, αλλά πνευματοκρατικός ρεαλισμός. Έθεσε τα θεμέλια της νεώτερης ελληνικής κοινωνίας και έγινε ο πρωταγωνιστής για τη δημιουργία τού νεώτερου ελληνικού ήθους, για την αναγέννηση του Ελληνισμού, όχι μόνο φυλετικά νοουμένου», (βλ. +Πρωτοπρ. Γ. Δ. ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ. (1986). «Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός. Απόστολος της ενότητας του Γένους», στο: Παράδοση και αλλοτρίωση. Αθήνα: Δόμος, σ. 107).
Στο σημείο αυτό εγείρονται τα εξής δύο καίρια ερωτήματα: Πρώτον, στο σημερινό ελλαδικό κρατίδιο, είναι άραγε αναγκαία μια ανασύστασή του, που να τείνει στον επαναπροσδιορισμό της ιστορικής κληρονομιάς, και που να έχει ως βάση τον οραματισμό τού Πατροκοσμά του Αιτωλού; Και δεύτερον, υπό τη σημερινή πλήρως εκκοσμικευμένη νοοτροπία τού λαού μας, είναι πράγματι ουτοπικό και φαντασιακό το όραμα του Πατροκοσμά για μια χριστιανική Ρωμηοσύνη; 
Την απάντηση σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα, οφείλουμε κάποτε να αναζητήσουμε στην προσωπική τού καθενός μας αυτοσυνειδησία, για να ξαναβρούμε τη χαμένη ταυτότητά μας, για να ξανασταθούμε μια μέρα πάλι στα πόδια μας. 

Αγίου Κοσμά του Αιτωλού σύντομες βιογραφίες από δύο λογίους της εποχής του, τον Καισάριο Δαπόντε και τον Σέργο Μακραίο

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σήμερα 24 Αυγούστου μνημονεύομε Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό, τον Ισαπόστολο. «Νέο Πρόδρομο» τον χαρακτηρίζει ο κορυφαίος ιστορικός Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, στον τέταρτο τόμο της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού (Θεσσαλονίκη 1973), που στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς του Ελληνισμού στον Ασιάτη δυνάστη (18ος αιώνας), περπάτησε ακόμη και τις πιο απόμερες γωνιές της πατρίδας μας, κυρίως στη Δυτική Ελλάδα και με το απλό κήρυγμά του εισέδυσε στα μύχια της ψυχής κάθε απλού υπόδουλου Έλληνα, ενθουσιάζοντάς τον και συγκινώντας τον βαθύτατα, ούτως ώστε να πετύχει ο αγώνας για διαφωτισμό και απελευθέρωση του Γένους από τους Τούρκους. Οι Διδαχές του, διακόσια σαράντα ένα χρόνια από το θάνατό του (24 Αυγούστου 1779), εξακολουθούν να είναι όχι μόνο επίκαιρες αλλά κι ένα επαναστατικό και καινοτόμο μάθημα Ιστορίας και Θρησκευτικών για τα σημερινά σχολιαρόπαιδα: πρόκειται για σημάδια αντίστασης στην με ραγδαίους ρυθμούς αλλοτρίωση που βιώνουν τα ίδια, οι οικογένειές τους και οι δάσκαλοί τους. 
Οι παρακάτω μικρές βιογραφίες γράφτηκαν από τον Καισάριο Δαπόντε (Σκόπελος 1714 - Μονή Ξηροποτάμου· Άγιον Όρος 1784), σημαντικό Έλληνα ποιητή και χρονογράφο του 18ου αιώνα και από τον Σέργιο Μακραίο (Φουρνά Αγράφων 1734/1740 – Κωνσταντινούπολη 1819) διδάσκαλο - σχολάρχη της Μεγάλης του Γένους Σχολής, συγγραφέα διδακτικών και εκκλησιαστικών έργων. Παρότι και στις δύο υπάρχουν δύο λαθάκια – ο Δαπόντες γράφει ότι ο Άγιος Κοσμάς αποκεφαλίστηκε ενώ απαγχονίστηκε, τον χαρακτηρίζει όμως άγιο, και ο Μακραίος ως ημερομηνία θανάτου του γράφει την 25η Αυγούστου 1779 αντί την 24η – νομίζω πως ως μαρτυρίες καταδεικνύουν πόσο σημαντική ήταν η προσωπικότητα και η δράση του Πατροκοσμά.


Η συνέχεια εδώ: Nulla Dies Sine Linea

Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2018

Διεπιστημονική και διαθεματική προσέγγιση του συγγραφικού έργου του Βενιαμίν Λεσβίου: Προτάσεις ένταξής του στα Νέα Προγράμματα Σπουδών της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης

Του Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ [*] 

«Χωρίς τη μαθηματική τάξη, δεν στέκει / τίποτε: Ούτε ουρανός έναστρος, / ούτε ρόδο. Προπαντός ένα ποίημα. / Κι ευτυχώς ότι μ’ έκανε η μοίρα μου / γνώστη των μουσικών αριθμών, / ότι κρέμασε μίαν αχτίνα επί πλέον / το άστρο της ημέρας στην όρασή μου / και κάνοντας τα γόνατά μου τραπέζι / εργάζομαι, ως να ‘ταν να φτιάξω / έναν έναστρο ουρανό, ή ένα ρόδο», λέγει ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος, (Βρεττάκος. 1999: 427), θέλοντας προφανώς να τονίσει την μαθηματική τάξη που υπάρχει στο σύμπαν· θα ‘λεγα και την άμεση σχέση θεωρητικών και θετικών επιστημών. Θυμάμαι τον αείμνηστο πανεπιστημιακό δάσκαλό μου Νίκο Ματσούκα συχνά να τονίζει πως στο Βυζάντιο όλες οι επιστήμες ήταν λειτουργικά δεμένες. Η κατηγοριοποίηση τους στο γνωστό σήμερα σχήμα, θεωρητικές και θετικές, είναι αποτέλεσμα της μακραίωνης διαμάχης που άρχισε από τον 15ο και κορυφώθηκε τον 19ο αιώνα, ξεκινώντας από τη γνωστή διαμάχη αριστοτελικών και πλατωνιστών (15ος – 17ος αιώνες) και διαμέσου της γνωστής ρήξης διαφωτιστών και αντιδιαφωτιστών (18ος - 19ος αιώνες), έφτασε στη σημερινή εικόνα. Όταν, λοιπόν, ομιλούμε για επιστήμες, επιστημονική γνώση και επιστημονικές θεωρίες, τα πεδία και οι περιοχές που τις ορίζουν εξαρτώνται από τον θεωρητικό και θετικό τρόπο σκέψης και εφαρμογής τους στον κόσμο και τη ζωή του ανθρώπου. Σήμερα ειδικότερα, είναι αλήθεια, πως οι επιστήμες που κυριαρχούν περισσότερο είναι οι θετικές. Γεγονός που και αυτό έχει τη μικρή του ιστορία. Ο Eric Hobsbawm, Βρετανός διανοούμενος και συγγραφέας, στο γνωστό βιβλίο του Η εποχή των άκρων, γράφει πως «καμιά άλλη περίοδος στην ανθρώπινη ιστορία δεν ήταν τόσο εξαρτημένη από τις φυσικές επιστήμες όσο ο εικοστός αιώνας και καμιά άλλη περίοδο οι φυσικές επιστήμες δεν διείσδυσαν τόσο πολύ. Όμως, καμιά άλλη ιστορική περίοδος, από την εποχή της αποκήρυξης του Γαλιλαίου, δεν αισθάνθηκε λιγότερο άνετα απέναντι στις φυσικές επιστήμες όσο ο εικοστός αιώνας. Πρόκειται για ένα παράδοξο που οι ιστορικοί του αιώνα μας πρέπει να καταλάβουν και να εξηγήσουν», (Hobsbawm. 2004: 662). Καθώς φαίνεται, δεν έχει άδικο ο Hobsbawm. Φτάνει να αναλογιστεί κανείς το στερεότυπο που συχνά πυκνά, κυρίως στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δεν λέει να σπάσει, διότι πολλοί είναι εκείνοι οι συνάδελφοι, των θετικών κυρίως ειδικοτήτων, που θεωρούν ότι τα Μαθηματικά και η Φυσική, λόγου χάριν δεν γίνεται να έχουν καμιά σχέση με τη Θεολογία. Παρακάτω θα προσπαθήσω να σας δώσω ένα περίγραμμα γιατί αυτό το στερεότυπο είναι πέρα για πέρα λάθος, το οποίο κάποτε, στο πολύπαθο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, οφείλουμε να το θέσουμε στο περιθώριο. Νομίζω πως το επιστημονικό έργο του τιμώμενου εδώ απόψε διδάσκαλου του Γένους Βενιαμίν Λεσβίου είναι ένα καλό παράδειγμα. 
Βρίσκομαι ανάμεσά σας με διπλή ιδιότητα, αυτήν του θεολόγου εκπαιδευτικού της σχολικής τάξης, κι αυτήν του εκκλησιαστικού ιστορικού. Όσον αφορά την πρώτη, στην εικοσάχρονη σχεδόν πορεία μου ως εκπαιδευτικού που διδάσκει ένα μάθημα, τα γνωστά Θρησκευτικά, σας λέγω πως πάρα πολλές είναι φορές που η διεπιστημονικότητα και διαθεματικότητα, ως μεθοδολογία στη διδασκαλία μου είναι παρούσα. Τολμώ, δηλαδή, να συνδυάσω μορφωτικά αγαθά του μαθήματος που διδάσκω στους μαθητές μου, με μορφωτικά αγαθά άλλων μαθημάτων. Όσον αφορά τη δεύτερη ιδιότητα, του εκκλησιαστικού ιστορικού, ο Βενιαμίν Λέσβιος αποτελεί ένας από τους λογίους της Τουρκοκρατίας που, από την εποχή των μεταπτυχιακών και διδακτορικών μου σπουδών στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, αφιερώνω πολλές από τις ερευνητικές μου δυνάμεις. Παρακάτω θα προσπαθήσω, όσο αυτό είναι εφικτό, να κάμω μια απόπειρα συσχέτισης και συνδυασμού του επιστημονικού έργου του Βενιαμίν, τα Μαθηματικά, τη Φυσική και τη Φιλοσοφία του με θεωρητικές επιστήμες, όπως είναι η Θεολογία και η Λογοτεχνία, κυρίως η Ποίηση. Απόπειρα ονοματίζω αυτήν την προσπάθειά μου, κυρίως αφορά διδακτικές προτάσεις τις οποίες έχω δουλέψει σε σχολική τάξη και, οι οποίες βέβαια, μπορούν να ενταχθούν σε Πιλοτικά Προγράμματα Σπουδών στο Γυμνάσιο και το Λύκειο, τα οποία συνάδελφοι εκπαιδευτικοί θα μπορούσαν να υλοποιήσουν, μακράν βέβαια της νοοτροπίας που συνήθως μας διακατέχει εμάς τους εκπαιδευτικούς ότι, δηλαδή, δεν έχουμε τον απαραίτητο χρόνο να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε τέτοιες διδασκαλίες, γιατί καθώς λέμε πρέπει να διδάξουμε μια συγκεκριμένη ύλη στα μαθήματά μας. Ομιλώ για καινοτόμες και δημιουργικές διδασκαλίες, υπό την προϋπόθεση ότι η έννοια της καινοτομίας, η οποία σε ένα μεγάλο ποσοστό σήμερα διαπερνά ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα κινδυνεύει να γίνει φετίχ, νεύρωση. Πολλοί είναι σήμερα οι εκπαιδευτικοί που συχνά λέμε ότι συμμετέχουμε σε καινοτόμα προγράμματα ή, κάνουμε καινοτόμες και δημιουργικές διδασκαλίες στη σχολική τάξη. Μια τέτοια, όμως, αντίληψη της καινοτομίας και της δημιουργικότητας συνιστά τη «θρησκειοποίησή» της. Η «θρησκειοποίηση» της δημιουργικότητας και της καινοτομίας, γράφει ο Αντώνης Συρναίος, η «ηδονοθηρική, παιγνιώδης επεξεργασία των δραστηριοτήτων που τις εκφράζουν, καθώς και η ναρκισσιστική καταναλωτική εμπειρία στην οποία προσβλέπουν οι συμμετέχοντες, συνθέτουν την κυρίαρχη εικόνα των προγραμμάτων. Όσοι έχουν μια στοιχειώδη, έστω, εποπτεία του χώρου άσκησης αυτών των σύγχρονων καινοτομικών δράσεων είναι εύκολο να αντιληφθούν ότι οι εκπαιδευτικοί που εκδήλωσαν επιθυμία να τις υιοθετήσουν μεταβλήθηκαν ασυνείδητα, όχι σε παραγωγούς, όπως τους είχαν τάξει και είχαν οι ίδιοι φανταστεί, αλλά σε μαζικούς καταναλωτές και μικροδιαχειριστές ουσιαστικά ετεροκαθορισμένων Προγραμμάτων», (Σμυρναίος. 2009: 186). 
Ας προσέξουμε, εδώ, την εξής βασική παράμετρο περί καινοτομίας και δημιουργικότητας, η οποία έχει άμεση σχέση με το επιστημονικό έργο του Βενιαμίν. Στην εποχή που έζησε και δίδαξε ο Βενιαμίν, φέρνω το παράδειγμα των Σχολών των Κυδωνιών και του Βουκουρεστίου, καινοτόμος ήταν στη διδασκαλία του, δημιουργικός και πρωτοποριακός δάσκαλος ήταν. Κι αυτή η διδασκαλία του στάθηκε αφορμή για τον κατατρεγμό του από αντιδιαφωτιστές λογίους. Εκείνος ο τόσο σημαντικός λόγος του: «αφαίρεσον τα μαθηματικά από τη Γης, και θέλεις ιδεί τον άνθρωπον ερπύζοντα επί της Γης, χωρίς να δυνηθή να υψωθή από της γηΐνης επιφανείας, ούτε να εξέλθη εκ της πατρίδος αυτού», (Αριθμητική. 1818: ι΄), πέραν ότι του κόλλησε τη ρετσινιά του άθεου, τον θεώρησε επικίνδυνο για τα τότε σχολικά πράγματα, διότι μετέφερε στη σχολική τάξη τον ριζοσπαστικό τρόπο διδασκαλίας μαθημάτων, που ήταν απαραίτητα όχι μόνο για να μορφωθεί τότε κάποιο ελληνόπουλο αλλά και να νιώσει πως η πολυπόθητη ελευθερία από τον Τούρκο δυνάστη, περνούσε μέσα και από τη γνώση της ίδιας της φύσης. «Προς τους φιλαναγνώστας» γράφει στην Αριθμητική του: «καθότι μόνα τα μαθηματικά των ανθρωπίνων μαθήσεων ή γνώσεων αντισταθμούνται με το βάρος ή έκτασιν του ονόματος των επιστημών», (όπ.π.). Σε αντίθεση με τη Ρητορική, την Ποιητική, μαθήματα που διδάσκονταν τότε σε ονομαστά σχολικά εκπαιδευτήρια, τα Μαθηματικά για τον Βενιαμίν «μετά της πείρας άγουσι το φως εις την έρευναν των μυστηρίων της φύσεως», (όπ.π.). 
Για να μην ομιλώ θεωρητικά, φέρνω δύο παραδείγματα από διδασκαλία στη σχολική τάξη, στο δικό μου μάθημα, τα Θρησκευτικά. Διδάσκοντας στη Β΄ Λυκείου την έννοια της «Δημιουργίας», όπου και σχετικά θεολογικά, λογοτεχνικά και ιστορικά κείμενα – πηγές, για διερεύνηση πως και από ποιόν δημιουργήθηκε ο κόσμος, σε φύλλο εργασίας, σε ομάδα μαθητών – παρεμπιπτόντως εδώ οφείλω να σημειώσω πως θεωρώ την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία ως την πεμπτουσία της διδακτικής πράξης, (Ματσαγγούρας. 2008) – προς μελέτη έδωσα τα δύο παραπάνω αποσπάσματα από την Αριθμητική του Βενιαμίν. Άλλη ομάδα μαθητών, σε φύλλο εργασίας διερευνούσε το γνωστό ρητό του Πλάτωνα «μηδείς αγεωμέτρητος εισίτω», το «εμφανίζων δια τούτου το αδύνατον της παρεισδύσεως εις τα μυστήρια της φύσεως άνευ της γνώσεως της Γεωμετρίας», με το οποίο ο Βενιαμίν αρχίζει τη Γεωμετρία του, εκδίδοντάς την στη Βιέννη το 1820. «Ώστε η χειρ, δι’ ης περ ο κάτοικος της γης συλλαμβάνει τον ουρανόν, είναι ουδέν άλλο, ειμί η Γεωμετρία, και τούτου ένεκεν ως φαίνεται και Πλάτων ωνόμασε τον Θεόν γεωμέτρην: όνομα καταληλλότατον εις τον οικοδόμον ταύτης της οικοδομής», (Γεωμετρία. 1820: 3-4). Και μόνον οι τελευταίες λέξεις, με παράλληλη χρήση εικόνας σε διαφάνεια, με μινιατούρα χειρογράφου της Βίβλου (13ος αιώνας), που παριστάνει τον Χριστό να κρατά διαβήτη και να σχεδιάζει τη γη, έδωσε στους μαθητές τη δυνατότητα διερεύνησης της δημιουργίας του κόσμου, με ταυτόχρονη εμπλοκή τριών μαθημάτων. Επίσης, σε άλλη ομάδα μαθητών, σε φύλλο εργασίας, σύντομα εξηγούσα τη γνωστή θεωρία του Βενιαμίν, το Πανταχηκίνητον, με την οποία ο τολμηρός Λέσβιος Διδάσκαλος του Γένους περιγράφει τα αιτία των φυσικών και ψυχικών φαινομένων. Με αυτήν τη θεωρία του προσπάθησε να κάμει διδακτή την κοσμολογική του αντίληψη, (Αμπατζή. 2017). Ανεξάρτητα αν σήμερα η θεωρία του αυτή αποτιμάται ως βάσιμη ή αβάσιμη επιστημονικά, εκείνο που στη διδακτική πράξη ενός μαθήματος Θρησκευτικών για τη δημιουργία του κόσμου έχει αξία είναι το γεγονός πως μαθητές και μαθήτριες ενεπλάκησαν σε μια δημιουργική εργασία και κατέληξαν στο συμπέρασμα πως είναι αναγκαία η συσχέτιση μαθημάτων, εδώ των Θρησκευτικών, των Μαθηματικών και της Φυσικής, στη βάση βέβαια, που θέλει αυτή η συσχέτιση να χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα βασικά στοιχεία, που ορίζουν τη διαθεματικότητα ως τη μέθοδο εκείνη κατά την οποία οι μαθητές αυτενεργούν κατά τη διδασκαλία και η μάθηση αποβαίνει βιωματική, συνάμα δε χρησιμοποιείται η φυσική εποπτεία σε μεγάλο βαθμό και οι μαθητές μαθαίνουν μέσα από το δικό τους προβληματισμό. Ομιλώ, εδώ, για εκείνο το ζητούμενο που λείπει στην εκπαίδευση, την κριτική σκέψη. Υπ’ αυτή την έννοια η διαθεματικότητα στη διδακτική πράξη αποκτά ουσιαστικό περιεχόμενο, φτάνει ο σχεδιασμός της να γίνεται με μεράκι και γνώση. Το λέγω αυτό διότι όση καλή διάθεση και όρεξη να έχει ο διδάσκων καθηγητής να εφαρμόσει τη διαθεματικότητα στη διδασκαλία του, αν δεν γνωρίζει καλά τα περί αυτής, είναι σίγουρη η προχειρότητα και η αποτυχία. Όταν, λοιπόν, ομιλούμε για διαθεματικότητα ευθύς εξ αρχής οφείλουμε να γνωρίζουμε πως πρόκειται για εκείνο το σχέδιο εργασίας στη διδακτική πράξη, κατά το οποίο, από τη μια το περιεχόμενο της διδασκαλίας ενιαιοποιείται και από την άλλη, η διδασκαλία είναι είτε «ευρηματικής» είτε «εργαστηριακής» μορφής. Στην προκειμένη περίπτωση δεν ξεχνάμε κι ετούτο: αν και είναι διακριτά τα διδασκόμενα μαθήματα, στα πλαίσια οργάνωσης της σχολικής γνώσης επιχειρείται η ενοποίησή της, η οποία προκύπτει από τη «σφαιρική μελέτη θεμάτων καθολικού ενδιαφέροντος», (Ματσαγγούρας. 2002: 48-49). 
Έρχομαι τώρα στο δεύτερο παράδειγμα, στο οποίο όμως ακολούθησα όχι διαθεματική αλλά διεπιστημονική προσέγγιση. Για να προλάβω εδώ πιθανή απορία σας γιατί αυτή η διαφοροποίηση στην ορολογία, θα σας πω πως γι’ αυτούς τους δύο όρους υπάρχει τεράστια σύγχυση, κι όταν δεν γνωρίζουμε τι συνιστά ο καθένας χωριστά, στη διδακτική πράξη σίγουρο είναι πως θα γίνουν αρκετά λάθη. Άλλο σημείο αναφοράς έχει η διαθεματικότητα κι άλλο η διεπιστημονικότητα, (Γρόλλιος. 2006). Της πρώτης, ο σχεδιασμός ξεκινά από ένα κεντρικό θέμα και προχωρά με τον προσδιορισμό γνώσεων που σχετίζονται με αυτό. Λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την παράμετρο σχεδιάζουμε και τις ανάλογες δραστηριότητες, χωρίς αυτό να θέτει διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στα μαθήματα. Αυτό συνέβη στο πρώτο παράδειγμα που παραπάνω ανέφερα. Τα Μαθηματικά και η Φυσική δεν ήταν απέναντι στα Θρησκευτικά. Προσδοκώμενο μαθησιακό αποτέλεσμα ήταν οι μαθητές διαμέσου τριών μαθημάτων να εξετάσουν, να διερευνήσουν και να συσχετίσουν διδακτικά δεδομένα για τη δημιουργία. Αντιθέτως, με τη διεπιστημονική προσέγγιση, ο σχεδιασμός ξεκινά από την αναγνώριση ταυτοτήτων των προσφερόμενων μορφωτικών αγαθών των διαφορετικών μαθημάτων, όπως και των περιεχομένων που περιέχονται σε αυτά και τα οποία με τη διδασκαλία πρέπει να κατακτηθούν. Λόγου χάριν, θέματα όπως ο φανατισμός, η αδικία, τα δικαιώματα, η ελευθερία, η ισότητα, διδασκόμενες έννοιες στα Θρησκευτικά της Α΄ Λυκείου, κάτω από τις θεματικές ενότητες: «αξίες» και «κακό», προσδιορίστηκαν με βάση το ερώτημα τι μπορεί κάθε μάθημα να συνεισφέρει σε αυτές; Στη διδασκόμενη, λοιπόν, έννοια της αδικίας, φύλλο εργασίας που δόθηκε σε ανά δύο μαθητές, όπως κάθονται σε κάθε θρανίο, περιείχε ένα απόσπασμα από τα Στοιχεία Ηθικής του Βενιαμίν, το «περί ασπλαχνίας ή απανθρωπίας», (Αργυροπούλου. 1994: 97). Τι κατάφεραν οι μαθητές; Κατάφεραν να αξιολογήσουν τι επίδραση θα μπορούσε να έχει αυτό το κείμενο σήμερα, σε ένα κόσμο όπου η αδηφάγα από το κακό κοινωνική πραγματικότητα, θέτει στο περιθώριο κάθε κατατρεγμένο άνθρωπο. Τα εμπλεκόμενα εδώ μαθήματα Θρησκευτικά, Ηθική, Μεταφυσική, κλάδοι της Φιλοσοφίας, τα οποία την εποχή του Βενιαμίν αντλούσαν τη θεματική τους από τα προτάγματα του Διαφωτισμού, χρησιμοποιήθηκαν στη διδακτική πράξη με τρόπο που να δηλώνει τι προσφέρει ο κάθε επιστημονικός κλάδος στην εξέταση του θέματος. Πώς το προσεγγίζει και γιατί ασχολείται με αυτό. Η αξιολόγηση κινήθηκε στον τρόπο που η μαθητές μπόρεσαν να προσεγγίσουν το κείμενο, αντιλαμβανόμενοι την αντίστοιχη διασύνδεσή των τριών μαθημάτων. Να σημειώσω εδώ ότι τα Στοιχεία Ηθικής και τα Στοιχεία Μεταφυσικής του Βενιαμίν αποτελούν τον σημαντικότερο σταθμό του νεοελληνικού επιστημονικού και φιλοσοφικού στοχασμού, επηρεασμένο από την γαλλική επιστημονική και φιλοσοφική σκέψη του 18ου αιώνα. Όσοι από εσάς διδάσκετε φιλολογικά μαθήματα, Λογοτεχνία, Αρχαία Ελληνικά και Φιλοσοφία – η Λογοτεχνία και η Φιλοσοφία ειδικότερα από τη φύση τους είναι διαθεματικά και διεπιστημονικά μαθήματα - τα Στοιχεία Ηθικής και τα Στοιχεία Μεταφυσικής αποτελούν πολύ καλά θα ‘λεγα διδακτικά εγχειρίδια για ζητήματα όπως η ελευθερία, η αχαριστία, η αλαζονεία, η υπηρηφάνεια, η φιλία, η ανδρεία, η σωφροσύνη, η μεγαλοψυχία, ο νόμος, η πολιτεία, η γνώση, η επιστήμη, ο νους, η ηθική ορθότητα, ο ηθικός προβληματισμός, το δίκαιο, η αισθητική εμπειρία, κ.ά. Η παραπάνω διεπιστημονική προσέγγιση, στο δικό μου γνωστικό αντικείμενο, άρχισε και τελείωσε με το περιεχόμενο της διδασκόμενης έννοιας σε τρία διακριτά μαθήματα, όπου το επιστημονικό έργο του Βενιαμίν είχε την τιμητική του. Εξηγούμε για να μην παρεξηγηθώ: όλος αυτός ο πειραματισμός, ουδεμία σχέση θα μπορούσε να έχει με το γνωστό ρητό πολλών εξ ημών των εκπαιδευτικών, ρητό που καθημερινά τον καταγράφουμε στο περιβόητο βιβλίο ύλης· «να τελειώσω την ύλη», γιατί «αν δεν την τελειώσω», θα ελεγχθώ από κάποια επιτροπή που συνήθως εδρεύει στα γραφεία της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, θα ελεγχθώ από κάποιον σχολικό σύμβουλο, θα ελεγχθώ εντέλει από τους γονείς. Υπό έναν τέτοιο συνεχή και αόρατο πολλές φορές «εχθρό», να ‘μαστε σίγουρα πως το σχολείο ως «θεσμός μετάδοσης γνώσης» πάντα θα είναι υπό ακύρωση. Προσέξτε, τονίζω το «μετάδοσης γνώσης», υπό την εξής βασική διευκρίνιση: της απαλλαγής της διεπιστημονικότητας και της διαθεματικότητας από την λανθάνουσα αντίληψη ότι πρόκειται για καινοτόμες πρακτικές διδασκαλίας. Κι αυτό γιατί το σχολείο δεν μπορεί να είναι θεσμός καινοτομίας αλλά θεσμός γνώσης. Απεναντίας, η καινοτομία ανήκει στους ίδιους τους μαθητές, την οποία θα ασκήσουν όταν αυτοί αποφοιτήσουν από αυτό, (Ζουμπουλάκης. 2017: 25-37). Η άποψη που θέλει τη διεπιστημονικότητα και τη διαθεματικότητα να είναι καινοτομία στη διδακτική πράξη, έχω τη γνώμη πως εμφιλοχωρεί στη σκέψη αρκετών εκπαιδευτικών. Αυτό, όμως, φέρνει στο προσκήνιο την εξής διαπίστωση: «όταν η παιδαγωγική και διδακτική πράξη λειτουργεί, κάποτε, ως πάρεργο, όταν όχι μόνο η επιμόρφωση αλλά κυρίως η αυτομόρφωση των εκπαιδευτικών έχει τη δική της τραγική ιστορία και η επαφή με το επιστημονικό, παιδαγωγικό ή λογοτεχνικό βιβλίο, σε όλη της διάρκεια της επαγγελματικής σταδιοδρομίας, είναι συχνά εκκρεμής, τότε το πέρασμα προς την καινοτομία είναι βέβαιο ότι θα συναντήσει σοβαρά εμπόδια ή απλώς θα συσχηματιστεί με την προχειρότητα», (Σμυρναίος. 2009: 198). 
Θεωρώ σίγουρο πως ο Βενιαμίν πέραν των σπουδών του σε ονομαστά εκπαιδευτικά κέντρα της Δυτικής Ευρώπης (Πίζα, Παρίσι, Αγγλία), φρόντιζε και για την αυτομόρφωσή του. Αυτό μαρτυρά το επιστημονικό έργο του. Ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης θεωρεί πως η περίπτωση του Βενιαμίν ως επιστήμονα και δασκάλου ήταν άκρως τολμηρή ή, και προκλητική για ζητήματα ελεύθερης έκφρασης της γνώμης, (Κονδύλης. 1998: 32). Γι’ αυτό το επιστημονικό έργο του υπήρξε πρωτοποριακό, γι’ αυτό και ως δάσκαλος ήταν αποτελεσματικός, για να χρησιμοποιήσω ένα όρο της Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας. 
Στη συγκρότηση των Αναλυτικών Προγραμμάτων Σπουδών παλαιότερα και των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών σήμερα, από τους σχεδιαστές τους λαμβάνονταν και λαμβάνονται υπόψη η διεπιστημονικότητα και η διαθεματικότητα. Πρόκειται για εκείνη την άμβλυνση των ορίων ανάμεσα στα γνωστικά αντικείμενα, η οποία και επιτρέπει την καίρια επισήμανση των σχέσεων που υπάρχουν ανάμεσα στα περιεχόμενά τους. Εδώ, σημαντική είναι η συνεχής επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, για να έχουμε τη δυνατότητα να συνδυάζουμε στοιχεία του περιεχομένου περισσότερων του ενός γνωστικών αντικειμένων. Αν και παλιότερα με τα γνωστά ΔΕΠΠΣ αυτό προβλεπόταν - και σήμερα προβλέπεται με τα ΝΠΣ – ελάχιστοι είναι οι εκπαιδευτικοί που εφαρμόζουν τη διαθεματικότητα και τη διεπιστημονικότητα στα μαθήματά τους. Αντί αυτών, καθώς φαίνεται, οι περισσότεροι παραμένουν προσκολλημένοι στον δασκαλοκεντρισμό, αρνούμενοι να εφαρμόσουν μοντέλα μάθησης, τα οποία θα είναι προσβάσιμα σε όλους τους μαθητές, θα δίνουν έμφαση στο διάλογο, θα προσφέρουν καλά εργαλεία για τη σκέψη τους, θα επιτρέπουν την έκφραση των ενδιαφερόντων τους μέσω επιλογών και, βέβαια, μιας και ομιλώ για το επιστημονικό έργο του Βενιαμίν, θα δείχνουν κι έναν άλλο δρόμο του μαθήματος της Τοπικής Ιστορίας, κάπως αθέατο, της χρησιμότητάς του στη διδακτική πράξη, πέρα για πέρα αναγκαίο. 
Παραπάνω εμίλησα και για συσχέτιση του επιστημονικού έργο του Βενιαμίν με την Ποίηση. Πλείστα όσα παραδείγματα υπάρχουν. Ενδεικτικά αναφέρω τρία, εφαρμοσμένα από τον ομιλούντα στη διδακτική πράξη. Γράφει ο Τίτος Πατρίκιος σε ένα ποίημά του: «Α, ουρανέ, μήπως νομίζεις πως μας αρκεί να σε κοιτάμε; / Σα να μου φαίνεται πως δεν μας ξέρεις», (Πατρίκιος. 1998: 155). Γράφει κι ο Νίκος Καρούζος στο έντεκα στροφών ποίημά του Σχέδιο για το μέλλον του ουρανού: «Ουρανέ ολόκληρε ανοίγει το άνθος / της φωνής μου ψηλά», (Καρούζος. 1995: 43). Γράφει και ο Θεσσαλονικιός ποιητής Γιώργος Βαφόπουλος, στο ποίημά του Ο μεγάλος κώνος: «ας δεχθούμε πως η δομή του κόσμου / είναι ένας μεγάλος κώνος, που απ’ τη βάση ως την κορυφή του / διατρέχεται από μια σπειροειδή γραμμή», (Βαφόπουλος. 1990). Ετούτος ο ποιητικός λόγος άνετα θα μπορούσε να συσχετισθεί με το επιστημονικό του έργο. Ειδικότερα, σ' ότι αφορά το μάθημα των Θρησκευτικών, με βάση τη Θεωρία του Πανταχηκινήτου, οι έννοιες Αναζήτηση του Θεού και Δημιουργία, στην Α΄και Β΄Λυκείου αντίστοιχα, μπορούν να συσχετισθούν με έννοιες όπως φως, ουρανός, φωτιά· Ο Θεός γεωμέτρης ή ο γεωμέτρης Θεός;   
Η συσχέτιση γνωστικών αντικειμένων στη διδακτική πράξη, έχοντας ως βάση το επιστημονικό έργο του Βενιαμίν, φέρνει στο προσκήνιο κάτι ακόμη πιο σημαντικό. Να γνωρίσουν οι μαθητές, οι αυριανοί φοιτητές και επιστήμονες, εκείνη την θεωρία του Αμερικανού επιστημολόγου Τόμας Κουν, που υποστηρίζει πως η πορεία της επιστήμης δεν ακολουθεί εξελικτική πορεία, αλλά ριζικές επαναστατικές αλλαγές που καταργούν πλήρως τις μέχρι πρότινος υπάρχουσες θεωρίες και επιστημονικές απόψεις. Με άλλα λόγια, η επιστημονική κοινότητα σε όλους ανεξαιρέτως τους επιστημονικούς τομείς, περιβάλλει με εμπιστοσύνη τα πορίσματα της επιστημονικής έρευνας, μέχρις ότου αναδυθεί μια νέα επαναστατική θεωρία, ένα νέο δηλαδή παράδειγμα, το οποίο ανατρέποντας τις παλαιότερες θεωρίες, λειτουργεί ως ένα νέο πλαίσιο αναφοράς, βάσει του οποίου πλέον ερμηνεύονται τα σχετικά δεδομένα, (Kuhn. 1997: 101-149). Κάτι ανάλογο έκαμε κι Βενιαμίν όταν στο φυσιογνωστικό πεδίο αρνούνταν ότι τα μόρια της ύλης περιέχουν ενέργεια, προτείνοντας έτσι τη θεωρία του Πανταχηκινήτου, προσπαθώντας με αυτόν τον τρόπο να αντικαταστήσει το νόμο της βαρύτητας του Νεύτωνα, (Αργυροπούλου. 1994: 15). Χωρίς να θέλω να μπω σε χωράφια των συναδέλφων φυσικών, θεωρώ ότι μια τέτοια αναφορά στο επιστημονικό έργο του Βενιαμίν έχει τη σημασία της. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι «μπορούμε πάντα να πλουτίζουμε τις γνώσεις μας. Δεν μπορούμε όμως να αγνοούμε τις πιο παλιές από αυτές», καθώς γράφει ο Άρθουρ Κέσλερ στου βιβλίο του Οι Υπνοβάτες, (Koestler. 1979: 15.). Συνεπώς, δεν μπορούμε να αγνοούμε τον Βενιαμίν. 
Ήρθε η ώρα να θέσω εδώ ένα τέλος στις σκέψεις μου. Από την πλευρά του εκπαιδευτικού της τάξης θεωρώ πως ολάκερο το επιστημονικό έργο του Βενιαμίν μπορεί να αξιοποιηθεί στη διδακτική πράξη. Φτάνει ο εκπαιδευτικός που θα τολμήσει να το εντάξει σε αυτή, να το γνωρίζει αρκετά καλά. Από την πλευρά του εκκλησιαστικού ιστορικού, πιστεύω πως ο Βενιαμίν συνεχίζει να μας συγκινεί ακόμη. Κι αυτό είναι όμορφο και μας γεμίζει ελπίδα για το μέλλον, για οργάνωση παρόμοιων συναντήσεων όπως η αποψινή. Στέκομαι σε εκείνο το «ο συ μισείς, ετέρω μη ποιήσεις», που για τον Βενιαμίν «συμπυκνώνει τα ανθρώπινα δικαιώματα και καθήκοντα, οροθετεί στην ηθική του σκέψη την πρακτική συμπεριφορά του ανθρώπου· διέπεται από αμοιβαιότητα ανάμεσα στα δικαιώματα και τα καθήκοντα, ρυθμίζοντας γενικότερα την ηθική ζωή», (Αργυροπούλου. 1994: 19). Γεγονός που δεν εκφράζεται μόνο από φιλοσόφους του Διαφωτισμού όπως ο Κάντ, αλλά ανάγεται στην ευαγγελική ρήση «πάντα όσα εάν θέλητε ίνα ποιώσιν υμίν οι άνθρωποι, ούτως και υμείς ποιείται αυτοίς», (Ματθ. 7, 12). Αυτός ήταν ο καλόγερος Βενιαμίν από Πλωμάρι, που εκτός από τα θεολογικά γράμματα, εσπούδασε και δίδαξε Μαθηματικά, Φυσική και Φιλοσοφία. 

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ 

Η ιστορική έρευνα για τον εντοπισμό της χειρόγραφης παράδοσης των Στοιχείων Φυσικής του Βενιαμίν, έργο που παραμένει ανέκδοτο, έχει εντοπίσει και καταγράψει είκοσι δύο χειρόγραφά της, τα οποία απόκεινται σε διάφορες βιβλιοθήκες, (Καράς. 1993: 35-53). Σ’ ένα από αυτά – το υπ. αρ. 1245 της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος - ο Βενιαμίν περιγράφει την κίνηση των πλανητών ως εξής: «ο προς όν όρος του ανθρωπίνου νοός άλλο δεν είναι, ειμή η ζήτησις και γνώσις του λόγου των φαινομένων, και τούτο ένεκεν, ημείς ορώμεν και αυτά τα βρέφη να ζητώσιν εις έκαστον φαινόμενον το διατί· και είναι εκτός πάσης αντιλογίας ότι ο άνθρωπος ονομάζεται λογικός, όχι δι’ άλλο, ειμή διότι ζητεί τους λόγους των φαινομένων ή αισθημάτων», (Καράς. 1993: 47). Ετούτη η θέση της Φυσικής στα σχολικά προγράμματα της εποχής του ακόμη περισσότερο διαφαίνεται στον περίφημο Λόγο περί παιδείας, που εκφώνησε στην Ακαδημία του Βουκουρεστίου το 1818, όπου ο Βενιαμίν κατατάσσει τη Φυσική σε εκείνα τα μαθήματα που γυμνάζουν τον νου του ανθρώπου: «πλην έστω ότι έμαθε τις, ή ότι νομίζει ότι έμαθεν την εαυτού διάλεκτον. Αλλ’ αυτός τι άλλο έμαθεν, ή σημεία των ιδεών; Διατί, δέομαι, υπάγει τις εις το σχολείον; Δια να μάθη. Τι; Ότι τα γράμματα των Ελλήνων 24, και ότι ούτω συλλαβίζονται; Όχι βέβαια. Τι δαι; Δια να μάθη λέξεις, είτε σημεία των εν τω εγκεφάλω ημών ιδεών; Όχι αναντιρρήτως. Αλλά τι; Να μάθη πράγματα, με τα οποία αυτός έχει αναφοράν· υπάγει να γυμνάση το λογικόν του δια να συλλογίζηται ορθώς· υπάγει να μάθη ότι δεν είναι αυτός μόνος επί της Γης, αλλ’ άπειρα όντα διαφόρου φύσεως, και ιδιοτήτων, με τα οποία αυτός έχει αναφοράν· υπάγει να μάθη ότι ων εν μέρος του σύμπαντος, έχει αναφοράν και ως προς τους ομοίους αυτώ, και ως προς την φύσιν, και ως προς τον δημιουργόν αυτού θεόν· τέλος πάντων υπάγει να αποκαταστήσει εαυτόν άνθρωπον λογικόν και ενάρετον, είτε εικόνα Θεού και ομοίωσιν», (Ερμής ο Λόγιος. 1818: 205-206· διατηρώ ως έχει το δημοσιευμένο κείμενο). Έχω την αίσθηση πως η επιστημονική σκέψη ο Βενιαμίν βρίσκεται σε πλήρη ταύτιση με τη σκέψη κορυφαίων Πατέρων της Εκκλησίας, οι οποίοι στην εποχή τους θεωρούσαν πως η Θεολογία οφείλει και μπορεί να διαλέγεται με τις φυσικές επιστήμες. Αναφέρω το παράδειγμα του Μ. Βασιλείου, ο οποίος σε μια αξιοσημείωτη θέση του για την επιστήμη και την έρευνα υποστηρίζει πως ο Θεός θέλοντας να γυμνάσει τον νου του ανθρώπου πολλά παρέλειψε να πει για το πώς της δημιουργίας του κόσμου, (Ματσούκας. 1990: 122). Άποψη που θα τη ζήλευε κι ο πολύς R. P. Feynman, γνωστός Αμερικανός φυσικός, με Νόμπελ Φυσικής το 1966, ο οποίος αν και θεωρεί πως υπάρχει «έντονη αντίθεση ανάμεσα στην επιστήμη και τη θρησκεία», πιστεύει πως «για να κατανοήσουμε πως λειτουργεί η φύση απαιτείται η πιο τρομερή δοκιμασία της ανθρώπινης λογικής ικανότητας. Απαιτούνται ευφυή τεχνάσματα, υπέροχες λογικές σχοινοβασίες». Και συνεχίζει: «πρέπει να περπατήσεις σε τεντωμένο σχοινί, να μην κάνεις λάθος στις προβλέψεις σου για το τι θα συμβεί. Οι ιδέες της κβαντικής μηχανικής και της σχετικότητας αποτελούν παραδείγματα αυτής της προσπάθειας», (Feynman. 1998: 29). Αυτό το γύμνασμα του νου, όπως το προσδιορίζουν τόσο ο Μ. Βασίλειος όσο και ο μετέπειτα από τον Βενιαμίν κορυφαίος φυσικός Feynman, καθώς φαίνεται αντανακλάται στα Στοιχεία Φυσικής του Λέσβιου διδασκάλου του Γένους. Γι’ αυτό προτείνει τα θέματα με τα οποία ασχολούνται οι φυσικές επιστήμες, στα προγράμματα σπουδών των διδασκόμενων τότε μαθημάτων στα σχολεία, να διδάσκονται στις ανώτερες τάξεις, επιδιώκοντας με αυτόν τον τρόπο την ποιοτική αναβάθμιση της παρεχόμενης προεπαναστατικής εκπαίδευσης. Δεν χωρά αμφιβολία πως οι επιστημονικές ανακαλύψεις που σήμερα έχουν φέρει τη Φυσική στο προσκήνιο του διαλόγου με τη Θεολογία, όπως λόγου χάριν η συζήτηση γύρω από τη Θεωρία της Σχετικότητας, για τον Βενιαμίν, αν ζούσε σήμερα, στο έργο του θα ήταν κι αυτή προσλήψιμη, υπό την προϋπόθεση, θέλω να πιστεύω, πως «Σχετικότητα σημαίνει αναφορικότητα (και όχι σχετικισμό, όπως ισχυρίζονται οι αδαείς)», (Μπέγζος. 1993: 98), γεγονός άλλωστε που αποτελεί σημείο διαλογικής συνάντησης της σύγχρονης Θεολογίας με τη μοντέρνα Φυσική. Για να προεκτείνω ακόμη περισσότερο τη διαλογική σχέση της σύγχρονης Θεολογίας με τη μοντέρνα Φυσική φέρνω ακόμη ένα παράδειγμα. Ο κορυφαίος επίσης φυσικός του 20 αιώνα Βέρνερ Χάιζενμπεργκ, με Νόμπελ Φυσικής κι αυτός το 1933, δεν διστάζει να επισημάνει το εξής: «αμφιβάλλω εάν θα μπορέσουν να επιβιώσουν για πολύν καιρό ακόμα ανθρώπινες κοινότητες με αυτόν τον αυστηρό διαχωρισμό ανάμεσα στη γνώση και στην πίστη», (Μπέγζος. 1998: 151). 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

Αμπατζή, Ι. Ε. (2017). Πανταχηκίνητον: Το μεταφυσικό θεμέλιον της κοσμολογίας και της γνωσιολογίας στα Στοιχεία Μεταφυσικής του Βενιαμίν Λεσβίου. Αθήνα: Ίδρυμα Ερεύνης και Εκδόσεων Νεοελληνικής Φιλοσοφίας. 
Αργυροπούλου, Δ. Ρ. (1994). Βενιαμίν Λέσβιος: Στοιχεία Μεταφυσικής. Εισαγωγή – Σχόλια – Κριτικό Υπόμνημα Ρωξάνη Αργυροπούλου. Αθήνα: Κέντρο Νεοελληνικής Ερευνών / Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. 
Αργυροπούλου, Δ. Ρ. (2003). Ο Βενιαμίν Λέσβιος και η ευρωπαϊκή σκέψη του 18ου αιώνα. Αθήνα: Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών. 
Βαφόπουλος, Γ. (1990). Άπαντα τα ποιητικά. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής. 
Βρεττάκος, Ν. (1999). Τα Ποιήματα, τ. Β΄. Αθήνα: Τρία Φύλλα. 
Γρόλιος, Γ. (2006). «Το Νέο Πρόγραμμα Σπουδών και η σύγχυση γύρω από τη διαθεματικότητα», στο: http://www.fa3.gr/arthra/21-%20Diathematiko-grolios2.htm (τελευταία ανάκτηση: 10 / 09 / 2018). 
Ζουμπουλάκης, Στ. (2017). Για το Σχολείο. Αθήνα: Πόλις. 
Καράς, Γ. (1993). Οι επιστήμες στην Τουρκοκρατία: Χειρόγραφα και έντυπα. Οι επιστήμες της Φυσικής, τ. Β΄. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. 
Καρούζος, Ν. (1995). Τα Ποιήματα (1961-1978), τ. Α΄. Αθήνα: Ίκαρος. 
Κονδύλης, Π. (1988). Ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός: Οι φιλοσοφικές ιδέες. Αθήνα: Θεμέλιο. 
Λέσβιος, Βενιαμίν. (1818). «Λόγος περί Παιδείας», στο: Ερμής ο Λόγιος. 8: 200-209. 
Λέσβιος, Βενιαμίν. (1818). Στοιχεία Αριθμητικής, τ. Α΄. Βιέννη. 
Λέσβιος, Βενιαμίν. (1820). Γεωμετρίας Ευκλείδου Στοιχεία. Βιέννη. 
Λέσβιος, Βενιαμίν. (1820). Στοιχεία Μεταφυσικής. Βιέννη. 
Ματσαγγούρας, Γ. H. (2002). Η διαθεματικότητα στη σχολική γνώση, Αθήνα: Γρηγόρη. 
Ματσαγγούρας, Γ. Η. (2008). Ομαδοσυνεργατική διδασκαλία και μάθηση. Αθήνα: Γρηγόρη. 
Ματσούκας, Α. Ν. (21990). Επιστήμη Φιλοσοφία και Θεολογία στην Εξαήμερο του Μ. Βασιλείου. Θεσσαλονίκη: Πουρναρά. 
Μπέγζος, Μ. (1993). Ανατολική Ηθική και Δυτική Τεχνική: Θέματα Φυσικής Θεολογίας και Θρησκείας, Αθήνα: Γρηγόρη. 
Μπέγζος, Μ. (1998). Νεοελληνική Φιλοσοφία της Θρησκείας: Θεολογία, Τεχνολογία και Ιδεολογία. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 
Πατρίκιος, Τ. (1998). Ποιήματα 1959-1978, τ. III. Αθήνα: Κέδρος. 
Σμυρναίος, Λ. Αντ. (2009). Λατρεία και νεύρωση στην Παιδαγωγική της Καινοτομίας: Σημειώσεις σε μια μετανεωτερική Φιλοσοφία της Παιδείας. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. 
Feynman, R. (1998). Το νόημα των πραγμάτων: Σκέψεις ενός πολίτη – επιστήμονα, μτφρ. Γιώργος Μπαρουξής. Αθήνα: Κάτοπτρο. 
Hobsbawm, E. (2004). Η εποχή των άκρων: Ο σύντομος εικοστός αιώνας 1914-1991, μτφρ. Βασίλης Καπετανγιάννης. Αθήνα: Θεμέλιο. 
Koestler, A. (1979). Οι Υπνοβάτες: Μια ιστορία της αλλαγής του κοσμικού οράματος του ανθρώπου. Πυθαγόρας – Κοπέρνικος – Κέπλερ – Γαλιλαίος – Νεύτωνας, μτφρ. Ιωάννα Χατζηνικολή. Αθήνα: Χατζηνικολή. 

[*] Εισήγηση στην Επιστημονική Ημερίδα που έγινε στο Πλωμάρι (Λέσχη Πλωμαρίου «Βενιαμίν ο Λέσβιος»· 15 Σεπτεμβρίου 2018) με θέμα: «Το επιστημονικό και φιλοσοφικό έργο του Βενιαμίν Λεσβίου και η διαχρονική του αξία».

Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018

Τί είναι τέλος πάντων ο ελληνικός λαός;

«Ανασκοπώντας τη διαδρομή ιδίως του Νέου Ελληνισμού στο πέρασμα των αιώνων, αισθανόμουν ολοένα και πιο επιτακτικά μέσα μου, την ευθύνη και το χρέος να μεταδώσω όχι μόνο τις συσσωρευμένες με κόπους γνώσεις μου, αλλά και κάτι πιο πέρα απ’ αυτές, κάτι σαν απόσταγμα από την πείρα του ιστορικού, που θα την περίμενε ασφαλώς κάθε Έλληνας πολίτης, κάτι από την απώτερη πρόθεσή μου να του φανώ χρήσιμος όχι μόνο στη θεωρητική του καθαυτή μόρφωση, αλλά και στην ίδια την πρακτική της ζωής του σε μια μεταβατική εποχή, στη μεταβιομηχανική, με τους πολλούς πειρασμούς της καταναλωτικής κοινωνίας, στην οποία δοκιμάζονται τόσο σκληρά οι ηθικές αξίες που επικρατούσαν ως τώρα, οι ανθρώπινες σχέσεις και ιδίως η συνοχή της οικογένειας· σε μια εποχή που σπρώχνει τους ανθρώπους, ιδίως τους νέους, στην απόλαυση όσο το δυνατόν περισσότερων υλικών αγαθών, αλλά και στην αποθησαύριση γνώσεων για τον ίδιο σκοπό, και συνήθως όχι και για την επιστημονική μαζί και ηθική τελείωσή τους. Πιστεύω λοιπόν, ότι η αυτογνωσία μας, η ελληνογνωσία, όπως την ονομάζω, ή η αποκρυπτογράφηση του κώδικα της συμπεριφοράς των Ελλήνων – γιατί γι’ αυτήν ουσιαστικά πρόκειται – θα μπορούσε να προσφέρει πολλά – με την εφαρμογή των πορισμάτων και διδαγμάτων της, σαν ένα εθνικό “γνώθι σ’ αυτόν” - στην καθημερινή ζωή. 
»Με εφόδια λοιπόν τα ιστορικά στοιχεία του παρελθόντος, που τα συγκρίνω και με το παρόν, κάνω μια προσπάθεια να δώσω κάποια απάντηση στο ερώτημα “τί είναι τέλος πάντων ο ελληνικός λαός;”, στο πιο καυτό πρόβλημα για όλους μας, μια προσπάθεια να ανατάμω ή καλύτερα να αναλύσω την ελληνική ψυχή στα γενικά της στοιχεία, όπως τα αποκαλύπτει η μελέτη ανθρώπινων πράξεων. Δεν είναι ανάγκη βέβαια να υπογραμμίσω τα οφέλη που θα προέκυπταν για όλους μας από τη μελέτη και τη συνειδητοποίηση των εθνικών μας χαρακτηριστικών, ιδίως αυτών που καθορίζουν σημαντικά τη συμπεριφορά μας και ρυθμίζουν την ίδια τη συμβίωσή μας»



ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ε. ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΣ. (1983). Ο χαρακτήρας των Ελλήνων: Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα. Έρευνα – Πορίσματα – Διδάγματα. Θεσσαλονίκη: σσ. 16-17.