Παρασκευή 5 Οκτωβρίου 2018

«H Αγια-Σοφιά έχει μπει στο αίμα μας αιώνες τώρα»

«Αφήνω λοιπόν αυτήν την σχεδόν μηχανική πατροπαράδοτη συνέχιση δεξιοτήτων για να σταθώ κυρίως στην επεξεργασία της νεοελληνικής ταυτότητας και σε ό,τι συνεπάγεται η διαχείριση του παρελθόντος και η συγκινησιακή σχέση με την ιστορική κληρονομιά. Ας αρχίσω λοιπόν από τη θέση που η Πόλη, η Κωνσταντινούπολη δηλαδή, και η Αγία Σοφία έχουν στην καρδιά του κάθε Έλληνα. Κι ας μη γνωρίζουν πολλοί τι ακριβώς συνέβη ανήμερα της Αγίας Θεοδώρας (γιορτάζεται στις 29 Μαΐου) του έτους 1453 και γιατί η Τρίτη θεωρείται ως τα τώρα ακόμη αποφράς
»Ορόσημο αξεπέραστο για τους Έλληνες αυτή η κατεξοχήν Πόλις (αυτό λέει και το τουρκοποιημένο όνομά της “Ισταμπούλ”, που δεν δίστασαν να εικονίσουν τα μοναστήρια της Μολδαβίας, το Humor, το Βερονέτς, συντροφιά με τις θείες εικόνες). Η αγιοποίηση αυτή της Κωνσταντινούπολης θυμίζει κάπως και το ότι ο Μακρυγιάννης, μεταξύ των πινάκων που παρήγγειλε στον Παναγιώτη Ζωγράφο σχετικά με τα γεγονότα της Επανάστασης του 1821, ζήτησε να συμπεριληφθεί και η πτώση της Κωνσταντινούπολης. Το πράγμα δείχνει, νομίζω, την χωροχρονική διάσταση της Κωνσταντινούπολης ως ιδέας και οράματος. Η Πόλις άλλωστε έθρεψε την Μεγάλη Ιδέα του Ελληνισμού, που ταλανίζει ως τα τώρα αδιόρθωτους ονειροπόλους και υπερφίαλους εθνικόφρονες
»Αναρωτιέμαι λοιπόν τι είναι αυτό που κάνει τον Ελύτη να γράψει (αντιγράφω): “Κάθε φορά που μπαίνω σε μια από τις μισογκρεμισμένες και μισοζωγραφισμένες εκείνες μικρές εκκλησιές […] μέσα στην ελληνική ύπαιθρο […] μου φαίνεται ότι έρχομαι σε άμεση, σε δερματική σχεδόν επαφή με το σόι μου, λες κι έχω απόδειξη ότι αυτό κρατάει ολόισα από το Βυζάντιο”. Τι κάνει τον Ίωνα Δραγούμη να πιστεύει ότι “η Αγια-Σοφιά έχει μπει στο αίμα μας αιώνες τώρα”, τον Καραγάτση να παρακαλεί να σμίξει η ελληνική ψυχή του σφιχτά με αυτήν την ύλη [μιλά κι αυτός για την Αγια-Σοφιά] την διαποτισμένη με δεκαπέντε αιώνων τραγικό μεγαλείο”, τον Ανδρέα Καρκαβίτσα να λέει “Έλληνες” τους αυτοκράτορες που πήγαιναν να λειτουργηθούν στην Αγια-Σοφιά (ο Έλλεν Κωνσταντίνος, όπως λέει και ο ποντιακός θρήνος για την άλωση της Πόλης); Τι κάνει, άραγε, τον Μαρκορά να ονομάζει την Κωνσταντινούπολη “γη του πόθου μας”, τι οδηγεί τον Ρίτσο να τραγουδά την Ρωμιοσύνη και τι δικαιώνει τον Σεφέρη που λέει “πανελλήνιο συναίσθημα” τον καημό ακριβώς της Ρωμιοσύνης, “καθισμένης, ψηφιδωτό στα πόδια της Παναγίας”; Πως άραγε έφτασε να τραγουδήσει η αντίσταση “Ακρίτας είτε αρματολός, πάντα είναι ο ίδιος ο λαός”; Αυτό που διαλάλησε στην Ακρόπολη ως και ο Malraux όταν έλεγε (μεταφράζω): “Το “όχι” του Προμηθέα και της Αντιγόνης είναι το ίδιο “όχι” που τραγουδήθηκε μέσα στην Άγια-Σοφιά και ειπώθηκε στις 28 του Οκτωβρίου του ’40”. Κι αυτά για να μην μιλήσω για τα μισοτηγανισμένα ψάρια στο Μπαλουκλί, τη μονή της Ζωοδόχου Πηγής, που περιμένουν την ώρα που θα ζωντανέψουν όταν ελευθερωθεί η Πόλη, ούτε για τον Μαρμαρωμένο Βασιλιά του Βιζυηνού που είδε με τα μάτια της η γιαγιά του κάθε Ελληνόπουλου»


ΕΛΕΝΗ ΓΛΥΚΑΤΖΗ – ΑΡΒΕΛΕΡ. (2016). Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο; Πόσο Βυζαντινοί είναι οι Νεοέλληνες; Αθήνα: Gutenberg, σσ. 39-41.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου