Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωπαϊκός Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ευρωπαϊκός Πολιτισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 12 Αυγούστου 2025

«… να ελπίζεις πέραν κάθε ελπίδας…»

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Διάβασα τη Σεροτονίνη του Μισέλ Ουελμπέκ, στον καιρό της πανδημίας, όταν ο φόβος και η απελπισία του Κορονοϊού είχε κυριαρχήσει σε μεγάλο μέρος της ανθρωπότητας εκτός, βέβαια, των αντιεμβολιαστών, των γνωστών ψεκασμένων. Προχθές, σε γραφικό ταβερνάκι, με ξαδέρφια που, λόγω δουλειάς, έχουν σχέση με την ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική, η συζήτηση ήρθε στη Σεροτονίνη του Ουελμπέκ και στη εξέγερση των Γάλλων αγροτών με τα «κίτρινα γιλέκα», κίνημα που, δυστυχώς, κι αυτό ηττήθηκε, όπως και πολλά άλλα στη σύγχρονη πολιτική και κοινωνική περιρρέουσα πραγματικότητα. 
Όμως, πέρα από την άριστη πλοκή της υπόθεσης του μυθιστορήματος για τις ευρωπαϊκές αγροτικές ποσοστώσεις, εκείνο που, εδώ, θέλω να επισημάνω είναι το εξής:  όσες κι όσοι έχουν διαβάσει τη Σεροτονίνη θα έχουν, πιστεύω, διαπιστώσει πως ο Ουελμπέκ, ως ένας σύγχρονος μηδενιστής συγγραφέας, αναζητά το Θεό με εξαιρετική λογοτεχνική μαστοριά: απελπισία, ελπίδα, αβεβαιότητα και αναζήτηση της πίστης συνυπάρχουν. Γράφει: 
«Δεν ήλπιζα τίποτα, συνειδητοποιούσα απόλυτα πως δεν είχα τίποτα να ελπίζω, η ανάλυσή μου για την κατάσταση μου φαινόταν πλήρης και βέβαιη. Υπάρχουν ορισμένες ζώνες του ανθρώπινου ψυχισμού που παραμένουν άγνωστες, επειδή έχουν εξερευνηθεί ελάχιστα, επειδή ευτυχώς είναι λίγοι εκείνοι που βρέθηκαν αναγκασμένοι να τις εξερευνήσουν, και όσοι το έκαναν δεν διατήρησαν κατά κανόνα αρκετά τα λογικά τους για να δώσουν μια αποδεκτή περιγραφή τους. Οι ζώνες αυτές δεν μπορούν να προσεγγιστούν παρά μόνο με τη χρήση παράδοξων, ακόμα και παράλογων διατυπώσεων, από τις οποίες η έκφραση να ελπίζεις πέραν κάθε ελπίδας είναι η μόνη που μου έρχεται στ’ αλήθεια κατά νου. Δεν είναι σαν τη νύχτα, είναι πολύ χειρότερα· και μολονότι προσωπικά δεν είχα την τύχη να ζήσω αυτή την εμπειρία, έχω την εντύπωση πως ακόμα κι όταν βυθίζεσαι στην αληθινή νύχτα, την πολική νύχτα, αυτή που κρατά έξι μήνες συνεχόμενα, παραμένει η έννοια ή η ανάμνηση του ήλιου. Εγώ είχα μπει σε μια νύχτα χωρίς τέλος, ωστόσο παρέμεινε βαθιά μέσα μου κάτι, που λιγότερο από ελπίδα, ας πούμε αβεβαιότητα. Θα μπορούσαμε εξίσου να πούμε πως ακόμα κι όταν κανείς έχει χάσει προσωπικά το παιχνίδι, όταν έχει παίξει το τελευταίο του χαρτί, παραμένει σε κάποιους –όχι σε όλους, όχι σε όλους- η ιδέα πως κάτι στον ουρανό θ’ αναλάβει ξανά δράση, θ’ αποφασίσει αυθαίρετα να κάνει μια νέα μοιρασιά, να ξαναρίξει τα ζάρια, και τούτο, ακόμα κι όταν δεν έχει νιώσει ποτέ κανείς, σε καμιά στιγμή της ζωής του, ούτε την παρέμβαση ούτε καν την παρουσία οποιασδήποτε θεότητας, ακόμα κι όταν έχει επίγνωση πως δεν αξίζει ιδιαιτέρως την παρέμβαση μιας ευμενούς θεότητας, ακόμα κι όταν αντιλαμβάνεται, βλέποντας τη συσσώρευση λαθών και αμαρτιών που αποτελεί τη ζωή του, πως το αξίζει λιγότερο απ’ τον καθένα».
Στη Σεροτονίνη ο Ουελμπέκ προχωρά ακόμα πιο πέρα από την αναζήτηση μιας οποιασδήποτε θεότητας. Καυτηριάζει τη μεταχριστιανική Ευρώπη και τον μεταμοντέρνο Ευρωπαίο άνθρωπο. Εξού και η χριστιανική ελπίδα και προσδοκία είναι πραγματική όσο ποτέ άλλοτε. Οι δύο τελευταίες σελίδες της Σεροτονίνης είναι άκρως αποκαλυπτικές. Ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος διερωτάται και απαντά ταυτόχρονα:
«υποκύψαμε σε ψευδαισθήσεις ατομικής ελευθερίας, ζωής με ανοιχτούς ορίζοντες, με απεριόριστες δυνατότητες; Μπορεί, ήταν στο πνεύμα της εποχής αυτές οι ιδέες· δεν τις τυποποιήσαμε, δεν μας άρεσε αυτό· αρκεστήκαμε να συμμορφωθούμε, να τις αφήσουμε να μας καταστρέψουν· και μετά, για πολύ, πολύ καιρό, να μας κάνουν να υποφέρουμε».
Ο Ουελμπέκ μας θυμίζει ότι το μεγάλο πεδίο αναζήτησης του Θεού διανοίγεται μπροστά μας όταν: 
«ο Θεός ασχολείται μαζί μας στην πραγματικότητα, μας σκέφτεται κάθε ώρα και στιγμή, και μας δίνει οδηγίες εξαιρετικά ακριβείς, μερικές φορές. Αυτά τα ξεσπάσματα αγάπης που φουσκώνουν στα στήθη μας μέχρι που μας κόβουν την ανάσα, αυτές οι στιγμές φώτισης, αυτές οι στιγμές έκστασης, οι ανεξήγητες βάσει της βιολογικής μας φύσης ως απλών πρωτευόντων, είναι εξόχως πρόδηλα σημάδια».
»Και καταλαβαίνω, σήμερα, την οπτική του Χριστού, την επανειλημμένη δυσαρέσκειά του μπροστά στην σκληρότητα των καρδιών: έχουν όλα τα σημάδια και δεν τα λαμβάνουν υπόψη. Πρέπει στ’ αλήθεια να δώσω τη ζωή μου κι από πάνω γι’ αυτούς τους βρομιάρηδες; Πρέπει στ’ αλήθεια να γίνω τόσο ξεκάθαρος; 
»Φαίνεται πως ναι»[*].

Κι άλλοτε έχω υποστηρίξει ότι, ο μυθιστορηματικός Ουελμπέκ είναι προφητικός, επίκαιρος αλλά και ιδιαίτερα οξύς στην κριτική του για ζητήματα που ταλανίζουν σήμερα τον ευρωπαϊκό πολιτισμό όπως, λόγου χάριν, τα ηθικά ζητήματα της καύσης των νεκρών και της ευθανασίας, στο εξαιρετικό μυθιστόρημά του Ο χάρτης και η επικράτεια, μτφρ. Λίνα Σιπηνάτου, εκδ. Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2010.

[*]Τα αποσπάσματα στις σελίδες 278 & 316. Η Σεροτονίνη, σε μετάφραση του Γιώργου Καράμπελα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της «Εστίας», Αθήνα 2019.

Τρίτη 30 Ιουλίου 2024

Κρύσταλλα πού δέν ραγίζουν

Τοῦ Μανώλη Κοττάκη

Πῶς ἡ Γαλλία ἀπαρνήθηκε τήν ταυτότητά της μέ τήν τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων

ΟΙ ΤΕΛΕΤΕΣ ἐνάρξεως τῶν μεγάλων διοργανώσεων, ἰδιαίτερα τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων, μέχρι τίς μέρες μας, ἔχουν ἕναν στόχο: νά ἀναδεικνύουν τήν ταυτότητα καί τόν πολιτισμό τοῦ ἔθνους πού τούς φιλοξενεῖ. Τήν συλλογική σκέψη του μέσα στούς αἰῶνες
Καί βεβαίως τήν ματιά του γιά τόν κόσμο, μέσα ἀπό τήν ταυτότητά του. Εἶναι στήν οὐσία ἕνα καλωσόρισμα. Ἡ τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τοῦ 2004 στήν Ἀθήνα συνιστᾶ ἀξεπέραστο πρότυπο. Ἡ Γιάννα Ἀγγελοπούλου καί ὁ Δημήτρης Παπαϊωάννου κατάφεραν μέσα σέ πολύ λίγο χρόνο, μέσα στόν φυσικό χῶρο ἑνός σταδίου, νά περάσουν στόν πλανήτη, σέ περίληψη, δύο-τρία, τό πολύ, σημαντικά μηνύματα γιά τό τί εἶναι ἡ Ἑλλάδα γιά τόν κόσμο, γιατί ξεκίνησαν οἱ ἀγῶνες ἀπό αὐτήν καί τί ἤθελε νά σηματοδοτήσει στόν πλανήτη τήν συγκεκριμένη στιγμή. Ἦταν μία μίνιμαλ τελετή χωρίς χάος ἀπό ἐναλλασσόμενες εἰκόνες πού δημιουργοῦν σύγχυση καί ἐξαφανίζουν τά μηνύματα. Εἰκόνες τίς ὁποῖες ἔχουν κρατήσει ἀκόμα καί σήμερα στήν σκέψη τους ἑκατομμύρια ἄνθρωποι πού ἔκτοτε ἐπισκέπτονται τακτικά τήν Ἑλλάδα. Γιά αὐτό πού εἶναι.
Ἡ Ἑλλάς δέν χρειάστηκε νά προκαλέσει γιά νά ἐντυπωσιάσει. Ἁπλῶς προσπάθησε νά σκεφτεῖ. Νά δείξει ὅτι ἡ ἀπήχησις καί ἡ ἀκτινοβολία τῶν Ἐθνῶν δέν συναρτᾶται μέ τήν ἰσχύ καί τό μέγεθος τῶν κρατῶν ἀλλά μέ τήν εὐρύτητα τῆς σκέψεως καί τῆς κληρονομιᾶς πού φέρουν. Ἀρκεῖ νά τήν ὑποστηρίζουν καί νά τήν ἀνανεώνουν! Ὑπό τό φῶς αὐτῶν τῶν δεδομένων περιμέναμε μέ πολύ μεγάλο ἐνδιαφέρον τήν τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τῶν Παρισίων τῆς ἀδελφῆς Γαλλίας, καθώς αὐτοί ἐπέστρεψαν γιά μία ἀκόμη φορά στήν Εὐρώπη, τήν μήτρα τοῦ δυτικοῦ πολιτισμοῦ. Ὅπου δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός εἶναι χωρίς ἀμφιβολία ὁ ἀρχαῖος ἑλληνικός πολιτισμός, ὁ ρωμαϊκός πολιτισμός καί ὁ χριστιανισμός. Καί βεβαίως ὁ διαφωτισμός. Ὁ διαφωτισμός, ὄχι ὁ ἀποφωτισμός.
Ἡ Γαλλία εἶναι ἡ εὐρωπαϊκή πρωτεύουσα τοῦ γούστου. Εἶναι ἡ χώρα μέ μία γλῶσσα ἀριστοκρατική, ἐπιβλητική, ὄμορφη πού ἀκούγεται στά αὐτιά μας, ἀκόμη καί αὐτῶν πού δέν τήν γνωρίζουν, σάν μουσική. Εἶναι ἡ χώρα πού ἔχει στό ἔδαφός της τήν Παναγία τῶν Παρισίων. Εἶναι ἡ χώρα τοῦ Διαφωτισμοῦ. Εἶναι ἡ χώρα τῶν Ἰδεῶν.
Τί πρωτότυπο ὅμως! Ἡ τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων μᾶς δημιούργησε τήν αἴσθηση, ὅτι τό Παρίσι ἁπλῶς παρέλαβε τήν σκυτάλη ἀπό τήν …Eurovision. Μᾶς ἐμπέδωσε τήν πεποίθηση, ὅτι εἶναι πλέον διεθνής γραμμή, οἱ χῶρες πού διοργανώνουν ἕνα μεγάλο γεγονός νά παραμελοῦν τήν ταυτότητά τους, τήν ἐθνική τους σκέψη, τήν γλῶσσά τους, αὐτά πού τίς ἔχουν κάνει ξεχωριστές μέσα στόν πλοῦτο τῶν ἐθνῶν στούς αἰῶνες καί νά ἐκπέμπουν ὡς «ταυτότητά» τους τήν ἀντίληψη συγκεκριμένων μειοψηφιῶν γιά πτυχές τῆς ζωῆς. Οὔτε κἄν γιά τήν ζωή ὁλόκληρη.
Τό ἐνδιαφέρον μάλιστα εἶναι ὅτι αὐτή ἡ διεθνής γραμμή γιά τόν ἐπαναπροσδιορισμό τῆς ταυτότητος τῶν Ἐθνῶν ὥστε νά μοιάζουν ὅλα μεταξύ τους, ἔχει πάντοτε ὡς στόχο τά ἐθνικά σύμβολα, ὅπως οἱ σημαῖες, καί τόν χριστιανισμό. Ἀπό τό πιό μικρό μέχρι τό πιό μεγάλο γεγονός, κάποιοι προσπαθοῦν νά τονώσουν τό αἴσθημα ἰσότητας ἤ καί ἀνωτερότητάς τους, ἀλλοιώνοντας τίς ταυτότητες τῶν ἄλλων. Τῶν πολλῶν ἄλλων. Ἑτεροπροσδιορίζονται ἀπό αὐτές. Πολύ φιλελεύθερο, ὁμολογουμένως!
Στό πρόσφατο φεστιβάλ κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ὁ θόρυβος ξέσπασε ἐπειδή μιά …καλλιτέχνις ἀλλοίωσε τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας καί τοῦ σταυροῦ σέ μιά ἀφίσα, γιά νά προκαλέσει βεβαίως, καί νά τήν φέρει στό μέτρο τῶν πεποιθήσεών της. Στήν πρόσφατη διοργάνωση τραγουδιοῦ τῆς Eurovision στήν Σκανδιναβία ἡ βαθμολογία τοῦ κοινοῦ ἀλλοιώθηκε ἀπό τήν βαθμολογία τῶν κρατικῶν ἐπιτροπῶν γιά νά κερδίσει τόν διαγωνισμό ἕνας κατά δήλωσή του non binary τοῦ τρίτου φύλου, ὁ Ἑλβετός Νέμο. Στήν τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τῶν Παρισίων βεβηλώθηκε ἡ εἰκόνα τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου γιά νά ἀναπαρασταθεῖ αὐτός ἀπό μιά δωδεκάδα ὁμοφυλοφίλων πού ἐμφανίστηκαν σέ ὅλον τόν πλανήτη ὡς οἱ μαθητές τοῦ Ἰησοῦ. Τόν δέ Χριστό ὑποκρίθηκε (προτιμώτερο ἀπό τό ρῆμα «ὑπεδύθη») μία ὑπέρβαρη νεαρά, χωρίς νά γνωρίζει τί σημαίνει γιά τόν χριστιανισμό τό μέτρο καί ἡ λιτότητα.
Εἶναι ξεκάθαρο λοιπόν ὅτι κάποιες ψευτοελίτ χρησιμοποιοῦν συστηματικά κάθε μεγάλο γεγονός μέ πλανητική ἐπίδραση γιά νά προωθοῦν τήν ἰσοπέδωση τῶν ἐθνῶν καί τήν ἀποθέωση τῆς ἀτομικότητας. Προσοχή ὄχι τοῦ ἀνθρωπισμοῦ, τῆς ἀτομικότητας, καί μάλιστα μέ βάση μόνο ἕνα ἰδιαίτερο χαρακτηριστικό της, τόν σεξουαλικό προσανατολισμό. Εἴδαμε στίς ὀθόνες μας μάλιστα, γιά νά καταλάβετε τί ἐννοῶ ὅταν λέω ὅτι οἱ Γάλλοι παρέλαβαν τήν σκυτάλη ἀπό τήν Eurovision, ἕως καί ἀπομιμήσεις τῆς Conchita, τοῦ δασύτριχου θηλυπρεποῦς πού πρίν ἀπό κάποια χρόνια κέρδισε τόν διαγωνισμό τραγουδιοῦ.
Στρατηγικός στόχος αὐτῆς τῆς γραμμῆς ἀπληστίας, βουλιμικότητας καί φιληδονίας εἶναι οἱ διαιρεμένες κοινωνίες. Οἱ πολωμένες κοινωνίες. Οἱ ἀκινητοποιημένες κοινωνίες. Οἱ κοινωνίες πού δέν μποροῦν νά πᾶνε οὔτε μπροστά οὔτε πίσω. Οἱ ἀποπνευματικοποιημένες κοινωνίες, πού δέν μποροῦν νά πάρουν ἀποφάσεις γιά νά μποροῦν νά τίς λαμβάνουν αὐτές ἀπό τά σκοτάδια οἱ γνωστοί ἄγνωστοι. Εἶναι ξεκάθαρο. Ἡ στρατηγική εἶναι ἐμφανής: ὄχι ἡ παραγωγή τοῦ καινούργιου, ἀλλά ἡ ἀποϊεροποίηση τοῦ παλαιοῦ. Ὄχι ἡ βάσανος τῆς σκέψεως γιά δημιουργία, ἀλλά ὁ θόρυβος διά τῆς προκλήσεως εἰς βάρος κεκτημένων ἀξιῶν. Οἱ ἄνθρωποι δέν χτίζουν πιά, γκρεμίζουν. Δέν δημιουργοῦν, ἀναιροῦν. Γι’ αὐτό ἄλλως τε καί ἡ Γαλλία βρίσκεται σήμερα στόν κατήφορο τῆς ἀκυβερνησίας.
Στήν δική μας τήν ἀντίληψη τῶν πραγμάτων λοιπόν, ἐκτός ἀπό τήν διαβολή κατά τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἀκόμα καί ἡ προσφυγή τῶν Γάλλων σέ στοιχεῖα τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ὅπως ὁ Διόνυσος, στήν τελετή ἐνάρξεως, ἔγινε κατά τρόπο πρόχειρο, ἀποσπασματικό, ἐρασιτεχνικό καί κυρίως μή ἔχοντας καμμία σχέση μέ τό νόημα τῶν ἀγώνων. Στήν δική μας τήν ἀντίληψη τῶν πραγμάτων λοιπόν ἡ Γαλλία τήν Παρασκευή τό βράδυ ἀπαρνήθηκε τόν τρόπο μέ τήν ὁποία τήν προσλαμβάνει ὁ πλανήτης ἐδῶ καί πάρα πολλά χρόνια. Ἀπαρνήθηκε τήν ταυτότητά της. Τήν γαλλικότητά της. Αὐτό πού τήν κάνει ξεχωριστή γιά νά τήν ἀγαπᾶμε.
Αὐτό βεβαίως δέν ἔπεσε ἀπό τόν οὐρανό. Δέν εἶναι τωρινό. Κτίζεται μεθοδικά καιρό τώρα, βῆμα-βῆμα! Ἡ Γαλλία υἱοθετεῖ ὡς ταυτότητα τήν ἄποψη τοῦ 20% πού ψήφισαν τόν Μακρόν στίς τελευταῖες ἐκλογές. Δέν εἶναι τωρινό τό φαινόμενο τῆς ἀπώλειας τῆς ταυτότητας. Τό βλέπει κανείς ἀπό τήν ἐθνική της ὁμάδα, ἡ ὁποία ἐλλείψει λευκῶν Γάλλων, ὅπως ὁ Πλατινί, πού μέ φινέτσα καί φαντασία ζωγράφιζαν στό τερραίν, προσπαθεῖ μόνο μέ τήν μυική δύναμη νά κερδίσει τίτλους. Τό διαπιστώνει κανείς μέ μιά βόλτα στό Παρίσι, ὅπου σέ συγκεκριμένους ἐμπορικούς δρόμους ἡ γαλλική γλῶσσα ἔχει ἀντικατασταθεῖ ἀπό τήν ἀραβική γλῶσσα τῶν νεοπλούσιων ψευτοελίτ πού τήν ἔχουν κατακλύσει. Τό διαβάζει στά μυθιστορήματα τοῦ συγγραφέα Μισέλ Γουέλμπεκ καί στά δοκίμια τοῦ Πασκάλ Μπρυκνέρ, οἱ ὁποῖοι δυσφοροῦν καί διαμαρτύρονται ἐδῶ καί πολύ καιρό μέ αὐτό πού παρουσιάστηκε ὡς γαλλική ταυτότητα στήν τελετή ἐνάρξεως τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων.
Τό διαπιστώνει ὅταν ὁ ὁμοφυλόφιλος Πρωθυπουργός Ἀτάλ πού διόρισε στήν θέση του ὁ «θηλυπρεπής» Μακρόν διορίζει ὁμοφυλόφιλο γιά ὑπουργό Ἐξωτερικῶν! Τόση ἀξιοκρατία.
Πρίν φτάσουμε στήν ἐπιχείρηση ἀποδόμησεως καί διασυρμοῦ τοῦ χριστιανισμοῦ προηγήθηκε ἡ οὐδετεροθρησκεία καί ἡ ἀποθέωσις τῆς ἡδονοθηρίας. Ἡ κατάργησις καί ἡ ἐξαφάνισις τῶν χριστιανικῶν συμβόλων ἀπό τήν δημόσια ζωή τῆς Γαλλίας. Ὅποιος ἀπορεῖ γιατί ὁ ριζοσπαστικός ἰσλαμικός ἐξτρεμισμός ὀργιάζει στό Παρίσι καί ὅποιος ψάχνει γιατί τόσο εὔκολα προσβάλλονται οἱ γαλλικοί σιδηρόδρομοι ἀπό σαμποτάζ, ἄς τό ἀναζητήσει, μεταξύ ἄλλων, ἐκτός ἀπό τήν παντελῆ ἀποδιοργάνωση τοῦ κράτους καί στήν ἀποβολή τῆς χριστιανικῆς ταυτότητας καί τῆς ἀδελφοσύνης τοῦ διαφωτισμοῦ ἀπό τήν νέα γαλλική ταυτότητα. Στήν δημιουργία τῆς ὁποίας μάλιστα πρωτοστάτησε –γιά νά εἴμαστε δίκαιοι τό 2005, πρίν ἀπό τόν Μακρόν καί ὁ Ζάκ Σιράκ, ὁ ὁποῖος ἀπαίτησε νά ἀπαλειφθεῖ ἀπό τό προοίμιο τοῦ εὐρωπαϊκοῦ Συντάγματος ὁ Χριστιανισμός. Μεγάλη καταστροφή γιά τήν Εὐρώπη τό κέντρο καί ἡ δεξιά τοῦ πολυπολιτισμοῦ! Γι’ αὐτό καί συρρικνώνεται.
Τήν εἰρήνη τοῦ Χριστιανισμοῦ ὅμως τήν ἀντικαθιστᾶ ὁ θυμός καί ἐνίοτε ἡ βία τοῦ μουσουλμανικοῦ φονταμεταλισμοῦ. Μιά βία, ἡ ὁποία ἀλλάζει τήν Εὐρώπη, ἀλλάζει τό Παρίσι τῆς εὐγένειας καί τό καθιστᾶ σέ βάθος χρόνου Δύση τῆς Ἀνατολῆς. Στίς δικαιολογημένες διαμαρτυρίες ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων γιά τήν προσβολή τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου ἀπό τίς ψευτοελίτ πού διόρισε ὁ Μακρόν γιά νά διοργανώσουν τήν τελετή μακριά ἀπό ἕνα ἀθλητικό στάδιο μέσα σέ ἕνα ποτάμι (διαστρέφοντας πλήρως τό νόημα τῶν Ἀγώνων ἡ συνέχεια τῶν ὁποίων θά δοκιμαστεῖ στό μέλλον λόγῳ ἀξιακοῦ διχασμοῦ), ἡ ἀπάντησις δέν μπορεῖ νά εἶναι ἡ ὀργή γιά τήν προσβολή. Ἡ ἀπάντησις δέν εἶναι νά συμπεριφερόμαστε ὅπως οἱ φανατικοί μουσουλμάνοι, ὅταν ἀνόητοι δυτικοί καῖνε τό Κοράνι καί σκιτσάρουν τόν Μωάμεθ. Ἡ ἀπάντηση τοῦ χριστιανισμοῦ εἶναι ἡ προσπέραση, ἡ ὑπομονή, στήν χειρότερη ἐκδοχή συναισθήματος, ἡ ἀπαξίωση καί ἡ περιφρόνηση.
Μόνο περιφρόνηση μπορεῖ νά νοιώσει κανείς γιά κάποιους, πού γιά νά ὑπογραμμίσουν τήν δική τους ταυτότητα, τήν ἀτομική ταυτότητα, δανείζονται καί διαστρέφουν μίαν ἄλλη, χωρίς νά ἔχουν μελετήσει τά ἱερά κείμενά της. Μόνο περιφρόνηση μπορεῖ νά νοιώσει κανείς γιά ὅσους προσπαθοῦν διαρκῶς ἀπό τήν πιό μικρή μέχρι τήν πιό μεγάλη διοργάνωση νά προκαλέσουν καί νά προσβάλλουν τήν συλλογική ταυτότητα τῶν ἄλλων, ἐδῶ καί 2024 χρόνια.
Στήν προκειμένη περίπτωση, τήν συλλογική ταυτότητα τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἑδραιωμένος στήν ἤπειρό μας. Μέ αὐτές τίς προκλήσεις στήν πραγματικότητα δείχνουν ποιόν σέβονται καί ποιόν φοβοῦνται, καί ἐπιχειροῦν μέ τούς αὐτοσχεδιασμούς τους νά τόν ἀκυρώσουν καί νά τόν ὑπερβοῦν. Μάταιος κόπος. Εἶναι δύσκολο νά προσβάλλεις τόν Χριστιανισμό. Γιατί αὐτός δέν εἶναι ἑδραιωμένος σέ εἰκόνες καί σέ πρόσκαιρες ἡδονές, ἀλλά ἐγκατεστημένος μέσα στίς ψυχές ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων. Μεταξύ αὐτῶν καί χιλιάδων ΛΟΑΤΚΙ πού δυσφοροῦν γιά τόν ἀντιθρησκευτικό προσανατολισμό τῆς κοινότητάς τους, πού προσβάλλει σύμβολα γιά νά προωθήσει τήν «συμπερίληψη» πού πολλές φορές δέν ὑπάρχει οὔτε μεταξύ τῶν ΛΟΑΤΚΙ.
Τήν πληρότητα αὐτῶν τῶν ἑκατομμυρίων εὐσεβῶν χριστιανικῶν ψυχῶν δέν μπορεῖς νά τίς νικήσεις στήνοντας ἕνα μπερντέ γιά νά ἀναπαραστήσεις μέ ἕνα μπουλούκι τόν Μυστικό Δεῖπνο. Στήν οὐσία λοιπόν ὅλοι αὐτοί οἱ καλλιτέχνες πού χρησιμοποιοῦν θρησκευτικά καί ἐθνικά σύμβολα γιά νά αὐτοπροσδιορισθοῦν ἔχουν τήν συγκατάβασή μας καί τήν κατανόησή μας. Τό κόμπλεξ τῆς κατωτερότητάς τους ἀπέναντι σέ αὐτά εἶναι τόσο ἰσχυρό, ὥστε δέν χρειάζονται περαιτέρω σχόλια. Πετροβολοῦν κρύσταλλα, πού δέν σπᾶνε. Πού δέν ραγίζουν. Πού δέν θρυμματίζονται.
Ὁ ἱστορικός τοῦ μέλλοντος θά καταγράψει αὐτήν τήν εἰκόνα τῶν Ὀλυμπιακῶν Ἀγώνων τῶν Παρισίων στό μέλλον ἁπλῶς ὡς μία στιγμή ἱλαρότητας καί γραφικότητας.

Τρίτη 4 Ιουνίου 2024

Ας μιλήσουμε για την Ευρώπη

Του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ


Δεν είναι πρωτόγνωρα τα φαινόμενα ιλαροτραγωδίας που συνοδεύουν και τις επικείμενες εκλογές, με τα ψηφοδέλτια για τα επίδοξα μέλη ενός πολιτικού σώματος χωρίς καμιά ουσιώδη αρμοδιότητα, όπως είναι το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η κωμική πρόσοψη, ωστόσο, δεν είναι ικανή να αποκρύψει την τραγική απόληξη που έχει κάθε ιλαροτραγωδία και δεν επιτρέπει τον ψυχωφελή αναχωρητισμό. Πιθανότατα, μάλιστα, αναχωρητισμός να είναι η ίδια η βαρύθυμη προσέλευση σε μια διαδικασία επιλογής αδιάφορης μπροστά στην άλλοτε ύπουλη και άλλοτε βάναυση κατάρρευση της Ευρώπης. Κατάρρευση η οποία δεν αντιμετωπίζεται με την επιλογή χρωμάτων της πρόσοψης ενός κτηρίου που είναι σήμερα άδειο κέλυφος, το κέλυφος της υποτέλειας και της παρακμής της γηραιάς ηπείρου.
Αν οι Βρυξέλλες και το Στρασβούργο αντικατοπτρίζουν σήμερα απλώς την αφάνεια των ευρωπαϊκών λαών, προς δόξαν μιας διαχειριστικής διακυβέρνησης που θυμάται την έννοια της κυριαρχίας μόνο για να απογυμνώνει τα έθνη αλλά όχι και για να απαιτεί μιαν ευρωπαϊκή ισχύ, ομολογώ πως δεν είναι εύκολο να βρει κανείς τον τρόπο να αντισταθεί σε μια εμπεδωμένη νοοτροπία προτεκτοράτου έναντι της αμερικανικής αυτοκρατορίας· νοοτροπία που θέλει την Ευρωπαϊκή Ένωση να υπάρχει μόνο για να κατανέμει δευτερεύουσες εξουσίες, να διανέμει κονδύλια και να απονέμει τιμές (εξαγοράζοντας όσους την αμφισβητούν ώστε να συντηρείται μια αυταπάτη ενότητας) ή να διοργανώνει κακόγουστα πάρτυ τα οποία απλώς επιβεβαιώνουν και την πνευματική υποτέλεια και την πολιτική παρακμή.
Διχασμένη επί της ουσίας, η Ευρώπη είναι εδώ και καιρό πεδίο άγονης αντιπαράθεσης μεταξύ μιας αλαζονικής δεξιάς και μιας εκφυλισμένης αριστεράς που ομονοούν όταν πρόκειται να επιτεθούν στα τελευταία οχυρά του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αφού επιδιώκουν αμφότερες να αντικαταστήσουν την ευρωπαϊκή ταυτότητα με τον παγκοσμιοποιημένο ηδονισμό. Απέναντι σε αυτή την επίθεση εξαπλώνονται κινήματα αντίστασης που όμως εγκλωβίζονται σε ψευδαισθήσεις επιστροφής στα έθνη- κράτη, με συνέπεια η Ευρώπη να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια σκακιέρα για τα αυτοκρατορικά συμφέροντα των δύο μεγάλων δυνάμεων του νέου πολυπολικού κόσμου, των ΗΠΑ και της Κίνας. Ο τρίτος δρόμος, η δέσμευση για μια ευρωπαϊκή ενοποίηση που δεν θα βασίζεται στον αγώνα ενάντια στις ταυτότητες και τις παραδόσεις, όπως κάνουν οι φιλελεύθεροι φεντεραλιστές αλλά στην συνύπαρξη και την σύνθεσή τους, φαίνεται ακόμη αδιάβατος.
Και στην Ελλάδα; Χρόνια τώρα συντελείται, εν μέσω εξάρσεων και υφέσεων, δοκιμασιών επώδυνων ή σιωπηρών, μια λειτουργία μοιραία και αναπόφευκτη. Πεθαίνει από βιολογική εξάντληση ο πολιτικός κόσμος του μεταπολέμου- όχι απλώς της μεταπολίτευσης. Χρειάστηκαν ογδόντα χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους για να έρθει το 1910 και η είσοδος νέων κοινωνικών δυνάμεων που υποσχέθηκαν μια ευφρόσυνη επέκταση. Χρειάστηκαν ογδόντα πάλι χρόνια από το 1945 (με τη νίκη που αποσόβησε τον εθνικό ακρωτηριασμό), ώστε να φτάσει στα φυσιολογικά της όρια μια ιδιόμορφη (ας την πούμε) αστική ηγεσία. Η μεταπολιτευτική αυταπάτη (μιας ισχυρής δημοκρατίας) κατέρρευσε με πάταγο το 2010 αλλά συνεχίζει να υπάρχει χάρη στον νόμο της αδρανείας και στην πολύτιμη βοήθεια που της «προσέφερε» η λαίλαπα των τάχα αντιμνημονιακών δυνάμεων της αριστεράς και της ακροδεξιάς που με την ανικανότητά τους επανέφεραν στην κυβερνητική ευθύνη, ακόμη πιο θλιβερούς, ακόμη πιο θρασείς, εκείνους που οδήγησαν στην χρεοκοπία. Όλα τα φαινόμενα της δημόσιας ζωής τα οποία πυργώνουν την λαϊκή αγανάκτηση, τώρα πλέον προκαλούν αίσθημα απόγνωσης και ασφυξίας, μια παραίτηση άνευ προηγουμένου. Σε τούτο το μελαγχολικό λυκόφως, δεν υπάρχει πλέον ούτε ένας ζωτικός σφαδασμός, ούτε βρόντος ή λυγμός, μονάχα ένα εορταστικό ξέσπασμα, όποτε βρεθεί η κατάλληλη αφορμή.
Στο περιβάλλον αυτό τι νόημα έχει η ψήφος για την Ευρώπη; Θα μπορούσαμε να θέσουμε ως όριο σε αυτή την απόφαση τον αγώνα να μην ευνοήσουμε έναν εχθρό έξω από την Ευρώπη για να επιλύσουμε τις εσωτερικές μας διαμάχες. Τι συμβαίνει όμως όταν αυτοί που θα έπρεπε να είναι οι εγγυητές της ευρωπαϊκής ενότητας, έχουν καταστεί οι εχθροί της; Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, η Ευρώπη σήμερα υπάρχει στον βαθμό που αμφισβητείται ο νομικός της μηχανισμός, στον βαθμό δηλαδή που λαοί, τάσεις, κόμματα πολεμούν την κοινή αποξένωση της οποίας αισθάνονται αντικείμενο. Συνεπώς, δεν πρέπει να λυπηθούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν θέλουμε όντως να σώσουμε την ευρωπαϊκή ιδέα. Δεν υπονοώ μιαν απόσχιση. Η απόσχιση από την Ε.Ε. δεν θα άλλαζε τίποτα στην αλληλεξάρτηση και τις κοινές προκλήσεις που οι χώρες της Ευρώπης αντιμετωπίζουν.
Δεν υπάρχει μια απλή και σίγουρη φόρμουλα για την αναγέννηση και την ευημερία της Ευρώπης. Μπορούμε όμως να τονώσουμε τις λίγες αχτίδες που φέγγουν μέσα στο σκοτάδι. Να αξιολογήσουμε σωστά τις δυνατότητές μας και να τις τεντώσουμε με θάρρος ως τα άκρα. Να αποδεχθούμε την μοίρα μας αλλά και να επιλέξουμε την συνειδητή στάση μας προ αυτής. Κι αυτή η επιλογή είναι η αντίσταση τόσο στην αμερικανική επιθυμία (που θέλοντας να αποτρέψει πάση θυσία την ανάδυση μιας Ευρώπης από τον Ατλαντικό μέχρι το Βλαδιβοστόκ, δεν διστάζει, υποτιμώντας τον κινεζικό κίνδυνο, να διχάσει οριστικά την ήπειρό μας για να οργανώσει έναν παγκόσμιο διπολισμό), όσο και στις υλιστικές ελίτ της Ρωσίας που στρέφονται στην Ασία και στην λογική των αυτοκρατοριών, συμμαχώντας ακόμη και με το Ισλάμ σε μια στρατηγική τρίτου πόλου μεταξύ Δύσης και Κίνας, ελπίζοντας στα αναδυόμενα έθνη που δεν σκοπεύουν πλέον να λυγίσουν στις δυτικές επιταγές. Δεν θα το πετύχουν ούτε οι δυτικές ελίτ ούτε η Ρωσία. Θα συνθλιβούν μαζί, γιατί μόνο μαζί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν μια πορεία ευημερίας και ανεξαρτησίας σε έναν πολυκεντρικό κόσμο που δύο αυτοκρατορίες, οι ΗΠΑ και η Κίνα, θα κατευθύνουν.
Η Ευρώπη κινδυνεύει σήμερα να γίνει και πάλι το πεδίο μάχης όπου επαναλαμβάνεται η αιώνια αντιπαράθεση, που κάποτε περιέγραψε ο Θουκυδίδης, μεταξύ της αναδυόμενης και της κυρίαρχης δύναμης. Κι όμως. Η μοίρα μας ως Ευρωπαίων δεν είναι να παραμείνουμε στο περιθώριο της ζωής, είτε στο ιστορικό προαύλιο είτε σ’ ένα φανατικό μίσος για το παρελθόν μας που μας εκθέτει στον θανατηφόρο μαύρο ήλιο του ανεξέλεγκτου μοντερνισμού. Αν είχαμε προσέξει περισσότερο την ετυμολογία της επανάστασης, θα ξέραμε ότι η λέξη σημαίνει επιστροφή σε ένα σημείο προέλευσης, ορίζει μια κυκλική κίνηση, μια εξέλιξη που επιστρέφει, μια αιώνια επιστροφή της άνοιξης. Το ζήτημα δεν είναι φυσικά να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο, σε ένα παρελθόν μουσειακό ή και θρυλικό, για να στήσουμε ξανά τις σκηνές μας εκεί, αλλά να αναβαπτιστούμε στους θησαυρούς της μακραίωνης μνήμης μας. Αλλά αυτό, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι μια προσωπική απόφαση που πάει πολύ πιο πέρα από την ψήφο της 9ης Ιουνίου.

Κυριακή 7 Απριλίου 2024

Ένα εξαιρετικό βιβλίο!


Ένα φάντασμα πλανιέται πάνω από την Ευρώπη: το φάντασμα της ιστορικής παρακμής. Κυριαρχεί ο φόβος ότι η ώρα της Ευρώπης πέρασε, ότι τα αθάνατα επιτεύγματα του ευρωπαϊκού πολιτισμού δεν μπορούν πια να επαναληφθούν κι ότι πρέπει να συμφιλιωθούμε με τη σκέψη πως σε παγκόσμιο επίπεδο η Ευρώπη θα έχει εφεξής ρόλο δευτεραγωνιστικό, ή και κομπάρσου.
Στη διάλεξη αυτή, ένα απ’ τα τελευταία κείμενα που δημοσίευσε πριν το θάνατό του, ο Τζωρτζ Στάινερ επιχειρεί να «γειώσει» τη συζήτηση για το μέλλον της Ευρώπης ― να τη μεταφέρει από τους αιθέρες των μεγάλων ιδεών στο έδαφος της βιωμένης πραγματικότητας.
Τι ορίζει την Ευρώπη; ρωτά ο Στάινερ. Και απαντά: το καφενείο, αυτή η νέα αρχαία αγορά που χωρά τον διανοούμενο και τον πολιτικό μαζί με τον εργάτη και τον άστεγο· το εξημερωμένο και αχόρταγα περπατημένο τοπίο· η διαρκής παρουσία του παρελθόντος στους δημόσιους χώρους ―στους δρόμους, στις πλατείες, στις γέφυρες― και η συνακόλουθη, συχνά ασφυκτική, κυριαρχία της μνήμης· η ριζικά αντιφατική και γι’ αυτό ανεξάντλητα γόνιμη πρωτοκαθεδρία δύο πνευματικών παραδόσεων, της ελληνικής και της εβραϊκής· τέλος, η ιστορικά μοναδική αίσθηση του πεπερασμένου των ανθρώπινων επιδιώξεων και η αναγνώριση της καταστατικής τραγικότητας της ανθρώπινης συνθήκης.
Αρκούν αυτά, αναρωτιέται ο Στάινερ, για να παραμείνει η Ευρώπη μια ιδέα που διεγείρει την ψυχή και τη φαντασία; Ή μήπως είναι καταδικασμένη «να κατοικήσει στο μεγάλο μουσείο περασμένων ονείρων που ονομάζουμε ιστορία»;
«Είναι ζωτικής σημασίας για την Ευρώπη να διατρανώσει ορισμένες εξάρσεις της ψυχής, τις οποίες ο εξαμερικανισμός του πλανήτη ―με όλα του τα πλούτη και όλη του την απλοχεριά― έχει ρίξει στο σκοτάδι, ορισμένα ιδανικά συνδεόμενα με τη σχόλη, την ιδιωτικότητα, τον αναρχικό ατομικισμό, τα οποία σχεδόν πνίγονται μέσα στην επιδεικτική κατανάλωση και την ομοιομορφία του αμερικανικού μοντέλου. Εμείς, τα συχνά κουρασμένα, διαιρεμένα, αποπροσανατολισμένα τέκνα της Αθήνας και της Ιερουσαλήμ, θα μπορούσαμε να επιστρέψουμε στην πίστη ότι τον "ανεξέταστο βίο" όντως δεν έχει αξία να τον ζήσουμε»· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].

ΣΧΟΛΙΟ: Το διάβασα απνευστί, εχθές βράδυ, ταξιδεύοντας από τη Μητέρα Θεσσαλονίκη προς τη Μυτιλήνη, ύστερα από τετραήμερη σχολική εκδρομή με την Α΄ Λυκείου, όπου μαζί με συναδέλφους και μαθητές/τριες, περάσαμε όμορφα και δημιουργικά, επισκεπτόμενοι την Βεργίνα και πολλά μνημεία της Μητέρας Θεσσαλονίκης. Αγόρασα το βιβλίο από το ιστορικό βιβλιοπωλείο Το Κεντρί, στην οδό Δημητρίου Γούναρη.

Πέμπτη 8 Φεβρουαρίου 2024

Τα Iδιωτικά Πανεπιστήμια Κερκόπορτα του Γουοκισμού

Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΤΣΙΒΑΚΟΥ


Η συζήτηση που αναπτύχθηκε γύρω από το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια έφερε και στην Ελλάδα έναν προβληματισμό, που έχει ήδη αναπτυχθεί στις δυτικοευρωπαϊκές χώρες, σχετικά με το κίνημα woke, ήτοι το κίνημα των «αφυπνισμένων». Πρόκειται για ιδεολογικό ρεύμα που βρήκε πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί στις ΗΠΑ και ιδίως στα τμήματα σπουδών φύλου ή φυλής, μετά την έκπτωση των δυτικο-ευρωπαϊκών αξιών και την εκτίναξη του μηδενισμού. Η αριστερή αμερικανική διανόηση, με επί κεφαλής το γυναικείο κίνημα, εξαρτημένη στο παρελθόν σε μεγάλο βαθμό από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, αφού αγκάλιασε και εν πολλοίς παραποίησε τον γαλλικό αποδομισμό και μεταδομισμό, βρήκε στις μέρες μας πρόσφορο έδαφος για να ανεξαρτητοποιηθεί από τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, στρεφόμενη προς τα ατομικά δικαιώματα των μειοψηφιών.
Σήμερα, στις ΗΠΑ, το κίνημα του γουοκισμού το έχει προσεταιριστεί το Δημοκρατικό Κόμμα ενώ το αντιμάχεται το Ρεπουμπλικανικό, με αποτέλεσμα το πρώτο να ανεμίζει τη σημαία της προόδου, μιλώντας για πολιτική ορθότητα και για υπεράσπιση των δικαιωμάτων όσων ατόμων έχουν επί αιώνες υποφέρει από την εξουσία του «λευκού άντρα», όπως αυτή έχει αποτυπωθεί σε κείμενα και έργα τέχνης που μας κληροδότησε ο αρχαίος ελληνικός και ρωμαϊκός πολιτισμός, η Αναγέννηση και ο Διαφωτισμός. Κάθε νόημα, κάθε έννοια, ακόμη και κάθε λέξη ή έργο τέχνης που ριζώνει σε αυτούς τους πολιτισμούς, γίνεται όχι μόνο σημείο αντιπαράθεσης, αλλά σημείο εκδίωξης και περιφρόνησης από τους υπερασπιστές του γουοκισμού. Ο «λευκός άντρας» είναι ο εχθρός και η αναφορά οποιουδήποτε διανοούμενου, καθηγητή ή καλλιτέχνη σε κάποιο μεγάλο στοχαστή που υπήρξε «λευκός άντρας» (π.χ., στον Αριστοτέλη, στον Κικέρωνα, στον Σαίξπηρ, στον Καντ, στον Δαρβίνο, και πάει λέγοντας), κινητοποιεί έντονες αντιδράσεις με κύριο σκοπό τη φίμωσή του. Το κίνημα των «αφυπνισμένων» θέτει σε κάθε αντιφρονούντα το σημάδι του αποσυνάγωγου, όπως παλιά ο ναζισμός έθετε το άστρο του Δαυίδ στους Εβραίους.
Ο γουοκισμός δεν σταματά εδώ. Από κίνημα εναντίον των κοινωνικών διακρίσεων έγινε κίνημα εναντίον κάθε διαφοράς, και ιδίως των βιολογικών διαφορών. Δεν υπάρχει φύλο, δεν υπάρχουν βιολογικά φαινόμενα, δεν υπάρχει άρρεν και θήλυ, αφού όλα είναι πολιτισμικές κατασκευές. Υπό το πρόσχημα της καταργήσεως των διακρίσεων, έφθασε στην κατάργηση των διαφορών, ακόμη και των βιολογικών, εξ ου και η νομιμοποίηση της παρένθετης κύησης όχι μόνο για ιατρικούς λόγους. Ο ολοκληρωτισμός του λέγειν και πράττειν του γουοκισμού προσελκύει μέρος της νεολαίας της Δύσης, το οποίο, ελλείψει άλλων ιδανικών, σπεύδει να καταγγείλει με βιαιότητα κάθε πολιτισμική δημοκρατική κατάκτηση που θέσπισε την ελευθερία του δυτικού «λευκού άντρα» εις βάρος όσων απέκλιναν βιολογικά, ενώ αφήνει στο απυρόβλητο της κριτικής του τη διαφορά καπιταλιστή-εργαζομένου, εξ ου και ο εναγκαλισμός του γουοκισμού από τις μεγάλες εταιρείες του διαδικτύου.
Αυτή η όψη της σύγχρονης, «προοδευτικής», αμερικανικής κουλτούρας, του γουοκισμού, έχει ήδη εισχωρήσει στην Ευρώπη, βρίσκοντας οπαδούς σε πανεπιστήμια αλλά και σε πολλούς εθελοντικούς οργανισμούς. Στον τόπο μας, με αφορμή το σχέδιο νόμου για τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια, ο γουοκισμός εισάγεται δια της πλαγίας οδού στην ελληνική κοινωνία, γεγονός που οδήγησε αρκετούς διαμορφωτές της κοινής γνώμης –δημοσιογράφους και δημόσιους διανοούμενους– να το επισημάνουν, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για την αλλοίωση του ελληνικού πολιτισμού.
Εκείνο όμως που νομίζω ότι διέφυγε της προσοχής μας είναι πως και στο νομοσχέδιο για τα μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια ελλοχεύει ο κίνδυνος του γουοκισμού. Ένας κίνδυνος πιο ήπιος, λιγότερο οξύς, γι’ αυτό και πιο ύπουλος, ο οποίος ωστόσο θα πρέπει να επισημανθεί. Οι υπερασπιστές αλλά και οι επικριτές του σχετικού νομοσχεδίου, καίτοι αυτό δεν έχει ακόμη δει το φως της δημοσιότητας, αναφέρονται στα πλεονεκτήματα ή στα μειονεκτήματά του εστιάζοντας την προσοχή τους σε ζητήματα οικονομικής φύσεως (είτε εξοικονόμησης πόρων είτε υποτιμήσεως των πτυχίων του δημοσίου πανεπιστημίου στην αγορά εργασίας), χωρίς να λάβουν υπόψη τους πως ένα πανεπιστήμιο είναι όχι μόνο φορέας γνώσης αλλά και φορέας πολιτισμού∙ πως οδηγεί τους φοιτητές του στη διαμόρφωση ενός νοήματος, συναφούς βεβαίως με την επιστήμη που σπουδάζουν, αλλά και με το γενικότερο ιδεολογικό πλαίσιο του πανεπιστημίου.
Στην Ελλάδα, αυτό το ιδεολογικό ακαδημαϊκό πλαίσιο διαμορφώνεται εν μέρει από το καθηγητικό προσωπικό και εν πολλοίς από τις κομματικές επιλογές είτε των φοιτητών είτε των καθηγητών∙ με λίγα λόγια, συμπίπτει με το αντίστοιχο της ελληνικής κοινωνίας. Τα αμερικανικά όμως πανεπιστήμια, στα οποία κυρίως αποβλέπει το νομοσχέδιο, δεν διοικούνται με τον τρόπο των ελληνικών. Δεν διοικούνται δηλαδή από τη σύγκλητο και την πρυτανεία, αλλά από διοικητικά συμβούλια τα οποία διαχειρίζονται είτε μεγάλα κληροδοτήματα και χρηματικά κεφάλαια από υψηλά δίδακτρα, είτε πόρους τους οποίους τους χορηγεί η πολιτεία στην οποία ανήκουν. Καθότι, δε, η αίγλη του πανεπιστημίου και το συνολικό ποσόν των διδάκτρων εξαρτάται από την φήμη του πανεπιστημίου –φήμη οικοδομημένη από την μακρόχρονη παράδοσή του σε σπουδές και έρευνα υψηλού επιπέδου–, ισχύει γι’ αυτά η εσωτερική αξιολόγηση διδασκόντων και ερευνητών, ώστε να διασφαλίζεται η υψηλή στάθμη σπουδών. Η αξιολόγηση είναι όχι μόνο ποιοτική αλλά και ποσοτική, πόσους δηλαδή φοιτητές απορροφά ένα τμήμα ως αποτέλεσμα της διδασκαλίας και έρευνάς του. Κατά συνέπεια, η συνεργασία των ελληνικών πανεπιστημίων μαζί τους, ακόμη και υπό τον έλεγχο της ελληνικής πολιτείας, μπορεί να προοιωνίζει άνοδο του επιπέδου σπουδών και ιδίως έρευνας στα δημόσια πανεπιστήμια της ημεδαπής, όμως το είδος της έρευνας και της διδασκαλίας θα έχει υπαγορευθεί εν πολλοίς από τα ξένα ιδρύματα, τα συμφέροντά τους και την κουλτούρα που αυτά προτιμούν∙ και αυτή η κουλτούρα, σήμερα, διαπνέεται από τη λογική του γουοκισμού.
Είναι αλήθεια πως στα τμήματα τουλάχιστον των ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών των αμερικανικών πανεπιστημίων, το κίνημα του γουοκισμού έχει καταφέρει να διεισδύσει, με αποτέλεσμα να προωθούνται οι καθηγητές, ερευνητές και υποψήφιοι διδάκτορες που συντάσσουν εργασίες αποδεκτές από το εν λόγω κίνημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, το οποίο το 2021, υπό την πίεση των γουοκιστών, κατήργησε τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών και των λατινικών στις κλασικές σπουδές διότι αυτές «συνδέονται άρρηκτα με τη λευκή υπεροχή».
Το παράδειγμα του Πρίνστον είναι ενδεικτικό. Πρόκειται για ένα από τα αρχαιότερα και εγκυρότερα πανεπιστήμια των ΗΠΑ, που ανήκει στο Άιβυ Ληγκ, και μαζί με το Χάρβαρντ και το Γέηλ σχηματίζει το λεγόμενο «Big Three» των πανεπιστημίων των ΗΠΑ. Διοικείται από συμβούλιο διαχειριστών καταπιστευμάτων και δωρεών που υπερβαίνουν τα 37,7 δισεκατομμύρια δολάρια. Σύμφωνα με ετήσια έρευνα του περιοδικού Princeton Review, το πανεπιστήμιο του Πρίνστον από το 2005 βραβεύεται συνεχώς για το ότι διαθέτει την πιο ενεργή πολιτικά φοιτητική κοινότητα στις ΗΠΑ (βλ. σχετικά, https://awolau.org/4511/print/politics/is-au-woke). Ακριβώς η ιδιότητά του ως ακαδημαϊκού ιδρύματος που τοποθετείται θετικά ως προς τον φοιτητικό ακτιβισμό, το έκανε να υιοθετήσει τη λογική των «αφυπνισμένων» που ενστερνίζεται η φοιτητική του κοινότητα και να υποβιβάσει ουσιαστικά το τμήμα των κλασικών σπουδών του, θεωρούμενο μέχρι πρότινος από τα πιο έγκυρα παγκοσμίως. Δεν θα έπρεπε συνεπώς να θεωρείται αβάσιμος ο συλλογισμός ότι η διοίκηση του Πρίνστον, σε πιθανή συνεργασία της με κάποιο από τα ελληνικά ακαδημαϊκά ιδρύματα, θα θεωρούσε θετικό να μπολιάσει τον φοιτητικό ακτιβισμό των εδώ φοιτητών του με τις αποδεκτές από αυτό ιδέες του γουοκισμού.
Ορισμένοι, παραβλέποντας την ορμητική είσοδο του γουοκισμού σε χώρες όπως η Γαλλία[*], δυσπιστούν ως προς την ικανότητά του να στερεωθεί στην Ευρώπη για λόγους σχετιζομένους με το διαφορετικό πολιτειακό καθεστώς των δύο Ηπείρων. Η ΗΠΑ, ισχυρίζονται, είναι υπόδειγμα κοινοτιστικής κοινωνίας, γι’ αυτό και άνθησαν και ανθούν σε αυτήν κοινότητες όχι παραγωγής, αλλά κυρίως ιδεολογίας και κοινών συμφερόντων, συνασπισμένες γύρω από ένα κύριο χαρακτηριστικό που τους προσδίδει ταυτότητα, όπως της κοινής καταγωγής, της φυλής και του φύλου, εξ ου και η άνθιση του γουοκισμού με τη βοήθεια της ακαδημαϊκής κοινότητας. Αντίθετα, οι δυτικοευρωπαϊκές κοινωνίες, παρά την είσοδο μεταναστών, εξακολουθούν να ορίζονται από ομοιογενή πληθυσμό και να διοικούνται από το κοινοβουλευτικό καθεστώς του ενιαίου κράτους-έθνους. Ως εκ τούτου, η εισαγωγή ιδεολογικών κοινοτιστικών μοντέλων, προσκείμενων στον δικαιωματισμό για την οργάνωση της ζωής και της συλλογικής συνείδησης, είναι μάλλον σίγουρo πως θα συναντήσουν αντίσταση.
Ωστόσο, η υπόθεση της αντίστασης απέναντι στην διείσδυση του γουοκισμού, τουλάχιστον για τη χώρα μας, είναι δύσκολο να υποστηριχθεί, καθώς τα ελληνικά πανεπιστήμια (με ελάχιστες εξαιρέσεις) και τα πολιτικά κόμματα, απομακρυσμένα ήδη από προβληματισμούς σχετικούς με τον ελληνικό πολιτισμό, είναι αμφίβολο αν θα μπορέσουν να συλλάβουν εγκαίρως, πριν το κακό εδραιωθεί, τη βλάβη που θα επέλθει στην ελληνική σκέψη και κουλτούρα. Η μεν αριστερά θα γοητευθεί από ένα κίνημα «αντί» που της χρειάζεται για να εξακολουθήσει να αρθρώνει λόγο κριτικό απέναντι στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, τα δε φιλελεύθερα κόμματα θα διστάσουν να του εναντιωθούν από φόβο μη χαρακτηριστούν ως ακροδεξιά, ή από τη γνωστή τους δειλία να αμφισβητήσουν ιδεολογήματα του δυτικού πολιτισμού. Επί πλέον, η ελληνική κοινωνία, με το να έχει ήδη μειωμένα αντανακλαστικά σε ζητήματα πολιτισμού, είναι δύσκολο να κινητοποιηθεί, εκτός κι αν, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν σε στιγμές εθνικής έξαρσης, κατανοήσει τη ρήξη που της επιφυλάσσει ο γουοκισμός με το ένδοξο παρελθόν της.
Συμπερασματικά, οι εξεγερμένοι φοιτητές θα πρέπει να καταλάβουν πως δεν αρκεί να αντιμετωπίζουν κάθε αλλαγή υπό διαχειριστικό-οικονομικό πρίσμα, αλλά και υπό πρίσμα πολιτισμικό. Δεν κινδυνεύουν τα πτυχία του δημοσίου πανεπιστημίου από την εγκατάσταση ξένων, μη κρατικών πανεπιστημιακών μονάδων, άξιων να θεραπεύουν την επιστήμη και την έρευνα. Κινδυνεύει το πνεύμα της ελληνικής νεολαίας να αλωθεί από την ιδεολογία του γουοκισμού. Χρησιμοποιώντας τα ξενόφερτα πανεπιστήμια ως δούρειο ίππο, ο τελευταίος, περιβεβλημένος με τη λεοντή ενός σύγχρονου πολιτισμικού ρεύματος, απαξιώνοντας την ελληνική γραμματεία και την ιστορική μνήμη, θα θέσει σε τροχιά εξαφάνισης στην ίδια του την κοιτίδα τον αιμορραγούντα ήδη ελληνικό πολιτισμό. Με όπλο την εξισωτική λογική και το ανορθολογικό μένος που τον κυβερνά, θα οδηγήσει το ελληνικό υποκείμενο σ’ έναν κόσμο όπου τα ανθρωπολογικά όρια μεταξύ καλού και κακού θα είναι πλήρως ακυρωμένα και μαζί με αυτήν την ακύρωση θα έχει αντικατασταθεί κάθε προσμονή για ένα ευ ζην που θα αρδεύεται από το ελληνικό ήθος για το αγαθό και το αμάρτημα, για το δίκαιο και το άδικο, το ωραίο και το άσχημο.
Το νομοσχέδιο θα πρέπει να εμπεριέχει όρους που να προκαταλαμβάνουν μια τέτοιαν εξέλιξη και αυτό θα ήταν ένα αίτημα υψηλής ηθικής ευθύνης του φοιτητικού κινήματος.

[*]Βεβαίως οι διανοούμενοι της Γαλλίας έχουν άλλη άποψη, γι’ αυτό εκτός των άρθρων που δημοσιεύονται στον γαλλικό Τύπο, έχουν εγκύψει με επιστημονική εμβρίθεια στη μελέτη του φαινομένου woke. Βλ. «Γουοκισμός»: Ο Νέος Ολοκληρωτισμός, της N. Heinich, μετάφραση Χριστίνα Σταματοπούλου, Αθήνα: Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2023.

Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2023

Νίκος Καζαντζάκης και Ευρώπη



Σκίτσο της Ελένης Λαμπρίδη, μαθήτριας της Α΄ Λυκείου στο Πρότυπο ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου.

Με αφορμή την Επιστημονική Ημερίδα, που θα γίνει το Σάββατο 11 Μαρτίου 2023, με θέμα: «Ο Ευρωπαίος Νίκος Καζαντζάκης μέσα από τις μεταφράσεις των έργων του», την οποία διοργανώνει το Πρότυπο ΓΕ.Λ. Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου, στο πλαίσιο της συμμετοχής του στο Δίκτυο EPAS Σχολεία Πρεσβευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Υπό την Αιγίδα της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου.
Θα μιλήσουν:
  • Νίκη Σταύρου· Κάτοχος Πνευματικών Δικαιωμάτων των έργων του Νίκου Καζαντζάκη.
  • Θεόδωρος Γραμματάς· Καθηγητής Θεατρολογίας. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης ΕΚΠΑ
  • Αφροδίτη Αθανασοπούλου· Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας. Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών. Φιλοσοφική Σχολή. Πανεπιστήμιο Κύπρου.
  • Παντελής Κογιάμης· Μουσικός. Διευθυντής Ορχήστρας Βιέννης.
  • Απόστολος Πούλιος· Δρ Γλωσσολογίας ΕΚΠΑ
Το πρόγραμμα της Επιστημονικής Ημερίδας θα ανακοινωθεί τις επόμενες ημέρες.

Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Ο Χριστιανισμός βρίσκεται στην καρδιά του Δυτικού πολιτισμού

«Εμπρός σ’ αυτή τη βαθιά θρησκευτική ταπεινοφροσύνη, η Δύση δίνει την εντύπωση ότι έχει ξεχάσει τις χριστιανικές καταβολές της. Αυτό όμως αντί να το αποδίδουμε σε ένα υποτιθέμενο ρήγμα, που δήθεν δημιούργησε ο ορθολογισμός ανάμεσα στη θρησκεία και την πνευματική εξέλιξη, θα είμαστε οπωσδήποτε πιο κοντά στην πραγματικότητα αν το δούμε ως συνύπαρξη επιστήμης και θρησκείας μέσα σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία ή, ακόμη καλύτερα ως πολλαπλούς διαλόγους ανάμεσα στις δύο, άλλους δραματικούς κι άλλους γεμάτους εμπιστοσύνη, που δεν διακόπηκαν ποτέ, παρά τα φαινόμενα. Είναι βέβαιο πως ο χριστιανισμός αποτελεί θεμελιώδη πραγματικότητα της δυτικής ζωής, η οποία σημαδεύει, χωρίς πάντα να το ξέρουν ή να το αναγνωρίζουν, ακόμη και τους άθεους. Οι ηθικοί κανόνες, η στάση εμπρός στη ζωή και το θάνατο, η αντίληψη της εργασίας, η αξία της προσπάθειας, ο ρόλος της γυναίκας και του παιδιού, όλα αυτά είναι συμπεριφορές που φαίνεται να μην έχουν πια καμία σχέση με το χριστιανικό αίσθημα, κι όμως όλα από αυτό απορρέουν. 
[…] Ο δυτικός χριστιανισμός υπήρξε και εξακολουθεί να είναι η κύρια συνιστώσα της ευρωπαϊκής σκέψης, ακόμη και της ορθολογιστικής, που διαμορφώθηκε για να τον αντιπαλέψει, χωρίς όμως να έχει άλλη αφετηρία από τον ίδιο. Σ’ όλη την ιστορία της Δύσης, ο χριστιανισμός βρίσκεται στην καρδιά αυτού του πολιτισμού, τον οποίο ζωογονεί ακόμη και όταν αφήνεται να παρασυρθεί ή να αλλοιωθεί από αυτόν, και τον οποίο αγκαλιάζει ακόμη κι όταν εκείνος πασχίζει να του ξεφύγει. Γιατί όταν στρέφεις τη σκέψη ενάντια σε κάποιον, εξακολουθείς να βρίσκεσαι στη δική του τροχιά. Ο Ευρωπαίος, ακόμη και άθεος, δεν παύει να είναι δέσμιος μιας ηθικής, δέσμιος διαφόρων ψυχικών επιταγών που ορίζουν τη συμπεριφορά του, και είναι βαθιά ριζωμένες στη χριστιανική παράδοση»


F. BRAUDEL, (2009), Γραμματική των Πολιτισμών, μτφρ. Α. Αλεξάκη Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σσ. 78, 457-458.