Δευτέρα 29 Απριλίου 2019

Το «σκάνδαλο» της Ανάστασης του Χριστού: Οι θεολογικές συντεταγμένες

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Ολάκερη η βιβλική και πατερική θεολογία τονίζει ό,τι ο άνθρωπος πραγματώνει την ύπαρξή του στο μέτρο που υψώνεται στον Αναστάντα Χριστό. Το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού, με τρόπο απλό, είναι απερινόητο μυστήριο, παράτολμο εγχείρημα να κατανοηθεί με τη γλώσσα της διανόησης. Υπ’ αυτό το πρίσμα, είναι αδύνατο να βεβαιωθεί ο ευαγγελισμός της εκκλησιαστικής πίστης σε γεγονότα κάτω από το φως της λογικής και του ορθολογισμού. Αλλά κι αν ετούτο αποτολμήσει κανείς, θα σκοντάψει στους μηχανισμούς που θέλουν την πίστη στην Ανάσταση εγκλωβισμένη σε ηθικιστική διδασκαλία, «ατομική κατοχύρωση της υπάρξεως», «αποδοχή κάποιας μεταφυσικής διδασκαλίας»
Μια από τις στιγμές όπου η δόξα του Χριστού έγινε ιδιαίτερα αισθητή, ήταν η Ανάστασή του: ο κενός τάφος έσπασε τις πύλες του θανάτου πιεζόμενος από τη θεία ζωή, αποθέτοντας στο περιθώριο τη θνητότητα της ανθρώπινης φύσεως, (Ware. 1999: 357). Έτσι, ο Χριστός έθραυσε το θάνατο την τρίτη ημέρα μετά την ταφή του. Το γεγονός αυτό, από τη βιβλική και τη μετέπειτα εκκλησιαστική γραμματεία υποδηλώνεται έμμεσα. Φαίνεται, ίσως, παράξενο ότι κανένας από τους Ευαγγελιστές δεν αναφέρει την Ανάσταση με συγκεκριμένο τρόπο, πως δηλαδή έγινε. Αρκούνται μόνο σε πληροφορίες που δεν προϋποθέτουν καμιά λογική ερμηνεία και κατοχύρωση αυτής: «άγγελος Κυρίου καταβάς εξ ουρανού προσελθών απεκύλισε τον λίθον», (Ματθ. 28, 2), κενό μνημείο, οθόνια της ταφής πάνω στον τάφο, (Γιανναράς. 1996: 172). Πέρα όμως από τούτα τα «τεκμήρια», στην εμπειρία και βεβαιότητα της Εκκλησίας, η Ανάσταση του Χριστού βρίσκει την άμεση μαρτυρία της στις αμέσως μετά από αυτή σωματικές εμφανίσεις του και αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει καμία απομύθευσή της. Απεναντίας, αυτές τοποθετούνται στο πλαίσιο της εμπέδωσης της πίστης στο γεγονός ό,τι η Ανάσταση δεν σημαίνει επιστροφή του Χριστού στον κόσμο, αλλά είσοδος σε μια νέα μορφή ζωής που δεν επιδέχεται το θάνατο, (Πατρώνος. 1997: 522). Γι’ αυτό και ο αναστάσιμος ύμνος «θανάτω θάνατω πατήσας». Γι’ αυτό και στην πατερική γλώσσα ο Χριστός ονομάζεται νέος Αδάμ, αναπλάσει τον παλαιό, αναδημιουργεί τον καινούργιο κόσμο, ανακαινίζει τα πάντα και δεν απατάται, «αλλ’ απατά τον απατεώνα», κατά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά. Γι’ αυτό και η επίγνωση της βιωματικής μετοχής μας σ’ αυτή, πάνω απ’ όλα είναι κατόρθωμα προσωπικής ελευθερίας. Γι’ αυτό και η Ανάσταση της μακαρίας σαρκός του υποδηλώνει την απελευθέρωση της ανθρώπινης φύσης από τη φθορά και το θάνατο. Γι’ αυτό και ο Χριστός δεν εμφανίστηκε μόνο στους μαθητές και αποστόλους του, αλλά και στη μικρή κοινότητα των πιστών του, με «σώμα αθάνατον», κατά τον άγιο Νικόλαο Καβάσιλα, (Νέλλας. 2000: 124), σώμα ελεύθερο από κάθε περιορισμό και κάθε βιολογική ανάγκη της ανθρώπινης φύσης, αλλά υποστασιαζόμενο σε «πραγματική ύπαρξη χάρη στην προσωπική σχέση με το Θεό», που αυτή και μόνη το συνιστούσε και το ζωοποιούσε, (Γιανναράς. 1996: 175). Αξιοσημείωτες είναι εδώ δύο οριοθετήσεις, τις οποίες ο Γιόζεφ Ράτζιγκερ, Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄, τις θεωρεί απαραίτητες για την κατανόηση του γεγονότος της Ανάστασης. Η πρώτη, θέλει τον Αναστάντα Ιησού να «ζει καινοπρεπώς σε κοινωνία με το Θεό έχοντας ξεφύγει από το θάνατο». Και η δεύτερη, θέλει τις συναντήσεις του με το κύκλο των μαθητών του να είναι «συναντήσεις με τον ζώντα ο οποίος έχει σώμα με καινούργιο τρόπο» και να παραμένει σωματικός, (Ράτζιγκερ. 2012: 260-261). 
Η Ανάσταση του Χριστού υπήρξε η αποκορύφωση του αποστολικού κηρύγματος. Ο απόστολος Παύλος σε μια κοινή γραμμή με τους μαθητές του Χριστού, θεωρεί ό,τι το κήρυγμά του περί Ανάστασης δεν είναι μια προσωπική αντίληψη και διδασκαλία, (Α΄ Κορ. 15, 1-11), αλλά ότι αυτός «παρέλαβε» από αυτούς, θέλοντας με αυτόν τον τρόπο να τονίσει ό,τι η πίστη σ’ αυτή είναι μέγιστο γεγονός για την ανθρώπινη ιστορία, με σωτηριολογικές και εσχατολογικές προεκτάσεις, (Πατρώνος, 1997: 528-530). Υπ’ αυτές τις προϋποθέσεις η Ανάσταση του Χριστού ως ανάμνηση, ξεφεύγει από το επίχρισμα μόνο μιας μεγάλης γιορτής της χριστιανοσύνης και γίνεται κυριακό σώμα, και για κάθε πιστό αποτελεί στο έξης καινή πνευματική ζωή, με σκοπό τη σωτηρία του. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ 

ΣΑΒΒΑΣ ΑΓΟΥΡΙΔΗΣ. (1996). «Χριστός», ανάτυπο από τη Θρησκευτική Ηθική Εγκυκλοπαιδεία
ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1996). Αλφαβητάρι της Πίστης. Αθήνα: Δόμος. 
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΒΙΔΟΠΟΥΛΟΣ. (1974). Το Πάθος του Χριστού κατά τα Συνοπτικά Ευαγγέλια. Θεσσαλονίκη: Πουρναράς. 
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΕΛΛΑΣ. (2000). Ζώον θεούμενον. Προοπτικές για μια ορθόδοξη κατανόηση του ανθρώπου. Αθήνα: Αρμός. 
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΠΑΤΡΩΝΟΣ. (1997). Η ιστορική πορεία του Ιησού. Από τη φάτνη ως τον κενό τάφο. Αθήνα: Δόμος. 
ΓΙΟΖΕΦ ΡΑΤΖΙΓΚΕΡ (Πάπας Βενέδικτος ΙΣΤ΄). (2012). Ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ: Από της είσοδο στην Ιερουσαλήμ μέχρι και την Ανάσταση, τ. Β΄, μτφρ. Σωτήριος Δεσπότης.Αθήνα: Ψυχογιός. 
ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ WARE. (1999). Η Ορθόδοξη Εκκλησία. Αθήνα: Ακρίτας. 


Η εις Άδου Κάθοδος του Χριστού - Η Ανάσταση· Κωνσταντινούπολη, Μονή της Χώρας, 1315-1320.

Τετάρτη 17 Απριλίου 2019

Οικειότητα Ιησού

«/14/ με τι βιασύνη προχωρεί ο Ιησούς
     εφέτος
προς την Ανάσταση...
Παραμερίζει πανέρια τεράστια
    γιομάτα βιολέτες
σπρώχνει τους αέναους
    παπάδες
τινάζει νευρικά προς τα πίσω
    τη μαλλούρα του
το γεγονός είν' ολοφάνερο:
    βαρέθηκε».



ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ. Τα Ποιήματα (1979 – 1991). Αθήνα: Ίκαρος, σ. 144.

Δευτέρα 15 Απριλίου 2019

Ποιά Εξάρχεια και ποιά Μονμάρτρη;

Σχολιάζει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τις τελευταίες ημέρες με θλίψη διαβάζω και βλέπω όσα συμβαίνουν στα Εξάρχεια. Αναρωτιέμαι υπάρχει κανείς να αντιδράσει και να πει την αλήθεια, την τίμια εκείνη αλήθεια που κάθε νηφάλιος και ειλικρινής άνθρωπος, αγωνιά και ενδιαφέρεται γι’ αυτήν; Άραγε, τι μπορούμε να μαρτυρήσουμε για την εποχή μας; Έχω τη γνώμη πως στα ερωτήματα αυτά απαντά η εξαιρετική γραφή της Ρέας Γαλανάκη, στο πολύ καλό λογοτέχνημά της Η Άκρα Ταπείνωση, το οποίο καταγράφει όσα κατά καιρούς συμβαίνουν στο κλεινόν άστυ, την Αθήνα. Για όποιον δεν έχει διαβάσει την Άκρα Ταπείνωση, είναι μια ευκαιρία να αρχίσει εδώ και τώρα το διάβασμά της, για να νιώσει σύγκορμα την αλήθεια. Ιδού, λοιπόν, ένα μικρό κομμάτι αυτής της αλήθειας: «Τα χρόνια που κυκλοφορούσες ελεύθερα στους δρόμους της μητέρας πόλης, ήξερες ότι γύρω από το κάτω επίπεδο της πλατείας μυρμήγκιαζε καθημερινά το σούρτα – φέρτα των κατοίκων της σ’ αυτήν την αγορά που ταυτόχρονα ήταν και η Αγορά, με την αρχαία σημασία της λέξης, της σύγχρονης όμως Αθήνας, αφού τα μείζονα πολιτικά γεγονότα διαδραματίζονταν μέσα στην ευρεία περιφέρεια του κύκλου της».