Μητέρα έλεγε τη Θεσσαλονίκη το πιστό τέκνο της Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Κι αν σήμερα ζούσε, μαζί με τον Γιώργο Ιωάννου, και οι δύο τους θα έγραφαν πεζογραγραφήματα εν έτει 2025· με αφορμή τις δύο φωτογραφίες από τον πρωινό καφέ του φίλου Τάσου που ζει στη Θεσσαλονίκη. Τον ευχαριστώ. Α.Ι.Κ.
Συνθλίβω ανάμεσα στις ευγενικές μου παλάμες το ρόδι της χαράς. Ανοίγω το κλουβί των πουλιών να πετάξουν, ελεύθερα, μέσα στη νύχτα· ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος - Γαβριήλ Πεντζίκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος - Γαβριήλ Πεντζίκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Πέμπτη 24 Ιουλίου 2025
Δευτέρα 9 Ιουνίου 2025
«Aπό το Πάσχα έως την εορτή του Aγίου Πνεύματος ημέρες Πενήντα»
«Aπό το Πάσχα έως την εορτή του Aγίου Πνεύματος ημέρες Πενήντα. Tην Πεντηκοστή οι ευρισκόμενοι απ' εδώθε μεριά, επιβιούντες εν τοις φαινομένοις, εύχονται υπέρ των μεταστάντων από την άλλη μεριά του χάσματος, του φοβερού λάκκου. Mετέχουν στην κοινή προσευχή της Eκκλησίας, γονατίζοντας πάνω σε πράσινα φύλλα καρυδιάς.
Tα υποδιαιρούμενα σε ευάριθμα φυλλίδια μεγάλα φύλλα της καρυδιάς, που εκτός του ότι ο θρεπτικός της και νοστιμώτατος καρπός, παρομοιάζει με τον εγκέφαλο, κέντρο της ατομικής ενός εκάστου σκέψης, περιέχει και ποικίλες ωφέλιμες και ιαματικές ουσίες.
Eπίσης δεν πρέπει να θεωρηθεί άσχετο, το ότι τον έσω ξυλώδη φλοιό του καρυδοεγκεφάλου, τον παρομοιάζουμε με το μικρότερο των πλεούμενων, με τα οποία ο άνθρωπος, αντιμετωπίζει τις τύχες του ταξιδίου, επί του ετέρου των φυσικών στοιχείων, του μορφοποιού του φωτός ύδατος, αποκτώντας την επιβαλλομένη πείρα, πριν κενούμενος παντός ορατού, πληρωθεί ως ο άνεμος.
Eκτός τούτου, η καρυδιά, που πάνω στα ελάσματα των σχημάτων που η χλωροφύλλη της φωτοσυνθέσεως επιβάλλει, γονατίζουμε ευχόμενοι για τους προσφιλείς κεκοιμημένους, έχει ως δέντρο ξύλο, εκτιμώμενο όχι μόνο στην επιπλοποιΐα, αλλά και στην κατασκευή σεντουκιών των μεταστάντων σωμάτων.
Eπίσης λέγονται σεντούκια, τα μπαούλα όπου φυλάγεται η προίκα του γάμου. Eξ άλλου η φυσιολογία του δέντρου, που δίκαια σχετίσθηκε προς τον ύπατο θεό των ανθρωπίνων μύθων φθάνει στην καρποφορία δι' ενός γάμου ασυνήθους εις την καθ' ημέραν τάξη των φυτών.
Γονατίζοντας πάνω στα φύλλα της καρυδιάς την Πεντηκοστή, είναι δυνατόν λοιπόν να ισχυριστούμε, ότι επιτελούμε έναν γάμο παράξενο, με τις ψυχές των προσφιλών, που ξημερώνοντας το Σάββατο του Pουσαλιού, ξανά κλείνονται στον κάτω κόσμο, μετά που επί τόσες ημέρες η χαρά της Aναστάσεως του Xριστού, τις αφήκε ελεύθερες νά 'ρθουν κοντά μας».
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (1992). Ομιλήματα. Αθήνα: Ακρίτας.
Κυριακή 20 Απριλίου 2025
Πεντζίκεια αναστάσιμη αύρα
«Ανάσταση νεκρών. Ιάσεις ασθενών. Χορτασμός πεινασμένων. Η ενσάρκωσή του προσφορά παραδειγματίζουσα. Υπόμεινε καταδιωγμούς και μαρτύρια. Προσευχήθηκε. Ακάνθινο στεφάνι φόρεσε και πορφύρα εμπαιγμού. Ανέβηκε τον Γολγοθά. Στο Σταυρό προσηλώθηκε και πληγή στα πλευρά κεντήθηκε. Ετάφη σε τάφο σφραγισμένο με βούλα, που φρουρά από στρατιώτες φύλαγε. Η βαριά πλάκα κυλίστηκε από τον Άγγελο, που σε σχήμα εφήβου λαμπρού, με το πρόσωπο απαστράπτον ήρθε και κάθισε δεξιά, για να δείξει πως ο τάφος ήταν κενός, με μόνο τ’ απορριγμένα σάβανα, στους ανθρώπους που θα ‘ρχονταν να προσκυνήσουν. “Ουκ έστιν ώδε αλλ’ εγήγερται”. Γιατί χωρίς ανάγκη βοήθειας σε πρόσκομμα υλικό, η Ανάσταση γίνηκε μοναχιά της. Οι πύλες του Άδη έσπασαν. Άνοιξαν, ξέφυγαν οι μεντεσέδες. Τα καρφιά που κρατούσαν τα πορτόφυλλα, κατάπεσαν και πατήθηκαν δια του Σταυρού. Εξήγειρε και ανήγειρε τους προγόνους, τον Αδάμ και την Εύα, ο Χριστός εκ του τάφου. Δύναμη, πλούτος, ισχύς, βασιλεία εγκόσμια, στην αλήθεια που εννοώ ακουμπούν και στηρίζονται. Στέκουν οι βασιλείς, ακούν τα παραγγέλματα, υπακούουν, σκύβουν, ταπεινώνονται μπροστά στο Θεοφόρο άνθρωπο. Γονυπετούν. Σηκώνουν πόλεμο. Στρατιές μάχονται για την κατοχή της Οσίας κεφαλής, λευκασμένων οστών. Εγκαταλείπουν ανάκτορα, ιερά παλάτια, την εγκόσμια αίγλη και λαμπηδόνα. Γόνοι εκλεκτοί φεύγουν. Από τύψη αυτοτιμωρούνται. Κατάγυμνοι αναχωρούν στην έρημο. Κατάκοποι, προσεύχονται. Κάνουν μετάνοιες σαράντα και εκατό. Διδάσκονται. Την ώρα που γεύονται ένα ξερό κομμάτι ψωμί βρεγμένο με ξίδι, ομολογούν ότι ουδέποτε δοκίμασαν τέτοια αμβροσία. Ουδέποτε έφαγαν με περισσότερη ευδαιμονία και χαρά. Ελπίζουν ότι είναι κοντά να γνωρίσουν, να δουν την απανταχού του Χριστού παρουσία».
ΝΙΚΟΣ ΓΡΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. ( 1987). Ο Πεθαμένος και η ανάσταση. Αθήνα: Άγρα, σσ. 94-95.
Κυριακή 2 Μαρτίου 2025
Μεγάλη Σαρακοστή! Με έγνοια για τον συνάνθρωπο
«Η αμφιβολία σε ό,τι πιστεύαμε είναι το πρώτο βήμα στη σκοτεινή και υπόγεια δίοδο προς τη μειονεκτικότητα και την αυτοεξουθένωση. Ο κοινωνικός άνθρωπος δέχεται παθητικά τη ζωή, όπως του προσφέρεται, υπολογίζοντας και σκοτίζοντας τον εγκέφαλό του με έναν πολύ μικρό αριθμό ειδικευμένων ευθυνών. Ο μονάχος άνθρωπος είναι υποχρεωμένος ν’ ανακαλύψει και να εξηγήσει την πηγή και την αιτία της ζωής. Εγκαταλείπει τη φυσική άνεση για να πάει προς την πνευματική δυσχωρία. Όταν λυγίζει, λυγίζει σα φάλαγγα ζυγού που φορτώνεται μεγαλύτερο, υπέρμετρο βάρος. Είμαστε φτωχοί σε αποτελέσματα όταν λογαριαστούμε ο καθένας χωριστά. Η δικαίωσή μας είναι στο σύνολο. Άνθρωπος είναι η ανθρωπότητα, όχι ο καθένας χωριστά. Μη φοβηθείτε να σας χαρακτηρίσουν αδύνατους και να σας παραπετάξουν. Μη φοβηθείτε τις ταλαιπωρίες. Κρατήστε μέσα σας αδιάπτωτο τον κοινό ανθρώπινο χαρακτήρα, τον πόνο, ώσπου να μεταβληθείτε και να εννοήσετε το ηθικό συμπέρασμα».
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (1984). Συνοδεία: Πεζογραφήματα 1936-1968. Θεσσαλονίκη: Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις, σ. 26.
Σάββατο 4 Μαΐου 2024
Ο Ενδότοπος σάς εύχεται ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ και ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ!
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. «Απ’ αφορμή το Πάσχα», στο: Συνοδεία. Πεζογραφήματα 1936 – 1968. Θεσσαλονίκη: Αγροτικές Συνεταιριστικές Εκδόσεις Α.Ε., σσ. 49-55.
Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2024
Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη: Θεοφάνεια
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Για τον Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη έχουν γραφτεί δύο πολύ καλές διδακτορικές διατριβές. Η μια υποστηρίχθηκε από τον Παναγιώτη Θωμά στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ και έχει τίτλο: «Τόπος χρονοποιός και αγαθοτοποιός: Πραγμάτευση της έννοια του τόπου στα έργα των Νίκου Γαβριήλ Παντζίκη και του Wandell Berry», εκδόθηκε από τον Αρμό το 2017, υπό τον τίτλο: Κοινότητα, φιλοπατρία, ετεροτοπία και ο τόπος των εσχάτων στα κείμενα του Νίκου Πεντζίκη και Wendell Berry)· η δεύτερη, υποστηρίχθηκε από τον Δημήτριο Βλαχοδήμου στη Φιλοσοφική Σχολή ΑΠΘ και έχει τίτλο: «Ο “Αντρέας Δημακούδης” (1935) και η λογοτεχνική παρουσία του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη (1929-1977)». Πρόκειται για δύο εξαιρετικές διδακτορικές διατριβές, κι όποιος τις διαβάσει θα έρθει κοντύτερα στο έργο του, το οποίο είναι ενταγμένο στην ευρυχωρία της ελληνορθόδοξης παράδοσης. Πέραν τούτων υπάρχουν και άλλες μελέτες για τον Πεντζίκη. Η καθεμιά θέτει τη δική της ψηφίδα στον «ψηφαριθμητή των συναξαρίων και των ιερών κειμένων». Αναφέρω ενδεικτικά τα δύο αφιερώματα του περιοδικού Σύναξη (τεύχη 27 [1988] και 52 [1994]), τη μελέτη του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Στυλιανού (Χαρκιανάκη), Ο Πεντζίκης του επέκεινα και του ενθάδε, Αθήνα 1994, στις εκδόσεις Δόμος, τις δύο μελέτες του Ανέστη Γ. Κεσελόπουλου, «Περί Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη» & «Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Από τη γενιά του ’30 στις γενιές του Συναξαριστή, στον τόμο: Από τον Παπαδιαμάντη στον Πεντζίκη, Θεσσαλονίκη 2003, στις εκδόσεις: Το Παλίμψηστον. Δεν παραλείπω να αναφέρω δύο ακόμα μελέτες του Χρυσόστομου Σταμούλη, «Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης. Περίπατος “παρ’ θιν αλός” και τα όρια της Εκκλησίας», στον τόμο: Κάλλος το Άγιον, Αθήνα 2010, στις εκδόσεις Ακρίτας, και «”Αισθητήρια γεγυμνασμένα” (Εβρ. 5, 14). Ο Αποκαλυπτικός λόγος του Απόστολου Παύλου στα κείμενα του Ν. Γ. Πεντζίκη», στον τόμο: Άσκηση αυτοσυνειδησίας, Θεσσαλονίκη: 2004, στις εκδόσεις: Το Παλίμψηστον. Δύο ακόμα βιβλία έχουν κι αυτά την αξίας. Τα αναφέρω ευθύς αμέσως: του Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, Περίτριμμ’ αγοράς Θεσσαλονίκιον. Κείμενα παιδιόφραστα περί του παιζω-γράφου Ν. Γ. Πεντζίκη, Αθήνα 1993, στις εκδόσεις Άγρα, και του Αλέξανδρου Κοσματόπουλου, Λόγος εις Νίκον Γαβριήλ Νίκος Πεντζίκη, Θεσσαλονίκη 2007, στις εκδόσεις Μηγδονία. Από την παραπάνω ελάχιστη βιβλιογραφική έκθεση, είναι φανερό πόσο σημαντική για τα νεοελληνικά γράμματα ήταν η προσωπικότητα του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη.
Περιδιαβαίνοντας χθες σε παλιά βιβλία της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης, τυχαία έπεσα πάνω στην πρώτη έκδοση της Πραγματογνωσίας του Πεντζίκη, η οποία περιλαμβάνει 24 κείμενα σε συνέχεια, δημοσιευμένα στο περιοδικό Μορφές, μηνιαίο περιοδικό που κυκλοφόρησε από 1936 έως το 1953, σε τρεις διαδοχικές περιόδους. Το αντίτυπο της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Μυτιλήνης είναι σε πολύ καλή κατάσταση, έχει αφιέρωση του ίδιου του Πεντζίκη προς τον Κωνσταντίνο Καβαρνό, Μυτιληνιό Καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, διανοούμενο και συγγραφέα αξιόλογων θεολογικών και φιλοσοφικών βιβλίων και φίλο του Φώτη Κόντογλου.

Από την Πραγματογνωσία παρακάτω παραθέτω το κείμενο του Πεντζίκη, αφιερωμένο στα Θεοφάνεια, (σσ. 68-72). Αξίζει κανείς να το διαβάσει όχι μόνο γιατί σήμερα γιορτάζουμε τα Φώτα, αλλά και γιατί καταγράφει το διάλογο ενός ορθολογιστή γιατρού με ένα νεαρό, τον Μανώλη. Ο Πεντζίκης εδώ, με λογοτεχνική και θεολογική μαστοριά παρουσιάζει δύο όψεις προσέγγισης της γιορτής των Θεοφανείων. Από τη μια η ορθολογική και από την άλλη η ομορφιά της αληθινής σοφίας, της νηστείας και της προσευχής.
Η Πραγματογνωσία εκδόθηκε το 1950, στη Θεσσαλονίκη. Στη Βιβλιογραφία Ν. Γ. Πεντζίκη που εξέδωσε η Σοφία Σκοπετέα το 1971, στις εκδόσεις Ερμής, γίνεται εκτενής αναφορά τόσο στην έκδοση του 1950 όσο και στις διαδοχικές δημοσιεύσεις των κειμένων στο περιοδικό Μορφές.
Ετικέτες
Ανέστης Γ. Κεσελόπουλος,
Θεοφάνεια,
Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος,
Νίκος - Γαβριήλ Πεντζίκης,
Χρυσόστομος Α. Σταμούλης
Τρίτη 26 Απριλίου 2022
Μνήμη Αγίων Ραφαήλ, Ειρήνης και Νικολάου
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Έχουν περάσει επτά ή οκτώ χρόνια από τότε που διάβασα το βιβλίο Το Βυζάντιο έχει ρεπό του Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκη, γιού του «παιζω-γράφου» της συνειρμικής γραφής Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, αυθεντικού Θεσσαλονικιού και Αθωνίτη ταυτόχρονα συγγραφέα. Ο γιός Γαβριήλ, με σπουδές στη Βυζαντινή και Νεοελληνική Φιλολογία, διορθωτής δοκιμίων, επιμελητής εκδόσεων, μεταφραστής και λεξικογράφος, εβδομήντα χρονώ σήμερα, στα 2013, στον πρώτο τόμο του βιβλίο του Το Βυζάντιο έχει ρεπό (εκδόσεις Αρμός) – μαζί με τον δεύτερο και τρίτο τόμο, που κυκλοφόρησαν στα 2015· ετούτη η τριλογία, όταν κανείς τη διαβάσει νιώθει τη βαριά κληρονομιά του πατέρα «παιζω-γράφου» στο γιό «παιζω-γράφο» - «παιζω-γραφεί» την ιστορία ενός χωρικού της Θερμής, του Δούκα Τσολάκη, τον καιρό της εύρεσης των ιερών λειψάνων των νεομαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, που σήμερα, τρίτη ημέρα του Πάσχα, η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη τους. Αξίζει κανείς να διαβάσει ετούτη την ιστορία. Ο πρωταγωνιστής Δούκας Τσολάκης, απλός άνθρωπος, στα όσα δια της γραφίδος του Γ. Ν. Πεντζίκη διηγείται, φαίνεται να κρατά το σκοινί της καμπάνας που, κάθε χρόνο, μέρα σαν τη σημερινή καλεί τους πιστούς να λειτουργηθούν στο μοναστήρι των τριών αυτών Λεσβίων αγίων. Απολαύστε την!
«Πριν μισό αιώνα στον λόφο των Καρυών στη Θερμή της Λέσβου, μόλις είχαν ξεθάψει τα οστά των αγίων Ραφαήλ και Νικολάου και της παρθενομάρτυρος Ειρήνης κι είχαν στήσει πανηγύρι με φαγητά και όργανα.
»Ο χωρικός Δούκας Τσολάκης, που είχε επιστατήσει στην ανοικοδόμηση ενός ναϊδρίου της Παναγίας στον λόφο, άρχισε να κοροϊδεύει τα οστά. Όταν του πρόσφεραν καφέ, ζήτησε και παξιμάδι δείχνοντας ειρωνικά τα λείψανα. Λίγο μετά, ενώ χόρευε, χάθηκε. Όταν τον έψαξε η γυναίκα του γιατί ‘χε νυχτώσει κι έπρεπε να φύγουν, δεν το έβρισκαν πουθενά κι ανησύχησαν. Ήρθε τότε ο δεκατριάχρονος Παναγιώτης Πατάτας απ’ την Αγιάσο· “Τον Δούκα ψάχνετε; Στο λαγκάδι θα τον βρείτε. Το δέρνουν, αλλά ποιος τον δέρνει δεν ξέρω γιατί δεν έβλεπα κανέναν”.
»Έτρεξαν και τον βρήκαν. Πεσμένος μπρούμυτα στα πουρνάρια, κάτω από μιάν ελιά, ο Τσολάκης έκλαιγε, θρηνούσε, έψαλλε το “Χριστός Ανέστη”, και κάθε τόσο έλεγε, ”Ήμαρτον, Παναγιά μου, συχώραμε”. “Βρε Δούκα, μπας και μέθυσες;”, τον ρώτησαν. “Μεθυσμένος δεν είμαι, τιμωρημένος είμαι”, απάντησε ο Τσολάκης, με φωνή που μόλις ακουγόταν και μάτια κλειστά, γεμάτα δάκρυα. “Εκεί που χόρευα, άρχισα να μην ακούω – φώναξα μάλιστα στα όργανα να παίζουν πιο δυνατά. Μετά, μια φωνή μέσα μου λέει “Δούκα, Δούκα, έλα στο λαγκάδι που σε θέλω”. Έβαλα με τον νου μου πως κάποιο ζώο που ‘χα δεμένο λύθηκε και πήγα. Μόλις έφτασα, είδα και κατέβαινε ένας μεγαλόσωμος παπάς αναμαλλιασμένος, με ψαρά γένεια. Το ράσο το είχε ριγμένο στην πλάτη, φορούσε κάτι παπούτσια καλογερικά με τοκά μπρούτζινο. Μ’ έριξε κάτω κι ένιωσα σα να ‘πεσε πάνω μου ολόκληρο βουνό. “Πάτερ, πούθε είσαι και πως σε λένε;”, τον ρωτάω. “Έχεις το θράσος και ρωτάς ακόμη, Δούκα; Τρεις μήνες σας δείχνω θαύματα και σε κανέναν δεν τα λες, και σήμερα κορόιδεψες τα κόκκαλά μου”, απάντησε ο καλόγερος, και στέκεται τώρα δίπλα μου και με κεντάει με τη λόγχη που κόβει ο παπάς το πρόσφορο. Δεν τις βλέπετε τις μασχάλες μου που έχουν γεμίσει αίματα; Γιατί δε με σκουπίζετε;”.
»Ο κόσμος, όμως, γύρω του, δεν έβλεπε κανέναν».
ΓΑΒΡΙΗΛ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (2013). Το Βυζάντιο έχει ρεπό. Τρίοδος. Βιβλίο Πρώτο. Αθήνα: Αρμός, σσ. 88-89.
ΠΗΓΗ: Θεού γεώργιον
Ετικέτες
Άγιοι Ραφαήλ - Ειρήνη και Νικόλαος,
Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης,
Λέσβος,
Νεομάρτυρες,
Νίκος - Γαβριήλ Πεντζίκης
Κυριακή 3 Απριλίου 2022
«Μνήμη νεκρών»
«Η πόλη μας γεμάτη νεκρούς, που κανείς δεν τους συνόδεψε στη στερνή κατοικία τους. Η ωραία αυγή που αναδείχνει τα άνθη, φωτίζει συχνά πτώματα στους δρόμους. Πρόσωπα κρεουργημένα. Δίχως μύτη κι αυτιά. Αίματα στο πεζούλι της αυλόπορτας. Στο πεζοδρόμιο. Μπροστά στο παράθυρο του υπογείου. Στο σπίτι και στο μαγαζί άντικρυ που στρίβει ο δρόμος. Στο άκτιστο κοντινό οικόπεδο. Στον τοίχο του διπλανού μεγάρου. Απάνω στις επιγραφές των σοβαντισμένων, δίχως πολλά κουφώματα, τοίχων. Καταγής δίπλα στ’ αυλάκι για το νερό της βροχής. Στα χώματα και τα γκρεμίσματα απάνω αίματα. Στους συνοικισμούς με τ’ ανακατωμένα και ημιτελή οικήματα. Στα ερυμνά ιστορικά κάστρα των προγόνων. Στη ρίζα σιμά ενός ισχνού δέντρου μπροστά στην εκκλησία. Στο πάρκο όπου πάει ο κόσμος και σεργιανά και τα παιδιά παίζουν. Αίματα. Εδώ αφήκε τον ίσκιο του ένας, εκεί ο άλλος. Παιδιά, εικοσάχρονοι νέοι, έφηβοι, άντρες. Ένας αδελφός μαζί με την αδελφή του. Κοντά στο εικονοστάσι με τ’ αναμένο καντήλι και το σταυρό. Που πρώτα να προφτάσουν να βάλουν κάγκελα, για να ξεχωρίζουν οι στράτες των ζωντανών, από τους δρόμους των νεκρών; Οι νεκροί αλλάζουν την όψη της πόλης. Παντού η μνήμη δημιουργεί παραισθήσεις θυμιάματος και λιβανιού. Τρομάζεις μήπως βγουν βρυκόλακες. Ο γήλοφος άντικρυ στο οίκημα των κρατουμένων ισοπεδόθηκε. Υπέρ αναπαύσεως διαβάζει ο παπάς επί κενοταφίου, ονόματα. Τα γραμμένα χαρτιά έχουν γεμίσει το στενό χώρο της Προσκομιδής, κάτω από τον “οβελία”, τον Χριστό της εσχάτης ταπείνωσης. Την μετέπειτα άνοιξη ένα κατάλευκο αρνάκι έβοσκε το πράσινο χορτάρι ενός ομαδικού τάφου, “ων Κύριος οίδε τα ονόματα”».
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (51994). Μητέρα Θεσσαλονίκη. Αθήνα: Κέδρος, σσ. 23-24.
«Στην εκκλησιαστική κοινωνία δεν νοείται ανωνυμία. (Ο φρικαλέος νεολογισμός επώνυμος είναι μια άλλη κακή ιστορία). Γι’ αυτό και η Εκκλησία μνημονεύει ονόματα, και όσα δεν είναι γνωστά, τα γνωρίζει ο Θεός. Στο σώμα της Εκκλησίας δεν υπάρχουν επώνυμοι!»
ΝΙΚΟΣ ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ. (2006). Νεοελληνικός πολιτισμός και διανόηση. Θεσσαλονίκη: Πουρναρά, σ. 66.
Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2022
Ούζο σημαίνει ου ζω· Ένα από τα πολλά ευφυολογήματα του Θεσσαλονικιού παιζω-γράφου και ζωγράφου Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, με βυζαντινές και μεταβυζαντινές αναφορές
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Μικρό προανάκρουσμα
Δημοσιεύω εδώ την εισήγησή μου για την ιστορία του ούζου, στην Ημερίδα που οργάνωσε ο Σύνδεσμος Ποτοποιών και Αποσταγματοποιών Λέσβου, στo πλαίσιo του Διεθνούς Φεστιβάλ Ούζου στις 14 Ιουνίου 2013, στην Αίθουσα Τελετών του Πειραματικού Γενικού Λυκείου Μυτιλήνης του Πανεπιστημίου Αιγαίου. Αν και δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Πολιτικά της Κυριακής (Μυτιλήνη 21 Ιουλίου 2013), αναγκάζομαι να τη δημοσιεύσω ξανά με μερικές διορθώσεις, αλλαγές και προσθήκες για ένα και μόνο λόγο. Και εξηγούμαι: ειλικρινά δεν περίμενα ότι μια τέτοια εισήγηση θα είχε τέτοια αποδοχή στο ευρύτερο αναγνωστικό της πόλης μας. Δεν σας κρύβω ότι αρκετοί αναγνώστες της παραπάνω εφημερίδας, αλλά και γνωστοί συμπολίτες με παρακίνησαν να τολμήσω αυτήν τη δημοσίευση. Την αφιερώνω σ’ έναν απόντα, παλαιό καλό φίλο, ο οποίος όμως δεν βρίσκεται πια εν ζωή, τον Παντελή Αργύρη. Και εξηγώ παρακάτω γιατί.
Ερώτηση δικαιολογημένη
Κυρίες και κύριοι, ίσως, θα διερωτάσθε τι γυρεύει ένας θεολόγος καθηγητής σε μια ημερίδα με θέμα το ούζο και την ανάδειξή του ως τοπικού προϊόντος, και πανελλαδικού εν γένει. Το ερώτημά σας είναι δικαιολογημένο. Θέλω να πιστεύω ότι θα έχετε μια ολοκληρωμένη απάντηση στο τέλος της εισήγησής μου. Ωστόσο, οφείλω να ομολογήσω και μια δυσκολία μου: αισθάνομαι ολίγον «ξένος» σ’ αυτό το πάνελ και την ομήγυρη. Κι αυτό διότι το θέμα που θα σας αναπτύξω στέκεται «αντιμέτωπο» με τη θεματική της ημερίδας. «Αντιμέτωπο» μιας και απέχει από τα «καθιερωμένα» σε τέτοιες περιπτώσεις. Θεωρώντας την ολόθυμη και αυθόρμητη παρουσία σας εδώ, σημάδι καλοπροαίρετο και ευαρέσκειας, θα ζητήσω την προσοχή σας στα λεγόμενά μου το πολύ δέκα με δεκαπέντε λεπτά, μιας και έλαχε σε μένα να αρχίσω τις εργασίες της ημερίδας ταύτης. Και ζητώ την προσοχή σας για πράγματα που, ίσως, να μη έχετε ποτέ ακούσει για το ούζο. Επιτρέψτε μου όμως και κάτι ακόμη. Νιώθω την ανάγκη να αφιερώσω την εισήγησή μου σ’ έναν απόντα σήμερα, που δεν είναι κοντά μας, αφού «έφυγε» νέος από δαύτη τη ζωή, λόγιο της πόλης μας, ή καλύτερα «καφελόγιο» ή «ουζολόγιο» όπως αρεσκόταν να τον λένε, ο οποίος αγαπούσε το ούζο. Ο απόντας είναι ο Παντελής Αργύρης, γνωστός νομικός και συγγραφέας του τόπου μας, που οι ουζοκατανύξεις μαζί του, όσο ζούσε ήταν αρκετές, διανθισμένες πολλές φορές με φιλολογικές, ιστορικές και θεολογικές συζητήσεις.
Ποιος ήταν ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης;
Ας έρθουμε όμως στο καθ’ αυτό θέμα μας: το ούζο, που κατά ένα από τα πολλά ευφυολογήματα του αξέχαστου Θεσσαλονικιού παιζω-γράφου και ζωγράφου Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, σημαίνει ου ζω. Για να ξεπεράσω μερικές δυσκολίες για εσάς από τα λεγόμενά μου, οι οποίες δικαιολογημένα είναι πιθανόν να βγουν στην επιφάνεια, μερικές σύντομες αναφορές για το ποιος ήταν ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, ούτως ώστε να μη ξεφύγουμε από το θέμα μας, είναι νομίζω επιβεβλημένες. Και πιστέψτε με, θα σας κάνουν να δείτε το ούζο με άλλη ματιά, «βυζαντινή» και «μεταβυζαντινή», στη μακρά δηλαδή διάρκεια της ιστορίας του προς τα πίσω, το οποίο κατά τους ιστορικούς του είδους της γευσιγνωσίας και τους δειπνοσοφιστές χάνεται στα βάθη ακόμη και της ελληνικής αρχαιότητας.
Ο Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, λοιπόν, ήταν ένας ιδιαίτερα ασυνήθιστος άνθρωπος. Γεννημένος στη Θεσσαλονίκη στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Αδελφός της γνωστής ποιήτριας Ζωής Καρέλλη. Πρωτοποριακός για την εποχή του παιζω-γράφος, αυτοδίδακτος ζωγράφος, φαρμακοποιός στο επάγγελμα. Πολυδιάστατη προσωπικότητα. Αφηγητής ρευστού και ιδιαίτερα δύσκολου λόγου. Βαθύτατα θρησκευόμενος άνθρωπος[1], αλλά όχι εκείνης της θρησκείας της «ζητοορθοδοξίας» και του ευσεβισμού, που τέτοιες νοοτροπίες ευδοκιμούν πολλές σήμερα στον εκκλησιαστικό και θεολογικό χώρο. Για να τεκμηριώσω την τελευταία άποψή μου θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό από την πλουσιότατη σε εμπειρίες ζωή του, αυστηρή και με ασκητικό χαρακτήρα. Κι όταν λέγω ασκητικό μην πάει στο μυαλό σας ότι ήταν ο άνθρωπος που απέφευγε τις συναναστροφές με άλλους. Το αντίθετο μάλιστα συνέβαινε. Ο Πεντζίκης ήταν ο άνθρωπος που καταργούσε την ατομικότητα, την έβλεπε σαν το σαράκι που κατατρώγει την ανθρώπινη σάρκα και το πνεύμα, ολάκερο δηλαδή τον άνθρωπο. Στο περιστατικό μας λοιπόν. Το διασώζει ο λόγιος Αγιορείτης μοναχός Πορφύριος Σιμωνοπετρίτης σε μια μικρή μελέτη του για τον Πεντζίκη. Στα 1979, σε μια επίσκεψη που είχε κάνει ο γνωστός άγιος Παΐσιος απ’ Άγιον Όρος σ’ ένα ησυχαστήριο κοντά στη Θεσσαλονίκη – εδώ για να μην ξεφεύγουμε από το θέμα μας, θεωρώ σημαντικό να σημειώσω ότι στο Άγιον Όρος, ο επισκέπτης προσκυνητής άμα και πατήσει το πόδι του σ’ ένα μοναστήρι, οι μοναχοί θα τον καλωσορίσουν με λουκούμι, τσίπουρο ή ούζο - θέλησε να τον δει ο Πεντζίκης. Μαζί με έναν γνωστό του τότε νεαρό φοιτητή, ναύλωσαν ένα ταξί και έφτασαν στο ησυχαστήριο όπου βρισκόταν ο άγιος Παΐσιος. Ο κόσμος πολύς. Ο Πεντζίκης γύρω στα 70 τότε, με το μπαστουνάκι του, δώρο κι αυτό αγιορείτη Γέροντα, άνοιξε το δρόμο και έφτασε μπροστά στον πατέρα Παΐσιο. Πέφτει στα γόνατα. Ο Γέροντας τον σηκώνει. «Ήρθα να πάρω την ευχή σας» είπε ο κυρ Νίκος και φίλησε το ροζιασμένο από τις μετάνοιες χέρι. Κι έφυγε. Ο ίδιος ο Γέροντας Παΐσιος με τη μαρτυρία της προσευχής έλεγε πάντοτε για τον Πεντζίκη ότι «πρέπει να είσαι πολύ καθαρός για να καταλάβεις τα βρώμικα του Πεντζίκη». Και λέγοντας «βρώμικα» δεν εννοούσε κάτι το βρωμερό και χυδαίο, αλλά όλα εκείνα τα ευφυολογήματα που έλεγε. Σαν κι αυτό που σήμερα σας καταθέτω, το ούζο σημαίνει ου ζω, ή σαν αυτό εδώ: Κ’στός - Χριστός, αναφερόμενος στη διάλεκτο του χωριού Χορτιάτης στη Θεσσαλονίκη, ή πεζογράφος - παις ζωγράφος, ή ιατρός - ια τρως. Για να τελειώσω με τον Πεντζίκη, θα σας καταθέσω και μια ακόμη άποψη. Ο Γιώργος Σεφέρης έλεγε ότι τον «Πεντζίκη τον δέχεται κανείς ολόκληρο ή δεν το δέχεται καθόλου»[2].
Δεν είναι όμως ο Πεντζίκης το θέμα μας. Εξάλλου κι αυτά που σας είπα πολλά είναι, επιβεβλημένα όμως για να θεωρήσουμε σωστά τα παρακάτω, λόγω του ότι ο Θεσσαλονικιός αγαπημένος μου συγγραφέας, τον οποίο δεν σας κρύβω, στα φοιτητικά μου και μετέπειτα χρόνια παραμονής μου στη Θεσσαλονίκη, είχα την τύχη να τον ακούσω κάποιες φορές να μιλά σε συνάξεις, επιβεβαιώνει και τον υπότιτλο της εισήγησής μου. Μέσω ενός συγγραφέα με βυζαντινές και μεταβυζαντινές ρίζες, ενός «αιωνίου παιδιού», όπως λέγει ένα επιμνημόσυνο ποίημα που γράφτηκε γι’ αυτόν από το λόγιο Αγιορείτη μοναχό, Συμεών Γρηγοριάτη, γνωστό και ως Περουβιανό, το ούζο έχει μακρά ιστορία, με βυζαντινές και μεταβυζαντινές προεκτάσεις, αναφορές, όπως θέλετε πάρτε το.
Το ευφυολόγημα ούζο σημαίνει ου ζω
Ο Αναστάσης Βιστωνίτης, αρθρογράφος στο ΒΗΜΑ[3] και συγγραφέας διασώζει το ευφυολόγημα του Πεντζίκη: ούζο σημαίνει ου ζω, επισημαίνοντας ωστόσο πως όποιος «θέλει να κατανοήσει τον Πεντζίκη αυτά δεν θα πρέπει να τα θεωρεί παραδοξολογίες». Καθ’ ότι γνήσιο τέκνο του Βυζαντίου ο Πεντζίκης με αυτό το ευφυολόγημα τρόπον τινά έπαιζε, κοροϊδεύοντας το θάνατο, μιας και τους «ουζοπότες», τους πίνοντες και ιδιαιτέρως τους «αγαπώντες την πόσιν του ούζου» με τις «ουζοποσίες» τους, το «πίνειν», δηλαδή, και «ιδιαιτέρως καθ’ υπερβολήν ούζον»[4], δεν είναι λίγες οι φορές που τους στέλνει στον Οξαποδώ. Πάρα ταύτα, όμως, το ούζο φαίνεται να μη λείπει από τα ήθη και έθιμα του λαού μας. Οδηγός εδώ ο Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, άριστος μελετητής του κυρ Αλέξανδρου της Σκιάθου, του Παπαδιαμάντη, ως άλλος ένας βυζαντινός και μεταβυζαντινός κι αυτός, σαν τον Πεντζίκη, σ’ ένα διήγημά του (υπό τον τίτλο: Φλώρα ή Λάβρα;) γράφει: «βραδάκι, και βρέθηκα στο εξωκκλήσι του νησιού. Μεσοκαλόκαιρο, και έβραζε ο τόπος. Ζέστη, και τουρίστες να ελλοχεύουν παντού. Πλην σε απόκρυφα υψωματάκια, σε ρεματιές και ξέφωτα, παραμονές αγνώστων εορτών, συρρέουν κατά κύματα οι γηγενείς. Φθάνουν μεταμορφωμένοι, περίπου ως ικέτες, έχοντας αποβάλει (κατά έναν ανεξήγητον τρόπο) την εμπορική τους λεοντή. Κουβαλούν τεράστιους άρτους, με σουσάμι και γλυκάνισο, πρόσφορα για τους παπάδες, κουτιά με παστέλι, γλυκά του ζαχαροπλαστείου τυλιγμένα σε αλουμινόχαρτο, τυρί της άρμης κομμένο με επιμέλεια σε τετράγωνα μικρά τεμάχια, ούζο και τσίπουρο. Μετά τη λειτουργία στέκονται κοντά στην έξοδο του ναού, και φωνάζουν ξαφνικά με επίσημο τόνο:
-Πάρτε να σχωρέσετε τον…
Ο καθείς τους δικούς του – τη μάνα του, τον πατέρα του, τα πνιγμένα αδέλφια.
Ελάτε να σχωρέσετε τη Φλώρα, ακούω δίπλα μου ένα χούφταλο.
Πλησίασα. Μου πρόσφερε παστέλι και ρακή»[5].
Ομιλώ για τον κυρ Αλέξανδρο της Σκιάθου και δεν μπορώ να μην μπω στον πειρασμό να αναφέρω πως η διηγηματογραφία του είναι πλούσια σε φαγητά και ποτά. Άγρια λάχανα, τυρόπιτες, περσικό πιλάφι, νεφραμιές, γουρουνοπούλες, «χοιρίδιον παραγεμιστόν», κοκορέτσι, τρυφερά ερίφια, θαλασσινά, κογχύλια, αστακοί μαγειρευτοί με μάραθα, «μαστίχαι», ρούμι, ρακή, μπακλαβάδες, τρίγωνα, «πάνε κι έρχονται στις σελίδες των μυθιστοριών του»[6].
Οι βυζαντινοί και τα ποτά
Οι αντιλήψεις, κυρίες και κύριοι, των βυζαντινών και μεταβυζαντινών προγόνων μας, παππούδων μας αν θέλουμε να είμαστε πιο κοντά τους και να νιώθουμε την ανάσα τους - να «ζούμε με την ανάσα των νεκρών», καθώς έλεγε κι Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης[7] - για το φαγητά και τα ποτά έμοιαζαν με τις δικές μας σήμερα. Αυτοκράτορες, αξιωματούχοι, εκκλησιαστικοί άνδρες και απλός λαός, τουλάχιστον σ’ ότι σχετίζεται με την πόση ποτών, δεν είχαν μόνον καλή σχέση με το κρασί, αλλά και με τη ρακή και με το ούζο. Ο Φαίδων Κουκουλές, γνωστός και κορυφαίος βυζαντινολόγος, στο πολύτομο έργο του Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια την αγάπη των βυζαντινών για τα ποτά. Διασώζει μάλιστα και μια μαρτυρία του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου: οι βυζαντινοί προμηθεύονταν τα εκλεκτότερα «μη οκνούντες και ιδιαίτερα ταξίδια προς προμήθειαν αυτών να κάμνωσι»[8]. Σ’ αυτά τα ποτά δεν πρέπει να ‘ταν μόνο το κρασί αλλά και η ρακή.
Ο γλωσσολόγος των παλαιών καλών μαθητικών μας χρόνων
Αχιλλέας Τζάρτζανος για το ούζο
Στη σημασιολογία του ούζου αξίζει να αναφερθούν και μερικά σχόλια που κάμει ένας μεγάλος φιλόλογος και γλωσσολόγος, ο εκ Τυρνάβου καταγόμενος Αχιλλέας Τζάρτζανος. Οι παλαιότεροι σίγουρα θα θυμούνται τα βιβλία Γραμματικής που έγραψε και που διδάχθηκαν για χρόνια στο σχολείο. Ο Τζάρτζανος, λοιπόν, στο Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος, στα 1911, έγραψε ένα μικρό άρθρο για την ιστορία της λέξης ούζο και τη σημασιολογία του. Mολονότι θεωρεί πατρίδα του ποτού αυτού τη γενέτειρά του, λέγει με ολίγη χιουμοριστική διάθεση: «όλοι βέβαια σήμερα, φτωχοί και πλούσιοι, ταπεινοί και αριστοκράτες, πίνουν το ουζάκι τους, και το ούζο είναι πια το αγαπημένο ποτό σε κυρίους και κυρίες, σε νέους και δεσποινίδες, και σερβίρεται όχι μόνο στα λαϊκά ποτοπωλεία ή σε φτωχικά σπίτια, παρά και στα πλουτοκρατικά σαλόνια και τα αριστοκρατικά κέντρα»[9]. Το τελετουργικό της απόλαυσης του ούζου σηκώνει συζήτηση μεγάλη και δεν είναι στις προθέσεις μου να το καταγράψω, δεν είμαι ο ειδικός.
Από τ’ «απάτητα» Άγραφα της Τουρκοκρατίας δύο ειδήσεις με ιδιαίτερη σημασία
Ωστόσο, εκείνο που με ιδιαίτερη διάθεση διασώζεται για τη ρακή στα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, προέρχεται από τις γραφίδες δύο μοναχών λογίων και διδασκάλων του Γένους, και ομιλώ για διδασκάλους του Γένους, διότι οι δύο συγκεκριμένοι λόγιοι μοναχοί στους δύσκολους χρόνους του 17ου αιώνα ίδρυσαν πολλά σχολεία σε περιοχές που στην εποχή τους ήταν απάτητες και ιδιαίτερα δύσκολες γεωγραφικά. Ήξεραν, βέβαια, να απολαμβάνουν τη ζωή, με μέτρο πάντοτε. Από τα Άγραφα, λοιπόν, οι δύο παρακάτω μαρτυρίες, ειδήσεις για το κρασί και τη ρακή. Η πρώτη, από τη γραφίδα του Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού, αγίου μάλιστα της Εκκλησίας. Σε επιστολή του σε άγνωστο ιερέα, μεταξύ των άλλων, γράφει για το καλό κρασί: «η αιδεσιμότης σου όμως γνωρίζεις καλά και δεν την λανθάνει πολλά ο λέγων ότι χωρίς τον χριστευλόγητον οίνον δεν ημπορούμεν εις την σωματικήν ετούτην και κατηραμένην ζωήν να ζήσωμεν, όχι δια την ανάγκην μόνον των ιερών μυστηρίων και της πνευματικής και αναιμάκτου θυσίας τα ιερά σύμβολα αλλά και εις χρείαν εδικήν μας και ανθρωπίνην πόρευσιν. Αυτό τοίνυν το χριστευλόγητον παύει τας λύπας, κοιμίζει τους πονηρούς λογισμούς, φέρνει την καλήν καρδίαν, γεννά την χαράν, δυναμώνει τα νεύρα και τονώνει όλας τας σωματικάς δυνάμεις· µας αναγκάζει να πολυλογούμεν και να πλατύνωμεν τας ευχάς και με την αφορμήν να αναφέρνωμεν και τους γονείς μας και να τους θυμούμεστεν συχνά»[10]. Η δεύτερη, από τον μαθητή του και επάξιο συνεχιστή τού διδασκαλικού του έργου, τον Αναστάσιο Γόρδιο - σημαντικός κι αυτός λόγιος του 17ου αιώνα, κληρικός και άγιος, που εξασκούσε τη φαρμακευτική και την ιατρική. Στις επιστολές του κάνει λόγο για πολλά βότανα, τροφές και ποτά, μεταξύ αυτών του γλυκάνισου και της ρακής, την οποία άλλοτε συνιστά με μέτρο για πόση, κι άλλοτε να την αποφεύγουμε. Γράφει σε φίλο του: «ορίζεις ότι έχης βήχα. Εις αυτό να γυρεύσης να έβρης γλυκόριζον, όπου κι αν ευρεθή, να το βράζης και να το πίνης ωσάν καφέ. Η ρακή ας λείπει ολότελα»[11].
Κι ένα ακροτελεύτιο ταξίδι πίσω στο χρόνο
Κυρίες και κύριοι, θα σας ταξιδέψω ολίγον πίσω στο χρόνο και θα κλείσω την εισήγησή μου μεταφέροντάς σας ξανά στο σήμερα. Το ταξίδι πίσω στο χρόνο σχετίζεται με τον Εύβουλο, έναν σατυρικό ποιητή του 4ου π.Χ., αιώνα που σατιρίζοντας την υπερβολική πόση ποτών, βάζει τον Διόνυσο, το Θεό του κρασιού να λέει ότι τρεις μόνο κρατήρες ετοιμάζει για τους φρονίμους. Δηλαδή δεν έχει καμιά ευθύνη για τους μετέπειτα. Μολονότι το χωρίο σχετίζεται με το κρασί, άνετα θα μπορούσε να ισχύσει και για τη ρακή. Οι τρεις πρώτοι κρατήρες είναι της υγείας, του έρωτος και του ύπνου[12]. Από τον τέταρτο και μετά αρχίζουν τα δύσκολα. Και τους περιγράφει ως εξής: «ο δε τέταρτος ουκέτι έστ’ αλλ’ ύβρεως» (μόνο σε βρισίδι οδηγεί)· «ο δε πέμπτος βοής» (σε καβγάδες)· «ο έκτος δε κώμων» (θα ξεσηκώσει τη γειτονιά από το γλέντι)· «ο έβδομος δ’ υπωπίων» (δίνει μελανιασμένα μάτια απ’ το ξύλο που θα πέσει)· «ο δ’ όγδοος κλητήρος» (θα φέρει το χωροφύλακα)· «ο δ’ ένατος χολής» (μεγάλο θυμό)· και «ο δέκατος δε μανίας ώστε και σφάλλειν ποιεί» (καθαρή τρέλα και θα σε κάνει να διαπράξεις αδίκημα). Οπότε, κυρίες και κύριοι, με μέτρο η πόσις του ούζου.
Ο γιός του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, Γαβριήλ Νικόλαου Πεντζίκης
και το Ουζερί Βυζάντιο στις Βρυξέλλες
Κι από τα βάθη του 4ου π.Χ., αιώνα στο σήμερα. Ο γιος του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, Γαβριήλ Νικολάου Πεντζίκης, που σήμερα ζει στη Θεσσαλονίκη γράφοντας το βιβλίο: Το Βυζάντιο έχει ρεπό[13], στις πρώτες σελίδες του αφιερώνει ένα κεφάλαιο με τίτλο: Ουζερί Βυζάντιο και καταγράφει πως ένα βρυξελλιώτικο παλαιό αρχοντικό, στις μέρες που εργαζόταν ως υπάλληλος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ένας Έλληνας το μετέτρεψε σ’ ένα εξαιρετικό κι υψηλών προδιαγραφών ουζερί, στο οποίο έτρωγαν ακόμη και πολλοί αρχηγοί κρατών. Αξίζει να σημειωθεί πως οι τοίχοι του ήταν διακοσμημένοι με πολλούς βυζαντινούς αυτοκράτορες, γεγονός που δείχνει τις βυζαντινές προεκτάσεις, που έχει η ρακή, για τη οποία σήμερα καλώς ο Σύνδεσμος Ποτοποιών και Αποσταγματοποιών Λέσβου πασχίζει να αναδείξει καλύτερα.
Ούζο· επίγευση· επέκεινα· Ελλάς
Κυρίες και κύριοι, οι τελευταίες αυτές παρατηρήσεις, γι’ αυτό που επάξια όλοι εσείς εκπροσωπείτε και με τον καλύτερο κατ’ εμέ τρόπο αναδεικνύεται αυτήν την εβδομάδα με το φεστιβάλ ούζου, είναι νομίζω καταλυτικές. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι, το ούζο και η τελετουργική πόσις του, είναι απόδραση στον μακρύ προς τα πίσω χρόνο, μιας παράδοσης εξάπαντος ελληνικής, με ιδιαιτέρως οσφραντικές και γευστικές εμπειρίες του επέκεινα. Πρόσωπα αυτής της παράδοσης είναι κι αυτοί που χρόνια τώρα επάξια προβάλλεται εσείς οι κληρονόμοι της τέχνης του ούζου, οι πατεράδες και οι παππούδες σας ποτοποιοί. Όλοι, δηλαδή, εκείνοι που έκαμαν το ούζο της Λέσβου να είναι πρωτοποριακό προϊόν, σε παγκόσμια κλίμακα. Προσέξτε, όμως, ετούτη η τέχνη της απόσταξης, όπως τη λέτε, κρύβει ανάσταση και έρωτα, άσκηση και ευχαριστία, που κάθε συνδαιτυμόνα στο τραπέζι της παρέας που απολαμβάνει το ούζο, τον κάνει να λέει στο τέλος αυτό που τραγουδά η Χαρούλα Αλεξίου:
«Ούζο όταν πιεις
γίνεσαι ευθύς
βασιλιάς δικτάτορας, Θεός και κοσμοκράτορας
σαν το καλοπιείς
βρε θα ευφρανθείς
κι όλα πια στο κόσμο ρόδινα θε να τα δεις.
Δική μου είναι η Ελλάς
που στη κατάντια της γελάς
της λείπει το ένα της ποδάρι
που της το παίξανε στο ζάρι».
Κι η τελευταία στροφή, είναι νομίζω άκρως επίκαιρη!
Επιλογικά: ο γεωμέτρης Θεός, ο Σέργιος Μακραίος και το ούζο
Κυρίες και κύριοι, στην αρχή της εισήγησής μου, όπως θα θυμάστε, την αφιέρωσα στον Παντελή Αργύρη, φίλο καλό και λόγιο της πόλης μας. Με τον Παντελή, όσο ζούσε δεν ήταν λίγες οι φορές που απολαμβάναμε το ούζο σε όμορφες ουζοκατανύξεις, συζητώντας περί πολλών ζητημάτων, κυρίως όμως ιστορικών, μιας και ο Παντελής είχε το «μικρόβιο» όπως πολλοί του έλεγαν της ιστορικής έρευνας. Θυμάμαι λίγο καιρό πριν πεθάνει, ένα καλοκαιρινό βραδάκι, σε ονομαστό ουζερί της πόλης μας πίνοντας το ουζάκι μας, η συζήτησή μας είχε «ανάψει» για ένα ξακουστό Έλληνα λόγιο του 18ου αιώνα, τον εκ Φουρνά των Αγράφων Σέργιο Μακραίο. Εκείνη την εποχή ο Παντελής ετοίμαζε μια μελέτη γι’ αυτόν. Είχα και εγώ τη συγγραφή της διδακτορικής μου διατριβής για τον κλεινό Ευγένιο Βούλγαρη, διδάσκαλο του Σέργιου Μακραίου στην Αθωνιάδα Ακαδημία του Αγίου Όρους στα μέσα του 18ου αιώνα και ταιριάξαμε απόλυτα με τον Παντελή. Έτσι με παρακάλεσε αν είχα να του δώσω σχετική βιβλιογραφία. Πράγματι, στο αρχείο και στη βιβλιοθήκη μου είχα μερικές μελέτες, σπάνιες και δυσεύρετες, και το κυριότερο σε φωτοτυπίες ένα από τα βασικότερα έργα του Μακραίου, το περίφημο: Τρόπαιον εκ της Ελλαδικής πανοπλίας κατά των οπαδών του Κοπερνίκου εν τρισί διαλόγοις. Του υποσχέθηκα να του δώσω το Τρόπαιον μαζί με μια μελέτη για τον Μακραίο, καλού πανεπιστημιακού δασκάλου μου, του Νίκου Ζαχαρόπουλου. Η συζήτησή μας θυμάμαι, πέραν του ότι γινόταν για την προσφορά του Μακραίου στα εκπαιδευτικά πράγματα του 18ου αιώνα, κινήθηκε και γύρω από τις αντιδράσεις που είχε την εποχή που εκδόθηκε το Τρόπαιον [Βιέννη 1797], μιας και με ιδιαίτερα πολεμικό τρόπο ο Μακραίος ήλεγχε το ηλιοκεντρικό σύστημα και με σφοδρότητα κατηγορούσε τον Κοπέρνικο. Εκείνο που έχει μείνει ακόμη στη μνήμη μου από τη συζήτησή μας εκείνη είναι ότι ο Παντελής με ρωτούσε πως είναι δυνατόν ένας λόγιος, που υπήρξε μαθητής του μεγάλου διδασκάλου του Γένους Ευγένιου Βούλγαρη, να μην μπορεί να είναι εξοικειωμένος με την ιστορία της νεότερης αστροφυσικής. Και μάλιστα να αρνείται την πλατωνική ρήση: «ο Θεός αεί γεωμετρεί». Κάτι, δηλαδή, ανάλογο σαν τον γεωμέτρη Θεό που απεικονίζεται στο ψηφιδωτό της Μητρόπολης του Μονρεάλε στη Σικελία.
[1] Για τα βασικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και του έργου του ενδεικτικά βλ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΟΣΜΑΤΟΠΟΥΛΟΣ. (1988). Λόγος εις τον Νίκον Γαβριήλ Πεντζίκη. Αθήνα: Ροές. Σημαντικό είναι και το αφιέρωμα της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ / ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ: Ν. Γ. Πεντζίκης. Ένας ασυνήθιστος άνθρωπος. (Κυριακή 2 Μαρτίου 1997). Πρβλ. ΣΟΦΙΑ ΣΚΟΠΕΤΕΑ. (1971). Βιβλιογραφία Ν. Γ. Πεντζίκη (1935-1970). Εκδόσεις και δημοσιεύσεις. Αθήνα: Ερμής· και ΝΙΚΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ. (1993). «Περίτριμμ’ Αγοράς Θεσσαλονίκιον»: Κέμενα παιδιόφραστα περί του παιζω-γράφου Ν. Γ. Πεντζίκη. Αθήνα: Άγρα.
[2] ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ. (1996). Μνήμης Ένεκεν. Βέροια: Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Βεροίας, σσ. 23-24.
[3] «Ούζο σημαίνει «ου ζω». Τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του αιρετικού και παραδοξολόγου συγγραφέα που συνδύασε τον ευρωπαϊκό μοντερνισμό με τη βυζαντινή παράδοση». ΤΟ ΒΗΜΑ, (18 Ιανουαρίου 2009).
[4] Δ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΣ. (1961). Μέγα Λεξικόν Ελληνικής Γλώσσης, τ. 6ος. Αθήναι, σ. 5277.
[5] Η. Χ. ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ. (1992). Επί Πτίλων Αύρας Νυκτερινής. Πέντε κείμενα για τον Παπαδιαμάντη. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 15-16.
[6] Αυτόθι, σσ. 47-48.
[7] ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΙΜΩΝΟΠΕΤΡΙΤΗΣ. (1996). Μνήμης Ένεκεν, σ. 16.
[8] ΦΑΙΔΩΝ ΚΟΥΚΟΥΛΕΣ. (1952). Βυζαντινών βίος και πολιτισμός, τ. Ε΄. Εν Αθήναις, σ. 127. Πρβλ. TAMARA TALBOT RICE. (1990). Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των βυζαντινών, μτφρ. Φ. Κ. Βώρος. Αθήνα: Παπαδήμα, σσ. 225-230.
[9] «Το ούζο. Ιστορία μιας λέξεως». Ημερολόγιον της Μεγάλης Ελλάδος. 11(1911)146.
[10] Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού Επιστολές. (1992). Κριτική Έκδοση - Επιμέλεια Ι. Ε. Στεφανής και Νίκη Παπατριανταφύλλου – Θεοδωρίδη. Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής ΑΠΘ / Τμήμα Φιλολογίας. Περίοδος Β΄. Θεσσαλονίκη 1992, σσ. 106-107.
[11] ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. (2008). Νεοελληνική Επιστολογραφία 17ος -19ος αιώνας. Θεολογική Σχολή. Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας ΑΠΘ. [Διατριβή επί Διδακτορία]. Θεσσαλονίκη, σ. 38.
[12] P. KROH. (1996). Λεξικό αρχαίων συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων, μτφρ. Δ. Λυπουρλής – Λ. Τρομάρας. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, σ. 178.
[13] Εκδ. Αρμός. Αθήνα 2013, σσ. 11-28.
Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2022
Μνήμη Νίκου - Γαβριήλ Πεντζίκη (13 Ιανουαρίου 1993)
Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Σ τ υ λ ι α ν ο ύ. (1994). Ο Πεντζίκης του Επέκεινα και του Ενθάδε. Αθήνα: Δόμος, σσ. 58-59.
Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2019
Ο Πεντζίκης του επέκεινα και του ενθάδε
«Ανήκοντας χρονολογικά στην περίφημη γενιά του ’30, κι έχοντας όλες τις προϋποθέσεις να ακολουθήσει τα ανθρωπιστικά οράματα εκείνων, όπως τα μεταφύτευσαν από τη Δύση στην καθημαγμένη Ελλάδα του πρώτου μισού τού αιώνας μας, πήγε εμφανώς κόντρα στο ρεύμα, ξεχωρίζοντας μοναδικά σαν την πέστροφα, που ο ίδιος κάπου την υμνεί πως ακριβώς γι’ αυτό έχει νοστιμότατο κρέας (βλ., Ο Πεθαμένος και η Ανάσταση, εκδ. Άγρα, 1982, σελ. 133)».
»Πηγαίνοντας όμως κόντρα στο δυτικό ανθρωπισμό, δεν σημαίνει πως πήγε κόντρα σ’ ολόκληρη τη Δύση, που και βαθιά τη γνώρισε, αλλά και περισσότερο από κάθε άλλον ήταν σε θέση να την αξιολογήσει. Έτσι, ενώ ειρωνεύτηκε με αγανάκτηση Ιουδαίου Προφήτη την αυτάρκεια και φιλαρέσκεια του Δυτικού ορθολογισμού, παράλληλα ύμνησε ως το μόνο πια πειστικό “Ευαγγέλιο” στις αγοραίες συνθήκες του 20ού αιώνα τα σοφά παραληρήματα του Ρεμπώ, του Μαλαρμέ, του Λοτρεαμόν, του Τζόις. Γιατί εκεί βρήκε να συναρτάται η ανανήφουσα από την “Βαβυλώνεια αιχμαλωσία” της Δύση με την προ πολλού μεγαλομάρτυρα Βυζαντινή Ανατολή, οπότε συνέβη το εξής περίεργο: Έχοντας αφετηρία άμεση ο Πεντζίκης κατ’ αρχάς όχι την πατρογονική του παράδοση, αλλά τα πιο μοντέρνα έργα τέχνης της Δύσεως, οδηγήθηκε απ’ αυτά να αναγνωρίσει την προτεραιότητα και απαράμιλλη αλήθεια της Ανατολής, κι από τη στιγμή εκείνη διάλεξε κι αυτός, κατά το ψαλμικόν, “παραρριπτείσθαι εν τοις οίκοις του Θεού μάλλον ή οικείν εν σκηνώμασιν αμαρτωλών” (Ψαλμ. 33, 11)».
+Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ. (1994). Ο Πεντζίκης του επέκεινα και του ενθάδε. Αθήνα: Δόμος, σσ. 10-11.
Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019
Ο αγνός Χριστιανισμός των Σποράδων κατά τον κυρ Αλέξανδρο της Σκιάθου
«Βέβαια όλη Ελλάδα είναι χριστιανική και ταρχαία μνημεία και ερείπια, νομίζω ότι δε μπορούμε να τα εκτιμήσουμε σωστά, παρά σχετίζοντάς τα με το χριστιανικό πνεύμα, ως τόσο όμως σ’ άλλες μεργιές, η παγανιστική μνήμη εκθέτει στο φως τόσα πολλά τεκμήρια, που δεν είναι εύκολο να διακρίνει κανένας, την σφραγίδα που επέβαλε η επικράτηση του Χριστιανισμού».
Περιγραφή ΝΙΚΟΥ ΠΕΝΤΖΙΚΗ. (1995). «Ταξιδεύοντας στις Σποράδες. Τα γραφικά νησιά που ύμνησε ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ο αγνός Χριστιανισμός των, οι ωραίες συνήθειές τους, τα θαυμάσια τοπεία», στο: Παπαδιαμαντικά Τετράδια. 3:129-132.
Παρασκευή 17 Μαΐου 2019
Ορθοδοξία και Πολιτική
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Για τις πολλές μετριότητες, κυρίως τους υποψήφιους και τις υποψήφιες των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, που καθημερινά μας βομβαρδίζουν με το ανακάτεμα του «πολιτικού» - «κομματικού» τους λόγου με την Ορθόδοξη πίστη, δύο αποδεικτικά κείμενα είναι λίαν ενδιαφέροντα. Το πρόβλημα, όμως, είναι αν θα καταλάβουν το νόημά τους…
«Είναι αυτόχρημα γελοίο το να προσπαθεί κανείς να αποδείξει κάτι. Ξεμοιάζει εντελώς με την ποικιλία των διαφόρων εκείνων, που ξεκινώντας από άριστα στα μαθηματικά του γυμνασίου, καταγίνονται να αποδείξουν τον τετραγωνισμό του κύκλου. Τους αφόρητα εγωκεντρικούς αποτυχημένους, που θέλουν μ’ ένα λόγο δικό τους, να υποκαταστήσουν την αλήθεια των πολλών αναπνοών». ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (1972). Ομιλήματα. Αθήνα: Εκδόσεις των Φίλων, σ. 122.
«Υπήρξε περίοδος όπου ο Χριστιανισμός χρησιμοποιήθηκε από το κράτος ως κυρίαρχη ιδεολογία, πάντα όμως διατηρήθηκε η ευαγγελική και ευχαριστιακή διάστασή του, εκατομμύρια άνθρωποι σώθηκαν από την απόγνωση και έγιναν ικανοί για την καλοσύνη. Σήμερα, αν τα πάντα μας αφαιρεθούν, αν κάθε εξουσία μάς αφαιρεθεί, αν κάθε δυνατότητα ανοιχτής δράσης μέσα στην κοινωνία μάς αφαιρεθεί – και διαρκώς προς τα εκεί πάνε τα πράγματα- δεν πρέπει να δίνουμε επιβραδυντικές μάχες. Θα έλεγα ότι αν έτσι είναι τα πράγματα, τόσο το καλύτερο». ΟΛΙΒΙΕ ΚΛΕΜΑΑΝ. (1985). Ορθοδοξία και Πολιτική. Αθήνα: μήνυμα, σσ. 13-14.
Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2019
Δευτέρα 2 Ιουλίου 2018
Τεριρέμ με Νίκο Γαβριήλ Παντζίκη
«Όλα τα πράγματα του κόσμου, σκέφτηκα, όποια χέρια κι' αν τα 'πλασαν, όπως κι' αν γίνηκαν, είναι άξια της προσοχής μας. Τίποτα δεν υπάρχει μηχανικά απλώς για να 'ναι χρήσιμο. Δεν μπορεί να ζήσει ο άνθρωπος με τα πράγματα, τα ζώα ή τα σίδερα αν αυτά δεν είναι γεμάτα από έρωτα».
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (1992). Το Μυθιστόρημα της κυρίας Έρσης. Αθήνα: Άγρα, σ. 125.
Παρασκευή 8 Ιουνίου 2018
Νίκος - Γαβριήλ Πεντζίκης· μια ιδιότυπη βυζαντινή μορφή
«Συμπληρώνοντας τώρα το σχήμα που ζητώντας μού δόθηκε να φορέσω, επιστρέφω κι εγώ στη Θεσσαλονίκη απ’ όπου κατάγομαι και γεννήθηκα. Έρχομαι να τερματίσω στον τόπο της αφετηρίας μου. Πέρασα τους τρεις ποταμούς και πλησίασα προς μιάν άκρη του ημικυκλικού λιμένα, στο μυχό του κόλπου, όπου οι βόρειοι άνεμοι ανταμώνουν με τους μεσημβρινούς. Βλέπω, στις υπώρειες των βουνών με τις κορυφές Πατέρα, Περιστερά, Χριστός και Αδάμ, κάτω από τα τείχη του κάστρου, αμφιθεατρικά έως τη θάλασσα, όμορφα ανάμεσα στα δέντρα τα σπίτια της πόλης. Είναι πρωί, της πόλης το πρόσωπο ξεκούραστο από τον προηγούμενο κάματο, το σκεπάζουν ακόμα, με την τελευταία του ύπνου νωχέλεια, σύννεφα γεμάτα όνειρα, που μπορείς να ταξιδέψεις προς όλες τις διαστάσεις σε κάθε απόσταση. Όταν ο ήλιος ανέβηκε περισσότερο απ’ την ανατολή, φάνηκαν ρόδινοι οι καπνοί των σπιτιών. Ξυπνούσαν. Τότε θυμήθηκα τη διήγηση από ένα όνειρο που είχε δει επανειλημμένα η γιαγιά μου, η μητέρα της μητέρας μου, πως στο πατρικό μας σπίτι από κάτω ήταν εκκλησία θαμμένη. Της παρουσιάζονταν Σεβάσμια μορφή, που έδινε την εντολή να γκρεμίσουμε το σπίτι και να σκάψουμε, να βρούμε από κάτω την Εκκλησία».
ΝΙΚΟΣ ΓΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. (1987). Ο Πεθαμένος και η Ανάσταση. Αθήνα: Άγρα, σσ. 152-153.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)