Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πλάτων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 13 Οκτωβρίου 2024

Ο Ευάγγελος Π. Παπανούτσος για τον Δάσκαλο

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Προσωπική θέση εκφράζω: Όσοι Εσωτερικοί Κανονισμοί για την λειτουργία των σχολικών μονάδων και να γραφούν, αν δεν λαμβάνουν υπόψη τους δύο βασικές παιδαγωγικές αρχές: την παιδαγωγική αγάπη και την υπομονή, καθίστανται κανόνες για δήθεν καλούς – υπάκουους και δήθεν κακούς – άτακτους μαθητές. Ο Ε. Π. Παπανούτσος, σε καιρό που στο σχολείο ο δάσκαλος ήταν ο φόβος και ο τρόμος των μαθητών –στα 1976- όταν έγραφε τα ωραία δοκίμιά του για την αυστηρότητα ή την επιείκεια και το νόημα των ποινών, με έμφαση διατύπωνε το εξής: 
«Αλίμονο στον Δάσκαλο που επιδιώκει με το φόβο να κερδίσει την εκτίμηση των μαθητών του, ή με το χάδι την συμπάθειά τους. Αλλιώς βλέπουν τον “αληθινό” Δάσκαλο τα παιδιά, και αλλιώς τον θέλουν για να τον λογαριάσουν και να τον αγαπήσουν».
Όταν υποχρεώνεσαι να τιμωρήσεις μιαν αταξία των μαθητών, αυτή, γράφει, είναι σοβαρότερη απ’ όταν καλείσαι να βαθμολογήσεις τις επιδόσεις τους· «δεν υπάρχει ίσως λεπτότερο θέμα στη σχολική πράξη από το θέμα της ποινής. Πολλές και ποικίλες είναι οι γνώμες που έχουν διατυπωθεί πάνω σ’ αυτό· οριστικά δεν έχει καμιά νικήσει. Γιατί το ζήτημα είναι από τη φύση του πολυσύνθετο, περίπλοκο. Η περιπτωσιολογία του δεν εξαντλείται με όλες τις αναλύσεις και τις κατατάξεις που έχουν γίνει από τους ειδικούς, ψυχολόγους και παιδαγωγούς». 
Το ερώτημα «να τιμωρούμε ή να μην τιμωρούμε τους μαθητές μας», ο αείμνηστος Παπανούτσος το θεωρεί παραπλανητικό, όπως και το ερώτημα «αυστηρότητα ή επιείκεια;» 
«Η ποινή είναι κύρωση, και η κύρωση είναι αναπόσπαστη από κάθε πειθαρχικό κανόνα. Το σχολείο είναι μια μικρή κοινωνία, και κάθε κοινωνία, για να μη διαλυθεί χρειάζεται πειθαρχικούς κανόνες. Το συμπέρασμα βγαίνει μόνο του: Δεν γίνεται να λείψουν από το σχολείο οι ποινές. Το ζήτημα είναι: Ποιες ποινές επιτρέπονται στο σχολείο; Πότε και πως πρέπει να αποφασίζονται και να εκτελούνται; Και εδώ το λόγο έχει ο Δάσκαλος ο “γνωστικός” που θέλει να τιμήσει το έργο του και όχι μόνο ξέρει, αλλά και αναδέχεται τις ευθύνες του»
Ο Δάσκαλος που σέβεται τον εαυτό του και αγαπά τους μαθητές του στέκεται με ιδιαίτερη προσοχή στο εξής: 
«Το από παιδαγωγικήν άποψη σοβαρότερο μειονέκτημα της τιμωρίας του μαθητή από το Δάσκαλο, είναι ότι την επιβάλλει ο “από θέση του” ισχυρός σ’ ένα “από τη θέση του” αδύνατο. Η “ισχύς” που του δίνει η θέση μέσα στην τάξη, μπορεί εύκολα να παρασύρει το Δάσκαλο (όπως mutatis mutandis τον πολιτικό και τον στρατιωτικό) στην υπεροψία και στην αυθαιρεσία, στην “κατάχρηση εξουσίας”. Και η αδυναμία που αισθάνεται ο μαθητής ν’ αντιδράσει, επειδή η δική του θέση είναι στο θρανίο (εξαρτημένη) και όχι στην έδρα (αυτεξούσια), τον κάνει πολύ συχνά να συμπυκνώνει στα κρυφά την αναχαιτιζόμενη (αντ)επιθετικότητά του, να συσπειρώνεται και ν’ αναζητεί άλλους δρόμους (πλάγιους) και άλλα μέσα (όχι πάντοτε έντιμα) για ν’ ανταποδώσει τα πλήγματα. Έτσι η αίθουσα της τάξης μετατρέπεται σε πεδίο μάχης και η παιδευτική σχέση Δασκάλου και μαθητή αλλοιώνεται ριζικά, γίνεται πολεμική αναμέτρηση».

 

Αυτά, ο Παπανούτσος τα γράφει το 1976, και εμείς σήμερα κοπτόμαστε πως θα εφαρμόσουμε Εσωτερικούς Κανονισμούς Λειτουργίας των σχολικών μονάδων, οι οποίοι στο σύνολό τους είναι copy paste. Δεν τους αρνούμαι, είναι απαραίτητοι. Απαραίτητοι όμως όταν ο Δάσκαλος ως ζωντανό κι όχι ως τυπικό μέλος ενός συλλόγου διδασκόντων/ουσών λάβει υπόψη του το εξής παιδαγωγικό γεγονός : 
«Το σημερινό “παιδί”, σε όλο το φάσμα του, από το “νήπιο” έως τον “νεανία”, έχει λευτερωθεί από τους “κληρονομικούς” ενδοιασμούς, τις πλεγματικές αναχαιτίσεις που παλαιότερα έκαναν το μαθητή να σκύβει παθητικά το κεφάλι και να δέχεται αδιαμαρτύρητα την “αυθεντία” του Δασκάλου, του οποιουδήποτε Δασκάλου. Σηκώνεται και διατυπώνει με θάρρος προς κάθε κατεύθυνση τις απορίες, τις αντιρρήσεις, τις δικές του γνώμες. Και επειδή σήμερα σείεται παντού το κοινωνικό έδαφος από τα προβλήματα που έχουν γεννήσει οι οικονομικές εξελίξεις και οι πολιτικές ζυμώσεις σε όλες τις χώρες του κόσμου, αλλού βαθύτερα και ισχυρότερα, αλλού επιπόλαια και αδύνατα, η “αμφισβήτηση” έχει εισβάλει στα σχολεία όλων των τύπων και των αναβαθμών και έχει κάνει δύσκολο, τραγικά κάποτε δύσκολο το έργο του Δασκάλου». 
Τάδε έφη, λοιπόν, ο Ε. Π. Παπανούτσος, στα 1976! Και επίκαιρος εν έτει 2024!




Υ.Γ. Έχουν περάσει σχεδόν δυόμισι χιλιάδες χρόνια από την εποχή του Πλάτωνα και η Πολιτεία του είναι κι αυτή επίκαιρη: Στο 363a-e ο Αθηναίος σοφός συγγραφέας γράφει ότι, στο έδαφος της κολακείας των νέων δεν φυτρώνει η δημοκρατία αλλά η τυραννία.

Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Η Μονή της Χώρας και η ιστορία μιας λέξης

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΚΛΗΡΗΣ· Δρ Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης.


Ο πρώτος ναός βρισκόταν έξω από τα τείχη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εξ ου και το όνομα. Η ονομασία της Μονής της Χώρας, που πρόσφατα μετατράπηκε σε τζαμί, συνοψίζει τη δραματική ιστορία της: «Χώρα» ονόμαζαν στο Βυζάντιο την πεδιάδα έξω από τα τείχη της πόλεως. Ο πρώτος ναός βρισκόταν έξω από τα τείχη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εξ ου και το όνομα. Οι μεταγενέστεροι ναοί βρίσκονταν εντός των τειχών του Θεοδοσίου Β΄ και αποτελούσαν μέρος του περιβόλου των οχυρώσεων. Η «χώρα» είχε συμπέσει με το τείχος, που έσωζε την Πόλη μέχρι την ανακάλυψη της πυρίτιδας.
Ο σωζόμενος ναός έχει κτιστεί το 1077-1081 από τη Μαρία Δούκαινα, συγγενή του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού, και ανακαινίστηκε το 1310-1317 περίπου από τον Θεόδωρο Μετοχίτη, ο οποίος τον διακόσμησε με τα διάσημα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270-1332), αστρονόμος, φιλόσοφος και «μεσάζων», δηλαδή πρωθυπουργός επί αυτοκρατορίας Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου (1282-1328), έδωσε στον όρο «χώρα» συμβολικό περιεχόμενο: Ο Χριστός εικονίστηκε ως η «Χώρα των Ζώντων» και η Θεοτόκος ως η «Χώρα του Αχωρήτου». Ο Πλάτων είχε χρησιμοποιήσει τον όρο «χώρα» για να περιγράψει την ύλη ως έναν «χώρο» όπου προβάλλονται οι ιδέες.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, γνώστης του Πλάτωνος και υπομνηματιστής του Αριστοτέλους, ονόμασε την εικονιζόμενη Παναγία «Χώρα του Αχωρήτου», επειδή, κατά τη βυζαντινή θεολογία, προσφέρει τον «χώρο» για να ενσαρκωθεί ο καθ’ εαυτόν «αχώρητος» Θεός. Πρόκειται για μια χριστιανική ερμηνεία του πλατωνισμού, που ανατιμά την ύλη: Στον πλατωνισμό, η «χώρα» είναι μια φιλοσοφική εκδοχή του χάους του Ησιόδου, μια οθόνη όπου προβάλλονται οι ιδέες, χάνοντας την ενάργειά τους και υφιστάμενες διάθλαση και ποικίλες στρεβλώσεις. Στον χριστιανισμό, ο Λόγος γίνεται ο ίδιος ύλη με τη συνδρομή μιας γυναίκας. Ο Χριστός ονομάζεται εσχατολογικώς «Χώρα των Ζώντων», επειδή, κατά τη χριστιανική πίστη, μετά την κοινή ανάσταση στο τέλος της Ιστορίας θα χωρέσει στην καθολική ανθρώπινη φύση του όσους θα ζουν αιώνια.
Ο στόχος είναι η «περι-χώρησις», ένας αστρονομικός όρος που αρχικά σήμαινε την κυκλική τροχιά γύρω από ένα σώμα, κατέληξε, όμως, διά μέσου των στωικών, να σημαίνει έναν υπαρξιακό «εναγκαλισμό» και εν τέλει τη δυνατότητα συμβίωσης και συνύπαρξης διαφορετικών προσώπων που μπορούν να μοιραστούν τον ίδιο χώρο, αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε «ενσυναίσθηση». Η φιλόσοφος Τζούλια Κρίστεβα εισήγαγε τον όρο «χώρα» στις φεμινιστικές σπουδές, προκειμένου να δηλώσει ένα πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, όπου το νεογνό δεν έχει αίσθηση ορίων, συγχεόμενο με το μητρικό σώμα. Πρόκειται για μια εμβίωση της γυμνής υλικότητας της ύπαρξης, κοντά στο κατά Λακάν «Πραγματικό». Η Κρίστεβα επανερμηνεύει με μεταμοντέρνο τρόπο τη χριστιανική καταξίωση της ύλης: Θεωρεί τη «χώρα» ως μια «θηλυκή» και γόνιμη υπονόμευση των ορίων του λόγου στην κατεύθυνση της δημιουργικής αμφισημίας.
Η «περι-χώρηση» υπήρξε διηνεκές πολιτικό διακύβευμα. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης έπεσε σε δυσμένεια μετά τον εμφύλιο ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β΄ και τον εγγονό του Ανδρόνικο Γ΄ και πέθανε ως μοναχός της Μονής που προίκισε με τη βιβλιοθήκη του. Οι εμφύλιοι των Παλαιολόγων εξασθένησαν το Βυζάντιο με αποτέλεσμα την επικράτηση της οθωμανικής δυναστείας. Η Μονή μετατράπηκε το 1511 σε «Καριγιέ» τζαμί επί Βαγιαζίτ Β΄. Το 1945 έγινε μουσείο σύμφωνα με την πολιτική του κεμαλικού εκσυγχρονισμού, ενώ τις εργασίες επανεύρεσης των ψηφιδωτών ανέλαβε ως το 1958 το αμερικανικό Κέντρο Βυζαντινών Σπουδών Dumbarton Oaks.
Επί των ημερών του προέδρου Ρετζέπ Ερντογάν εφαρμόζεται μια αντικεμαλική πολιτική «ανακατάκτησης» βυζαντινών ναών, που λειτουργούσαν ως μουσεία. Η χρονική συγκυρία της συγκεκριμένης υλοποίησης απόφασης του τουρκικού Συμβουλίου Επικρατείας απευθύνεται σε τρεις αποδέκτες:
α) Στο εσωτερικό της Τουρκίας, σημαίνει κατάργηση του δυτικού εκσυγχρονισμού του Κεμάλ Ατατούρκ και επικράτηση του νεο-οθωμανισμού. Η έννοια του μουσείου αποτελεί μία εμβληματική εφεύρεση της νεωτερικότητας, συνδεόμενη με τον Μέγα Ναπολέοντα, που εισήγαγε θρησκευτική τέχνη σε εθνικά μουσεία από κοινού με την κοσμική. Στην Τουρκία, ήταν ο εκσυγχρονιστικός κεμαλισμός που προώθησε την εκκοσμίκευση και την προσφορά μιας συνολικής πολιτισμικής κληρονομιάς στο εξωτερικό βλέμμα. Ο Ερντογάν παρουσιάζεται ως νέος Μωάμεθ Πορθητής, που «αλώνει» ξανά την Κωνσταντινούπολη αυτή τη φορά ως κέντρο ευρωπαϊκού και διεθνούς κοσμοπολιτισμού που παραδίδεται στη βαθιά μουσουλμανική Τουρκία της Ανατολίας.
β) Προς την Ελλάδα, ο Ερντογάν λειτουργεί ως διαπραγματευτής-«μποξέρ», που αποσταθεροποιεί τον αντίπαλο συνομιλητή, με ταυτόχρονη επίδειξη πυγμής και πρόταση φιλίας.
γ) Προς τη Δύση, δεδομένου ότι η αναστήλωση της Μονής της Χώρας υπήρξε αμερικανικό εγχείρημα, η κίνηση εντάσσεται σε θεαματικό «πολιτισμικό πόλεμο» στη Μέση Ανατολή, όπου ο τούρκος πρόεδρος προβάλλεται ως υπέρμαχος των μουσουλμάνων.
Η ίδια η οθωμανική αυτοκρατορία υπήρξε εξόχως πολυπολιτισμική, καθώς βασιζόταν στον διαχωρισμό ανάμεσα σε μουσουλμάνους που πολεμούσαν και σε ραγιάδες-φορολογικά υποκείμενα. Οι αλλόθρησκοι έπρεπε οπωσδήποτε να διασωθούν ως ενθυλακωμένες ετερότητες, για να πληρώνουν φόρους. Το Βυζάντιο, αντιθέτως, απαιτούσε ιδεολογική ομοιογένεια και για αυτό ηττήθηκε από το Ισλάμ. Κατά την πρώιμη νεωτερικότητα, οι δυτικοί περιηγητές σκανδαλίζονταν από την ανεκτική πολυπολιτισμικότητα των Οθωμανών έναντι της ομοιογένειας του νεωτερικού κράτους. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση, η οθωμανική «πολυπολιτισμικότητα» είχε ως συνέπεια το να αποτελούν ξένες μειονότητες την αστική τάξη, γεγονός που οδήγησε με τη σειρά του στις γενοκτονικές πολιτικές των αρχών του 20ού αιώνα, προκειμένου να αναδυθεί τουρκική αστική τάξη. Ο νεο-οθωμανισμός του Ερντογάν στερείται την πολυπολιτισμικότητα του οθωμανικού προτύπου, βασιζόμενος σε εντόπια αστική τάξη. Αποτελεί μια πολυσυλλεκτική ιδεολογία, με την οποία ο Ερντογάν προβάλλεται ως εκπρόσωπος άλλοτε του σουνιτικού Ισλάμ (βλ. Παλαιστίνη), άλλοτε του παντουρανισμού (Κεντρική Ασία), και άλλοτε ως αναβιωτής της οθωμανικής σφαίρας (Βαλκάνια, Αφρική ως Σομαλία).
Η μετατροπή ενός μουσείου ξανά σε θρησκευτικό χώρο αποτελεί μία συμβολική άρση της εκκοσμίκευσης που έχει συνδυαστεί με τη μουσειοποίηση των πολιτισμικών κληρονομιών. Πρόκειται για μια επιθετική πολιτική τουρκικής ομογενοποίησης, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως σύμπτωμα αδυναμίας ενός καθεστώτος που αντιμετωπίζει εσωτερικές δυσκολίες, τις οποίες υπεραναπληρώνει με θεαματικές κινήσεις, αλλά ταυτοχρόνως παράγει επιτελεστικώς αλλαγές τις οποίες το όποιο διάδοχο καθεστώς θα δυσκολευτεί πολύ να αναιρέσει.

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 3 Μαΐου 2021

Ποίηση - Φιλοσοφία - Ανάσταση

«ΜΟΡΦΗ ΚΑΙ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ (ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΑ ΑΚΟΜΑ) – Εάν μη ο κόκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει· εάν δεν αποθάνη (με του ποιήματος το νεκρό απολίθωμα γραμμένο απάνω στη σελίδα) πολύν καρπόν φέρει (ο καρπός είναι η ποίηση ή όποια τέχνη). Δίχως ΑΥΤΟ δεν υπάρχει ποίηση. Αν δεν πεθάνει ή απολιθωθεί - με το ποίημα γραμμένο  απάνω στη σελίδα – η ποίηση, χάνεται, διαλύεται, αυτή μόνη μένει, απομένει μονάχη, δίχως καρπό. Αν όμως απολιθωθεί απάνω στη σελίδα, εάν δε αποθάνη, έχομε την ποιητική καρποφορία, τον πλούσιο καρπό της ποίησης, πολύν καρπόν φέρει. Ο θάνατος είναι η ζωή (και το αντίθετο). Για τούτο και στον Πλάτωνα οι ορθώς φιλοσοφούντες αποθνήσκειν μελετώσι. Με τον τρόπο αυτόν και ο φιλόσοφος πολύν καρπόν φέρει. Διαφορετικά, αν ο φιλόσοφος δεν καταλάβει πως ο θάνατος είναι δουλειά του, δεν κάνει τίποτα, αυτός μόνος μένει. Έτσι και με την ποίηση, ή όποια άλλη τέχνη. Έτσι και με όλα στη ζωή. Ο δρόμος περνάει, με διαφορετικά λόγια, μέσα από το Θάνατο για να φτάσει μια μέρα στην Ανάσταση. ΑΥΤΟ (συμβαίνει) με όλα και σε όλα. Ο Xριστός μάς μιλάει με τη γλώσσα του Ιωάννη: εγώ είμι η ανάστασις και η ζωή. ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη, ζήσεται. Είτε το ξέρει είτε δεν το ξέρει – και προ Χριστού και μετά Χριστόν – ο ποιητής ή ο δημιουργός πιστεύει στην Ανάσταση (στο Χριστό) από τη στιγμή που εμπιστεύεται το απολίθωμα του ποιήματος απάνω στη σελίδα, με την ελπίδα της ποιητικής καρποφορίας. Et tour le reste est literature».


ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σ. 245 [484].