Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

Ο Αραβικός κόσμος μέσα στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη

Δ Ε Λ Τ Ι Ο   Τ Υ Π Ο Υ 


Εκδήλωση με θέμα: «Ο Αραβικός κόσμος μέσα στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη» και ανάγνωση αποσπασμάτων από την Οδύσσεια του Νίκου Καζαντζάκη οργανώνει η Διεθνής Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη. Η εκδήλωση θα γίνει στο πλαίσιο της 20ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης.
Ομιλήτρια θα είναι η κα Δρ Αικατερίνη Ζωγραφιστού, Πρόεδρος του Παραρτήματος Ελλάδας της ΔΕΦΝΚ και αναγνώστες /αναγνώστριες της Οδύσσειας θα είναι οι: κα Έλενα Αβραμίδου (στ. Α 74-123), κα Αγγελική Ταλιγκάρου (στ. Γ 1-22), κα Βίκυ Κατσαρού (στ. Η 781-807), κ. Νίκος Σκεντέρης (στ. Μ 1-25), κ. Νίκος Χρυσός (στ. Π 1209-1246) και κα Αικατερίνη Ζωγραφιστού (στ. Ψ 1-38). 
Παρασκευή 17 Μαΐου 2024. Ώρα: 13.00
Η εκδήλωση θα είναι ταυτόχρονα σε Live Streaming· περισσότερες πληροφορίες στο Link https://www.thessalonikibookfair.gr/event/1170 και το κανάλι μετάδοσης στο Youtube θα είναι https://www.youtube.com/@cosmos-stage-gr

Η Μονή της Χώρας και η ιστορία μιας λέξης

Γράφει ο ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΣΚΛΗΡΗΣ· Δρ Ελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σορβόννης.


Ο πρώτος ναός βρισκόταν έξω από τα τείχη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εξ ου και το όνομα. Η ονομασία της Μονής της Χώρας, που πρόσφατα μετατράπηκε σε τζαμί, συνοψίζει τη δραματική ιστορία της: «Χώρα» ονόμαζαν στο Βυζάντιο την πεδιάδα έξω από τα τείχη της πόλεως. Ο πρώτος ναός βρισκόταν έξω από τα τείχη του Μεγάλου Κωνσταντίνου, εξ ου και το όνομα. Οι μεταγενέστεροι ναοί βρίσκονταν εντός των τειχών του Θεοδοσίου Β΄ και αποτελούσαν μέρος του περιβόλου των οχυρώσεων. Η «χώρα» είχε συμπέσει με το τείχος, που έσωζε την Πόλη μέχρι την ανακάλυψη της πυρίτιδας.
Ο σωζόμενος ναός έχει κτιστεί το 1077-1081 από τη Μαρία Δούκαινα, συγγενή του Αλεξίου Α΄ Κομνηνού, και ανακαινίστηκε το 1310-1317 περίπου από τον Θεόδωρο Μετοχίτη, ο οποίος τον διακόσμησε με τα διάσημα ψηφιδωτά και τις τοιχογραφίες. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης (1270-1332), αστρονόμος, φιλόσοφος και «μεσάζων», δηλαδή πρωθυπουργός επί αυτοκρατορίας Ανδρόνικου Β΄ Παλαιολόγου (1282-1328), έδωσε στον όρο «χώρα» συμβολικό περιεχόμενο: Ο Χριστός εικονίστηκε ως η «Χώρα των Ζώντων» και η Θεοτόκος ως η «Χώρα του Αχωρήτου». Ο Πλάτων είχε χρησιμοποιήσει τον όρο «χώρα» για να περιγράψει την ύλη ως έναν «χώρο» όπου προβάλλονται οι ιδέες.
Ο Θεόδωρος Μετοχίτης, γνώστης του Πλάτωνος και υπομνηματιστής του Αριστοτέλους, ονόμασε την εικονιζόμενη Παναγία «Χώρα του Αχωρήτου», επειδή, κατά τη βυζαντινή θεολογία, προσφέρει τον «χώρο» για να ενσαρκωθεί ο καθ’ εαυτόν «αχώρητος» Θεός. Πρόκειται για μια χριστιανική ερμηνεία του πλατωνισμού, που ανατιμά την ύλη: Στον πλατωνισμό, η «χώρα» είναι μια φιλοσοφική εκδοχή του χάους του Ησιόδου, μια οθόνη όπου προβάλλονται οι ιδέες, χάνοντας την ενάργειά τους και υφιστάμενες διάθλαση και ποικίλες στρεβλώσεις. Στον χριστιανισμό, ο Λόγος γίνεται ο ίδιος ύλη με τη συνδρομή μιας γυναίκας. Ο Χριστός ονομάζεται εσχατολογικώς «Χώρα των Ζώντων», επειδή, κατά τη χριστιανική πίστη, μετά την κοινή ανάσταση στο τέλος της Ιστορίας θα χωρέσει στην καθολική ανθρώπινη φύση του όσους θα ζουν αιώνια.
Ο στόχος είναι η «περι-χώρησις», ένας αστρονομικός όρος που αρχικά σήμαινε την κυκλική τροχιά γύρω από ένα σώμα, κατέληξε, όμως, διά μέσου των στωικών, να σημαίνει έναν υπαρξιακό «εναγκαλισμό» και εν τέλει τη δυνατότητα συμβίωσης και συνύπαρξης διαφορετικών προσώπων που μπορούν να μοιραστούν τον ίδιο χώρο, αυτό που σήμερα θα ονομάζαμε «ενσυναίσθηση». Η φιλόσοφος Τζούλια Κρίστεβα εισήγαγε τον όρο «χώρα» στις φεμινιστικές σπουδές, προκειμένου να δηλώσει ένα πρώιμο στάδιο ανάπτυξης, όπου το νεογνό δεν έχει αίσθηση ορίων, συγχεόμενο με το μητρικό σώμα. Πρόκειται για μια εμβίωση της γυμνής υλικότητας της ύπαρξης, κοντά στο κατά Λακάν «Πραγματικό». Η Κρίστεβα επανερμηνεύει με μεταμοντέρνο τρόπο τη χριστιανική καταξίωση της ύλης: Θεωρεί τη «χώρα» ως μια «θηλυκή» και γόνιμη υπονόμευση των ορίων του λόγου στην κατεύθυνση της δημιουργικής αμφισημίας.
Η «περι-χώρηση» υπήρξε διηνεκές πολιτικό διακύβευμα. Ο Θεόδωρος Μετοχίτης έπεσε σε δυσμένεια μετά τον εμφύλιο ανάμεσα στον Ανδρόνικο Β΄ και τον εγγονό του Ανδρόνικο Γ΄ και πέθανε ως μοναχός της Μονής που προίκισε με τη βιβλιοθήκη του. Οι εμφύλιοι των Παλαιολόγων εξασθένησαν το Βυζάντιο με αποτέλεσμα την επικράτηση της οθωμανικής δυναστείας. Η Μονή μετατράπηκε το 1511 σε «Καριγιέ» τζαμί επί Βαγιαζίτ Β΄. Το 1945 έγινε μουσείο σύμφωνα με την πολιτική του κεμαλικού εκσυγχρονισμού, ενώ τις εργασίες επανεύρεσης των ψηφιδωτών ανέλαβε ως το 1958 το αμερικανικό Κέντρο Βυζαντινών Σπουδών Dumbarton Oaks.
Επί των ημερών του προέδρου Ρετζέπ Ερντογάν εφαρμόζεται μια αντικεμαλική πολιτική «ανακατάκτησης» βυζαντινών ναών, που λειτουργούσαν ως μουσεία. Η χρονική συγκυρία της συγκεκριμένης υλοποίησης απόφασης του τουρκικού Συμβουλίου Επικρατείας απευθύνεται σε τρεις αποδέκτες:
α) Στο εσωτερικό της Τουρκίας, σημαίνει κατάργηση του δυτικού εκσυγχρονισμού του Κεμάλ Ατατούρκ και επικράτηση του νεο-οθωμανισμού. Η έννοια του μουσείου αποτελεί μία εμβληματική εφεύρεση της νεωτερικότητας, συνδεόμενη με τον Μέγα Ναπολέοντα, που εισήγαγε θρησκευτική τέχνη σε εθνικά μουσεία από κοινού με την κοσμική. Στην Τουρκία, ήταν ο εκσυγχρονιστικός κεμαλισμός που προώθησε την εκκοσμίκευση και την προσφορά μιας συνολικής πολιτισμικής κληρονομιάς στο εξωτερικό βλέμμα. Ο Ερντογάν παρουσιάζεται ως νέος Μωάμεθ Πορθητής, που «αλώνει» ξανά την Κωνσταντινούπολη αυτή τη φορά ως κέντρο ευρωπαϊκού και διεθνούς κοσμοπολιτισμού που παραδίδεται στη βαθιά μουσουλμανική Τουρκία της Ανατολίας.
β) Προς την Ελλάδα, ο Ερντογάν λειτουργεί ως διαπραγματευτής-«μποξέρ», που αποσταθεροποιεί τον αντίπαλο συνομιλητή, με ταυτόχρονη επίδειξη πυγμής και πρόταση φιλίας.
γ) Προς τη Δύση, δεδομένου ότι η αναστήλωση της Μονής της Χώρας υπήρξε αμερικανικό εγχείρημα, η κίνηση εντάσσεται σε θεαματικό «πολιτισμικό πόλεμο» στη Μέση Ανατολή, όπου ο τούρκος πρόεδρος προβάλλεται ως υπέρμαχος των μουσουλμάνων.
Η ίδια η οθωμανική αυτοκρατορία υπήρξε εξόχως πολυπολιτισμική, καθώς βασιζόταν στον διαχωρισμό ανάμεσα σε μουσουλμάνους που πολεμούσαν και σε ραγιάδες-φορολογικά υποκείμενα. Οι αλλόθρησκοι έπρεπε οπωσδήποτε να διασωθούν ως ενθυλακωμένες ετερότητες, για να πληρώνουν φόρους. Το Βυζάντιο, αντιθέτως, απαιτούσε ιδεολογική ομοιογένεια και για αυτό ηττήθηκε από το Ισλάμ. Κατά την πρώιμη νεωτερικότητα, οι δυτικοί περιηγητές σκανδαλίζονταν από την ανεκτική πολυπολιτισμικότητα των Οθωμανών έναντι της ομοιογένειας του νεωτερικού κράτους. Μετά τη βιομηχανική επανάσταση, η οθωμανική «πολυπολιτισμικότητα» είχε ως συνέπεια το να αποτελούν ξένες μειονότητες την αστική τάξη, γεγονός που οδήγησε με τη σειρά του στις γενοκτονικές πολιτικές των αρχών του 20ού αιώνα, προκειμένου να αναδυθεί τουρκική αστική τάξη. Ο νεο-οθωμανισμός του Ερντογάν στερείται την πολυπολιτισμικότητα του οθωμανικού προτύπου, βασιζόμενος σε εντόπια αστική τάξη. Αποτελεί μια πολυσυλλεκτική ιδεολογία, με την οποία ο Ερντογάν προβάλλεται ως εκπρόσωπος άλλοτε του σουνιτικού Ισλάμ (βλ. Παλαιστίνη), άλλοτε του παντουρανισμού (Κεντρική Ασία), και άλλοτε ως αναβιωτής της οθωμανικής σφαίρας (Βαλκάνια, Αφρική ως Σομαλία).
Η μετατροπή ενός μουσείου ξανά σε θρησκευτικό χώρο αποτελεί μία συμβολική άρση της εκκοσμίκευσης που έχει συνδυαστεί με τη μουσειοποίηση των πολιτισμικών κληρονομιών. Πρόκειται για μια επιθετική πολιτική τουρκικής ομογενοποίησης, η οποία μπορεί να θεωρηθεί ως σύμπτωμα αδυναμίας ενός καθεστώτος που αντιμετωπίζει εσωτερικές δυσκολίες, τις οποίες υπεραναπληρώνει με θεαματικές κινήσεις, αλλά ταυτοχρόνως παράγει επιτελεστικώς αλλαγές τις οποίες το όποιο διάδοχο καθεστώς θα δυσκολευτεί πολύ να αναιρέσει.

ΠΗΓΗ: ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 14 Μαΐου 2024

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ: Σταθερή Αξία!


Ο κοινός λόγος «κάθε θαύμα τρεις ημέρες, το μεγάλο τέσσερις» ισχύει, πιστεύω, και για το κορυφαίο των θαυμασίων: την ανάσταση. Είτε για την ανάσταση της κόρης του Ιαείρου πρόκειται ή του Λαζάρου είτε του ίδιου του Ιησού, η ιστορία των εμπειριών του ανθρώπου τον φέρνει αντιμέτωπο της πίστης του. Θέλει να πιστέψει πως η ανάσταση τον συμπεριλαμβάνει, πρωτίστως για να ξανανταμώσει τους αγαπημένους του. Συνειδητοποιεί, όμως, ότι το μερίδιο του Θωμά μέσα του παραμένει μεγάλο, ανεξάλειπτο, ακόμα κι αν τηρεί την παράδοση και επί σαράντα ημέρες μετά το Πάσχα αντικαθιστά με το «Χριστός ανέστη» όλους τους χαιρετισμούς, το καλημέρα, το καλησπέρα, το καληνύχτα, προσδοκώντας ν’ ακούσει το επικυρωτικό «Αληθώς ο Κύριος». Αν πίστευαν περισσότεροι στην ανάσταση, δηλαδή στην Κρίση, ίσως οι κακοί να ήταν λιγότεροι. Ή λιγότερο κακοί.
Τη ζωή μας την πλημμυρίζουν οι απώλειες. Και την οργανώνει ή τη διαλύει η λύπη. Πάνω μας δεσπόζει ο θάνατος. Ο «άφευκτος» θάνατος, όπως συμφωνούν οι αρχαίοι ποιητές, που δοκίμασαν, με τον κοινότοπο χαρακτηρισμό του ως αναπόφευκτου και αναπόδραστου, να μετριάσουν τον τρόμο που προκαλεί ως απειλή και να οριοθετήσουν τη θλίψη ή και κατάθλιψη που τον ακολουθεί. Κατάθλιψη που έχει τα γνωρίσματα του εξισωτή θανάτου. Πλήττει ταπεινούς και ηγεμόνες. Παράδειγμα ο Αλέξανδρος ο Μέγας.
Το 328 π.Χ., ο στρατηλάτης βρίσκεται στη Σαμαρκάνδη. Δύο χρόνια νωρίτερα είχε διατάξει να εκτελεστεί, ως αρχισυνωμότης, ο Φιλώτας, τελευταίος επιζών γιος του Παρμενίωνα. Ο θανάσιμος κολασμός αφορούσε και τον πατέρα, μολονότι ο Παρμενίων, συμπολεμιστής επί τριάντα χρόνια του Φιλίππου και του γιου του, ήταν αμέτοχος.
Στο στόχαστρο του Αλέξανδρου είναι πια ο σωματοφύλακάς του Κλείτος, παρότι το 334 π.Χ. τού είχε σώσει τη ζωή, στη μάχη του Γρανικού, όταν ο βασιλιάς κινδύνευσε ανάμεσα σε δύο Πέρσες μαχητές, τα αδέλφια Ροισάκη και Σπιθριδάτη. Ο Πλούταρχος γράφει στον «Βίο» του Μακεδόνα ότι «ήταν λιγότερο παραδομένος στο κρασί απ’ ό,τι πιστευόταν», ο θυμός και η μέθη πάντως τού πρόσφεραν την αναγκαία πρόφαση για να σκοτώσει τον Κλείτο, εξαπολύοντας καταπάνω του μια λόγχη. Προσπάθησε μάλιστα να αυτοκτονήσει με το ίδιο όπλο, αλλά τον πρόλαβαν. Τον κυρίεψε όμως η θλίψη της ενοχής και της συντελεσμένης βαρύτατης αδικίας και πέρασε άσχημα όλη τη νύχτα, κλαίγοντας: «Την τε νύκτα κακώς κλαίων διήνεγκε».
Όταν ξημέρωσε, οι φίλοι του τρόμαξαν ακούγοντας από τη σκηνή του μόνο «βαρείς στεναγμούς» και λέξη καμία. Οι θρήνοι και τα κλάματα είχαν εξαντλήσει τον βασιλιά. Πιστεύοντας πως η αντικαταθλιπτική συμπαράστασή τους δεν αρκεί, κατέφυγαν στη συνδρομή δύο φιλοσόφων, του Καλλισθένη, ανιψιού του Αριστοτέλη, και του Αβδηρίτη Ανάξαρχου, συμμεριζόμενοι τη διάχυτη στους Έλληνες αντίληψη ότι το καλύτερο φάρμακο για τον ψυχικό πόνο είναι ο λόγος. «Κράτιστον δη προς αλυπίαν φάρμακον ο λόγος», συμπεραίνει αλλού ο Πλούταρχος.
Θα μπορούσαν, βέβαια, να προσφύγουν και στην «τέχνη της ποιήσεως, που «κάπως ξέρει από φάρμακα», κατά το μετριοπαθές πόρισμα του Κ. Π. Καβάφη, που σαν να συμμερίζεται εδώ την έμπειρη γνώμη του λαϊκού ποιητή-τραγουδιστή: «Και τα τραγούδια λόγια ‘ναι, τα λεν οι πικραμένοι, / πάσχουν να βγάλουν το πικρό μα το πικρό δεν βγαίνει». Εντούτοις, στην άγρια λογομαχία Κλείτου και Αλέξανδρου η ποίηση έδρασε πυροδοτικά, όχι κατευναστικά.
Στο συμπόσιο, «οι νεαρής ηλικίας συνδαιτυμόνες ήπιαν πολύ και τραγούδησαν ποιήματα κάποιου Πρανίχου, ή, όπως υποστηρίζουν άλλοι, του Πιερίωνος, γραμμένα (προς ντροπή και κοροϊδία) για τους στρατηγούς που πρόσφατα είχαν ηττηθεί από τους βαρβάρους. Και ενώ οι πλέον ηλικιωμένοι δυσαρεστήθηκαν και ονείδιζαν και τον ποιητή κι εκείνον που τραγουδούσε, ο Αλέξανδρος και όσοι ήταν γύρω του τα άκουγαν με ευχαρίστηση και τον παρακινούσαν να συνεχίσει» (στη μετάφραση του Θανάση Γεωργιάδη, Σύγχρονοι Ορίζοντες, 2005).
Ο Κλείτος δεν άντεξε την προσβολή. Λίγο πριν, με τους χαλινούς του κομμένους και από το κρασί, είχε κατειρωνευτεί τον Αλέξανδρο: «Μακαρίζουμε», του είπε, «όσους ήδη έχουν πεθάνει, πριν δουν τους Μακεδόνες να δέρνονται με μηδικά ραβδιά και να χρειαζόμαστε τους Πέρσες ώστε να έρθουμε σε επαφή με τον βασιλιά». Τώρα, επιστρέφοντας στη σκηνή, συνεχίζει την επίθεσή του, με όπλο του «ιαμβεία» από την «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη. Ο Πλούταρχος παραθέτει έναν μόνο στίχο: «Οίμοι, καθ’ Ελλάδα ως κακώς νομίζεται». Πρόλαβε άραγε να πει και τους επόμενους ή το βασιλικό κοντάρι άσκησε ακαριαία τη θανάσιμη λογοκρισία του; Αγνωστο. Ιδού πάντως ακέραιο το ευριπιδικό πορτρέτο του σφετερισμού αλλότριας δόξας, σε μετάφραση του Θρασύβουλου Σταύρου:
«Κακή είν’ αυτή η συνήθεια στην Ελλάδα: / Νικά ο στρατός εχθρούς και τρόπαια στήνει; / Δε λένε “είν’ έργο αυτών που αγωνιστήκαν”, / όλη τη δόξα ο στρατηγός την παίρνει· / σαν άλλους μύριους παίζει το κοντάρι, / τίποτε πιο πολύ δεν κάνει απ’ ό,τι / κάνει ένας άλλος, μα δική του η φήμη». Ο υπέρ αγνώστου στρατιώτη λόγος εξαπολύεται από τον Πηλέα, τον πατέρα του Αχιλλέα, κατά του Μενέλαου.
Δυστυχώς, ούτε του Καλλισθένη η προσπάθεια ωφέλησε ψυχοπνευματικά τον Αλέξανδρο ούτε του Ανάξαρχου. Για διαφορετικούς λόγους. Ο Καλλισθένης «αποπειράθηκε με πραότητα, και μιλώντας του περί ηθικής, να καταλαγιάσει το πάθος χωρίς να τον λυπήσει». Μάταια. Αλλωστε ο Αλέξανδρος αντιπαθούσε σφόδρα τον Καλλισθένη, συντάκτη των «Βασιλείων Εφημερίδων» εκτός των άλλων, γιατί «απέρριψε έντονα και με φιλοσοφικό τρόπο την προσκύνηση του βασιλιά και μόνος αυτός εξέφρασε φανερά όσα στα κρυφά έκαναν ν’ αγανακτούν όλους τους αρίστους και τους πλέον ηλικιωμένους Μακεδόνες».
Ο Ανάξαρχος πάλι, μαλαγάνας ολκής, είπε στον βασιλιά όσα ήθελε ν’ ακούσει. Ότι αυτός είναι ο νόμος, αυτός και «ο όρος που καθορίζει το δίκαιο», άρα προς τι η ενοχή και η θλίψη; «Δεν ξέρεις», κατέληξε, «ότι πλάι στον Δία κάθονται η Δίκη και η Θέμιδα, ώστε οτιδήποτε πράττει ο εξουσιαστής να είναι θεμιτό και δίκαιο;». Νόμος είναι το δίκιο του αφέντη. Τότε και τώρα.
Τότε και τώρα επίσης, ψευτοφάρμακα όπως αυτό του Ανάξαρχου ίσως βοηθούν πρόσκαιρα, σε βάθος χρόνου ωστόσο λειτουργούν σαν διαβρωτικά συνειδήσεων και διαλυτές αναστολών. Με τέτοια λόγια, λέει ο Πλούταρχος, ο Ανάξαρχος ανακούφισε το πάθος του βασιλιά, τον έκανε όμως «χαυνότερον και παρανομώτερον». Το βλέπουμε και τώρα. Παντού όπου οι κόλακες λιπαίνουν την εξουσία. Όσο για τον Καλλισθένη, έναν Θωμά, δεν πέρασε καιρός και ο Αλέξανδρος πρόσταξε να τον σκοτώσουν κι αυτόν. Δίχως να κλαίει πια.

Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Η αδυνατότητα των πολιτικών να συγκροτήσουν λόγο ενότητας σημαίνοντος και σημαινόμενου

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

Στην τηλεόραση βλέπω την εικόνα του Πρωθυπουργού της πατρίδας μας απέναντι στον Ταγίπ Ερντογάν. Αναδίδει αίσθηση μιζέριας. Η ήττα είναι δεδομένη: ο Τούρκος Πρόεδρος κυριαρχεί, ενώ ο της πατρίδας μας ηγέτης είναι άβολος και άβουλος. Δεν έχει τα κότσια, φοβάται να κουνηθεί παραπέρα, να διακινδυνεύσει την αποφασιστικής σημασίας ρήξη με τον αντίπαλο, με στόχο την νίκη, μέσα στο γήπεδό του. Αναρωτιέμαι, ο Πρωθυπουργός της πατρίδας μας, μιλώντας για την Μονή της Χώρας των Ζώντων, αν είχε διαβάσει όσα γι' αυτήν έχει γράψει ο Θεόδωρος Μετοχίτης -αυτός ο άρχοντας και Μέγας Λογοθέτης του αυτοκράτορα Ανδρονίκου Β΄, που απεικονίζεται στο περιώνυμο ψηφιδωτό πάνω από τη θύρα του δεύτερου νάρθηκα, όπου ο Χριστός κάθεται σε θρόνο και δεξιά του γονατιστός κάθεται ο πανεπιστήμονας και διακεκριμένος ανθρωπιστής του 14ου βυζαντινού αιώνα, προσφέροντας το εν σμικρύνσει ομοίωμα της Μονής της Χώρας στον Παντοκράτορα Χριστό- θα είχε να πει κάτι διαφορετικό απ’ αυτά που ψέλλισε και που είναι μόνο για εσωτερική κατανάλωση;
Ο Μετοχίτης, στο ποίημά του: «Δοξολογία εις Θεόν και περί των καθαυτόν και της Μονής της Χώρας» -πλήρη έκδοσή του ο αναγνώστης μπορεί να διαβάσει εδώ- αναφερόμενος στην εικονογράφηση της Μονής κάνει ιδιαίτερη αναφορά στο αριστούργημα της βυζαντινής τέχνης που κοσμεί το παρεκκλήσιο, την Ανάσταση του Χριστού. Στους στίχους 1094 – 1103 γράφει για τον Χριστό που «κατήλθε στον Άδη και τον κατέλυσε παίρνοντας ως λεία όλους τους νεκρούς που εκεί ήταν φυλακισμένοι και καθηλωμένοι από αρραγή δεσμά». «Άπαντες», συνεχίζει ο Μετοχίτης, «αναστήθηκαν αφού πρώτα αναστήθηκε ο Χριστός. Αυτά τα γεγονότα απεικονίστηκαν από αγιογράφους, οι οποίοι με μόχθο ιστόρησαν αυτές τις εικόνες».
Αξίζει, εδώ, να σημειώσω ότι ο Μετοχίτης ήταν και πολιτικός: Μέγας Λογοθέτης, επικεφαλής δηλαδή της πολιτικής διοίκησης τους βυζαντινού κράτους. Ο Βασίλειος Ν. Τατάκης, οξυδερκής στη φιλοσοφική κι όχι μόνο σκέψη του, στο κλασικό έργο του Η Βυζαντινή Φιλοσοφία (Αθήνα 1977), γράφει για το πολιτικό αισθητήριο του Μετοχίτη τα εξής αποκαλυπτικά: «Δάσκαλος του Γρηγορά και ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της βυζαντινής γραμματείας, ο Μετοχίτης έχει έντονο το αίσθημα ότι είναι Έλληνας και μια εξίσου αίσθηση των κινδύνων που απειλούν την πατρίδα του, κίνδυνοι οι οποία τον έστρεψαν στην πολιτική. Όταν η πατρίδα κινδυνεύει, μόνο οι αδιάφοροι έχουν το θάρρος να μείνουν μακριά από την πολιτική ζωή. Ο Μετοχίτης συλλαμβάνει σε βάθος την αξία του πολιτισμού της χώρας του και την αξία της συντελούμενης αναγέννησης, αλλά συγχρόνως η καθαρή ματιά του τον κάνει να βλέπει τον επερχόμενο εχθρό, που μέλλει να καταλύσει τα πάντα. Γι’ αυτό φτάνει να καταραστεί την ημέρα που παντρεύτηκε και την ημέρα που έγινε πατέρας. Το τραγικό αυτόν τόνο τον ξαναβρίσκουμε σ’ όλους τους μεγάλους ανθρωπιστές των δύο τελευταίων αιώνων».
Να γιατί και πως πρέπει να είναι ένας πολιτικός όταν η πατρίδα του κινδυνεύει από εχθρούς. Σήμερα, όμως, το θηριώδες πρόβλημα των πολιτικών μας, κάθε λογής και απόχρωσης, η έννοια πατρίδα, για όλους τους, είναι βαρίδι.


Ο Θεόδωρος Μετοχίτης προσφέρει στον Χριστό ομοίωμα της Εκκλησίας. ΠΗΓΗ: ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΤΑΛΜΠΟΤ ΡΑΪΣ. (1994). Βυζαντινή Τέχνη, μτφρ. Ανδρέας Παππάς. Αθήνα: Υποδομή, εικ. 205.


Υ.Γ. Ο Μετοχίτης πιθανόν εικονίζεται και σε μια άλλη παράσταση της Μονής της Χώρας. Σύμφωνα με την Δρ. Μυρτάλη Αχειμάστου – Ποταμιάνου, παλαιοτέρα Διευθύντρια του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου Αθηνών, στην καμάρα του κεντρικού διαμερίσματος του παρεκκλησίου «Η Δευτέρα του Χριστού Παρουσία», στο «Θρόνο της Ετοιμασίας μπροστά προσκυνούν ο Αδάμ και η Εύα, ενώ πιο κάτω τελείται η Ψυχαστασία. Στα γωνιακά μέρη, σάμπως σε λοφία τρούλου, είναι δυτικά η έγερση των νεκρών στην ξηρά και στη θάλασσα, και άγγελος προστάτης που άγει στην κρίση την ψυχή – πιθανώς του Μετοχίτη, καθώς σε γραπτή του επίκληση στον αρχάγγελο Μιχαήλ επιζητούσε». Βλ. ΜΥΡΤΑΛΗ ΑΧΕΙΜΑΣΤΟΥ – ΠΟΤΑΜΙΑΝΟΥ. (1995). Βυζαντινές Τοιχογραφίες. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών, εικ. 129, περιγραφή και σχολιασμός σ. 244.

Κυριακή 12 Μαΐου 2024

Κωστής Μοσκώφ: κέντρο του χρόνου είναι το Πάσχα, η Λαμπρή…

Η τριαδικότητα της Θεότητας –αυτού του σχήματος της Ολότητας- θα τονίζεται στην Ανατολή ακριβώς για να μην τονιστεί η ενότητα της Φύσης σε βάρος της προσωπικής πληρότητας του κάθε συμβόλου. Ο ιδεολογικός συμβιβασμός θα λειτουργήσει έτσι ώστε να μη δώσει στη διατύπωση της «θείας» Φύσης το χαρακτήρα μιας ουσίας κλειστής, «εν εαυτή». Η θεότητα θα εκχέει την ουσία της με την «ενέργειά» της, με διάμεσο το τρίτο πρόσωπο αυτής της Θεότητας, το Πνεύμα, «με το οποίο είναι δυνατό να γεμίσει το σύνολο της κτιστής ζωής».
Ο λαός αντίθετα οικοδομεί μια χριστιανοκεντρική αίσθηση της Τριάδας όπου κύριο πρόσωπο είναι ο Υιός. Μέσα από αυτόν και τη μητέρα του, μέσα από τους αγίους, τους φίλους του, οικοδομεί ο ελλαδικός χριστιανός την ιδεολογία του, την αίσθησή του, συμπύκνωση του γύρω κόσμου του. «Οι χριστιανοί κατανοούν πρώτα το πρόσωπο του Χριστού… πίσω του βλέπουν την Τριάδα», θα πει ο Θεοφάνης, ο πνευματικός της Ορθοδοξίας του 19ου αιώνα. Ο Θεός καταργείται στη λαϊκή Ορθοδοξία σαν κάτι ιστάμενο ψηλότερα από τον κόσμο, την Εκκλησία· ο Πατέρας υποβιβάζεται σε δεύτερη μοίρα, ενώ ο Χριστός γίνεται το κέντρο της ιδεολογικής ζωής. Ο Χριστός, η Εκκλησία, ομοούσιος τω Πατρί, όπως επιβάλλεται από την Α΄ Οικουμενική της Νίκαιας που καταδικάζει την Αρειανή διδασκαλία για την απουσία από τον Χριστό μιας a rpiori θείας Φύσης, παραμένει ομοούσιος αλλά γίνεται και επίκεντρος. Το πρόσωπο του Πατέρα στη Θεότητα παραγκωνίζεται από τη λαϊκή ανάγνωση της ιδεολογίας. Η Αγία Σοφία μένει απλώς σαν το όνομα του παλιού καθεδρικού ναού του γένους, σύμβολο της Απελευθέρωσης, ή συγχέεται στη λαϊκή δοξασία με το όνομα μιας κάποιας αγίας. Ο Χριστός, η Εκκλησία, γίνεται τώρα το σώμα του γένους - σχηματοποίηση της εθνικής υπόστασης, ραγιάς αλλά μαζί και λεβέντης και ανυπότακτος. Είναι αυτός που πάσχει αλλά και αυτός που ανασταίνεται, προσδοκία μιας απελευθέρωσης συγκεχυμένης. Η ιδέα της Ανάστασης γίνεται κυριαρχική Ιδέα. Μέσα στη δοξαστική της λαϊκής Ορθοδοξίας ο Χριστός δεν είναι παράδειγμα μιας ενάρετης ζωής, ούτε ακόμα ο πλήρης πάθους θάνατος του γένους, αλλά κυρίως η Ανάστασή του - όχι μόνο η εθνική. Κέντρο του χρόνου είναι το Πάσχα, η Λαμπρή…
Το γένος, όπως υπάρχει και αισθάνεται μέσα στη διάρκεια της δουλείας, βρίσκει το σχήμα του μέσα στο σώμα του «ζωντανού Χριστού», αισθάνεται ότι αποτελεί ένα οργανισμό, ένα σώμα αλληλοσυνδεδεμένων ατόμων που έχει συγκεκριμένη λειτουργία μέσα στη ζωή. Συγκεκριμένη λειτουργία που αντανάκλαση, συμπύκνωση και σύμβολό της είναι το Πάθος – Ανάσταση. Το Πάθος όμως διαλεκτικά ιδωμένο. Το Πάθος δεν είναι Πάθος αν δεν επιζητεί την Κάθαρση… Η τέτοια νεοελληνική Ορθόδοξη αίσθηση δίνει όλη την έμφαση στη λειτουργία, σαν βίωση, σαν δρώμενο και όχι στη μίμηση, ακόμα λιγότερο στη διδασκαλία του Ευαγγελίου.
Την αμεσότητα αυτή της λαϊκής Ορθοδοξίας, όπως γεννήθηκε και όπως την έζησε ως τις αρχές του αιώνα μας ο ακόμα αλώβητος, από τις επιδράσεις του φιλελευθερίζοντος μεταπρατικού κατεστημένου και της συλλογικής Μητρόπολης, λαός, την εκφράζει η ελλαδική αίσθηση της Τριάδας. Το γένος δεν είναι ένας οργανισμός, ένα σώμα ανθρώπων που ενώνονται από το Άγιο Πνεύμα, ένα Θεό δηλαδή της Αγάπης αλλά αφηρημένο δίχως άλλες προσωπικές ιδιότητες, απόμακρο από τον Άνθρωπο. Είναι ο συγκεκριμένος Χριστός όπως υπήρξε μέσα στους άλλους συνανθρώπους του, όπως βιώθηκε σαν τόπος της συνολικής απελευθέρωσης, τρόπος της Θέωσης.


ΚΩΣΤΗΣ ΜΟΣΚΩΦ. (1979). «Τα σχήματα της ιδεολογίας της Ελλάδας», στο: Δοκίμια, Ι. Αθήνα: Εξάντας, σσ. 62-64.΄

Σ Χ Ο Λ ΙΟ

Έξοχο κείμενο. Μπορεί να λειτουργήσει ως απόπειρα κατανοήσεως του σημερινού ελλαδικού «φιλελευθερίζοντος μεταπρατικού κατεστημένου». Κείμενο απολύτως απαραίτητο και για την κατανόηση της σημερινής ελλαδικής εκκλησιαστικής, πολιτικής και κοινωνικής γύμνιας των ημερών μας. Επιπροσθέτως, το παραπάνω κείμενο, στον αναγνώστη πρέπει να λειτουργήσει ως μύηση, όπου μύηση σημαίνει το βλέπειν με κλειστά μάτια, πέρα από αυτά που φαίνονται, πέρα από τα φαινόμενα. Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σάββατο 11 Μαΐου 2024

Αυτά για την Ελληνίδα Μάνα!

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ


Από τη λογοτεχνία μας μαθαίνουμε πως οι άνθρωποι απελπισμένοι πια στα ζητήματα του πόνου, της απελπισίας και του θανάτου, έβρισκαν σταθερό στήριγμα στην μητρική αγκαλιά. Η μάνα είναι η φύτρα της ζωής σ’ όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Η 12η Μαΐου είναι ημέρα αφιερωμένη στη μάνα. Ασχέτως κι αν η προέλευση αυτής της γιορτής είναι αγγλοσαξονική, για τον Ελληνισμό όπου γης, έχει σημασία μόνο όταν δεν προβάλλεται η ηθικολογία και η τυπολατρεία στο πρόσωπο της μάνας. 
Αρκετοί οι Έλληνες λογοτέχνες που γράφουν για τη μάνα: Άγγελος Σικελιανός, Νίκος Καζαντζάκης, Ηλίας Βενέζης. Από τον τελευταίο αντλώ ένα απόσπασμα, από το έργο του Γαλήνη. Η σκηνή είναι ιδιαίτερα συγκινητική: διασταυρώνει τη μάνα του Αντρέα με τη Παναγία: «την πάσαν ελπίδα μου εις σε ανατίθιμι, μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην σου» Στην πατρίδα μας, οι Ρωμιοί μέσα στους αιώνες της παρουσίας τους πάνω στη φλούδα της γης τους, με κόπους πολλούς και πολέμους κατάφεραν να γεύονται τους καρπούς της μητρικής αγκαλιάς και με σεβασμό στην παράδοση να επιζούν από γενιά σε γενιά.


Το άγαλμα της Μικρασιάτισσας Μάνας στην Επάνω Σκάλα της Μυτιλήνης.

Πέμπτη 9 Μαΐου 2024

Δημοκρατία: θεμελιώδες συστατικό των Ευρωεκλογών

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ


«Μην θεωρείτε την Ευρώπη δεδομένη. Υπερασπιστείτε την. Διαμορφώστε την. Γίνετε η Ευρώπη. Ψηφίστε». Ρομπέρτα Μέτσολα, Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Όσο κι αν οι παραπάνω λέξεις λέγονται από μια τεχνοκράτισσα Πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχουν την αξία τους, όπως και το εξής βίντεο: Παρακολουθήστε το βίντεο | Αρχική έκδοση | Ελληνικά (europa.eu), με ευρωπαίους πολίτες εκπροσώπους μιας γενιάς που γεννήθηκαν σε καιρό πολέμου και της σημερινής γενιάς νέων που, σε μεγάλο βαθμό, απαξιώνει την επικρατούσα πολιτική τάξη –και καλά κάνει. Γιατί έχει σημασία κάθε λέξη της Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Καλύτερη απάντηση, νομίζω, πως κανείς μπορεί να βρει στα γραφόμενα του Γάλλου κοινωνιολόγου και φιλοσόφου Ζαν Μπωντριγιάρ: «η λέξη μού φαίνεται ότι περιγράφει αρκετά καλά έναν οιονεί μυητικό τρόπο για να μπούμε στο εσωτερικό των πραγμάτων, χωρίς ωστόσο να δώσουμε και έναν κατάλογό τους. Γιατί οι λέξεις είναι φορείς, γεννήτορες ιδεών, πιθανόν ακόμα περισσότερο από το αντίθετο. Τελεστές γοητείας, τελεστές μαγικοί, όχι μόνο μεταβιβάζουν αυτές τις ιδέες κι αυτά τα πράγματα, αλλά κι αυτές οι ιδέες γίνονται μεταφορικές, μετατρέποντας οι μεν στις δε, με κάτι σαν ελικοειδή εξέλιξη. Έτσι, είναι πορθμείς ιδεών». ΖΑΝ ΜΠΩΝΤΡΙΓΙΑΡ. (2002). Συνθήματα, μτφρ. Βασίλης Τομανάς. Σκόπελος: Νησίδες, σ. 11.
Θεμελιώδες συστατικό των εκλογών είναι η Δημοκρατία. Συνειδητά ή ασυνείδητα ας μην αφήσουμε σε ακροδεξιά πολιτικά μορφώματα να την ποδοπατήσουν. Στους βάρβαρους καιρούς που ζούμε, πολιτική και πολιτικοί εκπέμπουν μια βαριά ραθυμία, και δυσωδία συνάμα, η οποία ναρκώνει ακόμη και την ικανότητα των λίγων να τη δουν. Αυτό είναι προφανές και ουδεμία αμφισβήτηση επιδέχεται. Γιατί; Διότι το προφανές, παρότι είναι πασίδηλο, δεν είναι αόρατο: μοναδική ικανότητά του είναι να παρασιτεί στην καθημερινότητά μας. Η προφάνεια είναι παρασιτική της σκέψης. 
Νέοι και νέοι, μάθετε να αντιμάχεστε την αφέλεια, την επιπολαιότητα και τη θανατίλα ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει.

Τρίτη 7 Μαΐου 2024

Συγχωρήσωμεν πάντα τη Αναστάσει

Του ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΑΜΟΥΛΗ


Αναστάσεως ημέρα και
λαμπρυνθώμεν τη πανηγύρει
και αλλήλους περιπτυξώμεθα.
Είπωμεν, αδελφοί,
και τοις μισούσιν ημάς
συγχωρήσωμεν πάντα
τη Αναστάσει
και ούτω βοήσωμεν
Χριστός Ανέστη εκ νεκρών
θανάτω θάνατον πατήσας
και τοις εν τοις μνήμασιν
ζωήν χαρισάμενος.
Η συγχώρηση είναι δημιουργία, κίνηση και τέχνη, έξοδος από τον κλειστό εαυτό και είσοδος στον αστερισμό του άλλου, που επιτρέπει την ύπαρξη επί το αυτό εν αμερίστω καρδία. Ένας πυρετός είναι η συγχώρηση και μια αντρειοσύνη, που παλεύει τα σκοτάδια της ηρωοποίησης της μοναξιάς· τα σκοτάδια της αδράνειας και της διαστρέβλωσης, αποτέλεσμα στείρων συναισθηματικών προσποιήσεων που φτάνουν έως και την κόλαση της υποκρισίας. Από τη μια η λεβεντιά, το γύμνωμα του μέσα μας ψεύδους και από την άλλη το ντύσιμο, το χτίσιμο της μεγάλης μας γύμνιας. Από τη μια η δημιουργικότητα και η τέχνη της εξόδου στο φως και από την άλλη η κακοτεχνία της διαίρεσης και η εκβολή στο σκότος της κόλασης. «Φεύγετε ουν τας κακοτεχνίας και ενέδρας του άρχοντος του αιώνος τούτου, μήποτε θλιβέντες τη γνώμη αυτού εξασθενήσετε εν τη αγάπη», λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και συμπληρώνει, δείχνοντας το δρόμο για το φως: «αλλά πάντες επί το αυτό γίνεσθε εν αμερίστω καρδία», διότι οι μερισμοί είναι «αρχή κακών».
Υπήρχε κάποτε, στα χρόνια του Ανδρόνικου του Παλαιολόγου, ένας όσιος, ο Μάξιμος ο Καυσοκαλύβης, ο οποίος «υπεκρίνετο μωρίαν, και εφαίνετο εις τους ανθρώπους σαλός, ο κατά αλήθειαν σοφός, διά να μην του αποτίναξη τον καρπόν της αρετής ο άνεμος της ανθρωπαρεσκείας». Τι έκανε, λοιπόν, ο τρελός για τη χάρη του Θεού. Τριγυρνούσε στις ερημιές του Αγίου Όρους, έφτανε κάπου, έφτιαχνε μια καλύβα και μετά από λίγο της έβαζε φωτιά και έφευγε. Πήγαινε παραπέρα και έκανε πάλι τα ίδια, δεύτερη καλύβα και δεύτερη φωτιά και μετά ξανά από την αρχή, εξ ου και Καυσοκαλύβης. Οι άλλοι τον έλεγαν τρελό, μα τούτος, φλεγόμενος από έρωτα για τον Θεό, καίγοντας την καλύβα του, έκαιγε τη βεβαιότητα που αυτή κάθε φορά γεννούσε και ζούσε ως άνθρωπος «πάροικος και παρεπίδημος», άνθρωπος βιβλικός, γεμάτος έρωτα και πίστη. Άλλωστε, «Ο χωρών “χωρείτω”. Τόπος μηδένα φυσιούτω», όπως λέγει και πάλι ο άγιος Ιγνάτιος διότι «το γαρ όλον πίστις και αγάπη, ων ουδέν προκέκριται». Και έχει σημασία αυτό σε μια εποχή που το δικαίωμα -το άγιο κατά τα άλλα δικαίωμα- γεννά απανθρωπία, γεννά διαίρεση και μαρασμό. «Το δίκαιο», γράφει ο άλλος τρελός, ο τρελός της ευθύνης, ο κυρ Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης, στο εξαιρετικό του, Ο πεθαμένος και η Ανάσταση, «μειώνει το μέγεθος του κόσμου που ζητώ ν’ αγκαλιάσω». Το δίκαιο και το δικαίωμα, συγγενείς εξ αίματος, το λιγότερο αδελφοποιτοί. Μαζί και η αυτοδικαίωση, που ακολουθεί την αυτοερωτικότητα και την αυτοϊκανοποίηση, στον τόπο που νομίζω πως έχω, νομίζω πως είμαι, αλλά εν τέλει ούτε έχω, ούτε είμαι. Το δίκαιο και το δικαίωμα, μαζί και η ελευθερία, χωρισμένα από την αγάπη -και το λέγω τούτο, διότι δεν είπε «μείζων δε τούτων η ελευθερία, μήτε το δικαίωμα, μήτε το δίκαιο», ούτε καν η πίστη ή ελπίδα, αλλά «μείζων δε τούτων η αγάπη»-, οδηγούν τον άνθρωπο στο «υπόγειο» της ύπαρξης, όπου τελείται το έγκλημα της αφαίμαξης της αγάπης. Και είναι αυτή η αγάπη που χωράει τα πάντα· που συγχωρεί τα πάντα και τα συγκινεί, που τα κάνει να γεμίζουν από το φως του μαζί. Εκεί όπου ο τόπος μου δεν γίνεται το υπόγειο της φυσίωσης, αλλά ο χώρος της ομοήθειας, που πλατύνεται, συνεχώς πλατύνεταικαι πλαταίνει και χωρά τα αχώρετα, ως άλλη Θεοτόκος.
Ναι, η συγχώρεση είναι ήττα. Μια ήττα που ελπίζει και προσδοκά. Μια ήττα που μπορεί να κραυγάζει πως «νυν πάντα πεπλήρωται φωτός». Μια ήττα γεμάτη από αγάπη, σαν τον Χριστό που είναι η αγάπη, η ανάσταση και η ζωή, που ανθίζει μέσα από την καρδιά του Άδη και βγαίνει στο φως κρατώντας από τα χέρια τον Αδάμ και την Εύα όλων των εποχών.
Αυτή την ήττα να μη την αρνηθούμε. Το είπε, άλλωστε και η ποιήτρια.
Θ’ απαρνηθείς την ήττα;
Η ήττα είναι παράδοση
μιλιέται από σώμα σε σώμα διαιωνίζεται.
Είδες ποτέ κανένα όνειρο
μεταμοντέρνας νίκης να διαρκεί;

Αν δεν τρωθείς
πού θα σε βρει η αγάπη.
Το βέλος θα την οδηγήσει στην πληγή σου.
Για ποιόν νομίζεις ξεκινάει από το μακρινό
το έρημο το αβέβαιο όνομά της;
Όχι για το αξέχαστο βλέμμα του τοξότη
στης έλξης το φαρμάκι βουτηγμένο.
Για να τραφεί απ’ την πληγή σου ξεκινάει
η πεινασμένη ύπαρξή της.

Αβέβαια ζήσε.
Τίμα την προέλευσή σου.
(Κική Δημουλά).

Δημοσιευθηκε και στην εφημερίδα «Η Καθημερινή» | Μ. Σάββατο 4 – Κυριακή Πάσχα 5 Μαίου 2024.

ΠΗΓΗ: ANTIDOSIS

Οικειότητα Ιησού

«/14/ με τι βιασύνη προχωρεί ο Ιησούς
     εφέτος
προς την Ανάσταση...
Παραμερίζει πανέρια τεράστια
    γιομάτα βιολέτες
σπρώχνει τους αέναους
    παπάδες
τινάζει νευρικά προς τα πίσω
    τη μαλλούρα του
το γεγονός είν' ολοφάνερο:
    βαρέθηκε».



ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ. (1991). Τα Ποιήματα (1979 – 1991). Αθήνα: Ίκαρος, σ. 144.

ΣΧΟΛΙΟ: 

Δεν χωρά αμφιβολία πως είμαστε λαός «γεμάτοι αντιφάσεις, οι οποίες μπορεί να γίνονται απανθρωπιά, σε κρίσιμες στιγμές» γράφει ο Θανάσης Ν. Παπαθανασίου σ’ ένα άρθρο του για τον Γολγοθά. Η Μεγαλοβδομάδα και, κυρίως, οι μέρες της κορύφωσης του Πάθους του Χριστού, μαζί με την Ανάστασή του (Μ. Πέμπτη, Μ. Παρασκευή και Μεγάλο Σάββατο), σε μεγάλους ναούς πόλεων, οι σκηνές φολκλόρ δεν έχουν προηγούμενο: στρατιωτικές και αστυνομικές μπάντες, πολιτικοί, τοπικοί άρχοντες και κάθε παρατρεχάμενος συνοδός τους καταλαμβάνουν θέσεις δίπλα στον Εσταυρωμένο, στον Επιτάφιο και στην εικόνα της Ανάστασης του Χριστού, με τα τηλεοπτικά κανάλια να τους αποθανατίζουν για να έχουν να πουν κάτι για δαύτους στις ψεύτικες ειδήσεις τους. Η γελοιότητα αυτή, κυρίως, κορυφώνεται κατά την περιφορά του Επιταφίου στους δρόμους των πόλεων. Ετούτο το προνομιακό καθεστώς των παραπάνω προσωπικοτήτων προκαλεί την αίσθηση μιας στενάχωρης θρησκευτικότητας, που καμιά απολύτως σχέση δεν έχει με την παράδοση της Εκκλησίας. Σε ποιόν από τους παραπάνω πολιτικούς κυρίως, να θεολογήσει κάποιος, λέγοντάς τους ότι αν ο Χριστός δεν πέθαινε με τον τρόπο που πέθανε, ατιμωτικό και οδυνηρό, θα είχε κάνει απλά ένα πέρασμα από τη ζωή κάθε ανθρώπου, θα την είχε παρατήσει, αλλά δεν θα την είχε κάνει σάρκα του –και άρα, δεν θα την οδηγούσε σε ανάσταση.
Φίλες και φίλοι αναγνώστες, δυστυχώς, η Εκκλησία τις μέρες της Μεγαλοβδομάδας που πέρασαν και που θα ξανάρθουν του χρόνου, σε μεγάλο βαθμό, καθώς φαίνεται, καίγεται μόνο για να μην χάσει αυτό το «ποίμνιο» του σφιχταγκαλιάσματος με την πολιτική εξουσία, το οποίο σωρηδόν λίγο πριν την έξοδο του Επιταφίου και λίγο πριν το Χριστός Ανέστη μεταβαίνει στους ναούς για να φωτογραφηθεί και να παίξει στα τηλεοπτικά κανάλια. Ευτυχώς είναι λίγοι εκείνοι που κάνουν σταθερά βήματα αυτογνωσίας προς την Εκκλησία. Σε πολλές περιπτώσεις όμως βρίσκουν τα παραπάνω εμπόδια τόσο απ’ έξω όσο και μέσα στην Εκκλησία. Ένα μυστικό ειδύλλιο μεταξύ Αναστημένου Χριστού και των παραπάνω θλιβερών προσωπικοτήτων, δείχνει δρόμο ανηφορικό και δύσκολο στους λίγους, τους υποψιασμένους, οι οποίοι παραβλέπουν του κόσμου τα κουσούρια και τα ελαττώματα κι αναζητούν την ελπίδα, το ποθούμενον, το «προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών». ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ! 
Αθανάσιος Ι. Καλαμάτας

Σάββατο 4 Μαΐου 2024