Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Πεντζίκεια αύρα

«Ανάσταση νεκρών. Ιάσεις ασθενών. Χορτασμός πεινασμένων. Η ενσάρκωσή του προσφορά παραδειγματίζουσα. Υπόμεινε καταδιωγμούς και μαρτύρια. Προσευχήθηκε. Ακάνθινο στεφάνι φόρεσε και πορφύρα εμπαιγμού. Ανέβηκε τον Γολγοθά. Στο Σταυρό προσηλώθηκε και πληγή στα πλευρά κεντήθηκε. Ετάφη σε τάφο σφραγισμένο με βούλα, που φρουρά από στρατιώτες φύλαγε. Η βαριά πλάκα κυλίστηκε από τον Άγγελο, που σε σχήμα εφήβου λαμπρού, με το πρόσωπο απαστράπτον ήρθε και κάθισε δεξιά, για να δείξει πως ο τάφος ήταν κενός, με μόνο τ’ απορριγμένα σάβανα, στους ανθρώπους που θα ‘ρχονταν να προσκυνήσουν. “Ουκ έστιν ώδε αλλ’ εγήγερται”. Γιατί χωρίς ανάγκη βοήθειας σε πρόσκομμα υλικό, η Ανάσταση γίνηκε μοναχιά της. Οι πύλες του Άδη έσπασαν. Άνοιξαν, ξέφυγαν οι μεντεσέδες. Τα καρφιά που κρατούσαν τα πορτόφυλλα, κατάπεσαν και πατήθηκαν δια του Σταυρού. Εξήγειρε και ανήγειρε τους προγόνους, τον Αδάμ και την Εύα, ο Χριστός εκ του τάφου. Δύναμη, πλούτος, ισχύς, βασιλεία εγκόσμια, στην αλήθεια που εννοώ ακουμπούν και στηρίζονται. Στέκουν οι βασιλείς, ακούν τα παραγγέλματα, υπακούουν, σκύβουν, ταπεινώνονται μπροστά στο Θεοφόρο άνθρωπο. Γονυπετούν. Σηκώνουν πόλεμο. Στρατιές μάχονται για την κατοχή της Οσίας κεφαλής, λευκασμένων οστών. Εγκαταλείπουν ανάκτορα, ιερά παλάτια, την εγκόσμια αίγλη και λαμπηδόνα. Γόνοι εκλεκτοί φεύγουν. Από τύψη αυτοτιμωρούνται. Κατάγυμνοι αναχωρούν στην έρημο. Κατάκοποι, προσεύχονται. Κάνουν μετάνοιες σαράντα και εκατό. Διδάσκονται. Την ώρα που γεύονται ένα ξερό κομμάτι ψωμί βρεγμένο με ξίδι, ομολογούν ότι ουδέποτε δοκίμασαν τέτοια αμβροσία. Ουδέποτε έφαγαν με περισσότερη ευδαιμονία και χαρά. Ελπίζουν ότι είναι κοντά να γνωρίσουν, να δουν την απανταχού του Χριστού παρουσία».


ΝΙΚΟΣ ΓΡΑΒΡΙΗΛ ΠΕΝΤΖΙΚΗΣ. ( 1987). Ο πεθαμένος και η ανάσταση. Αθήνα: Άγρα, σσ. 94-95.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου