«Το φωτοστέφανο που στόλιζε την ποίηση του Ρωμανού μας δίνει ακριβώς την εικόνα που είχαν γι’ αυτόν οι άνθρωποι της εποχής του και οι αμέσως επόμενοι. Η πρώτη κιόλας ποιητική του εμφάνιση από του άμβωνος (φαίνεται κι από το αρχαίο Συναξάριο ότι ο ύμνος ψαλλόταν εκεί) συνοδεύεται από το σημείον της θεοπνευστίας. Άσχετα προς την ιστορικότητα ή όχι του θαύματος (το θαύμα είναι ακριβώς η κατάργηση του ιστορικού χρόνου), στεκόμαστε στο φυσικό και ακατανόητο για την εποχή του Ρωμανού γεγονός της κατάποσης τόμου χάρτου. Η θεία έμπνευση εισέρχεται στο σώμα του ποιητή ρεαλιστικά και αυτός εγείρεται, ώριμος και πλήρης, όπως η Αθηνά, που βγαίνει με τ’ άρματά της από το κεφάλι του πατέρας της».
[…] Όποιος ένιωσε βαθιά τον Ρωμανό, θα καταλάβει πως δεν είναι ο άνθρωπος του γράμματος. Η Ορθοδοξία εσήμαινε γι’ αυτόν απολύτρωση και λόγον ουσίας. Όχι, δεν πρέπει να ήταν συνοφρυωμένος. Το έργο του από μόνο του καταβοά τη γελαστή χάρη. Έλεγα κάποτε σ’ ένα γέροντα του Αγίου Όρους πόσο κοντά μου ένιωθα τον Ρωμανό: “Τον μεταφράζω, ξέρετε, γιατί πιστεύω πως… θα του άρεσε ο Καραγκιόζης”. Ο γέροντας χαμογέλασε και είπε: “Ορθόδοξη αίσθηση”».
Ρωμανού του Μελωδού. (1997). Τρεις Ύμνοι: Εις την Γέννησιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Εις την Ανάστασιν του Κυρίου. Εις την Ανάληψιν του Κυρίου. Εισαγωγή – Μετάφραση Κυριάκος Χαραλαμπίδης. Αθήνα: Άγρα, σσ. 12, 17.
Ο Ρωμανός και η Παρθένος. Μικρογραφία από το Μηνολόγιο του Βασιλείου Β΄.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου