Τετάρτη 3 Ιουλίου 2019

Με το χιούμορ του αλησμόνητου Γιώργου Ιωάννου

«Αγαπητοί φίλοι, 

Πριν από μήνες είχα μιλήσει από τις στήλες καθημερινής εφημερίδας για μια ευρεσιτεχνία μου, που την εμπνεύστηκα μέσα σε λεωφορείο. Η ιδέα μου αφορούσε το αντίτιμο, που εδώ και μερικά χρόνια ρίχνουμε μόνοι μας στο κουτί. Λένε οι αρμόδιοι πως μερικοί ανάγωγοι αντί για δεκάρικο ρίχνουν κουμπιά, ροδέλες και διάφορα άλλα απίθανα μεταλλικά αντικείμενα, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει κάπως ο αξιοπρεπής αυτός τρόπος πληρωμής. 
»Βέβαια, ελπίδα επανόδου στους συμπαθείς εισπράκτορες δεν υπάρχει, κοστίζουν πολύ περισσότερο από οποιεσδήποτε ζημιές με κουμπιά και ροδέλες, γι’ αυτό και επιδιώκονται μηχανικές λύσεις. Σε μερικές γραμμές λ.χ., έχουν τοποθετηθεί μες στα λεωφορεία κάτι αυτόματα εκδοτήρια, που είναι δράμα δραμάτων με τους συνδυασμούς των κερμάτων που απαιτούν, τα κουμπιά που πρέπει ή δεν πρέπει να πατήσεις, τις εμπλοκές που μπορούν να πάθουν, και όλα αυτά ενώ το λεωφορείο είναι σε κίνηση. 
»Ξέρω και καλοξέρω τα εκδοτήρια αυτά εδώ και χρόνια από τη Θεσσαλονίκη, η οποία, ως γνωστόν, είναι πεδίον δοκιμής παντός νεωτερισμού, προτού τον οικειοποιηθεί η Αθήνα. Τα είχαν πρωτοβάλει σε μια γραμμή, που είχε ανηφοριά. Καθώς εσύ ψαχνόσουν στον εξώστη του λεωφορείου να βρεις τα κατάλληλα κέρματα και να τα περάσεις από τη σχισμή, το λεωφορείο έπιανε την ανηφοριά, οπότε έχανες την ισορροπία σου και πήγαινες να πέσεις ή και έπεφτες. Κάθε τόσο έπεφτε κι από ένας και όχι μόνο γέροι. Οι άλλοι, πιο μέσα, το περίμεναν και γελούσαν. 
»Αυτό ακριβώς έπαθα κι εγώ, γι’ αυτό ίσως τόσο δεν χωνεύω τα αυτόματα εκδοτήρια. Έπεσα φαρδύς πλατύς κάτω υπό τους καγχασμούς μιας συμμορίας μαθητών, που ούτε το χέρι τους άπλωσαν να με βοηθήσουν. Κι εγώ που εδώ στην Αθήνα είχα εξιδανικεύσει τους Σαλονικιούς, βλέποντας κι ακούγοντας τα τέρατα εκείνα, ορκίστηκα αφ’ ενός να μην ξανανέβω σ’ αυτά τα λεωφορεία και αφ’ ετέρου να τελειοποιήσω την εφεύρεσή μου, που είχα εμπνευστεί όταν ήμουν στα σχολεία. 
»Η νέα αυτή εφεύρεσή μου μπορεί επιτυχώς να ονομασθεί “Ξεπάστρεμα των ατάκτων μαθητών”, ΞΕ.Τ.Α.Μ., την εμπνεύσθηκα όταν ήμουν εις τα σχολεία και είχα και εγώ τα προβλήματα των διδασκόντων. Έχει δε ως εξής: 
»Τα θρανία της τάξεως – πάντοτε ατομικά – είναι συνδεδεμένα με ηλεκτρικά καλώδια που καταλήγουν σε ηλεκτρόδια εφαπτόμενα του σώματος του μαθητού. Έκαστος μαθητής φέρει επί του στήθους ταμπέλαν κατάλληλον, ένθα αναγράφεται ευκρινώς και εκ του μακρόθεν διακεκρινόμενον το νούμερόν του. Εάν φωσφορίζη τόσον το καλύτερον. Όνομα δεν χρειάζεται δι’ αυτό το μηχάνημα ή το σχολείον. 
»Ο διδάσκων έχει ενώπιόν του, επί της έδρας, ένα ταμπλώ. Εις το ηλεκτρικόν αυτό ταμπλώ υπάρχουν φωτεινοί αριθμοί, αντιστοιχούντες, βεβαίως, προς τα νούμερα των μαθητών. Υπάρχουν ακόμη τρία κομβία: Πράσινον, κόκκινον, μαύρον. 
»Ο διδάσκων, καθώς διδάσκει επί της έδρας, επισκοπεί τους διδασκομένους. Εάν κάποιος εξ αυτών δεν προσέχει ή ατακτεί, δεν είναι ανάγκη να ανακληθεί εις την τάξιν με φωνάς, χειρονομίας, συγχύσεις και άλλας πρωτογόνους κουράσεις. Όχι! Τώρα υπάρχει το ΞΕ.Τ.Α.Μ., δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. ΞΕ.Κ.Α.Μ., ή μάλλον ΞΕ.Τ.Α.Μ., και καθάρισες! 
»Με συγχωρείτε δια τα αγοραίας εκφράσεις μου, αλλά κάπου έχω ακούσει αυτή τη φράση, που μου ταιριάζει ως διαφήμησις: “ΞΕ.Τ.Α.Μ., και καθάρισες!”. Πρέπει να απευθυνθώ σε παιδαγωγικά περιοδικά, εκεί θα την καταχωρίσω. “ΞΕ.Τ.Α.Μ, και καθάρισες, μάγκα”. Ω, και πάλι με συγχωρείτε. 
»Υπολογίζω πάντως ότι αυτό το ΞΕ.Τ.Α.Μ., θα γίνει στο μυαλό των διδασκάλων του Γένους ΞΕ.Κ.Α.Μ., οπότε “ου φροντίς Ιπποκλείδη. “ΞΕ.Κ.Α.Μ., και καθάρισες (μάγκα)!”. 
»Θα γίνει αστείο μέσα στα γραφεία των σχολείων. Αλλά, τι λέγαμε; Έχασα τον ειρμόν των σκέψεών μου. Α, ναι… Ο διδάσκων δεν έχει παρά να πατήσει εις το ταμπλώ το νούμερον του ατακτούντος και ένα των σχετικών κομβίων, αναλόγων προς την αταξίαν του μαθητού. Το πράσινον λ.χ., είναι μία ελαφρά πλην αρκετά οδυνηρά εκκένωσις εις τα μαλακά τού ατακτούντος. Ενδείκνυται δια τα περιπτώσεις εκείνας κατά τα οποίας ο διδασκόμενος εκοίταξε προς το παράθυρον ή την οροφήν. Το κόκκινον προσφέρει εκκένωσιν μακροτέρας διαρκείας και σπαρτάρισμα δίκην ιχθύος. Συνίσταται ιδιαιτέρως δια τας περιπτώσεις καθ’ ας ο διδασκόμενος εψιθύρισεν εις τον πλησιέστερόν του ή δεν ήτο έτοιμος πάραυτα να απαντήση. Το μαύρον κομβίον του ΞΕ.Κ.Α.Μ., – τώρα άρχισα κι εγώ να το λέγω ΞΕ.Κ.Α.Μ., – το μαύρον κομβίον είναι συνήθως άχρηστον, αλλά χάριν λόγου και εγκυκλοπαιδικής μορφώσεως ας τα περιγράψωμεν και αυτό. 
»Προσφέρει, βεβαίως, την εσχάτην λύσιν και την αιωνίαν γαλήνην της τάξεως. Είναι το κυρίως ΞΕ.Κ.Α.Μ., και χάριν αυτού έλαβον και τα άλλα κομβία κάτι από αυτήν την ονομασίαν. Και μόνον η ύπαρξις του μαύρου κομβίου είναι αρκετή. Δια να εμπνεύσει σεβασμόν. Αλλά δια να γίνει γνωστή, πρέπει, βεβαίως, κάποτε να αποδώσει. Και δρα ακαριαίως. Όταν αποδώσει άπαξ, οι πάντες πείθονται περί της δραστικότητός του. “ΞΕ.Κ.Α.Μ.! αιώνια παγωμένα βουνά”. 
»Δεν λέγω αλλά δια το μέλαν κομβίον, θα με εννοήσετε καλώς. Προσφέρεται ιδιαιτέρως εις περιστάσεις αποδοκιμασιών, ουρλιαχτών, μουγκρητών και προπαντός γελώτων δια τα λεγόμενα υπό του διδάσκοντος. Τέλος, μίαν και μόνην παρατήρησιν επιθυμώ να κάμω: Ο διδάσκων να διαπιστώνει σωστά τον αριθμόν του ατακτούντος, καθώς και το ανάλογον κομβίον, δια να μην θρηνήσωμεν αθώα θύματα. Εννοείται, ότι διδάσκοντες οίτινες πάσχουν από αχρωματοψίαν είναι ακατάλληλοι δια τον χειρισμόν του ΞΕ.Κ.Α.Μ. 

Πάντοτε πρόθυμος».


ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ. (1982). «Το πανίσχυρο ΞΕ.Κ.Α.Μ.», στο: Εφήβων και μη. Αθήνα: Κέδρος, σσ. 152-154.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου