Του Γρηγόρη Δουμούζη – Θεολόγου, MSc Θεολογίας, Κοινωνιολόγου
Η ημέρα της Υπαπαντής είναι η εορτή που μας προτείνει την πράξη «συνάντησης» με το Θεό. Η εορτή αυτή μας αποκαλύπτει το νόημα της ζωής μας και τον πραγματικό λόγο της ύπαρξής μας. Ο πρωταγωνιστής της εορτής, ο Άγιος Συμεών, μας καθοδηγεί. Αποκαλύπτει το πανανθρώπινο αίτημα της συνάντησης του ανθρώπου με τη Ζωή.
Ο δίκαιος Συμεών είχε δεχθεί υπόσχεση απ’ τον Κύριο πως δεν θα φύγει απ’ αυτόν τον κόσμο, αν πρώτα δεν συναντήσει το Μεσσία. Αυτό που είχε σαν υπόσχεση ο δίκαιος Συμεών, είναι η υπόσχεση του Θεού σε καθέναν και καθεμία από εμάς. Μας υπόσχεται συνάντηση μαζί Του. Είναι ο πόθος Του αυτός: Να έχει σχέση και αληθινή συνάντηση μαζί μας.
Όμως, ας προσέξουμε κάτι σημαντικό. Η σχέση με την Αλήθεια δεν είναι μια διανοητική διαδικασία. Η σχέση με το Θεό δεν αφορά μια τεχνική του τύπου «πώς να προχωρήσουμε πνευματικά για να ειδωλοποιήσουμε τον εαυτό μας», αλλά η πνευματική ζωή είναι η ικανότητα να έχω ζωντανή σχέση με το Θεό. Μάλιστα, αυτή η σχέση – συνάντηση είναι ένα «δώρο» του Θεού. Το χρέος το δικό μας είναι να είμαστε «ανοιχτοί» σ’ αυτό το «δώρο». Άρα, όλο το περιεχόμενο της πνευματικής ζωής είναι να μην ξεχάσουμε ποτέ την υπόσχεσή Του: Ότι θέλει να συναντηθεί μαζί μας. Η χαρά η πραγματική και ο παράδεισος είναι αυτή η συνάντηση. Να μπορώ να συναντώ τον αδελφό μου και τον Χριστό. Όχι εξωτερικά, αλλά αληθινά.
Αυτή, λοιπόν, είναι η προσδοκία του κάθε ανθρώπου. Η ποιότητα της ζωής μας κρίνεται, όχι με τα μέτρα του κόσμου, αλλά απ’ το κατά πόσο «ενεργοποιήθηκε» αυτή η προοπτική της ζωής μας και κατά πόσο είμαστε αφοσιωμένοι σ’ αυτόν τον στόχο. Τι σημαίνει αυτό; «Δεν θέλω να φύγω απ’ αυτόν τον κόσμο, αν δεν συναντήσω τον Χριστό. Αν δεν πάρω στα χέρια μου τον Χριστό». Ο κόσμος νιώθει αυτή την ενοχή και προσπαθεί να δικαιολογήσει το κενό του, προτείνοντας άλλες αξίες και είδωλα. Η ουσία, όμως, είναι αλλού: «Είδα τον Χριστό πριν φύγω απ’ αυτόν τον κόσμο;». Όταν «γευτώ» τον Χριστό, δεν υπάρχει ο φόβος του θανάτου. Ας σκεφτούμε το εξής: Είναι δυνατόν να συναντηθείς με τη Ζωή και να υπάρχει θάνατος μέσα σου; Είσαι πλέον ελεύθερος. Γι’ αυτό και λες: «Νυν απολύεις». Επομένως, απόλαυση είναι και ο θάνατος, μιας και είναι η απαρχή της ζωής.
Η πνευματική ζωή δεν είναι κάτι πραγματάκια που φτιάχνουμε με το μυαλό μας, για να είμαστε καλύτεροι άνθρωποι. Η μεγαλύτερη προσβολή της πνευματικής ζωής είναι να έχουμε ένα πρότυπο του χριστιανού ως του «καλού ανθρώπου». Όχι. Το πρότυπο του χριστιανού είναι του «παθιάρη ανθρώπου» που δεν «πουλάει» με τίποτα το «θησαυρό» που έχει: Ότι θέλει να «γευτεί» το Θεό. Οτιδήποτε άλλο είναι κενό. Σίγουρα είναι παράδοξο αυτό το πράγμα. Λες στο Θεό: «Πάρε με. Δεν θέλω άλλο να ζήσω, γιατί τώρα ζω αληθινά και δεν με νοιάζει αυτή η ζωή. Βρήκα τη ζωή και δεν φοβάμαι το θάνατο, γιατί, πλέον, ο θάνατος είναι μετάβαση απ’ τα επίγεια στα επουράνια».
Αυτή είναι η πράξη της Εκκλησίας. Η ουσία της πνευματικής ζωής έγκειται στο να είναι η ζωή μου προσανατολισμένη σ’ αυτήν την προοπτική συνάντησης με το ζώντα Θεό. Ό,τι κι αν κάνει ο κάθε άνθρωπος, όπου κι αν βρίσκεται, αμαρτωλός ή δίκαιος, φτωχός ή πλούσιος, σημαντικός ή ασήμαντος, έχει αυτή τη δυνατότητα. Λέει: «Δεν νιώθω γεμάτος αν δεν γευτώ το Θεό στη ζωή μου». Έτσι, ο άνθρωπος είναι σε μια διαρκή εγρήγορση. Παρακολουθεί πότε και πώς θα περάσει ο Χριστός. Με κάποιο τρόπο θα στείλει ένα μήνυμα. Όχι φαντασιακά, αλλά πραγματικά. Αυτό δεν είναι υπόθεση ούτε κανόνων, ούτε κάποιας τεχνικής. Μιλάμε για μια στάση ζωής που μας δίνει αυτή τη δυνατότητα.
Πώς θα μπορούσαμε να περιγράψουμε αυτή τη στάση ζωής, που στόχο έχει να είναι «ανοιχτή» η καρδιά μου στο Θεό; Ο άνθρωπος που έμαθε να έχει σκοπό ζωής την σχέση του με το Θεό, είναι ο πλέον «κοινωνικός» άνθρωπος και ο κατεξοχήν «ισορροπημένος». Είναι αυτός που μπορεί να κάνει με κάθε άνθρωπο, εχθρό και φίλο. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως δεν είναι δυνατόν να σχετίζεσαι με τον Χριστό και να μην σχετίζεσαι με όλα τα υπαρκτά όντα που χάρισε ο Θεός στον κόσμο. Γι’ αυτό, αν έχουμε ένα δείκτη για να δούμε την πνευματικότητά μας, αυτός είναι: Κατά πόσο μπορούμε να κάνουμε με όλους.
Κάποιος θα ρωτήσει: «Πώς μπορώ να γίνω δεκτικός της συνάντησης με τον Χριστό;». Υπάρχουν κάποιες αρχές. Πρώτον, ο «πόθος». Να διατηρώ στην καρδιά μου αυτόν τον πόθο για τον Χριστό. Ο «υγιής» πνευματικά άνθρωπος είναι αυτός που κρατά ζωντανό αυτόν τον πόθο της συνάντησης με τον Χριστό. Το δεύτερο στοιχείο είναι η «συντριβή» και η «μετάνοια». Τι σημαίνουν αυτά; Ότι με συντρίβει ο πόθος για τον Χριστό. Ο άνθρωπος συντρίβεται και λέει: «Δεν ζω χωρίς Αυτόν». Ταυτόχρονα, βλέπει ότι όλη η ζωή του ήταν ένα εμπόδιο της καρδιάς του. Γι’ αυτό, οδηγείται στη μετάνοια. Δεν μένει, δηλαδή, στην ενοχή της αμαρτίας του να κλαίγεται, αλλά συνειδητοποιεί πως ξέφυγε απ’ την προοπτική της ζωής του.
Το τρίτο είναι ο άνθρωπος να «καλλιεργήσει» την «καλοσύνη» και την «αγάπη». Να έχει ένα πνεύμα θετικό και αναπαυτικό για κάθε άνθρωπο. Να μην κρίνει κανέναν. Αυτό «συγκινεί» το Θεό. Όπως φερόμαστε στους άλλους, θα φερθεί αναλόγως και ο Θεός. Θα θέλει να «κατοικήσει» μέσα μας και θα έχουμε το ίδιο ήθος μαζί Του. Τέλος, το τέταρτο στοιχείο είναι η «ταπείνωση» και η «συναίσθηση ότι όλα είναι του Θεού και τίποτα δικό μας». Όλα είναι της χάριτος και όχι κατόρθωμα δικό μας. Αυτοί οι τέσσερις άξονες δίνουν την προοπτική αυτής της συνάντησης με τον Χριστό.
Επομένως, κατ’ αυτόν τον τρόπο «ζωντανεύει» η καρδιά μας. Γι’ αυτό, ο πνευματικός άνθρωπος δεν κάνει τίποτα και τα κάνει όλα. Είναι ο πλέον ασήμαντος και ο πλέον σημαντικός. Ζει τα ελάχιστα και είναι ο πλούσιος. Είναι αυτός που δεν έχει τίποτα και τα έχει όλα, γιατί έχει τον Χριστό. Αυτό ευχόμαστε στον κάθε άνθρωπο αδιακρίτως. Πριν φύγουμε απ’ αυτόν τον κόσμο να μπορούμε με άνεση να λέμε: «Νυν απολύεις τυν δοῦλόν σου, δέσποτα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου