Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Κάθε Σεπτέμβριο, αρχή σχολικής χρονιάς, εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς ακούμε και διαβάζουμε τα ίδια και τα ίδια: πόλεμο αναμεταξύ Υπουργείου Παιδείας και συνδικαλιστών ΟΛΜΕ - Τοπικών ΕΛΜΕ για τα κενά στις ειδικότητες, που δεν υπάρχουν λέει το πρώτο και που υπάρχουν λένε οι συνδικαλιστές, διευθύνσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να «μαγειρεύουν» ποιοι ημέτεροί τους θα καλύψουν πρώτοι τα κενά και μετά οι αναπληρωτές να μοιράζονται σε δύο, τρία και τέσσερα σχολεία για να καλύψουν το υποχρεωτικό ωράριό τους και, βέβαια, τις επιμορφώσεις των εκπαιδευτικών από τους σχολικούς συμβούλους. Για τις τελευταίες, εδώ και πολλά χρόνια, ακούγονται πολλά ευτράπελα: επιμορφωτές που παπαγαλίζουν όσα έχουν ακούσει από το ΙΕΠ, μονόλογοι χωρίς σταματημό, απαιτήσεις από τους εκπαιδευτικούς, που ούτε οι ίδιοι ως σχολικοί σύμβουλοι μπορούν να φέρουν εις πέρας, με βαρύγδουπους τίτλους εισηγήσεων που, στην κυριολεξία, προς τους εκπαιδευτικούς δεν προσφέρουν τίποτα. Αξίζει κανείς να ρωτήσει επιμορφούμενους ή «παραμορφούμενους» εκπαιδευτικούς τι αποκομίζουν από αυτές τις επιμορφώσεις. Είμαι σίγουρος ότι ένα μεγάλο ποσοστό θα απαντήσει: σχεδόν τίποτα το σπουδαίο, τόσο στο τομέα της διδακτικής μεθοδολογίας όσο και στον τομέα της παιδαγωγικής. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, όπου επιμορφωτές σχολικοί σύμβουλοι «σπάνε αυγά και κάνουν ομελέτα», τουτέστιν δεν είναι παπαγαλάκια και πολλαπλασιαστές του ΙΕΠ και του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων... από πέρυσι και Αθλητισμού· αυτό μας μάρανε, «όλα τα ‘χει η Μαριορή ο φερετζές της λείπει».
Οι σχολικοί σύμβουλοι, από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 όταν αντικατέστησαν τους επιθεωρητές, για λίγα –μόνο λίγα– χρόνια ήταν ένας θεσμός που πρόσφερε πάρα πολλά στο διδακτικό και παιδαγωγικό έργο των εκπαιδευτικών. Γρήγορα όμως κατάληξαν να είναι ένας θεσμός που «γρήγορα έγινε παλιός». Σαράντα σχεδόν χρόνια μετά οι σχολικοί σύμβουλοι είναι κλεισμένοι στα γραφεία-τους. Το έργο-τους, κυρίως, είναι γραφειοκρατικό. Και εκεί που έπρεπε να βρίσκονται σε σχολικές τάξεις, μαζί με συναδέλφους εκπαιδευτικούς να κάνουν μάθημα, κατέληξαν να είναι «ο ένας που ξεχωρίζει», και «που οδηγεί και παρασέρνει τους άλλους στη δίνη των μετριοτήτων», κατά τον σοφό λόγο του Χρήστου Π. Φράγκου, σπουδαίου παιδαγωγού στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
Προσωπική σκέψη κάνω, και δεν θέλω να με παρεξηγήσουν οι γνωστοί καλοί φίλοι και συνάδελφοι σχολικοί σύμβουλοι. Χρόνια περιμένω να συζητήσω σε μια επιμορφωτική συνάντηση μηνός Σεπτεμβρίου το εξής βασικό πρόταγμα της Παιδαγωγικής Επιστήμης. Το καταγράφω όπως το διαβάζω σ’ ένα από τα πολύ καλά βιβλία στην παιδαγωγική βιβλιογραφία: «που βρίσκεται ο πυρήνας του παιδευτικού ενεργήματος, εκείνος που χρωματίζει κάθε παιδαγωγική πράξη και στην οποία οφείλεται η παιδαγωγία, η αυθεντική μορφωτική ανάπτυξη του παιδαγωγούμενου;» Την απάντηση, βέβαια, τη δίνει ο συγγραφέας Αλέξανδρος Κοσμόπουλος, στο βιβλίο-του Σχεσιοδυναμική Παιδαγωγική του Προσώπου, αλλά πολλοί εκπαιδευτικοί της σχολικής τάξης επίμονα ζητούν από τους σχολικούς συμβούλους να θέσουν προς συζήτηση στις επιμορφωτικές-τους συναντήσεις το παραπάνω πρόταγμα. Η απάντηση είναι καίρια: «δε βρίσκεται ούτε στην προσωπικότητα του δασκάλου ούτε στο διδακτικό αγαθό. Βρίσκεται μέσα στην υψηλής ποιότητας παιδαγωγική σχέση, που αναπτύσσεται ως δυναμική τρίτη οντότητα ανάμεσα στον παιδαγωγό και στον παιδαγωγούμενο, τόσο στην οικογένεια όσο και στο σχολείο», τουτέστιν στην πραγματικότητα του «συνυπάρχειν» μέσα στην οικογένεια, μέσα στη σχολική τάξη, στους σχολικούς διαδρόμους, στους αύλειους χώρους των σχολείων. Δύσκολα, πράγματι, πράγματα!
Καλή σχολική χρονιά!
Πίνακας του Rene Magritte. 1956. ΠΗΓΗ: αντικλείδι
Υ.Γ. Το παρόν άρθρο το έγραψα πέρυσι, αρχές Σεπτεμβρίου, λίγες ημέρες πριν ανοίξουν τα σχολεία. Το αναδημοσιεύω, γιατί από την 1η Σεπτεμβρίου τρέχοντος έτους, που πήγα στο σχολείο, ακούω και διαβάζω τα ίδια και τα ίδια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου