Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι.ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Ολίγα τινά για τον τίτλο
Εμπνεύστηκα τον τίτλο του άρθρου από το διήγημα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, «Η Βοσκοπούλα», με την ηρωίδα Φλώρα, κόρη της γραίας Σιδερής, να βρίσκεται συνεχώς στο προσκήνιο. Είναι γεγονός πως η σημερινή κοινωνία ομοιάζει με την αντίστοιχη του κυρ Αλέξανδρου της Σκιάθου. Παντού ψι –ψι και λόγια του ντελβέ, παντού αλληλοκατηγορίες και υπονόμευση της προσωπικότητας του άλλου, όταν αυτός ο άλλος κάμει κάτι διαφορετικό, το οποίο πάει κόντρα στα καθιερωμένα. Ένα τέτοιο κομμάτι της κοινωνίας, της εκπαιδευτικής κυρίως, είναι και μερίδα θεολόγων καθηγητών, που κάθε λίγο και λιγάκι δεν χάνουν την ευκαιρία και, ωσάν νέοι ιεροεξεταστές, σπιλώνουν και λοιδορούν όσους με τόλμη, έμπνευση, δέσμευση και επιμονή στήριξαν και συνεχίζουν να στηρίζουν τα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) του μαθήματος των Θρησκευτικών (μτΘ).
Ο διάλογος για τη σημερινή θρησκευτική εκπαίδευση
Τα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) του μαθήματος των Θρησκευτικών (μτΘ), από την πιλοτική (2011) και την τριετή εφαρμογή τους (2016-2019) σε όλα τα σχολεία της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τη συνεχή αξιολόγησή τους και τις προβλεπόμενες αναθεωρήσεις τους, παρότι έχουν δεχθεί την μήνι πολλών εκκλησιαστικών και θεολογικών παραγόντων, καθώς φαίνεται, αρχίζουν να στεριώνουν μέσα στις σχολικές τάξεις. Δεν είναι όμως λίγες οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν κάποιοι συνάδελφοι στην εφαρμογή τους, με αποτέλεσμα σε αρκετά σχολεία να επικρατεί αμηχανία και δυσκολία σ’ ότι αφορά τη Διδακτική Μεθοδολογία, με θεολόγους καθηγητές να αρκούνται στον κλασικό δασκαλοκεντρικό τρόπο διδασκαλίας και με δασκάλους άλλοτε να διδάσκουν κι άλλοτε να μη διδάσκουν το μτΘ. Αν και κατά το σχολικό έτος 2016-2017, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής, με επιτυχία έκαμε πράξη την πρώτη βασική επιμόρφωση θεολόγων και δασκάλων, τόσο στους δύο «τύπους» των ΝΠΣ (Πρόγραμμα Σπουδών Διαδικασίας για το Δημοτικό και το Γυμνάσιο – Εννοιοκεντρικό Πρόγραμμα Σπουδών για το Λύκειο), όσο και στις μεθόδους και τεχνικές διδασκαλίας, στο θεολογικό εκπαιδευτικό χώρο, αντί να εκτιμήσουμε θετικά τα βήματα που γίνονται προς τα εμπρός, αντί να δώσουμε τον απαραίτητο χρόνο για τη σωστή εφαρμογή των ΝΠΣ, και αντί να αρχίσουμε να σχεδιάζουμε τις διδακτικές μας ενέργειες, επιδοθήκαμε σε έναν άνευ προηγουμένου συγκρουσιακό πόλεμο, ο οποίος μόνο καλό δεν κάμει στο μτΘ. Για να είμαι ακριβοδίκαιος, είναι απαραίτητη εδώ, η εξής παρατήρηση: τη σύγκρουση ευθύς εξ’ αρχής επέλεξε και έκαμε πράξη μια ακραία μερίδα θεολόγων που, εδώ και μια εξαετία, στην κυριολεξία, δεν χάνει την ευκαιρία να κατηγορεί τα ΝΠΣ. Ο αντίλογος αυτός, στείρος πέρα για πέρα, θα μπορούσε να είναι εποικοδομητικός, αν ελάμβανε υπ’ όψιν τα παρακάτω θετικά του ΝΠΣ, όπως:
· το κοινό θρησκειοπαιδαγωγικό περιεχόμενο,
· την οικοδόμηση μιας νέας σχέσης της θεολογικής επιστήμης με τη θρησκευτική εκπαίδευση,
· τη διαφορετική οργάνωση του ΝΠΣ σε σχέση με τα παλαιότερα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ),
· τη συνεισφορά του μτΘ στη σημερινή διαπολιτισμική επικοινωνία και σχέση,
· την καινοτόμα μαθησιακή διαδικασία, με την εφαρμογή της ομαδοσυνεργατικής διδασκαλίας και,
· τη διαβαθμισμένη γνώση των θρησκειών σε όλες τις τάξεις και βαθμίδες.
Τέλος πάντων, για την «κριτική» που δέχονται τα ΝΠΣ του μτΘ, η οποία σε πολλές περιπτώσεις αγγίζει τα όρια του θρησκευτικού φονταμενταλισμού, πολλά έχουν γραφεί· και νομίζω πως η πλειονότητα των θεολόγων συναδέλφων και δασκάλων την έχει θέσει στο περιθώριο. Ωστόσο, δεν μπορώ να μην αναφέρω δύο πρόσφατα δημοσιεύματα, το ένα της παραπάνω ομάδας θεολόγων και το άλλο στον ημερήσιο Τύπο, τα οποία με άκρως προκλητικό τρόπο επιτίθενται σε θεσμικά πρόσωπα του ΥΠΕΠΘ και του ΙΕΠ, απαξιώνοντας την προσφορά τους στην εφαρμογή των ΝΠΣ. To πρώτο αναφέρεται στην ηγεσία του ΥΠΕΠΘ και με έναν ακραίο χαρακτηρισμό - θανατίλας εγκώμιον τον ονοματίζω - ομιλεί για «νεκροφόρους» και «νεκροπόλεις» που έθαψαν τα «ορθόδοξα» Θρησκευτικά, κατά τον συντάκτη του αρθριδίου· ξεχνώντας βέβαια, πως τα ΝΠΣ δεν σχετίζονται μόνο με την παρούσα κυβέρνηση αλλά και με τις δύο προηγούμενες, από τις οποίες ξεκίνησε η πιλοτική εφαρμογή τους. Το δεύτερο, δημοσιευμένο σε ημερήσια εφημερίδα – αναδημοσιεύθηκε σε αρκετά blogs και κάποιες ιστοσελίδες ακραίου θρησκευτικού περιεχομένου – επιτίθεται κατά συμβούλου του μτΘ στο ΙΕΠ, εξευτελίζοντας στην κυριολεξία την επιστημονική επάρκεια και συγκρότησή του, δηλητηριάζοντας με υπόγειο ρύπο κάθε ανυποψίαστο αναγνώστη. Στα αρνητικά του αρθριδίου αυτού είναι ότι δεν αναφέρεται κανένας συντάκτης, γεγονός που δείχνει ότι οι λογής – λογής (παρα)πληροφορητές της εφημερίδας, στόχο είχαν την ταπείνωση του θεολόγου συμβούλου του ΙΕΠ. Με απλά λόγια και στις δύο αυτές περιπτώσεις, οι μηχανές των fake news, κατά κράτος ενίκησαν την αλήθεια. Δυστυχώς. Πάντως, μου προκαλεί εντύπωση και ανησυχία το γεγονός ότι ορισμένοι κονδυλοφόροι για τα καλά έχουν «κουρδιστεί» στο να παρέχουν συνεχή παραπληροφόρηση, καλυμμένοι πίσω και από τις δύο ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) για τα ΝΠΣ, σεβαστές για να μην παρεξηγηθώ, όμως, παντελώς ξένες προς το χώρο της Θεολογίας, της Παιδαγωγικής και της Αγωγής. Φοβούμαι πως στις παραπάνω απόψεις, στο διάλογο για το μτΘ – αξίζει, εδώ, να αναφέρω ότι ο διάλογος αυτός έχει ξεκινήσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 – υπάρχει μια υπερβολή: επειδή οι εκπρόσωποι ζηλωτών θεολόγων, ουδέποτε με σοβαρές προτάσεις προσήλθαν στο τραπέζι του διαλόγου, κάθε φορά καταλήγουν να απορρίπτουν όλες τις αλλαγές που γίνονται στο μτΘ. Πρόκειται για μια αντίδραση εξηγήσιμη συναισθηματικά, αλλά όχι θεολογικά και παιδαγωγικά. Την έννοια του συναισθηματισμού την ερμηνεύω μόνο ως αγάπη προς το μτΘ, την οποία για να μην τους αδικώ, έχουν αλλά δεν φτάνει μόνον αυτή.
Παρά ταύτα, εκείνο που εδώ επιθυμώ είναι να μην εμπλακώ στο παιχνίδι όλων εκείνων που δεν χάνουν την ευκαιρία να υποθάλπουν τα ΝΠΣ, δημιουργώντας σύγχυση και χαοτική κατάσταση, αρνούμενοι πεισματωδώς να δεχθούν πόση παιδαγωγική αξία έχει το εξής: δεν φτάνει μόνον τι μαθαίνει ένας μαθητής στα Θρησκευτικά αλλά πώς το μαθαίνει. Αντιθέτως, επιθυμώ να εκθειάσω το αμέριστο ενδιαφέρον και τον τίμιο θεολογικό - παιδαγωγικό αγώνα πολλών εξ ημών, για στέριωμα των ΝΠΣ στις σχολικές τάξεις, είτε με τη σκληρή καθημερινή προετοιμασία είτε με τη συνεχή επιμόρφωση, όπως αυτή στα δύο τελευταία χρόνια έχει γίνει και που συνεχίζει να γίνεται. Τρανταχτό παράδειγμα τα συνέδρια θεολόγων καθηγητών με διεθνή συμμετοχή στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ – έχουν γίνει δύο και τον εφετινό Σεπτέμβριο θα γίνει το τρίτο, οι συναντήσεις Θεολόγων του Πανελλήνιου Θεολογικού Συνδέσμου ΚΑΙΡΟΣ για την αναβάθμιση της θρησκευτικής εκπαίδευσης, στην Ελληνογαλλική Σχολή Ουρσουλίνων – έχουν γίνει δύο και τον εφετινό επίσης Σεπτέμβριο θα γίνει η τρίτη και, βέβαια, τα επιμορφωτικά σεμινάρια της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Η τελευταία, το εφετινό καλοκαίρι, οργανώνει σεμινάριο για θεολόγους και δασκάλους με ενδιαφέρον για τη θρησκευτική εκπαίδευση· θα διεξαχθεί στον γραφικό Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου, κατά το τετραήμερο 27 – 31 Ιουλίου, με θέμα: «“Το ανέφικτο επάγγελμα”. Διδάσκοντας στην ομάδα – τάξη. “Τόπος ασφαλής” για τη συνάντηση της βιογραφίας του δασκάλου με τους μαθητές του». Οι κύριοι βασικοί άξονες αυτού του επιμορφωτικού σεμιναρίου έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα, καθώς θα εστιάσουν και θα διερευνήσουν τη γενική παιδαγωγική παραδοχή, που θεωρεί πως ποτέ ένα μάθημα στη σχολική τάξη δεν είναι απλά ένα μάθημα, αλλά μια γνωστικοσυναισθηματική διεργασία, που κατά κύριο λόγο βασίζεται στην παιδαγωγική σχέση δασκάλου με τους μαθητές, σχέση από τη φύση της ανισότιμη, η οποία όμως οφείλει να λαμβάνει υπ’ όψιν τα παρακάτω βασικά ερωτήματα:
· Πόσο σημαντικό είναι ο δάσκαλος να βρίσκεται σε επαφή με τα συναισθήματά του και να αναγνωρίζει το τι “κουβαλά” από τα δικά του βιώματα στην ομάδα – τάξη;
· Πόσο αναγκαίο είναι να μπορεί να αποκρυπτογραφεί την “άγνωστη γλώσσα της εφηβείας” των μαθητών του;
· Πόσο λαμβάνει υπόψη του την προσωπική του βιογραφία, καθώς και του μαθητή του;
· Πόσο αξιοποιεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του πλαισίου, το οποίο καθορίζει την όλη εκπαιδευτική διαδικασία;
· Πόσο λαμβάνει υπόψη του στο διδακτικό σχεδιασμό την “υποκίνηση” του μαθητή, ως καθοριστικού μαθησιακού παράγοντα;
Θέλω να πιστεύω ότι όσοι θεολόγοι συμμετάσχουν στο παραπάνω επιμορφωτικό σεμινάριο, με επιμορφωτές αξιόλογους συναδέλφους, όπως ο Κυριάκος Βλασσόπουλος (Θεολόγος, Ψυχοθεραπευτής, Ομαδικός Αναλυτής), ο Γιώργος Κίσσας (Θεολόγος, Ψυχολόγος, Ψυχοθεραπευτής), ο Απόστολος Μπάρλος (Θεολόγος, Εκπαιδευτής Ενηλίκων), η Βάσω Γώγου (Θεολόγος, Φιλόλογος, Εικονογράφος, Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων) και ο Παντελής Καλαϊτζίδης (Δρ. Θεολογίας, Διευθυντής Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου), θα έχουν τη μοναδική ευκαιρία να αποκομίσουν τις απαραίτητες γνώσεις για να κάμουν πράξη στη σχολική τάξη την ομαδοσυνεργατική διδασκαλία, την πεμπτουσία κατ’ εμέ της Διδακτικής Μεθοδολογίας.
Εν κατακλείδι, το θέμα των ΝΠΣ δεν βρίσκεται μόνο εντός του θεολογικού και εκκλησιαστικού χώρου - όποιος ζει μέσα σ’ αυτόν, συχνά γίνεται αυτόπτης μάρτυρας γνήσιας πίστης και φανατισμού, ζωής και θανατίλας. Στην τροχιά που κινείται ο 21ος αιώνας, το μτΘ βρίσκεται και εντός του πλαισίου τι θρησκευτική εκπαίδευση επιθυμούμε και πως μπορούμε να την προσφέρουμε στους μαθητές. Σε μια Ευρώπη όπου η «τρομακτικότερη έκφραση της ισχύος στην πολιτική» γοητεύεται από τον ναζισμό, όσο και να φαίνεται παράξενο, το μτΘ οφείλει να επιτελέσει το βασικό χρέος του. Ως ένα βαθύτατα ανθρωπιστικό μάθημα, να αντισταθεί σε κάθε βαρβαρότητα που αλλοιώνει την ανθρώπινη ύπαρξη. Όποιος αρνείται και αυτήν την αποστολή του μτΘ είναι βλαξ. Και αυτό το στηρίζω στον αλησμόνητο Φώτη Κόντογλου, που έλεγε ότι η βλακεία είναι αμαρτία. Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση της δηλητηριώδους βλακείας, ο καλός συνάδελφος Θανάσης Ν. Παπαθανασίου καλώς αγωνιά. Σ’ ένα άρθρο του, στο 35ο τεύχος του μαχητικού περιοδικού Manifesto, για την πνευματική και υλική χρεωκοπία της Ευρώπης, γράφει πως «η θεολογία πρέπει να κατορθώσει να συμμετάσχει στη συγκρότηση ενός επείγοντος μετώπου: του μετώπου των σπουδών στοχασμού. Δεν είναι τυχαίο ότι η νεοφιλελεύθερη επίθεση συνοδεύτηκε από συρρίκνωση των ανθρωπιστικών σπουδών και από ενίσχυση των τεχνοκρατικών, δηλαδή των σπουδών εκείνων που αντιλαμβάνονται τον άνθρωπο απλώς ως διαχειριστή ενός μηχανισμού, η ύπαρξη του οποίου φαντάζει δεδομένη και αναντίρρητη. Αυτό που υποστηρίζω είναι ότι οι σπουδές στοχασμού δεν χρειάζεται να είναι μια ιδιαίτερη ομάδα, αντίπαλη προς τις τεχνολογικές σπουδές, αλλά ένα ζωογόνο νεύρο που θα διαπερνά όλες τις σπουδές, τεχνολογικές και ανθρωπιστικές. Αλλά για να μπορέσει να συμμετάσχει η θεολογία σε ένα τέτοιο μέτωπο, θα πρέπει να απαλλαγεί από κάθε αυτισμό, και να κατορθώσει να δείξει στους εταίρους της ότι έχει θέση ανάμεσά τους. Θα πρέπει να κατορθώσει να μιλήσει μια κοινή γλώσσα: να δείξει ότι κάθε άποψη περί νοηματοδοτήσεως του ανθρωπίνου βίου δεν βρίσκεται με “χημεία”, όπως άλλωστε δεν πρόκειται να βρούμε ανάμεσα στα συστατικά ενός αυτοκινήτου την επιλογή του οδηγού για το πού θα πάει. Το νόημα δεν φυτρώνει· φτιάχνεται ή επιλέγεται από το άνθρωπο, βάσει της ελευθερίας του να στοχαστεί μέσω κάθε δυνατότητας της ύπαρξής του, να ερμηνεύσει τον κόσμο και να τον οραματιστεί σε άλλη μορφή, πέρα από την τωρινή». Ετούτον τον θεολογικό στοχασμό, που κάποιοι τον θεωρούν επιβλαβή κι αδιέξοδο, άριστα τον πλαταίνουν τα ΝΠΣ του μτΘ.
Ο ζωγραφικός πίνακας που κοσμεί το άρθρο είναι του π. Σταμάτη Σκλήρη. Είναι ο «Ξανθός νέος σε σοφίτα», 1993. Αυγοτέμπερα σε χαρτόνι. Ανήκει στη σειρά έργων του με τίτλο: οι «Σοφίτες». Γι’ αυτές, ο ίδιος γράφει: «Οι σοφίτες είναι έργα εξπρεσιονιστικά, που ζωγράφισα αποκλειστικά στο Παρίσι. Ξεχωρίζουν από τα άλλα έργα μου γιατί είναι νυχτερινές και σκοτεινές. Σύμβολα της μοναξιάς, ενός κόσμου περιθωριακού, που ορίζει τον άνω… υπόκοσμο της Πόλεως του Φωτός. (Ο κάτω υπόκοσμος είναι οι κλοσάρ που φωλιάζουν κάτω από τις γέφυρες του Σηκουάνα και στα σκαλοπάτια του υπόγειου σιδηρόδρομου). Θέλω να πιστεύω όμως πως το βλέμμα τους και το βυζαντινό φως που τους μυρώνει, χαρίζει στους τραγικούς περιθωριακούς μου την ελπίδα». Βλ., π. ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΣΚΛΗΡΗΣ. (1994). Ζωγραφικό Ταξίδι. Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 88-89.
ΑπάντησηΔιαγραφή