Κυριακή 29 Μαρτίου 2020

Ο Χρήστος Γιανναράς για τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος

«Τελειώνοντας τη Μεταφυσική του σώματος είχα μπροστά μου τα εξής προβλήματα που έπρεπε να μελετήσω και διασαφηνίσω: Πως και γιατί “εκνομικεύεται” η ηθική. Σε ποια οντολογία και ανθρωπολογία θεμελιώνεται ο “εκνομικισμός” της. Ποια οντολογία και ανθρωπολογία προϋποθέτει η άσκηση ως βεβαίωση της ελευθερίας. Πόσο φύση είναι το υποκείμενο και πόσο ελευθερία από τη φύση. Πόσο ερμηνευτικά γόνιμη είναι η διάκριση φύσης και υπόστασης, όπως η διάκριση της φύσης από τις ενέργειες της φύσης. Γιατί ο όρος πρόσωπο αποδίδει πληρέστερα υπαρκτικό γεγονός της υπόστασης».


ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1995). Τα καθ’ εαυτόν. Αθήνα: Ίκαρος, σ. 56.

Ο Θεός της εκκλησιαστικής εμπειρίας στους αντίποδες του φόβου και της απειλής







ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1989). Ερωτικών αμφιλογία ή περί λιβελλοπράγμονος μοναχού. Αθήνα: Δόμος, σσ. 57-58.

Σπουδή στον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος

«Η Κλίμακα του Ιωάννου, βιβλίο αφιερωμένο αποκλειστικά στην άσκηση, δεν είναι μια συλλογή αντικειμενικών κανόνων και “πρακτικών” οδηγιών για την επιτέλεση της ασκήσεως – όπως πολλά από τα μεταγενέστερα ασκητικά εγχειρίδια. Υπάρχουν πάντοτε γενικές “αρχές” της ασκήσεως […] αλλά αυτές δεν ορίζουν ποτέ κάτι περισσότερο από τον χώρο του προσωπικού γεγονότος. 
»Μια πρώτη γενική “αρχή”, σύμφωνα με την εμπειρία της Κλίμακος, είναι η παραίτηση, για όποιον αναλαμβάνει την άσκηση ως έργο μετανοίας, από κάθε ελπίδα σωματικής ανέσεως και σωματικής παρηγορίας. 
       “Μετάνοια έστι 
       σωματικής παρακλήσεως διηνεκής ανελπιστία”[1]. 
»Η Χάρη του Θεού θα αναπληρώση τη στέρηση της σωματικής παρακλήσεως, ο Ιωάννης της Κλίμακος θα μιλήση αλλού για την σάρκα που αναθάλλει όταν ενδημήση στον άνθρωπο η οσία αγάπη[2], ωστόσο καταρχήν η πραγματική μετάνοια, το πένθος για την ανταρσία και την πτώση της φύσεως, δεν αφήνει περιθώρια για ελπίδα σωματικής παρηγορίας. Κάθε παραχώρηση που αποβλέπει στην παράκληση της σαρκός είναι μια θύρα ανοικτή στην επιθυμία, γι’ αυτό η άσκηση ταυτίζεται με μιαν αδιάκοπη εγρήγορση, μιαν ανύσταχτη ετοιμότητα
       “Ώσπερ ο λέοντι μαχόμενος, 
       εάν αλλαχού τον οφθαλμόν αποπλανηθή, 
       ευθέως απόλλυται, 
       ούτω και ο τη εαυτού σαρκί μαχόμενος, 
       εάν ταύτην αναπαύση”[3]». 


ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ. (1971). Η μεταφυσική του σώματος. Σπουδή στον Ιωάννη της Κλίμακος. Αθήνα: Δωδώνη, σσ. 117-118. 


[1] Ε΄ β΄ 51.
[2] Λ΄ ια΄ 168.
[3] ΚΣΤ΄γ΄ λβ΄ 147.

Παρασκευή 27 Μαρτίου 2020

«ΛΕΥΚΟΤΕΡΟΣ ΚΑΙΓΕΣΑΙ»



Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου π. Παναγιώτη Καποδίστρια με τίτλο «ΛΕΥΚΟΤΕΡΟΣ ΚΑΙΓΕΣΑΙ». Το πόνημα περιλαμβάνει έξι ενότητες ποιημάτων, γραμμένων από το 2007 έως και το 2019, τις ακόλουθες: α) «Η νύχτα μπάζει φως» (πολυθεματικά ποιήματα), β) «Θεωρία El Greco» (ποιήματα για τον αποκαλυπτικά μυστικό και κρυπτικό ζωγράφο Δομήνικο Θεοτοκόπουλο), γ) «Ζωή καταφυγίου» (κάποια από τα ταξίδια μου ανά τον κόσμο σε στίχους), δ) «Τα Πολίτικα» (οφειλετικά απόστιχα για την του Κωνσταντίνου Πόλη και τον εκεί ασκούμενο Πρώτο της Ορθόδοξης Ρωμιοσύνης, ε) «Πόνοι απόρρητοι. 12 ποιήματα για τον Μοναχό Μωυσή τον Αγιορείτη» και στ) «Των Απόντων» (ένα είδος ποιητικού διαλόγου με φιλικές προσωπικότητες του κοινοτικού, οι οποίες ανήκουν ήδη στην Αιωνιότητα). Η έκδοση ανήκει στην σειρά εκδόσεων του ΜΟΡΦΩΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ α λ η θ ώ  ς 

ΠΗΓΗ: ORTHODOXIA INFO

Τετάρτη 25 Μαρτίου 2020

25η Μαρτίου 1821. Ημέρα μνήμης και λήθης

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Ημέρα μνήμης αλλά και λήθης η σημερινή 25η Μαρτίου. Μνήμης γιατί η Επανάσταση του 1821 είναι για εκείνους που δεν σταματούν να τη μελετούν, λήθης διότι πολλά από τα πρόσωπα και τα γεγονότα λησμονιούνται σήμερα, αφού πολλούς από εμάς, μας απορροφά άλλοτε η ζοφερή κι άλλοτε η φωτεινή καθημερινότητα. 
Δεν χωρά αμφιβολία ότι εδώ και χρόνια στην ελληνική κοινωνία, επιπολάζει προκλητικά πληθωριστική φλυαρία γκλαμουριάς. Τρανταχτό παράδειγμα, οι επιλογές προσώπων που θα στηρίξουν και θα οργανώσουν τις πολυποίκιλες εκδηλώσεις για τα 200χρονα «εορτασμού» της Εθνική μας Παλιγγενεσία, που θα γιορτάσουμε του χρόνου. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς πως αυτά τα πρόσωπα, όπως κι άλλοτε, δεν ταλαιπώρησαν μόνο την ελληνική κοινωνία αλλά και τον πολιτισμό της. Ας θυμηθούμε τη χρονιά των Ολυμπιακών Αγώνων στο κλεινόν άστυ. Παραφράζοντας τον Οδυσσέα Ελύτη, που στην Ιδιωτική Οδό γράφει ότι οι «διανοούμενοι μειδιούν και οι ποιητές διανοούνται» - ας μου συγχωρέσει ο ποιητής ετούτη τη «βεβήλωση» - θα σημείωνα ότι οι ιστορικοί μειδιούν και οι γκλαμουράτοι διανοούνται. Τέλος πάντων! Φοβάμαι, λοιπόν, πως τα 200χρονα «εορτασμού» της Επανάστασης του 1821, στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, θα επιπολάσουν επικίνδυνα κακέκτυπα «φωτεινών» αυτόκλητων εθνοσωτήρων, γένους θηλυκιού και γένους αρσενικού. Με αποτέλεσμα να χαθεί η ουσία του εορτασμού των 200 χρόνων από την Επανάσταση των παππούδων και προπαππούδων μας αγωνιστών. 
Γράφοντας εχθές αυτές τις γραμμές, ήρθε στο νου μου η φιγούρα του «παππού της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού», όπως συνηθίζω να τον ονομάζω, του αξέχαστου Απόστολου Ε. Βακαλόπουλου. Κατά τη διετία 1990 – 1992, όταν έκαμα τις μεταπτυχιακές σπουδές μου στο ΑΠΘ, είχα την τύχη να τον γνωρίσω από κοντά. Επί δύο χρόνια, σχεδόν κάθε μέρα, βρισκόμασταν τετ-τα-τετ, πότε στην Κεντρική Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, πότε στον πανέμορφο χώρο του Αναγνωστηρίου της Βιβλιοθήκης της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών. Κι επειδή η μεταπτυχιακή μου έρευνα αφορούσε τον 18ο αιώνα και πρόσωπα Ελλήνων λογίων που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση εκείνης της εποχής, είχα την ευκαιρία πολλές φορές να συζητώ μαζί του γι’ αυτά τα ζητήματα. Ομολογώ ότι αυτή η διετία ήταν ιερή για τη μετέπειτα τριβή και σπουδή μου στην Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. 


Στα 1997, όταν η Θεσσαλονίκη ήταν πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης, ο Απόστολος. Ε. Βακαλόπουλος, στο περιοδικό ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΠΤΑ παρά πόδα, - τχ. 6 (Νοέμβριος 1997) 32-35 - είχε δώσει μια ωραία συνέντευξη στον Γιώργο Κορδομενίδη, διευθυντή του περιοδικού Εντευκτήριο. Αξίζει κανείς να τη διαβάσει για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί ο «παππούς της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού» θεωρεί ότι η Ιστορία είναι θετική επιστήμη: «ο καλός ιστορικός πρέπει να επιμένει στην έρευνα των θετικών στοιχείων και όχι να κάνει κοινωνιολογία με αοριστίες». Και δεύτερον, διότι περιλαμβάνει δύο φωτογραφίες του ίδιου, στο γραφείο του, στο «κελί της εργασίας, της μοναξιάς και συλλογής του», όπως γράφει στον πρόλογο του πέμπτου τόμου της Ιστορίας του Νέου Ελληνισμού, που είναι αφιερωμένος στη μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821 – 1829). Αν και αυτή η συνέντευξη βρίσκεται στο Διαδίκτυο [εδώ], την παραθέτω αυτούσια, όπως δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΝΕΝΗΝΤΑ ΕΠΤΑ παρά πόδα.


Τρίτη 24 Μαρτίου 2020

Θεόφιλος Κεφαλάς - Χατζημιχαήλ (Βαριά Μυτιλήνης 1870 - Μυτιλήνη 24 Μαρτίου 1934)

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Στα τόσα πολλά που έχουν γραφεί για τον Θεόφιλο, έχω τη γνώμη πως ο βιβλίο του Στρατή Αναστασέλλη: Ο φίλος μου ο Θεόφιλος[1] μας φέρνει πολύ κοντά στην καθημερινότητα του φουστανελά ζωγράφου και αγιογράφου. Η Ρεγγίνα Ζερβού στην ωραία μελέτη της: «Οι λαϊκοί λόγιοι της Αγιάσου. Η περίπτωση του Στρατή Αναστασέλλη»[2], γράφει πως η «προσέγγιση του Αναστασέλλη στο πρόσωπο και το έργο του Θεόφιλου επικεντρώνεται στην έννοια της λαϊκότητας». Με βάση την παραδοχή αυτή, νομίζω, ότι ο Θεόφιλος είναι η ενσάρκωση του λαϊκού πολιτισμού μας, στοιχεία του οποίου στη μακρά πορεία των αιώνων, από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο και τον Νέο Ελληνισμό επιβιώνουν μέχρι σήμερα. Το παρακάτω απόσπασμα δείχνει πόσο αληθινή και ατόφια ήταν η σχέση του Αναστασέλλη με τον «μονόχνωτο και αλλοπαρμένο» λαϊκό ζωγράφο: «Κάθε απόγευμα περνούσα απ’ την Καρήνη κάνοντας δρομολόγιο Αγιάσου – Μυτιλήνης. Στην Καρήνη τότες σταματούσαμε για ν’ αλλάξουμε νερά. Εγώ παρακρύωνα τη μηχανή μου λόγω Θεόφιλου κ’ οι επιβάτες μου πάντα γρίνιαζαν. Ένα απόγεμα βρήκα το Θεόφιλο κατεβασμένο με σκάλα στη χαβούζα να τη ζωγραφίζει γυρωτρόγυρα πάνω απ’ τη στάθμη του νερού. Επιφάνεια ασβεστωμένη 20Χ1,50. Πιάνω τη σκάλα απ’ τις επάνω άκρες και τη σπρώχνω σιγανά προς το κέντρο. Ο Θεόφιλος γαντωζμένος μου λέει γελαστός: Κάτσι Στρατήγ’ καλά, άφσι τα χουρατά μην πάθομι κανένα μασκαραλίκ’»[3]
Σαν σήμερα, 24 Μαρτίου 1934, πέθανε ο Θεόφιλος. Σύμφωνα με τον Αναστασέλλη, κανένας δεν έμαθε που είναι ο τάφος του. Από τότε έχουν περάσει 86 χρόνια… 


[1] Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κείμενα, στα 1981. 
[2] Δημοσιεύθηκε στον τόμο: Λαϊκός πολιτισμός και έντεχνος λόγος. Ποίηση – πεζογραφία – θέατρο, εκδ. Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2010· [και εδώ]. 
[3] ΣΤΡΑΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΛΛΗΣ. (1981). Ο φίλος μου ο Θεόφιλος. Αθήνα: Κείμενα, σ. 18.

Κυριακή 22 Μαρτίου 2020

Ποίηση και Ιατρική

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Ετούτες τις μέρες, όπου ολάκερη η οικουμένη βρίσκεται στο έλεος των ανέμων του κορονοϊού «COVID-19», αξιοπαρατήρητη είναι η προσωπικότητα του ιατρού κ. Σωτηρίου Τσιόδρα. Καθημερινά τον βλέπουμε στην τηλεόραση να μας ενημερώνει για την εξέλιξη της πανδημίας της νέας νόσου. Με ύφος ταπεινό, ανεπιτήδευτο! Στη χθεσινή ενημέρωση (Σάββατο 21 Μαρτίου), όσοι τον είδαμε, θαυμάσαμε το μεστό σε μηνύματα λόγο του· παρέπεμπε στον νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη: «Σεβαστείτε τους νεκρούς», «την τελευταία λέξη δεν θα την έχει ο θάνατος», «η κάθε γλώσσα να μιλεί την καλοσύνη της ημέρας», «ας γίνει αυτός ο αγώνας όλων μας». Δεν είναι λίγοι εκείνοι που θαύμασαν τη σύνδεση επιστήμης με την ποίηση. Πέραν, όμως, αυτής της σύνδεσης, που τόσο όμορφα ανέδειξε στο πολύ καλό ιστολόγιο του ο κ. Παναγιώτης Αντ. Ανδριόπουλος [Ο Ελύτης του Σωτήρη Τσιόδρα], ο κ. Τσιόδρας με την ποιητική ευαισθησία του έφερε στο προσκήνιο και το ζήτημα ενός κακού της επιστήμης: της εκλογίκευσης και του παγώματος των πάντων, που όλα άμεσα τα εντάσσει στο σταθμητό, καταπώς γράφει ο Άγγελος Τερζάκης σ’ ένα δοκίμιό του στην Εποχή των Ερωτημάτων. Κι εδώ, καλό είναι να αναστοχαστούμε που τελειώνει η επιστήμη και που αρχίζει η πίστη στο Θεό, στη μεταφυσική και γιατί όχι στην ποίηση. 
Η καθημερινή εικόνα αυτού του ταπεινού ιατρού επιστήμονα, δείχνει το δρόμο της ελπίδας κι όχι του φόβου. Καθώς φαίνεται, πρόκειται για έναν άξιο κι αληθινό άνθρωπο, που δεν παραχαράσσει τα δεδομένα της επιστήμης του, ούτε ξεπερνά τα όριά της, ούτε βέβαια τη βλέπει ως μια τέχνη που παραμορφώνει τον άνθρωπο και τον απανθρωπίζει - ο «άνθρωπος μηχανή» κατά τον Ν. Μπερδιάγιεφ - που, τέλος, στέκεται ενάντια στην καπατσοσύνη και τη φαυλότητα ουκ ολίγων που λατρεύουν μόνο την ύλη. 
Θα ΄λεγα πως η αναφορά τού κ. Τσιόδρα στον Ελύτη είναι ένας ακόμη ύμνος στην αγάπη – ας θυμηθούμε εδώ το «Ανθ΄ ημών η αγάπη» του ποιητή, όταν με πεζή μορφή κλείνει την ποιητική του σύνθεση Εκ του πλησίον – ταυτόχρονα, όμως, είναι μια φιλάδελφη οδηγία προφύλαξης από τον μηδενισμό, αλλά και προφύλαξης από λογής - λογής «σατανογνώμονες» - ο χαρακτηρισμός είναι του αείμνηστου πανεπιστημιακού δασκάλου Νίκου Ματσούκα - του Διαδικτύου που, ετούτες τις ημέρες της οδύνης με τη νόσο του κορονοϊού «COVID-19», δεν χάνουν την ευκαιρία φοβισμένοι να βλέπουν τον Θεό να στέλνει τιμωρίες στους ανθρώπους, αρνούμενοι τον λόγο του Ευαγγελίου που είναι ξεκάθαρος: φόβος κι αγάπη είναι αντιθετικές έννοιες. Πολλοί εξ αυτών προέρχονται από τον εκκλησιαστικό και θεολογικό χώρο. Δυστυχώς! 


Σπύρος Βασιλείου, «Η σκαλωσιά που χάλασε τη θέα», 1957.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2020

«Η ομορφιά σου, όμως, είχε της καρδιάς το φάρδος»







ΛΑΜΠΡΟΣ ΣΠΥΡΙΟΥΝΗΣ. (1996). «Μπαλάντα της αγαπημένης», στο: Τα μυστικά ποιήματα 1-7. Αθήνα: Μανδραγόρας, σσ. 12-13. [Ο πίνακας του εξωφύλλου είναι του Μιχαήλ Άγγελου Buonarroti, «Δελφική Σίβυλλα», νωπογραφία (λεπτομέρεια, Καπέλλα Σιξτίνα, Βατικανό, 1508-1512)].

Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

«Επίδοση συστημένου στον Οδυσσέα Ελύτη»

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Μέρες κορονοϊού, με το Μένουμε Σπίτι, πέραν της προσφοράς διαδικτυακών διδακτικών αγαθών προς τους μαθητές μου – ας μην ξεχνάμε «το μεν εργάζεσαθι αγαθόν το δε αργείν κακόν» του Ξενοφώντα ή, «η εργασία είναι προσευχή» του ιερού Αυγουστίνου - βρήκα το χρόνο και εντρύφησα στο αρκετά μεγάλο αρχείο περιοδικών που έχω. Τύχη αγαθή έπεσα σ’ ένα τεύχος του παλαιού καλού περιοδικού Ρεύματα (τχ. 29 / Ιανουάριος - Φεβρουάριος 1996), όπου ανακάλυψα ένα τρισέλιδο διήγημα αφιερωμένο στον Οδυσσέα Ελύτη. Κι επειδή εδώ και δυο ημέρες ο Ποιητής έρχεται και ξανάρχεται στο προσκήνιο, λόγω των 24 χρόνων από το θάνατό του (18/3/1996 - 18/3/2020), με αγάπη το μοιράζομαι με τους αναγνώστες μου.


Η συνέχεια [εδώ]

Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Ζήσιμος Λορεντζάτος και Οδυσσέας Ελύτης

«Παράξενο: Τον Ελύτη που είχα να τον θυμηθώ γόνιμα από τους Προσανατολισμούς – από εκεί πήρε, νομίζω, τη θέση που πήρε, τη δικιά του αποκλειστική θέση, μικρή ή μεγάλη δεν εξετάζω, στη νεοελληνική ποίηση – τον θυμήθηκα τώρα πάλι από μια φράση του σε κάτι πεζά που δημοσίεψε, Εν λευκώ, 1992, φράση που όχι μοναχά δείχνει φρονιμάδα, μα που την εφάρμοσα πάντα στην πράξη, ανάμεσα σε θάλασσες χοντρές ή λογιώ φουρτούνες (της ιστορίας), μια ολάκερη ζωή. Την αντιγράφω, λοιπόν, και προσυπογράφω αδίσταχτα (με κάποιες επιφυλάξεις μοναχά στη γραφή): “Νέε, θυμήσου: δε γίνεσαι δούλος όταν σε υποτάσσει μόνο αυτός που έχει την εξουσία – αλλά κι εκείνος που την πολεμάει”. Ορμήνια φρόνιμη που, άμα, κοιτάξεις ολόγυρα σήμερα (αλλά και πάντα), την εφαρμόζουν μοναχά μετρημένοι». 


ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σ. 462, [816].

Τετάρτη 18 Μαρτίου 2020

Ο Ελύτης του Τάσου Λιγνάδη



ΤΑΣΟΣ ΛΙΓΝΑΔΗΣ. (1999). Το Άξιον Εστί του Ελύτη. Εισαγωγή - Σχολιασμός - Ανάλυση. Αθήνα: Πορεία, σσ. 7-8· [γ΄ έκδοση (με προσθήκη)].

Η θυσιαστική προσφορά του Νώε· μνήμη Οδυσσέα Ελύτη (18/3/1996 - 18/3/2020)

Έριξα τους ορίζοντες μες στον ασβέστη, και με χέρι 
   αργό αλλά σίγουρο πήρα να χρίσω τους τέσσερις 
   τοίχους του μέλλοντος μου. 

Η ασέλγεια, είπα, είναι καιρός ν' αρχίσει τώρα το ιερα-
   τικό της στάδιο, και σε μια Μονή Φωτός ν' ασφαλί-
   σει την υπέροχη στιγμήπου ο άνεμος έξυσε λίγο συν-
   νεφάκι πάνω από τ' ακρότατο δέντρο της γης. 

Κείνα που μόνος μόχθησα να βρω, για να κρατήσω το 
   ύφος μου μέσα στην καταφρόνια, θα 'ρθουν -από το 
   δυνατό του ευκαλύπτου οξύ ως το θρόισμα της γυ-
   ναίκας- να σωθούν στης ασκητείας μου την Κιβωτό. 

Και το πιο μακρινό και παραγκωνισμένο ρυάκι, κι απ' 
   τα πουλιά το μόνο που μ' αφήκαν, το σπουργίτι, κι 
   από το πενιχρό της πίκρας λεξιλόγιο, δύο, καν τρία, 
   λόγια: ψωμί, καημός, αγάπη... 

(Ω Καιροί που στρεβλώσατε το ουράνιο τόξο, κι απ' το 
   ραμφί του σπουργιτιού αποσπάσατε το ψίχουλο, και 
   δεν αφήσατε μήτε μια τόση δα φωνούλα καθαρού νε-
   ρού να συλλαβίσει στη χλόη την αγάπη μου 

Εγώ, που αδάκρυτος υπόμεινα την ορφάνια της λάμψης, 
   ω Καιροί, δε συγχωρώ.) 

Κι όταν, ο ένας του άλλου τρώγοντας τα σπλάχνα, λιγο-
   στέψει ο άνθρωπος, κι από τη μια στην άλλη 

Γενεά, κυλώντας το Κακό, αποθηριωθεί μες στο παν-
   τερειπωτικό ουράνιο. 

Τα λευκά της μοναξιάς μου μόρια, πάνω από τη σκουριά 
   του χαλασμένου κόσμου στροβιλίζοντας, θα παν να 
   δικαιώσουν τη μικρή μου σύνεση 

Κι αρμοσμένα πάλι τους ορίζοντες μακριά θ' ανοίξουν, 
   ένα-ένα στα χείλη του νερού να τρίξουν τα λόγια τα 
   πικρά, 

Το παλιό μου της απελπισίας νόημα δίνοντας 

Ωσάν δάγκωμα σε φύλλο ουρανικού ευκαλύπτου, η αγία 
   των ηδονών ημέρα να μυρίσει 

Και γυμνή ν' ανέβει το ρεύμα του Καιρού η 
   γυναίκα η Χλοοφόρος 

Που μ' αργότη ανοίγοντας βασιλική τα δάχτυλα, μια για 
   πάντα θα στείλει το πουλί 

Στων ανθρώπων τον ανίερο κάματο, από κει που έσφαλε 
   ο Θεός, να στάξει 

Τρίλια της Παράδεισος!


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. (1990). «Ο άλλος Νώε», στο: Έξη και μια τύψεις για τον ουρανό. Αθήνα: Ίκαρος, σσ. 22-23.

Τρίτη 17 Μαρτίου 2020

Ένα βιβλίο ιστορικού - πολιτικού και δευτερευόντως εκκλησιαστικού περιεχομένου

Το βιβλίο αυτό αναδεικνύει ένα ζήτημα καθαρά γεωπολιτικό, παρά την φαινομενικά θρησκευτική του διάσταση: τον πόλεμο που η Μόσχα έχει κηρύξει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η φράση «Μόσχα, η Τρίτη Ρώμη» είναι μέρος των σχολικών μας ακουσμάτων. Λίγοι γνωρίζουν ωστόσο πως ο αυτοπροσδιορισμός της Μόσχας ως «Τρίτης Ρώμης» τροφοδοτείται συστηματικά από μία εθνική γραμμή δημιουργίας θρησκευτικών «αποικιών», με προφανή πολιτικά οφέλη. Η από αιώνων ρωσική στρατηγική διείσδυσης και κυριαρχίας στον ορθόδοξο κόσμο γνώρισε νέα έξαρση την μετασοβιετική εποχή. Στην Ελλάδα μαίνεται από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 μια καλοστημένη επιχείρηση «υβριδικού πολέμου», που στοχεύει να στρέψει την ελληνική κοινωνία ενάντια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Παράλληλα η Μόσχα προσπάθησε, με απειλές και πράξεις δολιοφθοράς κατά του πατριάρχη Βαρθολομαίου, να εμποδίσει την δημιουργία αυτοκέφαλης Εκκλησίας στην Ουκρανία, την οποία θεωρεί πνευματική της «αποικία». Έχοντας αποτύχει να εκβιάσει τις εξελίξεις, διέκοψε σχέσεις με την Κωνσταντινούπολη, την Αθήνα και με κάθε άλλη Εκκλησία που αναγνώρισε την θρησκευτική χειραφέτηση της Ουκρανίας. Προσπάθησα, μελετώντας την διαμόρφωση της ρωσικής ορθοδοξίας και την κοσμοθεωρία κράτους και Εκκλησίας στην Ρωσία, να κατανοήσω πώς γεννήθηκε η υπερφίαλη «γεωπολιτική της ορθοδοξίας». Μόλις σήμερα, με την ορθόδοξη «οικουμένη» να κινδυνεύει να διχοτομηθεί, δείχνει ενδιαφέρον για όλα αυτά η ευρύτερη κοινωνία, πέραν του στενού κύκλου του κλήρου, των εκκλησιαστικών ιστορικών και των διπλωματών. Οι Ρώσοι παραμένουν δέσμιοι της σαγήνης τους για ένα ένδοξο παρελθόν. Μήπως όμως η ψύχωσή τους με την αυτοκρατορική ιδέα και την ισχύ υπονομεύει τελικά την επιρροή τους στον όλο ορθόδοξο κόσμο; 
[Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου]


«Σκοπός του παρόντος βιβλίου είναι να ξετυλίξει το νήμα της σύγκρουσης ανάμεσα στην Μόσχα και την Κωνσταντινούπολη. Αν δεν ανατρέξει κανείς στην ιστορία της Ρωσικής Εκκλησίας είναι αδιανόητο να κατανοήσει πως φθάσαμε στο σημερινό σχίσμα και γιατί αυτό είναι δύσκολο να θεραπευθεί. Έτερος στόχος του βιβλίου να καταδείξει τον ακραιφνώς πολιτικό ρόλο που ανέκαθεν έπαιξε η επίσημη θρησκεία, χιλιετίες πριν εμφανισθούν οι όροι “γεωπολιτική” και “πολιτικές ταυτοτήτων”, που σήμερα είναι του συρμού. Πρόκειται συνεπώς για ένα βιβλίο ιστορικού και πολιτικού, και μόνο δευτερευόντως εκκλησιαστικού περιεχομένου»

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΣΣΑΒΕΤΑΣ. (2019). Η Μόσχα και ο Θρόνος της Ορθοδοξίας. Αθήνα: Πατάκη, σσ. 14-15.

Συντροφιά με τη γραία Σκεύω του κυρ Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη

«Δυστυχισμένη χρονιά εκείνη… Εις αυτά τα τελευταία χρονιά είχεν αρχίσει να εφαρμόζεται το «Κάθε πέρσι καλύτερα». Η φτώχεια ήτον μεγάλη, η γρίνια ακόμη μεγαλυτέρα. Το δε χειρότερον ήτο η ασθένεια… -Ο Θεός να φυλάγει και πάλιν όλον τον κόσμον, και δεύτερον εμάς, τους αμαρτωλούς. –Μεγάλα δεινά, αφορία, πείνα, αρρώστια, όλα μαζί, ηκούοντο. Και ο φόβος τα έκαμνε μεγαλύτερα. Η δε αμαρτία έκαμνε μεγαλύτερον τον φόβον. Καλή μετάνοια! χριστιανοί. Καλή φώτιση και καλά υστερνά. Ούτω εκήρυττε και ούτω ελάμβανε το θάρρος να συμβουλεύει τας νεωτέρας η γραία Σκεύω. Αλλ’ εκείναι, αι περισσότεραι εξ αυτών, αι ανοητότεραι, την επεριγέλων. Και τα παιδία ακόμη, οι κλήρες[1] αυτού του καιρού, η νέα πλάσις, την εμυκτήριζον, και της εφώναζαν: «Σκεύω Σαβουρόκοφα! Σκεύω Σαβουρόκοφα!» 
»Σαβουρόκοφα ήτο το παρωνύμιον με το οποίον την είχε προικίσει η αδυσώπητος κακολογία της γειτονιάς. Επειδή ήτο κάπως κοντή και στρογγυλή το σώμα, την επαρωμοίασαν με τους χονδρούς κοφίνους, δι’ ων εισκομίζεται η σαβούρα εις τα αμπάρια των αρτίως εκφορτωθέντων πλοίων. Αλλ’ αυτή, ως η καρίνα φέρει τα στραβόξυλα εις τον αρσανάν του γερο-Μαθινού, έφερεν εν υπομονή τας ιδιοτροπίας, τους χλευασμούς και τους ονειδισμούς όλων. Και δεν απέκαμνε να νουθετή και να συμβουλεύη εις το καλόν. Εφρόνει ότι ήτο καιρός πλέον να έλθη μετάνοια. Αρκετά δεινά είχον έλθει εις τον κόσμον και περισσότερα ακόμη ηπείλουν να ενσκήψωσιν. Η αρρώστια δεν ήτο το ελάχιστον εξ αυτών. Και η αρρώστια ηπείλει ήδη πανταχόθεν να εισβάλη. 
»Η γειτόνισσα η Λενιώ η Γαρμπίνα, μία γραία ήτις συνήθιζε συχνά να βλέπη οπτασίας, είχεν ιδεί εφέτος πάλιν μίαν φοβεράν, ολοφάνερα, με τα μάτια της. Τρεις γυναίκες με τα μαύρα είχαν παρουσιασθή, ημέρα μεσημέρι, εις το σταυροδρόμιον, σιμά εις την οικίαν της. Η πρώτη τούτων ήτο μαύρη, κατάμαυρη το πρόσωπον, η δευτέρα ήτο κίτρινη φλωρί, η τρίτη ήτο κόκκινη κρεμίζι. Κανείς δεν τας εγνώριζεν, αν και ολίγοι τας είδον, και ήτο προφανές ότι ήτο οπτασία, όραμα υπερφυσικόν. Τας είχεν ιδεί αυτή η Λενιώ η Γαρμπίνα, η γειτόνισσά της, η Ζαχαρού η φουρνάρισσα και μία επταετής κορασίς, η Δεσποινιώ, η θυγάτηρ της Πεπερούς. Ήτο πρόδηλον ότι η πρώτη των τριών εξωτικών γυναικών, η μαύρη, ήτο η Πανούκλα, η δευτέρα, η κίτρινη ήτο βεβαίως η Χολέρα, και η άλλη, η κόκκινη, ήτο χωρίς άλλο η Οστρακιά. Είχαν έλθει εις το χωρίον μυστηριωδώς, ίσως διά να δώσουν είδησιν ότι δεν είναι μακράν. Ίσως να ήτο και διά καλόν, εσχολίαζεν η γραία Σκεύω, διά να λάβουν είδησιν οι χριστιανοί και σπεύσωσι να μετανοήσωσιν. Αλλά και η Ολυμπιάς, η καλόγρια, η εκκλησιάρχισσα του ναού της Παναγίας, έβλεπε διαφόρους οπτασίας καθ’ ύπνον, κι εσυμβούλευεν όλας τας γυναίκας να μετανοήσωσι»


ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. (1997). «Βαρδιάνος στα σπόρκα», στο: Άπαντα. Κριτική έκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, τ. Β΄. Αθήνα: Δόμος, σσ. 546-547, 673-675, 687. 

[1] Κλήρα: (υβριστικά) το παιδί. 

Παρασκευή 13 Μαρτίου 2020

Θεία Ευχαριστία· πραγμάτωση διακονικής αγάπης

«Σε περίπτωση πανδημίας νόσου θανατηφόρου και μεταδοτικής, πώς θα αντιμετωπιστεί η απαίτηση μιας κυβέρνησης να ανασταλεί η τέλεση της θείας Ευχαριστίας για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας; Προφανώς, ο πιστός μπορεί να βιώνει ως υπερεπαρκή την όποια μεταφυσική πίστη του, δεν μπορεί όμως να περιμένει ότι η επίκληση της αποτελεί ικανοποιητική απάντηση για το κράτος. Το ζήτημα, λοιπόν, είναι ποια στάση θα μπορέσει να τηρήσει η Εκκλησία σε περίπτωση τέτοιας κρίσης. Θα εμμείνει στην τέλεση της Ευχαριστίας αποδεχόμενη το κόστος του πιο οξέως κοινωνικού οστρακισμού της (δηλαδή την απόσυρση των μελών της από κάθε κοινωνική σχέση και δραστηριότητα); Ή μήπως, αντιλαμβανόμενη τον εαυτό της πρωτίστως ως πραγμάτωση της διακονικής αγάπης, θα προχωρήσει ενσυνείδητα στην πιο επώδυνη κένωσή της, δηλαδή την αναστολή τέλεσης του μυστηρίου, χάριν της αγάπης των τρομοκρατημένων ανθρώπων; Αλλά, θα κατόρθωνε, άραγε, να το αποτολμήσει αυτό με τρόπο ώστε να μαρτυρηθεί το πρωτείο της θυσιαστικής αγάπης και να μην εκληφθεί αυτή η κίνηση ως βολική συναίνεση στο πνεύμα του κόσμου, το οποίο ειδωλοποιεί την υγεία και την επιβίωση;» 

ΘΑΝΑΣΗΣ Γ. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2011). «Η κοινότητα ως βρόχος. Η αποστολή της Εκκλησίας στη σκοτεινή πλευρά της σελήνης», στο: Πολιτισμός και Διαφορετικότητα. Εμείς και οι Άλλοι». Δημήτριος Γ. Μαγριπλής (επιμ.). Θεσσαλονίκη: Αντ. Σταμούλης, σσ. 338-339. 


ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΚΟΡΟΣ, «Αλληγορία της Πίστης»· χρώματα λαδιού σε ξύλο, 34Χ68 εκ., το καθένα, 2010. ΠΗΓΗ: Χρήστος Μπόκορος

Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

«Η Ευχαριστία είναι ένα συνεχές θαύμα»

«Ευτυχώς […] το ευχαριστιακό όραμα της Εκκλησίας δεν παρέμεινε κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα απλώς μια αφηρημένη θεωρία, αλλά η εμφάνισή της συνοδεύτηκε από μια αναγέννηση της συχνής θείας Μετάληψης σε πολλές ορθόδοξες ενορίες (αν και, αλίμονο, όχι σε όλες). Αυτό είναι σίγουρα πολύ σημαντικό. Μια ευχαριστιακή Εκκλησιολογία που δεν εκφράζεται στη ζωντανή πράξη των πιστών θα ήταν μη ρεαλιστική, ακόμη και υποκριτική. Στην αναγέννηση της συχνής θείας Μετάληψης, ρόλο σκαπανέα διαδραμάτισε στην προεπαναστατική Ρωσία ο άγιος Ιωάννης της Κροστάνδης. Θυμάμαι, κάθε φορά που τελώ τη Λειτουργία, τους λόγους του: “Η Ευχαριστία είναι ένα συνεχές θαύμα”»


ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ WARE. (Επίσκοπος Διοκλείας). (2005). Η Ορθόδοξη Θεολογία στον 21ο αιώνα, μτφρ. Νίκος Ντόντος. Αθήνα: Ίνδικτος, σσ. 23-24.

Κυριακή 8 Μαρτίου 2020

Ο «τρώγων» και «πίνων» τα ζωοποιά, άχραντα και πάναγνα μυστήρια ζωοποιείται και θεοποιείται

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Να λοιπόν ακόμη ένα εντυπωσιακό σύμπτωμα, πασίδηλο της σημερινής εικόνας της Εκκλησίας, στα τόσα άλλα, βέβαια, που την κάμουν σταδιακά να απομακρύνεται από τον άνθρωπο, πιστό και μη πιστό: κι αυτή ενεπλάκη στον πανικό που παγκοσμίως έχει σπείρει ο κορονοϊός. Να μεταλαμβάνουν ή να μη μεταλαμβάνουν οι πιστοί Σώμα και Αίμα Χριστού; Ιδού το «κορυφαίο» δίλημμα των ημερών. Τώρα τί απάντηση να δώσει κανείς στον αγώνα για μετοχή στη Ζωή που είναι ο Χριστός; Αλλά και στο ανερμήνευτο φαινόμενο του ζην; Μπροστά στην πραγματικότητα – και για τις δύο πλευρές, του χριστιανού που είναι και διαρκώς οφείλει να γίνεται συνεπής με τον εαυτό του, αλλά και του αδιάφορου για την χριστιανική πίστη, καθώς φαίνεται και οι δύο πλευρές, ξεπέφτουν σε απλουστευτικές θεωρήσεις και συμβάσεις. Αυτές με ιδιαίτερα καυστικό λόγο – και καλά κάμει - τις κρίνει και δεν τις ανακρίνει, αγαπητός φίλος και συνάδελφος θεολόγος στο ιστολόγιό του [εδώ] και [εδώ]. 
Κατ’ εμέ, η Εκκλησία έκαμε λάθος που ενεπλάκη στο παραπάνω δίλημμα. Κι αυτό για δύο λόγους. Εν συντομία τους καταγράφω: 
Πρώτον, για πολλοστή φορά, στους κόλπους της άνοιξε το δρόμο σε αρκετούς ευσεβιστές εκπροσώπους της για αφοριστικά κηρύγματα εναντίον στρατευμένων μηδενιστών και χριστιανομάχων. Αν ζούσε ο Φρίντριχ Νίτσε και τους άκουγε, θα ξανάγραφε τον Αντίχριστο. Ανάθεμα κατά του Χριστιανισμού. Παρεμπιπτόντως, εδώ, να σημειώσω ότι πριν έξι χρόνια το εν λόγω έργο επανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Gutenberg, με πρόλογο, μετάφραση και σχόλια του Βαγγέλη Δουβαλέρη και εισαγωγή, φιλολογική επιμέλεια και σχόλια του Ήρκου Ρ. Αποστολίδη. Πρόκειται για μια φροντισμένη έκδοση. Προσοχή όμως: διαβάζοντάς το κανείς χρειάζεται ψυχραιμία, αυτοσυγκράτηση και ταυτόχρονα πνευματική νηφαλιότητα για να μη δούμε το βιβλίο στην πυρά. Κατά πως λέει κι Άγγελος Τερζάκης: «Σάμπως να είταν ο Νίτσε που έφταιξε την ανθρωπότητα τέτοια που είναι…»· (διατηρώ την ορθογραφία του συγγραφέα). 
Ο δεύτερος λόγος που, κατ’ εμέ, η Εκκλησία έκαμε λάθος κι ενεπλάκη στην περί κορονοϊού και Θείας Κοινωνίας συζήτηση είναι ο εξής: κι εδώ, δυστυχώς, άφησε ανοιχτό το πεδίο σε κάθε άσχετο (ο χαρακτηρισμός μου είναι επιεικής), αλλά και σε εκπροσώπους της για υπονόμευση και κατάκριση θεμελιωδών διδασκαλιών της για τη Θεία Ευχαριστία. Με αποτέλεσμα να ακούγονται και να γράφονται «θεολογικές» απόψεις βαθιά ριζωμένες στο σχολαστικισμό της Δυτικής Θεολογίας. Εξού και τα «θεολογικά – εκκλησιαστικά μαργαριτάρια» των ημερών: «μετουσίωση» του άρτου και οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Κι αυτά λέγονται όχι από απλούς πιστούς, αλλά από κληρικούς στα κηρύγματά τους. Ας είναι, θα πει κανείς. Μικρόβιο είναι ο κορονοϊός και Θεού θέλοντος θα περάσει, κι όλα θα ξεχαστούν όπως, άλλωστε, παλαιότερα ξεχάστηκε και η συζήτηση για το AIDS vs Θείας Κοινωνίας. Έχω τη γνώμη πως τέτοια ζητήματα φέρνουν την Εκκλησία αντιμέτωπη με το ίδιο τον εαυτό της, με τον ίδιο τον Χριστό. Κατηγορεί τον Ιούδα ότι τον πρόδωσε, αλλά τον προδίδει και η ίδια με τα διλήμματα που θέτει για τη Θεία Ευχαριστία. 
Κι επειδή φορτικός λόγος γίνεται αιώνες τώρα για τη «μετουσίωση», ας θυμηθούμε τι λέγει ο αξέχαστος πανεπιστημιακός δάσκαλος Νίκος Ματσούκας: «Η ορθόδοξη παράδοση, κατά την κοινή γραμμή της διπλής μεθοδολογίας, δεν εξήγησε ποτέ τον τρόπο της μεταβολής ή της μεταποίησης του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Η επιστήμη […] ήταν για την περιγραφή των κτιστών πραγμάτων […] ενώ η χαρισματική θεολογία γεύεται και βλέπει εμπειρικά τα μυστηριακά γεγονότα. Το έργο της άκτιστης ενέργειας δεν εξετάζεται ως προς τον τρόπο τέλεσης επιστημονικά. Αρκεί μονάχα η γνώση του πράγματος ως μετοχή σ’ αυτό. Και τούτη είναι η μοναδική οδός θεογνωσίας κατά την ορθόδοξη θεολογία. Η σχολαστική θεολογία εντούτοις, σύμφωνα με τη διαλεκτική, και όχι την αποδεικτική μέθοδο, όπως την ονόμαζε ο Γρηγόριος Παλαμάς, επιχείρησε έρευνα και του τρόπου μεταβολής του άρτου και του οίνου. Έτσι επινόησε τη λεγόμενη μετουσίωση (transubstantiatio). […] Κατά τη μεταβολή λοιπόν λένε οι σχολαστικοί, “μεταποιείται” το είδος, δηλαδή η αόρατη ουσία, ενώ η ύλη μένει ως έχει. Έτσι έχουμε κατά την ύλη ψωμί και κρασί, ενώ κατά την ουσία το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Η εξήγηση αυτή, όπως καταλαβαίνει κανείς εύκολα, ενώ είναι ευφυής και επιστημονικά ικανοποιητική, σήμερα δεν ισχύει, μια και η επιστήμη δεν έχει ως δικό της πόρισμα την αριστοτελική φιλοσοφία. Πρόκειται λοιπόν για μια ιστορική απλώς αναφορά σε τούτο τον όρο, και μόνο φιλολογικό ενδιαφέρον προξενεί. Απεναντίας η διπλή μεθοδολογία των ορθόδοξων πατέρων, με τον αντίστοιχο αποφατισμό, ξέφυγε από τέτοιες παγίδες. Ρητά και κατηγορηματικά ο Ιωάννης Δαμασκηνός κάνοντας λόγο για τη μετουσίωση του άρτου και του οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού μας λέει πως, αν ζητούμε και τον τρόπο της μεταβολής, μας αρκεί μονάχα η πληροφορία ότι γίνεται διαμέσου των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος». 
Συνεπώς, το ερώτημα για την Εκκλησία πάντοτε θα είναι καίριο: έως πότε εκπρόσωποί της θα λειτουργούν ενάντια στην εκκλησιαστική και θεολογική αυτοσυνειδησία; 

«Εικονογράφος και επαγγελματίας είναι δύο πράγματα ασυμβίβαστα»

«Ο σημερινός άνθρωπος της ευκολίας και της επιτυχίας δεν διστάζει να χρησιμοποιεί ακόμα και την ιερή τέχνη για να “δοξαστεί” πρωτοτυπώντας συχνά στα υλικά και τα χρώματα, άλλοτε πάλι στις συνθέσεις και στην τεχνική. Ξεχνά ίσως πως δημιουργεί κάτι το εφήμερο, το στείρο και ξένο προς την εικόνα, κάτι το πεθαμένο αφού έχει κόψει κάθε δεσμό με το ζωντανό Σώμα της Εκκλησίας. Η έννοια της εικόνας και αυτή η ίδια η εικόνα παραμορφώνεται, γίνεται είδος τουριστικής κατανάλωσης αφού ο τεχνίτης που την φτιάχνει με την καλύτερη δυνατή απομίμηση του παλαιού στοχεύει στο κέρδος. Φαίνεται αποτρόπαιο στη συνείδηση ενός χριστιανού καλλιτέχνη να εικονίζεται το πρόσωπο του Θεού και Κυρίου ημών Ιησού Χριστού πάνω σε καμβά με γύψινη προετοιμασία, χωρίς ξύλινη επιφάνεια για να μπορέσει στη συνέχεια η ζωγραφισμένη επιφάνεια να σπάσει σε μικρά κομμάτια, να κάνει το λεγόμενο “κρακλέ” που θα μοιάσει έτσι στην παλαιά εικόνα· ή πάλι να ρίχνονται οξέα πάνω στο θεωμένο πρόσωπο που αναπαρίσταται για να “μαυρίσει” και να δικαιολογήσει έτσι την φαινομενικά αρχαιολογική του αξία. Καταλαβαίνουμε πως έχει χαθεί και το παραμικρό αίσθημα ταπεινοφροσύνης, όταν ακούμε πολλές φορές να καταξιώνεται το “εικονογραφικό” εμπόριο και μάλιστα να κατοχυρώνεται και Θεολογικά. Όταν βλέπουμε τις Εικόνες όμοια με τις τοιχογραφίες της Κνωσού ή της Σαντορίνης, αλλοιώνεται το βλέμμα μας, η στάση μας απέναντι στο ιερό και το άγιο, είναι μια προσβολή στα δόγματα της 7η οικουμενικής Συνόδου και στη μνήμη των αγίων ομολογητών που μαρτύρησαν υπερασπιζόμενοι τις εικόνες. Ας έχουμε λοιπόν το ελάχιστο – της ταπείνωσης – την κοινή λογική – ξεκαθαρίζοντας τη θέση μας: εικονογράφος και επαγγελματίας είναι δύο πράγματα ασυμβίβαστα· το πρώτο αναιρεί το δεύτερο και αντιστρόφως».


ΣΠΥΡΟΣ ΜΑΡΙΝΗΣ. (1991). «Εικόνα: εκφαντορική του κρύφιου και δεικτική», στο: Εικόνα ή έργο τέχνης. Διάλογος μ’ ένα εικονογράφο (Λ. Α. Ουσπένσκυ). Αθήνα: Παρουσία: σσ. 14-15. 

Από πότε λοιπόν άρχισες να ζωγραφίζεις εικόνες; 

Όχι να ζωγραφίζω εικόνες, αλλά να μ’ ενδιαφέρουν ωστόσο. 
(Σιωπή). 
(Ξαναπιάνει το σχέδιο του ενδύματος και στρογγυλεύει τους ώμους). 
Βλέπεις, εδώ κυλά η κύρια μελωδία… καταλαβαίνεις; 

Υπάρχει λοιπόν μια σχέση ανάμεσα στη μελωδική γραμμή και το σχέδιο; 

Όχι μόνον μια σχέση, αλλά είναι το ίδιο πράγμα. Θα το βρεις σε κάθε εικόνα αυτό. Να μια φωτογραφία της εικόνας του Ρουμπλιέφ· η Αγία Τριάδα. Η γραμμή κυλά με πολύ ήσυχο τρόπο, μεγαλόπρεπα. (Ησυχία). Μπορεί να πει κανείς, πως όλα τα εικονογραφικά δεδομένα αποδίδονται με μια αντεστραμμένη “προοπτική” σε σύγκριση με τη φυσική οπτική. Εξ άλλου, μέσα στην εικόνα η αντεστραμμένη “προοπτική” κυριαρχεί πάντα δίπλα στις αναπαραστάσεις που υπακούουν στους νόμους της προοπτικής. Αυτού του είδους η “προοπτική” – που δεν είναι ωστόσο προοπτική – ερμηνεύει την επί του Όρους Ομιλία: “Οι τελευταίοι θα είναι πρώτοι…” είναι από μόνο του μια αντεστραμμένη “προοπτική”, ή δεν είναι έτσι; Και φυσικά ο Σταυρός. Το μαρτύριο και ο θάνατος του Χριστού είναι μια νίκη για μας. Ολόκληρη η διδασκαλία του Ευαγγελίου έχει διατυπωθεί μέσα σε μια αντεστραμμένη “προοπτική”. Κι αυτή εκφράζεται κυρίως στην εικονογραφία». 


Αυτόθι, σσ. 28-29. 

Ο διάλογος αυτός αποτέλεσε μέρος δημοσίευσης της Σαντάλ Σαβινκώφ με τίτλο: «Γένεσις της Εικόνος» στο: Les Imaginaires, t. 1063, Paris 1976.

Σάββατο 7 Μαρτίου 2020

Το καλύτερο Μάθημα των Θρησκευτικών (ΜτΘ) είναι μάθημα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τάδε έφη ο σοφός Λούντβιχ Βιττγκενστάιν: «Φαντάσου πως βρίσκεσαι σε ένα δωμάτιο κοιτώντας μια πόρτα που είναι κατάμαυρη. Κάθεσαι και την κοιτάς προσηλωμένος, αφήνοντας να εντυπωθεί στο μυαλό σου η απόλυτη μαυρίλα της, επαναλαμβάνοντας βαρύθυμα στον εαυτό σου: “Αυτή η πόρτα είναι μαύρη! Αυτή η πόρτα είναι μαύρη!” Σε λίγο μπορεί να αρχίσεις να αισθάνεσαι δυστυχισμένος και να νιώθεις πως η μαυρίλα της πόρτας ήταν το θλιβερό γεγονός που σου προκάλεσε την κατάθλιψη», ΛΟΥΝΤΒΙΧ ΒΙΤΤΓΚΕΝΣΤΑΪΝ. (2007). Στοχασμοί. Πρόλογος – Επιλογή – μετάφραση – Σχόλια Κωστής Μ. Κωβαίος. Αθήνα: Στιγμή, σσ.108-109. 
Για φαντάσου, λοιπόν, όσοι εδώ και μια δεκαετία σχεδόν με μένος επολέμησαν τα Νέα Προγράμματα Σπουδών (ΝΠΣ) του Μαθήματος των Θρησκευτικών (ΜτΘ), κλεισμένοι στο δικό τους μόνο δωμάτιο, τα είδαν όλα μαύρα, κατάμαυρα. «Αγωνίστηκαν», λένε οι μαύροι, για ένα «Ορθόδοξο Μάθημα Θρησκευτικών». Τα κατάφεραν! Κι όμως, εκεί που θα ‘πρεπε να καταλαγιάσει το μένος τους ενάντια σε συναδέλφους τους θεολόγους, συνεχίζουν να ταλαιπωρούν το «ποίμνιό τους», κατηγορώντας τον Πανελλήνιο Θεολογικό Σύνδεσμο ΚΑΙΡΟ για την αναβάθμιση του μαθήματος των Θρησκευτικών ως «αντι-σύνδεσμο», ότι καταστροφολογεί που υποστηρίζει πως το ΜτΘ από τούδε και εξής, με τις αλλαγές που έγιναν χάρη στη φιλότιμη προσπάθεια της Επταμελούς Επιστημονικής Επιτροπής του ΙΕΠ (εδώ) θα είναι ένα μάθημα «κλειστής ομολογιακής – κατηχητικής προσέγγισης»· (εδώ) και (εδώ) Που, όμως, οι κατήγοροι αυτοί να καταλάβουν σωστά ότι, όσοι συμπορευτήκαμε και συνεχίζουμε να συμπορευόμαστε με τον ΚΑΙΡΟ, οραματιστήκαμε και δεν θα πάψουμε να οραματιζόμαστε και να χτίζουμε ένα ΜτΘ για όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές, με τις πόρτες των σχολικών τάξεων ορθάνοιχτες στο φως. Αν ορισμένοι αρνούνται ή, στη χειρότερη περίπτωση, καθώς φαίνεται, δεν θα χάνουν την ευκαιρία να θέτουν σε κίνδυνο το όραμα, πως το καλύτερο μάθημα Θρησκευτικών είναι μάθημα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, δικαίωμά τους είναι να μην είναι μαζί μας. Αλλά το «κοινό σπίτι» που είναι το ΜτΘ, θα είναι και γι’ αυτούς, φυσικά! 


Κωνσταντίνος Ευαγγέλου Σιαμπανόπουλος (1923 - 2005)· [βλ., εδώ].

Πέμπτη 5 Μαρτίου 2020

Η δεξίωση του ξένου στην Ορθόδοξη εκκλησιαστική συνείδηση


G. ROUAULT, Μαστιγωμένος Χριστός, 1905· Νέα Υόρκη, Συλλογή W. Chrysler· [βλ. ΑΛΚΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ. (1999). Η Τέχνη του Εικοστού Αιώνα. Ζωγραφική – Πλαστική – Αρχιτεκτονική 1880-1920, τ. Α΄. Θεσσαλονίκη: University Studio Press, σ. 66].

«Θα πει ίσως κάποιος πως ο κόσμος έχει εξοικειωθεί εδώ και καιρό με την πλήξη, ότι η πλήξη είναι η πραγματική ανθρώπινη συνθήκη. Είναι πιθανό ο σπόρος της να σκορπίστηκε παντού και να φύτρωσε εδώ κι εκεί, όπου βρήκε πρόσφορο έδαφος. Αλλά αναρωτιέμαι, οι άνθρωποι είχαν γνωρίσει ποτέ αυτή την εξάπλωση της πλήξης[1], αυτή τη λέπρα; Μια εκτρωματική απελπισία, μια επαίσχυντη μορφή απελπισίας, που μοιάζει, χωρίς αμφιβολία, με έναν χριστιανισμό σε διαδικασία αποσύνθεσης»

GEORGES BERNANOS. (2017). Ημερολόγιο ενός επαρχιακού εφημερίου, μτφρ. Ιφιγένεια Μποτουροπούλου, επίμετρο Σταύρος Ζουμπουλάκης, Αθήνα: Πόλις, σ. 41. 

«Η ιδιότητα του ξένου είναι πολύ ξεχωριστή στην εκκλησιαστική συνείδηση. Πρώτα απ’ όλα, έχει να κάνει με καθαυτό τον τρόπο της εκκλησιαστικής ύπαρξης, ο οποίος κομίζει νέα κριτήρια, νοηματοδοτημένα από την καινή εντολή της αγάπης και το καινό όραμα της Βασιλείας. Επιπλέον, ο εκκλησιαστικός άνθρωπος δεν γίνεται μόνο ξένος, αλλά και φιλόξενος. Φίλος δηλαδή του αλλιώτικου, του αλλοεθνούς, του ανέστιου, του περιθωριακού. Ξένος μπορεί να ήταν στην παλιά εποχή ο οδοιπόρος που περνούσε από τον τόπο μας, σήμερα μπορεί να είναι ο εξ ίσου άγνωστος γείτονάς μου, ο νεόπτωχος του αναπτυγμένου κόσμου, ο τριτοκοσμικός μετανάστης, ο αλλόπιστος[2]». 

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2008). Η Εκκλησία γίνεται όταν ανοίγεται. Η ιεραποστολή ως ελπίδα και ως εφιάλτης. Αθήνα: Εν Πλω, σσ. 299-300. 

[1] Σ’ αυτές τις πρώτες παραγράφους, ο εφημέριος του Αμπρικούρ γράφει έξι φορές αυτή τη λέξη δίνοντας συγκλονιστική αναφορά και ακριβή ανάλυση για την πλήξη. Το θέμα αυτό, δανεισμένο από τον Πασκάλ, στοιχειώνει τα μυθιστορήματα του Μπερνανός. «Η τελευταία δυσμένεια του ανθρώπου», λέει ο κύριος Ουίν, «είναι ότι το ίδιο το κακό τον κάνει να πλήττει» (Monsieur Ouine). 
[2] Πρβλ., το τροπάριο που ψέλνεται τη Μ. Παρασκευή κατά την έξοδο του επιταφίου, όπου ο ευσχήμων Ιωσήφ ζητεί από τον Πιλάτο το σώμα του νεκρού Ιησού: «Δος μοι τούτον τον ξένον…» Προσέγγισή του βλ., στα: Θανάση Ν. Παπαθανασίου, Ο Θεός μου ο αλλοδαπός. Κείμενα για μιαν αλήθεια που είναι “του δρόμου”, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 2004, σσ. 46-47. Κώστας Ε. Τσιρόπουλος, Η ετερότητα. Δοκίμιο για τον άλλο και τον ξένο, εκδ. Αστρολάβος / Ευθύνη, Αθήνα 1998, ιδίως σσ. 73-75. π. Βασίλειος Θερμός, Οι δικοί μου οι ξένοι, εκδ. Εν Πλω, Αθήνα 2005, σσ. 170-173. Πρβλ. π. Λάμπρος Καμπερίδης, «Ξενητεία του Χριστού, ξενιτεία του κόσμου», Σύναξη, 101 (2007) σσ. 8-14.