Σάββατο 30 Μαρτίου 2019

Παρα...παιδείας παραλειπόμενα

Σχολιάζει ο Α. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Αν κι έχουν περάσει τέσσερα – πέντε χρόνια, ποτέ δεν θα ξεχάσω την απάντηση μαθήτριας – κάθονταν σε παγκάκι στον αύλειο σχολικό χώρο, εκεί στην τελευταία ώρα, την έβδομη, όπως τη λέμε - και στο ερώτημα: «σχολάσατε; Γιατί δεν είσαι στην τάξη, στο μάθημα;», μου απάντησε: «με δουλεύεται κύριε, σε μια ώρα θα είμαι στο σπίτι του και θα μου τα ξαναλέει». Έφυγα χωρίς να μπορώ να αρθρώσω ούτε μια λέξη. 

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

«... σωτήρες του Σωτήρος»

«Αναλογίζομαι την παλαβάδα στην αρχή – και αργότερα άλλα πολύ χειρότερα – όσων ξεκίνησαν να λευτερώσουν κάποτε το Χριστό ή τον τάφο του γεωγραφικά (και όχι μέσα τους), να τον λευτερώσουν, υποτίθεται, από τους άπιστους (που είχαν ωστόσο και αυτοί πίστη δικιά τους). Και θυμάμαι τον Καρυωτάκη που, με τόση επιτυχία, σαρκάζει την απόπειρα αυτής της υπερβατικής σωστικής επιχείρησης, με δύο μη ευκλείδειους δεκατρισύλλαβους: 

                Πηγαίνουμε – σημαίες στον άνεμο χτυπούν – 
                ήρωες σταυροφόροι, σωτήρες του Σωτήρος

Μάταια οι άνθρωποι αυτοί διάβαζαν τον Ιωάννη. Το κεφάλι τους δούλευε διαφορετικά. Σα να βρισκόταν σε κίνδυνο ή σα να μπορούσε ποτέ ο Θεός να κινδυνέψει, αυτοί ήθελαν το ανάποδο: να σώσει ο κόσμος αυτόν που ήρθε να σώσει τον κόσμο (αλλ’ ίνα σώσω τον κόσμον). Έτσι κατάντησαν – παραλείποντας αμέτρητες βαρβαρότητες και καταστροφές – να γίνουν η απύθμενη αντίφαση που αποθανάτισε ο Καρυωτάκης – “σωτήρες του Σωτήρος”. 
Αφήνω τη λεγόμενη Σταυροφορία των Παιδιών το 13ο αιώνα, όταν χιλιάδες μικρά αγόρια και κορίτσια ξεκίνησαν από το Saint-Denis - βορινά από το Παρίσι – προχώρησαν πεζή ως τη Μασσαλία, όπου μπάρκαραν, και από εκεί, δίχως να φτάσουν ποτέ στον προορισμό τους, αλλά πνίγηκαν στα σκλαβοπάζαρα της Μπαρμπαριάς. (Κάποτε λογάριαζα να γράψω – είχα μαζέψει υλικό – για τη Σταυροφορία των Παιδιών ένα ποίημα που, όμως, δε γράφτηκε ποτέ). 

ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σσ. 383-384 [705].

Δευτέρα 18 Μαρτίου 2019

Μνήμη Οδυσσέα Ελύτη σε καιρό βαρβαρότητας και απανθρωπίας

XIV

Τα ανώτερα μαθηματικά μου τα έκανα στο Σχολείο της θάλασσας. Ιδού και μερικές πράξεις για παράδειγμα: 
1. Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις. 
2. Το γινόμενο των μυριστικών χόρτων επί την αθωότητα δίνει πάντοτε το σχήμα κάποιου Ιησού Χριστού. 
3. Η ευτυχία είναι η ορθή σχέση ανάμεσα στις πράξεις (σχήματα) και στα αισθήματα (χρώματα). Η ζωή μας κόβεται, και οφείλει να κόβεται, στα μέτρα που έκοψε τα χρωματιστά χαρτιά του ο Matisse. 
4. Όπου υπάρχουν συκιές υπάρχει Ελλάδα. Όπου προεξέχει το βουνό απ’ τη λέξη του υπάρχει ποιητής. Η ηδονή δεν είναι αφαιρετέα. 
5. Ένα δειλινό στο Αιγαίο περιλαμβάνει τη χαρά και τη λύπη σε τόσο ίσες δόσεις που δε μένει στο τέλος παρά η αλήθεια. 
6. Κάθε πρόοδος στο ηθικό επίπεδο δεν μπορεί παρά να είναι αντιστρόφως ανάλογη προς την ικανότητα που έχουν η δύναμη κι ο αριθμός να καθορίζουν τα πεπρωμένα μας. 
7. Ένας «Αναχωρητής» για τους μισούς είναι, αναγκαστικά, για τους άλλους μισούς, ένας «Ερχόμενος». 


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. (1985). «Μυρίσαι το Άριστον», στο: Ο Μικρός Ναυτίλος. Αθήνα: Ίκαρος, σ. 57.

Κυριακή 17 Μαρτίου 2019

«Αυτός / ο τελευταίος Έλληνας!»

«[…] Βαρύς ο κόσμος να τον ζήσεις όμως για λίγη περηφάνεια το άξιζε».


ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ. (2007). «Θάνατος και Ανάστασις του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου», στο: Τα Ετεροθαλή. Αθήνα: Ίκαρος, σ. 41.

Σάββατο 16 Μαρτίου 2019

«Εγώ και Εαυτός»

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Έχω την ταπεινή γνώμη πως ένα μεγάλο μέρος των σχολίων, που για ένα ζήτημα της επικαιρότητας, δημοσιεύονται στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, εσκεμμένως είναι σχόλια τα οποία νοθεύουν και διαστρεβλώνουν θέσεις και απόψεις που εκφράζει κανείς, με άλλα λόγια θίγουν την επιστημονική δεοντολογία αλλά και αξιοπρέπειά του. Στόχος όσων σκοπίμως επιχειρούν αυτή τη νόθευση είναι η δημιουργία πλασματικών εντυπώσεων. Κι όταν ετούτες οι πλασματικές εντυπώσεις σχετίζονται με πανανθρώπινες αξίες όπως είναι η πίστη στο Θεό, στην πατρίδα και στην ελευθερία να στοχάζεται κανείς χωρίς τσιτάτα, το πρόβλημα γίνεται ακόμη πιο έντονο. Στην εποχή μας όπου θριαμβεύει η κρίση του συστήματος και οι βίαιες κοινωνικές συγκρούσεις γίνονται όλο και περισσότερες, όπου η αυτοεκτίμηση του λαού μας σ' ότι αφορά την ιστορία του, τα ήθη και τη θρησκευτικότητά του συνεχώς γκρεμίζεται, ο εραστής της ελεύθερης πίστης στον Θεό δεν έχει περιθώρια. Ευγενίζεται τη ζωή, ξέρει να συγχωρεί και να παλεύει για έναν αληθινό Θεό κι όχι για ένα Θεό κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του, είναι ο Εαυτός του. Καταπώς το γράφει κι ο αξέχαστος Ζήσιμος Λορεντζάτος: 
«Εγώ και Εαυτός. Υπάρχουν άνθρωποι που, προχωρώντας σε βάθος μέσα τους, συναντούν το τίποτα. Και υπάρχουν άνθρωποι που, προχωρούν σε βάθος μέσα τους, συναντούν το Θεό. Οι πρώτοι σταματούν στο εγώ τους. Οι δεύτεροι προχωρούν στον Εαυτό τους. Γνώθι σαυτόν, το έλεγε ο Σωκράτης. 

                  Άστραψε φως και γνώρισεν ο νιός τον εαυτόν του, 

Το λέει ο Σολωμός».


ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σ. 275 [535].

Πέμπτη 14 Μαρτίου 2019

Καλύτερα με «αγώνες πατρικούς» και με «βαθιά συνείδηση του Γένους»

«Δεν θα πω κατόρθωμα δικό μου ό,τι ήταν έργο του δασκάλου μου. Χωρίς, ως την ώρα εκείνη, να μου πει ρητά ο δάσκαλός μου σε ποιο Γένος ανήκω και ποιά είναι για το Γένος μου η πιο φυσική κεφαλή και εξουσία, με είχε χρόνια προετοιμάσει για ν’ απαντήσω μόνος μου στα δύο αυτά ερωτήματα. Μου είχε μιλήσει τόσες φορές για τον Πλάτωνα, για τον Αριστοτέλη, για τον Ευκλείδη και άλλους! Μου είχε μάθει καλά την ιστορία των Αθηναίων και των Σπαρτιατών, και φυσικά, ειδικώτερα, την ιστορία της Αχαϊκής Συμπολιτείας. Και μου είχε μιλήσει πολύ για τον Μεγαλέξανδρο. Εκτός από την ένδοξη ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου, είχα μάθει και ολόκληρο τον κύκλο των ζωντανών μύθων που γύρω από τ’ όνομα και τη μορφή του είχαν αναπτυχθεί, μέσα σε χίλια πεντακόσια χρόνια, στη χώρα μας, στη γλώσσα μας και στην υπόκωφη και κρυμμένη συνείδηση του Γένους. Ο Μέγας Αλέξανδρος, όπως μου έλεγε ο δάσκαλός μου, είναι η ενσάρκωση του Διονύσου, όπως η ενσάρκωση του Διονύσου ήταν και ο Αχιλλεύς. Ο δάσκαλός μου, γνήσιος Χριστιανός, δε θεωρούσε τις ενσαρκώσεις αυτές (όπως θα τις θεωρούσε ίσως ο Πλήθων) πραγματικές. Τις θεωρούσε ιδανικές παρομοιώσεις που η ψυχή ή μάλλον η φαντασία του λαού ένιωθε την ανάγκη να πραγματοποιεί και που εμφανίζουν τον Αλέξανδρο να ενσαρκώνεται και σε αγίους ακόμα καβαλλάρηδες, στον τροπαιούχο άγιο Δημήτριο, τον σωτήρα της αγαπημένης του Θεσσαλονίκης, και στον άγιο Γεώργιο που νίκησε το φοβερό τέρας που πήγαινε να πνίξει την αλήθεια. Κι’ αυτός ο Βασιλεύς ο Μακεδών, καθώς και ο Βουλγαροκτόνος, είναι η ενσάρκωση του Μεγαλέξανδρου. Και ο Διγενής Ακρίτας, που ο επικός κύκλος του είναι για μας τους νεώτερους ό,τι ήταν για τους αρχαίους ο Όμηρος, δεν είναι άλλος από τον Διόνυσο, τον Αχιλλέα, τον Αλέξανδρο. Ο δάσκαλός μου μού είχε μιλήσει συχνά για όλες αυτές τις μυστηριώδεις ενσαρκώσεις και αναστάσεις που σημειώνονται στην ιστορία. Ωστόσο, δεν θέλησε ποτέ να μου πει ο ίδιος ρητά ότι τα θαυμαστά αυτά φαινόμενα έχουν σχέση με το δικό μου Γένος. Ήθελε να φθάσω μόνος μου στο συμπέρασμα τούτο. Ήθελε – όπως μου είπε, όταν στα δεκαπέντε μου χρόνια έγινε συνειδητό μέσα μου το μεγάλο γεγονός – να μη θεωρήσω ότι ανήκω στο Γένος μου μόνο και μόνο γιατί τ’ άκουσα ότι ανήκω, αλλά να βρω μόνος μου την αλήθεια. Δε γεννιέσαι όποιος είσαι, αλλά γίνεσαι (μου έλεγε συχνά ο δάσκαλός μου)· και γίνεσαι στ’ αλήθεια, μονάχα αν γίνεις μόνος σου όποιος  είσαι. Έτσι, όταν μια μέρα του σωτήριου έτους 1417 του είπα ότι έχω το αίσθημα πως είμαστε Έλληνες, με κοίταξε κάμποση ώρα στα μάτια, ακούμπησε τις παλάμες του στους ώμους μου, χαμογέλασε γεμάτος χαρά και μου απάντησε μ’ ένα μεγάλο, ωραίο και απλό Ναι.

ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΣ. (2006). Γεννήθηκα στο Χίλια Τετρακόσια Δύο, τ. Α΄. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σσ. 87-88.

«Ο Ήλιος εβασίλεψε (Έλληνά μου, βασίλεψε) και το φεγγάρι εχάθη / κι ο καθαρός αυγερινός που πάει κοντά η πούλια, / τα τέσσερα κουβέντιαζαν και κρυφοκουβεντιάζουν. / Γυρίζει ο ήλιος και τους λέει, γυρίζει και τους κρένει· - Εψές οπού βασίλεψα πίσου από μια ραχούλα, / άκ’σα γυναίκεια κλάματα κι’ αντρών τα μοιργιλόγια / γι’ αυτό τα ‘ρωϊκά κορμιά στον κάμπο ξαπλωμένα, / και μες στο αίμα το πολύ είν’ όλα βουτηγμένα. / Για την πατρίδα πήγανε στον Άδη τα καϊμένα».

ΣΤΡΑΤΗΓΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ. (χ.χ.). Απομνημονεύματα. Αθήνα: Α. Καραβία, σ. 564.

Δευτέρα 11 Μαρτίου 2019

Ο Σταυρός του Χριστού είναι ανοιχτά χέρια κι όχι «σταυρός» σφιγμένη γροθιά

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

Αναγκαία διασάφηση 

Το άρθρο μου αυτό είδε το φως της δημοσιότητας πριν ολίγες ημέρες στην ιστοσελίδα ΤΟ ΝΗΣΙ. Γράφτηκε λαμβάνοντας υπ’ όψιν καθαρά θεολογικά και ιστορικά δεδομένα, δίχως την παραμικρή σκέψη εμπλοκής μου σε εκείνα τα παιχνίδια πολιτικής, τα ανακατεμένα με θεολογική - εκκλησιαστική ορολογία και γλώσσα. Έγνοια μου ήταν να υπάρξει ένας καλοπροαίρετος παρεμβατικός λόγος, αυστηρά θεολογικοϊστορικός, στα όσα με διχαστικό τρόπο για μήνες συμβαίνουν στην πόλη μας, με αφορμή τον Σταυρό στην παραλία του Απελλή. Την ίδια ακριβώς έγνοια είχε και το μετά από δύο ημέρες άρθρο μου – σχολιασμός, που κι αυτό δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα ΣΤΟ ΝΗΣΙ, το οποίο μάλιστα δέχθηκε κι ένα σχόλιο αναγνώστη – για κάποια ώρα φιλοξενούνταν στο site, διαγράφτηκε όμως, δεν γνωρίζω την αιτία γιατί. Σ' αυτό το σχόλιο, το οποίο με προσοχή διάβασα, αν και καλοδεχούμενο, ομολογώ πως σε καμιά περίπτωση δεν μπήκα στον «πειρασμό» να απαντήσω. Δεν είχα την παραμικρή διάθεση, για τον εξής βέβαια λόγο: οι σκέψεις του συντάκτη ήταν ασφυκτικά δεμένες στις πέδες ενός Χριστιανισμού περίκλειστου στον εαυτό του. Πέραν της ελλιπούς γνώσης θεολογικών και ιστορικών δεδομένων που είχε, δεν θέλησα να εμπλακώ σε μια «συζήτηση» - αν τελικά αυτή γινόταν στο χώρο των σχολίων – διότι ο σχολιαστής βρίσκονταν σε κατάσταση θρησκευτικής συνειδησιακής γυμνότητας, που σημαίνει ότι ο κόπος μου θα πήγαινε στράφι, όπως σοφά μας θυμίζει ο απλός λαός μας. Συνεπώς, κατά το πρόταγμα του Διονύσιου Σολωμού που λέγει πως γνήσιος άνθρωπος είναι ο άγρυπνος, γιατί μέσα σ’ ένα καθεστώς τέτοιας εσωτερικής αγρύπνιας μπορεί να ανακαλύψει τον βαθύτερον εαυτό του, ο καλοπροαίρετος θέλω να πιστεύω σχολιαστής των απόψεών μου για τον Σταυρό στην παραλία του Απελλή, δεν ήταν «άγρυπνος» άνθρωπος, γι’ αυτό και δεν απάντησα. 
Γνωστό είναι πως μια λάμπα φωτός όταν πρόκειται να καεί, για κάποια δευτερόλεπτα είτε εκπέμπει περισσότερο φως είτε τρεμοσβήνει. Μετά υπάρχει απόλυτο σκοτάδι. Έτσι και η ιστορία του Σταυρού στην παραλία του Απελλή, ενώ θέλει να εκπέμψει κάποιο φως - έτσι λένε όσοι υποστηρίζουν την ύπαρξή του εκεί - δυστυχώς (και λυπάμαι βαθύτατα που το λέγω) μάλλον απατώνται όσοι το υποστηρίζουν. Χωρίς να το καταλαβαίνουν βρίσκονται εκτεθειμένοι ενώπιον Θεού κι ανθρώπων. Δεν ξέρω, μπορεί να κάμω και λάθος. Όμως, έχω την αίσθηση πως εξαιτίας αυτού του γεγονότος που, καθώς φαίνεται έχει διχάσει την τοπική μας κοινωνία, το όνομα του Χριστού που όλοι μας πιστεύουμε, μάλλον «βλασφημείται εν τοις έθνεσιν» (Ρωμ. 2, 24). Εξηγούμαι γιατί το γράφω αυτό, δίχως να ‘χω την παραμικρή διάθεση να κάμω κήρυγμα, ντυμένος με τη λεοντή του «φωταδιστή» ιεροκατήγορου. Απλώς, βάσει εσωτερικών κριτηρίων της Εκκλησίας και της Θεολογίας της, στοχάζομαι πως όλοι μας, μας όλοι μας, υποστηρικτές και μη υποστηρικτές στο να υπάρχει ένας Σταυρός στην παραλία του Απελλή, οφείλουμε να πενθήσουμε την εκκλησιαστική ορφάνια μας. Και μιας άρχισε η Μεγάλη Σαρακοστή, καλόν είναι να αποσυρθούμε στις προσωπικές «μονές» της μετάνοιάς μας και να κλάψουμε τις αστοχίες μας, ικετεύοντας τον Θεό να μας έχει όλους στην αγκαλιά του. Πέραν, όμως, ετούτου του τρόπου ζωής, ας μην πάψουμε να αναζητούμε και τη ρίζα της συντελούμενης εδώ και καιρό διάβρωσης της πίστης και της αλήθειας της Εκκλησίας. Ειδεμή, θα είμαστε σαν εκείνους τους στρογγυλούς λίθους της αυτάρκειας και της απομόνωσης, όπως λέγει το ωραίο πρωτοχριστιανικό κείμενο Ποιμήν του Ερμά, οι οποίοι «ετέθησαν παρά τον πύργο» γιατί αδυνατούσαν να προσαρμοστούν ο ένας κοντά στον άλλον. 

Ο Σταυρός του Χριστού προϋποθέτει κοινή ζωή

Η εικόνα με τον τεράστιο κάτασπρο «σταυρό», που άλλοι τον στήνουν κι άλλοι τον ξηλώνουν, εδώ και μήνες έχει γίνει είδηση. Είδηση πάνω στην είδηση και, μάλιστα, ψευδής είδηση, αφού ως τέτοια – ας μην ξεχνάμε ότι ζούμε στην εποχή των fake news - αναπαράγεται κι εντέχνως από τα τοπικά προς τα αθηναϊκά τηλεοπτικά κανάλια μεταφέρεται μόνον όπως την επιθυμούν οι διοργανωτές αυτού του σώου. «Χριστιανοί και Έλληνες», καθώς λένε ότι είναι όλοι εκείνοι από τη μεριά που στήνουν και ξαναστήνουν το «σταυρό», επιθυμώντας λένε και ξαναλένε να φαίνεται το «σύμβολο» της «χριστιανοσύνης» τους και να θυμίζει σ’ όποιον δεν ανήκει στο ιδεολόγημα «πατρίς – θρησκεία – οικογένεια» ό,τι εδώ ουδείς διαφορετικός, είτε σε πίστη είτε σε έθνος είτε σε φυλή, μπορεί να σταθεί, μπορεί να ξαποστάσει, αφού με το πλησίασμά του και μόνο, θα βεβηλώσει αυτόν τον «ιερό τόπο», στην παραλία Απελλή. Η άλλη τώρα πλευρά (ΜΚΟ, μη θρήσκοι και δεν συμμαζεύεται) τσίμπησε και με το δικό της τρόπο, κάθε λίγο και λιγάκι, αντιδρά δίνοντας τροφή στους απέναντί τους να λέγουν και να ξαναλέγουν ότι εμείς είμαστε «πατριώτες» και «χριστιανοί», ενώ εσείς που αντιδράτε είστε «προδότες» κι «άθεοι». Και οι αυτοπροσδιορισμοί και οι ετεροπροσδιορισμοί δεν έχουν τελειωμό. Πάνε κι έρχονται καθημερινά. Δεν θα τους καταγράψω, γιατί δεν επιθυμώ να χάσω το χρόνο μου με δαύτους. Προτιμώ καλοπροαίρετα, υπό μορφή τριών σκηνικών και τριών θέσεων, να καταθέσω μερικές σκέψεις μου. 
Σκηνικό 1ο: Η μακρόχρονη οικονομική κρίση που μας έλαχε, είναι γεγονός πια ό,τι έφερε και κρίση εθνικής και θρησκευτικής ταυτότητας. Κοντά στα άλλα πολλά του ρευστού κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι, το οποίο ταλαιπωρεί χρόνια τώρα τον απλό λαό μας και που γι’ αυτό ευθύνονται και οι πράσινοι και οι μπλε και οι πορτοκαλί και οι κόκκινοι, όλοι τους δηλαδή, ήρθε και θρονιάστηκε ο διχασμός. Στην προκειμένη περίπτωση το σκηνικό έχει δύο ομάδες, τους «σταυρολάτρες - σταυροφόρους» από τη μια και τους «σταυρομάχους» από την άλλη μεριά. Ως εκκλησιαστικός ιστορικός, ομολογώ πως αν και δεν πιστεύω ότι η Ιστορία επαναλαμβάνεται, στη Μυτιλήνη εδώ και κάποιους μήνες είναι σαν να ζούμε στην εποχή της «Εικονομαχίας». Το παράδειγμα που αναφέρω, ξέρω ότι δεν μπορεί επιστημονικά και ιστορικά να σταθεί. Το αναφέρω χαριτολογώντας, αφού και οι μεν και οι δε πράγματι δεν έχουν το Θεό τους. 
Σκηνικό 2ο: Είμαι πεπεισμένος ότι κατά τη μεριά των «σταυρολατρών» και «σταυροφόρων» η γνήσια χριστιανική πίστη μάλλον τους λείπει. Καλόν είναι να τολμήσουν τον επαναευαγγελισμό τους: «εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον αυτού», (Λκ. 8,5). Αλλιώς δεν εξηγούνται τα κείμενά τους που βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Πέραν της μίξης θρησκευτικής πίστης, πολιτικής, έθνους, φυλής και πάει λέγοντας, ένας που γνωρίζει θεολογικά γράμματα, δεν μπορεί να μην διακρίνει μια α-θεολογία, που όσο και να θέλει καλοπροαίρετα να την κρίνει, σίγουρα θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι είναι πέρα για πέρα ανεπαρκής και ελαττωματική. 
Σκηνικό 3ο: Τι τελικά είναι αυτός ο «σταυρός» που στήνεται και ξανά στήνεται στην παραλία Απελλή; Σύμβολο αγάπης και θυσίας, όπως πράγματι οφείλει να είναι ή σύμβολο μίσους; Το κείμενο του Σεβασμιωτάτου Αρσινόης κ. Βασιλείου, που δημοσιεύθηκε σε ΣΤΟ ΝΗΣΙ, νομίζω πως δίνει ουσιαστική απάντηση. Δεν ξέρω, όμως, αν στα αυτιά (ένθεν κακείθεν, για να είμαι ακριβοδίκαιος) όλων εκείνων που εμπλέκονται σ’ αυτήν την φαρσοκωμωδία, του γέλωτα αλλά και των δακρύων, το κείμενο του Σεβασμιωτάτου έχει να τους δώσει κάτι ουσιαστικό. Εδώ, βέβαια, θα μπορούσε κανείς να υποστηρίξει το γνωστό: «διαλέγεται και παίρνετε». Όμως, με συγχωρείτε κυρίες και κύριοι (ένθεν κακείθεν) τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο νομίζετε. Δεν παίζουμε ούτε με το Σταυρό του Χριστού αλλά ούτε και με την Πατρίδα. Ας σοβαρευτούμε επιτέλους! Και ας πούμε την αλήθεια. 
Στις επόμενες τρεις θέσεις, οι οποίες αποτελούν βασικά θεολογικά αξιώματα, με το χέρι στην καρδιά του, ο καθένας μας ας δει την αληθινή εικόνα της νίκης του Χριστού πάνω στον Σταυρό. Σταυρό της παντοδύναμης αγάπης του κι όχι «σταυρό μίσους»· όπως σοφά, άλλωστε, μας το θυμίζει κι ο πολύς Φ. Δοστογιέφσκη - σαν τον έλεγε ο κυρ Αλέξανδρος της Σκιάθου, ο αγαπημένος μας Παπαδιαμάντης - που στο στόμα του γνωστού ήρωα στάρετς Ζωσιμά, στους Αδελφούς Καραμαζώφ βάζει τα εξής σταράτα κι αληθινά λόγια: «μπροστά σε μερικές σκέψεις ο άνθρωπος στέκεται μπερδεμένος, ιδίως μπροστά στη θέα της ανθρώπινης αμαρτίας, και αναρωτιέται αν θα την πολεμήσει με βία ή με ταπεινή αγάπη. Πάντα ν’ αποφασίζεις: “θα την πολεμήσω με ταπεινή αγάπη”. Αν αποφασίσεις πάνω σ’ αυτό μια για πάντα, μπορείς να κατακτήσεις ολόκληρο τον κόσμο. Η γεμάτη αγάπη ταπείνωση είμαι μια τρομερή δύναμη, είναι το πιο δυνατό απ’ όλα τα πράγματα και δεν υπάρχει τίποτε σαν κι αυτή»
Θέση 1η: Ο Σταυρός του Χριστού είναι ανοιχτά χέρια κι όχι σφιγμένη γροθιά. Χωρά τους πάντες, όσο διαφορετικοί κι αν είναι. Εκλεκτοί είμαστε όλοι. Η αγάπη ενάντια στο μίσος έχει αξία μόνον όταν αλλάζει και μεταμορφώνει τον κόσμο. Αγαπώντας κι όχι μισώντας τον άλλο, το κάμω γιατί εγώ θέλω να βλέπω μέσα του αγάπη κι όχι μίσος. 
Θέση 2η: Ο Σταυρός του Χριστού ταυτίστηκε με την αγάπη και νίκησε το μίσος. Η νίκη του θανάτου του επάνω στο Σταυρό είναι και δίκη μας νίκη. Εξού και ο χαρακτηρισμός του από τους Πατέρες της Εκκλησίας ως «ζωοποιός θάνατος». Ολόκληρος ο προσωπικός και συλλογικός μας βίος ξετυλίγεται πάνω στην διελκυστίνδα, στη διαπάλη μεταξύ αγάπης και μίσους: ατόφια, αληθινή χριστιανική πίστη ή ιδεολογήματα και φόβος. Ναρκισσισμός για την πίστη και καπηλεία της πατρίδας ή ταπείνωση και αληθινός πατριωτισμός. Μίσος ή αγάπη κι αγιότητα. 
Θέση 3η: Η Εκκλησία βλέπει στον Σταυρό την τέλεια νίκη τής ταπείνωσης, που ξέρει να αγαπά, που ξέρει να συντρίβει το μίσος και το φόβο. Βλέπει τη θυσία του Χριστού ως την εκούσια αυτοπροσφορά τής συμπόνιας και της αλληλεγγύης. 

Υ.Γ.1. Ετούτο το υστερόγραφο αφορά και τις δύο πλευρές, ένθεν κακείθεν, που ανέφερα παραπάνω. Παρατίθεται αυτούσιος ο λόγος του Στρατηγού της Επανάστασης του 1821 Μακρυγιάννη, με την εξής βασική υπόμνηση: τον καιρό που ζούσε ο Μακρυγιάννης, ο λαϊκός μας πολιτισμός ήταν ο βασικότερος πυλώνας απλής και γνήσιας πίστης προς την πατρίδα και τον Χριστό. Αυτού του πολιτισμού επίγονοι και κληρονόμοι όλοι εμείς σήμερα, είναι σίγουρο ότι τον έχουμε χάσει, γι’ αυτό και προσπαθούμε με λάθος τρόπο να μαζέψουμε τα κομμάτια του. Όμως, εκείνοι που αληθινά προσπαθούν είναι ολίγοι, η «μαγιά» που ‘λεγε ο αξέχαστος ήρωας Μακρυγιάννης. Για δέστε τι γράφει για την πατρίδα και την πίστη στα Απομνημονεύματά του: «γλυκώτερον πράμα δεν είναι άλλο από την πατρίδα και θρησκεία»· «κι όσο αγαπώ την πατρίδα μου δεν αγαπώ άλλο τίποτας. Ναρθεί ένας να μου ειπεί ότι θα πάγει ομπρός η πατρίδα, στρέγομαι να μου βγάλει και τα δυό μου μάτια. Ότι αν είμαι στραβός και η πατρίδα μου να είναι καλά, με θρέφει· αν είναι η πατρίδα μου αχαμνά, δέκα μάτια νάχω, στραβός θα να είμαι»
Υ.Γ.2. Αναμφίβολα στον 21ο αιώνα έχει αναζωπυρωθεί η διαμάχη θρησκευόμενων και αθεϊστών. Εκεί, όμως, που θα περίμενε κανείς αυτή η διαμάχη να γίνεται στο πλαίσιο ενός καθαρού και επιστημονικού διαλόγου, πρόκειται για μια διαμάχη που έχει πυροδοτήσει παθιασμένες αντιπαραθέσεις, με αποτέλεσμα να προκαλεί σύγχυση. Κι εδώ, όπως γίνεται σε όλες τις διαμάχες από τις οποίες λείπει ο έντιμος και ειλικρινής διάλογος, για τα καλά έχουν θεριέψει τα δύο σκιάχτρα του φανατισμού, από τη μια ο θρησκευτικός κι από την άλλη ο αθεϊστικός φονταμενταλισμός. Στο άρμα του πρώτου δεμένος είναι ο εθνικισμός, στο άρμα του δεύτερου δεμένος είναι ο εθνομηδενισμός. Το πρόβλημα αυτό είναι σημαντικότατο. Για να λυθεί χρειάζεται καλή γνώση της Ιστορίας, νηφαλιότητα κι όχι ακρότητες. Για εμάς που θέλουμε να λέμε πως είμαστε πολίτες της Ευρώπης, κάθε κίνηση που τραβά προς ατραπούς ακροτήτων, αυτομάτως επί τάπητος θέτει και το ζήτημα του αποχριστιανισμού μας. Ετούτον, ως ένας καλός προφήτης, τον είχε διαβλέψει ο Τόμας Έλιοτ: «ο Κόσμος πειραματίζεται δοκιμάζοντας να διαμορφώσει μια πολιτισμένη αλλά μη χριστιανική νοοτροπία. Το πείραμα θα αποτύχει· όμως πρέπει να δείξουμε μεγάλη υπομονή περιμένοντας το γκρέμισμά του· στο αναμεταξύ να επωφεληθούμε το διάστημα αυτό: ώστε η Πίστη να κρατηθεί ζωντανή στους σκοτεινούς αιώνες που έχουμε μπροστά μας· ώστε να ανανεώσομε και να ξαναχτίσομε τον πολιτισμό· και να σώσομε τον Κόσμο από την αυτοχτονία», (τηρήθηκε η γραφή και η μετάφραση του αποσπάσματος από τον Ζήσιμο Λορεντζάτο).

Κυριακή 10 Μαρτίου 2019

Η Μεγάλη Σαρακοστή στη ζωή μας. «Ας την πάρουμε στα σοβαρά...»

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Οφείλουμε να παίρνουμε στα σοβαρά την Μεγάλη Σαρακοστή, κάμνοντας στην άκρη όλες εκείνες τις “συμβουλές” και “συνταγές”, ακόμη και διατροφολόγων, οι οποίες τίποτε ουσιαστικό δεν προσφέρουν και το χειρότερο οδηγούν τον πιστό χριστιανό άλλοτε σε αμηχανία για το πώς θα τηρήσει τη νηστεία κι άλλοτε τον πνίγουν με εκείνη την τυπολατρεία, που τον μεταχειρίζεται σαν κομπάρσο σε θεατρική παράσταση, καθ' όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής να παίζει εντός κι εκτός της Εκκλησίας· φορώντας του μάλιστα κι εκείνα τα δύο μανιχαϊστικά προσωπεία των διαχωριστικών γραμμών, του καλού και του κακού χριστιανού. Δεν χωρά αμφιβολία πως στο παραπάνω πρόβλημα, την καλύτερη απάντηση δίνει ο π. Αλεξάνδρος Σμέμαν, στο κλασικό πια βιβλίο του Μεγάλη Σαρακοστή. Πορεία προς το Πάσχα, εκδ. Ακρίτας, Αθήνα 1997. Πριν, όμως, παραθέσω αυτούσια τα γραφόμενα του μακαριστού πατρός Αλεξάνδρου, οφείλω να σημειώσω και κάτι ακόμη, πιο τολμηρό. Η δαγκάνα του ευσεβισμού, που νιώθει ένα μεγάλο μέρος πιστών πάνω του, οφείλεται στην «ψευδομόρφωση» κατά π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, η οποία και τους προσφέρεται πλουσιοπάροχα από λογής λογής εκκλησιαστικά παράκεντρα, γεγονός που στη θεολογική γλώσσα καταγράφεται ως «ύψιστη σύγχυση και σχιζοφρένεια», θολώνοντας την αυτοσυνειδησία του, η οποία «αντί να λειτουργεί σε Σώμα, περιπίπτει σε κώμα», κατά Θανάση Ν. Παπαθανασίου. Ιδού, λοιπόν, το ουσιώδες της Μεγάλης Σαρακοστής, κατά π. Αλέξανδρο Σμέμαν: «Το να πάρουμε λοιπόν στα σοβαρά τη Μεγάλη Σαρακοστή σημαίνει ότι θα τη θεωρούμε, πρώτα απ' όλα με την πιο βαθιά έννοια, μια πνευματική πρόκληση που απαιτεί αντίδραση, απόφαση, πρόγραμμα και συνεχή προσπάθεια. Kαι ακριβώς για το λόγο αυτό, όπως ξέρουμε, θεσπίστηκαν από την Εκκλησία οι εβδομάδες προετοιμασίας για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Η περίοδος αυτή είναι καιρός για δράση, για απόφαση, για προγραμματισμό. Και ο καλύτερος και ευκολότερος τρόπος είναι ν' ακολουθήσουμε την καθοδήγηση της Εκκλησίας που είναι η μελέτη και ο στοχασμός πάνω στα πέντε ευαγγελικά θέματα που μας προσφέρονται τις πέντε Κυριακές της περιόδου πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή. Τα θέματα αυτά είναι: η διακαής επιθυμία (Ζακχαίος), η ταπείνωση (Τελώνης και Φαρισαίος), επιστροφή από την εξορία (Άσωτος), η κρίση (Κυριακή της Απόκρεω) και η συγχωρητικότητα (Κυριακή της Τυροφάγου). Αυτές οι ευαγγελικές περικοπές δεν διαβάζονται μόνο και μόνο για ν' ακουστούν στην Εκκλησία· σκοπός είναι να τις πάρω μαζί μου στο σπίτι και να στοχαστώ πάνω σ' αυτές σχετίζοντάς τις μάλιστα με τη ζωή μου, την οικογενειακή μου κατάσταση, τις επαγγελματικές υποχρεώσεις μου, το ενδιαφέρον μου για τα υλικά πράγματα, τις σχέσεις μου με τους συγκεκριμένους ανθρώπους με τους οποίους ζω. Αν σ' αυτή την προσπάθεια περισυλλογής προσθέσει κανείς και την προσευχή αυτής της περιόδου: “της μετανοίας άνοιξόν μοι πύλαις ζωοδότα...” και τον ψαλμό 136 “επί των ποταμών της Βαβυλώνος εκεί εκαθήσαμεν...” μπορεί να καταλάβουμε τι σημαίνει να “νιώθεις ότι είσαι με την Εκκλησία”, και πώς μπορεί μια λειτουργική περίοδος να χρωματίσει την καθημερινή ζωή. Επίσης είναι μια πολύ καλή ευκαιρία να διαβάσει κανείς κάποιο θρησκευτικό βιβλίο. Ο σκοπός δε αυτού του διαβάσματος δεν είναι μόνο ν' αυξήσουμε τις θρησκευτικές γνώσεις μας· είναι βασικά να καθαρίσουμε το μυαλό μας απ' όλα όσα συνήθως το πλημμυρίζουν. Είναι πραγματικά απίστευτο πόσο στο μυαλό μας συνωστίζονται όλων των ειδών οι έννοιες, τα ενδιαφέροντα, οι αγωνίες και οι εντυπώσεις και πόσο ελάχιστο έλεγχο ασκούμε πάνω σ' όλα αυτά. Διαβάζοντας ένα θρησκευτικό βιβλίο συγκεντρώνουμε την προσοχή μας σε κάτι εντελώς διαφορετικό από το συνηθισμένο περιεχόμενο των σκέψεών μας· δημιουργείται έτσι μια άλλη διανοητική και πνευματική ατμόσφαιρα. Όλα αυτά, φυσικά, δεν είναι “συνταγές” ίσως να υπάρχουν άλλοι τρόποι για να προετοιμαστεί κανείς για τη Σαρακοστή. Το βασικό σημείο είναι ότι, στη διάρκεια αυτής της περιόδου βλέπουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή σαν να βρίσκεται σε κάποια απόσταση, σαν κάτι δηλαδή που ακόμα έρχεται και που μας το στέλνει ο ίδιος ο Θεός σαν ευκαιρία για αλλαγή, για ανανέωση, για εμβάθυνση, και ότι παίρνουμε αυτή την επερχόμενη ευκαιρία πολύ στα σοβαρά. Έτσι, όταν την Κυριακή της Συγγνώμης αφήνουμε το σπίτι μας και πάμε στον Εσπερινό, μπορεί να είμαστε έτοιμοι να κάνουμε δικά μας - έστω και για λίγο - τα λόγια από το Μεγάλο Προκείμενο που ανοίγει τη Μεγάλη Σαρακοστή. 
     Mη αποστρέψης το πρόσωπόν σου
     από του παιδός σου, ότι θλίβομαι...».

Σάββατο 9 Μαρτίου 2019

Ωδή στον Παύλο Μελά από τον καπετάν Νικηφόρο (Ιωάννη Δεμέστιχα), θρύλο της λίμνης Γιαννιτσών


«- Το τραγούδι του Ζέζα, παιδιά, όλοι μαζί! Πρόσταξε. Να μας ακούσουν ποιοί είμαστε!
Και όλοι μαζί, σαν ένας άνθρωπος, άρχισαν να τραγουδούν: 

   Σαν τέτοια ώρα στο βουνό, ο Παύλος πληγωμένος, 
   μες στο νερό του αυλακιού ήτανε ξαπλωμένος. 
   - Για σύρε, Δήμο μου πιστέ, στην ποθητή πηγή μου 
   και φέρε μου κρύο νερό να πλύνω την πληγή μου. 
   Σταλαματιά το αίμα μου, για σε Πατρίς, το χύνω, 
   για να ‘χεις δόξα και τιμή, να λάμψεις σαν τον κρίνο. 
   Είν’ η Ελλάδα μας μικρή, μικρή και ζουλεμένη, 
   μα ελευθεριά έχει πολλή! Μες στο κλουβί δεν μπαίνει! 
   Παύλος Μελάς και αν πέθανε, τ’ αδέλφια του ας ζήσουν, 
   αυτά θα τρέξουνε μαζί για να τον αναστήσουν! 

Το τραγούδι, που το ΄λεγαν όλοι οι αντάρτες τότε στα βουνά, ηλέκτρισε τους άντρες. Με καινούργιο θάρρος και πείσμα, σηκώνουνταν άφοβα στα γόνατα, σημάδευσαν, πυροβολούσαν». 


Π. Σ. ΔΕΛΤΑ. (1991). Στα Μυστικά του Βάλτου. Αθήνα: Ύψιλον, σ. 251.

Τα επίμονο θάμβος του “σταυρού” τους

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ 

«Πεθαίνει [ο Χριστός πάνω στον Σταυρό] ακολουθώντας τον θάνατο για χάρη μας και προσφέρει τον εαυτό του θυσία για μας· εναντίον του διαπράξαμε την παράβαση, και έπρεπε αυτός να δεχτεί το λύτρο για χάρη μας και έτσι να απαλλαγούμε από την κατάκριση· δεν είναι νοητό το αίμα του δεσπότη να προσφερθεί στον τύραννο», άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός.

«Δεν αρκεί να ονομάζουμε την αλήθεια, πρέπει και να την πιστεύουμε»Στέλιος Ράμφος.

Ομολογώ πως μένω έκπληκτος από το επίμονο θάμβος που σε μερικούς χριστιανομαθημένους ασκεί ο “σταυρός” στου Απελλή. Ένα σεργιάνι να κάμει κανείς σε ιστολόγια θρησκευτικού περιεχομένου - όχι όλα βέβαια - θα διαπιστώσει τον εγκλωβισμό σε “θεολογικά” σχήματα να καπηλεύονται και να παρερμηνεύουν τη χριστιανική πίστη. Με αντικειμενική εκτίμηση, είναι δεδομένο ό,τι η αλλοτρίωση σ’ ότι αφορά το Σταυρό του Χριστού είναι τέτοια, που από σύμβολο αγάπης και θυσίας, όλοι ετούτοι οι “ξαναμμένοι χριστιανοί” τον μετατρέπουν σε σύμβολο στρατωνισμού οπαδών σε κλειστό κλαμπ. Στον θεολογικό αντίλογο που οφείλουμε - όσοι τουλάχιστον έχουμε Θεό μέσα μας – με νηφαλιότητα να κομίσουμε, με αφορμή αυτό το “σήριαλ” που λαμβάνει χώρα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, η θεολογική αφασία όλο και περισσότερο θεριεύει, δεν έχει προηγούμενο! Το ανακάτεμα πολιτικής και θεολογικής γλώσσας, στην προκειμένη περίπτωση, δείχνει πως ο σκοπός είναι άλλος: η πρόκληση απόλυτης σύγχυσης, αποπροσανατολισμού και διχασμού στον κοινωνικό ιστό της Λέσβου. Σε πρόσφατο μάλιστα δημοσίευμα, με θεολογική ορολογία, (αφελής;) συντάκτης αποκάλυψε την πραγματικότητα, γιατί τελικά στήθηκε ο “σταυρός” στου Απελή: το πρόβλημα είναι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες. Η ρηχότητα των επιχειρημάτων να τεκμηριωθεί η “θεολογική” σκέψη μπερδεύοντάς την με το μεταναστευτικό πρόβλημα, το οποίο πράγματι αντιμετωπίζει η Λέσβος, είναι τέτοια που απροκάλυπτα, ακόμη και στον απλό αναγνώστη, δείχνει τη «σχολαστική αποδεικτική» για το τι εστί ο Σταυρός του Χριστού. Αξίζει, όμως, εδώ να θυμίσω τι λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες της εποχής του: «Θα σας πω κάτι ενοχλητικό και βαρύ. Ξέρω ότι θα οργιστείτε, αλλά θα σας το πω. Και δεν θα το πω για να σας βλάψω, αλλά για να σας διορθώσω… Διάφοροι λένε ότι (αυτοί οι φτωχοί άνθρωποι) είναι φυγάδες, ξένοι και τιποτένιοι, που άφησαν τις πατρίδες τους και συρρέουν στην πόλη μας. Για πες λοιπόν! Αυτός είναι ο λόγος που αγανακτείς… επειδή όλοι την θεωρούν λιμάνι τους και προτιμούν την ξένη πόλη από τη γενέτειρά τους; Αντιθέτως, θα ‘πρεπε να χαιρόμαστε για το γεγονός ότι όλοι καταφεύγουν στα χέρια σας σαν σε λιμάνι κοινό και θεωρούν την πόλη αυτή μητέρα όλων»
Υπάρχει ένα μαρτύριο, το οποίο εκεί που θα ‘πρεπε να είναι μαρτύριο ατόφιας πίστης στον Σταυρό του Χριστού, γίνεται μαρτύριο κόλασης. Έτσι εξηγείται το γεγονός ό,τι η ανακατεμένη με “πολιτικάντικη” ορολογία “θεολογίζουσα” γλώσσα, προσπαθεί να στηρίξει την «κάλπικη» πίστη της στον Χριστό. Η άκρως νεοευσεβίστικη νοοτροπία πείθει μόνο λίγους: μια μερίδα ακροατηρίου και αναγνωστών, που ωσάν τους Γραμματείς και Φαρισαίους, κόπτονται μόνο για την ατομική τους νομικίστικη θρησκευτική καθαρότητα. Εξ ου κι αναλώνουν τον θεολογικώς ανέραστο βίο τους – που να καταλάβουν το ηχηρότατο μήνυμα των αιώνων: «ο εμός έρως εσταύρωται» του αγίου Ιγνατίου του Θεοφόρου - σε θεολογικά φληναφήματα, στερούμενοι έτσι το άθλημα να γνωρίσουν τον πανταχού παρόντα Νυμφίο και Εραστή της Εκκλησίας, στην ερωτική του αυτοπροσφορά προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, πάνω στον Σταυρό. Και το χειρότερο, με τη θλιβερή τους παρουσία και τα αφασιακά θεολογικά τους γραφόμενα, ετούτην την αυτοπροσφορά προσπαθούν να τη στερήσουν κι από τον απλό λαό μας. 
Ας περαιωθεί ετούτος ο σύντομος σχολιασμός με τον θεραπευτικό Παύλειο λόγο - αλλά που να τον δουν και να τον γευτούν οι δύσμοιροι “θεολογούντες”: «θεμέλιον γαρ άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος έστιν Ιησούς Χριστός. Ει δε εποικοδομεί επί τον θεμέλιον τούτον χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην, εκάστου το έργον φανερόν γενήσεται· η γαρ ημέρα δηλώσει· ότι εν πυρί αποκαλύπτεται· και εκάστου το έργον όποιόν έστι το πυρ δοκιμάσει» (Α΄ Κορ. 3. 11-13). 


ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ· «Πρόσφυγες» ή «Η Κοιλάδα του Κλαυθμώνος».

Κυριακή 3 Μαρτίου 2019

Η Εκκλησία στον στίβο της ανοιχτής κοινωνίας

«Η Ιστορία γύρισε το φύλλο. Η σχέση του ελληνικού λαού με την Εκκλησία του δεν είναι σήμερα αυτή που είταν τους τελευταίους αιώνες, αλλά και δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ποια θα είναι στο εξής. Αισθανόμαστε ότι δημιουργήθηκε ένα κενό, σαν να έπαψε η Εκκλησία να εκπληρώνει τον καθιερωμένο από την εθνική παράδοση ιστορικό προορισμό της, τον προορισμό του “Κράτους εν Κράτει” και των αγώνων για την αποκατάσταση του Γένους, δίχως όμως να έχει ξεκαθαρίσει μέσα της τι θα πρέπει να είναι, από δω και πέρα, η αποστολή της. Εξ' ού και οι σημερινές της δυσκολίες, η αόριστη δυσφορία που την περιβάλλει: αμηχανία από τη μια μεριά και απογοήτευση από την άλλη […] Σεβόμαστε την Ιστορία μας και την αγαπούμε· παραδεχόμαστε ότι ιστορικές ανάγκες αδυσώπητες επιβάλανε στην Εκκλησία μας την πορεία που ακολούθησε τους τελευταίους αιώνες· τιμούμε τη δράση της και τις θυσίες της. Τώρα όμως που άλλαξαν οι ιστορικές συνθήκες, είναι ίσως καιρός να ακουστεί πάλι ο καθαρός ευαγγελικός λόγος»


ΓΙΩΡΓΟΣ ΘΕΟΤΟΚΑΣ. (1966). «Η Εκκλησία και το Έθνος», στο: Σύνορο, τχ. 38 (Ιούλιος – Αύγουστος), σσ. 96, 97.