Συνθλίβω ανάμεσα στις ευγενικές μου παλάμες το ρόδι της χαράς. Ανοίγω το κλουβί των πουλιών να πετάξουν, ελεύθερα, μέσα στη νύχτα· ΝΙΚΟΣ ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ
Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 2019
Δημήτριος Κωστάκης, ο θρυλικός πυροβολητής του Έπους του ‘40
«Πραγματικά, το βράδυ εκείνο, άγνωστο από ποια πηγή, μια τέτοια είδηση είχε φτάσει στο στρατηγείο. Μ’ όλο που η ψυχή μας ήτανε διψασμένη για θαύματα, δυσκολευτήκαμε να το πιστέψουμε. Ο Κωστάκης όμως είτανε σίγουρος. Έλειπε τη μέρα κείνη από το πρωί στο μέτωπο, κάπου εκεί, λοιπόν, φαίνεται πως του το είπαν, το έριξε ευθύς στο γλέντι, ήπιε ένα ποτήρι παραπάνω και γύρισε να σημάνει την καμπάνα της Ανάστασης.
»Φυσικά ο Μουσσολίνι δεν είχε δολοφονηθεί κι ο πόλεμος δεν έπαιρνε τέλος. Η συνέχειά του θα είταν – αλλοίμονο - άλλη από κείνη που περιμέναμε κι εμείς κι ο Κωστάκης. Αν ανέφερα το περιστατικό τούτο ωστόσο, το έκανα για να δείξω πως η ψυχολογία του γεροπολεμάρχου δε διέφερε ουσιαστικά από τη δική μας, των φαντάρων. Ο πόλεμος, που έμοιαζε τόσο να είναι το στοιχείο του, στο βάθος δεν είτανε και γι’ αυτόν σκοπός, είταν μέσο. Δεν πολεμούσε για γαλόνια ο Κωστάκης, ούτε από επαγγελματικό ζήλο πολεμούσε, καθώς κάποιοι άλλοι αξιωματικοί. Γέρος πια, αφού έφαγε σε χρόνια παλιότερα το μπαρούτι με τη χούφτα, μια μέρα είχε ακούσει να σημαίνει τα εγερτήριο της ελληνικής φυλής. Η πατρίδα κινδύνευε, το ιερό χώμα, οι τάφοι και οι παραδόσεις. Έσφιξε λοιπόν τη μαγκούρα στο νευρωμένο χέρι του, σηκώθηκε ορθός, τέντωσε το κορμί του με ξεσυνέρια, σούφρωσε τα φρύδια του, έστριψε το μουστάκι του και ξεκίνησε. Ο επιδρομέας πατούσε τα ηπειρώτικα βουνά, τη γενέτειρα του Κωστάκη. Αυτό δε θα τ’ άφηνε ο γεροπολεμιστής να περάσει έτσι!
»Με το μπουρίνι αυτό είναι που έφτασε ίσαμε τη Χειμάρα. Έτσι είναι που, αφού σκαρφάλωσε βουνά και ροβόλησε λαγκαδιές, τον ξέβρασε μια μέρα το κύμα στο στρατηγείο. Η παληκαριά του δεν είτανε παράκρουση μήτε φαντασιοπληξία ή άγνοια του κινδύνου. Είταν ακριβή πράξη βαθύτερης λευτεριάς, ανάταση ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Μια μέρα - λιακαδερό πρωί της άνοιξης - μια παρέα στρατιωτικοί και δημοσιογράφοι είχανε προσκαλεστεί σε τραπέζι από τον Κωστάκη ψηλά στο μέτωπο, σ΄ ένα παρατηρητήριο του βαρέος. Το φαγοπότι είχε αρχίσει, τα ποτήρια τσουγκρίζονταν, όταν ο εχθρός επισήμανε το παρατηρητήριο με το πυροβολικό του. Ξαφνικά, αρχίζει γύρω ένας βομβαρδισμός άγριος, κεραυνογκρέμισμα. Άλλοι ρίχνονται μπρούμυτα, με το μούτρο χωμένο στο χώμα, άλλοι χάνουν ολότελα τα λογικά τους και τρέχουν όπου λάχει να κρυφτούν. Κακό μεγάλο γίνεται γύρω, τα χώματα και οι πέτρες τινάζονται από τις εκρήξεις, ραντίζουν τους γλεντοκόπους, που βλαστημάνε μέσα τους το τραπέζι, τα νταϊλίκια του Κωστάκη και την ώρα που δέχτηκαν την πρόσκληση.
»Μονάχα εκείνος στεκόταν όρθιος. Χλωμός, πολύ χλωμός, διατηρούσε ωστόσο την ψυχραιμία του, το ύφος του πολέμαρχου, κι΄ έσφιγγε στο χέρι του τ΄ αχώριστο βιβλίο, την Αγία Γραφή.
»Έτσι στάθηκε ως το τέλος, ως τη στιγμή που η θεομηνία κόπασε, έπαψε. «Έβλεπες πως κι΄ αυτός ο ίδιος είχε συγκινηθεί, πως αντλούσε δύναμη όχι από τον εαυτό του αλλά από κάπου αλλού», προσθέτει ο αυτόπτης, υπονοώντας το ιερό βιβλίο που κρατούσε ο ταγματάρχης...
»Από κάπου αλλού; Δεν το πιστεύω. Από πουθενά δε μπορείς ν΄ αντλήσεις δύναμη όταν ο εαυτός σου σε προδίνει. Πήγα κι΄ εγώ εκεί πάνω, γνώρισα τον μεγάλο τρόμο και είδα πως εκμηδενίζεται το άτομο στις μεγάλες στιγμές, όταν παίζεται το επικίνδυνο παιχνίδι της ζωής και του θανάτου. Κάθε πρόβλεψη τότε αστοχεί, η φαντασία ξεκουρελιάζεται και τα προσχήματα πέφτουν. Είσαι ένα μερμήγκι που το πατάει η πατούσα του μοιραίου, δίχως έλεος και λογική. Υπάρχουν παληκάρια βέβαια, παληκάρια διαφορετικών τύπων, περιπτώσεις παραφοράς, αναισθησίας, ενθουσιασμού, αυτοθυσίας ή κτηνωδίας ακόμα. Από όλους όμως τους τύπους αυτούς, εγώ θαυμάζω τον τύπο τούτο του γεροπολεμιστή, το θρίαμβο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας πάνω στο πανικόβλητο εσωτερικό κτήνος. Ο γέροντας που σφίγγει τη Γραφή στο χέρι του και στέκεται χλωμός, αλλά πεισματερά όρθιος μέσα στο χαλασμό, μένει για μένα στο εξής σύμβολο.
»Η ανθρωπότητα ολάκερη, στις υψηλότερες στιγμές της, όταν στηρίζεται σε μια πίστη, που δεν είναι παρά η προβολή του βαθύτερου πόθου της να εξαντλήσει τα όρια, τη στάση αυτή του γερο-πολεμάρχου παίρνει. Κι΄ έτσι είναι που αντιμετωπίζει το υπέρτατο αίνιγμα της ζωής, που είναι το πρόσωπο του θανάτου».
ΑΓΓΕΛΟΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ. (2012). «Η Νεροποντή», στο: Απρίλης. Το βιβλίο του γιού μου. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σσ. 142-144· [όγδοη έκδοση].
Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2019
Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019
Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2019
«Ομολογιούχοι» θρησκευόμενοι
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
I. Φίλος αγαπητός, πολύ καλός γνώστης των θεολογικών και εκκλησιαστικών ζητημάτων, αν και μη θεολόγος της σχολικής τάξης, μιας και δεν ακολούθησε το καθηγητικό επάγγελμα - καιρό είχαμε να μιλήσουμε στο τηλέφωνο - προχθές με ρώτησε: «Βρε Θανάση, τι γίνεται με αυτά τα Θρησκευτικά, τι αφορισμοί είναι αυτοί, κι από την μια κι από την άλλη μεριά;». «Γιατί αυτός ο εμφύλιος των θεολόγων;» «Άκουσε αγαπητέ μου», του είπα. «Πολλές φορές τα ‘χουμε πει. Είμαστε χρόνια φίλοι και σε πολλά συμφωνούμε. Άλλωστε μην ξεχνάς είχαμε καλούς δασκάλους στο πανεπιστήμιο, όταν σπουδάζαμε τη Θεολογία. Θα σου τα πω λίγο διαφορετικά σήμερα. Άκουσέ τα, λοιπόν: η μια μεριά, η ακραία, φοβάται. Φοβάται μήπως και η Ορθόδοξη πίστη των μαθητών μας πάθει καμιά σύγχυση από τον «θρησκειολογικό πολτό», όπως λένε, που διδάσκεται με τα Νέα Προγράμματα Σπουδών. Η άλλη, η νηφάλια όπως συχνά σου τονίζω μεριά, που ξέρει καλά τα θεολογικά και παιδαγωγικά πράγματα, μολονότι κι αυτή έχει κάνει κάποια λάθη, μιλάει μόνον όταν την καλούν οι περιστάσεις, δηλαδή όταν κρίνει πως στο έργο εμάς των θεολόγων της σχολικής τάξης, παρεμβαίνουν οι μη ειδικοί». «Τι εννοείς;», με ρώτησε ξανά, χαμογελώντας. Κατάλαβα ότι κατάλαβε τι του είπα, αλλά σαν πειραχτήρι που είναι ο αγαπητός φίλος θεολόγος, θέλησα κι εγώ να τον πειράξω κι ευθέως του ξεστόμισα έναν αφορισμό τού μη θρησκευόμενου Λ. Βιττγκενστάιν: «Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείς τη λέξη “Θεός” δεν δείχνει ποιόν εννοείς, αλλά τι εννοείς». «Τάδε έφη ο φιλόσοφος Βιττγκενστάιν». «Καλός αφορισμός», μου είπε, «αλλά στους “ομολογιούχους” των Θρησκευτικών, σίγουρα θα προκαλέσει αμηχανία». «Μπράβο», του απάντησα, «καλά το λες, είσαι παλικάρι, αλλά επειδή χτυπάει το κουδούνι και μπαίνω στα πρωτάκια της Α΄ Λυκείου για μάθημα, όταν ανέβω στη Σαλονίκη θα τα πούμε κι από κοντά, όπως κάνουμε πάντα...»
Ο καλός αυτός φίλος, είναι από τους θεολόγους, που θέλει το μάθημα των Θρησκευτικών να είναι μάθημα ελευθερίας και η Εκκλησία να είναι Εκκλησία αγάπης και προσευχής. Ευτυχώς!
II. Οι παρακάτω τρεις εικόνες είναι σελίδες (ενδεικτικές) από τα «παλαιά» βιβλία Θρησκευτικών, τα οποία οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών επιθυμούν να μπουν ξανά στις σχολικές τάξεις, μέχρι να εκπονηθούν νέα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών, όπως λένε, (ΑΠΣ... πεισματωδώς υποστηρίζουν) κι όχι Προγράμματα Διαδικασίας («μα τι είναι αυτό που θα διδάξω εγώ; Είναι δυνατόν να διδάξω κείμενο του F. Lenoir που παρουσιάζει τον Ιησού ως φιλόσοφο;» διερωτόταν πριν δύο χρόνια συνάδελφος όταν είδε το Φάκελο Μαθήματος της Α΄ Λυκείου. Όμως, ο καλός συνάδελφος μάλλον δεν έβλεπε καλά ή έβλεπε μόνον ότι τον βόλευε, γιατί ο Φάκελος είχε κι άλλα παράλληλα κείμενα, Ορθοδοξότατα). Τέλος πάντων, επειδή θεωρώ ότι τα βιβλία Θρησκευτικών των ΑΠΣ είναι πολύ αξιόλογα διδακτικά εγχειρίδια, γραμμένα από συναδέλφους με ανοιχτό πνεύμα – ένας απ’ αυτούς ήταν κι ο αξέχαστος Γιώργος Τσανανάς («Ποτέ δεν θα πεθάνουμε, κουφάλα νεκροθάφτη. Χριστός Ανέστη!») - η επάνοδός τους στη διδακτική πράξη είναι σίγουρο ότι, για ακόμη μαι φορά δεν θα ξεβολέψει τους επικριτές των ΝΠΣ από την εσωστρέφειά τους. Γι’ αυτό αναρωτιέμαι και συνάμα φοβάμαι, μήπως τα μαθητούδια της Α΄ και Β΄ Γυμνασίου πάθουν καμιά σύγχυση, όταν λόγου χάριν στα διδασκόμενα μαθήματα: «20. Ο προφήτης Μιχαίας: το όραμα της παγκόσμιας ειρήνης», (Α΄ Γυμνασίου), και «19. Η Κυριακή προσευχή (“Πάτερ ημών”): Στον καινούργιο κόσμο του Θεού οι άνθρωποι προσεύχονται», (Β΄ Γυμνασίου), δουν τα εικονιζόμενα πρόσωπα των φωτογραφιών. Λέω, μήπως, πάθουν σύγχυση κι απ’ αυτόν τον «θρησκειολογικό πολτό», για κάνω και λίγο χιούμορ. Αναρωτιέμαι, επίσης, μήπως ξανά οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών, όταν τα παλαιά βιβλία επανέλθουν στις σχολικές τάξεις, χάριν της συνταγματικής «κανονικότητας» (τι λέξη κι αυτή, την υιοθετήσαμε κι εμείς οι θεολόγοι από τους πολιτικάντηδες), προσφύγουν ξανά στο ΣτΕ για να τα κρίνει ως ακατάλληλα για Ορθόδοξη διδαχή. Έτσι για να λέμε ότι παίζουμε πολύ καλά το παιχνίδι της κολοκυθιάς! Επιτέλους, ας σοβαρευτούμε. Γιατί και στα παλαιά βιβλία όχι μόνο του Γυμνασίου και του Λυκείου αλλά και Δημοτικού, υπάρχουν αναφορές σε άλλες θρησκευτικές πίστεις. Μόνο εκείνοι που αλληθωρίζουν δεν τις βλέπουν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το καλό παλαιό βιβλίου Θρησκευτικών της ΣΤ΄ τάξης: «Αναζητώντας την αλήθεια στη ζωής μας», όπου στο έκτο κεφάλαιο γίνονται διακριτές αναφορές σε ετερόδοξους και αλλόθρησκους (Ρωμαιοκαθολικούς, Προτεστάντες, Εβραίους, Μουσουλμάνους). Διακριτές, βέβαια, είναι και στα Νέα Προγράμματα Σπουδών, κι ας κινδυνολογούν οι επικριτές τους.
III. Ο καβγάς που έγινε για το τραγούδι «Ο μπαγάσας» του Νικόλα Άσιμου ήταν η αιτία να αποσυρθεί από τον Φάκελο Μαθήματος της Α΄ Λυκείου. Δες τε τώρα ένα ακόμη "παράδοξο", το οποίο οι επικριτές των Νέων Προγραμμάτων Σπουδών κι αυτό αρνούνται να κατανοήσουν. Στο προηγούμενο βιβλίο Θρησκευτικών της Γ΄ Λυκείου, ο καλός συνάδελφος Θ. Ν. Παπαθανασίου, στην έκτη διδακτική ενότητα: «Οι εξτρεμιστές της ελευθερίας, την περίπτωση των "δια Χριστόν σαλών"», ως αφορμή γόνιμου προβληματισμού για συζήτηση προτείνει το τραγούδι "Εν κατακλείδι" του Παύλου Σιδηρόπουλου. Και δεν είναι μόνον αυτό. Σε άλλη ενότητα του διδακτικού εγχειριδίου, την εισαγωγική, πριν τη διδασκαλία των δύο μαθημάτων για την ηθική συνείδηση, τις εντολές και τα δόγματα, προτείνει την παράλληλη διδασκαλία κειμένων του Νίκου Καζαντζάκη (από τον Καπετάν Μιχάλη) και του Ηλία Βενέζη (από Το νούμερο 313128). Κι αυτά τα αποσπάσματα, στα 1999, κρίθηκαν ότι θα σκανδάλιζαν τους μαθητές, γι' αυτό και δεν εντάχθηκαν στη διδακτέα ύλη. Ωστόσο, προς τιμήν του ο συγγραφέας, σε άρθρο του στη Σύναξη υποστήριξε ότι, αποδέχθηκε τη γνώμη τής πλειοψηφίας τής κριτικής επιτροπής τού σχολικού εγχειριδίου, η οποία καθώς γράφει, επιχειρηματολόγησε με αγάπη, [βλ. Θ. Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (1999). «Εδώ σε θέλω, κάβουρα. Μερικές προτάσεις για τη διδακτική πράξη των Θρησκευτικών», στη: Σύναξη. 71:97-107]. Επανέρχομαι, όμως, στο τραγούδι του Παύλου Σιδηρόπουλου κι ερωτώ: αντέχει η θεολογική κοινότητα άλλο καβγά για ακόμη ένα τραγούδι από τα "παλαιά" βιβλία Θρησκευτικών, παρόμοιο με του Νικόλα Άσιμου; Και το ερωτώ αυτό γιατί όπως και το «Εν κατακλείδι» έτσι και «Ο μπαγάσας», ακόμη και κατηχητικό – ομολογιακό μάθημα ο θεολόγος να κάνει στην τάξη θα πετύχει το διδακτικό του στόχο, υπό την εξής, βέβαια, προϋπόθεση: «ο λόγος της Κατηχήσεως για να είναι γνήσιος, δηλαδή εκκλησιαστικός, και για να γίνεται αντιληπτός, μετέρχεται και προσλαμβάνει τρόπους, μέσα και σχήματα καιρικά, όπως φωτισμένα η πατερική πρακτική εδίδαξε ανά τους αιώνες», [βλ. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΦΡΑΓΚΑΚΟΣ. (2005). «Ο μπαγάσας (Σχεδίασμα μαθήματος)», στη: Σύναξη. 95:82–83)· και: «Ο μπαγάσας» του Νικόλα Άσιμου και η σπουδή της Ορθοδοξίας στη σχολική τάξη].
Πέμπτη 3 Οκτωβρίου 2019
Ένα rock μανιφέστο για τον Θεό και τους Νέους
«Στα βαθιά με τη μία. Φτάνουν οι πρόλογοι. Για να κουβεντιάσει κανείς με τους νέους για τον Θεό, χρειάζεται να αγαπάει τον διάλογο, να αγαπάει τους νέους ανθρώπους και να αγαπάει τον Θεό. Να έχει διάθεση να διαλεχθεί, να τους ακούσει. Όχι να τους επιβάλει απόψεις, θέσεις, αντιλήψεις, ιδεολογήματα. Να προσπαθήσει να εισπράξει αυτό που λένε. Να μην έχει έτοιμες απαντήσεις και τσιτάτα προκειμένου να τους “αποστομώσει” ή να τους μεταπείσει, αλλά να προσπαθήσει να κατανοήσει τις αναζητήσεις, τις αγωνίες, τις ανησυχίες, τις αντιρρήσεις τους ακόμα και την πλήρη άρνησή τους για αυτά που εκπροσωπεί. Να θέλει να συναντηθεί μαζί τους, όχι να έχει σκοπό να τους μετατρέψει σε ακροατές, θαυμαστές ή οπαδούς του. Να μην αποζητάει την “ιδεολογική” του δικαίωση. Να έχει πρώτα από όλα, ανοικτό πνεύμα. Να είναι έτοιμος για κάθε ανατροπή ακόμη και αυτών που τα θεωρεί ως δεδομένα. Για να το πετύχουμε αυτό, απαιτείται να είμαστε έτοιμοι να τους “ακούσουμε” αλλά και να την “ακούσουμε”».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ. (2019). Ο Θεός, οι Νέοι και άλλες Rock ‘n Roll ιστορίες. Αθήνα: Αρμός, σσ. 14-15.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)