Του Ομάρ Αραμάγιο
Μετάφραση: Δημήτρης Αγγελής
Και οι γλώσσες φθείρονται, γερνούν και πεθαίνουν, έτσι είναι σχεδιασμένη η ύπαρξη. Τρεις Περουβιανοί συγγραφείς συνέβαλαν στην ανανέωση της καστιγιάνικης γλώσσας όταν συνέβαινε αυτό: ο Ρικάρντο Πάλμα [Ricardo Palma], ο Σέσαρ Βαγιέχο [César Vallejo] και ο Μάριο Βάργκας Λιόσα [Mario Vargas Llosa].
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο Δον Ρικάρντο πήγε στην Ισπανία και μετέφερε εκεί τριακόσιους περουβιανισμούς, οι οποίοι ενσωματώθηκαν αμέσως στη γλώσσα. Ήταν ήδη σε χρήση, αλλά όχι ο κανόνας. Όχι μόνο τις λέξεις «quena» [φλάουτο των Άνδεων] ή «poncho» [πόντσο, το τετράγωνο ένδυμα που φοριέται σαν πανωφόρι], αλλά και ρήματα όπως το «aperturar» [ανοίγω]. Ανοίγω μια παρτίδα σκάκι, για παράδειγμα.
Μέχρι τη δεκαετία του 1950, η γλώσσα είχε αποστεωθεί, ειδικά σε αυτή τη γραμμική, παραδοσιακή, αγροτική αφήγηση (όχι ότι ήταν λάθος επειδή ήταν παραδοσιακή, αλλά ήταν απλώς παραδοσιακή). Η αποικία και η δημοκρατία ήταν εκεί, σαν τον δεντροβάτραχο που αφρίζει. Οι κανόνες της γλώσσας υπαγόρευαν ποιες λέξεις να χρησιμοποιήσεις και ποιες όχι (ο Βαγιέχο και η πρωτοπορία του περιοδικού Trilce δεν είχαν εγκαθιδρυθεί ακόμα πλήρως αλλά ούτε και είχαν ολοκληρωθεί).
Η πόλη δημιουργεί μια γλώσσα, ορίζει τους ανθρώπινους χαρακτήρες και τις λειτουργίες τους, δημιουργεί έναν επιτονισμό. Η πόλη μεγαλώνει και μεγαλώνει με τη γλώσσα της, με τους ανθρώπους της που καταφτάνουν από παντού. Και αυτή η συγκλίνουσα γλώσσα, που αποτελείται από πολλούς τόπους, είναι πέρα απ’ τους κανόνες, έξω απ’ τους νόμους. Η λογοτεχνία χρησιμεύει γι’ αυτό, για ν’ ανοίξει τις λέξεις σαν λουλούδι, σαν πολεμική χειροβομβίδα. Σαν μονοπάτι. Τα βορειοαμερικανικά αγγλικά σφυρηλατήθηκαν πάνω στα Φύλλα χλόης, στίχο προς στίχο.
Ο Βάργκας Λιόσα ενσωματώνει, πάνω στους γραμματικούς κανόνες, τον λαϊκό λόγο, το ιδίωμα της πιάτσας, αυτό των μαζών που επικοινωνούν καθημερινά στην πόλη. Ο Κάρλος Φουέντες [Carlos Fuentes] το είχε κάνει δέκα χρόνια νωρίτερα στο Μεξικό, ο Βάργκας Λιόσα εμβαθύνει και επεκτείνει αυτήν την αρχή. Την αναπτύσσει. Ακολουθώντας το παράδειγμά του, όσοι τον ακολουθούν το καθιστούν κοινόχρηστο, σαν να υπήρχαν από πάντα αυτά τα καινούργια, πιο δροσερά ισπανικά. Δεν θα υπήρχε ο Μανουέλ Πούιγκ [Manuel Puig] χωρίς αυτή τη χαλαρή, ατημέλητη γλώσσα. Πολλά δεν θα υπήρχαν.
Τότε ακριβώς τα περουβιανά, μεξικάνικα, αργεντίνικα και λατινοαμερικάνικα ισπανικά γίνονται παγκόσμια. Και φτιάχνεται ένα καλούπι για τις γλώσσες, με το οποίο διαβάζονται οι νέοι μυθιστοριογράφοι. Το boom κάνει τους κατοίκους αυτής της ηπείρου οικουμενικούς, όσο ποτέ άλλοτε. Εμφανίζονται νέα πρόσωπα, παλιά πάθη σαν να ήταν ολοκαίνουργια. Και το ίδιο κίνημα αναδεύεται σε κάθε χώρα, κανένας τόπος δεν θέλει να παραμείνει μια αρχαϊκή επαρχία, επείγει μια νέα παγκοσμιοποίηση.
Η αφήγησή του τρέφεται από σύγχρονες τεχνικές όπως η λεκτική ροή, ο λόγος της συνείδησης, ο κινηματογραφικός χρόνος κίνησης και η χορωδιακή γλώσσα, τα οποία προέρχονται από τον Τζόις περνώντας από το τελωνείο των Ηνωμένων Πολιτειών. Και η τέχνη του μυθιστορήματος ξαναϊδρύεται στην ήπειρο, στον κόσμο, με την παρουσία του ανθρώπου του δρόμου, με τη βαβούρα των πόλεων.
Ο Μπόρχες, που είναι ο δημιουργός της στοχαστικής μυθοπλασίας (Πίλια), ξανανοίγει το είδος του φανταστικού από την προοπτική του καρτεσιανού ορθολογισμού, αλλά δεν συμβάλλει σημαντικά στη γλωσσική επανάσταση των δεκαετιών του 1960 και του 1970, δεν είναι το θέμα του. Αυτός είναι ο τομέας του Βάργκας Λιόσα, του Φουέντες ή του Κορτάσαρ.
Και αυτό ακυρώνει μια περίοδο της λατινοαμερικανικής λογοτεχνίας: Ικάσα [Jorge Icaza, Εκουαδόρ, 1906-1978], Αστούριας [Miguel Ángel Asturias, Γουατεμάλα, 1899-1974], Ασουέλα [Mariano Azuela, Μεξικό, 1873-1952], Αργουέδας [José María Arguedas, Περού, 1911-1969], για να γεννήσει το σύγχρονο μυθιστόρημα. Κανείς δεν αποκλείει κανέναν, πρόκειται για ιστορικούς κύκλους της λογοτεχνίας, σε μια ήπειρο όπου η ισπανική γλώσσα είναι σχετικά νέα. Μια γλώσσα που, με τη σειρά της, εμπλουτίζεται εξαιρετικά με νέα τοπία, νέες κοσμοθεωρίες κι ένα ιδίωμα άγνωστο μέχρι τότε.
Δεν με πιστεύετε; Τότε, λοιπόν, ξανακοιτάξτε τις εφημερίδες πριν από τη δεκαετία του 1960 και θα δείτε την τεράστια διαφορά.
⸙⸙⸙
[Ο Omar Aramayo (Πούνο, Περού, 1947) είναι ποιητής και συνθέτης. Το κείμενο γράφτηκε ειδικά για το Φρέαρ.]
ΠΗΓΗ: Φρέαρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου