Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2022

11η Σεπτεμβρίου 1611: Ο Διονύσιος ο επονομαζόμενος «Σκυλόσοφος» εγδάρη ζωντανός

«Γύριζε, είναι αλήθεια, ο Δεσπότης τα χωριά δυό χρόνια τώρα, σκυφτός μέσα στα μαύρα ράσα του, δυό μαύρα μάτια που σε καίγανε, σκληρός σαν τις στριμένες ρίζες της ελιάς που εξέχουν απ’ το χώμα και σήκωνε τον κόσμο με τα λόγια του.
»Και ξέχναγαν οι χωρικοί την πρώτη, την αποτυχημένη του απόπειρα, τόση ήταν η μαγεία της μιλιάς του, και ξέχναγαν το φόβο του Τούρκου – βαρύς κι ασήκωτος τους κράταγε σκυφτούς όλη τους τη ζωή ο μαύρος φόβος – και μίλαγε ο Διονύσιος[1] για Έλληνες και για το γένος των Ρωμαίων το πιο τρανό στον κόσμο και για την πίστη την αγία του Χριστού».
[…] Γύριζε τα χωριά ο Δεσπότης και γιάτρευε ψυχές και σώματα κι έκανε προφητείες[2] και τον έκρυβαν καλά οι χριστιανοί – μήπως δεν είχε σιωπηρά την ευλογία του επισκόπου του Ματθαίου[3] και του ίδιου του μητροπολίτη Ιωαννίνων[4];».


[1] Διονύσιος Τρίκκης ο «Σκυλόσοφος». Από πλούσια οικογένεια, γεννήθηκε ίσως στην Ήπειρο περί τα μέσα του 16ου αιώνα. Σπούδασε στην Ιταλία φιλολογία, ίσως και ιατρική, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής, γι’ αυτό και ονομαζόταν «Φιλόσοφος», που αργότερα, μετά την αποτυχία του, έγινε «Σκυλόσοφος». Φλογερός Έλληνας, οργάνωσε δύο απόπειρες. Μία το 1600, μετά την αποτυχία της οποίας κατέφυγε στη Δύση, για να σωθεί και για να βρει βοήθεια για τη δεύτερη απόπειρα, του 1611, γι’ αυτήν δηλαδή που μιλάμε στην ιστορία μας. Από τις πιο συγκινητικές μορφές της Ιστορίας της Τουρκοκρατίας. Δέκα χρόνια γύριζε στη Δύση ψάχνοντας να εξασφαλίσει βοήθεια από τους τότε ισχυρούς, μη διαστάζοντας και να προσχωρήσει (εικονικά όμως) ακόμα και στον παπισμό. Λέγεται δε πως τα έγγραφα που παρουσίαζε στις αυλές, τα υπομνήματα δηλαδή με τα οποία οι υπόδουλοι Έλληνες δήλωναν ότι έβλεπαν ευμενώς το ενδεχόμενο της Ένωσης των Εκκλησιών, τα είχε πλαστογραφήσει προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνδρομή των Λατίνων (Πάπας, Ισπανοί, Γερμανοί). Η απόπειρα του 1611 είχε την τραγική κατάληξη που αναφέρεται στην ιστορία μας. Το πετσί του Δεσπότη, που γδάρθηκε ζωντανός, στάλθηκε, αφού το παραγέμισαν με άχυρα, στην Πόλη μαζί με 85 κεφάλια επαναστατών και πετάχθηκαν στους σουλτανικούς στάβλους.
[2] Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι υπόδουλοι Έλληνες έβρισκαν παρηγοριά και ελπίδα και κατά κάποιον τρόπο ένα δρόμο διαφυγής από τη βεβαιότητα του «αδύνατου» της αποτίναξης του ζυγού της σκλαβιάς στις διάφορες προφητείες. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, έχουμε κορυφαίο δείγμα τον Αγαθάγγελο του Θεόκλειτου Πολυείδη. Άλλοι χρησμολόγοι: Παΐσιος Λιγαρίδης, Αναστάσιος Γόρδιος, Ιωάννης Κομνηνός και Νικόλαος Ζερζούλης ή Τσούρτσουλας. Αυτή η χρησμολογία προκάλεσε φυσικά και ενστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ματθαίος Μυρέων: «Ελπίζομεν κ’ εις τα ξανθά γένη να μας γλιτώσουν / να ΄λθουν από τον Μόσχοβον να μας ελευθερώσουν / ελπίζομεν εις τους χρησμούς, στες ψευδοπροφητείες / και τον καιρό μας χάνομεν στες ματαιολογίες», ή τον Καισάριο Δαπόντε: «Προφήται σεις, θρηνήσατε, σεις λέγω χρησμολόγοι, / στον άνεμον οι λόγοι σας, ψευσθήτε αστρολόγοι / Ρωμαίοι, ας θρηνήσωμεν την αχρειότητά μας· / δι’ αυτήν εχάσαμεν την ενδοξότητά μας».
[3] Επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως, τοποτηρητής του Μητροπολίτου Ιωαννίνων.
[4] Μητροπολίτης Ιωαννίνων.

ΙΣΜΗΝΗ ΚΑΠΑΝΤΑΗ. (1989). Επτά φορές το δαχτυλίδι. Αθήνα: Εστία, σσ. 64-65 & 162-163.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου