Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2024

Η κακιά η ώρα στην κακιά τη χώρα

Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ

Πάνε τριάντα χρόνια αφότου κυκλοφόρησε στις εκδόσεις Επίκεντρο το βιβλίο του Ουμπέρτο Έκο «Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις», μεταφρασμένο από τον εκ Φλωρίνης συνάδελφο και αγαπημένο φίλο Θεόδωρο Ιωαννίδη. Στον Αύγουστο του δυτικού κόσμου αναφερόταν ο Εκο, όχι της οικουμένης, τα τρία τέταρτα της οποίας δεν έχουν καν ακουστά λέξεις - έννοιες όπως «διακοπές», «τουρισμός», «ραστώνη», «ταξίδια αναψυχής» κ.ο.κ. Και δεν εννοούσε βέβαια ότι ο όγδοος μήνας του έτους κείται ακίνητος εκτός της Ιστορίας, παγωμένος, νεκρικός· σαν μια κοινωνική, πολιτική και πολεμική εκεχειρία που την επιβάλλει ο ηγεμόνας ήλιος.
Η εποχή του Διαδικτύου ευνόησε την ανάπτυξη της λεγόμενης «δημοσιογραφίας του πολίτη», με τα καλά και τα κακά της. Στα καλά της το ότι είναι ακατάπαυστη και αδιάλειπτη, χωρίς θερινές διακοπές ή διαφυγές εορταστικών τριημέρων, καθώς και το ότι συχνά φέρνει στο φως συμβάντα που η «επίσημη» δημοσιογραφία θα τα παρέβλεπε πλήρως ή θα τα υποβάθμιζε, ορμώμενη από το πολύ πάθος της για την αντικειμενικότητα. Στα κακά της, το χειρότερο όλων, το ότι καταντάμε «δημοσιογράφοι του εαυτού μας», εκθέτοντας οικειοθελώς στο βουλιμικό κοινό των σόσιαλ μίντια όχι μόνον απόρρητες στιγμές του βίου μας αλλά, παρορμητική και απολίτιστη, την ίδια μας την ανοησία, τη μισαλλοδοξία, την αγένεια, τον σεξισμό, τη φανατική κομματοφροσύνη μας, το ηθικοπνευματικό κενό μας. Μιλάμε δημόσια με την αυταπάτη ότι μιλάμε στον καθρέφτη του ναρκισσισμού μας ή στη στενή παρέα μας. 
Την εποχή της ταυτόχρονης λειτουργίας αναρίθμητων πομπών ειδήσεων, ολημερίς κι ολονυχτίς ακοίμητων, δεν θα μπορούσε να τη φανταστεί ο Ιταλός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος, όταν έγραφε το δοκίμιό του, τον περασμένο αιώνα (ακόμα δεν λέω να το χωνέψω πως όταν γράφω ή διαβάζω «περασμένος αιώνας» πρέπει να εννοώ τον 20ό). Παρακολουθώντας την «κανονικότητα» του καιρού του, αποφαινόταν ότι τον Αύγουστο δεν υπάρχουν ειδήσεις, υπονοώντας ότι δεν υπάρχουν ειδησεογράφοι. Οι περισσότεροί τους παραθέριζαν τον μήνα αυτόν (όπως και σήμερα), τηρώντας ένα έθιμο που το τιμούν και άλλοι επαγγελματικοί κλάδοι, αλληλοεξαρτώμενοι.
Ο Έκο δεν θα μπορούσε επίσης να εικάσει, καίτοι ευφάνταστος, ότι η τεράστια διόγκωση του τουριστικού ρεύματος προς τις μεσογειακές χώρες θα οδηγούσε ορισμένες πεφωτισμένες κεφαλές να συστήνουν στους ντόπιους να αποφεύγουν τον Αύγουστο ως μήνα διακοπών και ταξιδιών, για να μην προκαλούν δυσφορία στους αλλοδαπούς τουρίστες στα δρομάκια των νησιών και στις αμμουδιές. Άλλες κεφαλές, ακόμα πιο πεφωτισμένες, εξ ου και υπουργικές, συμβουλεύουν τους ιθαγενείς να αποφεύγουν το καλοκαίρι το Αιγαίο και το Ιόνιο. Ας οδεύουν στην ενδοχώρα, στα «βλάχικα» χωριά τους.
Ναι, υπάρχουν ειδήσεις τον Αύγουστο. Δεν είναι όμως εξίσου βέβαιο ότι υπάρχουν και εφημερίδες. Συνεχίζουν, βεβαίως, να κυκλοφορούν και τον μήνα αυτόν, έστω και με λιγότερες σελίδες. Αν όμως ζεις σε κάποια γειτονιά της Αθήνας (φαντάζομαι και της Θεσσαλονίκης, και άλλων μεγαλουπόλεων), για να καταφέρεις να αγοράσεις επιτέλους το φύλλο ή τα φύλλα της προτίμησής σου ζεις μια μικρή οδύσσεια. Ποδαρόδρομος μες στο λιοπύρι από το ένα κλειστό περίπτερο ή ψιλικατζίδικο στο επόμενο, με τη ζέστη διαρκείας να σε εξουθενώνει, και με επιδεινούμενη από αποτυχία σε αποτυχία την πικρή αίσθηση πως ανήκεις σε κάποια φυλή δεινοσαύρων. «Εφημερίδα; Έλα ρε άνθρωπε, σοβαρολογείς; Τι κλάση είσαι;».
Έτσι κι αλλιώς, τα τελευταία χρόνια λιγόστεψαν δραματικά τα σημεία πώλησης εφημερίδων και περιοδικών. Κάποια μαγαζιά κλείνουν, αρκετά άλλα αρνούνται να μπλέκουν με επιστροφές εφημερίδων, «δεν έχουν και κέρδος…», το δε μονοπωλιακό πρακτορείο διανομής ασκεί την εξουσία του άνευ λογοδοσίας. Τάλε κουάλε η κυβέρνηση. Στη γειτονιά μου μέχρι πέντε χρόνια πριν ήταν καμιά δεκαριά τα εφημεριδοστέκια και πια απόμειναν τρία - τέσσερα, που και αυτά προμηθεύονται μειωμένο αριθμό αντιτύπων. Το καλοκαίρι, ιδίως τον Αύγουστο, τα πράγματα χειροτερεύουν. Και όσο εύκολα δημιουργείται μια συνήθεια, η συνήθεια της εφημεριδαναγνωσίας (μια μορφή πείνας, που σε έπειθε κάθε καλοκαίρι να κάνεις χιλιόμετρα ολόκληρα εκεί όπου παραθέριζες για να βρεις την εφημερίδα σου), τόσο εύκολα μαραίνεται και σβήνει, από απογοήτευση σε απογοήτευση. «Δεν πειράζει, θα ψάξω στο κινητό για καμιά είδηση…». Κι εκεί θα σε περιλάβουν οι αλγόριθμοι να σου δείξουν τον κόσμο της δικής τους οπτικής· της δικής τους ηθικής.
Αν οι συλλογικά χαρμόσυνες ειδήσεις του φετινού Αυγούστου ήταν λιγοστές (οι επιδόσεις των αθλητών μας στους Ολυμπιακούς του Παρισιού και το ήθος των δηλώσεών τους, τι άλλο), οι πικρές ήταν πολλές. Και παρότι μοιάζουν έκτακτες και απροσδόκητες, έχουν ιδρύσει τη δική τους εξαιρετικά λυπηρή και σφόδρα ανεπιθύμητη «κανονικότητα». Τι πιο «κανονικό», δυστυχώς, τι περισσότερο αναμενόμενο από τις αυτοθαυμαστικές δηλώσεις των κυβερνώντων –του πρωθυπουργού προεξάρχοντος, που πρέπει να γκρεμιστούν χίλιοι και ένας φούρνοι για να παραδεχτεί ότι κάπου κάπως έσφαλε– όταν επιτέλους «οριοθετείται» μια πυρκαγιά. Και δεκάδες χιλιάδες στρέμματα αν πρόλαβε να αποτεφρώσει, και σπίτια αν κατέκαψε, και επιχειρήσεις, και ανθρώπους (και ο ένας άνθρωπος, πληθυντικός είναι), τι ακούμε; «Όλα πήγαν καλά, πολύ καλύτερα απ’ ό,τι περιμέναμε».
«Κανονικότητα», δυστυχώς, δυστυχέστατα, τείνει να γίνει και ο εύκολος θάνατος, και μάλιστα παιδιών και εφήβων. Κλαιγόμαστε για το δημογραφικό μας πρόβλημα, αυτό όμως δεν μας πείθει να μη δίνουμε ελάχιστη αξία στη ζωή όσων έχουν ήδη γεννηθεί και πορεύονται σε τούτο τον τόπο που του τρώνε τα σωθικά η αυθαιρεσία, τα στραβά μάτια, η κουτοπονηριά, το «ωχ αδερφέ» και προπάντων η ανεμελιά της πάσης εξουσίας (από την κυβερνητική κορυφή μέχρι τα αυτοδιοικητικά χαμηλά ενός μικρού δήμου), που νοιάζεται πρωτίστως για το ψηφοφόρο πελατολόγιό της. Προληπτικός έλεγχος; Αυστηρή τήρηση των προβλεπομένων; Νομιμότητα; Εγκαιρη και μέχρι κεραίας υλοποίηση των «δεσμευτικών» υποσχέσεών σου, που τις έχεις επαναλάβει ήδη μια ντουζίνα φορές; Αποφυγή πνιγηρού ελέγχου της Δικαιοσύνης και των Ανεξάρτητων Αρχών; Υπερβολές. Δεν το παίζεις έτσι το παιχνίδι, παρά μόνο αν θέλεις να το χάσεις.
Και κάπως έτσι τα παιδιά του κόσμου, του δικού μας κόσμου, χάνουν τη ζωή τους άδικα των αδίκων σε κάποια κατασκήνωση ή σε λούνα παρκ, που οι εγκαταστάσεις τους δεν ελέγχθηκαν όταν έπρεπε και όπως έπρεπε από τους παντοειδείς γραφειοκράτες, που όφειλαν να κάνουν τίμια και σοβαρά τη δουλειά τους. Ή σε κάποιον ΒΟΑΚ, που αντί ν’ αποκτήσει μπάρες και κυκλικούς κόμβους σε κάθε σεσημασμένη καρμανιόλα του, γεμίζει νεκρικά εκκλησάκια. «Η κακιά η ώρα»; Όχι βέβαια. Η κακιά η χώρα. Που τρώει αμεριμνοαμέριμνη τα βλαστάρια της.


Σ' ένα από τα Collectanea του (το 434, σ. 222) o αξέχαστος Ζήσιμος Λορεντζάτος γράφει: «Το γράψιμό σου, φίλε μου, πρέπει να κόβει αμέσως (και άμεσα) το ύφασμα, να μην το μασάει - όπως "μασάει" το ψαλίδι». Χρόνια διαβάζω άρθα και βιβλία του Παντελή Μπουκάλα, κι έχω τη γνώμη ότι κόβουν άμεσα το ύφασμα, δεν το μασάνε! Σταθερή αξία ο αγαπητός Παντελής. Α.Ι.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου