Τρίτη 4 Ιουνίου 2024

Ας μιλήσουμε για την Ευρώπη

Του ΚΩΣΤΑ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ


Δεν είναι πρωτόγνωρα τα φαινόμενα ιλαροτραγωδίας που συνοδεύουν και τις επικείμενες εκλογές, με τα ψηφοδέλτια για τα επίδοξα μέλη ενός πολιτικού σώματος χωρίς καμιά ουσιώδη αρμοδιότητα, όπως είναι το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο. Η κωμική πρόσοψη, ωστόσο, δεν είναι ικανή να αποκρύψει την τραγική απόληξη που έχει κάθε ιλαροτραγωδία και δεν επιτρέπει τον ψυχωφελή αναχωρητισμό. Πιθανότατα, μάλιστα, αναχωρητισμός να είναι η ίδια η βαρύθυμη προσέλευση σε μια διαδικασία επιλογής αδιάφορης μπροστά στην άλλοτε ύπουλη και άλλοτε βάναυση κατάρρευση της Ευρώπης. Κατάρρευση η οποία δεν αντιμετωπίζεται με την επιλογή χρωμάτων της πρόσοψης ενός κτηρίου που είναι σήμερα άδειο κέλυφος, το κέλυφος της υποτέλειας και της παρακμής της γηραιάς ηπείρου.
Αν οι Βρυξέλλες και το Στρασβούργο αντικατοπτρίζουν σήμερα απλώς την αφάνεια των ευρωπαϊκών λαών, προς δόξαν μιας διαχειριστικής διακυβέρνησης που θυμάται την έννοια της κυριαρχίας μόνο για να απογυμνώνει τα έθνη αλλά όχι και για να απαιτεί μιαν ευρωπαϊκή ισχύ, ομολογώ πως δεν είναι εύκολο να βρει κανείς τον τρόπο να αντισταθεί σε μια εμπεδωμένη νοοτροπία προτεκτοράτου έναντι της αμερικανικής αυτοκρατορίας· νοοτροπία που θέλει την Ευρωπαϊκή Ένωση να υπάρχει μόνο για να κατανέμει δευτερεύουσες εξουσίες, να διανέμει κονδύλια και να απονέμει τιμές (εξαγοράζοντας όσους την αμφισβητούν ώστε να συντηρείται μια αυταπάτη ενότητας) ή να διοργανώνει κακόγουστα πάρτυ τα οποία απλώς επιβεβαιώνουν και την πνευματική υποτέλεια και την πολιτική παρακμή.
Διχασμένη επί της ουσίας, η Ευρώπη είναι εδώ και καιρό πεδίο άγονης αντιπαράθεσης μεταξύ μιας αλαζονικής δεξιάς και μιας εκφυλισμένης αριστεράς που ομονοούν όταν πρόκειται να επιτεθούν στα τελευταία οχυρά του ευρωπαϊκού πολιτισμού, αφού επιδιώκουν αμφότερες να αντικαταστήσουν την ευρωπαϊκή ταυτότητα με τον παγκοσμιοποιημένο ηδονισμό. Απέναντι σε αυτή την επίθεση εξαπλώνονται κινήματα αντίστασης που όμως εγκλωβίζονται σε ψευδαισθήσεις επιστροφής στα έθνη- κράτη, με συνέπεια η Ευρώπη να κινδυνεύει να μετατραπεί σε μια σκακιέρα για τα αυτοκρατορικά συμφέροντα των δύο μεγάλων δυνάμεων του νέου πολυπολικού κόσμου, των ΗΠΑ και της Κίνας. Ο τρίτος δρόμος, η δέσμευση για μια ευρωπαϊκή ενοποίηση που δεν θα βασίζεται στον αγώνα ενάντια στις ταυτότητες και τις παραδόσεις, όπως κάνουν οι φιλελεύθεροι φεντεραλιστές αλλά στην συνύπαρξη και την σύνθεσή τους, φαίνεται ακόμη αδιάβατος.
Και στην Ελλάδα; Χρόνια τώρα συντελείται, εν μέσω εξάρσεων και υφέσεων, δοκιμασιών επώδυνων ή σιωπηρών, μια λειτουργία μοιραία και αναπόφευκτη. Πεθαίνει από βιολογική εξάντληση ο πολιτικός κόσμος του μεταπολέμου- όχι απλώς της μεταπολίτευσης. Χρειάστηκαν ογδόντα χρόνια από την ίδρυση του ελληνικού κράτους για να έρθει το 1910 και η είσοδος νέων κοινωνικών δυνάμεων που υποσχέθηκαν μια ευφρόσυνη επέκταση. Χρειάστηκαν ογδόντα πάλι χρόνια από το 1945 (με τη νίκη που αποσόβησε τον εθνικό ακρωτηριασμό), ώστε να φτάσει στα φυσιολογικά της όρια μια ιδιόμορφη (ας την πούμε) αστική ηγεσία. Η μεταπολιτευτική αυταπάτη (μιας ισχυρής δημοκρατίας) κατέρρευσε με πάταγο το 2010 αλλά συνεχίζει να υπάρχει χάρη στον νόμο της αδρανείας και στην πολύτιμη βοήθεια που της «προσέφερε» η λαίλαπα των τάχα αντιμνημονιακών δυνάμεων της αριστεράς και της ακροδεξιάς που με την ανικανότητά τους επανέφεραν στην κυβερνητική ευθύνη, ακόμη πιο θλιβερούς, ακόμη πιο θρασείς, εκείνους που οδήγησαν στην χρεοκοπία. Όλα τα φαινόμενα της δημόσιας ζωής τα οποία πυργώνουν την λαϊκή αγανάκτηση, τώρα πλέον προκαλούν αίσθημα απόγνωσης και ασφυξίας, μια παραίτηση άνευ προηγουμένου. Σε τούτο το μελαγχολικό λυκόφως, δεν υπάρχει πλέον ούτε ένας ζωτικός σφαδασμός, ούτε βρόντος ή λυγμός, μονάχα ένα εορταστικό ξέσπασμα, όποτε βρεθεί η κατάλληλη αφορμή.
Στο περιβάλλον αυτό τι νόημα έχει η ψήφος για την Ευρώπη; Θα μπορούσαμε να θέσουμε ως όριο σε αυτή την απόφαση τον αγώνα να μην ευνοήσουμε έναν εχθρό έξω από την Ευρώπη για να επιλύσουμε τις εσωτερικές μας διαμάχες. Τι συμβαίνει όμως όταν αυτοί που θα έπρεπε να είναι οι εγγυητές της ευρωπαϊκής ενότητας, έχουν καταστεί οι εχθροί της; Όσο παράδοξο κι αν ακούγεται, η Ευρώπη σήμερα υπάρχει στον βαθμό που αμφισβητείται ο νομικός της μηχανισμός, στον βαθμό δηλαδή που λαοί, τάσεις, κόμματα πολεμούν την κοινή αποξένωση της οποίας αισθάνονται αντικείμενο. Συνεπώς, δεν πρέπει να λυπηθούμε την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν θέλουμε όντως να σώσουμε την ευρωπαϊκή ιδέα. Δεν υπονοώ μιαν απόσχιση. Η απόσχιση από την Ε.Ε. δεν θα άλλαζε τίποτα στην αλληλεξάρτηση και τις κοινές προκλήσεις που οι χώρες της Ευρώπης αντιμετωπίζουν.
Δεν υπάρχει μια απλή και σίγουρη φόρμουλα για την αναγέννηση και την ευημερία της Ευρώπης. Μπορούμε όμως να τονώσουμε τις λίγες αχτίδες που φέγγουν μέσα στο σκοτάδι. Να αξιολογήσουμε σωστά τις δυνατότητές μας και να τις τεντώσουμε με θάρρος ως τα άκρα. Να αποδεχθούμε την μοίρα μας αλλά και να επιλέξουμε την συνειδητή στάση μας προ αυτής. Κι αυτή η επιλογή είναι η αντίσταση τόσο στην αμερικανική επιθυμία (που θέλοντας να αποτρέψει πάση θυσία την ανάδυση μιας Ευρώπης από τον Ατλαντικό μέχρι το Βλαδιβοστόκ, δεν διστάζει, υποτιμώντας τον κινεζικό κίνδυνο, να διχάσει οριστικά την ήπειρό μας για να οργανώσει έναν παγκόσμιο διπολισμό), όσο και στις υλιστικές ελίτ της Ρωσίας που στρέφονται στην Ασία και στην λογική των αυτοκρατοριών, συμμαχώντας ακόμη και με το Ισλάμ σε μια στρατηγική τρίτου πόλου μεταξύ Δύσης και Κίνας, ελπίζοντας στα αναδυόμενα έθνη που δεν σκοπεύουν πλέον να λυγίσουν στις δυτικές επιταγές. Δεν θα το πετύχουν ούτε οι δυτικές ελίτ ούτε η Ρωσία. Θα συνθλιβούν μαζί, γιατί μόνο μαζί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν μια πορεία ευημερίας και ανεξαρτησίας σε έναν πολυκεντρικό κόσμο που δύο αυτοκρατορίες, οι ΗΠΑ και η Κίνα, θα κατευθύνουν.
Η Ευρώπη κινδυνεύει σήμερα να γίνει και πάλι το πεδίο μάχης όπου επαναλαμβάνεται η αιώνια αντιπαράθεση, που κάποτε περιέγραψε ο Θουκυδίδης, μεταξύ της αναδυόμενης και της κυρίαρχης δύναμης. Κι όμως. Η μοίρα μας ως Ευρωπαίων δεν είναι να παραμείνουμε στο περιθώριο της ζωής, είτε στο ιστορικό προαύλιο είτε σ’ ένα φανατικό μίσος για το παρελθόν μας που μας εκθέτει στον θανατηφόρο μαύρο ήλιο του ανεξέλεγκτου μοντερνισμού. Αν είχαμε προσέξει περισσότερο την ετυμολογία της επανάστασης, θα ξέραμε ότι η λέξη σημαίνει επιστροφή σε ένα σημείο προέλευσης, ορίζει μια κυκλική κίνηση, μια εξέλιξη που επιστρέφει, μια αιώνια επιστροφή της άνοιξης. Το ζήτημα δεν είναι φυσικά να γυρίσουμε πίσω στον χρόνο, σε ένα παρελθόν μουσειακό ή και θρυλικό, για να στήσουμε ξανά τις σκηνές μας εκεί, αλλά να αναβαπτιστούμε στους θησαυρούς της μακραίωνης μνήμης μας. Αλλά αυτό, δυστυχώς ή ευτυχώς, είναι μια προσωπική απόφαση που πάει πολύ πιο πέρα από την ψήφο της 9ης Ιουνίου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου