«Ο Διονύσιος διακρίνει δύο δυνατάς θεολογικάς οδούς: η μία πηγάζει από βεβαιώσεις (θεολογία καταφατική ή θετική) η άλλη πηγάζει από αρνήσεις (θεολογία αποφατική ή αρνητική). Η πρώτη μάς οδηγεί εις την γνώσιν τίνα του Θεού – είναι μία ατελής οδός, η δευτέρα μάς οδηγεί εις την τελείαν άγνοιαν, είναι η τελεία οδός, η μόνη αρμόζουσα έναντι του Θεού φύσει αγνώστου. Πράγματι όλαι αι γνώσεις έχουν ως αντικείμενον το υπάρχον. Ο Θεός όμως ευρίσκεται πέραν αυτού του υπάρχοντος. Διά να τον προσεγγίση τίς θα έπρεπε να αρνηθή ό,τι είναι κατώτερον Αυτού, δηλαδή ό,τι υπάρχει. Εάν βλέποντες τον Θεόν γνωρίζωμεν εκείνο το οποίον βλέπομεν, δεν έχομεν ιδεί Αυτόν τούτον τον Θεόν, αλλά κάτι το νοητόν, κάτι το κατώτερον Αυτού. Διά της αγνωσίας γνωρίζει η Εκκλησία τίς Εκείνον ο Οποίος ευρίσκεται υπεράνω όλων των αντικειμένων των δυνατών γνώσεων. Εκκινών τίς εξ αρνήσεων, ανέρχεται εκ των κατωτέρων βαθμίδων του είναι εις τα ύψη παραμερίζων προοδευτικώς ο,τιδήποτε δύναται να γίνη γνωστόν, ώστε να πλησιάση τον Άγνωστον υπό τον γνόφον της τελείας αγνωσίας. Διότι καθώς το φως – και κυρίως το άπλετον φως – καθιστά τα σκότη αόρατα, ούτως η γνώσις των δημιουργημάτων – και κυρίως η υπερβολική γνώσις – καταργεί την αγνωσίαν, η οποία είναι η μόνη οδός δια να φθάση τίς εις Αυτόν τον ίδιον τον Θεόν».
V. LOSSKY. (21973). Η Μυστική Θεολογία της Ανατολικής Εκκλησίας, μτφρ. Στέλλας Κ. Πλευράκη. Θεσσαλονίκη, σ. 25.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου