Κυριακή 2 Ιουνίου 2024

«Συναξάρι» των Τεμπών

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ

«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά», έλεγε ο Μάνος Χατζηδάκης στα Σχόλια του Τρίτου. Σήμερα, τα 36 Σχόλια του Τρίτου, από το να τα ακούσει κανείς στο Διαδίκτυο μπορεί και να τα διαβάσει σε βιβλίο, στις εκδόσεις Εξάντας, σε δεύτερη έκδοση του 1980. 
Το πρόσωπο του τέρατος όλοι σχεδόν το γνωρίζουμε. Είναι το διεφθαρμένο Κράτος και οι κυβερνήσεις του που εναλλάσσονται ανά τετραετίες, κυβερνήσεις με χρωματισμούς μπλε, πράσινους, κόκκινους, με τις διάφορες αποχρώσεις τους.  Με το πρόσωπο του τέρατος Κράτους μοιάζουν πολλοί, όμως δεν έχουν τα κότσια να το αντιμετωπίσουν και να το κρίνουν. Αλλά πώς να σταθούν απέναντί του αφού το υπηρετούν με πίστη, βολεμένοι καθώς είναι αυτοί και τα τέκνα τους. Πώς να αντιπαρατεθούν σ' αυτό όταν ο βάκιλος της αλλοτρίωσης και του φαίνεσθαι είναι κυρίαρχος έναντι του ποιός είσαι; Την απάντηση στα ερωτήματα ετούτα την έχει δώσει εδώ και είκοσι πέντε αιώνες ο Σωκράτης, όταν παρατήρησε πως ο τρόπος ζωής είναι στραμμένος αποκλειστικά στις απολαύσεις αγνοώντας τις ανθρώπινες αξίες. Δεν χωρά αμφιβολία ότι ο κλονισμός των ανθρώπινων αξιών έχει φέρει τη μαζοποίηση των ανθρώπων, τον «μαζάνθρωπο» κατά Jose Ortega y Gasset.
Η ΜΑΝΑ Μαρία Καρυστιανού και ο ΠΑΤΕΡΑΣ Παύλος Ασλανίδης, την Παρασκευή 31 Μαΐου, βρέθηκαν στο Δημοτικό Θέατρο Μυτιλήνης, προσκεκλημένοι του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου, προκειμένου να παρουσιάσουν τον Σύλλογο Θυμάτων Τεμπών και το πώς αυτός δημιουργήθηκε. Το Δημοτικό Θέατρο ήταν κατάμεστο από πολίτες της Μυτιλήνης. Όπως και ο χώρος έξω από αυτό· με δεκάδες πολίτες συγκινημένους και δακρυσμένους για το έγκλημα των Τεμπών.
Για την παρουσία της κας Καρυστιανού και του κ. Ασλανίδη στη Μυτιλήνη δεν έλειψαν οι παραφωνίες. Μια από αυτές βγήκε στη φόρα, δημοσιεύθηκε σε Μέσο Κοινωνικής Δικτύωσης, Μέσο Κοινωνικής Αφασίας, όπως συχνά χαρακτηρίζω, όσα δίχως περίσκεψη και ήθος δημοσιεύονται σε αυτά. Διαβάζοντάς την κάνεις διαπιστώνει την κομματική φαυλοκρατία που επικρατεί  σ' όλους τους τομείς του δημόσιου χώρου, και έχει την αίσθηση ότι από τον συντάκτη της λείπει η αβρότητα και ο σεβασμός. Η απόσταση, βέβαια, που πήραν οι κομματάνθρωποι οι οποίοι βρίσκονται πίσω από την πολυτελή βιτρίνα του κόμματος όπου ανήκει ο συντάκτης του πολιτικάντικου σχολίου δεν λύνουν το πρόβλημα. Παραφωνία μέσα στην παραφωνία είναι κι αυτοί: λαϊκισμός και πολιτικάντικος λόγος, μέσα σε κλίμα πνευματικής κενότητας. Αντίστοιχες, βέβαια, παραφωνίες είχαν βγει στο φως της δημοσιότητας και για τον άδικο χαμό συμπολιτών μας στην πυρκαγιά στο Μάτι. Τα ίδια είχαν ακουστεί και σε παλαιότερες τραγωδίες - εγκλήματα, που και γι’ αυτά αυτουργός ήταν Κράτος, με τους τότε σοσιαλίζοντες και αριστερίζοντες κυβερνώντες του. Σκέφτομαι: ποιος απ’ όλους τους υπεύθυνους κυβερνώντες, με τους παρατρεχάμενους τους, εδώ και πολλά χρόνια, κάθισε στο σκαμνί για να αποδοθεί δικαιοσύνη;
Το έγκλημα στα Τέμπη είναι γεγονός και τα κριτήριά του είναι τρία, πρώτον, συγκεκριμένη βούληση (αδυναμία του Κράτους να προστατέψει τους πολίτες του), δεύτερον, μέγεθος (μεγάλο, τεράστιο, σκοτώθηκαν και εξαφανίστηκαν 57 άνθρωποι και μάλιστα νέοι) και, τρίτον, συνέπειες τραγικές (σε συνειδήσεις συγγενών και σ’ όσους τουλάχιστον έχει απομείνει φιλότιμο).
Θα κλείσω τις σκέψεις, τον πόνο αλλά και την αγανάκτησή μου με τα λόγια του Γιώργου Σεφέρη, από το Ημερολόγιο Καταστρώματος, καθώς στα «σκοτεινά προχωρούμε», με το φως και την ομορφιά να μας τρομάζουν αντί να μας γλυκαίνουν τη ζωή: «[...] Όμως ο τόπος που τον πελεκούν και που τον καίνε σαν / το πεύκο, και τον βλέπεις / είτε στο σκοτεινό βαγόνι, χωρίς νερό, σπασμένα τζάμια, / νύχτες και νύχτες / είτε στο πυρωμένο πλοίο που θα βουλιάξει καθώς το δεί / χνουν οι στατιστικές, / ετούτα ρίζωσαν μες στο μυαλό και δεν αλλάζουν / ετούτα φύτεψαν εικόνες ίδιες με τα δέντρα εκείνα / που ρίχνουν τα κλωνάρια τους μες στα παρθένα δάση / κι αυτά καρφώνουνται στο χώμα και ξαναφυτρώνουν· / ρίχνουν κλωνάρια και ξαναφυτρώνουν δρασκελώντας / λεύγες και λεύγες· / ένα παρθένο δάσος σκοτωμένων φίλων το μυαλό μας. / Κι α σου μιλώ με παραμύθια και παραβολές / είναι γιατί τ’ ακούς γλυκότερα, κι η φρίκη / δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή / γιατί είναι αμίλητη και προχωράει· / στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο / μνησιπήμων πόνος». ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ. (1998). «Τελευταίος Σταθμός», στο: Ποιήματα. Αθήνα: Ίκαρος, σσ. 214-215.


Σωτήρης Σόρογκας, «Μαύρο άνοιγμα», 1982, ακρυλικό και κάρβουνο σε μουσαμά, τρίπτυχο, 150Χ150 εκ. ΠΗΓΗ: contemporary greek art institute / ινστιτούτο σύγχρονης ελληνικής τέχνης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου