Τετάρτη 28 Αυγούστου 2024

Ταυτοτικό Κράτος του Ισραήλ και Χαμάς

Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗ

Εβραϊκό Κράτος ή Κράτος του Ισραήλ;

Όσοι πιστεύουμε ότι η ίδρυση του κράτους του Ισραήλ (1948), ευθύς μετά το Ολοκαύτωμα, αποτελεί ιστορικό γεγονός μεγάλης ηθικής σημασίας δεν μπορεί παρά να παρακολουθούμε με ανησυχία όσα συμβαίνουν εκεί τον τελευταίο καιρό, και κυρίως μετά την επιστροφή του Νετανιάχου ως πρωθυπουργού με τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 2022, στις οποίες το Λικούντ πήρε 32 έδρες (η Κνέσετ έχει 120) και του πρόσφεραν άλλες τόσες τα θρησκευτικά και ακροδεξιά κόμματα, που συμμάχησαν μαζί του, προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση. Η ανησυχία δεν αφορά την οικονομική πολιτική του ή άλλο τι, μα την ίδια τη δημοκρατική υπόσταση του κράτους του Ισραήλ.
Ο πρώην πρωθυπουργός Εχούντ Μπαράκ δεν διστάζει να χαρακτηρίσει τη σημερινή κυβέρνηση Νετανιάχου φασιστική. Όποιος γνωρίζει τι πιστεύουν, προτείνουν και επιβάλλουν αυτά τα θρησκευτικά, ακροδεξιά κόμματα διά των υπουργών τους στην κυβέρνηση Νετανιάχου δεν θα θεωρήσει υπερβολική την καταγγελία του Μπαράκ. Επί παραδείγματι, ο Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, αρχηγός ενός τέτοιου κόμματος, καταδικασμένος από τη Δικαιοσύνη για υποκίνηση μίσους, υπουργός Εθνικής Ασφάλειας σήμερα, κηρύττει την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης και τον εκτοπισμό όλων των Αράβων πολιτών του Ισραήλ, ενώ ο Μπεζαλέλ Σμότριx, αρχηγός ενός άλλου παρόμοιου κόμματος, υπουργός Οικονομικών τώρα, δεν πιστεύει απλώς στη φυσική ανωτερότητα των Εβραίων έναντι των Αράβων, αλλά υποστηρίζει καθαρά ένα καθεστώς απαρτχάιντ στο Ισραήλ και παρουσιάζει χάρτες του Μεγάλου Ισραήλ, όπου περιλαμβάνεται και η Ιορδανία.
Το ευρύ φάσμα των θρησκευτικών κομμάτων στο Ισραήλ δεν είναι ομοιογενές, συναποτελείται από διάφορα ρεύματα (τους θρησκευτικούς σιωνιστές, τους υπερορθόδοξους Ασκενάζι, τους Σεφαραδίτες παραδοσιολάτρες), που πάντως συγκλίνουν, παρά τις πολλές επιμέρους διαφορές τους, σε ορισμένα κρίσιμα σημεία: ζητούν την εφαρμογή της Χαλάχα, του θρησκευτικού νόμου, πιστεύουν πως δεν υπάρχουν αραβικά εδάφη στην Παλαιστίνη και ότι ανήκει στους Εβραίους κατά θεία κληρονομία, άρα πρέπει να επεκταθούν οι εποικισμοί και να προσαρτηθεί κάποτε και όλη η Δυτική Οχθη, είναι, επιπλέον, όλα τους μισογυνικά, ομοφοβικά και ευθέως ρατσιστικά. Η απήχηση των κομμάτων αυτών στην κοινωνία συνολικά διευρύνεται διαρκώς, ενώ υπερτερούν συντριπτικά στους μετανάστες από τη Ρωσία και την Ουκρανία, που έφτασαν μαζικά στη χώρα μετά το τέλος του κομμουνισμού, και βεβαίως στους εποίκους.
Εμπόδιο στα αντιδημοκρατικά έργα και σχέδια του Νετανιάχου στέκεται η Δικαιοσύνη, με την οποία έχει σοβαρά προσωπικά προβλήματα και ο ίδιος, και ειδικότερα το Ανώτατο Δικαστήριο, γι’ αυτό και αποφάσισε να περικόψει δραστικά τις αρμοδιότητές του. Το θεσμικό αυτό πραξικόπημα δεν έμεινε χωρίς απάντηση. Από την αρχή του έτους είμαστε μάρτυρες τεράστιων διαδηλώσεων, που ανάλογες δεν έχουν ξαναγίνει ποτέ στο Ισραήλ από το 1948 έως σήμερα. Οι άνθρωποι αυτοί δεν κατεβαίνουν στους δρόμους και στις πλατείες για να διαμαρτυρηθούν εναντίον μιας νομοθετικής ρύθμισης, ξέρουν καλά ότι εκείνο που διακυβεύεται είναι η ίδια η δημοκρατική ζωή στη χώρα τους.
Το Ισραήλ καυχάται ότι είναι το μόνο δημοκρατικό κράτος στη Μέση Ανατολή. Πράγματι είναι και μάλιστα υπό την εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη της διαρκούς εμπόλεμης κατάστασης. Είναι, πάντως, κράτος ιδιόμορφο, διαφορετικό από τις φιλελεύθερες δυτικές δημοκρατίες, γιατί αυτοπροσδιορίζεται ως εβραϊκό και δημοκρατικό ταυτόχρονα. Τα θρησκευτικά κόμματα αδιαφορούν εντελώς για τη δημοκρατική ταυτότητα του κράτους και τα ενδιαφέρει αποκλειστικά η εβραϊκή. Ακριβέστερα: επιδιώκουν την όσο γίνεται περαιτέρω ενίσχυση της εβραϊκής ταυτότητας εις βάρος της δημοκρατικής. Το Λικούντ, έχοντας αποβάλει προ πολλού τον φιλελεύθερο χαρακτήρα του και συμμαχώντας με τα κόμματα αυτά –γιατί αλλιώς δεν μπορεί να κυβερνήσει, λόγω της σχεδόν απόλυτης απλής αναλογικής– συντάσσεται και αυτό στη γραμμή της ενίσχυσης της εβραϊκής ταυτότητας του κράτους εις βάρος της δημοκρατικής, που κορυφώθηκε με την ψήφιση από την Κνέσετ, επί πρωθυπουργίας Νετανιάχου πάλι, ενός νέου θεμελιώδους νόμου –το Ισραήλ δεν έχει σύνταγμα–, στις 19 Ιουλίου 2018 (βλ. Samy Cohen, «Israël. Une démocratie fragile», Fayard, 2021) για το Ισραήλ ως έθνος – κράτος του εβραϊκού λαού. Το 20%, όμως, των πολιτών του Ισραήλ δεν είναι Εβραίοι αλλά Αραβες, που είναι αποφασισμένοι να μείνουν εκεί και οι οποίοι δεν μπορούν να αναγνωριστούν στην εβραϊκή ταυτότητα του κράτους, η οποία συγκεκριμενοποιείται με σειρά νόμων που τους θίγουν στην καθημερινή ζωή τους. Ας προσθέσω ότι στη θέση τους θα μείνουν και οι Παλαιστίνιοι της Δυτικής Όχθης, όσο και αν πολλαπλασιάζονται εκεί οι εποικισμοί (700.000 έποικοι ζουν σήμερα στη Δυτική όχθη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, έναντι 250.000 το 1993, τον καιρό των μακαρία τη λήξει συμφωνιών του Όσλο), γεγονός που καθιστά μη πραγματοποιήσιμη σήμερα τη λύση των δύο κρατών.
Η σύγκρουση που διεξάγεται σήμερα στο Ισραήλ είναι ουσιαστικά ανάμεσα σε δύο προτάσεις για το μέλλον της χώρας και της κοινωνίας αυτής. Η μία πρόταση είναι του Νετανιάχου και των συμμάχων του για ένα κράτος θρησκευτικά φονταμενταλιστικό και ταυτοτικό, για ένα εβραϊκό κράτος όπου δεν έχει θέση κανείς άλλος εκτός από τους Εβραίους, ενώ η άλλη είναι για ένα κράτος ουδετερόθρησκο και καθολικό, για ένα κράτος του Ισραήλ, όπου θα μπορούν να ζουν και να αναπνέουν όλοι οι πολίτες του, ανεξαρτήτως εθνότητας και θρησκείας. Η πρώτη πρόταση αυτή τη στιγμή προχωράει επιθετικά και κερδίζει διαρκώς έδαφος, ενώ η δεύτερη αμύνεται. Θέλω να ελπίζω –αφελώς ίσως– ότι ο αγώνας δεν έχει κριθεί οριστικά. Η πρώτη πρόταση, ακραία εθνικιστική, δεν απειλεί μόνο τη δημοκρατία στο Ισραήλ, αλλά και κάθε προοπτική ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή.



Το αγόρι από τον Λίβανο, με το «όπλο» στο χέρι, συμμετέχει σε διαδήλωση υπέρ των Παλαιστινίων. Η κορδέλα, στο κεφάλι του, γράφει «Χαμάς». [A.P. Photo / Hassan Ammar].

Φονικό, τύφλωση και αδιέξοδο

Την Κυριακή, 8 Οκτωβρίου 2023, δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα αυτή –είχε σταλεί δέκα μέρες νωρίτερα– το κείμενό μου «Εβραϊκό κράτος ή κράτος του Ισραήλ;», επικριτικό για την ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου, που η πολιτική της συνιστά, έγραφα, απειλή για τη δημοκρατία στο κράτος του Ισραήλ αλλά και για την ειρήνη στην περιοχή. Την προηγούμενη ακριβώς της δημοσίευσης, λίγο πριν από την αυγή, εκδηλώθηκε η επίθεση της Χαμάς, ημέρα Σάββατο, κατά τη χαρμόσυνη εορτή της Σιμχάτ Τορά, πενήντα χρόνια ακριβώς μετά την έναρξη του πολέμου του Κιπούρ (6 Οκτωβρίου 1973) – η μέρα ήταν διαλεγμένη. Θα ευχόμουν να ήταν πρακτικά δυνατό να δημοσίευα τη μέρα εκείνη ένα κείμενο υπεράσπισης του Ισραήλ και όχι ένα κείμενο επίκρισης της κυβέρνησής του, από το οποίο πάντως δεν αλλάζω ούτε κεραία. Επιμύθιο σε αυτή τη μικρή δημοσιογραφική ιστορία: επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά ότι τίποτε στην περιοχή αυτή δεν είναι σταθερό, όλα είναι ευμετάβολα και απρόβλεπτα. Η Μέση Ανατολή δεν ησυχάζει. Τη μια μέρα γράφεις κάτι και την άλλη μέρα ανατρέπεται. Τα επιρρήματα «ποτέ» και «πάντα» έχουν πολύ μικρότερη σημασία εκεί από ό,τι γενικώς στα ανθρώπινα.
Όσα εξελίσσονται έκτοτε στην περιοχή μού επιβάλλουν να επανέλθω (γράφω το βράδυ της 29ης Οκτωβρίου 2023 και ενώ έχει ήδη ξεκινήσει η χερσαία επίθεση του Ισραήλ). Δεν θα συζητήσω τα πολεμικά γεγονότα ή τις διπλωματικές ενέργειες, που αλλάζουν άλλωστε από ώρα σε ώρα. Θα σταθώ στο ίδιο το πρόβλημα, που χρονίζει άλυτο και αποτελεί την πηγή όσων συμβαίνουν σήμερα – και θα συμβούν και αύριο, ξανά και ξανά. Το πρόβλημα έχει δύο πτυχές: δίκαιη λύση του Παλαιστινιακού και σταθερή ασφάλεια του κράτους του Ισραήλ· οι δύο αυτές πτυχές είναι απολύτως αλληλένδετες. Θα αρχίσω από τη Χαμάς, που η αποτρόπαιη ενέργειά της πυροδότησε την τελευταία κρίση. Το τρομοκρατικό χτύπημα της Χαμάς της 7ης Οκτωβρίου εναντίον αμάχων είναι απολύτως δίχως προηγούμενο στην ιστορία του κράτους του Ισραήλ. Η ημερομηνία αυτή θα μείνει στη συλλογική μνήμη του εβραϊσμού δίπλα σε πολλές άλλες αποφράδες μέρες διωγμού, και είναι ασφαλώς η πιο μαύρη μέρα φονικού αντιεβραϊκού μίσους μετά το Ολοκαύτωμα.

Η Αριστερά

Πέρα από τη συζήτηση αν η Χαμάς είναι ή δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση, εκείνο που κυρίως έχει σημασία για το πρόβλημα που συζητάμε εδώ είναι ότι η Χαμάς δεν θέλει λύση του, θέλει μόνο τον αφανισμό του Ισραήλ. Δεν μπορώ να μην προσθέσω ότι ακούω με μεγάλη έκπληξη ανθρώπους της ελληνικής (ΚΚΕ, ΜέΡΑ25) και της διεθνούς Αριστεράς να υπερασπίζονται ουσιαστικά τη Χαμάς και να υπερθεματίζουν ταυτόχρονα υπέρ της λύσης των δύο κρατών, χωρίς να αντιλαμβάνονται την αντίφασή τους, αφού η Χαμάς είναι φανατικά αντίθετη στη λύση αυτή και σε κάθε άλλη. Η Χαμάς δηλώνει επίσημα ότι θέλει τον αφανισμό των Εβραίων και τη δημιουργία ενός και μόνο αραβικού ισλαμιστικού κράτους. Δεν μπορώ να μην παρατηρήσω επιπλέον ότι στον λόγο τους ζει και βασιλεύει ο αιωνόβιος αντισημιτισμός, που σήμερα φοράει τη λεοντή του αντισιωνισμού και της υπεράσπισης των καταπιεσμένων λαών. Δεν είναι, φευ, μόνο σε αυτά τα περιβάλλοντα όπου διαπιστώνουμε πόσο δυσεκρίζωτος είναι ο αντισημιτισμός από τα μυαλά και τις ψυχές των ανθρώπων, ό,τι και αν λένε τα χείλη τους.
Από την άλλη, το Ισραήλ, με όλες τις κυβερνήσεις του μετά το 2000 έως τη σημερινή Ακροδεξιά του Νετανιάχου, ακολουθεί τη γραμμή της διατήρησης του παλαιστινιακού ζητήματος σε χαμηλή ένταση, ώστε να συνεχίζει τους εποικισμούς στη Δυτική Όχθη και να διευρύνει ένα καθεστώς απαρτχάιντ στο εσωτερικό. Παράλληλα προσπαθεί να αναδιαμορφώσει τον γεωπολιτικό χάρτη της Μέσης Ανατολής μέσω της συνάψεως οικονομικών συμμαχιών με αραβικά κράτη. Με άλλα λόγια, ούτε το Ισραήλ θέλει λύση. Αφήνω στην άκρη την Παλαιστινιακή Αρχή, που βρίσκεται σε παρατεταμένη χειμερία νάρκη, αφερέγγυα και υπό έλεγχο.
Η Χαμάς επιχείρησε την εγκληματική ενέργεια της 7ης Οκτωβρίου για να αναγκάσει το Ισραήλ να κάνει αυτό που είναι υποχρεωμένο να κάνει και παρακολουθούμε καθημερινά στις οθόνες – ποιο κράτος θα έπραττε διαφορετικά; Αποτέλεσμα: η τρομοκρατική επίθεση της Χαμάς διέκοψε επ’ αόριστον την πορεία εξομάλυνσης των σχέσεων του Ισραήλ με τη Σαουδική Αραβία και ακύρωσε κάθε απόπειρα επίλυσης της κρίσης στη Μέση Ανατολή που θέλει να παρακάμπτει το παλαιστινιακό ζήτημα. Η πολιτική ασφάλειας που πρότεινε στην ισραηλινή κοινωνία ο Νετανιάχου, ο «κύριος Ασφάλεια», κατέρρευσε, η Ακροδεξιά αποδείχτηκε ανίκανη να εγγυηθεί την ασφάλεια του Ισραήλ. Επιπλέον, κάθε μέρα που περνάει το Ισραήλ χάνει όλο και περισσότερο τη διεθνή κοινή γνώμη (δεν μιλώ για την κοινή γνώμη των μουσουλμανικών κοινωνιών, που είναι εκ των προτέρων χαμένη). Ό,τι και αν πετύχει το Ισραήλ στρατιωτικά, ακόμη και αν ισοπεδώσει όλη τη Γάζα, δεν θα οδηγήσει πουθενά. Η λύση, αν υπάρχει, είναι πολιτική. Η επίθεση της Χαμάς επανέφερε με άγριο τρόπο το παλαιστινιακό στο προσκήνιο και έδωσε νέα τροπή σε αυτό που πάντα ξέραμε, ότι δηλαδή καμία ειρήνη στην περιοχή δεν είναι εφικτή χωρίς δίκαιη λύση του Παλαιστινιακού. Δύο είναι οι κύριες προτάσεις για τη λύση του: δύο χωριστά κράτη ή ένα με δύο εθνότητες. Και οι δύο λύσεις είναι σήμερα αδύνατες. Στη Δυτική Οχθη και στην Ανατολική Ιερουσαλήμ ζουν 700.000 έποικοι. Τι θα κάνει το Ισραήλ με όλους αυτούς, φανατικούς και ένοπλους, που το ίδιο εγκατέστησε εκεί; Και πώς θα ζήσουν μαζί –στην προοπτική της άλλης λύσης, του ενός κράτους με δύο έθνη– άνθρωποι που τους χωρίζει το αίμα, όχι γενικά και αόριστα, αλλά το αίμα του παιδιού τους, του πατέρα τους, της μάνας τους;
Όλα τα σχέδια λύσης είναι σήμερα κάστρα πάνω στην άμμο. Οι Παλαιστίνιοι, από τη μια, απορρίπτοντας ή υπονομεύοντας κάθε λύση και προβάλλοντας μαξιμαλιστικές αξιώσεις, και το Ισραήλ, από την άλλη, που, τυφλωμένο από την αλαζονεία της δύναμης, δεν αντιλαμβάνεται ότι η κύρια ασπίδα προστασίας του είναι ένα ανεξάρτητο και ελεύθερο παλαιστινιακό κράτος στα σύνορά του, έχουν οδηγήσει τα πράγματα σε πλήρες αδιέξοδο.
Με όσα γράφω εδώ, μπορεί κάποιος να θεωρήσει ότι τηρώ τη βολική στάση των ίσων αποστάσεων. Διόλου, απλώς απελπίζομαι, γιατί, όσο μπορώ να κρίνω, δεν βλέπω στον ορίζοντα τίποτε ελπιδοφόρο, αλλά μοναχά αδιέξοδο, (αυτο)καταστροφική τύφλωση και χυμένο αίμα αθώων. Δεν είναι η πρώτη φορά στην Ιστορία ούτε θα είναι η τελευταία. Ταιριάζει να κλείσω με το πολύ γνωστό ευφυολόγημα του Κόνραντ Αντενάουερ: «Ιστορία είναι το σύνολο όσων θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί».


ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Και τα δύο άρθρα στο: ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΟΥΜΠΟΥΛΑΚΗΣ. (2024). 800 μετ’ εμποδίων. Μικρά δοκίμια. Αθήνα: Πόλις, σσ. 209-217.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου