«Στο ιδεολογικό φάσμα ένας πολιτικός καταλαμβάνει ορισμένη θέση γιατί όλες οι υπόλοιπες είναι κατειλημμένες, και είναι πρόθυμος, αν το κρίνει συμφέρον, να εγκαταλείψει τη θέση που κατέλαβε αρχικά, αν κενωθεί κάποια άλλη. Μονάχα σ’ αυτήν την προοπτική μπορεί να εξηγηθεί ικανοποιητικά το χαρακτηριστικό, για τη νεοελληνική πολιτική, φαινόμενο της συνεχούς μετατόπισης πολιτικών σε διάφορες θέσεις του παραπάνω φάσματος. Πολύ λιγότερο μετατοπίσθηκε η συγκεκριμένη πολιτική πράξη, δηλαδή η άσκηση της πολιτικής ως πελατειακής σχέσης. Η διόγκωση του κρατικού μηχανισμού για σκοπούς κομματικού οφέλους υπήρξε εξίσου έργο των “δεξιών” όσο και των “φιλελεύθερων” ή “δημοκρατικών” κομμάτων, όλα τα ελληνικά κόμματα υπήρξαν δηλαδή, μ’ αυτήν την πολύ χειροπιαστή έννοια, κόμματα κρατιστικά, ανεξάρτητα απ’ το πώς αντιμετώπιζαν το κράτος στο επίπεδο των προγραμματικών τους αρχών».
«Οι κοινωνικές ανακατατάξεις των τελευταίων δεκαετιών γενικά ενίσχυσαν τον χαρακτήρα της χώρας μικροϊδιοκτητών και μικροαστών. Όμως η ενίσχυση αυτή συντελέσθηκε στη βάση ολότελα νέων καταναλωτικών συνηθειών, οι οποίες δεν καλύπτονταν από το υφιστάμενο παραγωγικό δυναμικό. Ακριβώς επειδή η ευημερία ήταν, με την ουσιαστική αυτήν έννοια, επισφαλής, το πελατειακό σύστημα επιτάθηκε αντί να συρρικνωθεί σε κοινωνικό επίπεδο. Ήτοι: ο ψηφοφόρος έδινε τώρα την ψήφο του προσδοκώντας πρωταρχικά από μια κομματική παράταξη ότι θα του διασφάλιζε το καταναλωτικό του επίπεδο ή και θα του το ανέβαζε βραχυπρόθεσμα, αδιάφορο με ποια οικονομικά μέσα».
«Στις συνθήκες της διαμορφούμενης εγχώριας (εξαμβλωματικής) μαζικής δημοκρατίας δεν αρκούσε πια ο διορισμός των “ημετέρων”, των οποίων η ανέχεια τους έκανε να αισθάνονται ευγνωμοσύνη για την εύνοια. Εκτός από τον διορισμό, εκτός από τη δανειοδότηση, εκτός από τη μεσολάβηση, το πελατειακό παιχνίδι έπρεπε τώρα να παιχθεί σε επίπεδο όχι μόνο “κλάδων”, αλλά και “μαζών”, στο επίπεδο ψευδιϊδεολογικής δημαγωγίας με την αρωγή των νεοφανών μέσων ενημέρωσης. Ο λαϊκισμός, ο οποίος ενδημεί σε κάθε σύγχρονη μαζική δημοκρατία, συγχωνεύτηκε με τα πατροπαράδοτα κοινωνικά και ψυχολογικά γνωρίσματα του επιχώριου πελατειακού συστήματος, και έτσι προέκυψε μια κατάσταση, στην οποία η δημαγωγία ήταν αναπόδραστη γιατί την επιθυμούσαν ακριβώς εκείνοι προς τους οποίους απευθυνόταν, πιστεύοντας ότι, αν την πάρουν στην ονομαστική της αξία, θα μπορέσουν να τη χρησιμοποιήσουν ως γραμμάτιο προς εξόφληση. Καθώς οι πελατειακές ανάγκες έπρεπε τώρα να ικανοποιηθούν σε καταναλωτικό επίπεδο ανώτερο απ’ τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, η συγκεκριμένη λειτουργία του ελληνικού πολιτικού συστήματος, η οποία, όπως είδαμε, ήταν εξαρχής αντιοικονομική, κατάντησε να αποτελέσει το βασικό εμπόδιο στην εθνική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη – κάτι παραπάνω μάλιστα: έγινε ο αγωγός της εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα τη δική της διαιώνιση, δηλαδή τη δυνατότητά της να προβαίνει σε υλικές παροχές παίρνοντας παροχές ψήφου».
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΟΝΔΥΛΗΣ. (2011). Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας. Η καχεξία του αστικού στοιχείου στη νεοελληνική κοινωνία και ιδεολογία. Αθήνα: Θεμέλιο, σσ. 30, 60, 61-62.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου