Παρασκευή 31 Αυγούστου 2018

Άγιος Γρηγόριος Νύσσης· Μετανάστες και πρόσφυγες: ας όψονται η συμφορά και η ανάγκη

«Ήρθαν έτσι τα πράγματα, ώστε γύρω μας να αφθονούν οι γυμνοί και οι άστεγοι. Είναι πάμπολλοι οι πρόσφυγες που χτυπούν τις πόρτες μας. Πάμπολλοι είναι οι ξένοι και οι μετανάστες. Όπου κι αν κοιτάξεις, θα δεις χέρια απλωμένα σε ζητιανιά. Για σπίτι έχουν το ύπαιθρο. Κατάλυμα βρίσκουν στις στοές, τις παρόδους και τα ερημικότερα σημεία της αγοράς. Φωλιάζουν σε τρύπες όπως οι νυχτοκόρακες και οι κουκουβάγιες. Το ρούχο τους είναι διάτρητα κουρέλια. Για χωράφι έχουν τη διάθεση όσων δίνουν ελεημοσύνη. Για τροφή, ότι τύχει. Πίνουν νερό από τις κρήνες όπως τα ζώα, και για ποτήρια έχουν τις χούφτες τους. Για αποθήκη έχουν την κοιλιά τους, όσο μπορεί αυτή να συγκρατήσει ότι μπαίνει μέσα. Τραπέζι τους είναι τα γόνατά τους διπλωμένα. Κρεβάτι, το έδαφος. Μπάνιο, κάποιος ποταμός ή λίμνη, όπως τα έχει προσφέρει ακατέργαστα και κοινά σε όλους ο Θεός. Η ζωή τους είναι πλέον γεμάτη μετακινήσεις και αγριάδα, όμως δεν ήταν έτσι εξαρχής. Ας όψονται η συμφορά και η ανάγκη».


ΘΑΝΑΣΗΣ ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ. (2004). Ο Θεός μου ο αλλοδαπός. Κείμενα για μιαν αλήθεια που είναι του δρόμου. Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 43-44.

Πέμπτη 30 Αυγούστου 2018

Ο χρόνος όλα τα έχει καρπωθεί

«Θυμάσαι τη μικρή κανάτα του κρασιού 
ζωγραφισμένη με ανθάκια μπλε στεφάνι 
στο οινοχόο χείλος της; 
- από την Αλσατία μού την πήρες ανόρεχτος 
τι τη θες εμείς δεν πίνουμε ποτέ 
που ξέρεις, επέμεινα, κάποτε ίσως χρειαστεί 
θολά να γνωριστούμε. 

Έσπασε το χεράκι της άνευ λόγου εκτός 
από ένα ράγισμα βαθύ που είχε η αφή μου. 

Τώρα από το χέρι το δικό σου την κρατώ 
με το δικό σου χέρι στέρεα την κρατά 
και οίνον τη γεμίζει θολωμένη 
η αλκοολική εφεύρεσή μου»

ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ. (2002). «Όλο μαζί τίποτα δε χάνεται», στο: Ήχος απομακρύνσεων. Αθήνα: Ίκαρος, σ. 47.

Τετάρτη 29 Αυγούστου 2018

Homo homini lupus est: Ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ 

Ένας πολιτισμός αδυναμίας και γύμνιας πνευματικής είναι πολιτισμός που συχνά φέρνει στο προσκήνιο τη βαρβαρότητα. Τέτοιος είναι ο σημερινός πολιτισμός μας. Πολιτισμός ζούγκλας και η ζωή, ζωή άγριων θηρίων. Βιώνουμε χρόνια τώρα το αδιέξοδο ως παρατεταμένη πνευματική αφασία. Στα γνωστά Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, τα εκατοντάδες σχόλια αναγνωστών για ένα κείμενο που αφορά στο ξωκλήσι της Παναγιάς της Γαλατούσας στο Κάτω Κάστρο Μυτιλήνης, γράφονται οι πιο απίθανες απόψεις, γεγονός που, αυτομάτως, μετατρέπει τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης σε Μέσα Κοινωνικής Αφασίας. Η υποκρισία και η αγραμματοσύνη, στην κυριολεξία,  δεν έχουν προηγούμενο· εγκαθιδρύουν την «απόλυτη μοναρχία της νοημοσύνης στη ζωή του πνεύματος», καταπώς γράφει ο Άλαν Φινκελκρότ, ένας από τους πιο σημαντικούς σύγχρονους Γάλλους φιλοσόφους και διανοητές. 
Μέσα σ’ ένα κόσμο γενικευμένης κρίσης αξιών, η οποία αδυνατώ να γνωρίζω πόσο ακόμα θα κρατήσει – υποψιάζομαι πως θα είναι παρατεταμένη – οι λογής - λογής σχολιαστές, έναντι έγκυρων θέσεων και απόψεων, που δεν χωρά αμφιβολία ότι διακονούν την έρευνα και την επιστημονική αλήθεια, όλο και περισσότερο ξεφυτρώνουν σαν τα μανιτάρια, υπηρετώντας μια γενικευμένη νοητική λειτουργία, που στη γλώσσα της θεολογίας, για να ομιλήσω θεολογικά, πέρα για πέρα είναι απάνθρωπη κι όχι φιλάνθρωπη, και σαν «φαιά πανούκλα» μέρα με τη μέρα εξαπλώνεται, παίρνοντας επιδημικές διαστάσεις. Όπως το λέγει κι ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: ο διάβολος που απάτησε τον άνθρωπο και με αυτόν τον τρόπο οδηγεί τη φύση του σε μερισμό, δηλαδή σε διαχωρισμό από το Θεό, που σ η μ α ί ν ε ι -ο απατήσας διάβολος «και την φύσιν κατά τον τρόπον τούτον μερίσας, κατένεμεν εις πολλάς δόξας και φαντασίας»
Το τι μπορεί να διαβάσουν ανθρώπων μάτια σε σχόλια αναγνωστών των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, για ζητήματα που σχετίζονται με τον εκκλησιαστικό και θεολογικό χώρο, δεν μπορεί να περιγραφεί με σαφήνεια. Είναι μυριάδες τα εκκλησιαστικά και θεολογικά αλαμπουρνέζικα σχόλια ή, κατά Φώτη Κόντογλου «λαμπαφούρες»! Και η διαπίστωση άκρως θλιβερή: από αυτούς τους σχολιαστές λείπει η αγία αγάπη, υψίστη αρετή της χριστιανικής διδασκαλίας. Στους όψιμους υποστηρικτές ιερών προσώπων της πίστης μας θα σύστηνα το εξής: πριν πιάσουν το πληκτρολόγιο τού ηλεκτρονικού υπολογιστή τους και αρχίσουν να γράφουν τα εκκλησιαστικά και θεολογικά αλαμπουρνέζικά τους, να μπουν στον κόπο και να διαβάσουν κανένα κείμενο, που με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αποτυπώνει τη σχέση του ανθρώπου είτε με το Θεό, είτε με την Παναγιά, είτε με τους Αγίους. Στην προκειμένη περίπτωση λυτρωτικά για δαύτους θα μπορούσε να λειτουργήσει το παρακάτω κείμενο του Ντοστογιέφσκι από τους Αδελφούς Καραμάζοβ: «Η ομορφιά είναι κάτι τρομερό και φοβερό! Είναι τρομερή γιατί είναι ακαθόριστη και δεν μπορείς να την καθορίσεις γιατί ο Θεός μονάχα αινίγματα μας έθεσε. Εδώ σμίγουν τα πιο απόμακρα ακρογιάλια, εδώ ζουν όλες μαζί οι αντιφάσεις. Εγώ, αδελφέ μου, είμαι πολύ αμόρφωτος μα τούτο το σκέφτηκα πολύ. Τα μυστήρια είναι πάρα πολλά. Πάρα πολλά αινίγματα βασανίζουν τον άνθρωπο σε τούτη τη γη. Βρες τη λύση όπως μπορείς και κοίτα να ξελασπώσεις όπως – όπως. Η ομορφιά! Δεν μπορώ να το υποφέρω πως μερικοί, πολλές φορές μάλιστα μεγαλόκαρδοι και μυαλωμένοι, πούχουν στην αρχή για ιδανικό τους τη Μαντόνα και καταλήγουν νάχουν για ιδανικό τους τα Σόδομα. Πιο φοβεροί ακόμα είναι κείνοι που, έχοντας πια για ιδανικό τους τα Σόδομα, δεν απαρνιούνται και το ιδανικό της Μαντόνας κι η καρδιά τους φλογίζεται για χάρη της και, στ’ αλήθεια, στ’ αλήθεια, φλογίζεται όπως και στα εφηβικά, αγνά τους χρόνια. Ναι, πραγματικά, ο άνθρωπος χωράει πολλές αντιφάσεις μέσα του· αν ήταν στο χέρι μου θα τον περιόριζα κάπως. Ένας διάολος ξέρει τι συμβαίνει. Αυτό είναι! Αυτό που ο νους το θεωρεί ντροπή, στην καρδιά φαντάζει σαν καθαρή ομορφιά. Στα Σόδομα να βρίσκεται άραγε η ομορφιά; Νάσαι βέβαιος πως για τη μεγάλη πλειονότητα των ανθρώπων, στα Σόδομα ακριβώς είναι θρονιασμένη. Τόξερες αυτό το μυστικό ή όχι; Το τρομερό είναι που η ομορφιά είναι όχι μονάχα φοβερή μα και μυστηριώδης. Είναι ο διάολος που παλεύει με το Θεό και το πεδίο της μάχης είναι οι καρδιές των ανθρώπων»

Ο αναγνώστης ας συμβουλευτεί και τους παρακάτω ηλεκτρονικούς συνδέσμους:

Τρίτη 28 Αυγούστου 2018

Επική η δέηση προς τη Μεγαλόχαρη και προς τον Κύριο

«Στον πόλεμο Οδηγήτρα Εσύ, μεσίτρα στην ειρήνη, 
Υπέρμαχη Στρατήγισσα, σ’ Εσέ τα νικητήρια!» 

«Το τριπλό σκιάχτρο, έσβυσε, αχνός. Μα η αμαρτία, λιθάρι. 
Παρακαλώ σε, Παναγιά, βαθύς ο πόνος μου είναι, 
λιμάνι εσύ του αμαρτωλού χαρά ο κόσμος υπάρχεις, 
έλεος, Κυρά, και σβύσε μου τη φλόγα της βλαστήμιας. 
Ο Πειρασμός με πείραξε, με ανέβασε του ψήλου, 
και μούδειξε από τις κορφές τις βασιλείες του κόσμου, 
και μ’ όλα τους τα κρίματα και με τα τέρατα όλα, 
και δεν τα σφράγισα τ’ αυτιά, δεν τάκλεισα τα μάτια, 
κ’ έγειν’ αντίλογος εγώ στου πειρασμού το λόγο. 
Ήμαρτον, Κύριε! Ας γενή κατά το θέλημά σου»

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ. (1989). Η Φλογέρα του Βασιλιά, Φιλολογική Επιμέλεια Κ. Γ. Σαχίνης. Αθήνα: Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, σσ. 145, 176.

Δευτέρα 27 Αυγούστου 2018

Καλές σπουδές στα παιδιά μας... αλλά προσοχή...

«Μόνο ο μαθητής που είχε την ικανότητα να αντέξει τα χρόνια μελέτης, την ανοησία των δασκάλων του, το ένστικτο της αγέλης και το μιμητικό πνεύμα των συμμαθητών του θα είναι ικανός να αντέξει τριάντα χρόνια ζωής σε επιχείρηση, την ξύλινη γλώσσα της και τα επαναλαμβανόμενα καθήκοντα! Γιατί είναι αυτό που περιμένουν από σας, από τη στιγμή που τα περισσότερα επαγγέλματα δεν απαιτούν πλέον ανώτερο επίπεδο τεχνικής ή επαγγελματικής εκπαίδευσης. Πρόκειται κυρίως για επαγγέλματα ρουτίνας, που απαιτούν ελάχιστη πρωτοβουλία και επινοητική σκέψη, ώστε οποιοσδήποτε έχει ολοκληρώσει τις κατάλληλες σπουδές βρίσκεται μεμιάς να διαθέτει περισσότερα τυπικά προσόντα σε σχέση με τις περισσότερες διαθέσιμες θέσεις. Αρκεί, λοιπόν, να είναι κανείς μέτριος».


Corinne Maier. (2005). Καλημέρα τεμπελιά. Το εγχειρίδιο του λουφαδόρου, μτφρ. Γιώργος Καλαμάντης. Αθήνα: Α. Α. Λιβάνης, σ. 74.

Παρασκευή 24 Αυγούστου 2018

Ενάντια στην τυραννία του ηθικισμού και της ηθικολογίας

Του ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑ 

Ο δημοσιογραφικός λόγος, γραπτός και προφορικός, οφείλει να είναι καίριος και πάνω απ’ όλα αληθινός, ελεύθερος. Αναρωτιέμαι γιατί ουκ ολίγοι, στο όνομα μιας κάλπικης φιλοπατρίας και μιας επίσης κάλπικης, υποτιθέμενης αγάπης για τη θρησκευτικής τους πίστη, φωνασκούν όταν διαβάζουν κείμενα και βλέπουν εικόνες ιερών προσώπων του Χριστιανισμού, για τις οποίες χρησιμοποιούνται λέξεις που σοκάρουν τα «χρηστά ήθη» τους; Πριν πούμε την άποψή μας ή, το κυριότερο πριν γράψουμε κάτι για να το δημοσιοποιήσουμε, μήπως οφείλουμε πρώτα να το σκεφτόμαστε καλά; 
Θα μου πείτε οι προκλήσεις του καιρού μας είναι πολλές. Γι’ αυτό ζει και βασιλεύει ο θάνατος της ιδιοτέλειας και του εγωκεντρισμού. Ωστόσο, η συνύπαρξη με συνανθρώπους μας που είναι διαφορετικοί, είναι οι Άλλοι και οι Άλλες, μπορεί να είναι εφικτή, φτάνει να είμαστε σε θέση να αποδεχθούμε τη διαφορετικότητά τους, να αναρωτηθούμε «τι θα γινόταν αν ήμουν αυτή; Ή αυτός; Ή αυτοί;» «Ας μπούμε λίγο στα παπούτσια του διπλανού μας, ακόμα και μέσα στο δέρμα του, όχι για να διασχίσουμε το ποτάμι ή να “ξαναγεννηθούμε”, αλλά μόνο για να καταλάβουμε και να αισθανθούμε τι υπάρχει εκεί κάτω. Τι υπάρχει πέρα από το ποτάμι; Τι έχουν στο μυαλό τους; Τι αισθάνονται εκεί πέρα; Και πως φαινόμαστε εμείς από εκεί;», καταπώς γράφει ο Αμός Οζ στο τελευταίο βιβλίο του Αγαπητοί ζηλωτές
Πως άραγε αισθάνονταν οι πόρνες που ζούσαν στο Κάτω Κάστρο της Μυτιλήνης την εποχή του Μεσοπολέμου; Γιατί, άραγε, προσκυνούσαν την εικόνα της Παναγιάς της Γαλατούσας που βρίσκονταν εκεί; Γιατί οι κάτοικοι της Μυτιλήνης τις θεωρούσαν μιαρές και γιατί ενόμιζαν πως διέπρατταν ιεροσυλία; Πόσο μακρύ και βαθύ, πράγματι, ήταν το ποτάμι που χώριζε τους δύο αυτούς κόσμους, τον «μιαρό και βέβηλο» από τη μια μεριά και τον «καθώς πρέπει», τον «καθαρό» από την άλλη; Τολμήσαμε ποτέ το εξής απλό: να στήσουμε μια γέφυρα συνύπαρξης και αποδοχής με τον Άλλο, την Άλλη; Μάλλον κάτι τέτοιο φαίνεται ανεκπλήρωτο όνειρο. Κι όμως ο Χριστός είπε: «οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του Θεού». Κι όμως η αγκαλιά της Μάνας Παναγιάς ήταν ανοικτή και για τις πόρνες του Κάτω Κάστρου. 
Ας μη μας σοκάρουν, λοιπόν, οι λέξεις που η δημοσιογραφική πέννα κατέγραψε για την Παναγιά τη Γαλατούσα στο Κάτω Κάστρο. Ήταν λέξεις που τις έλεγαν "οι απόξω". Με τον απαιτούμενο σεβασμό στο Πρόσωπό της, ο δημοσιογραφικός λόγος απέδωσε την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής του Μεσοπολέμου στη Μυτιλήνη, εποχή πολλών πολιτικοκοινωνικών, οικονομικών και πολιτισμικών αλλαγών, λόγω της τραγικής Μικρασιατικής Καταστροφής, και των εκατοντάδων προσφύγων που κατέφτασαν τότε σε αυτή. Μόνο που η πραγματικότητα αυτή είχε και την εκκλησιαστική της διάσταση – φιλάνθρωπη η Παναγιά Γαλατούσα, ας μη το ξεχνάμε αυτό - αθέατη στα μάτια πολλών, τότε και σήμερα. 
Και για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, καλοπροαίρετα συστήνω στους φωνασκούντες χριστιανούς, με τη δέουσα προσοχή να διαβάσουν το παρακάτω κείμενο του Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου. Ελπίζω να μην σοκαριστούν από λέξεις και όρους, που θέλω να πιστεύω ότι καταλαβαίνουν. 

«Μέλη Χριστοῦ γινόμεθα, μέλη Χριστὸς ἡμῶν δέ, 
καὶ χεὶρ Χριστὸς καὶ ποῦς Χριστὸς ἐμοῦ τοῦ παναθλίου, 
καὶ χεὶρ Χριστοῦ καὶ ποῦς Χριστοῦ ὁ ἄθλιος ἐγὼ δέ. 
Κινῶ τὴν χεῖρα, καὶ Χριστὸς ἡ χεὶρ μου ἔστιν. 
Ἀμέριστον γὰρ νόει μοι θεότητα τὴν θείαν! 
Κινῶ τὸν πόδα καί, ἰδού, ἀστράπτει ὡς ἐκεῖνος˙ 
μή εἴπῃς, ὅτι βλασφημῶ, ἀλλ᾿ ἀπόδεξαι ταῦτα 
καὶ τῷ Χριστῷ προσκύνησον τοιοῦτόν σε ποιοῦντι! 
Εἰ γάρ καὶ σὺ θελήσειας, μέλος αὐτοῦ γενήσῃ, 
καὶ οὕτω μέλη ἅπαντα ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου 
μέλη Χριστοῦ γενήσονται, καὶ Χριστὸς ἡμῶν μέλη, 
καὶ πάντα τὰ ἀσχήμονα εὐσχήμονα ποιήσει 
κάλλει θεότητος αὐτὰ κατακοσμῶν καὶ δόξῃ, 
καὶ γενησόμεθα ὁμοῦ θεοὶ Θεῷ συνόντες, 
ἀσχημοσύνην σώματος ὅλως μὴ καθορῶντες, 
ἀλλ᾿ ὅλοι ὅλῳ σώματι Χριστῷ ὁμοιωθέντες, 
καὶ μέλος ἕκαστον ἡμῶν ὅλος Χριστὸς ὑπάρξει. 
Εἰς γάρ πολλὰ γινόμενος εἷς ἀμέριστος μένει, 
μερὶς ἑκάστῃ δέ αὐτός ὅλος Χριστός ὑπάρχει˙ 
πάντως οὖν οὕτως ἔγνωκας Χριστὸν καὶ δάκτυλόν μου 
καὶ βάλανον – οὐκ ἔφριξας, ἤ σὺ καὶ ἐπῃσχύνθης;»

Πέμπτη 23 Αυγούστου 2018

Tι κατευθύνει την εποχή μας; H μυθολογικο-τεχνικολογική ηγεμονία

«Η τέταρτη εξουσία, που έχει ήδη ανοίξει το χωρο-χρόνο της δεσποτείας της – πολύπτυχη φιγούρα, παραστατική και κυρίως μη παραστατική -, δεν είναι άλλη από την πολύμορφη Τεχνική (με ταυ κεφαλαίο). Το κρυμμένο κέντρο – κρυμμένο παρ’ όλα τα θεαματικότατα επιτεύγματά του, σε μια εποχή που επέχει, δεν εκφράζει το “νόημά” της, αλλά τα μετατρέπει όλα σε θέαμα μπροστά στο οποίο χάσκουμε – πως μπορεί να ονομαστεί με ένα πιο εύστοχο όνομα εκτός από αυτό της Τεχνικής; Το να την ονομάσουμε δεν σημαίνει αυτομάτως ότι είμαστε και ικανοί να τη σκεφτούμε. Το κίνητρο της ενέργειάς της, η ενεργειολογία και εργοτεχνική που μας απευθύνονται σαν έκκληση και σαν πρόκληση, διαπερνούν τη ζωή μας, δεν έχουν ακόμα όμως περάσει αποφασιστικά στη σκέψη μας. Εντούτοις, και η Τεχνική είναι ένα παράγωγο της σκέψης μας, αλλ’ όχι της μόνης σκέψης ή μόνο της σκέψης. Η Τεχνική δεν είναι κάτι το συγκεκριμένο ή το αόριστο. Δεν είναι καν, αλλά ξετυλίγει μια ούτε θεϊκή ούτε διαβολική ούτε απλώς ανθρώπινη, ασυγκράτητη για την ώρα άρχουσα και συνεχώς μετακινούμενη ορμή και διαδικασία. Ενώ την ίδια τη συγκρατούν διάφορα στοιχεία και μέλη, αυτή η ίδια συγκροτεί αυτό που κυβερνάει την εποχή μας. Στο ερώτημα “τι κατευθύνει την εποχή μας;” η πιο εύστοχή απάντηση που είναι δυνατό να αποτολμηθεί, ηχεί: η μυθολογικο-τεχνικολογική ηγεμονία. Όπως και οι προηγούμενες φάσεις περιείχαν πάντοτε τη μυθολογική διάσταση, έτσι αλλά και αλλιώτικα ενυπάρχει πάντα αυτή, μεταμορφωμένη, και στη μυθολογικο-τεχνικολογική εποχή που δεν ξέρει που στέκεται και που πάει». 

ΚΩΣΤΑΣ ΑΞΕΛΟΣ, (1993). «Γιατί σκεφτόμαστε;», στο: Γιατί σκεφτόμαστε; Τι να πράξουμε; Δύο διαλέξεις. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 31-32. 

Αποτέλεσμα εικόνας για Γιατί σκεφτόμαστε; Τι να πράξουμε;

«Το είπαμε: ζούμε την εποχή της Τεχνικής. Το μυστικό της, όμως, κάθε άλλο παρά μας αποκαλύπτεται. Τελείως επιπόλαια νομίζουμε πως η Τεχνική αποτελεί ένα σύνολο εργαλείων, μηχανισμών, υπολογισμών και κατασκευών. Φανταζόμαστε, εμείς τα ανθρωπάρια, ότι μπορούμε να την υποτάξουμε στη βούλησή μας, αν την κάνουμε πειθήνιο όργανό μας. Η Τεχνική, όμως, που δεν πέφτει από τον ουρανό, είναι πολύ πιο ισχυρή από τον άνθρωπο. Αυτό πάλι δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι είναι περιορισμένοι να γίνονται σκλάβοι της. Ο άνθρωπος, οι άνθρωποι, η ανθρωπότητα – και ποια; - θα έχουν άραγε την “τύχη” να την αντιμετωπίσουν φιλικότερα, να αναγνωρίσουν και να αναπτύξουν τις ανάγκες τις δικές της και τις δικές τους παραγωγικότερα, δηλαδή ποιητικότερα; Τεχνικότητα και ποιητικότητα θα μπορούσαν να συμβαδίσουν ριγμένες η καθεμιά στον ίδιο αγώνα, αλλά με τον τρόπο τους; Δεν διηγούμαστε παραμύθια για μικρά ή γέρικα παιδιά. Αγωνιζόμαστε να ζωντανέψουμε τη ζωή μας, να δούμε χωρίς απαισιοδοξία και μοιρολατρία τη μυθολογικο-τεχνικολογική οργάνωση του πλανήτη “μας” και των κοντινών του άστρων. Μετά βλέπουμε. Το απλόχωρο διάστημα μας περιμένει; Μακρινοί πλανήτες προσμένουν την επίσκεψή μας ή και την εγκατάστασή μας σ’ αυτούς; Ποιος μπορεί για την ώρα να το διαβεβαιώσει; Ο χρόνος όμως δουλεύει, όχι αναγκαστικά για μας. Και αν επιτέλους η ανθρωπότητα επιθυμεί, έστω και μη συνειδητά, να οδεύσει προς μια γενική καταστροφή – τεχνητή ή φυσική -, τότε, και αφού κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την αποφύγουμε, δεν μας υπολείπεται παρά να καλωσορίσουμε φιλικά και αυτή τη ριζική στροφή. 
»Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κλείνουμε εντελώς τα μάτια μας στα παρελθόντα – παρόντα – μέλλοντα. Έτσι κι αλλιώς δεν γίνεται να τα κρατάμε τελείως ανοιχτά. Το άνοιγμα και το κλείσιμο, το φανέρωμα και το αίνιγμα της Τεχνικής αντιστοιχεί στην αποκάλυψη και συγκάλυψη του κόσμου. Η τεχνική κοσμοκυριαρχία θα διατρέξει και αυτή τον κύκλο της. Δεν μας επιτρέπεται ως τώρα να μιλάμε για ένα μετατεχνικό στάδιο και για ένα ανάλογο ύφος συμπεριφοράς μας. Δεν απαγορεύεται, όμως, η αναμονή και η ενεργός συμμετοχή σε ό,τι ωχρά μπορεί από τώρα να διαφαίνεται. “Με λογισμό και μ’ όνειρο” (Σολωμός), μπορούμε όμως να υφιστάμεθα και να ρευστοποιούμε τις δοκιμασίες, ζώντας και κοιτώντας πιο πέρα. Ούτε είμαστε στρείδια κολλημένα στο βράχο τους ούτε οι άτεχνες σπασμωδικές κινήσεις και έμμονες ιδέες που μας κάνουν να τρέχουμε σαν τρελοί από το ένα στο άλλο, μας προσφέρουν κάποια βάση και στάση». 

ΚΩΣΤΑΣ ΑΞΕΛΟΣ, (1993). «Τι να πράξουμε;», στο: Γιατί σκεφτόμαστε; Τι να πράξουμε; Δύο διαλέξεις. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 64-66.

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

Ο παλαιοβιβλιοπώλης Βιβλιομένταλος στο σύμπαν της οικουμένης των βιβλίων

«Για κάθε έργο, είτε χθεσινό είτε διακοσίων ετών, γνώριζε αμέσως τόπο έκδοσης, συγγραφέα, τιμή καινούργιου ή μεταχειρισμένου, και θυμόταν, διατηρώντας αλάθητη την εικόνα στο μυαλό του, το δέσιμο ταυτόχρονα με την εικονογράφηση και τα παραρτήματα που το συνόδευσαν. Κάθε έργο, είτε το ‘χε πιάσει στα χέρια του ο ίδιος είτε το είχε κατασκοπεύσει κάποτε από μακριά σε κάποια έκθεση ή βιβλιοθήκη, το έβλεπε με την ίδια οπτική ευκρίνεια όπως ο καλλιτέχνης δημιουργός το ενδόμυχο ακόμα δημιούργημα, αθέατο ακόμα για τον υπόλοιπο κόσμο. Αν, για παράδειγμα, ένα βιβλίο προσφερόταν στον κατάλογο ενός παλαιοβιβλιοπωλείου του Ρέγκενσμπουργκ προς έξι μάρκα, θυμόταν στη στιγμή ότι το ίδιο ακριβώς, σε άλλο αντίτυπο, είχε εμφανιστεί σε έναν βιεννέζικο πλειστηριασμό δύο χρόνια πριν, προς τέσσερις κορόνες, καθώς και ποιος το απέκτησε· όχι, ο Γιάκομπ Μέντελ ποτέ δεν ξεχνούσε τίτλους κι αριθμούς, γνώριζε κάθε φυτό, κάθε μικροοργανισμό και κάθε αστερίσκο στο αενάως δονούμενο και διαρκώς παλλόμενο σύμπαν της οικουμένης των βιβλίων. Σε κάθε κλάδο γνώριζε περισσότερα από τους ειδικούς, κατείχε τις βιβλιοθήκες καλύτερα απ’ τους βιβλιοθηκάριους, τα αποθέματα των περισσότερων οίκων τα γνώριζε καλύτερα από τους ιδιοκτήτες παρ’ όλα τα σημειώματα και τις καρτέλες τους, ενώ αυτός δεν είχε στη διάθεσή του παρά τη μαγεία της μνήμης, αυτό το απαράμιλλο μνημονικό, που δεν θα μπορούσε κανείς να το κατανοήσει πραγματικά παρά μόνο αν του έδιναν εκατό διαφορετικά παραδείγματα. Βέβαια, αυτό το μνημονικό έγινε κατορθωτό να διδαχτεί και να γίνει τόσο δαιμονικά αλάθητο χάρη στο αιώνιο μυστικό κάθε τελειοποίησης: τη συγκέντρωση. Ο παράξενος τούτος άνθρωπος δεν ήξερε τίποτε για τον κόσμο, πέρα απ’ τα βιβλία. Γιατί όλα τα φαινόμενα της ύπαρξης ήταν γι’ αυτόν ανύπαρκτα πριν χυθούν στο καλούπι των γραμμάτων, πριν συγκεντρωθούν και, κατά κάποιον τρόπο, αποστειρωθούν σ’ ένα βιβλίο»


STEFAN ZWEIG. (2010). Ο παλαιοβιβλιοπώλης Μέντελ & Η αόρατη συλλογή, μτφρ. Μαρία Τοπάλη, Αθήνα: Άγρα, σσ. 30-31.

Κυριακή 19 Αυγούστου 2018

Φανατισμοί οποιουδήποτε είδους

Αποτέλεσμα εικόνας για ΑΜΟΣ ΟΖ

«”Για όλα φταίει η παγκοσμιοποίηση!”, “Για όλα φταίνε οι μουσουλμάνοι!”, “Για όλα φταίει η ανοχή!” ή “Για όλα φταίει η Δύση!”, “Για όλα φταίει ο σιωνισμός!”, “Οι μετανάστες!”, “Ο αθεϊσμός!”, “Οι αριστεροί!” – δεν σου μένει λοιπόν παρά να εξαλείψεις ό,τι περισσεύει, να μαρκάρεις ένα κύκλο γύρω από το σατανά που μοιάζει αληθινός στα δικά σου μάτια και μετά να εξοντώσεις αυτόν τον σατανά (μαζί και τους γείτονές του και όποιον βρέθηκε κατά τύχει εκεί γύρω), ανοίγοντας έτσι μια και καλή τις πύλες του παραδείσου.
»Για όλο και περισσότερους ανθρώπους, το ισχυρότερο δημόσιο αίσθημα είναι μια βαθιά απέχθεια: απέχθεια των ανατρεπτικών για τον “ηγεμόνα”, απέχθεια των δυτικών για την Ανατολή, απέχθεια των ανατολικών για τη Δύση, απέχθεια των άθεων για τους θρησκευόμενους, απέχθεια των θρησκευόμενων για τους άθεους – απέχθεια σαρωτική, απεριόριστη, που ανεβαίνει και θεριεύει σαν εμετός από τα βάθη της μιας ή της άλλης απελπισίας. Αυτή η απέχθεια είναι ένα από τα στοιχεία του φανατισμού οποιουδήποτε είδους».

ΑΜΟΣ ΟΖ. (2018). Αγαπητοί ζηλωτές: Τρεις στοχασμοί. Αθήνα: Καστανιώτη, σ. 18.

Πέμπτη 9 Αυγούστου 2018

Ο κίνδυνος μετάλλαξης του ανθρώπου σε ένα μεταμοντέρνο υποκείμενο του Διαδικτύου

«Ο ηλεκτρονικός υπολογιστής δεν έχει άλλο. Γι’ αυτό δεν είναι νοήμων. Διότι η νοημοσύνη μας έρχεται από το άλλο, πάντα. Γι’ αυτό έχει τέτοιες επιδόσεις. Οι πρωταθλητές στο νοητικό υπολογισμό, οι ηλίθιοι υπολογιστές, είναι αυτιστισκοί, πνεύματα για τα οποία δεν υπάρχει άλλο, και τα οποία γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο είναι προικισμένα με παράξενες δυνάμεις […] Είναι η δύναμη της αφαίρεσης. Οι μηχανές πάνε γρήγορα επειδή είναι αποσυνδεδεμένες από κάθε ετερότητα. Και τα δίκτυα τις συνδέουν σαν ένας τεράστιος ομφάλιος λώρος ανάμεσα σε μια νοημοσύνη και μια δίδυμη νοημοσύνη. Σ’ αυτήν όμως την ομοιοστασία του ταυτού με το αυτό, η ετερότητα έχει δημευτεί από τη μηχανή […] Η Τεχνητή Νοημοσύνη είναι μια άγαμη μηχανή».

JEAN BAUDRILLARD. (1996). Η διαφάνεια του κακού. Δοκίμιο πάνω στα ακραία φαινόμενα, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, Αθήνα: Εξάντα, σσ. 140, 165.

Τετάρτη 1 Αυγούστου 2018

Ο πατριωτισμός έκφραση Έρωτα

«Ίσως χαμογελούν μερικοί με τον σεβασμό που τρέφει για την πατρίδα του ο Μακρυγιάννης, με την επιμονή του να θυσιαστούν τα πάντα γι’ αυτήν. Ο πατριωτισμός δεν έχει και πολλή πέραση στις μέρες μας και έχουμε την τάση να υποψιαζόμαστε τα κίνητρά του. Αυτό συμβαίνει γιατί τον έχουμε μπερδέψει με ένα ψευτοπατριωτισμό, με τον σωβινισμό, με τη γνωστή στάση: η πατρίδα μου, είτε δίκηο έχει είτε άδικο – κοντολογίς, με τον εθνικισμό. Ο εθνικισμός έχει χαρακτήρα πολιτικό, είναι μπερδεμένος με τα συμφέροντα του κράτους και με τα ιδανικά της κοσμικής επιτυχίας και δόξας. Στην Ελλάδα της Επανάστασης, αντιπρόσωποι ενός τέτοιου εθνικισμού ήταν οι δημοκρατικοί φιλόλογοι και μεταρρυθμιστές σαν τον Κοραή και τους άλλους δυτικοευρωπαίους και “πολιτισμένους” Έλληνες – οι Έλληνες της διασποράς. Και, πραγματικά, μπορεί να πει κανείς ότι μια από τις τραγωδίες της Επανάστασης είναι ακριβώς η υφαρπαγή και η εκμετάλλευση του αληθινού πατριωτισμού του λαού των Ελλήνων από το αστικό εθνικό πνεύμα, στο όνομα των δημοκρατικών και κοσμικών ιδανικών. Γιατί ο αληθινός πατριωτισμός, που στην εποχή μας είναι σχεδόν άγνωστος, δεν έχει σχέση με τον εθνικισμό ή με τα εθνικά κινήματα πολιτικής φύσεως. Ο αληθινός πατριωτισμός είναι σαν έρωτας – μια έκφραση Έρωτα. Η πατρίδα είναι σαν ένα αγαπημένο πρόσωπο, μέσα από το οποίο ο άνθρωπος ζητάει να έρθει σε επαφή με το βαθύτερο στοιχείο της φύσης του. Η πατρίδα αντιστοιχεί με το Ewig – weibliche του Goethe και μέσα από αυτήν ο άνθρωπος ικανοποιεί τη λαχτάρα για αυτοπραγμάτωση, που βρίσκεται στις ρίζες κάθε ανθρώπινης ψυχής. Αυτό το συναίσθημα ίσως να μην είναι ενεργό παρά μόνο σε ένα λαό που παραμένει κοντά στη γη, ένα λαό που είναι τέκνο της γης στην οποία ζει: ολόκληρος ο συγκινησιακός κόσμος του εμψυχώνεται από μια γενναία ζωή με γήινες ρίζες. Στις μέρες μας έχουμε τόσο καταστρέψει τις ρίζες μας, ώστε πολύ λίγοι από μας έχουν την εμπειρία αυτού του συναισθήματος. Τον καιρό, όμως, που υπήρχε ένας λαϊκός πολιτισμός, όπως στην Ελλάδα του Μακρυγιάννη – ένας πολιτισμός που μαζεύουμε τώρα τα κομμάτια του σ’ ό,τι ονομάζουμε “λαογραφία”, για να αποζημιωθούμε κάπως για κείνο που χάσαμε - ο κάθε άντρας και η κάθε γυναίκα ένιωθε αυτό το συναίσθημα. Πάντως ο Μακρυγιάννης το ένιωθε»

PHILIP SHERRARD. (1971). «Στρατηγός Μακρυγιάννης», στο: Δοκίμια για τον Νέο Ελληνισμό. Αθήνα: Σύνορο, σσ. 146-148.