«Η τέταρτη εξουσία, που έχει ήδη ανοίξει το χωρο-χρόνο της δεσποτείας της – πολύπτυχη φιγούρα, παραστατική και κυρίως μη παραστατική -, δεν είναι άλλη από την πολύμορφη Τεχνική (με ταυ κεφαλαίο). Το κρυμμένο κέντρο – κρυμμένο παρ’ όλα τα θεαματικότατα επιτεύγματά του, σε μια εποχή που επέχει, δεν εκφράζει το “νόημά” της, αλλά τα μετατρέπει όλα σε θέαμα μπροστά στο οποίο χάσκουμε – πως μπορεί να ονομαστεί με ένα πιο εύστοχο όνομα εκτός από αυτό της Τεχνικής; Το να την ονομάσουμε δεν σημαίνει αυτομάτως ότι είμαστε και ικανοί να τη σκεφτούμε. Το κίνητρο της ενέργειάς της, η ενεργειολογία και εργοτεχνική που μας απευθύνονται σαν έκκληση και σαν πρόκληση, διαπερνούν τη ζωή μας, δεν έχουν ακόμα όμως περάσει αποφασιστικά στη σκέψη μας. Εντούτοις, και η Τεχνική είναι ένα παράγωγο της σκέψης μας, αλλ’ όχι της μόνης σκέψης ή μόνο της σκέψης. Η Τεχνική δεν είναι κάτι το συγκεκριμένο ή το αόριστο. Δεν είναι καν, αλλά ξετυλίγει μια ούτε θεϊκή ούτε διαβολική ούτε απλώς ανθρώπινη, ασυγκράτητη για την ώρα άρχουσα και συνεχώς μετακινούμενη ορμή και διαδικασία. Ενώ την ίδια τη συγκρατούν διάφορα στοιχεία και μέλη, αυτή η ίδια συγκροτεί αυτό που κυβερνάει την εποχή μας. Στο ερώτημα “τι κατευθύνει την εποχή μας;” η πιο εύστοχή απάντηση που είναι δυνατό να αποτολμηθεί, ηχεί: η μυθολογικο-τεχνικολογική ηγεμονία. Όπως και οι προηγούμενες φάσεις περιείχαν πάντοτε τη μυθολογική διάσταση, έτσι αλλά και αλλιώτικα ενυπάρχει πάντα αυτή, μεταμορφωμένη, και στη μυθολογικο-τεχνικολογική εποχή που δεν ξέρει που στέκεται και που πάει».
ΚΩΣΤΑΣ ΑΞΕΛΟΣ, (1993). «Γιατί σκεφτόμαστε;», στο: Γιατί σκεφτόμαστε; Τι να πράξουμε; Δύο διαλέξεις. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 31-32.
«Το είπαμε: ζούμε την εποχή της Τεχνικής. Το μυστικό της, όμως, κάθε άλλο παρά μας αποκαλύπτεται. Τελείως επιπόλαια νομίζουμε πως η Τεχνική αποτελεί ένα σύνολο εργαλείων, μηχανισμών, υπολογισμών και κατασκευών. Φανταζόμαστε, εμείς τα ανθρωπάρια, ότι μπορούμε να την υποτάξουμε στη βούλησή μας, αν την κάνουμε πειθήνιο όργανό μας. Η Τεχνική, όμως, που δεν πέφτει από τον ουρανό, είναι πολύ πιο ισχυρή από τον άνθρωπο. Αυτό πάλι δεν σημαίνει πως οι άνθρωποι είναι περιορισμένοι να γίνονται σκλάβοι της. Ο άνθρωπος, οι άνθρωποι, η ανθρωπότητα – και ποια; - θα έχουν άραγε την “τύχη” να την αντιμετωπίσουν φιλικότερα, να αναγνωρίσουν και να αναπτύξουν τις ανάγκες τις δικές της και τις δικές τους παραγωγικότερα, δηλαδή ποιητικότερα; Τεχνικότητα και ποιητικότητα θα μπορούσαν να συμβαδίσουν ριγμένες η καθεμιά στον ίδιο αγώνα, αλλά με τον τρόπο τους; Δεν διηγούμαστε παραμύθια για μικρά ή γέρικα παιδιά. Αγωνιζόμαστε να ζωντανέψουμε τη ζωή μας, να δούμε χωρίς απαισιοδοξία και μοιρολατρία τη μυθολογικο-τεχνικολογική οργάνωση του πλανήτη “μας” και των κοντινών του άστρων. Μετά βλέπουμε. Το απλόχωρο διάστημα μας περιμένει; Μακρινοί πλανήτες προσμένουν την επίσκεψή μας ή και την εγκατάστασή μας σ’ αυτούς; Ποιος μπορεί για την ώρα να το διαβεβαιώσει; Ο χρόνος όμως δουλεύει, όχι αναγκαστικά για μας. Και αν επιτέλους η ανθρωπότητα επιθυμεί, έστω και μη συνειδητά, να οδεύσει προς μια γενική καταστροφή – τεχνητή ή φυσική -, τότε, και αφού κάνουμε ό,τι μπορούμε για να την αποφύγουμε, δεν μας υπολείπεται παρά να καλωσορίσουμε φιλικά και αυτή τη ριζική στροφή.
»Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να κλείνουμε εντελώς τα μάτια μας στα παρελθόντα – παρόντα – μέλλοντα. Έτσι κι αλλιώς δεν γίνεται να τα κρατάμε τελείως ανοιχτά. Το άνοιγμα και το κλείσιμο, το φανέρωμα και το αίνιγμα της Τεχνικής αντιστοιχεί στην αποκάλυψη και συγκάλυψη του κόσμου. Η τεχνική κοσμοκυριαρχία θα διατρέξει και αυτή τον κύκλο της. Δεν μας επιτρέπεται ως τώρα να μιλάμε για ένα μετατεχνικό στάδιο και για ένα ανάλογο ύφος συμπεριφοράς μας. Δεν απαγορεύεται, όμως, η αναμονή και η ενεργός συμμετοχή σε ό,τι ωχρά μπορεί από τώρα να διαφαίνεται. “Με λογισμό και μ’ όνειρο” (Σολωμός), μπορούμε όμως να υφιστάμεθα και να ρευστοποιούμε τις δοκιμασίες, ζώντας και κοιτώντας πιο πέρα. Ούτε είμαστε στρείδια κολλημένα στο βράχο τους ούτε οι άτεχνες σπασμωδικές κινήσεις και έμμονες ιδέες που μας κάνουν να τρέχουμε σαν τρελοί από το ένα στο άλλο, μας προσφέρουν κάποια βάση και στάση».
ΚΩΣΤΑΣ ΑΞΕΛΟΣ, (1993). «Τι να πράξουμε;», στο: Γιατί σκεφτόμαστε; Τι να πράξουμε; Δύο διαλέξεις. Αθήνα: Νεφέλη, σσ. 64-66.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου