ΤΑΣΟΥΛΑ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΙΟΥ, (2016), Ναυαγού τάφος ειμί (επιτύμβια επιγράμματα από την Παλατινή Ανθολογία), Αθήνα: Γαβριηλίδης.
Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
«Ένα νεκροταφείο είναι όλος ο κόσμος του πολιτισμού μας» γράφει στον Λύκο της στέπας ο κορυφαίος Γερμανός συγγραφέας Έρμαν Έσσε. Και πράγματι δεν έχει άδικο, φτάνει να σκεφτεί κανείς ό,τι ο θάνατος συνιστά τη βασικότερη δοκιμασία του ανθρώπινου προσώπου. Γράφοντας ετούτες τις γραμμές για το ενδιαφέρον βιβλίο της φιλολόγου καθηγήτριας Τασούλας Καραγεωργίου με τίτλο Ναυαγού τάφος ειμί (επιτύμβια επιγράμματα από την Παλατινή Ανθολογία), που πριν δύο χρόνια κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης, συνοδευμένο με ζωγραφιές του Γιώργου Ξένου, ήρθε στο νου μου εκείνη η ξεχωριστή τοιχογραφία στη μονή Βαρλαάμ των Μετεώρων, η οποία παριστάνει τον αββά Σισώη, ασκητή των αρχών του 4ου αιώνα, με υψωμένα τα χέρια κι έκπληκτη έκφραση να σκύβει πάνω σε μια μαρμάρινη σαρκοφάγο που μέσα της έχει το σκελετό του Μ. Αλεξάνδρου. Στην επιγραφή, εντός περίτεχνου πλαισίου, ένα ασκημένο μάτι στην ανάγνωση επιγραφών θα διαβάσει τα εξής ποιητικότροπα λόγια του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού: «ορώ σε τάφε, δειλιώ σου (την) θέαν κ(αι) καρδιοστάλακτον δάκρυον χέω. Χρέος το κ(οι)νόφλητον εις νουν λαμβάνω. Πώς γαρ [μέλλω διελ]θείν πέρ(ας)τοιούτον, αι [θάνατε, τις δύναται] φυγ[είν] σε;»
Κάμω αυτούς τους ιδιότυπους θα ‘λεγα συλλογισμούς, καθώς το βιβλίο της κας. Καραγεωργίου αποτελεί ξεχωριστή έκδοση για την ελληνική βιβλιογραφία του 2016. Και ετούτο γιατί η συγγραφέας καταφέρνει να προσαρμόσει ένα μνημειώδες κείμενο της αρχαιοελληνικής και βυζαντινής γραμματολογίας στο σημερινό κοινωνικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι. Πρόκειται για τη γνωστή Παλατινή Ανθολογία (Anthologia Palatina), καθιερωμένη σήμερα στη φιλολογική έρευνα με την ονομασία Anthologia Graeca, η οποία περιλαμβάνει 4000 περίπου ποιήματα, χωρισμένα σε 15 βιβλία, που καλύπτουν μια μακρά χρονική περίοδο 17 αιώνων (από τον 7ο π. Χ., μέχρι και τον 10ο μ. Χ.).
Αυτό το βιβλίο, πριν κάμποσο καιρό, παρουσία της ίδιας συγγραφέως, έγινε γνωστό στο βιβλιόφιλο κοινό της Μυτιλήνης, στην ωραία εκδήλωση που οργάνωσε και φιλοξένησε το βιβλιοπωλείο της πόλης μας Book and Art, με ομιλητές τον Παναγιώτη Σκορδά, δρ. Φιλολογίας του ΕΚΠΑ και τον Παύλο Τριανταφυλλίδη, προϊστάμενο της Εφορείας Κλασικών Αρχαιοτήτων Λέσβου. Διαβάζοντάς το μέσα σε μια βραδιά, διαπίστωσα ό,τι πρόκειται για ένα βιβλίο που άνετα θα μπορούσε να προσαρμοστεί στις διδακτικές ανάγκες αρκετών μαθημάτων που διδάσκονται στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, κυρίως στο Λύκειο, όπως λόγου χάριν όλα τα φιλολογικά και εικαστικά μαθήματα, τα Θρησκευτικά, την Κοινωνιολογία. Ενταγμένο, βέβαια, στο πλαίσιο της διαθεματικότητας και της διεπιστημονικότητας. Ετούτη η πρότασή μου, δεν σχετίζεται μόνο με το φιλολογικό και ιστορικό περιεχόμενο του βιβλίου, το οποίο με περίτεχνο τρόπο η συγγραφέας μεταφέρει στον ειδικό αναγνώστη. Σχετίζεται και με το λίαν επίκαιρο πρόβλημα που σήμερα βιώνει ολάκερη η ανθρωπότητα, κι αυτό δεν είναι άλλο από την προσφυγιά και τη μετανάστευση. Γι’ αυτό ειδικά το ζήτημα η εκπαίδευση οφείλει να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο, κομίζοντας στους μαθητές και τις μαθήτριες κουλτούρα ανοχής και συναδέλφωσης με κάθε πολιτισμικά διαφορετικό άνθρωπο.
Όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, οι άριστες μεταφραστικές δοκιμές που κάμει η συγγραφέας των επιτύμβιων επιγραμμάτων από το έβδομο βιβλίο της Παλατιανής Ανθολογίας, αφορούν ναυαγούς και ναυάγια ανθρώπων αλλοτινών καιρών αυτού του κόσμου. Κύριο, όμως, χαρακτηριστικό αυτών των μεταφραστικών δοκιμών είναι η προσαρμογή τους στις σημερινές τραγικές εικόνες αντίστοιχων ναυαγών και ναυαγίων με πρόσφυγες και μετανάστες στη Μεσόγειο Θάλασσα. Εξ’ ου και η άκρως πετυχημένη «εικαστική ανάγνωση» του γνωστού ζωγράφου Γιώργου Ξένου, με έργα που αποτυπώνουν «την τραγικότητα του ανθρώπου στην αιώνια πάλη του με το υγρό στοιχείο», (σ. 9). Στην ανάγνωση που έκαμα, οι προσλαμβάνουσες παραστάσεις των ζωγραφικών έργων του Γιώργου Ξένου, γραμμικά με ταξίδεψαν πίσω στο χρόνο, αλλά και με γοργούς διασκελισμούς ταυτόχρονα με μετέφεραν στην τραγικότητα σημερινών ναυαγών και ναυαγίων των προσφύγων και μεταναστών. «Ναυαγού τάφος ειμί»: παρελθόν και παρόν συνυπάρχουν. Σ’ αυτήν την αυθαίρετη, αν θέλετε, προσωπική υποψία, η λειτουργία του χρόνου μέσα από δραματικές εικόνες, θέλω να πιστεύω ό,τι συνεγείρει ανθρώπινες συνειδήσεις για πρόσφυγες και μετανάστες που στην προσπάθειά τους να αναζητήσουν μια καλύτερη ζωή, βιώνουν τις συνέπειες του θανάτου χάνοντας τη ζωή τους μέσα στη θάλασσα, φαινόμενο άλλωστε τόσο παλαιό: «ναυαγός είμ’ εγώ που βλέπεις· / κι αν ντράπηκε η θάλασσα / που μ’ έχει σκοτώσει / να γυμνώσει το σώμα μου από τ’ άθλια τα ράκη, / με χέρια ξεδιάντροπα άνθρωπος μ’ έχει ξεντύσει, / ντροπή τόση αποκτώντας όσο το κέρδος του. / Και μακάρι μ’ αυτά να ντυθεί / και μ’ αυτά στο παλάτι του Άδη να πάει / και ο Μίνωας είθε εκεί να τον δει / να φορεί τα δικά μου κουρέλια», (σ. 93).
Ορθά η συγγραφέας σημειώνει ό,τι οι σύντομες αφηγήσεις των επιτύμβιων σημάτων με θέμα τη βίαιη διακοπή της ζωής «κατά τη διάρκεια της πάλης του ανθρώπου με το ακαταμάχητο θηρίο της θάλασσας», στη μακρά διαδρομή των αιώνων αφήνουν τον απόηχό τους και στα αντίστοιχα «θαλασσινά μοιρολόγια και αφηγηματικά τραγούδια της δημοτικής ποίησης», (σ. 9). Κι όχι μόνον. Αλλά και σε εικόνες σημερινές, τραγικές, σαν κι αυτή του τρίχρονου Σύρου Αϊλάν που πριν τρία χρόνια το νεκρό σώμα του πετάχτηκε από τα κύματα της θάλασσας στα τουρκικά παράλια. Σ’ αυτήν την εικόνα, άνετα θα ταίριαζε το επίγραμμα του Αντίπατρου Σιδωνίου (2ος αιώνας π. Χ.), για τον «μικρόν Κλεόδημον». Η μετάφραση του εν λόγω επιγράμματος από την κα. Καραγεωργίου, πραγματικά είναι γροθιά στο στομάχι: «Τον μικρούλι Κλεόδημο, / βυζανιάρικο βρέφος, ακόμα, καθώς / στο πλευρό στηρίζονταν του πλοίου / βοριάς θρακικός το παρέσυρε / μέσα στ’ άγριο το πέλαγος / και το κύμα ευθύς την ψυχή του μωρού την αφάνισε. / Αχ Ινώ, ανελέητη νύμφη της θάλασσας, / τον ομήλικο του Μελικέρτη / απ’ τον Άδη τον μαύρο δεν γλίτωσες», (σ. 39). Τολμώ ετούτο τον παραλληλισμό, κεντρίζοντας μέσα μου τη δύναμη να πω ό,τι η ποιητική κληρονομιά της αρχαιότητας και της βυζαντινής περιόδου – εδώ η Παλατινή Ανθολογία - όταν περίτεχνα συνταιριάζεται και προσαρμόζεται με σημερινά γεγονότα, δείχνει τη μακρά διάρκειά της στο χρόνο. Αυτό, άλλωστε, αποδεικνύεται αν κανείς λάβει υπόψη αυτά που γράφουν γι’ αυτήν οι P. E. Easterling – B. M. W. Knox, «το επίγραμμα είναι ιδιαίτερα ταιριαστό στην καλοδιατυπωμένη και σύντομη έκφραση του αισθήματος, και συγγραφείς απ’ όλες τις περιόδους έγραψαν για τις μεταπτώσεις της ζωής και ιδιαίτερα για το θάνατο», (στο: Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Ν. Κονομή, Χρ. Γριμπά, Μ. Κονομή, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2000, σ. 809. Πρβλ. Albin Lesky, (1972), Ιστορία της Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, μτφρ. Α. Τσοπανάκης, Θεσσαλονίκη: Κυριακίδη, σσ. 1020-1021).
Για την Παλατινή Ανθολογία η βιβλιογραφία είναι εκτεταμένη. Σχετικές ειδήσεις ο αναγνώστης μπορεί να βρει στο λήμμα «Ανθολογία Παλατινή Anthologia Papatina» του Λεξικού Αρχαίων Συγγραφέων Ελλήνων και Λατίνων του Paul Kroh, μτφρ. Δ. Λυπουρλής - Λ. Τρομάρας, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1996, σσ. 65-66. Αξιοσημείωτες είναι και οι πολλές εκδόσεις της, με βασική εκείνη του F. Jacobs στη Λειψία κατά τα έτη 1794-1803 σε 13 τόμους. Αντίτυπα αυτής της έκδοσης βρίσκονται στην Ιστορική Βιβλιοθήκη του παλαιού Γυμνασίου Μυτιλήνης. Αξιοσημείωτες, όμως, είναι και οι μεταφράσεις της στη λατινική, αγγλική, γερμανική, γαλλική και την ιταλική γλώσσα. Στην ελληνική, από την πληθώρα των μεταφράσεων που κατά καιρούς έχουν γίνει, ενδεικτικά αναφέρω του Παναγή Λεκατσά, του Άρη Δικταίου, του Γιώργου Ιωάννου και του Οδυσσέα Ελύτη.