«Αυτή η ιστορία του πλουσιόπαιδου – του Άνσον Χάντερ - με είχε, φαίνεται πειράξει. Σαν κάτι ν’ ανακάλυπτα σ’ αυτήν δικό μου. Γιατί είναι μαθηματικά βέβαιο, εννέα φορές και δέκα, ότι όταν κάτι μας ενοχλεί και μας έλκει, πάει να πει πως ανακαλύπτουμε μία αναπηρία που έχουμε και που δεν τολμούμε να την ομολογήσουμε, ένα φόβο που μας τυραννούσε κρυφά και που έρχεται τώρα τούτο το κείμενο, πτυχή προς πτυχή, να ξεδιπλώσει. Αυτή η ιστορία του Άνσον Χάντερ, οσοδήποτε να έμοιαζε με μια κοινή ιστορία εργένη, στο βάθος αντηχούσε σαν μια εξομολόγηση ενός ανθρώπου των πόλεων. Άφηνε έναν απόηχο για το τίμημα που, ενδεχομένως όσοι μαθημένοι στην ελευθεριάζουσα συμβατικότητα της κοινωνικής ζωής, πληρώνουν.
»Για όποιον δεν έχει ζήσει στην πόλη, η πεζογραφία του Σκοτ Φιτζέραλντ είναι αδιανόητη. Σπάνια η μοναξιά της μεγαλούπολης και ο εκπεσμός μιας φθίνουσας αριστοκρατίας του πλούτου έχουν δοθεί με τόση διεισδυτικότητα και λεπτότητα. Όταν ο Άνσον Χάντερ παντρεύοντας και τον τελευταίο του φίλο αντιλαμβάνεται ότι έμεινε μόνος για το Σαββατοκύριακο, κι όταν ύστερα από μια μάταιη περιπλάνηση σε αίθουσες ξενοδοχείων, που στα πτυελοδοχεία τους έμειναν κρεμασμένα τα λουλούδια του πρωινού γάμου, συναντά κάποτε στην περιστρεφόμενη πόρτα του “Πλάζα” την παλιά κοπέλα του – τη μόνη αληθινή γυναίκα της ζωής του – τότε η ιστορία του παύει να είναι ένα δράμα προσωπικό, μεταμορφώνεται στην απελπισία μιας ολόκληρης κοινωνίας να βρει το χαμένο όνειρό της»· Μένης Κουμανατρέας, «Μια εξομολόγηση αντί προλόγου», σσ. 12-13.
«Το “Πλουσιόπαιδο” γράφτηκε αμέσως μετά τον “Μεγάλο Γκάτσμπι” – μυθιστόρημα που προσπόρισε στον συγγραφέα του φήμη, όχι όμως και χρήματα – στο Κάπρι της Ιταλίας την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1925. Μία από τις καλύτερες νουβέλες του, κατά πάσαν πιθανότητα η σημαντικότερη, σημειώνει ο βιογράφος, που τη θεωρεί σαν μια προέκταση του Γκάσμπι, καθώς αναπτύσσει και διευρύνει την επίδραση που ο πλούτος έχει πάνω στους χαρακτήρες. Ένα θέμα, θα έλεγα, παλιό όσο ο “Πλούτος” του Αριστοφάνη, ο “Έμπορος της Βενετίας” και ο “Φιλάργυρος”»· Μένης Κουμανταρέας, «Ένα υστερόγραφο», σσ. 88-89.
ΦΡΑΝΣΙΣ ΣΚΟΤ ΦΤΖΕΡΑΛΝΤ. (1996). Το Πλουσιόπαιδο, μετάφραση, πρόλογος και επίμετρο Μένης Κουμανταρέας. Αθήνα: Κέδρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου