In memoriam
Του ΜΙΛΤΙΑΔΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ· Άρχοντος Διδασκάλου του Ευαγγελίου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Καθηγητή στη Θεολογική Σχολή ΑΠΘ
Όλη η Σχολή συγκεντρώθηκε σήμερα, δάσκαλε, εδώ για να σε αποχαιρετήσουμε σε τούτη την αναστάσιμη εξόδιο ακολουθία. Εδώ είναι ο Κοσμήτορας της Σχολής, εδώ είναι ο Πρόεδρος του Τμήματος, εδώ είναι όλες οι συναδέλφισσες και όλοι οι συνάδελφοί σου μαζί με τους φίλους σου και τους συγγενείς σου. Από κανένα δεν βγαίνουν δυο λόγια εύκολα να πει, κανείς δεν θεωρεί ότι μπορεί να πει κάτι που θα περιέγραφε επάξια την προσωπικότητά σου, την επιστημοσύνη σου, το ήθος σου. Μου τηλεφώνησε χθες βράδυ ο Κοσμήτορας. «Δεν του πρέπει του δασκάλου μας να τον αποχαιρετήσουμε με κάποια τυπικά λογύδρια για την προσφορά του στον κλάδο», μου είπε. «Πες κάτι εσύ εκ μέρους όλων μας», μου είπε, «άλλωστε, πάντοτε στο γραφείο σου συναντιόμασταν και τον ακούγαμε». Όμως ούτε κι απ᾽ αυτή τη θέση, εκπροσωπώντας τον Κοσμήτορα, θα μπορούσα να κάνω μια διεξοδική αναφορά στο έργο σου, δάσκαλε, ούτε μια αναλυτική απαρίθμηση των μελετών του, σαν να μπορούσε ποτέ να χωρέσει η βιωτή και το ήθος σου σε λόγια και σε αριθμούς. Άλλωστε, όσο πιο εκτεταμένος γίνεται ένας τέτοιος λόγος τόσο δυσκολότερα αναγνωρίζει κανείς στις λεπτομέρειές του το πρόσωπο που γνώρισε κι αγάπησε. Κι εγώ σε γνωρίζω, δάσκαλε, από το 1972. Μισό αιώνα και κάτι μήνες σε διαβάζω και σε ακούω αδιάλειπτα. Και όλα αυτά τα χρόνια μόνον έδινες, έδινες απλόχερα σε όποιον σε πλησίαζε. Σε είχα δάσκαλο ακόμα και όταν αξιώθηκα να με αποκαλέσεις «κύριε συνάδελφε». Γιατί δάσκαλος δεν είναι αυτός που μεταδίδει γνώσεις στους μαθητές του, από αυτές μου χάρισες άπειρες, αλλά αυτός που μεταδίδει ήθος. Θυμάμαι κάποτε σε κάποια συζήτησή μας που είπα κάτι που σου άρεσε και το σημείωσες. «Δημοσίευσέ το», μου είπες, «για να μπορώ να σε παραπέμψω». Έμεινα με το στόμα ανοιχτό. «Δάσκαλε», σου είπα, «ό,τι ξέρω το έμαθα από ᾽σένα, δικά σου είναι αυτά που λέω με άλλα λόγια, εσύ θα παραπέμψεις σ᾽ εμένα;» Κι όμως δεν δημοσίευσες ποτέ εκείνο το άρθρο που ετοίμαζες, γιατί δεν ήθελες να παραλείψεις την παραπομπή.
Δεν θα μιλήσω, λοιπόν, για τους ακαδημαϊκούς σου τίτλους, ούτε θα απαριθμήσω τις διεθνείς τιμητικές διακρίσεις, ούτε θα αναφερθώ στην επιστημονική σου παραγωγή που συνοδεύτηκε από πρωτοποριακή για την ελληνική βιβλιογραφία έρευνα. Άλλωστε, τα μελετήματά σου ακόμη κυκλοφορούν ευρύτατα και διαβάζονται από πολλούς ανθρώπους που θέλουν να προσεγγίσουν βαθύτερα την Αγία Γραφή. Αν θα έπρεπε όμως να υπογραμμίσω ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του συγγραφικού σου έργου, αυτό θα ήταν η μέριμνά σου, ώστε η έρευνές σου στον κόσμο της Καινής Διαθήκης να μην είναι μια στείρα ακαδημαϊκή προσέγγιση, αποκομμένη από τη διακονία του πληρώματος της Εκκλησίας, αλλά να την υπηρετεί και να αφουγκράζεται τις ανάγκες της.
Από αυτή την αγάπη και το ενδιαφέρον σου για την Εκκλησία υποκινούμενος πάντοτε ανέλαβες από πολύ νωρίς πρωταγωνιστικό ρόλο στο μεταφραστικό έργο της Ελληνικής Βιβλικής Εταιρίας, συμμετέχοντας με άλλους συναδέλφους σου στην εκπόνηση της πλέον έγκυρης επιστημονικά και θεολογικά μετάφρασης της Καινής Διαθήκης στα νέα Ελληνικά. Και είναι η ίδια αγάπη και το ενδιαφέρον για την Εκκλησία και την λειτουργική της παράδοση που σε ώθησαν να εργαστείς με ιδιαίτερη φιλοτιμία για την ανάδειξη της αξίας του βυζαντινού κειμένου της Καινής Διαθήκης και τη συμπερίληψη του στην κριτική έκδοση των Nestle-Aland της Γερμανικής Βιβλικής Εταιρίας, της οποία υπήρξες μέλος της πενταμελούς εκδοτικής επιτροπής.
Ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου είναι πάντοτε σκληρός. Όσο κι αν προσπαθήσει κανείς να τον απαλύνει, όσο κι αν εμπιστεύεται τη δύναμη του Θεού να νικάει τον θάνατο, δεν παύει να βιώνει τον θάνατο σαν τραγική απώλεια. Αν, ίσως, κάτι μπορεί να παρηγορήσει το πένθος μας, είναι η εμπιστοσύνη στα λόγια του Χριστού, ο οποίος στην τελευταία λίγο πριν από το πάθος προσευχή του προς τον Πατέρα του είπε: Εσύ έδωσες στον Υιό σου εξουσία πάνω σε όλους τους ανθρώπους· έτσι κι αυτός θα δώσει την αιώνια ζωή σε όλους αυτούς που του εμπιστεύτηκες.
Γνωρίζοντας πως ο κεκοιμημένος δάσκαλός μας ήταν αληθινό μέλος της Εκκλησίας, ας προσευχηθούμε ο Χριστός να τον υποδεχθεί και να τον διατηρήσει μέσα στο πλήρωμα της αγάπης του.
Στη μνήμη του Ιωάννη Καραβιδόπουλου
Του Πρωτοπρεσβύτερου ΙΩΑΝΝΗ ΣΚΙΑΔΑΡΕΣΗ· Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Θεολογίας ΑΠΘ
Σεβαστέ μας Καθηγητά, αλησμόνητέ μας δάσκαλε Ιωάννη Καραβιδόπουλε, Χριστός Ανέστη!
Η μέρα αυτού του κόσμου έδυσε για σένα, ακριβέ μας δάσκαλε, τη στιγμή που σιγοανέτειλε ο νέος κόσμος, ο κόσμος της Αναστάσεως. Πάντως, συνέβη μέσα στο τριήμερο της εις Άδου Καθόδου του Κυρίου. Λίγες ώρες μετά τον σταυρό και την ταφή του. Γι’ αυτό και η ύπαρξή σου σε μας όλους που βρισκόμαστε εδώ, ανάμεσα στους οποίους η χορεία των Ιεραρχών, οι πολλοί ιερείς, ο Κοσμήτορας της Θεολογικής μας Σχολής κ. Χρυσόστομος Σταμούλης, ο Προέδρος του Τμήματός μας κ. Νικόλαος Μαγγιώρος (κατ’ ανάθεση του οποίου μιλάω), οι Καθηγήτριες, οι Καθηγητές του Τμήματός μας και του αδελφού Τμήματος και όσοι είναι εδώ από άλλες Σχολές και όσοι ήλθαν από το Πανεπιστήμιο της Αθήνας, σε όλους εμάς και σε όλους τους επώνυμους και ανώνυμους φίλους σου, που συναχθήκαμε για το κατευόδιό σου, το πρόσωπό σου φεγγοβολάει και λάμπει σαν ήλιος καλοκαιρινός.
Αλήθεια, μας βλέπεις πολλούς συναγμένους γύρω σου. Μας έφερε όλους κοντά σου η πικρή στιγμή της φυγής σου από τούτον τον κόσμο. Ο πόνος μας είναι βαθύς και οξύς. Γιατί όσο πιο μεγάλο είναι το πνευματικό βάρος του ταξιδιώτη, τόσο πιο θλιμμένο το πικρό κατευόδιο. Μας έφερε όμως και η ευγνωμοσύνη που τρέφουμε όλοι εμείς και χωρίς υπερβολή χιλιάδες άλλοι, απέναντί σου.
Μας συνέχει, λοιπόν, η πίκρα του αποχωρισμού μας. Mας κρατά όμως όρθιους η βεβαιότητα ότι τώρα ζεις πιο λαμπρά και πιο φωτεινά, στην ανέσπερη μέρα της βασιλείας. Μας κρατά όρθιους επίσης η ταπεινή περηφάνεια, που έχουμε, ότι τα έκανες, τα κανόνιζες στη διαδρομή της εδώ βιωτής σου, όλα μα όλα, όπως πρέπει, σε τέλειο βαθμό ∙ πρώτον στην πυρηνική σου οικογένεια (στη εκλεκτή σου σύζυγο, την αγαπητή και σεβαστή μας κ. Χριστίνα, που ομόρφαινε τη ζωή σου, στις ευγενικές κόρες σου την Κατερίνα και τη Γιούλα, στα εκλεκτά σου εγγόνια, στην αδελφή σου, στους δικούς σου γενικά), και έπειτα στην ευρύτερη, την πανεπιστημιακή οικογένεια και στις πάρα πολλές σου άλλες παρουσίες. Εκεί που ασταμάτητα ξοδευόσουν για να ανεβαίνουμε όλοι λίγο ψηλότερα. Για να βλέπουν τα μάτια μας λίγο καθαρότερα.
Ήσουν φτιαγμένος, δάσκαλε, από θεία υλικά. Πολύτιμα και σπάνια. Ο πλάστης στη δημιουργία τη δική σου έσμιξε πολλά: το υλικό της σύνεσης, και της συνέπειας. Το υλικό της αξιοπρέπειας και της αρχοντιάς. Το υλικό της χαράς, του γέλιου και του χιούμορ. Το υλικό της μεγαλοσύνης και της συγχωρητικότητας, προ πάντων του καλού λόγου για όλους και πάνω απ’ όλα το μεγαλείο της ταπείνωσης και της αγάπης. Έφυγες, λοιπόν, και αυτή την ώρα άκουσες, κάτι που ποθούν πολλοί να συμβεί και με τους ίδιους. Αντί για τα πένθιμα άσματα της Εξόδιας ακολουθίας, σου ψάλλαμε τον Αναστάσιμο κανόνα, όπως είπε και ο Άγιος Αρκαλοχωρίου.
Υπήρξες ένας από τους σημαντικότερους θεολόγους του καιρού μας, αλλά νομίζω και του μέλλοντος. Γιατί μπόλιασες με επιτυχία την πατερική σκέψη, την οποία κατείχες άριστα, στη νεότερη Ευρωπαϊκή. Δεν επαναπαύτηκες στις δάφνες του παρελθόντος, αλλά ζητούσες και περπάτημα σύγχρονο. Αυτή η συνετή μέθοδος αναγνωρίστηκε και ολοένα αναγνωρίζεται στον τόπο μας και όχι μόνο.
Γι’ αυτό θα δεσπόζει η επιστημονική σου σκέψη για πολλά χρόνια. Ήσουν ο ακριβής και ο εμπνευσμένος ερμηνευτής της Κ. Διαθήκης. Την ερμήνευσες άκρως επιστημονικά και ταυτόχρονα άκρως εκκλησιαστικά, για το λαό του Θεού, που περιμένει λόγο νηφάλιο και τεκμηριωμένο. Όπως έγραψε φίλος σου ποιητής, ο γιατρός Ανδρέας Λίτος, το ερμηνευτικό σου έργο: «ανοίγει οφθαλμούς στην απεραντοσύνη της θείας ερμηνείας».
Υπήρξες διδάσκαλος χιλιάδων μαθητών. Στο μακρό, πάνω από 40 χρόνια, πέρασμά σου από το πανεπιστήμιο δίδαξες φως και άφθαρτες αλήθειες. Με σαφήνεια. Με καθαρότητα. Με πρωτοτυπία.
Για μένα προσωπικά δεν ήσουν απλά ο γεννήτορας και χειραγωγός μου στην πορεία μου στον ωραίο χώρο της Κ. Διαθήκης. Δεν ήσουν μόνο ο άνθρωπος που άκουγε και μετείχε σε ό,τι καλό ή και δυσάρεστο ερχόταν σε μένα ή στην οικογένειά μου, ήσουν αυτός που σεβάστηκε την ιεροσύνη μου. Κι αυτό δεν ήταν από τα αυτονόητα. Αν επιτρέπεται εδώ να πω ότι κάποιες φορές που έψελνες, ή έκανες τον αναγνώστη ή ακόμη και ετοίμαζες το θυμιατό ή κρατούσες το κερί στις λειτουργίες μας, τότε καταλάβαινα πόσο μεγαλύτερος ήσουν από όσο άφηνες να γνωρίζουμε.
Σε εποχή καθίζησης των ηθικών αξιών θα μας μείνεις ένα πολύ φωτεινό παράδειγμα ήθους. Ήσουν ο άνθρωπος που περπατούσε εδώ, μα νοσταλγούσες μυστικά και αθόρυβα, τον κόσμο της Αναστάσεως. Ήσουν ο άνθρωπος της Εκκλησίας, που ζούσε τα μυστήριά της και τρεφόταν από αυτά, και ταυτόχρονα αυτός που νοσταλγούσε και έβλεπε την προοπτική της, ολοένα εγγίζουσα. Ήσουν, όπως με διαβεβαίωσε η σεβαστή μου κ. Χριστίνα, «άνθρωπος του Σταυρού και της Αναστάσεως». Γι’ αυτό και ο ουρανός θα δοξάσει το έργο σου, αλησμόνητε διδάσκαλε. Λαμπρή και μεγάλη γιορτή θα γίνει στη βασιλεία του Θεού.
Βαρύ, λοιπόν, το χρέος που μας κληρονόμησες, σεμνέ διδάσκαλε. Στους τόπους της αθανασίας και της γαλήνης, που ταξιδεύεις, θα βρεις αγαπημένους πολλούς: Τους καλούς σου γονείς. Την αδελφή σου. Τον καρδιακό σου φίλο Βασίλη Στογιάννο, όπως ανέφερε και ο Καθηγητής-Σεβασμιώτατος Αρκαλοχωρίου. Τον δάσκαλό σου και δάσκαλο όλων μας Σάββα Αγουρίδη, τον φίλο σου Ιωάννη Γαλάνη, που βιάστηκε να φύγει πριν από σένα, τον σεβαστό μας Γεώργιο Γαλίτη, που έγραψες και τη νεκρολογία του και άλλους πολλούς. Σωστή σύναξη Καινοδιαθηκολόγων στον ουρανό. Ίσως για μια νέα μετάφραση της Κ. Διαθήκης, στη γλώσσα των αγγέλων αυτή τη φορά…
Τα χώματα που σέμνυνες με το διάβα σου, άνοιξαν να σε δεχτούν. Θα δεχτούν την οικία του σκήνους σου. Η πνευματική σου όμως ύπαρξη, που οικοδόμησες με περισσή φροντίδα, πορεύεται ήδη προς τον κόσμο των δικαίων, ο οποίος θα γίνει πλουσιότερος με την παρουσία σου. Στην αιωνιότητα, λοιπόν, που ποθούσες είσαι βέβαιος, σεβαστέ μας δάσκαλε, από τριημέρου. Εμείς το μαθαίνουμε από τις αμυγδαλιές που άνθισαν λευκότερες, γιατί οι ρίζες τους τρέφονται ήδη από τους δικούς σου χυμούς.
Θα στερηθούμε οπωσδήποτε τη σωματική σου παρουσία. Πρώτα- πρώτα η αγαπητή μας οικογένειά σου. Έπειτα όλοι εμείς. Όμως, όπως είπαμε και άλλοτε, πάλι για σένα δάσκαλε, ταιριάζει στην περίπτωσή σου ο λόγος του ποιητή: «Βραδιάζει -ξημερώνει μένει λευκό το γιασεμί».
Και συ ήσουν γιασεμί πάλευκο!
Καλό σου ταξίδι, ολόλαμπρε ταξιδιώτη.