Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Τα σχολεία άνοιξαν. Μάθημα 10ο (τελευταίο)

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Τελευταίο μάθημα, με τα σχολεία να έχουν ανοίξει. Και στα δέκα μαθήματα, έχω την ταπεινή γνώμη ότι προσπάθησα να αναδείξω ζητήματα που, κυρίως, αφορούν εμάς τους εκπαιδευτικούς. Μακριά, βέβαια, από μεγαλόστομους και κούφιους διδακτικούς ρητορισμούς. Στο μάθημά μας τώρα… Στο σχολείο αδιαμφισβήτητα οι μαθητές χρειάζονται εκπαιδευτικούς που να νοιάζονται για αυτούς, που να τους ακούνε και να τους νιώθουν. Δυστυχώς, ως εκπαιδευτικοί δεν έχουμε μάθει να ακούμε τους μαθητές μας. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, αν τους ακούμε τι μας λένε, τους ακούμε μόνο με τα αυτιά μας, όχι με την καρδιά μας. Δυσκολευομάστε να αποδεχθούμε τα συναισθήματά τους. Μας λείπει η διάθεση να ανοίξουμε διάλογο μαζί τους· αλλά απαιτούμε από τους μαθητές μας να μάθουν να διαλέγονται με τους άλλους. Το παρακάτω απόσπασμα νομίζω ότι επιλύει το παραπάνω πρόβλημα. Καθόλου δύσκολο δεν είναι να το λάβουμε σοβαρά υπόψη μας. Κι ας θυσιάσουμε έστω και μια ώρα από τη δασκαλοκεντρική «διδακτική μεθοδολογία» της Τράπεζας Θεμάτων!

«Από την άλλη μεριά, ο διάλογος είναι ανύπαρκτος χωρίς την ταπεινοφροσύνη. Η ονομάτιση του κόσμου, διαμέσου της οποίας οι άνθρωποι αναδημιουργούν συνέχεια αυτόν τον κόσμο, δεν μπορεί να είναι πράξη αλαζονείας. Ο διάλογος, όντας η συνάντηση των ανθρώπων που αναλαμβάνουν από κοινού το καθήκον να διδάσκονται και να δρουν, διασπάται αν τα συμμετέχοντα μέλη (ή το ένα από αυτά) δείξουν έλλειψη ταπεινοφροσύνης. Πως θα κάνω διάλογο, αν θεωρώ ότι οι άλλοι είναι αμαθείς και μόνο εγώ δεν βλέπω τη δική μου αμάθεια; Πώς θα μπορέσω να κάνω διάλογο αν θεωρώ τον εαυτό μου σαν κάτι το ξέχωρο από τους άλλους, στους οποίους δεν μπορώ ν’ αναγνωρίσω άλλα “Εγώ”; Πως θα κάνω διάλογο αν θεωρώ τον εαυτό μου σαν ένα μέλος του κλειστού κύκλου των “καθαρόαιμων” ανθρώπων, κατόχων της αλήθειας και της γνώσης, για τους οποίους τα μή-μέλη είναι ο “ο χύδην όχλος”, “οι άξεστοι”; Πως θα μπορέσω ν’ ανοίξω διάλογο αν ξεκινώ από την υπόθεση ότι η ονομάτιση του κόσμου είναι έργο μόνο των εκλεκτών, και πως η παρουσία του λαού στην ιστορία είναι σημείο παρακμής που πρέπει ν’ αποφεύγεται; Πως θ’ ανοίξω διάλογο αν κουμπώνομαι – και μάλιστα νιώθω προσβεβλημένος – μπροστά στη συνεισφορά των άλλων, αν ταράζομαι και αρρωσταίνω μπροστά στο ενδεχόμενο να μετατοπιστώ; Έπαρση και διάλογος είναι έννοιες ασυμβίβαστες. Άνθρωποι που τους λείπει η ταπεινοφροσύνη (ή που την έχασαν) δεν μπορούν να πλησιάσουν τους άλλους ανθρώπους, ούτε μπορούν να γίνουν σύντροφοί τους στην ονομάτιση του κόσμου. Εκείνος που δεν αναγνωρίζει τον εαυτό του ως κοινό θνητό, έχει να κάνει πολύ δρόμο ακόμα για να φτάσει στο σημείο της συνάντησης. Στο σημείο αυτό δεν υπάρχουν ούτε τελείως αμαθείς, ούτε τέλειοι σοφοί, παρά μόνο άνθρωποι που επιχειρούν μαζί να μάθουν περισσότερα απ’ όσα ξέρουν τώρα».


ΠΑΟΥΛΟ ΦΡΕΪΡΕ. (1976). Η αγωγή του καταπιεζόμενου, μτφρ. Γιάννης Κρητικός, εισαγωγή Θεόφραστος Γέρου. Αθήνα: Ράππα, σ. 105.

Φόβος και Τρόμος

«Με την πίστη ο Αβραάμ εγκατέλειψε τη γη των πατέρων του και παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλοτρίαν. Άφησε ένα πράγμα, το χθόνιο λογικό του, και πήρε ένα άλλο, την πίστη· αλλιώτικα, αν σκεφτόταν το παράλογο του ταξιδιού, δεν θα έφευγε. Με την πίστη παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλοτρίαν, όπου τίποτε δεν του θύμιζε πράγματα αγαπημένα, ενώ τα πάντα, καινούργια γύρω του, στάλαζαν στην ψυχή του τη δοκιμασία μιας οδυνηρής θλίψης. Μολαταύτα, ήταν ο εκλεκτός του Θεού, είχε την εύνοια του Αιώνιου! Βέβαια, αν ήταν ένας απόκληρος, απόβλητος από τη θεία χάρη, θα κατανοούσε καλύτερα ότι η κατάσταση αυτή έμοιαζε εμπαιγμός, γι’ αυτόν και για την πίστη του. Έτσι, στον κόσμο αυτό έζησε εξόριστος από την πολυφίλητη πατρίδα του. Δε λησμονήθηκε, ούτε τα δάκρυά του λησμονήθηκαν, αφού μέσα στη θλίψη του αναζήτησε και βρήκε εκείνο που είχε χάσει. Ο Αβραάμ δεν μας κληρονόμησε θρήνους. Είναι ανθρώπινο το παράπονο, ανθρώπινο το να κλαις μαζί με αυτόν που κλαίει, πιο μεγάλο όμως είναι να πιστεύεις, και πιο σωτήριο να θεάσαι τον πιστό».


S. KIERKEGAARD. (1980). Φόβος και Τρόμος. Λυρικό – Διαλεκτικό Δοκίμιο υπό του Ιωάννου της Σιωπής. Εισαγωγή Ζαν Βαλ. Μετάφραση Α. Σολομού. Επιμέλεια Φ. Αμπατζοπούλου. Αθήνα: Νεφέλη, σ. 43.

Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2022

Τα σχολεία άνοιξαν. Μάθημα 9ο (προτελευταίο)

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Για τον παιδαγωγό και τον παιδαγωγούμενο, τον δάσκαλο – καθηγητή και μαθητή, η σχέση τους είναι αμφίδρομη. Στις πολλές δραστηριότητες που αναπτύσσονται μεταξύ τους, μία από αυτές είναι και η μάθηση. Η λέξη παράγεται από το ρήμα μορφώνω, που σημαίνει δίνω μορφή, διαπλάθω. Ο εκ Λέσβου παιδαγωγός Παναγιώτης Δ. Ξωχέλλης, στο πάντα επίκαιρο βιβλίο του Θεμελιώδη Προβλήματα της Παιδαγωγικής Επιστήμης. Εισαγωγή στην Παιδαγωγική, ως μάθηση ορίζει «την προσπάθεια παιδιού και εφήβου για απόκτηση εμπειριών ή τύπων συμπεριφοράς, για να αναπτύξουν με αυτοτέλεια τις απαιτήσεις του κοινωνικοπολιτιστικού περιβάλλοντός τους», (εκδ. Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 31983, σ. 13). 
Ως βασικός όρος της Παιδαγωγικής Επιστήμης, η μάθηση δεν είναι μόνο οι γνώσεις που αποκτά ο μαθητής. Είναι και η εσωτερική διάπλαση και καλλιέργειά του. Οι δύο μορφές μάθησης, η ετερόφωτη και η αυτόφωτη, στις οποίες ο Ευάγγελος Π. Παπανούστος αφιερώνει το δοκίμιό του με τίτλο «Η μάθηση», έχω την ταπεινή γνώμη ότι για κάθε εκπαιδευτικό έχουν μεγάλη σημασία. Κι όχι μόνο για τον εκπαιδευτικό, αλλά και για κάθε μαθητή και για κάθε γονέα. Το παρακάτω απόσπασμα είναι ο επίλογος του δοκιμίου που παραπάνω ανέφερα. Ευχή κάνω: να μας συντροφεύει κάθε λεπτό, τουλάχιστον μέσα στη σχολική τάξη. Δασκάλους - καθηγητές και μαθητές.


Ε. Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΣ. (21984). «Η μάθηση», στο: Πρακτική Φιλοσοφία. Αθήνα: Δωδώνη, σσ. 62-63.

Μνημονεύετε Γιώργο Σεφέρη!

«Ανήκω στη γενιά του Διχασμού, αλλά δεν είμαι φανατικός. Την κρίση εκείνη την έζησα κατάσαρκα· αλλά η εμπάθεια δεν είναι το κλίμα μου. Και στους καιρούς ακόμη που είχαν αποχαλινωθεί τα πιο τυφλωτικά πάθη, η ροπή μου ήταν να προσπαθώ να καταλάβω την άποψη του άλλου. Είμαι περισσότερο άνθρωπος του διαλόγου παρά της γροθιάς. Αν έζησα σ’ ένα κόσμο που προτιμούσε να σπάζει κεφάλια, δυναμικό, καθώς τους αρέσει να λένε, δεν τον εθαύμασα· τη δύναμη τη βλέπω αλλού».


ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ. (1992). Δοκιμές. Παραλειπόμενα (1932-1971), τ. Γ΄. Αθήνα: Δόμος, σ. 21.

Για τη νέα σχολική χρονιά...

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Σ' ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου κυριαρχεί ο πασιφανής συμπλεγματισμός ότι τα πάντα μπορεί να είναι καινοτόμα, σε μια σχολική κουλτούρα όπου η καλή επίδοση των εκπαιδευτικών εξαρτάται από τα πόσα Προγράμματα μπορούν να συμμετάσχουν, σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου οι ανθρωπιστικές σπουδές όλο και περισσότερο τίθενται στο περιθώριο, σ’ ένα εν τέλει εκπαιδευτικό σύστημα όπου εμείς οι εκπαιδευτικοί δεν σταματάμε να ζητάμε συνεχή επιμόρφωση – απαραίτητη καθώς είναι – και δεν κοπιάζουμε για την αυτομόρφωσή μας, ο Σταύρος Ζουμπουλάκης με το βιβλίο του Για το Σχολείο, δείχνει ότι, τον χαμένο πια δρόμο της αξίας του ΔΑΣΚΑΛΟΥ, μπορούμε ξανά να τον βρούμε, φτάνει να μοχθήσουμε για ένα σχολείο που να «λειτουργεί κανονικά, όπου ο δάσκαλος διδάσκει – και δεν επικοινωνεί απλώς με τα παιδιά – και οι μαθητές μαθαίνουν γράμματα – και δεν αποκτούν δεξιότητες».


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Προλόγισμα.
Ελάχιστα προκαταρκτικά.
Το σχολείο θεσμός καινοτομίας και επικοινωνίας ή συντήρησης και μετάδοσης;
Σχολείο κλειστό στη ζωή.
Τους μαθητές δεν τους αγαπάμε, τους διδάσκουμε.
Η αβουλία των εφήβων.
Καταλήψεις: Είμαστε υπέρ ή κατά;
Ο Δεκέμβρης 2008 και το σχολείο.
Τι είναι αυτό που κάνει περήφανη την ΟΛΜΕ;
Τι είναι αυτό που παραδέχτηκε ως λάθος της η υπουργός Παιδείας;
Για τα αρχαία ελληνικά.
Η ενδογλωσσική μετάφραση στο σχολείο. Ένα παράδειγμα.
Εννέα προτάσεις για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας.
Για τη λογοτεχνία στο σχολείο. Συζήτηση με δύο μαθήτριες.
Τερπνές και ωφέλιμες διακοπές. Για τη διδασκαλία της λογοτεχνίας και την αξιολόγηση.
Τα θρησκευτικά ως βιβλικό μάθημα.
Πολιτισμός και σχολείο. Συζήτηση στην εφημερίδα «Η Αυγή».
Το φάντασμα της μεταρρύθμισης.
Αξιολόγηση, επειγόντως!
Η βεβήλωση της σημαίας.
Παράρτημα: Ομιλία για το Πολυτεχνείο σε μαθητές Λυκείου.
Εκδοτικό σημείωμα.

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2022

Ποιά Θεολογία;

«Μια θεολογία “αυτιστική”, που δεν συναντιέται με τίποτε και με κανέναν, που δεν ενδιαφέρεται να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας ανάμεσα σε αντιτιθέμενους πόλους και δεν φιλοδοξεί να αποκριθεί στα ερωτήματα που θέτει ενώπιόν της η εκάστοτε περίσταση είναι, το λιγότερο, μια θεολογία ανάξια του oνόματός της».

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΟΥΛΗΣ. (2015). «Το Θυσιαζόμενο Πρόσωπο. Μία απόπειρα θεολογικής ανάγνωσης της Θυσίας του Andrei Tarkovsky». Θεολογία. 86: 328.


Φωτό από τη μεγαλειώδη ταινία Θυσία, ενός από τους μεγαλύτερος ποιητές της Έβδομης Τέχνης, του Αντρέι Ταρκόφσκι.

Περιοδικὸ ΣΥΝΑΞΗ: Μεταλλάξεις στὸν δημόσιο χῶρο


Ἐδῶ καὶ καιρὸ ἡ θεολογία μας ἐπιχειρηματολογεῖ γιὰ τὸ ὅτι ἡ θρησκεία δὲν εἶναι μία ἐπιλογὴ περίκλειστη στὴν ἰδιωτικὴ σφαίρα, ἀλλὰ ἀντιθέτως εἶναι ὑπόθεση ποὺ ἀφορᾶ τὸν δημόσιο χῶρο. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἡ θρησκευτικὴ ταυτότητα βεβαίως καὶ εἶναι ζήτημα προσωπικό (δὲν ὑπάρχει πίστη χωρὶς προσωπικὴ ἀποδοχή, βίωση καὶ εὐθύνη), ἀλλὰ αὐτόχρημα διαποτίζει τὴ δημόσια σφαίρα: ἐμπνέει στάσεις ζωῆς τοῦ ἀνθρώπινου ὑποκειμένου στὸν κοινὸ βίο καὶ διαμορφώνει ἀπαντήσεις του σὲ ἐρωτήματα γιὰ τὸν προσανατολισμὸ τῆς κοινωνίας.
Ἐξυπακούεται ὅτι κάθε θρησκευτικὴ ταυτότητα ἔχει τὰ δικά της κριτήρια καὶ τὸ δικό της ἦθος, κι ἔτσι συναντᾶμε πλῆθος ταυτοτήτων, φωτεινῶν καὶ σκοτεινῶν. Γιὰ τὴν χριστιανικὴ ὀπτικὴ πάντως ἡ παρουσία τῆς πίστης στὸν δημόσιο χῶρο δὲν μπορεῖ νὰ σημαίνει θεοκρατία καὶ μετατροπὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ κρατικὸ βραχίονα, ἀλλὰ συμμετοχὴ στὶς διαβουλεύσεις τῆς κοινωνίας, μὲ γλώσσα ἡ ὁποία νὰ δίνει μὲν μαρτυρία τῆς χριστιανικῆς ὀπτικῆς, ἀλλὰ ταυτόχρονα νὰ εἶναι ἡ κοινὴ γλώσσα τῆς κοινωνίας (καὶ ὄχι μιὰ ἰδιόλεκτος κατανοητὴ μόνο στὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητας). Ὅλα αὐτὰ ἔχουν φυσικὰ τὴν δυσκολία τους. Στὴν πραγματικότητα ὅμως δὲν εἶναι παρὰ ἄσκηση τῆς Ἐκκλησίας στὴν ἴδια της τὴν ἀποστολὴ καὶ στὸ χρέος της νὰ συναντιέται μὲ τὸ σήμερα.
Ταυτόχρονα, κυρίαρχο χαρακτηριστικὸ τοῦ δημόσιου χώρου –κυρίως στὸν δυτικὸ κόσμο– εἶναι ἡ ἐκκοσμίκευση. Ἂς τὸ ὑπενθυμίσουμε: Ὁ ὅρος ἐκκοσμίκευση ἔχει ἄλλο νόημα θεολογικὰ καὶ ἄλλο νόημα κοινωνιολογικά. Θεολογικὰ σημαίνει τὸ νὰ ἀπολέσει ἡ Ἐκκλησία τὰ κριτήρια τοῦ Εὐαγγελίου (μὲ τὰ ὁποῖα ὀφείλει νὰ μεταμορφώνει τὸν κόσμο) καὶ νὰ μεταλλαχθεῖ ἡ ἴδια σὲ κόσμο. Κοινωνιολογικά, ὅμως, ἐκκοσμίκευση σημαίνει τὸ νὰ μὴ διέπεται πλέον ἡ κοινωνία ἀπὸ κάποια θρησκευτικὴ πίστη, καὶ ἡ πολιτεία νὰ μὴ δομεῖται ἐπὶ τῇ βάσει θρησκευτικῶν κανόνων. Ἡ πορεία τῆς ἐκκοσμίκευσης ἔχει ὑπάρξει πολυειδής, ἀπὸ ἀνοχὴ πρὸς τὴ θρησκεία μέχρι στρίμωγμά της στὴν ἰδιώτευση ἢ καὶ ἐχθρότητα ἀπέναντί της. Σὲ αὐτὸ τὸ σκηνικὸ ὡστόσο ἔχει ἰδιαίτερη σημασία ἡ εἴσοδος δύο τάσεων:
1) Ἤδη ἀπὸ τὴ δεκαετία τοῦ 1950 ὁρισμένοι διανοητές (φιλόσοφοι καὶ πολιτικοὶ ἐπιστήμονες, ἄθεοι οἱ περισσότεροι) καταθέτουν τὴν πεποίθησή τους ὅτι ἡ θρησκεία εἶναι σημαντικὸ στοιχεῖο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καὶ μὴ ἀμελητέα συνιστῶσα τοῦ δημόσιου χώρου. Κατὰ τοὺς στοχαστὲς αὐτοὺς ἡ θρησκευτικὴ σκέψη (καὶ μάλιστα ἡ χριστιανική) ἀνοίγει τὸ σήμερα στὸν ὁραματισμὸ ἑνὸς ἀληθινοῦ μέλλοντος, πέρα ἀπὸ τὴν ἐνεστῶσα μορφὴ τοῦ κόσμου. Ἡ θρησκεία δηλαδὴ κρατᾶ στὴν κοινωνία ἐναργῆ τὴν πολύτιμη αἴσθηση ὅτι «κάτι λείπει»1.
2) Στάγδην ἀπὸ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ 1970, ἀλλὰ ὁρμητικὰ ἀπὸ τὴν 11η Σεπτεμβρίου 2001, λαμβάνει χώρα ἡ λεγόμενη «ἐπιστροφὴ τῆς θρησκείας», ὄχι τόσο μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἐξαπλώνεται ἡ πίστη2, ἀλλὰ μὲ τὴν ἔννοια ὅτι ἡ θρησκεία ἀποτελεῖ πλέον ἔγνοια τῆς δημόσιας διαβούλευσης, εἴτε θετικά (ὡς ἀναγνώριση τῆς ἀνθρωπιστικῆς συμβολῆς τῆς θρησκείας σὲ ἕναν ἀπάνθρωπο κόσμο) εἴτε ἀρνητικά (ὡς ἀνησυχία τῶν δημοκρατιῶν γιὰ τὴν ἐνδυνάμωση τοῦ θεοκρατικοῦ φονταμενταλισμοῦ).
Ὅλα αὐτὰ ἐκβάλλουν σήμερα σὲ ἕναν ἀναβρασμὸ στὸν δημόσιο χῶρο. Χαρακτηριστικὴ εἶναι ἡ νέα συζήτηση, γιὰ τὴν «μετα-εκκοσμίκευση». Ὁ ὅρος χρησιμοποιεῖται μὲ ποικίλες φορτίσεις (ὅλοι οἱ ὅροι μὲ πρῶτο συνθετικὸ τὸ «μετα-», φέρουν μιὰ ἀσάφεια ποὺ χρειάζεται διευκρινίσεις), χοντρικὰ πάντως ἡ συζήτηση διαυγάζει τὸ ὅτι ἡ περίοδος ποὺ διανύουμε δὲν σημαίνει τελείωμα τῆς ἐκκοσμίκευσης (καὶ τῆς ἐλευθερίας τὴν ὁποία αὐτὴ διασφαλίζει ἔναντι τῆς θεοκρατικῆς παρεκτροπῆς), οὔτε μιὰ ρεβανσιστικὴ ἀντεπίθεση τῆς θρησκείας, ἀλλὰ ἀποτελεῖ νέα μορφὴ ἐκκοσμίκευσης, μὲ τὸ κράτος νὰ μὴν θρησκεύει μέν, ἀλλὰ πλέον νὰ θεωρεῖ τὶς θρησκεῖες ἑταίρους τοῦ δημόσιου χώρου καὶ μάλιστα νὰ νοιάζεται γιὰ τὴν ἔκφρασή τους σ’ αὐτόν.
Μὲ τὴν παρουσία τῶν Χριστιανῶν στὸν δημόσιο χῶρο καὶ μὲ τὴν ταλάντωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν κοινοτήτων μεταξὺ ἐσωστρέφειας καὶ ἀνοίγματός τους ἔχουμε ἀσχοληθεῖ κατ’ ἐπανάληψη (βλ. ἰδίως τὰ τεύχη 120/2011, «Κεντρομόλα καὶ φυγόκεντρα»· 124/2012, «Ἡ Ἐκκλησία στὸν δημόσιο χῶρο»· 137/2016 «Ἡ πάλη μὲ τὴν κοινότητα»). Μὲ τὸ ἀφιέρωμα ἐτοῦτο λοιπὸν ἀνανεώνουμε τὸν προβληματισμό, παρακολουθώντας τὶς τρέχουσες ἐξελίξεις στὸν δημόσιο χῶρο καὶ τὶς ἀναμετρήσεις περὶ τὴν «μετα-εκκοσμίκευση».
Ἀφοῦ ὁ Διονύσης Σκλήρης χαρτογραφήσει τὸ τοπίο τῶν σημερινῶν συζητήσεων, τέσσερις στοχαστές (π. Εὐάγγελος Γκανάς, π. Δημήτριος Μπαθρέλλος, Παντελὴς Καλαϊτζίδης καὶ Χαράλαμπος Βέντης) δίνουν τὴν δική του ὁ καθένας ἀποτίμηση τῆς τωρινῆς κατάστασης, ἀναδεικνύοντας εὐκαιρίες καὶ προκλήσεις, συγχύσεις καὶ προβλήματα. Ὁ Πέτρος Παναγιωτόπουλος ἐξετάζει κατὰ πόσο ὁ δημόσιος χῶρος σήμερα ἔχει μετατεθεῖ (ἢ ἔχει ἀλλοιωθεῖ) στὸν κυβερνοχῶρο. Ὁ Βασίλης Ξυδιᾶς προσεγγίζει τὸν «δικαιωματισμό», δηλαδὴ τὸ πρόσφατο φαινόμενο τῆς αὐτονόμησης τοῦ ἀτομικοῦ δικαιώματος ἀπὸ κάθε κοινωνικὸ συμφραζόμενο. Ἡ Ἀγγελικὴ Ζιάκα ἀφουγκράζεται τὴν ταραχὴ τὴν ὁποία φέρνει στὰ εὐρωπαϊκὰ ἐκπαιδευτικὰ συστήματα ἡ μετεκκοσμίκευση καὶ ἡ διελκυστίνδα μεταξὺ μαθήματος τῶν θρησκευτικῶν ποὺ ἀπευθύνεται σὲ ὅλους τοὺς μαθητές, καὶ μαθήματος ποὺ ἐκχωρεῖται στὶς θρησκευτικὲς κοινότητες γιὰ τὰ μέλη τους.
Τὸ ἀφιέρωμα ὁλοκληρώνεται μὲ τὴ συζήτηση (ἀπὸ τοὺς Παντελὴ Καλαϊτζίδη, π. Ἰωάννη Χρυσαυγή, Βασίλη Μακρίδη καὶ Θανάση Ν. Παπαθανασίου) τοῦ σημαντικοῦ γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη παρουσία στὸν δημόσιο χῶρο κειμένου, «Ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς: Τὸ κοινωνικὸ ἦθος τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας», τὸ ὁποῖο δημοσιεύτηκε τὴν ἄνοιξη τοῦ 2000.
Καὶ βλέπουμε…
Θ.Ν.Π.

1. Βλ. ἐνδεικτικὰ Ernst Bloch & Th. W. Adorno, Κάτι λείπει. Μιὰ συζήτηση γιὰ τὶς ἀντιφάσεις τῆς οὐτοπικῆς ἐπιθυμίας, (μτφρ. Στέφανος Ροζάνης), ἐκδ. Ἔρασμος, Ἀθήνα 2000, σ. 31.
2. Εἰδικὰ στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη τὰ ἐκκλησιάσματα βρίσκονται σὲ συρρίκνωση, ἀποτελώντας τὸ 25% τοῦ παγκόσμιου χριστιανικοῦ πληθυσμοῦ, ἐνῶ πρὶν ἀπὸ ἕναν αἰώνα ξεπερνοῦσαν τὸ 66%. Σήμερα ἡ πλειονότητα τῶν χριστιανῶν βρίσκεται στὸν Παγκόσμιο Νότο, τὸν μέχρι πρότινος λεγόμενο Τρίτο Κόσμο.

ΠΗΓΗ: Σύναξη

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2022

Τα σχολεία άνοιξαν. Μάθημα 8ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Δεν χωρά αμφιβολία ότι πολλές φορές οι σχέσεις των παιδιών με τους γονείς τους είναι προβληματικές, με αποτέλεσμα το προβληματικό σκηνικό που επικρατεί στο σπίτι να μεταφέρεται και στο σχολείο. Συχνά, στη συζήτηση που κάνω με μαθητές μου, για τις σχέσεις που έχουν με τους γονείς τους, διαπιστώνω πως λείπει κάτι βασικό: μαθητές να μην έχουν διάθεση να συζητήσουν με τους γονείς τους για πολλά ζητήματα που τους απασχολούν και το αντίθετο, γονείς να μην συζητούν με τα παιδιά τους για καυτά θέματα, τα οποία κυρίως αφορούν την εφηβεία (σχολείο, μάθηση, επίδοση στα μαθήματα, αποτυχία, ευθύνη, έρωτας, σεξουαλικότητα, στόχοι, συμπεριφορά, πειθαρχία, αυτοέλεγχος, ανυπακοή, αυτοεκτίμηση, ταυτότητα, εμπόδια, φόβοι, καταπίεση, άγχος, απόρριψη, αγωνία, αντίδραση, φιλία, ομορφιά, κίνδυνοι, νεύρα, συναισθήματα, αλήθεια, ψέμα, επανάσταση, μουσική, μόδα, αναζήτηση, ελευθερία), και τόσα άλλα που κάνουν την εφηβεία σημαντική περίοδο της ζωής ενός ανθρώπου. 
Συνήθως όταν η συζήτηση με τους μαθητές μου κινείται στο παραπάνω επίπεδο, διαπιστώνω πως οι περισσότεροι ζητούν έτοιμες λύσεις. Ανυπόκριτα τότε τους λέγω ότι δεν μπορώ να δώσω οριστικές απαντήσεις στα πολλά ερωτήματά τους. Πιστεύω ακράδαντα πως τέτοια ζητήματα, πάντοτε, θα τα στοιχειώνει η αβεβαιότητα και η αστάθεια. Το ζητούμενο, όμως, είναι ο διάλογος των γονιών με τα παιδιά τους και το αντίθετο των παιδιών με τους γονείς τους, πράγμα που δεν γίνεται ή, αν γίνεται είναι κάλπικος, ψεύτικος, δίχως αλήθειες που πρέπει να λέγονται και να ακούγονται. 
Το παρακάτω μικρό απόσπασμα, αν και προέρχεται από το χώρο της Λογοτεχνίας, και παρόλο που ο συγγραφέας υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς του 20ού αιώνα, έχει τεράστια παιδαγωγική σημασία. Καταγράφει πως ένα ολόκληρο σύστημα παιδαγωγικής μεθόδου εντός της οικογένειας – λανθασμένο πέρα για πέρα – μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες στη ζωή ενός παιδιού.

«Είχα ανάγκη από μια ενθάρρυνση, από ελάχιστη λεπτότητα. Χρειαζόμουν να μου ανοίξουν λίγο τον δρόμο, αλλά εσύ μού τον έκλεινες, εμφορούμενος βέβαια από την αξιέπαινη πίστη, ότι έπρεπε να πάρω κάποιον άλλο, διαφορετικό. Μόνο που εγώ ήμουν ανίκανος για κάτι τέτοιο».

ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ. (1987). Γράμμα στον πατέρα, μτφρ. Φαίδων Καλαμαράς. Αθήνα: Νεφέλη, σ. 14.

Δευτέρα 19 Σεπτεμβρίου 2022

Τα σχολεία άνοιξαν. Μάθημα 7ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Καυστικό, προφητικό και επίκαιρο το παρακάτω κείμενο. Γράφτηκε πριν έναν αιώνα από τον φωτισμένο δάσκαλο Μίλτο Κουντουρά. Σήμερα, στη σχολική τάξη, το συζήτησα  με μαθητές και μαθήτριες της Α΄ Λυκείου. Δυστυχώς, κανένας και καμιά ποτέ δεν είχε ακούσει το όνομα ΜΙΛΤΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ. Ποιος φταίει; Ας μη βιαστούμε να ρίξουμε την ευθύνη μόνο στους μαθητές και τις μαθήτριες. Το σημερινό σχολείο, αντί της Παιδαγωγικής του Μυστηρίου έχει μετατραπεί – και με δική μας ευθυνη – σε Παιδαγωγική της Καινοτομίας…

«Η μαύρη αλήθεια λοιπόν είναι τούτη: Στην Ελλάδα σήμερα δεν υπάρχει εκπαίδευση. Το φωνάζουν απελπισμένοι όσοι αγαπούν το Σχολειό, το επανέλαβαν χίλιες φορές ερασιτεχνικά στις εφημερίδες οι δημοσιογράφοι, το μουρμουρίζουν κουνώντας θλιβερά το κεφάλι οι άνθρωποι της περασμένης γενεάς, το αισθάνεται αόριστα ο αγράμματος λαός όταν συχνά μέσα στη βιοπάλη του αναστενάζει: Κοντά σ’ όλα πάνε και τα καημένα τα γράμματα!... Κι η αλήθεια είναι αυτή. Σχολειό πια δεν υπάρχει. Κινείται μονάχα ακόμη ένας ανήθικος κι αρρωστημένος οργανισμός γεμάτος από δηλητήριο και παραφροσύνη που πολύ σύντομα θα επιδράσει θανατηφόρα σ’ όλη την κατοπινή ζωή του τόπου μας. Μια σάπια και ξεχαρβαλωμένη μηχανή όπου από ανάγκη ρίχνουμε μέσα μια καθαρή κι αγνή ζωική παραγωγή - τα ευκολόπλαστα παιδιά μας - για να μας τα μεταβάλει ύστερα από λίγα χρόνια σε μούμιες κατάξερες και φασκιωμένες ή σε κινούμενα μιάσματα ανασυρμένα σαν από τάφους….»
«Ένα ψέμα, ένα “κατά συνθήκη” ψέμα κατάντησε στην Ελλάδα το Σχολειό. Μπείτε μέσα μια στιγμή και μυρίστε τον αέρα του. Βρώμα και δυσωδία. Ο δάσκαλος σαπίζει από την αθλιότητα που τον καταδικάζει ένα αφιλόστοργο και μοχθηρό Κράτος. Και παραπατάει μεθυσμένος από τη δυστυχία. Και γρονθοκοπιέται με τον εαυτό του, με το συνάδελφό του, με την κακεντρέχεια των θεσπισμένων νόμων. Και γίνεται ύπουλος και κόλακας, η χολή κιτρινίζει το πρόσωπό του, και η ψυχή του νερουλιάζει από την απόγνωση. Κι η παιδική ψυχή, η μαλακιά ακόμη, δέχεται ολημερίς και διαμορφώνεται σύμφωνα με τέτοιες θανατηφόρες επιδράσεις. Πουθενά η ωραία κ’ ελεύθερη ψυχή. Πουθενά η δονούμενη από ενέργεια κι αλήθεια ζωή. Ένα νεκρό, κατάξερο, αφιλοσόφητο γράμμα, κατακουρελιασμένο κι αυτό. Έτσι για τα μάτια…. Κι η Κοινωνία; Υπνωτισμένη παρακολουθεί το τραγικό θέαμα: Ένας χείμαρρος παιδιών βγαίνει κάθε μέρα από τα Σχολειά. Είναι η τρομερή ψυχή του δασκάλου που θα κυβερνήσει μεθαύριο τη Χώρα. Με τον αδιάπλαστό του πια ψυχικό και πνευματικό κόσμο. Και το ροδάνι θα κυλάει από γκρεμό σε γκρεμό. Και κανείς ούτε τότε πια δε θα τολμήσει να φωνάξει: “Κλείστε τα σχολειά να φτιάσουμε καινούργια!”»

ΜΙΛΤΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ. (1985). Κλείστε τα σχολειά. Εκπαιδευτικά Άπαντα. Επιμέλεια  - Σχόλια Αλέξης Δημαράς, τ. Α΄. Αθήνα: Γνώση, σσ. 21, 23.

Ο Θεός λαχταρά να αλλάξει ο κόσμος

Εφημερίδα των Συντακτών , (17 Σεπτεμβρίου 2022).

Και η σχετική ομιλία του Θανάση Ν. Παπαθανασίου στο 2ο Φεστιβάλ Μπύρας: Πεδίον του Άρεως (04 Ιουνίου 2022): https://www.facebook.com/omniawebtv/videos/472773084617426

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2022

Τα σχολεία άνοιξαν. Μάθημα 6ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Το παρακάτω απόσπασμα ανήκει στον Ελβετό ιστορικό και παιδαγωγό Γιάκομπ Μπούρκχαρτ (1818-1897). Έχω την αίσθηση ότι αφορά όλους εμάς που έχουμε σχέση με την εκπαίδευση. Κατά την ταπεινή μου γνώμη, κυρίως, αφορά και όσους ορέγονται θέσεις στελεχών στον εκπαιδευτικό χώρο. Κι επειδή είναι αρεκτοί εκείνοι που επιθυμούν να καθίσουν σε μια «καρέκλα» στελέχους, ας καταλάβουν κάποια στιγμή πως δεν είναι μόνο τα «τυπικά προσόντα» που κάνουν κάποιον στέλεχος· πίσω από το ωραίο περιτύλιγμα τους, αθέατα κάπου, βρίσκεται και η προσωπικότητα του υποψηφίου. Το πρόβλημα, όμως, είναι ποιός θα την κρίνει και θα την αξιολογήσει;

«Πριν από πολύν καιρό ο καθένας ήταν γάιδαρος από δικό του φταίξιμο και άφηνε τον κόσμο ήσυχο· τώρα αντίθετα καθένας θεωρεί τον εαυτό του μορφωμένο, φτιάχνει με μπαλώματα την “κοσμοθεωρία” του και την κηρύσσει στους συνανθρώπους του. Κανείς δε θέλει πια να μάθει, ακόμα λιγότερο να σιωπήσει, και λιγότερο απ’ όλα να αναγνωρίσει κάποιον άλλον στην εξέλιξή του. Είναι να τρελαίνεται κανείς».

K. LOWITH. (1987). Από τον Χέγκελ στον Νίτσε, τ. Β., μτφρ. Γεωργία Αποστολοπούλου. Αθήνα: Γνώση, σ. 115.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2022

11η Σεπτεμβρίου 1611: Ο Διονύσιος ο επονομαζόμενος «Σκυλόσοφος» εγδάρη ζωντανός

«Γύριζε, είναι αλήθεια, ο Δεσπότης τα χωριά δυό χρόνια τώρα, σκυφτός μέσα στα μαύρα ράσα του, δυό μαύρα μάτια που σε καίγανε, σκληρός σαν τις στριμένες ρίζες της ελιάς που εξέχουν απ’ το χώμα και σήκωνε τον κόσμο με τα λόγια του.
»Και ξέχναγαν οι χωρικοί την πρώτη, την αποτυχημένη του απόπειρα, τόση ήταν η μαγεία της μιλιάς του, και ξέχναγαν το φόβο του Τούρκου – βαρύς κι ασήκωτος τους κράταγε σκυφτούς όλη τους τη ζωή ο μαύρος φόβος – και μίλαγε ο Διονύσιος[1] για Έλληνες και για το γένος των Ρωμαίων το πιο τρανό στον κόσμο και για την πίστη την αγία του Χριστού».
[…] Γύριζε τα χωριά ο Δεσπότης και γιάτρευε ψυχές και σώματα κι έκανε προφητείες[2] και τον έκρυβαν καλά οι χριστιανοί – μήπως δεν είχε σιωπηρά την ευλογία του επισκόπου του Ματθαίου[3] και του ίδιου του μητροπολίτη Ιωαννίνων[4];».


[1] Διονύσιος Τρίκκης ο «Σκυλόσοφος». Από πλούσια οικογένεια, γεννήθηκε ίσως στην Ήπειρο περί τα μέσα του 16ου αιώνα. Σπούδασε στην Ιταλία φιλολογία, ίσως και ιατρική, σύμφωνα με τις συνήθειες της εποχής, γι’ αυτό και ονομαζόταν «Φιλόσοφος», που αργότερα, μετά την αποτυχία του, έγινε «Σκυλόσοφος». Φλογερός Έλληνας, οργάνωσε δύο απόπειρες. Μία το 1600, μετά την αποτυχία της οποίας κατέφυγε στη Δύση, για να σωθεί και για να βρει βοήθεια για τη δεύτερη απόπειρα, του 1611, γι’ αυτήν δηλαδή που μιλάμε στην ιστορία μας. Από τις πιο συγκινητικές μορφές της Ιστορίας της Τουρκοκρατίας. Δέκα χρόνια γύριζε στη Δύση ψάχνοντας να εξασφαλίσει βοήθεια από τους τότε ισχυρούς, μη διαστάζοντας και να προσχωρήσει (εικονικά όμως) ακόμα και στον παπισμό. Λέγεται δε πως τα έγγραφα που παρουσίαζε στις αυλές, τα υπομνήματα δηλαδή με τα οποία οι υπόδουλοι Έλληνες δήλωναν ότι έβλεπαν ευμενώς το ενδεχόμενο της Ένωσης των Εκκλησιών, τα είχε πλαστογραφήσει προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνδρομή των Λατίνων (Πάπας, Ισπανοί, Γερμανοί). Η απόπειρα του 1611 είχε την τραγική κατάληξη που αναφέρεται στην ιστορία μας. Το πετσί του Δεσπότη, που γδάρθηκε ζωντανός, στάλθηκε, αφού το παραγέμισαν με άχυρα, στην Πόλη μαζί με 85 κεφάλια επαναστατών και πετάχθηκαν στους σουλτανικούς στάβλους.
[2] Σε όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, οι υπόδουλοι Έλληνες έβρισκαν παρηγοριά και ελπίδα και κατά κάποιον τρόπο ένα δρόμο διαφυγής από τη βεβαιότητα του «αδύνατου» της αποτίναξης του ζυγού της σκλαβιάς στις διάφορες προφητείες. Κατά τη διάρκεια του 18ου αιώνα, έχουμε κορυφαίο δείγμα τον Αγαθάγγελο του Θεόκλειτου Πολυείδη. Άλλοι χρησμολόγοι: Παΐσιος Λιγαρίδης, Αναστάσιος Γόρδιος, Ιωάννης Κομνηνός και Νικόλαος Ζερζούλης ή Τσούρτσουλας. Αυτή η χρησμολογία προκάλεσε φυσικά και ενστάσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Ματθαίος Μυρέων: «Ελπίζομεν κ’ εις τα ξανθά γένη να μας γλιτώσουν / να ΄λθουν από τον Μόσχοβον να μας ελευθερώσουν / ελπίζομεν εις τους χρησμούς, στες ψευδοπροφητείες / και τον καιρό μας χάνομεν στες ματαιολογίες», ή τον Καισάριο Δαπόντε: «Προφήται σεις, θρηνήσατε, σεις λέγω χρησμολόγοι, / στον άνεμον οι λόγοι σας, ψευσθήτε αστρολόγοι / Ρωμαίοι, ας θρηνήσωμεν την αχρειότητά μας· / δι’ αυτήν εχάσαμεν την ενδοξότητά μας».
[3] Επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως, τοποτηρητής του Μητροπολίτου Ιωαννίνων.
[4] Μητροπολίτης Ιωαννίνων.

ΙΣΜΗΝΗ ΚΑΠΑΝΤΑΗ. (1989). Επτά φορές το δαχτυλίδι. Αθήνα: Εστία, σσ. 64-65 & 162-163.

Αύριο ανοίγουν τα σχολεία. Μάθημα 6ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Άραγε πόσοι από εμάς τους δασκάλους και τους καθηγητές λαμβάνουμε υπόψη μας την παρακάτω βασική αρχή της Παιδαγωγικής Επιστήμης; Ρητορικό το ερώτημα; Δεν νομίζω!

«Μήπως, λοιπόν, είναι τελικά ένα (και όχι δύο) μαθητής και δάσκαλος, χθεσινός μαθητής, σημερινός δάσκαλος, αυριανός δάσκαλος, σημερινός μαθητής – μια συνέχεια; Νόμος της τέχνης».

ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σ. 227 [443].

Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

Σε δύο μέρες ανοίγουν τα σχολεία. Μάθημα 5ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ. Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Η μεγαλοσύνη της ψυχής του δασκάλου έχει διάρκεια στο χρόνο: πάντοτε τον θυμούνται οι μαθητές του. Ο Μάρκος Αυρήλιος είναι πολύ σαφής ως προς αυτό το θέμα: «ότι είμαι σάρκα, ζωτική πνοή (πνεύμα) και λογική». Το σημαντικό εδώ είναι ότι ετούτη η «ζωτική πνοή», μεταμορφώνει και φωτίζει τους μαθητές, στο διάβα της ζωής τους. Αποκαλυπτική, πράγματι, η παρακάτω Ιστορία Μάθησης και ταυτόχρονα Φόρος Τιμής στη Διδασκαλία.


ANITA WOOLFOLK. (2007). Εκπαιδευτική Ψυχολογία. Επιμέλεια Εύη Μακρή - Μπότσαρη. Αθήνα: Έλλην, σ. 3.

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2022

Σε τρεις ημέρες ανοίγουν τα σχολεία. Μάθημα 4ο

Επιμέλεια ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Το παρακάτω σύντομο απόσπασμα από τα γραφόμενα του αξέχαστου ΔΑΣΚΑΛΟΥ Χρήστου Π. Φράγκου ουδεμία σχέση έχει με παιδαγωγικούς φιλολογισμούς και λογιοτατισμούς. Βάζει «βαθιά το μαχαίρι στο κόκκαλο» και δείχνει τον δρόμο, για τους μεν δασκάλους και καθηγητές να μην είναι απλά «υπηρεσιακά όργανα» αλλά δημιουργοί, για τους δε μαθητές να μην είναι «τρόφιμοι του παιδαγωγούντος σχολείου» αλλά ξεχωριστές ανθρώπινες οντότητες. Όμως, σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που δεν τολμάει να αλλάξει, χρόνια τώρα… βροντοφωνάζουμε: Ζήτω οι εξετάσεις!

«Το μέγα κακό και πρώτο για την εκπαίδευση του τόπου μας είναι ότι η εξέταση έχει ταυτιστεί με τη μάθηση και τη μόρφωση. Ικανός δεν θεωρείται όποιος ξέρει να κρίνει, να αμφισβητεί, να επικρίνει σωστά, να θέτει προβλήματα, να ερευνάει, να προσπαθεί να αλλάξει τα κακώς κείμενα, αλλά αυτός που περνάει στις εξετάσεις. Και το δεύτερο μεγάλο κακό, που απορρέει από το προηγούμενο, είναι ότι πιστεύουμε πως αλλάζουμε και βελτιώνουμε το εκπαιδευτικό σύστημα με το να προσθέτουμε αλλεπάλληλες σειρές εξετάσεων ή με το να κάνουμε τις Συμπληγάδες Πέτρες των εξετάσεων, όσο το δυνατόν πιο δυσκολότερες [… ] Η έννοια του μαθαίνω, δυστυχώς για τον τόπο μας, έχει ταυτιστεί με την έννοια του εξετάζομαι. Δάσκαλοι και καθηγητές, για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του εκπαιδευτικού συστήματος, είναι υποχρεωμένοι, αντί να διδάσκουν, να εξετάζουν. Και οι μαθητές και φοιτητές μας ζουν με το άγχος των εξετάσεων».

ΧΡΗΣΤΟΣ ΦΡΑΓΚΟΣ. (1986). «Παιδεία και Εξετάσεις», στο: Επίκαιρα Θέματα Παιδείας. Αθήνα. Gutenberg, σσ. 115-116.