Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ
Το βιβλίο που απόψε παρουσιάζουμε ανήκει στις επετειακές εκδόσεις, για τα 200χρονα από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Πολλά εφέτος γίνονται γι’ αυτήν. Καθ’ όλη τη διάρκεια του 2021 σπείραμε και θα σπείρουμε ακόμη περισσότερα. Στο τέλος, όμως, δεν ξέρω τι θερίσουμε. Οι επέτειοι μνήμης κι όχι μόνο γιορτής, όπως ντε και καλά, με προκλητικό θα ‘λεγα τρόπο, μας συνηθίσανε να λέμε, οι της Επιτροπής «Ελλάδα 2021», αξίζουν να γίνονται μόνον όταν έχουν λόγο πραγματικής και ουσιαστικής ύπαρξης. Η σημασία τους καθορίζεται από το μέγεθος των τιμώμενων γεγονότων και προσώπων και, βέβαια, από έναν ουσιώδη αναστοχασμό που αναφέρεται στη σχέση μας με αυτά. Εδώ, στα 200χρονα από το ’21, ο αναστοχασμός αξίζει όταν αναφέρεται στην ιστορική αυτοσυνειδησία μας, αν τελικά μάς έχει απομείνει κάτι από δαύτην. Για να το πω λίγο διαφορετικά, με απλά λόγια, σας καλώ να σκεφτούμε και να απαντήσουμε στο εξής ερώτημα: πότε οι εορταστικοί επέτειοι μπορεί να είναι άλλοτε «ουσιώδεις» κι άλλοτε «συμβατικές»; Δύσκολο ερώτημα. Αξίζει, όμως, να το κάνουμε συχνά στον εαυτό μας, με τους όρους που ανάφερα: «ουσιώδεις» και «συμβατικές» επέτειοι. Ουσιώδεις μπορεί να είναι μόνον όταν κινητοποιούν «εσωτερικές λειτουργίες», γίνονται δηλαδή αφορμή «προσωπικών» αλλά και συλλογικών «απολογισμών», με όλες εκείνες τις συνεπαγωγές που «μας βοηθούν να ξεκαθαρίσουμε τι από τη σχέση μας με το αντικείμενό τους είναι ζωντανό ή θνησιμαίο». Απεναντίας συμβατικές είναι οι εορταστικοί επέτειοι, «όταν αποτελούν σύνολα εκδηλώσεων ρουτίνας, τιμητικές δραστηριότητες εξωτερικής χρήσεως, χωρίς να αναπροσδιορίζουν τη σχέση μας με το αντικείμενό τους»[1]. Πολύ φοβάμαι πως όσα εφέτος γίνονται για τα 200χρονα από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, ως επέτειος μόνο γιορτής κι όχι μνήμης όπως θα ‘πρεπε να είναι, σε μεγάλο ποσοστό ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που, επέτειος σαν την εφετινή, ουκ ολίγες φορές καταλήγει να γίνεται γραφική και να μετατρέπεται σε φιέστα. Κι όπως καίρια επισημαίνει ο Κώστας Ακρίβος, στο ωραίο βιβλίο του για τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, σε ολόκληρη τη χώρα στήνονται προτομές ηρώων, γίνονται συνέδρια και ημερίδες, γράφονται και εκδίδονται βιβλία, ποιήματα και τραγούδια, δημιουργούνται επιτραπέζια παιχνίδια[2] κ.λπ., με αποτέλεσμα να μην έχουμε τη δυνατότητα να ξεχωρίσουμε τι τέλος πάντων σε μια επέτειο μνήμης είναι ουσιαστικό και τι συμβατικό. Δεν θέλω να μείνω άλλο εδώ. Το ζήτημα έχει προκαλέσει πολλή συζήτηση. Άλλωστε η επέτειος δεν έχει τελειώσει ακόμη. Στο τέλος της χρονιάς, θα δούμε αν θα έχουμε τη δύναμη να πούμε πόσο μπορέσαμε να ξεφύγουμε από το «ζυγόν δουλείας» και το «θέλει αρετήν και τόλμην / η ελευθερία», κατά Ανδρέα Κάλβο, 200 χρόνια μετά… Ας το σκεφτούμε σοβαρά… εφέτος τα 200χρονα από το ’21, και το 2022, τα 100χρονα από τη Μικρασιατική Καταστροφή, ιστορικό γεγονός που, μέσα σε «φωτιά και αίμα», ολοκληρώθηκε η μεγάλη έξοδος του Ελληνισμού από την Ανατολή.
Επανέρχομαι στο βιβλίο που παρουσιάζουμε. Όπως παραπάνω ελέχθη πρόκειται για επετειακή έκδοση. Έκδοση, όμως, ουσιαστική. Γραμμένη από το χέρι ενός δασκάλου, που όταν πατούσε το δάπεδο της σχολικής τάξης, με παιδαγωγικό ζήλο δίδασκε και μυούσε τους μαθητές του στην ποίηση του Κάλβου και του Σολωμού. Διαβάζοντάς το ο αναγνώστης, ευθύς εξαρχής θα διαπιστώσει πως είναι γραμμένο ως «το λιβάνι της ευγνωμοσύνης και της περηφάνιας που θα κάψουμε στη μνήμη όλων εκείνων που αγωνίστηκαν και θυσιάστηκαν για να ‘χουμε εμείς σήμερα την ελευθερία μας και να απολαμβάνουμε τα αγαθά της». Και αυτό το λιβάνι «πρέπει να είναι αγνό, άφθονο και πέρα από κάθε άλλη σκοπιμότητα»[3]. Προσέξτε τις λέξεις που χρησιμοποιεί ο συγγραφέας: ευγνωμοσύνη, περηφάνια, μνήμη, αγώνας, θυσία, ελευθερία… λέξεις που βοηθούν τον αναγνώστη να απαντήσει στα παρακάτω ερωτήματα, που ευθύς αμέσως παραθέτω: Γιατί Κάλβος και Σολωμός σήμερα[4]; Ποια σημασία μπορεί να έχουν ετούτοι οι δύο ποιητές όχι μόνο για τους ειδικούς γύρω από τη Λογοτεχνία – από πολλούς άλλωστε πολλά έχουν γραφτεί, αναφέρω ενδεικτικά: Κ. Θ. Δημαράς[5], Λίνος Πολίτης[6], Μάριο Βίττι[7], Στυλιανός Αλεξίου[8], Νάσος Βαγενάς[9], Γιώργος Βελουδής[10], Γιάννης Δάλλας[11]· προς το παρόν αφήνω στην άκρη τον Ζήσιμο Λορεντζάτο - θα τον αναφέρω παρακάτω - συγγραφέα και κριτικό της Λογοτεχνίας που, κατ’ εμέ, οι μελέτες του για το Σολωμό είναι οι σημαντικότερες[12] – κυρίως για εμάς τους κληρονόμους του έργου τους; Άραγε ποιος είναι ρόλος του Κάλβου και του Σολωμού στη διαμόρφωση της εθνικής αυτοσυνειδησίας και ταυτότητάς μας; Και προπαντός, πως σήμερα τους βλέπουμε, τους διαβάζουμε, τους διδάσκουμε; - αν τους διαβάζουμε και τους διδάσκουμε. Αξίζει, βέβαια, να θυμηθούμε πως και για τους δύο παλαιότερα υπήρξαν επετειακοί εορτασμοί: στα 1992, τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Κάλβου, στα 1998, τα 200 χρόνια από τη γέννησή του Σολωμού, και πριν δύο χρόνια, στα 2019, τα 150 χρόνια από το θάνατο του Κάλβου.
Απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα δίνει ο κ. Αθανάσης στο βιβλίο του: «χωρίς το φόβο της παρερμηνείας»[13], Κάλβος και Σολωμός είναι «εθνικοί» ποιητές, τόσο σε ζητήματα γλώσσας, όσο και σε ζητήματα εθνικής αυτοσυνειδησίας. Τα βιογραφικά σχεδιάσματα που παραθέτει, συνοδευμένα με αποσπάσματα από το έργο τους, καθώς και η επιτυχημένη επιλεκτική αναφορά σε ποιήματά τους, συνοδευμένη με ευσύνοπτο σχολιασμό, έχω την αίσθηση πως καταδεικνύουν την αγωνία του συγγραφέα: όχι στην παρερμηνεία του ποιητικού τους έργου. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η αγωνία κριτικών όπως ο Ζήσιμος Λορεντζάτος: «το έθνος έπαιρνε σιγά σιγά συνείδηση ύστερα από νεκροφάνεια αιώνων. Και η στιγμή αντάμωσε τον Σολωμό. Ο Σολωμός μας έδειξε πώς να εκφραστούμε»[14] - «ήθελα μοναχά να λογαριάσομε πως εδώ στην Ελλάδα, από μια τόσο κιόλας περασμένη εποχή, ο Σολωμός και ο Κάλβος και αργότερα ο Καβάφης διάλεξαν μια μοίρα που θα είναι ακόμη για πολύ καιρό και δική μας μοίρα»[15]. Αγωνία που το νεοελληνικό κρατίδιο, εδώ και 200 χρόνια ελεύθερου βίου αδυνατεί να αφουγκραστεί. Στα 1953, σε μια επιστολή του προς προσωπικότητα του Αγγλικού Βασιλείου ο Λορεντζάτος ζητούσε τη μεταφορά των οστών του Κάλβου στη Ζάκυνθο, με επιγραφή απάνω στον τάφο: «ΕΙΝΑΙ ΓΛΥΚΥΣ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ / ΜΟΝΟΝ ΟΤΑΝ ΚΟΙΜΩΜΕΘΑ / ΕΙΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ». Η επιστολή τού επεστράφη πίσω. Και με την αγωνία του για τη μετακομιδή των οστών να είναι πάντα ζωντανή, ο Λορεντζάτος γράφει τα εξής αποκαλυπτικά: «ο Κάλβος από τη μοίρα του, λοιπόν, θα απομένει “εις ξένην γην”, τουλάχιστον ωσότου αλλάξει ο νόμος ή μεριμνήσει κάποιος επίσημος από τη μεριά του Ελληνικού Κράτους»[16]. Ευτυχώς λίγα χρόνια αργότερα, στα 1960, ο Κάλβος αναπαύεται στη μητρική του γη[17]. Το ίδιο αποκαλυπτική θα ‘λεγα είναι και η υπόμνηση του κ. Αθανάση. Στο σχολιασμό της Ωδής «Ο Φιλόπατρις» ο Κάλβος «δίκαια έχει λάβει την προσωνυμία “Κάλβος ο Φιλόπατρις”»[18].
Κάλβος και Σολωμός, αν και ποτέ δεν συναντήθηκαν, παρότι έζησαν την ίδια εποχή, είναι γεγονός ότι τους διακρίνει μια ξεχωριστή ευρωπαϊκή παιδεία. Ειδικότερα, ο Σολωμός φαίνεται πως παρακολούθησε «τα ευρωπαϊκά κινήματα ιδεών, μέσα όμως από την έμμονη έγνοια τους για τις ελληνικές προοπτικές». «Αυτόπτης μάρτυρας» της πορείας τής Εθνικής Παλιγγενεσίας, αναζήτησε «το νόημα κάτω από τα γεγονότα και συμβάντα, με απόλυτη συνείδηση»[19]· η ποίησή του υπηρετούσε τον εθνικό σκοπό, την κατάκτηση της ελευθερίας. Και οι δύο τους εξέφρασαν καίρια τη σχέση ιστορικής αυτοσυνειδησίας και πολιτισμικής συνέχειας του Ελληνισμού. Ο Κάλβος παρά την αντισυμβατικότητα του χαρακτήρα του – ήταν ευαίσθητος και υπεροπτικός, στυγνός, περίεργος και απομονωμένος, ευερέθιστος, σκεπτικός και μοναχικός άνθρωπος, δεν γνωρίζουμε την προσωπογραφία του – είχε, γράφει ο κ. Αθανάσης, «επίγνωση ότι το ποιητικό του έργο είναι ένδοξο και σημαντικό». Η Αρετή αποτελούσε το «βασικό υπόστρωμα, την πεμπτουσία της ποίησής του»[20].
Το ίδιο εξάπαντος έπραξε και ο Σολωμός. Εξέφρασε καίρια τη σχέση ιστορικής και πολιτισμικής συνείδησης, την οποία αποτυπώνει στην αγωνία του μέσα στους στίχους από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους: «πανερημιά της γνώρας μου, θέλω μ’ εμέ να κλάψεις…». Με την αντίστοιχη, βέβαια, μαρτυρία που στην Γυναίκα της Ζάκυθος, λειτουργεί ως καταγγελία «αινιγματικά αλληγορική», «σχεδιασμένη σύγχρονα με την κορύφωση των τραγικών συμβάντων» που σηματοδότησαν τον Αγώνα του ’21, «με επίκεντρο τη δεύτερη πολιορκία του Μεσολογγίου»[21].
Ο Κάλβος και ο Σολωμός, ταυτόχρονα είναι «εθνικοί, ευρωπαίοι και οικουμενικοί ποιητές»[22]. Έτσι οφείλουμε να τους διδάσκουμε στους μαθητές μας. Όμως, εδώ υπάρχει το εξής τραγικό πρόβλημα. Παρότι ο κ. Αθανάσης ελπίζει το βιβλίο του να «έβρισκε περισσότερη ανταπόκριση στους μαθητές των σχολείων μας»[23], φοβάμαι πως ετούτη η ελπίδα του θα διαψεύδεται όσο ο «υπερχειλίζοντας καταναλωτικός εγγραμματισμός»[24] (γλωσσικός, λογοτεχνικός, ιστορικός) θα βρίσκεται στο προσκήνιο του σημερινού άκρως χρησιμοθηρικού εκπαιδευτικού μας συστήματος. Όσοι πατάμε το δάπεδο της σχολικής τάξης, είναι σίγουρο πως ουκ ολίγες φορές αδυνατούμε να ξεχωρίσουμε αν έξω από τα τετριμμένα της ολοκλήρωσης της διδακτέας ύλης και της βαθμολογίας των τετραμήνων, υπάρχει κόσμος και ζωή, άνθρωποι και βιώματα, ποίηση και μυθιστορία. Εκτός της χρησιμοθηρικής εκπαίδευσης που ηγεμονεύει την εκπαίδευση των μαθητών μας, υπάρχει και μια άλλη παιδαγωγική, υπάρχει και μια άλλη διδακτική, εκείνη της ποιητικής μαγείας. Δεν συζητάμε με τους μαθητές μας για την ποίηση. Ούτε τους προσκαλούμε να διαβάσουν ποίηση – λογοτεχνία. Πώς, όμως, να διαβάσουν ποίηση όταν εμείς δεν διαβάζουμε ποίηση; Αναρωτιέμαι πολλές φορές πόσοι από εμάς έχουμε διαβάσει, έστω και μια φορά μια Ωδή του Κάλβου, έστω και μια φορά ολόκληρο τον Εθνικό Ύμνο;
Κάλβος και Σολωμός, τολμώ να πω, πως είναι η ραχοκοκαλιά της ποίησης του Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Οφείλουμε στους μαθητές μας τη διδαχή τους. Γιατί πράγματι είναι Διδάχοι, όπως σοφά τιτλοφορεί το βιβλίο του ο κ. Αθανάσης. Αν δεν τους διδάξουμε, «φοβάμαι μήπως είμαστε οι τελευταίοι που μιλάμε ελληνικά», κατά Γιώργο Σεφέρη.
Κάλβου και Σολωμού, ας ευχόμαστε να μας σκέπει πάντα ο ιερός ίσκιος τους.
[1] ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ. (1998). «Το μυστήριο της “Φοινικιάς”», στο: Η ειρωνική γλώσσα. Κριτικές μελέτες για τη νεοελληνική γραμματεία. Αθήνα: Στιγμή, σσ. 149-150.
[2] ΚΩΣΤΑΣ ΑΚΡΙΒΟΣ. (2020). Πότε διάβολος πότε άγγελος. Αθήνα: Μεταίχμιο, σσ. 226-227.
[3] ΣΤΡΑΤΗΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗΣ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος – Σολωμός. Οι Διδάχοι. Μυτιλήνη, σ. 13.
[4] Ο κ. Αθανάσης χαρακτηρίζει το έργο τους: - «υποθήκη και υψηλονόητο παράδειγμα διδαχής στις μέλλουσες γενιές». Αυτόθι, σ. 14.
[5] Βλ. Κ. Θ. ΔΗΜΑΡΑΣ. (2000). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Από τις πρώτες ρίζες ως την εποχή μας. Αθήνα: Γνώση, σσ. 286-316. Ο ΙΔΙΟΣ. (2000). Σύμμικτα, Α΄. Από την παιδεία στην λογοτεχνία, (φιλολογική επιμέλεια Αλέξης Πολίτης). Αθήνα: Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, σσ. 115-120.
[6] Βλ. ΛΙΝΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. (1985). Γύρω από το Σολωμό. Μελέτες και Άρθρα (1938-1982). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. Ο ΙΔΙΟΣ. (91998). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σσ. 138-156.
[7] Βλ. MARIO VITTI. (1987). Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Αθήνα: Οδυσσέας, σσ. 179-194.
[8] Βλ. ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΑΛΕΞΙΟΥ. (1994). Σολωμικά. Αθήνα: Στιγμή.
[9] Βλ. ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ (επιμέλεια). (2006). Εισαγωγή στην ποίηση του Κάλβου. Επιλογή κριτικών κειμένων. Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
[10] Βλ. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΟΥΔΗΣ. (1992). «Ο Επτανησιακός Εγελιανισμός» & «Ο Επτανησιακός, ο Αθηναϊκός και ο Ευρωπαϊκός Ρομαντισμός», στο: Μονά – Ζυγά. Δέκα Νεοελληνικά Μελετήματα. Αθήνα: Γνώση, σσ. 79-123. Ο ΙΔΙΟΣ. (2000). Κριτικά στο Σολωμό. Κριτικά – Φιλολογικά – Ερμηνευτικά. Αθήνα: Δωδώνη.
[11] Βλ. ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΑΛΛΑΣ. (2009). Σολωμός και Κάλβος. Δύο αντίζυγες ποιητικές της εποχής. Αθήνα: Νόηση. Ειδικότερα για τον Κάλβο βλ. Ο ΙΔΙΟΣ. (1994). Η ποιητική του Ανδρέα Κάλβου. Η πνευματική συγκρότηση και η τεχνική των Ωδών. Αθήνα: Συνέχεια.
[12] ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (1970). Ο «Διάλογος» του Σολωμού. Ένας απολογισμός. Αθήνα: Ίκαρος. Ο ΙΔΙΟΣ. (1974). Για το Σολωμό τη λύρα τη δίκαιη. Αθήνα: Ίκαρος. Συγκεντρωμένες τώρα στον πρώτο τόμο: Μελέτες, Αθήνα: Δόμος.
[13] ΣΤΡΑΤΗΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗΣ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος – Σολωμός, σ. 16.
[14] ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (1994). «Δοκίμιο Ι. Το εκφράζεσθαι», στο: Μελέτες, τ. Α΄, Αθήνα: Δόμος, σ. 36.
[15] Αυτόθι, σ. 65.
[16] ΖΗΣΙΜΟΣ ΛΟΡΕΝΤΖΑΤΟΣ. (2009). Collectanea. Αθήνα: Δόμος, σσ. 71-73 [146 & 147].
[17] ΓΙΑΝΝΗΣ ΔΕΜΕΤΗΣ. (2017). «Ιστορικό μετακομιδής οστών Ανδρέα Κάλβου και της συζύγου του», στο: http://zakynthos-museumsolomos.gr/demetis-kalvos.html [τελευταία ανάκτηση 17 / 08 / 2021].
[18] ΣΤΡΑΤΗΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗΣ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος – Σολωμός, σ. 33.
[19] ΜΑΡΙΑ ΔΕΛΗΒΟΡΙΑ (2016). Ο Αγώνας του ’21 και η υπονόμευσή του. Οι σύγχρονες μαρτυρίες και η κρίση του Σολωμού. Αθήνα: Άγρα, σ. 21.
[20] ΣΤΡΑΤΗΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗΣ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος – Σολωμός, σ. 31.
[21] ΜΑΡΙΑ ΔΕΛΗΒΟΡΙΑ (2016). Ο Αγώνας του ’21 και η υπονόμευσή του, σ. 23.
[22] ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΛΟΥΔΗΣ. (2000). «Ο Σολωμός ποιητής εθνικός, ευρωπαίος, οικουμενικός», στο: Κριτικά στο Σολωμό. Κριτικά – Φιλολογικά – Ερμηνευτικά. Αθήνα: Δωδώνη, σσ. 244-248. Γι’ αυτούς τους χαρακτηρισμούς πολύς λόγος έχει γίνει. Κύριο χαρακτηριστικό τους, κατά τον Γιώργο Βελουδή, είναι «το ιδεολόγημα “εθνικός ποιητής”», με το οποίο «συναρμολογήθηκε μια φαινομενική “εθνική” πολιτισμική - ιδεολογική κοινότητα – μια ιδεολογική μεταλειτούργηση, που δεν επιχειρήθηκε ή δεν κατορθώθηκε με κανένα ισάξιο του Σολωμού έλληνα ποιητή, λογοτέχνη και διανοούμενο, όπως λ.χ., το Ρήγα, τον Κοραή, τον Κάλβο ή – προπαντός! τον Καβάφη», βλ. «Επίλογος στο “Έτος Σολωμού”», Αυτόθι, σ. 251.
[23] ΣΤΡΑΤΗΣ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗΣ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος – Σολωμός, σ. 17.
[24] Ο όρος – πετυχημένος - ανήκει στον ΑΝΤΩΝΗ Λ. ΣΜΥΡΝΑΙΟ. (2021). Η Ιστορία ως επιπτύχωση. Από την ιστοριογραφική βουλιμική σε μια υδροκεφαλική Διδακτική της Ιστορίας. Αθήνα: Γρηγόρη, σ. 9.
Ομιλία που έγινε στην παρουσίαση του βιβλίου του ΣΤΡΑΤΗ Ν. ΑΘΑΝΑΣΗ. (2021). 200 χρόνια: Κάλβος και Σολωμός. Οι Διδάχοι. Μυτιλήνη· αύλειος χώρος Δημοτικού Θεάτρου Μυτιλήνης, στο πλαίσιο της 1ης Έκθεσης Βιβλίου του Δήμου Μυτιλήνης «Στράτης Μυριβήλης», (18 Αυγούστου 2021).
ΑπάντησηΔιαγραφή