«Στις δύσκολες σχέσεις που αναπτύχθηκαν ανάμεσα στις επιστήμες και τις θρησκείες, τις επιστήμες και τη θρησκευτική πίστη, η δαρβινική θεωρία έχει μια θέση δίπλα στη δίκη του Γαλιλαίου· μια θέση πολύ πιο σημαντική στις σύγχρονες αντιπαραθέσεις και από αυτή τη δίκη.
Η διαμάχη που έλαβε χώρα στα μέσα του 19ου αιώνα ξεπερνά, κατά πολύ μάλιστα, το ερώτημα των μηχανισμών της εξέλιξης. Ο αγώνας υπέρ του δαρβινισμού ήταν για τον Huxley, τον Haeckel και πολλούς άλλους, ένας αγώνας για την πρόοδο και εναντίον του πολιτικού και θρησκευτικού συντηρητισμού. Σε αυτές τις δύο γενικές εκδοχές προστίθενται δύο ιδιαίτερα στοιχεία που συνδέονται με τη φύση των θεολογικών απόψεων της εποχής: την κατά λέξη ανάγνωση των βιβλικών κειμένων από πολλούς χριστιανούς και τη σημασία στην Αγγλία της φυσικής θεολογίας του William Paley (1743-1805) – η παρατήρηση της φύσης αποκαλύπτει άμεσα το έργο του Δημιουργού: όπως η παρουσία ενός ωρολογίου αποδεικνύει την ύπαρξη ενός ωρολογοποιού, η ύπαρξη των έμβιων όντων είναι η ένδειξη της δράσης ενός δημιουργού.
Δεδομένου αυτού του γενικού πλαισίου, χρειάζεται να αποφύγουμε τις συγχύσεις: δεν είναι όλοι οι θρησκευόμενοι αντίθετοι στη δαρβινική θεωρία και όλοι αυτοί που την απέρριψαν δεν το έκαναν για λόγους θρησκευτικούς! Πολλοί θρησκευόμενοι βιολόγοι, όπως ο Asa Cray, έχουν αποδεχτεί τη δαρβινική θεωρία της εξέλιξης. Ενώ η πλειονότητα των βιολόγων που έχουν απορρίψει τη θεωρία, το έκαναν είτε για επιστημονικούς λόγους, πιστεύοντας ότι η φυσική επιλογή δεν ήταν ένας αποτελεσματικός μηχανισμός για να εξηγηθεί η εξέλιξη, είτε λόγω της άρνησης της εκδοχής της βαθμιαίας εξέλιξης του δαρβινικού μοντέλου, υποστηρίζοντας αντίθετα την ύπαρξη εξελικτικών αλμάτων.
Υπάρχουν πολλές ομοιότητες στα επιχειρήματα που αντάλλαξαν εκείνη την εποχή οι δαρβινιστές με τους θρησκευόμενους αντιπάλους τους, και σε αυτά που αναδύονται από τις σύγχρονες αντιπαραθέσεις. Αυτοί που αντιτίθενται για θρησκευτικούς λόγους στη δαρβινική θεωρία σήμερα θεωρούν συχνά ότι το δαρβινικό μοντέλο δεν εξηγεί τις εξελικτικές τάσεις, είτε ότι δεν έχει τη δυνατότητα να ερμηνεύσει την τελειότητα των οργανισμών. Αυτό το δεύτερο επιχείρημα, το αποκαλούμενο “σχέδιο”, το βρίσκουμε στις απόψεις των σύγχρονων οπαδών του “ευφυούς σχεδίου”.
Αντίθετα, υπάρχει ένα στοιχείο που έπαιξε μικρό ρόλο στις αντιπαραθέσεις του 19ου αιώνα, και το οποίο στον 20ο αιώνα αποκτά προοδευτικά μία μείζονα θέση: ο ρόλος της τυχαιότητας. Η μη αποδοχή της τυχαιότητας στα εξελικτικά φαινόμενα δεν απορρίπτεται από τους θρησκευόμενους αλλά από άλλους επιστήμονες, όπως ο Oscar Herrwig, ή από τους νεολαμαρκιστές. Είναι αλήθεια, ότι ο Δαρβίνος δεν είχε δώσει σημαντική θέση στο τυχαίο συμβάν ενώ είχε μάλιστα προτείνει σε ορισμένα αποσπάσματα της Καταγωγής των ειδών, την ιδέα ότι η αναφορά του στο τυχαίο αποτελεί αντανάκλαση της άγνοιάς μας».
MICHEL MORANCE. (2017). Ιστορία της Βιολογίας, μτφρ. Λαοκρατία Λάκκα. Αθήνα: Utopia, σσ. 406-407.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου