ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ της βιβλιογραφίας σχετικά με την προσωπικότητα και την εποχή της δράσης και του κατατρεγμού του Οδυσσέα Ανδρούτσου, ενός από τους κορυφαίους στρατηγούς της Παλιγγενεσίας, ο συγγραφέας, εμπνευσμένος από την πιο συγκλονιστική δημόσια εξομολόγηση, την τελευταία ώρα της ζωής του, στη φυλακή της Ακρόπολης. Οξυδερκής, με καλλιεργημένη σκέψη και υψηλή στρατηγική και διπλωματική διάνοια, γνώστης τεσσάρων γλωσσών, ο εμβληματικός για τον Αγώνα οπλαρχηγός μιλά σε απλή γλώσσα, ανάμεικτη με πολλά λόγια και λαϊκά στοιχεία καθώς και δάνεια από την τουρκική, την αλβανική και την ιταλική. Αναλύοντας ο ίδιος τα θετικά και τα αρνητικά του χαρακτήρα του, τις πτυχές της ιδιοσυγκρασιακής του μοναδικότητας, τις αφορμές και τις επιδιώξεις των ανταγωνιστών και των διωκτών του, με λόγο μουσκεμένο απ' τη στυφή γεύση της προδοσίας, ο Ανδρούτσος επιζητεί την αυτοδικαίωση ακόμη, δύο αιώνες αργότερα, παρά την ιστορική αποκατάσταση της προσωπικότητας και του έργου του.
[Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].
«Κατάρα του Θεού το γένος των Γραικών το ένδοξον ως βρυκόλαξ να πορεύεται βυζαίνοντας αίμα αδελφοκτόνον. Λύκους, τσακάλια, αγρίμια δεν εσκιάχτηκα τόσους χρόνους σχίζοντας όρη απάτητα και λαγκαδιές και ρουμάνια, μηδέ δίψαν, μηδέ αφαγίαν ελογάριασα ποτές μου, μόνον αυτούς του οφιούς οπού γεννοβολούν τα περβόλια της δημογεροντίας και η φαναριώτικη ίντριγκα, ω μητέρα Ελλάδα. Οι πρώτοι, οι δημογέροντες επιθυμούν να παραμείνουν υπό τον ζυγόν έτι πλουταίνοντες. Τοτουνούς τους πρέπει η αυτοθέλητος τυραννία, διότι οι ίδιοι το επιθυμούν. Ημείς δε οι λοιποί, οι επιποθούντες τη νόμιμον ελευθερίαν μας και όχι τον δοτόν ραγιαδισμόν ως σουλτανικοί υπήκοοι πασχίζομεν με σκοπόν την πλήρωσιν των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας. Οι δεύτεροι, οι λογιότατοι, έσπειραν σατανικώς τη διχόνοιαν. Το δε αμάρτημα ημών, των τρίτων, είναι το φίλαρχον και φιλόπλουτον πνεύμα το οποίον κυριαρχεί εις τους πλείονας των αρχηγών στρατιωτικών εκ των πρώτων συλλόγων εις Επίδαυρον και Άστρος».
ΘΩΜΑΣ ΚΟΡΟΒΙΝΗΣ. (2020). «Ολίγη μπέσα, ωρέ μπράτιμε!» Η τελευταία ώρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου. Αθήνα: Άγρα, σσ. 70-71.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου