«Και για να πάρουμε τα πράγματα από την αρχή, πρέπει να σημειώσουμε πως το πρόβλημα σε όλη του την έκταση εμφανίζεται από πολύ νωρίς. Ήδη τον 5ο αιώνα ο συγγραφέας των Αρεοπαγιτικών κειμένων ή οποιοσδήποτε άλλος, αναγκάζεται να απευθυνθεί στους Χριστιανούς της εποχής του, λέγοντάς τους ότι δεν πρέπει να φοβηθούν το όνομα του έρωτα, πολύ περισσότερο την εμπειρία του, ούτε βέβαια και όλους εκείνους τους συγχρόνους του διφυείς ηθικιστές, που τον θεωρούσαν πότε υψηλότερο από την αγάπη, μια πραγματικότητα που αφορά μόνο τις σχέσεις των ανθρώπων με το Θεό, και άρα ασύμβατο με τον κόσμο των ανθρώπων, και πότε υποδεέστερό της και συνεπώς ευτελή και επικίνδυνο για την πορεία συνάντησης με το Θεό. Είναι σαφές πως ένας τέτοιος διπρόσωπος και ταυτόχρονα διφυής ηθικισμός, άκρως επικίνδυνος και ύπουλος με την ενοχοποίηση του έρωτα στόχευε κατευθείαν την καρδιά του Χριστιανισμού και υπέσκαπτε την αλήθεια του. Ο έρωτας έπρεπε πάση θυσία να εξοβελιστεί από τις ζωές των ανθρώπων, αλλά και από οποιαδήποτε προσπάθεια για ένωσή τους με το Θεό. Με τον τρόπο αυτό και παρά τις προσπάθειες ενός Αρεοπαγίτη ή ενός Ιωάννη της Κλίμακος ο έρωτας, και ας είμαστε ειλικρινείς, ενοχοποιήθηκε και δαιμονοποιήθηκε. Θεωρήθηκε, ίσως, το μεγαλύτερο πρόβλημα, ο μεγαλύτερος εχθρός του Χριστιανισμού. Βέβαια, οφείλω να ομολογήσω, ότου τούτη η κατάληξη υπήρξε άμεση και σαφής συνέπεια μιας πορείας που, όπως ήδη έχει επισημανθεί, ξεκίνησε από την υποτίμηση του ανθρώπου, πέρασε στην υποτίμηση του κόσμου και, όπως ελπίζω στη συνέχεια να καταδείξω, κατέληξε στην κατάργηση του ίδιου του Θεού».
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ. (2009). «Έρωτος φύσις», στο: Έρως και Θάνατος. Αθήνα: Ακρίτας, σσ. 136-137.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου