Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2022

Αυτοκτονική ηλιθιότητα

Του ΧΡΗΣΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ

Με ποιες βιολογικές αναγκαιότητες, με ποιες χημικές διεργασίες, μπορεί να συνδεθεί η πείνα και η δίψα του ανθρώπου για δικαιοσύνη; Προκύπτει άραγε και αυτή από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης, την κτηνώδη ορμή κυριαρχίας που συγκροτεί και τον αδυσώπητο νόμο της «φυσικής επιλογής»; Αλλά σε τι διαφορετικό εδράζεται και η θρασύτητα της αδικίας, σε τι άλλο από τον πρωτογονισμό της αξίωσης για αυτοσυντήρηση και ισχύ; Συναντώνται λοιπόν στις ίδιες ορμέμφυτες αιτίες η βαναυσότητα της αδικίας και η δίψα για δικαιοσύνη;
Πάντως η απαίτηση είναι πανανθρώπινη και διαχρονική: οι οιμωγές των θυμάτων να γίνουν κόλαση για τους βασανιστές. Να γίνει πνιγμός ασφυξίας η πίκρα των αδικημένων για όσους παγερά και εσκεμμένα αδικούν. Κάπου, κάποτε, να πληρώσουν με ανυπόφορη οδύνη όσοι ασέλγησαν στην ανημπόρια, στην αθωότητα, στην άγνοια, στην ευπιστία. Όχι μόνο ο δολοφόνος, ο βιαστής, ο παιδεραστής, όποιος βασάνισε σωματικά συνάνθρωπο. Αλλά και ο συκοφάντης, ο διαβολέας, ο ψεύτης, ο συναισθηματικά νεκρωμένος εγωιστής, ο αδιάφορος και ανάλγητος.
Σέρνει τα αποκαμωμένα του βήματα ο χιλιοταπεινωμένος υπερήλικας από γραφείο σε γραφείο, από όροφο σε όροφο στο ΙΚΑ ή ΕΤΕΑΜ ή όπως αλλιώς συνεχώς μετονομάζει τα «προνοιακά» του χαζοκαμώματα το κάθε κομματικό κράτος. Συντρίβεται η ζωή του Έλληνα πολίτη και το κουράγιο του πάνω στην ιταμή θρασύτητα του κάθε σαδιστή ή αδιάφορου υπαλληλίσκου, γιατί; Μια ζωή πλήρωνε από το μεροκάματο της πείνας την ασφάλιση των γηρατειών του. Και αυτό το χρήμα – αίμα του το άρπαξε από το Ταμείο του κάποια διεφθαρμένη κυβέρνηση, να το κάνει φιέστες προεκλογικές, κρετινική κομματική προπαγάνδα, να στήσει με την αποταμίευση του φτωχού σπάταλο κομματικό κράτος.
Στο βλέμμα του αδικημένου ανθρώπου, που του κλέψανε τη ζωή, δεν υπάρχει μένος εκδίκησης, υπάρχει μόνο πόνος λαχτάρας για δικαιοσύνη: Κάπου κάποτε να λειτουργήσει νέμεση για τους αδίστακτα ψευδόμενους, τους καπήλους των κοινωνικών οραμάτων, τους αρρωστημένους μανιακούς της εξουσίας και της χλιδής.
Αυτή είναι η δίψα των ανθρώπων που βλέπουν τη μία και μοναδική ζωή τους να έχει δαπανηθεί μέσα στην πίκρα και στην απογοήτευση, τη βλέπουν τη ζωή να τελειώνει μέσα σε ταπεινώσεις, στερήσεις, εξευτελισμούς. Όμως, οι ίδιοι αυτοί άνθρωποι αν δίκαζαν καθένα συνάνθρωπό τους χωριστά, δύσκολα θα απέδιδαν τη δικαιοσύνη που τώρα απαιτούν. Προτού καταδικάσει, θα έψαχνε τα ελαφρυντικά: πώς και γιατί φτιάχτηκε έτσι ανάλγητος ο κρατικός υπάλληλος που τον τυραννάει, γιατί έγινε ασυνείδητος ο γιατρός, γιατί φυγόπονος ο νοσηλευτής, γιατί κλέφτης ο εργολάβος, γιατί ανήθικος ο πολιτικός. Τι είδους μάνα είχε ο καθένας, τι λογής πατέρα, πώς έζησε τα παιδικά του χρόνια, ποια τραύματα ψυχικά κουβαλάει, πόση στέρηση στοργής και τρυφερότητας, ποιο σαράκι κρυφής μειονεξίας, πόση ανασφάλεια πλάθει τελικά τους βασανιστές της ζωής μας.
Όσο πιο σμιλεμένος από τη θλίψη ο άνθρωπος τόσο πιο εύκολα λυπάται, δύσκολα δικάζει, γρήγορα συγχωρεί. Η απαίτησή του για δικαιοσύνη είναι περισσότερο όραμα ή μέτρο ζωής και λιγότερο ή καθόλου επιθυμία εκδίκησης.
Ερείσματα η μεταφυσική του δεν βρίσκει στην ανάγκη για υπερβατικά δικαστήρια και αιώνιες κολάσεις. Το πιο πραγματικό έρεισμα της μεταφυσικής το διαβλέπει στο κάλλος του κόσμου, όταν το κάλλος συλλαβίζεται ως δώρημα αγάπης και η αγάπη αποκρυπτογραφείται όχι ως «συναίσθημα», αλλά ως εμπειρία ελευθερίας, δηλαδή αυτοπροσφοράς.
Ο Αριστοτέλης συνοψίζει τον ορισμό και προορισμό των Ελλήνων στον καίριο αφορισμό του: «Το ζητείν πανταχού το χρήσιμον ήκιστα αρμόττει τοις μεγαλοψύχοις και ελευθερίοις» (Πολιτικά Θ3, 1338α 30-32). «Το να αναζητάς παντού το χρήσιμο, καθόλου δεν ταιριάζει στους μεγαλόψυχους και ελεύθερους ανθρώπους». Το κυνήγι της χρησιμότητας είναι πάντα εγκλωβισμός στον πρωτογονισμό της εγωτικής εξασφάλισης, της θωράκισης του ατομικού συμφέροντος.
Αν ο αναγνώστης μελετήσει απροκατάληπτα κάθε περίπτωση όπου η νεώτερη κρατική Ελλάδα γνώρισε μια καταστροφική αποτυχία (με συνέπειες ανήκεστες για το μέλλον του Ελληνισμού) θα πιστοποιήσει, νομίζω, πίσω από τα γεγονότα μια πελώρια πάντοτε, τυπικά ιθαγενή ηλιθιότητα. Ηλίθια ευπιστία, ηλίθια φοβία, ηλίθια κρίση και επιλογή, ηλίθιο σχεδιασμό. Δεν έχει σημασία το πώς εκφράστηκε η ηλιθιότητα, καθόριζε όμως κάθε περίπτωση.
Υπήρχε πίσω από τον πόλεμο του 1897. Πίσω από την αποπομπή του Βενιζέλου, το 1915, από την πρωθυπουργία. Πίσω από τις «πρωτοβουλίες» που οδήγησαν στη Μικρασιατική Καταστροφή. Πίσω από τα καίρια εναύσματα τής μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Ζαχαριαδικής παράνοιας. Πίσω από τον επιπόλαιο εκπατρισμό των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης – Ίμβρου – Τενέδου. Πίσω από τα «Ιουλιανά» του ’65. Πίσω από τα προσχήματα της δικτατορίας του ’67-’74. Πίσω από την απώλεια της μισής Κύπρου. Πίσω από την επίσημη αυτοχειρία του Ελληνισμού με την επιβολή της μονοτονικής γραφής. Πίσω από τον απροσχημάτιστο αφελληνισμό της Βόρειας Ηπείρου. Πίσω από τη νύχτα στα Ίμια.
Μήπως είναι απλώς αποτέλεσμα συγκυριών, προϊόν τυχαιότητας η αλυσιδωτή διαδοχή ηλίθιων λαθών;

Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2022

Wearing The Inside Out - Υπέρβαση!

«“Ροή και όριο”, αυτή είναι η υποβλητική εικόνα για τον νέο αστερισμό της πολλαπλής υπέρβασης ορίων». J. HABERMAS. (2003). Ο Μεταεθνικός Αστερισμός, μτφρ. Λευτέρης Αναγνώστου. Αθήνα: Πόλις, σ. 23.

O Α. Σ. ΝΗΛ για τους δασκάλους

«Ο Μπέρναρντ Σω είχε πει κάποια μέρα: “Αυτός που είναι κανός, ενεργεί· αυτός που δεν είναι, διδάσκει”
[…] Οι μεταρρυθμίσεις πραγματοποιούνται συνήθως τρεις γενιές μετά την αρχική πρότασή τους».
[…]. Ένας δάσκαλος χωρίς χιούμορ είναι κίνδυνος, επειδή το χιούμορ είναι ασφαλιστική δικλείδα».

Α. Σ. ΝΗΛ. (1975). Ελευθερία όχι αναρχία, μτφρ. Ευάγγελος Γραμμένος. Αθήνα: Μπουκουμάνη, σσ. 49, 50, 54.

Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2022

Όταν ο πλοηγός είναι χακαρισμένος και ο δρόμος για την Ορθοδοξία περνά μόνο μέσα από τη Ρωσία

Του Πρωτοπρ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΘΕΡΜΟΥ


«Φυσικά προσπαθούσε να κρύψει το σακατεμένο χέρι του /
έτσι κρατούσε πάντα μια σημαία».
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ. (1990). «Ιδεολόγος», στο: Τα χειρόγραφα του Φθινοπώρου. Αθήνα: Κέδρος, σ. 112.

Εδώ και πολλά χρόνια πλανάτο μια ανησυχητική αίσθηση σχετικά με τις μεταστροφές Αμερικανών Προτεσταντών στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Ενώ δεν έπαψαν μεταξύ αυτών να υπάρχουν και διαμάντια, συχνά συναντούσε κανείς πιστούς οι οποίοι υιοθετούσαν υπερσυντηρητικές απόψεις, ενίοτε και φονταμενταλιστικές. Άλλοτε η τάση γινόταν εμφανής αμέσως μετά τη μεταστροφή, ενώ άλλοτε χρειάζονταν χρόνια μέχρι την σταδιακή μετακίνηση σε ακραίες θέσεις.
Το φαινόμενο της θρησκευτικής μεταστροφής είναι πολυεπίπεδο και τα κίνητρα ενίοτε ασυνείδητα. Η ψυχολογική (ενίοτε και ψυχιατρική) μελέτη του είναι περισσότερο από απαραίτητη, είναι επείγουσα. Εγγίζει την ουσία και το μέλλον της Εκκλησίας.
Αρχίζει να γίνεται πλέον φανερό πως οι προσδοκίες πολλών Αμερικανών Προτεσταντών που μεταστρέφονται στην Ορθοδοξία διέπονται από κάποιο βαθμό αυταπάτης. Χαμένοι μέσα σε έναν ωκεανό φιλελεύθερων Χριστιανικών ομολογιών (που μερικές φορές αναρωτιέσαι γιατί να λέγονται πια Χριστιανικές), υφιστάμενοι την ραγδαία εκκοσμίκευση της κοινωνίας η οποία έχει ξεφύγει από την κλασική νεωτερική έννοια και απέκτησε την προκλητικότητα της Μετανεωτερικότητας, ίσως και παρερμηνεύοντες το επίθετο «ορθόδοξη», καταλήγουν να προσέρχονται στην Ορθοδοξία με την ελπίδα ότι αποτελεί το τέλος της ιστορίας.
Με αυτό εννοώ ότι χαρακτηρίζονται από την ψυχική ανάγκη να σταματήσει κάθε αναθεώρηση, κάθε κριτική, κάθε εξερεύνηση, διεργασίες που τόσο πολύ ευθύνονται στη Δύση για την αποδόμηση του Χριστιανισμού. Επιτέλους βρέθηκε ο ασάλευτος βράχος, το σταθερό σημείο αναφοράς. Ανυποψίαστοι για το τιτάνιο και διαρκές διακόνημα της ερμηνευτικής βιώνουν σαν καταστροφή κάθε διάλογο με τον Διαφωτισμό και τα παρεπόμενά του.
Έτσι, όμως, καταντούν να παίρνουν την μεταφορά του Χριστού ως ασφαλούς «πέτρας» και ακρογωνιαίου λίθου και να την τοποθετούν στην ανθρώπινη πραγματικότητα της Εκκλησίας. Εκλαμβάνουν, με άλλα λόγια, ως ήσυχο λιμάνι την κατάπαυση κάθε διανοητικής θεολογικής δραστηριότητας, την οριστική απάντηση όλων των αποριών, εν ολίγοις την θετικιστική αποδελτίωση της αλήθειας.
Σπουδαία διανοητικά μεγέθη, όπως ο κορυφαίος βιοηθικός θεολόγος Τρίσταμ Έγκελχαρντ, Ορθόδοξος από το 1991, δεν απέφυγαν το σύνδρομο του Προτεστάντη μεταστραφέντος (βλ. κριτική μου στο βιβλίο του «Μετά Θεόν», στο τεύχος 163 του περιοδικού Σύναξη). Αφού προβεί σε εμπεριστατωμένη κριτική του εκκοσμικευμένου κόσμου, όταν επιχειρεί να πάρει θέση ως Ορθόδοξος η απογοήτευση είναι βαθειά.
Είναι άλλο πράγμα η επίγνωση του τραύματος από την αμαρτία και την πλάνη, επίγνωση η οποία εύλογα μπορεί και οφείλει να οδηγήσει σε θρησκευτική μεταστροφή, και εντελώς άλλο η αίσθηση τραύματος η οποία πηγάζει από τη συνάντηση με τις παρεκκλίσεις και ιδιοτροπίες της Ιστορίας. Στη δεύτερη αυτή περίπτωση ο ψυχισμός αναζητά την καινούργια κοινότητα ακριβώς για να βρει καταφύγιο από την Ιστορία!
Υπό αυτές τις συνθήκες μικρή είναι η απόσταση από το να καταστήσουν την ηθική κεντρικό κριτήριο. Ο κουρασμένος ψυχισμός αδυνατεί να σκεφθή οντολογικά, πολλώ μάλλον όταν η ιθαγενής Αμερικανική κουλτούρα είναι πραγματιστική, δηλαδή ξένη προς την οντολογία. Έχοντας ενσωματώσει το κριτήριο της αποτελεσματικότητας οι μεταστρεφόμενοι ρέπουν προς τις αξίες, συνεπώς εύκολα εξαπατώνται από τα φαινόμενα. Και έτσι φθάσαμε στην σκανδαλώδη περίπτωση της φιλορωσικής Αμερικανικής Ορθόδοξης κοινότητας!
Η καθηγήτρια της θρησκευτικής ανθρωπολογίας Sarah Riccardi - Swartz εξέδωσε ένα αποκαλυπτικό βιβλίο γύρω από ένα σοκαριστικό ζήτημα, σχετικά με μια ομάδα Προτεσταντών οι οποίοι έγιναν δεκτοί στην «Υπερόριο Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία» (ROCOR). Διαθέτουν ένα μοναστήρι και κάποιους κληρικούς και λαϊκούς[1]Για το ίδιο θέμα η συγγραφέας μίλησε και στο συνέδριο που οργάνωσε η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών Βόλου τον Ιούνιο του 2022.
Δεν έχω διαβάσει το βιβλίο αλλά άκουσα την ομιλία της και διάβασα αρκετά κείμενα που περιγράφουν τα γεγονότα. Εντελώς περιληπτικά, οι νεόφυτοι αυτοί πιστοί ερμηνεύουν το Ορθόδοξο ιδεώδες μέσω Ρωσίας! Τιμούν την δολοφονημένη τσαρική οικογένεια, απορρίπτουν την οικουμενική κίνηση και ενστερνίζονται τον απομονωτισμό, αντιπαραθέτουν δε προνεωτερικές αξίες (ανδρική κυριαρχία, καχυποψία προς την Δημοκρατία, απέχθεια προς τη Νεωτερικότητα) στην λαίλαπα του σχετικισμού και του μηδενισμού. Με την πάροδο του χρόνου τούς γοήτευσε η ρητορική του Πούτιν περί των παραδοσιακών αξιών, σε σημείο που να τον θεωρούν τον μόνο Χριστιανό ηγέτη που απέμεινε στον κόσμο.
Πολιτικά πολλοί εξ αυτών είναι τραμπικοί, με αντιδημοκρατικές αντιλήψεις, ενώ υιοθετούν και θεωρίες συνωμοσίας. Εν ολίγοις, πράττουν ό,τι όλοι οι φονταμενταλιστές οι οποίοι απολυτοποιούν το κτιστό και εκλαμβάνουν το πολιτισμικό ως θεολογικό, με πρόσθετη διακόσμηση τον πολιτικό χρωματισμό. Εννοείται ότι τυχόν περαιτέρω διάδοση και επέκταση του φαινομένου θα δυσφημήσει την Ορθοδοξία διεθνώς.
Αυτό που καθιστά τρομακτικό και εξοργιστικό το φαινόμενο είναι ότι όλα αυτά διαδραματίζονται εν μέσω ενός πολέμου, όχι απλά άδικου, αλλά βλάσφημου (βλ. τις δηλώσεις του πατριάρχη Κύριλλου ότι θα πάνε στον Παράδεισο όσοι Ρώσοι στρατιώτες σκοτωθούν). Το να χρησιμοποιείται ο μύθος της «αγίας Ρωσίας» ως κίνητρο για να γίνει κάποιος Ορθόδοξος ξεπερνά οποιαδήποτε καλόπιστη διάθεση ανοχής και συνιστά λόγο να διερωτηθούμε αν ανήκουμε στην ίδια Εκκλησία.
Με πολλή θλίψη και χωρίς να υποτιμώ στο ελάχιστο την υπαρξιακή αναζήτηση αυτών των αδελφών μας, θα ισχυριστώ ότι κατέληξαν σε μια διαστροφική λύση. Και τούτο διότι, κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, δεν πρόκειται για αναζήτηση του Χριστού, αλλά των αξιών. Επίκεντρο γίνονται οι παραδοσιακές αξίες σε αντιπαράθεση με την εκκοσμικευμένη εκμηδένιση των αξιών. Όταν το θεμέλιο τεθεί εσφαλμένα, τότε ο άνθρωπος τυφλώνεται απέναντι σε φαινόμενα όπως ο κραυγαλέος και επιθετικός εθνικισμός, αποκτά δε ανοσία απέναντι σε μορφές εκκοσμίκευσης που φέρουν θρησκευτικό μανδύα, όπως η σημερινή Ρωσική ιδεολογία.
Στον βαθμό που οι αξίες αυτονομηθούν και αποσυνδεθούν από το πρόσωπο του Χριστού, ανοίγει ο δρόμος για τον ψυχολογισμό. Η θρησκευτική μεταστροφή είναι έτσι κι αλλιώς μια ψυχολογική περιπέτεια, αλλά έχει διαφορά όταν και οι στόχοι της εκπίπτουν σε πρωτίστως ψυχολογικούς: ηρεμία, ασφάλεια, σαφήνεια. Αυτά πρέπει να αποτελούν επιθυμητά παράπλευρα κέρδη αλλά όχι τους πρωτογενείς σκοπούς.
Ακόμη χειρότερα, για ορισμένους το κίνητρο περιλαμβάνει πιο φτηνά ψυχολογικά επιτεύγματα: επανάκτηση του τραυματισμένου ανδρισμού, ανωτερότητα ως προς τη γυναίκα, επανόρθωση της αυτοεκτίμησης. (Όποιος διαφωνεί ή δεν καταλαβαίνει ας διαβάσει εδώ). Η φιλορωσική Ορθόδοξη μεταστροφή είναι κατά βάση ένα ανδρικό φαινόμενο, εκδίκηση απέναντι στον εκθηλυσμό της μεταμοντέρνας κοινωνίας. Αλλά αφού συνεχίζουμε μέσα στην Εκκλησία την ανδρική πρωτοκαθεδρία, καλά να πάθουμε! Εδώ είδαν φως και μπήκαν…
Φαινόμενα υπερόριας εξαγωγής της Ρωσικής παθολογίας, όπως αυτά, χρειάζεται να αξιοποιηθούν από τους απανταχού Ορθόδοξους ηγέτες και θεολόγους, αφ’ ενός μεν για να απομονωθεί ακόμη περισσότερο η εκτροχιασμένη Ρωσική Εκκλησία μέχρι να συνέλθει και να μετανοήσει, αφ’ ετέρου δε για να προβούν σε αυτοκριτική εμβάθυνση των εν γένει προϋποθέσεων και στάσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίες αποδεικνύεται όλο και πιο πολύ ότι λειτουργούν ως θερμοκήπιο σκοταδιστικών και ανελεύθερων τάσεων. Όταν το πνευματικό gps μάς προδίδει τότε είναι η ώρα να αναλογισθούμε ποιος ακριβώς είναι ο προορισμός τον οποίο έχουμε εισαγάγει…
Η κινούμενη άμμος της Μετανεωτερικότητας απαιτεί σοβαρή θεολογική αποτίμηση και μαρτυρία, και δεν αντιμετωπίζεται με ψυχολογική και ιδεολογική παλινδρόμηση. Τόσο στον ανθρώπινο οργανισμό όσο και στα σύνολα ανθρώπων αποτελεί φυσικό και ιστορικό νόμο ότι τα συμπτώματα μπορούν να αποτελέσουν αφετηρία γενικότερης εξυγίανσης.

[1] Στους συνδέσμους αυτούς μπορεί να βρει κάποιος συζητήσεις επί του βιβλίου και επί του φαινομένου:
Ο πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Θερμός είναι ψυχίατρος παιδιών και εφήβων, Καθηγητής της Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Αθηνών.
Το εικαστικό θέμα είναι έργο του Αυστριακού ζωγράφου Egon Schiele με τίτλο «Conversion», 1912 και αποτελεί μέρος ιδιωτικής συλλογής.

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

Τα αυγά και τα καλάθια. Παθογένεια της παιδείας ή της οικογένειας;

Του ΜΑΝΟΥ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗ

Ας αναλογιστούμε: Δυόμισι, σχεδόν, χρόνια αποξένωσης από τη ζωντανή εκπαίδευση έχουν δημιουργήσει τεράστια προβλήματα στα παιδιά. Οι μισοί μαθητές της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης διαπιστώνονται και επισήμως ως λειτουργικά αναλφάβητοι. Σιγά τα νέα. Ποιός έσπασε ποτέ αυγά σ' αυτό τον τόπο; Και το πιο δυσάρεστο (τα καλάθια του τίτλου): Έξι χρόνια στο Δημοτικό και έξι σε Γυμνάσιο - Λύκειο με τους μαθητές να βαριούνται θανάσιμα. Να μην διασκεδάζουν. Να βρίσκονται αλλού. Ανέμπνευστοι, ανέραστοι, αδιάφοροι. Ακόμη και στην στρατιωτική εκπαίδευση οι νεοσύλλεκτοι βρίσκουν τρόπους να περνάνε καλά. Όχι όμως και στο ελληνικό σχολείο.
Πρόκειται για ένα δράμα που οι συνεπείς εκπαιδευτικοί το ζουν καθημερινά. Επί χρόνια. Η αληθινή, υπόγεια τραγωδία του τόπου. Νέοι άνθρωποι χαμένοι πριν ακόμα δώσουν τη μάχη, χαμένα χρόνια στην κυριολεξία, λάθος προσανατολισμένοι μαθητές, κατεστραμμένοι πριν καν αρχίσουν τη ζωή τους. Με λάθος εφόδια. Ή, καλύτερα, χωρίς εφόδια. Και το χειρότερο:
Με αδιαφορία ή και μίσος για το σχολείο. Από το δημοτικό ως το πανεπιστήμιο (ιδιαίτερα στο τελευταίο με τους καταθλιπτικούς, βρώμικους χώρους του, λόγω... προοδευτικού ακτιβισμού)! Επειδή τα παιδιά μας, το ξαναλέω, βαριούνται θανάσιμα. Ή, καλύτερα, μάς βαριούνται. Κι εμάς και τα δωρεάν - ίσως και γι' αυτό τόσο βαρετά, κακογραμμένα και κακοσχεδιασμένα - βιβλία που τούς παρέχουμε χύδην και τα οποία δεν ανοίγουν σχεδόν ποτέ. Τόσο μαζικά και απρόσωπα βιβλία. Βιβλία που δεν θα βάλεις ποτέ στη βιβλιοθήκη αλλά θα τα πετάξεις εκδικητικά με την πρώτη ευκαιρία. Δείτε τους όγκους των εντύπων που δίνουν σε Δημοτικό και Γυμνάσιο και... φρίξτε. Για τον όγκο της υποκρισίας. Ποιός, διερωτώμαι, θα σπάσει τ' αυγά της εκπαιδευτικής ιδεοληψίας και θα αξιοποιήσει τα καλάθια της νέας εποχής; Τα τάμπλετ, ας πούμε, που τόσο λατρεύουν οι πιτσιρικάδες. Που θα πει, πρέπει να πάμε στο παιδί με οδηγό τις δικές του ανάγκες κι όχι τις δικές μας ανασφαλείς βεβαιότητες. Το ίδιο και με την διδασκαλία της ιστορίας, το θαυμαστό παραμύθι του έθνους. Δηλαδή την καλλιέργεια της φιλοπατρίας αλλά και την καταπολέμηση της εθνικιστικής μειονεξίας.
Ονειρεύομαι λοιπόν ένα σχολείο με ελάχιστα ή και καθόλου βιβλία στην τάξη. Αλλά με ελεύθερες επιλογές βιβλίων. Το δικό μας σύστημα, είτε αριστερό είτε δεξιό, είναι προαποφασισμένο, δηλαδή σταλινικό. Αφού γενικότερα ως κοινωνία δεν αγαπάμε το βιβλίο αλλά το θεωρούμε κάτι το εξωτικό και αχρείαστο. Το διακοσμητικό για την σερβάντα! Και με τους πολιτικούς συστηματικά να κρύβουν όλο το πρόβλημα κάτω από το χαλί. Ή να παίζουν εν ου παικτοίς.( Έστω κι αν έχουν πολλοί από αυτούς υπάρξει ακαδημαϊκοί δάσκαλοι). Όπως συμβαίνει για παράδειγμα με το αμαρτωλό, με το, διαχρονικά, κομματικοποιημένο, πρώην, Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. (Και από το 2012, Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Όχι παίζουμε).
Τί λείπει λοιπόν από την παιδεία μας;
Μα τι άλλο από τον έρωτα. Κι απ' το παιχνίδι του έρωτα. Δηλαδή την αυτενέργεια και την αυτοέκφραση. Τα παιδιά μας τα θέλουμε παθητικούς δέκτες που να απομνημονεύουν, τουτέστιν να παπαγαλίζουν. Όχι να εκφράζονται δημιουργικά. Η παιδεία όμως είναι συνδημιουργία. Γι' αυτό είναι τόσο διαφορετικά και τόσο επιτυχημένα τα λεγόμενα Καλλιτεχνικά Γυμνάσια. Ενώ βιαστήκαμε να καταργήσουμε τα καλλιτεχνικά μαθήματα, δηλαδή την αυτενεργεια στην τάξη.
Απ' την άλλη μια ολόκληρη κοινωνία που εφησυχάζει. Εμπρός στην ηλίθια, ιδιωτική τηλεόραση. Θα ήθελα να ήμουν δικτάτορας για να την καταργήσω. Τόσο μακριά απ' το βιβλίο και την κουλτούρα του βιβλίου. Με τα παιδιά, μοιραία, να βλέπουν τους γονείς τους και να τούς μιμούνται. Συμπέρασμα: Η παθογένεια της εκπαίδευσης αντανακλά ακριβοδίκαια την παθογένεια της οικογένειας.
Πιο απλά αρπαχτές και στη γνώση όπως και στη ζωή, ήσσων προσπάθεια, έλλειψη πειθαρχίας, κανόνων, αξιών, αρρωστημένος εγωτισμός, κιτς ως αισθητική (δηλαδή επιφάνεια και «μούρη»), έλλειψη πνεύματος μαθητείας και σεβασμού, απομυθοποίηση του δάσκαλου στο όνομα του... μοντερνισμού κ.λπ. Απομυθοποίηση, τέλος, του σχολείου στο όνομα του... ρεαλισμού και της επαγγελματικής δήθεν αποκατάστασης. Με κάθε κόστος. Μυθοποίηση απ' την άλλη του εξωσχολικού φροντιστηρίου. Αμφισβήτηση εν τοις πράγμασιν της μαθησιακής διαδικασίας. Η παιδεία ως οχληρή υποχρέωση. Η παιδεία ως τεχνική κι όχι ως μέθεξη. Κι ώσπου να γίνουν όλες, αυτές οι κοσμογονικές αλλαγές, γονείς ασχοληθείτε με τα παιδιά σας! Είστε οι πρώτοι και οι τελευταίοι δάσκαλοι τους!
Και βέβαια η αλλαγή του παραδείγματος που οφείλει να ακολουθήσει την αλλαγή της εποχής δεν είναι διόλου εύκολη. Απεναντίας. Και η έλλειψη διαλόγου ως προς την παιδεία από πλευράς κομμάτων εκ παράλληλου προς την αφωνία και την αυστηρή... ουδετερότητα της πνευματικής ηγεσίας δεν προοιωνίζεται τίποτε αισιόδοξο. Όσο οι πολιτικές παρατάξεις θα ψηφοθηρούν μέσω της παιδείας, τόσο η τραγωδία θα μεγαλώνει.

Υ.Γ. Λέω συχνά στους μαθητές μου: «Δεν μπορεί, όλα αυτά τα χρόνια, θα πετύχατε έναν δάσκαλο, έναν καθηγητή που να τον ερωτευτήκατε, που να σάς ενέπνεε, που να τον κοιτάζατε στα μάτια. Και μόνο για αυτό αξίζει ν' αγαπήσετε το σχολείο. Που είναι δικό σας κι όχι του εκάστοτε διευθυντή, καθηγητή, υπουργού κ.λπ.». Οι περισσότεροι απαντούν θετικά. Αυτό και μόνο αυτό - δηλαδή ο άγνωστος, «ανώνυμος» δάσκαλος - διασώζει κάτι στη παιδεία μας. Ακόμη. Από την άλλη φέρτε τα παιδιά σας στα μουσεία, στις γκαλερί, στους αρχαιολογικούς χώρους. Δείξτε τους τέχνη. Μη περιμένοντας τα πάντα από μιαν αργόστροφη πολιτεία. Κάντε τα κοινωνούς του διαχρονικού πολιτισμού μας (και πολιτισμού τους). Είναι η υψηλότερη μορφή παιδείας!

Κυριακή 9 Οκτωβρίου 2022

Ο οικουμενικός Νίκος Καζαντζάκης

Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ι. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Ετούτες τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου, για τις ανάγκες του θέματος της εισήγησής μου «Η φύση στα ταξιδιωτικά έργα του Νίκου Καζαντζάκη», στο επικείμενο Διεθνές Συνέδριο που οργανώνει η Διεθνής Εταιρεία Φίλων Νίκου Καζαντζάκη, το οποίο θα γίνει στη Λάρισα από τις 18 έως τις 20 Νοεμβρίου, με θέμα «Η φύση στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη», ξανάπιασα στα χέρια μου ένα από τα ταξιδιωτικά έργα του, το Ταξιδεύοντας: Αγγλία. Διαβάζω, ξαναδιαβάζω τον Πρόλογο και μένω έκπληκτος από την αγωνιστική μέθεξη του μεγάλου Κρητικού στις μεγάλες κοινωνικές και πνευματικές αναζητήσεις της εποχής του. Νομίζω πως και σήμερα παρόμοιες είναι αυτές οι αναζητήσεις. Δίχως τον Καζαντζάκη, έχω την ταπεινή γνώμη, ο άνθρωπος ως κοινωνική και πνευματική παρουσία, δεν θα μπορούσε να είναι ένα ον που πάσχει, που πονά, που ονειρεύεται και που αγαπάει. Παραθέτω αυτούσιο τον Πρόλογο. Η ανάγνωσή του μπορεί πλούσια και ουσιαστικά να καρποφορήσει στη ψυχή κάθε αναγνώστη.


Δύσκολο το ταξίδι τούτο, γιατί αναγκαστικά ξεφεύγει από τη γαλήνια περιοχή της λεύτερης, ανεύθυνης ωραιότητας κι αναταράζει αιματερές σύγχρονες έννοιες.
Θες δε θες, αντικρύζοντας χοχλακιστά, ακαταστάλαχτα ακόμα πάθη, θα φανερώσεις τη γνώμη σου· κι η γνώμη σου αυτή, όποια και να ‘ναι, θα εξαγριώσει τους αντίθετους. Κι αν προσπαθήσεις, δημιουργώντας με αφιλοκέρδεια και μόχτο μεγάλη απόσταση καιρού και τόπου, να δεις και να κρίνεις, τότε πια θα σου ριχτούν μανιασμένα και τα δύο αντίθετα στρατόπεδα.
Γιατί να βλέπεις και να κρίνεις με ψυχική και πνευματική ανεξαρτησία τα ξεκαπίστρωτα σύγχρονα πάθη θεωρείται θανάσιμο αμάρτημα κι από τις δύο παράταξες που αποτελούν τη συμπαγή απλοϊκή και βελάζουσα μάζα του σκεπτόμενου όχλου. Το ΝΑΙ και τ’ ΟΧΙ είναι γι’ αυτούς οι δυο μονάχα επιτρεπόμενες, επιβαλλόμενες απάντησες. Το άσπρο ή το μαύρο. Ανάμεσα σε αυτά τα δύο ακρότατα όρια, που χρέος έχουν να τα κατέχουν μονάχα οι μαχόμενοι άνθρωποι της ενέργειας, δεν επιτρέπουν καμιά συνθετική συνθετική προσπάθεια στο στοχαζόμενο ελεύτερον άνθρωπο.
Να κοιτάζεις με αθόλωτο μάτι – αθόλωτο κι από το μίσος κι από την αγάπη- τη σημερινή παγκόσμια πραγματικότητα, να ομολογείς τις αρετές και συνάμα την ατιμία, το φως και το σκοτάδι, που αποτελούν εδώ στη Γη το κάθε ζωντανό, είτε άνθρωπος είναι είτε ιδέα, να ‘σαι με μια λέξη ελεύτερος καταντάει ολοένα και πιο επικίνδυνος πνεματικός άθλος. Και πολύ σκόπιμα. Στη σημερινή κρίσιμη ιστορική στιγμή, όπου οι δυό κόσμοι πάνοπλοι συγκρούουνται με τόση μοιραία αναγκαιότητα, το να φλωροζυγιάζεις με το νου θεωρείται ύποπτο κι επικίντυνο. Δεν είναι τώρα στιγμή άδολου λογισμού και επισκόπησης. Ο νους είναι υποχρεωμένος, από ιστορική πίεση, για μερικές γενιές ακόμα, να ξεχάσει την ανεξάρτητη θεωρητική του λειτουργία και να στρατολογηθεί κι αυτός υπηρέτης στην πιό άμεση κι επιταχτική ανάγκη: να προπαγαντίζει ένα από τα δυό μεγάλα συνθήματα και να ετοιμάζει - εφευρίσκοντας όπλα φονικά και θανατηφόρα αέρια - τα μέσα να εξοντωθεί ο αντίμαχος και συνάνθρωπος.
Η Επιστήμη, που τόσες ελπίδες στήριξε απάνω της ο κακομοίρης ό άνθρωπος — να μας λυτρώσει από τη φτώχεια, από τα πάθη κι από το χτήνος και ν’ απαντήσει σε εναγώνια ψυχικά μας ρωτήματα — κατάντησε το πιο τρομαχτικό κι ανήθικο όπλο μιας νέας βαρβαρότητας, της πιο φριχτής, της επιστημονικής.
Ζούμε σήμερα, βλέπουμε μπροστά από τα μάτια μας, στους σωρούς τα πτώματα που στοιβάζονται, την ηθική χρεωκοπία της Επιστήμης. ‘Όχι μόνο επιστήμη κι ηθική δεν συμπερπατούν, παρά — κι αυτό είναι το πιο τρομαχτικό — είδαμε πώς είναι μπορετό να γίνει τούτο το αποτρόπαιο: όσο περισσότερο ή επιστήμη προχωράει, τόσο να πισωδρομάει και να φτάνει σε πρωτόγονη χτηνωδία ή ηθική εξαθλίωση τον ανθρώπου. Η περίφημη Πρόοδος αποδείχτηκε κι αυτή ένας από τους πιο επικίνδυνους μύθους του νεώτερου κόσμου.
Να γιατί ή εποχή μας μισεί το πνέμα· είδε πώς χρεοκόπησε η θεωρητική σκέψη και κατάντησε ή εφαρμοσμένο όργανο καταστροφής, ή άσκοπο χαζό ταχυδακτυλουργικό παιχνίδι. Δεν εμπιστεύεται πια η νεότητα της εποχής μας τις παλιές ξεθωριασμένες ηθικές, μήτε τη λεγάμενη «ελευτερία», μήτε τις μεγαλόστομες ιδεαλιστικές θεωρίες· είδε πώς όλα αυτά είναι μάσκες βολικές για να καμουφλάρουν ανήθικες ματεριαλιστικές απληστίες.
Ξεσκίστηκαν οι μάσκες, γκρεμίστηκε η πίστη, άνοιξαν οι καταπαχτές που κρατούσαν καταχωμένες τις μέσα μας απάνθρωπες δυνάμεις κι όταν η μάσκα ενός πολιτισμού ξεσκιστεί, ευτύς αναπηδάει το χάος. Ξεχύθηκαν οι μέσα μας δαιμόνοι, άγρια λύσσα αυτοσκοτωμού κι ολέθρου, καλό και κακό, τίμιο κι άτιμο, πολυφαγία και πείνα συνεργάζονται για την καταστροφή και την αποσύνθεση.
Μπροστά από τα μάτια μας, κάθε ώρα, κάθε δευτερόλεφτο, γκρεμίζεται ο κόσμος. Η καρδιά, δεμένη με τα περασμένα, θρηνάει κι οδύρεται· ας την αφήσουμε να θρηνάει και να οδύρεται — αυτή ’ναι η δουλειά της — κι ας προσπαθήσουμε να δούμε με μάτι καθαρό την εξαίσια, όλο αίματα στιγμή που περνούμε.
Η ανθρωπότητα βρίσκεται σε απότομη στην πορεία της στροφή· κι όπως πάντα σε τέτοιες απότομες στροφές, δεν πρέπει να ελπίζουμε πώς αν γίνει μια καλύτερη προσαρμογή του ιδανικού στην πραγματικότητα, αν μπαλωθούν κι εφαρμοστούν καλύτερα οι νόμοι, θα βρούμε τη λύτρωση. Δεν αρκεί η καλυτέρεψη, η αναθεώρηση, η συνέχεια· ο σημερινός άνθρωπος ένιωσε πια την ανάγκη να γίνει συθέμελη ανατροπή, αλλαγή μετώπου, νέα ιεραρχία στις αξίες, νέα ανατίμηση της αρετής.
Μεγάλη εποχή, ποτέ ο ηρωισμός, η περιφρόνηση του θανάτου, η σπάταλη θυσία της ζωής δεν έφτασαν ένα τόσο υψηλό κι ομαδικό παραλήρημα. Χιλιάδες νέοι, και στα δύο στρατόπεδα, κάθε δευτερόλεφτο, παίζουν μ’ ένθεη μανία τη νιότη τους. «Άγων έσχατος και μέγιστος ταις ψυχαίς πρόκειται».
Ποιος μπορεί πια να σταθεί μακριά από την ανατριχιαστική τούτη δαιμονική δράση; Κι οι πιο πνευματικοί άνθρωποι, κι οι πιο νηφάλιοι, σιγά σιγά παρασύρονται από το στρόβιλο και μπαίνουν στον αγώνα.
Μονάχα ένας νους που θα ‘βλεπε από πολύ μεγάλο ύψος την εποχή μας θα δικαίωνε εξίσου όλους τους αγωνιζόμενους. Που θα πολεμήσεις, αριστερά ή δεξιά, για τον απάνθρωπο αυτό νου δε θα ’χε καμιά σημασία. Σημασία θα ’χε μονάχα η αγνότητα, η ένταση του αγώνα, η Θυσία.
Μα ένας τέτοιος νους, σήμερα, δύσκολο να υπάρξει. ‘Αναγκαστικά η σκέψη, ακλουθώντας το ρυθμό της κάθε ιδιοσυγκρασίας, διατυπώνει με περισσότερη προτίμηση και προθυμία μιαν ορισμένη ροπή. Δύσκολο πολύ, σήμερα, να ‘χεις τη «σφαιρική ματιά» πού να σε κάνει να βλέπεις ταυτόστιγμα, απ’ όλες τις πλευρές, σα σφαίρα, την αλήθεια· και ν’ αντικρίζεις όλους τους αγωνιζόμενους με τον ίδιο σεβασμό. Κι όχι μονάχα με σεβασμό· παρά και με μια παράνομη, αλλόκοτη αγάπη. Δύσκολο, σήμερα, να ξέρεις και να ζεις το απλούστατο τούτο: πώς όλοι είναι κρυφοί συνεργάτες και μάχουνται για τον ίδιο μεγάλο σκοπό.
Ποιο σκοπό; Δυό είναι οι βαθύτερες ορμές του ανθρώπου: α΄ Η Πείνα: ν’ απλώσει όσο μπορεί περισσότερο γύρα του τη δύναμή του, ν’ αρπάξει, να καταχτήσει, να κάμει δικό του, να φάει. β΄ Ο Φόβος: να μην του πάρουν, να διατηρήσει όσο μπορεί πιο πολύν καιρό και πιο άνετα, ό.τι κατάχτησε.
Ένας νεαρός οργανισμός, γερός, ζωντανός, που βρίσκεται ακόμα στην έφοδό του προς τ’ απάνω, πεινάει. Η ανάγκη τον σπρώχνει να τανύσει τη δύναμή του, ν’ αψηφήσει τον κίντυνο, να χιμήξει γύρα του να βρει θροφή να μην πεθάνει. Κάνει πόλεμο.
Ένας ωριμασμένος οργανισμός που έφαγε και χόρτασε μια μονάχα πια επιθυμία έχει: να μην του πάρουν ότι κατέχει να μην ανατραπεί η καθιερωμένη τάξη· ο κόσμος είναι καλός και του αρέσει. Θέλει ειρήνη.
Κι οι δύο έχουν δίκιο. Κι οι δύο, ακολουθώντας την ανάγκη, συνεργάζονται στο μεγάλο σκοπό. Ποιο σκοπό; Να κουνηθεί η ψυχή του ανθρώπου.
Να κουνηθεί η ψυχή του ανθρώπου και να κάμει ένα βήμα πιο πέρα, να γλιτώσει από τις παλιές ηθικές, ελευτερίες και συνήθειες, που κατάντησαν ανηθικότητες, σκλαβιές και θάνατος, και να δημιουργήσει ένα καινούριο όραμα: ένα νέο πολιτισμό.
Σήμερα όλες μας οι ελπίδες στριγμώνουνται σε τούτο: στο ότι οι καιροί που περνούμε — κι ακόμα πολύ περισσότερο: οι καιροί που θα περάσουν τα παιδιά και τ’ αγγόνια μας — είναι δύσκολοι. Η Δυσκολία στάθηκε πάντα στη ζωή ο μέγας ερεθισμός που ξυπνάει και κεντρίζει όλες μας τις ορμές, καλές και κακές, για να πηδήξουμε το εμπόδιο που υψώθηκε ξαφνικά μπροστά μας· κι έτσι, επιστρατεύοντας όλες μας τις δυνάμεις, που αλλιώς θα ύπνωναν ή θα ενεργούσαν σκόρπια κι ανόρεχτα, φτάνουμε κάποτε πολύ μακρύτερα απ’ ό,τι ελπίζαμε. Γιατί οι επιστρατευόμενες δυνάμεις δεν είναι μονάχα δικές μας, ατομικές, μήτε μονάχα ανθρώπινες. Στη φόρα τούτη πού παίρνουμε για να πηδήξουμε, ξαμολύνουνται μέσα μας τρισυπόστατες δυνάμεις: ατομικές, πανανθρώπινες, προανθρώπινες. Στη στιγμή πού συσπειρώνεται ο άνθρωπος σαν ελατήριο για να επιχειρήσει το πήδημα, ολάκερη, μέσα μας, η ζωή του πλανήτη παίρνει φόρα. Νιώθουμε φανερά πια την απλούστατη αλήθεια που τόσο συχνά λησμονούμε στις βολικές κι άγονες στιγμές της ευκολίας: πώς ο άνθρωπος δεν είναι αθάνατος, μα δουλεύει Κάτι ή Κάποιον αθάνατο.
Γι’ αυτό στις δημιουργικές αυτές στιγμές καμιά πρόβλεψη δεν είναι δυνατή. Ο νόμος της αναλογίας, τα ιστορικά προηγούμενα, παθήματα μαθήματα, δεν έχουν καμιάν εφαρμογή στις στιγμές που ο άνθρωπος, δηλαδή η ανθρωπότητα, δηλαδή η ζωή, ορμάει για το πήδημα. Εδώ το απρόβλεφτο είναι το μόνο προβλεπόμενο. Η Ιστορία εδώ χάνει τη δύναμή της. Πέφτει η μάσκα της και φαίνεται το αληθινό της πρόσωπο. Παραμύθι, και το δηγούνται στα μικρά, μικρά και μεγάλα παιδιά οι τρεις φλύαρες κυράτσες: η Φαντασία, η Φιλαυτία, η Αυθαιρεσία.
Στις μεγάλες στιγμές που περνούμε, κάποια άλλη δύναμη μπαίνει οδηγός: η Πίστη. Η πίστη πως μπορούμε να πλάσουμε απαρχής καινούριο κόσμο, να καθαρίσουμε τη μνήμη, να ξαλαφρώσουμε από τα περιττά ανόητα βάρη, να δώσουμε καινούρια παρθενιά στην ψυχή μας. Πιστεύομε φυσικά κάτι ανύπαρχτο, μα πιστεύοντάς το τό δημιουργούμε. Ανύπαρχτο είναι ό,τι δεν πεθυμήσαμε αρκετά, ό,τι δεν ποτίσαμε αρκετά με το αίμα μας, για να μπορέσει να πάρει δύναμη να δρασκελίσει το μυστικό κατασκότεινο κατώφλι της ανυπαρξίας. Με την πίστη, με την αγάπη ή με τη βία, με το αίμα μας, δηλαδή με ανθρώπινα υλικά, πλάθεται το ανύπαρχτο και γίνεται το μέγα πήδημα από τον ένα πολιτισμό στον άλλο.
Για να γίνει το πήδημα αυτό, απαραίτητο να προηγηθεί η καταστροφή, να γκρεμιστούν πολλά σεβαστά κι αγαπημένα που εμποδίζουν και ν’ ανοίξει ανάμεσα από τα ερείπια η ψυχή καινούριο δρόμο.
Η εποχή μας έχει δραστικότατα με ορισμένο πρόσωπο στοιχεία αποσύνθεσης, κι απρόσωπα ακόμα, αβέβαια, μα ακαταμάχητα στοιχεία σύνθεσης. Εκατομμύρια αγωνιστές τη στιγμή τούτη, και στις πέντε ηπείρους, εχτελούν τέλεια το ιερό προδρομικό έργο της αποσύνθεσης· οι πνευματικοί άνθρωποι ας δουλεύουν, όσο μπορούν, από τώρα, τα στοιχεία της σύνθεσης.
Ένας πνεματικός άνθρωπος σήμερα, περισσότερο παρά ποτέ, έχει μεγάλη ευθύνη. Έχει χρέος να διαποτιστεί από τη μοίρα της εποχής του, να μη φύγει, να σταθεί στο σταυροδρόμι όπου φυσούν όλες οι ανησυχίες κι οι ελπίδες, ρόδο των άνεμων. Έχει χρέος: α΄ να ξεχωρίσει μέσα στις σύγχρονες αντιμαχόμενες προσπάθειες τι θετικό καλό προσφέρει η καθεμιά, τι συνεισφορά στη λαχτάρα του σημερινού ξαγριεμένου ανθρώπου, να δημιουργήσει ένα καινούριο πιο δίκαιο κόσμο· β΄ να προσπαθεί όλες τούτες τις θετικές συνεισφορές να τις ταξινομεί μέσα του, στο μικρό χώρο του στήθους του να πλάσει τη μακέτα του ερχόμενου κόσμου· γ΄ να ζει βαθιά τη σημερινή αγωνία του ανθρώπου και να μάχεται να τη διατυπώσει όχι μονάχα με τέχνη και στοχασμό (σήμερα αυτά μονάχα δε φτάνουν) παρά— κι αυτό είναι το δυσκολώτερο — με το παράδειγμα της ίδιας τούτης ζωής.
Η φυγή είναι άναντρη λιποταξία· μα ο τρόπος που αγωνίζεται ο πνεματικός άνθρωπος είναι ολότελα διαφορετικός από τον τρόπο που αγωνίζονται οι «άρχοντες τού κόσμου». Το χρέος του είναι άλλο, σε άλλο επίπεδο: Να συγκλίνει μέσα του όλους τους αποκλίνοντες σημερινούς αγώνες και να βάλει τάξη στο χάος· να το μετουσιώσει δηλαδή μέσα του σε «κόσμο». Να κρατά άσβεστη την προσωπική του ανεξαρτησία για να βρεθεί άθιχτος, όρθιος, όταν θα ‘ρθει η στιγμή του. Γιατί σίγουρα θα ’ρθει. Αντοχή, Κατανόηση, Ένταση Εσωτερική και Προσπάθεια να διατυπώσει στη ζωή και στο έργο του την Dοminante του μελλούμενου πολιτισμού. Μέσα στο παγκόσμιο παραλήρημα, να μπορέσει ν’ αρθρώσει ένα απλό σωστό Λόγο. Μιαν καλήν Αγγελία.

Τούτες τις σκέψες έκανα περπατώντας κάµποσους µήνες στο εγγλέζικο χώµα κι αναπνέοντας, σε µιαν τόσο αποκαλυπτική στιγµή, τον αγέρα της Αγγλίας.
Αγάπησα το λαό αυτό, θάµασα τις θεµελιακές για τον άνθρωπο αρετές του· την υπερηφάνια, την αξιοπρέπεια, το πείσµα, την αντοχή, την πειθαρχία. Λίγα λόγια, πολλά έργα, ανθρωπιά µεγάλη.
Αποφασιστικές µάχες έδωκε ο άνθρωπος και στο υγρό τούτο καταπράσινο νησί του Βορρά, µακριά από την αγία Μεσόγειο. Όπως σε όλους τους ανθρώπινους αγώνες, κι εδώ οι οχτροί ήταν οι ίδιοι: ο Άνθρωπος µε το µέσα του χτήνος, το φως µε το µέσα του σκοτάδι. Κι όπως παντού, κι εδώ το ανθρώπινο αίµα χύθηκε ποταµός, πλερώθηκε κι εδώ βαριά κι η πιο ασήµαντη νίκη.
Μα, υστέρα από αιώνες, στους βράχους επάνω, στους πράσινους λόφους και στα λιµάνια της Αγγλίας, τρία µεγάλα στήθηκαν εγγλέζικα τρόπαια: M a g n a C h a r t a, Τ ζ έ ν τ λ ε µ α ν, Σ α ί ξ π η ρ.
Αυτές είναι οι τρεις µεγάλες νίκες του ανθρώπου, made in England.
Κι oι νίκες τούτες, κι oι τρεις, αποτελούν τρεις µεγάλους σταθµούς στον ανήφορο της ελευτερίας.
Ας προσπαθήσουµε να τις δούµε µε όσο µπορετό µεγαλύτερη πνεµατική ανεξαρτησία· κι ας δεχτούµε µε γαλήνη – χωρίς χαρά, χωρίς θλίψη – τον κίντυνο να µην ευχαριστήσουµε κανένα. ∆εν πειράζει. Υπάρχουν εποχές — µεταβατικές, γιοµάτες πάθη και συµφέροντα και πολλές λαχτάρες — όπου ο πιο έντιµος τίτλος που µπορεί να φιλοδοξήσει ένας ελεύτερος άνθρωπος είναι ο τίτλος που έδωκε ο Μέγας Βασίλειος στον όσιο Εφραίµ: «Κ α θ η γ η τ ή ς τ η ς Ε ρ ή µ ο υ».

Αίγινα, Καλοκαίρι του 1940

ΝΙΚΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ. (1986). Ταξιδεύοντας: Αγγλία. Αθήνα: Εκδόσεις Ελένης Ν. Καζαντζάκη, σσ. 7-13.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2022

«Η λογοτεχνία ως ψίθυρος»

«Σε εποχές αταξίας, σε ώρες επιστροφής στους δρόμους και ενίοτε στη βία, αναρωτιέμαι αν έχει σχέση η λογοτεχνία με τα συνθήματα στους τοίχους. Είναι το εικονόπλαστο διαδίκτυο η αρχή ενός τέλους, το οποίο όλοι φοβόμαστε πως είναι αναπότρεπτο; Περιμένουμε τους βαρβάρους να κατηφορίσουν ή όχι· μήπως είναι κι αυτό μια νεύρωση του έτσι κι αλλιώς τραυματισμένου συλλογικού μας ασυνείδητου; Αυτοκτονούν σήμερα οι άνθρωποι με τον τρόπο της Άννας Καρένινα, μπορεί ένα μυθιστόρημα όπως ο Ντέμιαν του Έρμαν Έσσε να γίνει το ευαγγέλιο μιας νεολαίας, όπως συνέβη κάποτε στη Γερμανία; Τα ερωτήματα ατελείωτα, οι απαντήσεις λίγες, ανασφαλείς και αμήχανες».

ΙΣΙΔΩΡΟΣ ΖΟΥΡΓΟΣ. (2011). «Η λογοτεχνία ως ψίθυρος», στο: Τάξη + Αταξία. Οι νέοι φωνάζουν. Εισαγωγή – Επιμέλεια Μάριος – Κουκουνάρας – Λιάγκης. Αθήνα: Ακρίτας, σ. 135.

5η Οκτωβρίου: Παγκόσμια Ημέρα Εκπαιδευτικών [1]

«Αγαπητοί μαθητές: καθείς και η κόλλα του, παρακαλώ. Οφείλετε να καταλάβετε ότι κάθε Εξέταση είναι Ιερή – και ως εκ τούτου, δεν ανέχεται την παρουσία ”αιρετικών”. Καθόλη τη διάρκεια της χρονιάς, σας κατηχήσαμε σε συγκεκριμένες ομολογίες πίστεως, βρήκαμε τη λύση όλων των εξισώσεων, αποκρυπτογραφήσαμε μέχρι κεραίας τι θέλει να πει ο ποιητής. Τώρα είναι η σειρά σας να ομολογήσετε αυτά που μάθατε, να αποδείξετε ότι η κατήχησή σας υπήρξε αποτελεσματική. Και εφόσον το κάνετε, να είστε σίγουροι ότι όλες οι απόψεις σας θα γίνουν σεβαστές, αρκεί να συμφωνούν με τις απόψεις του διορθωτή». ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΟΥΛΗΣ

ΠΗΓΗ: Dimitris Oulis

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2022

Πατρίδα αξέχαστη Μικρά Ασία


Η Βασιλική Ράλλη αφηγείται την ιστορία της οικογένειάς της, που με βία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την πατρίδα της, το Μοσχονήσι της Μικράς Ασίας, και αφού δοκιμάστηκε από τη θλίψη της απώλειας και το πένθος της καταστροφής, δόθηκε με δημιουργική ορμή στην οικοδόμηση μιας νέας ζωής στην απέναντι ακτή.
Η Βασιλική Ράλλη σε κάθε μικρή ή μεγάλη ευκαιρία της ζωής της διακηρύσσει την καταγωγή της: «Τι κι αν γεννήθηκα στη Θερμή της Λέσβου; Είμαι Μικρασιάτισσα κι εγώ. Είμαι ο σπόρος που κυοφορήθηκε μέσα στα αγιασμένα χώματα της Γης αυτής της Επαγγελίας, της ποτισμένης με ιδρώτα και αίμα ελληνικό, της σπαρμένης με τα ιερά οστά των χιλιάδων μαρτύρων, τα οποία εναποτέθηκαν στην ιερή Γη, ως παρακαταθήκη της ελληνικότητάς της».
Η μαρτυρία της Βασιλικής Ράλλη ξεκινά από το Μοσχονήσι και το Αϊβαλί και αγκαλιάζει όλον τον Ελληνισμό. Ιδιαίτερα σήμερα περισσότερο από ποτέ, η αξία τέτοιων μαρτυριών είναι ανεκτίμητη, διότι τροφοδοτούν την ψυχή μας με πίστη και αγωνιστικότητα.
Η συγγραφέας έγινε ευρύτερα γνωστή όταν μαζί με τον μακαριστό σύζυγό της, Άγγελο Ράλλη, ανακάλυψαν στο κτήμα τους στη Θερμή Μυτιλήνης τα οστά του Αγίου Ραφαήλ καθώς έσκαβαν για να οικοδομήσουν ένα μικρό εκκλησάκι, προκειμένου να εκπληρώσουν το τάμα της μητέρας της.
Το χρονικό της αποκαλύψεως αυτής έχει αφηγηθεί η ίδια στο βιβλίο της «Καρυές, ο λόγος των αγίων»· [από το οπισθόφυλλο του βιβλίου].

«Μνήμες δικές μου δεν έχω εγώ, χαμένε Παράδεισε. Μα ζεις μέσα μου από τις μνήμες των δικών μου, που η ροπή του χρόνου δεν μπόρεσε να σβήσει από την καρδιά μου. Και σαν αναρωτιέμαι ποια είναι η αληθινή πατρίδα μου, μαγνητικά η σκέψη μου τραβά κοντά σου. […] Βιώματα τραυματικά, σταλαγματιές από αίμα που δεν έπαψε ν’ αναβλύζει απ’ τις καρδιές που έζησαν ώσπου πάψανε να χτυπούν», [από τον πρόλογο του βιβλίου, σσ. 11, 12].

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2022

Αχ αυτή η δημιουργικότητα!

«Η “δημιουργητικότητα” είναι συνώνυμο της “αποκλείνουσας σκέψης”, αυτής δηλ. που έχει την ικανότητα να σπάει συνεχώς τα σχήματα της εμπειρίας. Είναι δημιουργικό ένα μυαλό που πάντα δουλεύει, που πάντα ρωτάει, που ανακαλύπτει προβλήματα εκεί όπου οι άλλοι βρίσκουν ικανοποιητικές απαντήσεις, που νιώθει άνετα στις ρευστές καταστάσεις, όπου οι άλλοι οσφραίνονται μόνο κίνδυνους, που διαθέτει κρίση αυτόνομη και ανεξάρτητη (ακόμα κι απ’ τον πατέρα, το δάσκαλο, την κοινωνία), που αρνείται το τυποποιημένο, που καταπιάνεται απ’ την αρχή με τα πράγματα και τις έννοιες, χωρίς να εμποδίζεται από κομφορμισμούς. Όλες αυτές οι ιδιότητες εκδηλώνονται στη διαδικασία της δημιουργίας. Κι αυτή η διαδικασία – άκουσον! άκουσον! – έχει ένα χαρακτήρα ψυχαγωγικό· πάντοτε· ακόμα κι αν έχουμε να κάνουμε με τα αυστηρά μαθηματικά”…».


ΤΖΙΑΝΙ ΡΟΝΤΑΡΙ. (1985). Γραμματική της Φαντασίας, μτφρ. Μαρία Βερτσώνη – Κοκόλη & Λία Αγγουρίδου – Στρίντζη. Αθήνα: Τεκμήριο, σ. 206.